
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 1568/23
18 Ιουλίου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
R.L.T.
Αιτήτριας
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, δια του Υπουργού Εσωτερικών,
Υπηρεσία Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
..................................................
Άγγελος Ιωάννου για Αγγέλα Λεωνίδου, Δικηγόρος για την αιτήτρια
Ραφαέλα Χαραλάμπους για Χριστίνα Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η αιτήτρια με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως προσφεύγει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 10/2/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα που αφορούν την αιτήτρια έχουν ως κατωτέρω: H αιτήτρια είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κόνγκο (στο εξής «ΛΔΚ») και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 13/05/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, παραλαμβάνοντας αυθημερόν Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας από το Επαρχιακό Γραφείο Αλλοδαπών Λευκωσίας.
Στις 21/11/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της αιτήτριας από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής ʺEUAAʺ) στην Υπηρεσία Ασύλου. Στις 07/02/2023 ο λειτουργός ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη της αιτήτριας. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών, να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης στις 10/02/2023. Η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την απόφαση της σχετικά με το αίτημα της αιτήτριας, η οποία παραλήφθηκε από την ίδια στις 12/05/2023. Στη συνέχεια, η αιτήτρια καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας με την οποία αμφισβητεί την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της αιτήτριας μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης δήλωσε πως προωθεί τους πιο κάτω νομικούς ισχυρισμούς: (1) Πλάνη περί τα πράγματα και/ή η απόφαση στηρίχθηκε σε πεπλανημένα κριτήρια, (2) Η απόφαση είναι αντίθετη με τη χρηστή διοίκηση, συνιστά άνιση μεταχείριση και δυσμενή διάκριση σε βάρος της αιτήτριας (3) Έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει ότι λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στο αρμόδιο όργανο και ότι είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγείται ότι η αιτήτρια φέρει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών της που θεμελιώνουν το αίτημά της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, το οποίο δεν κατάφερε να αποσείσει στην προκειμένη περίπτωση, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθεί η αιτήτρια περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας και/ή επαρκούς έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε η αιτήτρια σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός της, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Η αιτήτρια, κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της διότι οι γονείς της την εξανάγκασαν να παντρευτεί τον μητρικό της θείο. Ο θείος της ήταν ήδη παντρεμένος και είχε παιδιά. Σύμφωνα με την αιτήτρια, η σύζυγος και τα παιδιά του την κακομεταχειρίζονταν και γι’αυτό το λόγο, αποφάσισε να εγκαταλείψει την οικία τους. Ανέφερε ότι στις δύο πρώτες της απόπειρες να διαφύγει, οι γονείς και η οικογένειά της την επέστρεψαν στο θείο της. Ωστόσο, κατά την τρίτη της προσπάθεια, κατάφερε να διαφύγει με τη στήριξη της θείας της, η οποία διαμένει στην Γαλλία. Για τους λόγους αυτούς, δήλωσε ότι μετέβη στην Κύπρο για να ζητήσει διεθνή προστασία (βλ. ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Kinshasha στη Λ.Δ.Κ., όπου έζησε όλη της τη ζωή και η οποία αποτελεί τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής της (ερυθρό 47 του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις δήλωσε Χριστιανή και ότι ανήκει στην φυλή Munyanga (ερυθρό 47 του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε ότι στην Λ.Δ.Κ. έχει συνάψει παραδοσιακό γάμο και ότι δεν έχει τέκνα (ερυθρό 46 του διοικητικού φακέλου). Τέλος, ανέφερε ότι οι γονείς της διαμένουν στην Kinshasa, και ότι δεν έχει αδέλφια (ερυθρό 46 1χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε πως είναι απόφοιτη πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και ότι συμμετείχε σε εξετάσεις ώστε να λάβει πτυχίο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ερυθρό 45 1χ του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με το επαγγελματικό της προφίλ ανέφερε πως στη χώρα καταγωγής της ασχολήθηκε με το ράψιμο και την πώληση ρούχων (ερυθρό 45 2χ του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, η αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι σύμφωνα με το έθιμο της φυλής της, ως μοναχοκόρη έπρεπε να παντρευτεί τον αδελφό της μητέρας της, σε μια παράδοση γνωστή ως Vutula Menga (ή Kintsudi στη φυλή Bayangi), η οποία σημαίνει «επιστροφή στην οικογένεια». Κατά συνέπεια, εγκατέλειψε τους γονείς της σε ηλικία δέκα ετών με σκοπό να ζήσει με τον θείο της, ο οποίος είχε ήδη καταβάλει το ποσό της προίκας για τον γάμο. Ο θείος της ήταν ήδη παντρεμένος και είχε παιδιά, με τα οποία μεγάλωσε, θεωρώντας ότι ήταν απλώς ένα μέλος της οικογένειας. Ωστόσο, το 2017, η σύζυγος του θείου της άρχισε να την προσκαλεί στην κρεβατοκάμαρά τους, αφήνοντάς την μόνη με τον θείο της. Όταν η κατάσταση έγινε αφόρητη, η αιτήτρια απευθύνθηκε στη μητέρα της, η οποία της εξήγησε πως αυτή είναι η παράδοση και ότι ο θείος της βοηθούσε την οικογένεια, προσθέτοντας ότι εάν σταματούσε να το κάνει, θα βρίσκονταν σε δεινή θέση. Μη αντέχοντας άλλο, η αιτήτρια αποφάσισε τον Δεκέμβριο του 2018 να κρυφτεί στην εκκλησία του πάστορά της.
Ο θείος της, την εντόπισε, απείλησε τον πάστορα και την πήρε και πάλι στο σπίτι, γεγονός που επιδείνωσε ακόμη περισσότερο την κατάστασή της. Τον Νοέμβριο του 2019, απελπισμένη, ζήτησε από τους γονείς της να διαμένει μαζί τους, καθώς δεν μπορούσε να συνεχίσει να ζει με αυτόν τον τρόπο. Ωστόσο, οι γονείς της αρνήθηκαν να τη βοηθήσουν, επισημαίνοντας ότι έπρεπε να ακολουθήσει την παράδοση και ότι αν δεν συμμορφωνόταν, θα έπεφτε κατάρα πάνω της και θα αποκλειόταν από την οικογένεια. Έτσι η αιτήτρια επέστρεψε στον σύζυγό της, ο οποίος στις 15 Μαΐου 2021 της έκαψε το πρόσωπο.
