W. K. Y. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.1727/23, 8/7/2025
print
Τίτλος:
W. K. Y. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.1727/23, 8/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.1727/23

 

8 Ιουλίου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

W. K. Y.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κα Δ. Κυριάκου, Δικηγόρος για αιτητή

Κα Μ. Παραδεισιώτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.12/05/23, η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο αιτητής κατάγεται από τη Λ. Δ. του Κονγκό, εισήλθε ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων, στις 20/04/21 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 07/06/21 (ερ.1-3, 10-12, 35).

Στις 10/01/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στου οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.22-35). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και, στις 28/02/23, η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε (ερ.47-57).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 12/05/23 και του μεταφράστηκε στην μητρική του γλώσσα (ερ.58, 2).

Στην επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας ο αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του διότι συμμετείχε σε διαμαρτυρία ενάντια στην αύξηση των διδάκτρων του Πανεπιστημίου, στην οποία αστυνομικοί έριξαν δακρυγόνα, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ένας αστυνομικός. Ο αιτητής, μαζί με άλλους διαδηλωτές, συνελήφθησαν και θεωρήθηκαν εγκληματίες.

Στη συνέντευξή ο αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Κινσάσα, είναι Χριστιανός, ανήκει στην φυλή Bandundu, δεν είναι παντρεμένος, έχει μια ανήλικη κόρη, η οποία βρίσκεται μαζί με την μητέρα του, η οποία ζει μαζί με τα δύο αδέλφια του στην Κινσάσα, ο πατέρας του έχει αποβιώσει και ο ίδιος σπούδαζε νομική στην Κινσάσα, όμως δεν αποφοίτησε.

Ως προς τους λόγους που εγκατάλειψε τη χώρα καταγωγής του ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι τον Ιανουάριο 2020 συμμετείχε σε διαμαρτυρία μαζί με άλλους φοιτητές για την αύξηση των διδάκτρων του Πανεπιστημίου. Μετά τη διαμαρτυρία ένας αστυνομικός έχασε την ζωή του και κάποιοι άλλοι τραυματίστηκαν. Εκεί ήταν παρόντες στρατιωτικοί και μέλη της πολιτοφυλακής και οι αρχές συνέλαβαν όλους όσους συμμετείχαν στην διαμαρτυρία και να τους μεταφέρουν σε ένα απομακρυσμένο μέρος, όπου τους χτύπησαν. Ο αιτητής, ως ανέφερε, ήταν ο αρχηγός του κινήματος και για το λόγο αυτό ήταν γνωστός και ήξεραν την διεύθυνσή του. Κατά τη διάρκεια της σύλληψής του, με τη βοήθεια ενός στρατιωτικού, ο αιτητής κατάφερε να δραπετεύσει μαζί με άλλους δύο κρατούμενους φοιτητές.

Ερωτηθείς τι φοβάται σε περίπτωση επιστροφής του ο αιτητής δήλωσε πως δεν γνωρίζει τί θα συμβεί και ότι έχουν την διεύθυνση και το όνομά του. Σε διευκρινιστική ερώτηση για το ποιος θα τον βλάψει, ο αιτητής ανέφερε ο αστυνομικός, του οποίου ο αδελφός έχασε την ζωή του από τις αστυνομικές δυνάμεις κατά τη διαμαρτυρία. Όταν ρωτήθηκε και πάλι να εξηγήσει ποια είναι τα συγκεκριμένα άτομα που θεωρεί ότι θα τον βλάψουν, ανέφερε ότι ο αστυνομικός θέλει να πάρει εκδίκηση, διότι ένας από αυτούς πέθανε και πιστεύει ότι ο αιτητής με τα υπόλοιπα άτομα είναι υπεύθυνοι για τον θάνατό του. Κατόπιν, διευκρίνισε ότι ο συγκεκριμένος αστυνομικός είναι συνταγματάρχης, ότι δεν γνωρίζει τον σκοπό του και δεν θυμάται το όνομά του, ούτε γνωρίζει πολλά για αυτόν. Όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει που εργάζεται ο συγκεκριμένος άντρας, απάντησε στο “Sirco”, ωστόσο δεν μπορούσε να διευκρινίσει τί ακριβώς είναι αυτό.