Όταν ρωτήθηκε αν έλαβε ιατρική περίθαλψη, η αιτήτρια απάντησε αρνητικά, αναφέροντας ότι φοβόταν και δεν είχε χρήματα για να αναζητήσει βοήθεια (ερυθρό 35 χ1 του διοικητικού φακέλου). Όπως ανέφερε, το πρόσωπό της ήταν τραυματισμένο και γεμάτο σημάδια από το κάψιμο (ερυθρό 35 2χ του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια προσκόμισε φωτογραφίες, οι οποίες απεικονίζουν το πρόσωπό της και ανέφερε πως η κόρη του θείου της, τις τράβηξε για να τις δείξει στους γονείς της, ελπίζοντας ότι θα καταλάβαιναν την κατάστασή της (ερυθρό 35 2χ του διοικητικού φακέλου).
Ωστόσο, ισχυρίστηκε ότι οι γονείς της δεν αντέδρασαν και απλώς χαρακτήρισαν το περιστατικό ως «καυγά μεταξύ ζευγαριού» (ερυθρό 34 1χ του διοικητικού φακέλου). Έπειτα η ξαδέρφη της, θέλοντας να τη βοηθήσει να δραπετεύσει, την μετέφερε στο σπίτι φίλων της, τους οποίους η αιτήτρια δεν γνώριζε (ερυθρό 34 1χ του διοικητικού φακέλου). Εκεί διέμεινε από τον Οκτώβριο έως τον Νοέμβριο του 2021. Ερωτηθείσα που διέμεινε το διάστημα μεταξύ Νοεμβρίου 2021 και Απριλίου 2022 (που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της), η αιτήτρια δήλωσε ότι διέμεινε στο σπίτι της φίλης της ξαδέρφης της (ερυθρό 34 1χ του διοικητικού φακέλου). Η ίδια δεν γνωρίζει τί είδους συμφωνία είχε κάνει η ξαδέρφη της με τους φίλους της για να τη φιλοξενήσουν. Η αιτήτρια ανέφερε πως με τη βοήθεια μιας θείας της, η οποία διέμενε στην Γαλλία, κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της (ερυθρό 42 2χ του διοικητικού φακέλου). Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων δόθηκε η ευκαιρία στην αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής της.
Όταν ρωτήθηκε εάν υπάρχει άλλος λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε την ΛΔΚ, η αιτήτρια ανέφερε ότι η χώρα της δεν μπορεί να της παρέχει προστασία και για το λόγο αυτό διέφυγε (ερυθρά 40 2χ και 41 1χ του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια πρόσθεσε ότι προσπάθησε να καταγγείλει τον θείο της στις αρχές, αλλά, λόγω της επιρροής που αυτός ασκούσε, κατάφερε να δωροδοκήσει τον αστυνομικό υπάλληλο στο τμήμα όπου απευθύνθηκε, με αποτέλεσμα να μην της παρασχεθεί καμία βοήθεια (ερυθρό 41 1χ του διοικητικού φακέλου). Περιέγραψε περαιτέρω ένα περιστατικό κατά το οποίο ο θείος της την ξυλοκόπησε και την άφησε γυμνή. Όταν πήγε να τον καταγγείλει, η αστυνομία τον ρώτησε σχετικά και εκείνος απάντησε ότι τη χτύπησε επειδή η αιτήτρια δεν εκτελούσε οικιακές εργασίες όπως όλα τα παιδιά.
Ερωτηθείσα τι θα συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, δήλωσε ότι ο θείος της θα τη σκότωνε, καθώς στο παρελθόν της είχε ήδη προκαλέσει εγκαύματα στο πρόσωπο (ερυθρό 41 1χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείσα να περιγράψει λεπτομερέστερα την παράδοση στην οποία βασίστηκε ο γάμος της, η αιτήτρια ανέφερε ότι σύμφωνα με την παράδοση, εάν μια οικογένεια αποκτήσει παιδιά και μεταξύ αυτών υπάρχει κορίτσι, το κορίτσι αυτό θα παντρευτεί είτε τον μεγαλύτερο είτε τον μικρότερο αδελφό της μητέρας της, ώστε το αίμα να παραμείνει μέσα στην οικογένεια. Αντίστοιχα, εάν γεννηθεί αγόρι, το παιδί παίρνει το όνομα του θείου του, προκειμένου να διατηρηθεί ο οικογενειακός δεσμός. (ερυθρό 41 2χ του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείσα για την προέλευση αυτής της παράδοσης, απάντησε ότι προέρχεται από τους προγόνους των Munyang και αποτελεί φυλετικό έθιμο.
Η αιτήτρια ανέφερε ότι ήταν μικρό παιδί όταν δόθηκε στον θείο της, σε ηλικία δέκα ετών (ερυθρό 40 1χ του διοικητικού φακέλου) και διευκρίνισε πως δεν θυμάται τίποτα από εκείνη την περίοδο. Ωστόσο, ανακάλεσε στη μνήμη της ότι, όταν προσπαθούσε να δραπετεύσει από αυτόν τον γάμο, η μητέρα της, της ανέφερε πως έτσι είναι η παράδοση και πως όφειλε να διαμείνει με τον θείο της (ερυθρό 40 1χ του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με την τελετή του γάμου της, δήλωσε πως ήταν χαρούμενη και δεν είχε καταλάβει ότι η γιορτή σχετιζόταν με τον γάμο της με τον θείο της (ερυθρό 40 1χ του διοικητικού φακέλου).
Περιέγραψε ότι η τελετή πραγματοποιήθηκε μέσα σε ένα σπίτι, όπου υπήρχαν πολλοί ενήλικες οι οποίοι αντάλλασσαν δώρα. Ανέφερε ότι επρόκειτο για μια γιορτή, κατά τη διάρκεια της οποίας δόθηκε η προίκα, ενώ ο θείος της έδωσε χρήματα. Σύμφωνα με την αιτήτρια, αυτός είναι και ο λόγος που ο θείος της απειλεί ότι θα τη σκοτώσει αν επιστρέψει, επειδή είχε καταβάλει χρήματα για τον γάμο. Όταν ρωτήθηκε ποιοι ήταν παρόντες στην τελετή, απάντησε ότι θυμάται πως ήταν παρόντες όλοι οι ενήλικες. Τόνισε ότι ήταν μικρή σε ηλικία τότε, αλλά θυμάται πως βρίσκονταν εκεί μέλη της οικογένειάς της.
Στη συνέχεια, η αιτήτρια περιέγραψε ότι τον Δεκέμβριο του 2018, με αφορμή μία εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο σπίτι, της δόθηκαν χρήματα για να κάνει τα ψώνια του φαγητού (ερυθρό 37 1χ του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια εκμεταλλεύτηκε αυτή την ευκαιρία για να δραπετεύσει και να ζητήσει καταφύγιο στον πάστορα της εκκλησίας, όπου διέμεινε για διάστημα τριών μηνών (ερυθρό 37 2χ του διοικητικού φακέλου). Κατά την περίοδο εκείνη, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι μιλούσε συχνά για τον Χριστιανισμό και για τον τρόπο με τον οποίο είχε ασπαστεί τη χριστιανική πίστη (ερυθρό 37 χ1 του διοικητικού φακέλου).
Όταν ο θείος της εντόπισε τον πάστορα, τον απείλησε ότι θα έβαζε φωτιά στην εκκλησία και θα κατέστρεφε ό,τι υπήρχε μέσα σε αυτήν, αν δεν του αποκάλυπτε πού κρυβόταν η αιτήτρια. Ο θείος της, τον Ιανουάριο του 2019, την αναζήτησε στην εκκλησία και τελικά την εντόπισε στο σπίτι του πάστορα, όπου είχε βρει καταφύγιο, με αποτέλεσμα να την πάρει και πάλι στην οικία του. Από εκείνη τη στιγμή, η κακοποίηση εντάθηκε, καθώς, σύμφωνα με την ίδια, ο θείος της, τη χτυπούσε συστηματικά λόγω της προσπάθειάς της να διαφύγει.
Αναφορικά με την προσπάθειά της να δραπετεύσει και πάλι από το σπίτι του θείου της τον Νοέμβριο του 2019, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι επέστρεψε στους γονείς της, και τους είπε ότι ήταν Χριστιανή και ότι δεν επιθυμούσε πλέον να ακολουθεί το έθιμο (ερυθρά 36 2χ και 35 1χ του διοικητικού φακέλου). Διευκρίνισε ότι στην αρχή παραπονιόταν μόνο στη μητέρα της, αλλά έπειτα παραπονέθηκε και στους δύο, ελπίζοντας ότι ο πατέρας της θα την καταλάβαινε, ωστόσο την επέστρεψαν στον θείο της. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας της, της έλεγε ότι θα πάρει πολύ χρόνο για να σπουδάσει και να τους συντηρήσει, ενώ ο θείος της ήδη τους συντηρούσε.
Από τη στιγμή που εγκατέλειψε την οικία του θείου της, μέχρι να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι άρχισε να λαμβάνει τηλεφωνικές κλήσεις από άγνωστους αριθμούς, στις οποίες άκουγε απειλές κατά της ζωής της (ερυθρό 33 1χ του διοικητικού φακέλου). Όπως περιέγραψε την απειλούσαν, λέγοντας ότι όπου και αν βρίσκεται θα την εντοπίσουν και θα τη σκοτώσουν. Η αιτήτρια ισχυρίστηκε πως οι απειλές ήταν συνεχείς και ότι έλαβε περισσότερες από δέκα τέτοιες κλήσεις συνολικά, γεγονός που την οδήγησε να καταστρέψει την τηλεφωνική της κάρτα. Όσον αφορά το χρονικό διάστημα που συνέβησαν αυτά τα περιστατικά, η αιτήτρια ανέφερε ότι οι τηλεφωνικές απειλές ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 2022 και συνεχίστηκαν μέσα στο Φεβρουάριο του ίδιου έτους.
Τέλος, αναφορικά με τη δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης της αιτήτριας σε άλλο σημείο της χώρας καταγωγής της, όπως στην περιοχή Lubumbashi, η αιτήτρια υποστήριξε την έλλειψη τέτοιας δυνατότητας, διότι παρόλο που η ΛΔΚ είναι μεγάλη χώρα, ο θείος της ενδέχεται να την εντοπίσει (ερυθρό 31 2χ του διοικητικού φακέλου). Σημειώνεται ότι η αιτήτρια κατά το στάδιο της συνέντευξης ενημερώθηκε για το δικαίωμά της στην υποβολή εγγράφων και άλλων αποδεικτικών προς υποστήριξη του αιτήματός της και προσκόμισε το διαβατήριο της καθώς και πέντε φωτογραφίες, οι οποίες απεικονίζουν το πρόσωπό της (ερυθρά 7, 21 – 25 του διοικητικού φακέλου), προκειμένου να υποστηρίξει τον ισχυρισμό της ότι ο θείος της, της έριξε στο πρόσωπο καυτό λάδι.
Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε στην αφήγησή της η αιτήτρια, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή του τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις της αιτήτριας ως κατωτέρω: (1) Τα προσωπικά στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της αιτήτριας, (2) η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι εξαναγκάστηκε σε γάμο με τον θείο της από την πλευρά της μητέρας της και (3) η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι κακοποιήθηκε από τον θείο της από το 2017 μέχρι να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτούς τους ισχυρισμούς της αιτήτριας ως προς τα προσωπικά στοιχεία καθώς οι δηλώσεις της αιτήτριας κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αντιθέτως, αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως η αιτήτρια δεν ήταν ακριβής και λεπτομερής ως προς τους ισχυρισμούς της. Ειδικότερα, όπως καταγράφει ο λειτουργός, η αιτήτρια κλήθηκε αρχικά να αναφερθεί στο έθιμο σύμφωνα με το οποίο οι γονείς της συμφώνησαν στον γάμο της με τον θείο της από την μητρογονική γραμμή. Σημειώνεται από τον λειτουργό ότι η αιτήτρια ήταν σε θέση να κατονομάσει το έθιμο, ενώ παράλληλα εξήγησε ότι, σύμφωνα με αυτήν την παράδοση της φυλής της, αν μια οικογένεια αποκτήσει κόρη, αυτή πρέπει να παντρευτεί τον μεγαλύτερο ή τον μικρότερο αδελφό της μητέρας της ώστε "να επιστραφεί το αίμα στην οικογένεια".
Ωστόσο, η αιτήτρια δεν παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με το πώς η δική της οικογένεια ακολούθησε το έθιμο και τον λόγο για τον οποίο το έκανε. Ειδικότερα, ο λειτουργός έκρινε ότι αν και η αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα της εξαιτίας αυτού του εθίμου και έχει συζητήσει γι’ αυτό με τους γονείς της, δεν ήταν σε θέση να δώσει συγκεκριμένες πληροφορίες (ερυθρά 41 2x, 40 1x του διοικητικού φακέλου). Κατά συνέπεια, η εσωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού κρίθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό πως δεν τεκμηριώθηκε.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός καταγράφει ότι παρόλο που οι δηλώσεις της αιτήτριας αναφορικά με τον γάμο της, δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, η ύπαρξη του εθίμου επιβεβαιώνεται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ωστόσο, λόγω της μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, ο ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός από τον λειτουργό.
Ομοίως, αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς λεπτομέρειες και πληροφορίες. Ειδικότερα, ο λειτουργός καταγράφει αναφορικά με τα περιστατικά ξυλοδαρμού που υπέστη όλα αυτά τα χρόνια η αιτήτρια, ότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες και να περιγράψει τι συνέβαινε στην καθημερινότητά της με αυτά τα άτομα.
Όσον αφορά τη σεξουαλική κακοποίηση που ισχυρίστηκε ότι υπέστη, η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει περαιτέρω λεπτομέρειες, όπως πόσο συχνά κακοποιούνταν, ενώ δήλωσε αόριστα ότι κάθε φορά που έλεγε στη σύζυγό του να καθαρίσει το δωμάτιο, την κακοποιούσε. Ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε πως ενώ η αιτήτρια δήλωσε πως παραπονιόταν μέσα στο σπίτι και στους γείτονες, δεν ήταν σε θέση να διευκρινίσει με σαφήνεια και λεπτομέρειες πώς ακριβώς παραπονέθηκε στους γείτονες ή πόσες φορές συνέβη αυτό, αναφέροντας μόνο ότι οι γείτονες πήγαν να μιλήσουν στον θείο της, αλλά δεν την πίστεψαν επειδή φαίνεται να είναι καλός άνθρωπος. Επιπλέον, η αιτήτρια ανέφερε συγκεκριμένα ότι στα τέλη του 2017 ζήτησε βοήθεια από τη μητέρα της, η οποία την αρνήθηκε να την βοηθήσει.
Ωστόσο, όταν της ζητήθηκε να περιγράψει τη συνομιλία τους με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες, η αιτήτρια δεν ανέφερε επαρκώς όσα ειπώθηκαν, καθώς δήλωσε ότι είπε στη μητέρα της πως είναι Χριστιανή και δεν επιθυμεί να ακολουθήσει το έθιμο και η μητέρα της, της δήλωσε ότι αυτό δεν είναι δυνατόν, καθώς είχαν ήδη αποδεχτεί την προίκα. Περαιτέρω, ο λειτουργός κατέγραψε ότι η αιτήτρια αναφέρθηκε στην αναζήτηση βοήθειας από την αστυνομία, αναφέροντας ότι κάποια στιγμή είτε το 2018 είτε το 2019 πήγε σε τοπικό αστυνομικό τμήμα, όπου για άλλη μια φορά δεν την πίστεψαν. Όταν κλήθηκε να περιγράψει τη διαδικασία που ακολούθησε εκεί, η αιτήτρια απάντησε ότι δεν υπήρξε καμία διαδικασία και πρόσθεσε χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες ότι ο θείος και η θεία της κλήθηκαν στο τμήμα και ότι ο θείος της δωροδόκησε τους αστυνομικούς και έφυγαν.
Επιπλέον, η αιτήτρια ανέφερε ότι προσπάθησε να διαφύγει από το σπίτι του θείου της δύο φορές και την τρίτη φορά κατόρθωσε να πετύχει την διαφυγή της. Και οι τρείς φορές περιεγράφηκαν από την αιτήτρια κατά το αφήγημα της με γενικό και αόριστο τρόπο σε βαθμό που δεν μπορεί να διαπιστωθεί ο βιωματικός χαρακτήρας του αφηγήματος της. Ομοίως, οι αναφορές της σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο ο θείος της κατάφερε να την πάρει από τον πάστορα στο σπίτι του, ήταν γενικές και αόριστες και δεν κατάφεραν να τεκμηριωθούν.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός καταγράφει ότι η αιτήτρια προσκόμισε μερικές φωτογραφίες του προσώπου της κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, στις οποίες ανέφερε ότι φαίνεται πως το πρόσωπό της έχει υποστεί εγκαύματα. Παρατηρείται ότι σε μία από αυτές τις φωτογραφίες το πρόσωπο της αιτήτριας δεν φαίνεται καθαρά και επομένως, δεν είναι σαφές εάν υπάρχει κάποιος τραυματισμός στο πρόσωπό της που να προκλήθηκε από την επίθεση στις 15/05/2021. Περαιτέρω, κληθείσα να διευκρινίσει περισσότερα σχετικά με τα εν λόγω έγγραφα, ανέφερε ότι η ξαδέλφη της τράβηξε τη φωτογραφία της για να τη στείλει στους γονείς της ως αποδεικτικό στοιχείο της κακοποίησής της. Ωστόσο, ο λειτουργός έκρινε ότι καθώς στις φωτογραφίες δεν είναι σαφές εάν η αιτήτρια έχει τραυματιστεί και επιπλέον δεν μπορεί να προσδιοριστεί από τις εικόνες ο τρόπος με τον οποίο προκλήθηκαν τα τραύματα, τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να τεκμηριώσουν τους ισχυρισμούς της.