Αναφορικά με την διαμαρτυρία, απάντησε ότι την οργάνωσαν οι φοιτητές. Ως προς τον ρόλο του ιδίου ο αιτητής ανέφερε ότι τους ενθάρρυνε και τους έλεγε ότι πρέπει να είναι ενωμένοι, διότι δεν ήθελαν να πληρώνουν τα νέα δίδακτρα. Ενώ αρχικά ανέφερε ότι ήταν αρχηγός της κοινότητας της Κινσάσα, όταν ρωτήθηκε για τον ρόλο του αυτό, δήλωσε ότι ήταν ο αρχηγός του Πανεπιστημίου και όχι της κοινότητας. Ερωτηθείς πότε εκλέχθηκε αρχηγός του Πανεπιστημίου, ανέφερε ότι όταν ξεκίνησε να φοιτά στο Πανεπιστήμιο, μετά από 2 -3 ημέρες, κατάλαβαν ότι ήταν ένας φοιτητής με πολλά κίνητρα και έτσι εξελέγη αρχηγός. Ερωτηθείς να αναφέρει τον ακριβή του ρόλο, δήλωσε ότι ήταν σαν εκπρόσωπος των φοιτητών και, σε περίπτωση που υπήρχε κάποιο πρόβλημα, επικοινωνούσε με τις αρχές. Στη συνέχεια ο αιτητής ανέφερε ότι είχαν οργανώσει δύο διαμαρτυρίες, ωστόσο δεν θυμόταν τις ημερομηνίες. Κατά την πρώτη διαμαρτυρία, ως ανέφερε, μετέβησαν στο Πανεπιστήμιο και υπήρχαν ήδη αστυνομικές δυνάμεις. Αποφάσισαν έτσι να επανέλθουν την επόμενη ημέρα (δεύτερη διαμαρτυρία), όταν είχαν συγκεντρωθεί αρκετά άτομα, χωρίς ωστόσο να μπορεί να διευκρινίσει τον ακριβή αριθμό των ατόμων που συνελήφθησαν.

Ως προς τον λόγο σύλληψής του ο αιτητής απάντησε ότι ο συνταγματάρχης ήθελε να τους σκοτώσει διότι ο αδελφός του έχασε την ζωή του στη διαμαρτυρία. Ως προς τη σύνδεση του ιδίου με τον θάνατο αυτό ο αιτητής δήλωσε ότι στοχοποιήθηκε διότι ήταν παρόν όταν πέθανε και θεώρησαν ότι ήταν υπεύθυνοι.  Ερωτηθείς για το όνομα του αστυνομικού που έχασε την ζωή του ο αιτητής απάντησε ότι δεν το γνωρίζει, δηλώνοντας ότι αργότερα πληροφορήθηκαν ότι ήταν αδελφός του συνταγματάρχη. 

Ως προς το μέρος κράτησής του ο αιτητής δήλωσε ότι τους μετέφεραν σε απομακρυσμένο μέρος με αυτοκίνητο και ότι τους είχαν δεμένους με χειροπέδες και δεν μπορούσαν να δουν τίποτα. Ερωτηθείς να περιγράψει που κρατήθηκε ο αιτητής ανέφερε ότι ήταν ένα μεγάλο σπίτι και ότι όταν δραπέτευσαν ήταν νύχτα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να το περιγράψει. Ως ανέφερε ο αιτητής, παρέμειναν σε ένα δωμάτιο το οποίο ήταν άδειο και γεμάτο αίματα και στη συνέχεια κατάφερε να δραπετεύσει μαζί με άλλα δύο άτομα και με τη βοήθεια ενός στρατιωτικού που τους ζήτησε χρηματικό ποσό ως αντάλλαγμα. Έπειτα μετέβησαν στο Kitambo, και παρέμεινε σε εκκλησία για ένα μήνα. Ακολούθως, ως δήλωσε ο αιτητής, ο συνταγματάρχης έστειλε τους «ανθρώπους του» να αναζητήσουν τον αιτητή στο Πανεπιστήμιο και, ως περαιτέρω ανέφερε ο αιτητής, ήταν αστυνομικοί, οι οποίοι τον αναζητούσαν παράνομα. Ερωτηθείς πως γνωρίζει το περιστατικό απάντησε ότι κάποιοι φίλοι του ενημέρωσαν την μητέρα του.