Επιπλέον, ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την σεξουαλική βία στη Λ.Δ.Κ., σύμφωνα με τις οποίες η σεξουαλική βία κατά των εφήβων κοριτσιών και των νεαρών γυναικών είναι συχνή. Ωστόσο, δεδομένου ότι η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων της αιτήτριας δεν τεκμηριώθηκε, το ουσιώδες αυτό γεγονός δεν γίνεται αποδεκτό και ο εν λόγω ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.
Υπό το φως των ανωτέρω, ο λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη το αποδεδειγμένο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό που προέκυψε από το αίτημα της αιτήτριας και το ατομικό της προφίλ (νεαρή γυναίκα, με εργασιακή εμπειρία και χωρίς προβλήματα υγείας) καθώς και τις διαθέσιμες πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της αιτήτριας και συγκεκριμένα στην περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής της, διαπίστωσε πως δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να υποβληθεί σε μεταχείριση, η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στην πόλη Kinshasa της Λ.Δ.Κ.
Ακολούθως, ο λειτουργός αξιολόγησε το νομοθετικό πλαίσιο για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και για το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της αιτήτριας σε οποιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών της αιτήτριας, του προσωπικού της προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, δεν τεκμηριώνεται φόβος δίωξης για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και ως εκ τούτου, εισηγήθηκε πως η αιτήτρια δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε πως η αιτήτρια κατά την επιστροφή της στη Λ.Δ.Κ. δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, ο οποίος να αντιστοιχεί στο άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000. Ο λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτήτρια, σε περίπτωση επιστροφής της, δεν θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας, καθότι η κατάσταση στην πρωτεύουσα Kinshasa δεν μπορεί να χαρακτηριστεί από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός κατέληξε ότι η αιτήτρια δεν δικαιούται καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Το περιεχόμενο της Έκθεσης/Εισήγησης, εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα της αιτήτριας λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τη συνήγορό της, αλλά και από την συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής της αιτήτριας, δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά έγινε αποδεκτός.
Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, ότι η αιτήτρια εξαναγκάστηκε σε γάμο με τον θείο της από την πλευρά της μητέρας της θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού, ο οποίος έκρινε πως οι δηλώσεις της αιτήτριας στερούντο επάρκειας πληροφοριών, συνοχής και συνέπειας. Αν και δεν αναμενόταν από την αιτήτρια να μπορεί να περιγράψει τον παραδοσιακό της γάμο, δεδομένου ότι αυτός όπως ισχυρίστηκε τελέστηκε όταν ήταν δέκα ετών, της ζητήθηκε να αναφερθεί περισσότερο στη συμφωνία μεταξύ των γονέων της και του θείου της, την οποία θα έπρεπε να έχει κατανοήσει με την πάροδο των ετών. Παρόλο που η αιτήτρια αναφέρθηκε γενικά στην προίκα και στο ότι ο θείος της σεβάστηκε τις επιθυμίες των γονέων της, δεν παρείχε περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με αυτές τις επιθυμίες και την προίκα (ερυθρό 40 1x, 2x, του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια κατά τη διάρκεια της συνέντευξή της αναφέρει βασικές πληροφορίες, όπως το όνομα του, το επάγγελμά του και τη φυλή του θείου, αλλά δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τον χαρακτήρα του με λεπτομέρεια, αναφέροντας κυρίως ότι ήταν βίαιος και την έκανε να διακόψει τη φοίτησή της στο σχολείο. (ερυθρό 91 του διοικητικού φακέλου). Κατά συνέπεια, από το αφήγημα της αιτητρια δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών της, εφόσον προέβη σε γενικές και αόριστες αναφορές.
Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού της, ανέτρεξα σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης από τις οποίες προέκυψε πως σύμφωνα με την ιστοσελίδα Girls Not Brides, το ποσοστό γάμων με παιδιά κάτω των 15 ετών ανέρχεται σε ποσοστό 8% στη Λ.Δ.Κ.[1] Η Λ.Δ.Κ. έχει δεσμευτεί να τερματίσει τον παιδικό (child), πρόωρο (early) και εξαναγκαστικό (forced) γάμο έως το 2030, σύμφωνα με τον στόχο 5.3 των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης. Η κυβέρνηση υπέβαλε μια Εθελοντική Εθνική Ανασκόπηση (Voluntary National Review) στο High Level Political Forum 2023, όπου σημείωσε ότι το 2016, ο Οικογενειακός Κώδικας (Family Code) αναθεωρήθηκε προκειμένου να τροποποιηθούν τυχόν διατάξεις που εισήγαγαν διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, των παιδικών γάμων και της βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών.[2] Επιπρόσθετα, το Υπουργείο Ισότητας των Φύλων, Γυναικών και Παιδιών (Ministry of Gender, Women and Children) της Λ.Δ.Κ. διαμόρφωσε και υλοποιεί, με την στήριξη της UNICEF, Σχέδιο Δράσης για των Τερματισμό των Παιδικών Γάμων το οποίο ανανεώθηκε το 2019.[3]
Επιπρόσθετα, έκθεση του Συμβουλίου Μετανάστευσης και Προσφύγων του Καναδά (Immigration and Refugee Board of Canada) για την περίοδο 2019 – Μάρτιος 2021, κάνει αναφορά στο νομοθετικό πλαίσιο της Λ.Δ.Κ. όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Το άρθρο 334 του νόμου αριθ. 16/008 της 15ης Ιουλίου 2016 για την τροποποίηση και συμπλήρωση του νόμου αριθ. 87-010 της 1ης Αυγούστου 1987 του Οικογενειακού Κώδικα (νόμος αριθ. 16/008 της 15ης Ιουλίου 2016, τροποποιητικός και συμπληρωτικός του νόμου αριθ. 87-010 της 1ης Αυγούστου 1987) ορίζει ότι «κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να παντρευτεί το πρόσωπο της επιλογής του, του αντίθετου φύλου, και να δημιουργήσει οικογένεια.
Τα άρθρα 351, 352 και 357 του ίδιου νόμου ορίζουν τα εξής:
Άρθρο 351
Οι μελλοντικοί σύζυγοι πρέπει να συναινέσουν προσωπικά στον γάμο. […].
Άρθρο 352
Άνδρες και γυναίκες κάτω των δεκαοκτώ ετών δεν μπορούν να συνάψουν γάμο.
Άρθρο 357
Τα παιδιά, ακόμη και αν είναι χειραφετημένα, δεν μπορούν να συνάψουν γάμο.»
Όσον αφορά την ακύρωση των αναγκαστικών γάμων, ο Οικογενειακός Κώδικας ορίζει τα εξής:
Άρθρο 402
Όταν ο γάμος συνήφθη χωρίς τη συγκατάθεση και των δύο συζύγων, για οποιονδήποτε λόγο, κηρύσσεται άκυρος.».[4]
Σύμφωνα με έκθεση (2024) της EUAA, «Η πρακτική των Kintwidi[5] [που γράφεται επίσης ως Kintuidi, Kinzud, Kitshul, Kintshui, Kinsudi, Kitiuli] ‘αφορά τις συζυγικές σχέσεις από την μητρική καταγωγή’ στην εθνοτική ομάδα Yansi, που ζει κυρίως στην επαρχία Kwilu, και ακολουθούσε μια μητρογραμμική (matrilineal) δομή. Πηγές δείχνουν ότι αυτή η πρακτική λαμβάνει χώρα και στις εθνοτικές ομάδες Mbala και Mbun. Αυτή η πρακτική συνίσταται στο να παντρεύεται ένα κορίτσι ή μια γυναίκα Yansi τον θείο της από την πλευρά της μητέρας της, αλλά αν ο θείος είναι σε προχωρημένη ηλικία, θα μπορούσε να αποφασίσει να «παραχωρήσει τα συζυγικά του δικαιώματα» στον γιο του ή σε έναν ανιψιό του».[6] Σύμφωνα με την συγκεκριμένη έκθεση, ωστόσο, δεν γίνεται αναφορά για χρήση της συγκεκριμένης πρακτικής από την εθνοτική ομάδα Munyanga στην οποία ανήκει η αιτήτρια.
Παρόλο που υπάρχουν πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής της αιτήτριας σε σχέση με τους εξαναγκαστικούς γάμους ανηλίκων στο Κογκό, αυτό δεν είναι αρκετό για να τεκμηριωθεί ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός εφόσον προκύπτει πως οι εξαναγκαστικοί γάμοι δεν ήταν πρακτική που λάμβανε χώρα στην εθνοτική ομάδα στην οποία ανήκε η αιτήτρια. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις, γενικές και αόριστες αναφορές και δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες για τα βιώματα της σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός της, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός.
Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό σε σχέση με το ότι η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι κακοποιείτο από τον θείο της από το 2017 μέχρι που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και πάλι θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του λειτουργού γιατί η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι υπήρξε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, αλλά η περιγραφή αυτών των περιστατικών γίνεται με εξαιρετικά γενικόλογο τρόπο. Η γενικόλογη και ασύνδετη επίκληση παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν επαρκεί για να στοιχειοθετήσει πραγματικό κίνδυνο. Αναμένεται η αιτήτρια να είναι συνεπής και συγκεκριμένη στις δηλώσεις της προκειμένου να διαφαίνονται τα όσα βίωσε τα χρόνια που ισχυρίστηκε ότι κακοποιείτο. Συνεπώς από το αφήγημά της δεν ήταν εφικτό να τεκμηριωθεί η εσωτερική αξιοπιστία του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού.
Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού της, ανέτρεξα σε πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής της προκειμένου να διαπιστώσω την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα της σε σχέση με τον προβαλλόμενο ισχυρισμό. Πρόσφατες πηγές που εντόπισε σε COI query η EUAA που δημοσιεύτηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 2024,[7] σχετικά με τον ρόλο την γυναίκας μέσα στην κοινωνία της ΛΔΚ ότι παρά τη συνταγματική απαγόρευση των διακρίσεων κατά των γυναικών, οι γυναίκες αντιμετώπισαν διακρίσεις σε όλες τις πτυχές της ζωής τους.[8] Η έκθεση Bertelsmann Stiftung για τη ΛΔΚ, που καλύπτει την περίοδο από 1 Φεβρουαρίου 2021 έως 31 Ιανουαρίου 2023, σημείωσε ότι η χώρα «χαρακτηρίζεται από μια βαθιά ενσωματωμένη πατριαρχική κουλτούρα που περιλαμβάνει νόμους και παραδοσιακά έθιμα που συμβάλλουν στις διακρίσεις κατά των γυναικών». Οι γυναίκες και τα κορίτσια πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια και αντιμετωπίζουν τακτικά σεξουαλική βία.[9] Ομοίως και έκθεση του Freedom House του 2024 επιβεβαιώνει τα ανωτέρω πως «οι γυναίκες στη ΛΔΚ βιώνουν διακριτική μεταχείριση σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής τους»[10].
Σε σχέση δε με τις γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε σεξουαλική κακοποίηση, παρατηρήσεις της Επιτροπής για την Εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών επισημαίνουν την ύπαρξη στίγματος[11], ενώ άρθρο του Τομέα Πληθυσμού του Ο.Η.Ε. (UN Population Fund) σε άρθρο του Αυγούστου του 2023 τονίζει ότι οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι περισσότερες από 1 εκατομμύριο γυναίκες το 2023 κινδύνευσαν από βία λόγω φύλου, ιδιαίτερα σεξουαλική βία, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό[12]. Σε άρθρο του UN Women του 2023 καταγράφεται πως το «52% των γυναικών στη ΛΔΚ είναι επιζήσασες ενδοοικογενειακής βίας και το 39% των γυναικών στη χώρα έχουν απειληθεί ή έχουν υποστεί βλάβη»[13].