Ερωτηθείς, εάν συνέβη κάποιο περιστατικό κατά την αναχώρησή του στο αεροδρόμιο ο αιτητής ανέφερε ότι δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα, διότι είχε κρυμμένο το πρόσωπό του και δεν μπορούσαν να τον αναγνωρίσουν. Τέλος, ερωτηθείς εάν μπορεί να επιστρέψει στην χώρα και να εγκατασταθεί για παράδειγμα στο Kongo Central, δήλωσε ότι δεν είναι σίγουρος και ότι η υπόθεση δεν έχει τελειώσει.

Οι καθ’ ων η αίτηση κατά την εξέταση του αφηγήματος του αιτητή εντόπισαν και εξέτασαν τους κάτωθι τέσσερις ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Ταυτότητα, προφίλ και χώρα καταγωγής του αιτητή

2.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι τον Ιανουάριο 2020 συμμετείχε σε δύο διαδηλώσεις ως ηγέτης των φοιτητών στο Πανεπιστήμιο της Κινσάσα

3.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη και κρατήθηκε παράνομα σε άγνωστο μέρος

4.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι αστυνομικοί τον αναζητούσαν στο πανεπιστήμιο

Επί των ως άνω κρίθηκε ότι πληρείται η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του 1ου ουσιώδους πραγματικού περιστατικού και ως εκ τούτου έγινε αποδεκτό, απορρίφθηκε δε ο 2ος, 3ος και 4ος ισχυρισμός, ως αναξιόπιστοι.

Αναφορικά με το 2ο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή χαρακτηρίζονται από γενικότητα, αοριστία και ασάφεια. Ειδικότερα κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφείς πληροφορίες σχετικά τόσο με το αντικείμενο των σπουδών του και τον τομέα νομικής στον οποίο – ως ισχυρίστηκε – σπούδαζε, πως αυτός εξελέγη αρχηγός των φοιτητών και τον ρόλο και τις αρμοδιότητες του ως τέτοιος, όσο και το τι ακριβώς έγινε στις διαδηλώσεις και πως αυτές οργανώθηκαν. Επί των ως άνω, ως κρίθηκε, ο αιτητής υπήρξε γενικόλογος, ασαφής και το αφήγημα του στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών. Αναφορικά με την εξωτερική συνοχή του ισχυρισμού αυτού εντοπίστηκαν διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι τον Ιανουάριο 2020 έγιναν διαδηλώσεις φοιτητών, στα πλαίσια των οποίων έλαβαν χώρα συγκρούσεις με αστυνομικές δυνάμεις, όμως – ως κρίθηκε – δεδομένης της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του αιτητή, ο ισχυρισμός δεν μπορούσε να γίνει δεκτός και δια τούτο απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι ο αιτητής υπήρξε και πάλι ασαφής, γενικόλογος και ισχυρισμοί του στερούνταν βιωματικών στοιχείων και αναμενόμενων λεπτομερειών. Συγκεκριμένα αξιολογήθηκε αρνητικά ότι ο αιτητής – ως κρίθηκε – δεν ήταν σε θέση να αναφέρει λεπτομέρειες για το πως επήλθε ο θάνατος αστυνομικού, τη σχέση αυτού με συνταγματάρχη, πληροφορίες για τον συνταγματάρχη αυτό, το πως συνελήφθη, πως και που κρατήθηκε, για πόσο καιρό, πως απέδρασε και ούτε να δώσει περιγραφή του μέρους όπου κρατούνταν. Επί όλων των ως άνω υπήρξε γενικόλογος, περιορίζοντας τα όσα ανέφερε σε μη λεπτομερείς δηλώσεις. Στη βάση των ίδιων ΠΧΚ κρίθηκε ότι παρότι τα λεγόμενα του συνάδουν με πληροφορίες που εντοπίζονται, δεδομένης και πάλι της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του, ο ως άνω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

Αναφορικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό περί αναζήτησης του από αστυνομικούς στο πανεπιστήμιο μετά την απόδραση του κρίθηκε ότι ο αιτητής υπήρξε παντελώς ασαφής και, καλούμενος να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες, παρέμεινε ασαφής και εν πολλοίς μονολεκτικός, αναφέροντας ότι το έμαθε από φίλους του και πως ο συνταγματάρχης είναι δολοφόνος και οι αστυνομικοί τον αναζητούσαν παράνομα, στοιχεία που κρίθηκαν ως στερούμενα εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και συνοχής. Δεδομένης της αμιγώς προσωπικής φύσης του ισχυρισμού αυτού δεν εντοπίστηκαν ΠΧΚ και, λαμβανομένου υπόψη του ότι δεν έγινε αποδεκτή η εσωτερική συνοχή του ισχυρισμού, αυτός τελικά απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, οι καθ’ ων η αίτηση αναζήτησαν πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού, εκ των οποίων και κατέληξαν ότι – δεδομένου και του ότι η Κινσάσα δεν επηρεάζεται από ένοπλη σύρραξη - δεν υφίσταται εν προκειμένω εύλογη πιθανότητα αυτός να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του.

Ενόψει των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε κατά του αιτητή απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής.

Στην προσφυγή ο αιτητής παραθέτει λιγοστά νομικά σημεία, τα πλείστα των οποίων δεν εξειδικεύονται και δεν συναρτώνται με τα επίδικα ζητήματα εν προκειμένω. Στη βάση σχετικής νομολογίας (βλ. Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ.95/2012, ECLI:CY:AD:2018:C344, ημ.6/7/2018 και Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) θα εξεταστούν μόνο οι ισχυρισμοί του αιτητή που δικογραφούνται και εξειδικεύονται δεόντως στο εισαγωγικό δικόγραφο και αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση του.

Στη γραπτή του αγόρευση ο αιτητής αναπτύσσει ισχυρισμούς που αφορούν το ότι η εδώ επίδικη απόφαση λήφθηκε χωρίς προηγούμενη δέουσα έρευνα, είναι προϊόν πλάνης και δεν αιτιολογείται. Ως αναφέρει επί τούτων, τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με την αξιοπιστία του 2ου, 3ου και 4ου ισχυρισμού του αιτητή είναι λανθασμένα, αποτέλεσμα ελλιπούς εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με αξιολόγηση ισχυρισμών στα πλαίσια αιτήσεως ως η επίδικη, δεν τεκμηριώνονται επί των λεγομένων του αιτητή, αφού, ως αναφέρει, το αφήγημα του υπήρξε συγκεκριμένο και λεπτομερές, τα όσα δε έχει αναφέρει συνάδουν με διαθέσιμες ΠΧΚ, τις οποίες εντόπισαν και οι καθ’ ων η αίτηση.

Οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή έχει δικογραφηθεί και αναπτυχθεί δεόντως και συνεπώς είναι ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης, στη βάση σχετικής νομολογίας, την οποία παραθέτουν, και προσθέτουν ότι η επίδικη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκαν υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση, είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή επί της ουσίας, όπως και τα ευρήματα τους επί της αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του αιτητή.

Δεδομένου ότι άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή συμπλέκονται με την ουσία και ορθότητα της δια της παρούσης προσβαλλόμενης απόφασης προχωρώ με επί της ουσίας εξέταση της παρούσης, η οποία τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. Ε.Δ.Δ.Δ.Π. αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).

Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Ενόψει και κατ’ εφαρμογή και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών επί της αξιολόγησης αξιοπιστίας θα συμφωνήσω εδώ με όλα τα ευρήματα επί του 2ου, 3ου και 4ου ουσιώδους ισχυρισμού αλλά και την τελική κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, για τους λόγους που θα εξηγήσω πιο κάτω.

Εν προκειμένω το σύνολο του αφηγήματος του αιτητή επί του 2ου, 3ου και 4ου ουσιώδους ισχυρισμού παρουσιάζει καταφανή κενά, ελλείψεις σε εύλογα αναμενόμενες λεπτομέρειες και αοριστίες, ως και οι καθ’ ων η αίτηση έχουν εντοπίσει, οι οποίες πλήττουν μοιραία και αναπόφευκτα την εσωτερική συνοχή όλων ανεξαιρέτως των δηλώσεων του αναφορικά τόσο με την κατ’ ισχυρισμό συμμετοχή του σε φοιτητική διαδήλωση, την έπειτα σύλληψη και κράτηση του ιδίου σε άγνωστο μέρος, την ακόλουθη απόδραση του αλλά και τα όσα ανέφερε περί αναζήτησης του από τις αρχές στο πανεπιστήμιο.

Τα όσα ανέφερε επί όλων των ως άνω περιορίστηκαν σε δηλώσεις οι οποίες, παρότι κατά τόπους συνθέτουν ένα εκ πρώτης όψεως ένα πολύπλοκο αφήγημα, το οποίο συνάδει με διαθέσιμες ΠΧΚ, εντούτοις - ήδη από μια ανάγνωση των κατ’ ιδία λεγομένων του σχετικώς -  καθίσταται σαφές ότι βρίθουν κενών και ασαφειών και εκ των οποίων ελλείπει εντελώς, σε πολλά και καίρια σημεία, κάθε εύλογα αναμενόμενη λεπτομέρεια και χρονική και λογική συνέπεια. Πολύ απλά ο αιτητής αναμενόταν να είναι σε θέση να δώσει πολλές άλλες πληροφορίες σχετικά με όσα ανέφερε. Αντ’ αυτού εκ του αφηγήματος του απουσιάζει κάθε ψήγμα πλήρους, συνεκτικής, ευλογοφανούς παράθεσης σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που αυτός παραθέτει. Είναι σ’ αυτό το σημείο που το αφήγημα υπολείπεται καταφανώς του ευλόγως αναμενόμενου και είναι εκ τούτου που θεωρώ ότι διαβρώνεται η εσωτερική συνοχή των λεγομένων του.

Δεν θεωρώ σκόπιμο, για σκοπούς αποφυγής επανάληψης, να αναφερθώ και πάλι σε όσα πιο πάνω καταγράφονται αναφορικά με τα επιμέρους σημεία εκ των οποίων διαβρώνεται η αξιοπιστία του αφηγήματος του αιτητή, στην παράθεση του περιεχομένου της επίδικης έκθεσης, τα οποία υιοθετώ ως ορθά και απολύτως εύλογα υπό τις περιστάσεις. Στην απουσία δε περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου είναι η κατάληξη μου ότι τα κενά ως έχουν εντοπιστεί από τους καθ’ ων η αίτηση (ερ.50-53) παραμένουν και συνεπώς η αποδοχή των ισχυρισμών αυτών θα ήταν ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση τους.

Δεν παραγνωρίζω βεβαίως ότι, ως άλλωστε και οι καθ’ ων η αίτηση έχουν εντοπίσει, εκ των διαθέσιμων ΠΧΚ επιβεβαιώνεται ότι έχουν όντως λάβει χώρα διαδηλώσεις φοιτητών στον τόπο και χρόνο που ο αιτητής τις τοποθετεί. Όμως εν προκειμένω η καταφανής έλλειψη εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του, ως ανωτέρω εξηγώ, δεν μπορεί να υπερκερασθεί από το ότι – ως γενική πληροφορία -  επιβεβαιώνεται ότι έλαβε χώρα τέτοια διαδήλωση. Αν το ότι συνάδει μια πληροφορία που δίδει ένας αιτητής με ΠΧΚ θεωρείτο αρκετό για να ανατραπεί ένα εύρημα περί παντελούς ελλείψεως εσωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται, ως εν προκειμένω, κάθε ψήγματος βιωματικού στοιχείου και λεπτομερειών και θα απέληγε τελικώς σε «αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης» (βλ. ανωτέρω απόσπασμα από εγχειρίδιο EASO). Άλλωστε, ως στο ίδιο εγχειρίδιο, σελ.97, αναφέρεται «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Στη δε σελ.131 τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»

Εν προκειμένω, στη βάση των ως άνω, είναι κατάληξη μου ότι τα όσα αναφέρει ο αιτητής, συνιστούν εκ των υστέρων επινοήματα, προκειμένου να συνδέσει τον ίδιο με περιστατικό που όντως έλαβε χώρα σε χρόνο και τόπο που αυτός το τοποθετεί. Δεδομένης όμως εδώ της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του αιτητή, ως ανωτέρω εξηγώ, οι ισχυρισμοί του δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί.  

Απομένει μια αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας  στην Κινσάσα.