Περαιτέρω, άρθρο στην διαδικτυακή ιστοσελίδα World Bank blogs του 2022 αναφέρει πως τα μεγάλα ποσοστά σεξουαλικής και ενδοοικογενειακής βίας που παρατηρούνται στην ΛΔΚ δεν είναι μόνο αποτέλεσμα των συγκρούσεων αλλά προϋπήρχε ως κοινωνικό πρόβλημα καθώς και αντανακλά τις προϋπάρχουσες διακρίσεις και τις βίαιες κοινωνικές αντιλήψεις προς τις γυναίκες στη χώρα[14].
Το γεγονός ότι εντοπίζονται πληροφορίες που επιβεβαιώνουν την σεξουαλική κακοποίηση γυναικών στη χώρα καταγωγής της αιτήτρια δεν συνεπάγεται ότι μπορεί να γίνει αποδεκτός ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός, ο οποίος περικλείει πολλά βιωματικά περιστατικά τα οποία δεν έχουν στοιχειοθετηθεί. Βεβαίως, οι πηγές πληροφόρησης καταγράφουν της γενικότερη κατάσταση και δεν συνδέονται με τον πυρήνα του αιτήματος της αιτήτριας, τουλάχιστον με τον τρόπο που οι ισχυρισμοί της προωθούνται.
Τα όσα ανέφερε η αιτήτρια στη συνέντευξη, αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός της και δεδομένου ότι η αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις, υπεκφυγές, ανακρίβειες και έλλειψη επαρκών πληροφοριών κατά το αφήγημά της, δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών της. Ενόψει ακριβώς της μη στοιχειοθετηθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας, ο τρίτος ουσιώδη ισχυρισμός της αιτήτριας δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί και άρα δεν γίνεται αποδεκτός.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Αδιαμφισβήτητα όπως προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000), ο αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στη διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν είναι υποχρεωμένη να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών της, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή της να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αίτημα που υπέβαλε στις αρμόδιες αρχές.
Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε η αιτήτρια δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με αξιοπιστία και αληθοφάνεια τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς που θα την ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα προκειμένου να επωφεληθεί των ευεργετημάτων τέτοιου καθεστώτος.
Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως η αιτήτρια είχε αρκετές ευκαιρίες κατά το στάδιο της συνέντευξης της να αναπτύξει με κάθε λεπτομέρεια τον πυρήνα του αιτήματός της και να θεμελιώσει τον ισχυριζόμενο κίνδυνο που αντιμετωπίζει στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια ούτε στην ενώπιον μου διαδικασία που είχε τη δυνατότητα να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της, να διευκρινίσει τις ασυνέπειες και τις ανακρίβειες των δηλώσεών της με το ορθό δικονομικό διάβημα, έθεσε ενώπιον μου οποιοδήποτε στοιχείο. Κατά συνέπεια, ενόψει των προβαλλόμενων ισχυρισμών δεν θα μπορούσε να παραχωρηθεί στην αιτήτρια καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.
Πρόσθετα, από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι ορθά διαπιστώθηκε από τον δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στην αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της αιτήτριας, διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω περιοχή, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Ωστόσο υπό το φως των ανωτέρω και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης μου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, για σκοπούς πληρότητας θα διεξάγω περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής της. Σύμφωνα με τη διαδικτυακή πύλη RULAC «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον αριθμού ενόπλων ομάδων στις περιοχές Ituri, Kasai και Kivu»[15], σημειώνεται ωστόσο, ότι δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Kinshasa. Επιπρόσθετα, Έκθεση (2024) της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Λ.Δ.Κ. αναφέρει ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στα ανατολικά συνεχίστηκαν, με τις κυβερνητικές δυνάμεις να μάχονται εναντίον ένοπλων ομάδων∙ ενώ η διακοινοτική βία επεκτάθηκε και στις επαρχίες Kasai, Kwango, Kwilu, Mai-Ndombe και Tshopo, και οδήγησε σε περαιτέρω σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[16] Ως διαφαίνεται από τις ανωτέρω πληροφορίες, στην Kinshasa δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και η κατάσταση ασφαλείας παρουσιάζεται σταθερή.
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 16/07/2024 – 16/07/2025 στην πρωτεύουσα Kinshasa καταγράφηκαν 83 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 229 ανθρώπινες απώλειες. Τα 83 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 12 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 13 ανθρώπινες απώλειες, 18 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 203 ανθρώπινες απώλειες, 3 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 13 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 50 διαμαρτυρίες (protests).[17] Σημειώνεται, ότι ο πληθυσμός της πόλης Κinshasa εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,778,500 (2025) κατοίκους.[18]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή της, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της στην περιοχή να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή της. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτή είναι γυναίκα, νεαρής ηλικίας, υγιής, με επαρκή μόρφωση, πλήρως ικανή προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ ή δέουσα έρευνα.
Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε η αιτήτρια, το αρμόδιο όργανο διεξήγαγε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα, εκδίδοντας με τον τρόπο αυτό πλήρως αιτιολογημένη απόφαση και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, ο σχετικός προβαλλόμενος νομικός ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του, εφόσον το αρμόδιο όργανο διενήργησε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και αποφάσισε εντός της προβλεπόμενης από το νόμο διαδικασίας.
Σε συνάρτηση με τους ανωτέρω ισχυρισμούς, η δικηγόρος της αιτήτριας με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως ισχυρίζεται πως το αρμόδιο όργανο κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ενήργησε υπό πλάνη περί τα πράγματα. Όπως ισχυρίστηκε η συνήγορος της αιτήτριας, οι καθ’ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη τους τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ’ων η αίτηση αντιτείνει πως καμία παρανομία δεν έχει προκύψει που να αποδεικνύει το ενδεχόμενο πλάνης περί τα πράγματα.