Έκθεση του 2021 του portal RULAC σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Κινσάσα, αναφέρει ότι «[η] Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον ένοπλων ομάδων στις περιοχές  Ituri, Kasai και Kivu, ενώ δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ένοπλων ομάδων στην Κινσάσα».[1] Σε σχέση με την Κινσάσα δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν δράση ενόπλων φορέων και την ύπαρξη κάποιας σύγκρουσης.[2]

Στη βάση δεδομένων ACLED, για την περίοδο από 23/05/24 ως 23/05/25, καταγράφηκαν συνολικά 87 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία υπήρξαν 234 ανθρώπινες απώλειες, εκ των οποίων 5 μάχες (με 14 ανθρώπινες απώλειες), 12 περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 17 ανθρώπινες  απώλειες), 54 διαδηλώσεις (χωρίς ανθρώπινες απώλειες) και 16 εξεγέρσεις (με 203  ανθρώπινες απώλειες) ενώ δεν καταγράφεται κανένα περιστατικό απομακρυσμένης βίας.[3] Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Κινσάσα ανέρχεται σήμερα περί τα 17 εκατομμύρια κατοίκων. [4]

Εκ των ως άνω δεν δεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η φύση και η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί και δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις – δεδομένης της απόρριψης του συνόλου του αφηγήματος του, ως ανωτέρω εξηγείται - που επιτείνουν τον κίνδυνο για γι’ αυτόν στη βάση και της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [5] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).

Δεν παραγνωρίζω βεβαίως ότι ο αιτητής αναμένεται να αντιμετωπίσει προκλήσεις κατά την επιστροφή του στην Κινσάσα. Σχετικώς, σε έρευνα του DIS αναφέρεται ότι τα νεαρά άτομα αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά ανεργίας και οικονομικής ανέχειας. [6] Οι όποιες όμως προκλήσεις ενδεχομένως αντιμετωπίσει ο αιτητής κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής δεν αναμένεται να υπερβούν το όριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης, δεδομένου και του ότι, ως διαφαίνεται, δεν αναμένεται να στερηθεί την πρόσβαση του σε βιοπορισμό, ο οποίος θα του επέτρεπε μια διαβίωση, έστω με ιδιαίτερες ίσως στερήσεις, λαμβανομένου υπόψη του ότι ο αιτητής είναι νεαρός άνδρας (33 ετών σήμερα), υγιής, χωρίς άλλα στοιχεία ευαλωτότητας, ο οποίος έχει ζήσει όλη του τη ζωή στην Κινσάσα, διατηρεί εκεί εκτεταμένο οικογενειακό δίκτυο (μητέρα, αδελφές) και διαθέτει εργασιακή εμπειρία (ερ.31-33).

Έπεται λοιπόν ότι δεν τεκμηριώθηκε εν προκειμένω βάσιμος φόβος «καταδίωξης του [αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

Αναφορικά τέλος με τον ισχυρισμό του αιτητή περί «απλής σφραγίδας  επιστροφής και απόρριψης της αίτησης» (σημείο 3Ζ αγόρευσης αιτητή), σημειώνω ότι αυτό καταρρίπτεται από το περιεχόμενο του φακέλου, εκ του οποίου καθίσταται σαφές ότι το πρακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης περιέχεται στο ερ.57 με τίτλο «Απόφαση Α’ βαθμού επί αίτησης διεθνούς προστασίας», όπου η εισήγηση για απόρριψη της αιτήσεως, ως αυτή ακολουθεί στα ερ.47-56, υιοθετείται στο σύνολο της (το οποίο βεβαίως συνιστά και την αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης) από τον λειτουργό που λαμβάνει την απόφαση.

Είναι συνεπώς κατάληξη μου ότι όλη η διαδικασία εξέτασης της επίδικης αίτησης και τα όσα περιλαμβάνονται στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση είναι δεόντως και επαρκώς τεκμηριωμένα, προϊόντα επαρκούς έρευνας των υποβληθέντων στοιχείων, υπαγωγής τους στο σχετικό νομικό πλαίσιο που διέπει διαδικασίες εξέτασης αιτήσεων διεθνούς προστασίας και είναι περαιτέρω πλήρως αιτιολογημένη η απόφαση.

Ουδέν ετέθη ενώπιον μου που να ανατρέπει τα ως άνω.

Για τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο σε www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)

[2] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th,  UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/,   καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo,     UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021: www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html,  USAID, DRC - Complex Emergency,  Fact Sheet #3, 13 May 2