Καταρχάς θα πρέπει να αναφερθεί πως το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού για την ύπαρξη πλάνης το έχει η αιτήτρια (βλ. Παπαδόπουλος v. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1190) 3ΑΑΔ 262, 267). Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός δεν στοιχειοθετείται επαρκώς από την αιτήτρια και είναι γενικόλογος. Από τους ισχυρισμούς του ευπαίδευτου δικηγόρου της αιτήτριας, δεν στοιχειοθετείται οποιουδήποτε είδους πλάνη, τόσο ως προς την διαδικασία που ακολουθήθηκε, όσο και ως προς τα συμπεράσματα τα οποία κατέληξε η Υπηρεσία Ασύλου με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, αλλά ούτε και ως προς τα γεγονότα που έλαβε η Υπηρεσία Ασύλου υπόψη της.
Πλάνη περί τα πράγματα στοιχειοθετείται όταν αποδεικνύεται η αντικειμενική ανυπαρξία γεγονότων που έλαβε υπόψη του το αρμόδιο όργανο για να εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση (βλ. Σύγγραμμα του Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτόπουλου, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» (Τόμος 2, 14η έκδοση, 2011, σελίδες 136, 137, παράγραφοι 510 και 511). Η αιτήτρια δεν παραπέμπει σε γεγονότα τα οποία οι καθ’ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη με αποτέλεσμα να αποφασίσουν κατά πλάνη περί τα πράγματα. Στη βάση των ανωτέρω, είναι προφανές πως δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός της αιτήτριας περί πραγματικής πλάνης ή/και οποιασδήποτε άλλης ουσιώδους πλάνης και ως εκ τούτου απορρίπτεται.
Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, η συνήγορος της αιτήτριας εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αντίθετη με τη χρηστή διοίκηση, συνιστά άνιση μεταχείριση και δυσμενή διάκριση σε βάρος της αιτήτριας. Κρίνω ότι ο προαναφερόμενος ισχυρισμός δεν έχει έρεισμα και απορρίπτεται, εφόσον η αιτήτρια για να στοιχειοθετήσει τον προβαλλόμενο ισχυρισμό του, όφειλε να αποδείξει την άνιση μεταχείριση, την παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και τη δυσμενή διάκριση σε βάρος της αιτήτριας με συγκεκριμένα γεγονότα.
Ο λόγος ακυρώσεως προβάλλεται από την συνήγορο της αιτήτριας γενικά και αόριστα, χωρίς να προσδιορίζονται τα δικαιώματα που παραβιάστηκαν και ως εκ τούτου, είναι ανεπίδεκτος δικαστικής κρίσης. Η αιτήτρια πρέπει να εξειδικεύει τον προβαλλόμενο νομικό ισχυρισμό αφού φέρει και το βάρος απόδειξής του. Ενόψει των ανωτέρω, δεν διακρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των προβαλλόμενων αρχών και επισημαίνεται πως η συνήγορος του αιτητή, δεν υπέδειξε στο Δικαστήριο οποιαδήποτε παρατυπία. Αντιθέτως, η απόφαση εκδόθηκε εντός των πλαισίων του νόμου και ως εκ τούτου, ο προβαλλόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα της αιτήτριας εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής και/ή δέουσα αιτιολόγηση εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον της αιτήτριας.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Girls Not Brides, Democratic Republic of the Congo, https://www.girlsnotbrides.org/learning-resources/child-marriage-atlas/regions-and-countries/democratic-republic-of-the-congo/
[2] Ibid
[3] Ibid
[4] Immigration and Refugee Board of Canada, Responses to Information Requests, Democratic Republic of the Congo: Early or forced marriages, including among women and girls; prevalence, related legislation, and the ability to refuse such a marriage; state protection and support services (2019–March 2021), σελ. 6, cod200506.fe_.pdf
[5] Η αίτητρια έκανε αναφορά στην εν λόγω πρακτική (ερυθρό 42, του διοικητικού φακέλου).
[6] EUAA, Forced marriage, including the Kintwidi practice; prevalence; legislation; possibility to refuse such a marriage; state protection; and support services, Reference Period: 1 April 2021 to 14 February 2024, 19 February 2024, σελ. 4, 240221352_COIQuery.pdf
[7] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Democratic Republic of the Congo ; Situation of women without a support network in South Kivu [Q60-2024], 2 September 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2114588/2024_09_EUAA_COI_Query_Response_Q60_DRC_Women_without_support_network_South_Kivu.pdf
[8] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p. 23; Freedom House, Freedom in the World 2024: Democratic Republic of the Congo, 2024, https://freedomhouse.org/country/democratic-republic-congo/freedom-world/2024
[9] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p. 23
[10] Freedom House: Freedom in the World 2024 - Democratic Republic of the Congo, 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2108034.html
[11] CEDAW, 'Concluding observations on the eighth periodic report of the Democratic Republic of the Congo', CEDAW/C/COD/CO/8 ,(2019), 8 διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/file/local/2014966/N1923692.pdf
[12] UNPF, “Sometimes she was desperate”: How survivors of sexual violence in the Democratic Republic of the Congo are healing with the help of UNFPA’s frontline workers, August 2023, διαθέσιμο σε https://www.unfpa.org/news/%E2%80%9Csometimes-she-was-desperate%E2%80%9D-how-survivors-sexual-violence-democratic-republic-congo-are,
[13] UN Women, DRC: Bringing women’s civil society organisations together, 10 July 2023, https://africa.unwomen.org/en/stories/nouvelle/2023/07/rdc-rassemblant-les-organisations-feminines-de-la-societe-civile
[14] World Bank Blogs, Changing social norms and values to end widespread violence against women and girls in DRC, 12/12/2022, https://blogs.worldbank.org/en/africacan/changing-social-norms-and-values-end-widespread-violence-against-women-and-girls-drc
[15] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, Τελευταία Ενημέρωση: 13 Απριλίου 2021, https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th
[16] Amnesty International, Democratic Republic of the Congo 2024, https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/
[17] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 16/07/2024 – 16/07/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa)
[18] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/world-cities/kinshasa-population
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο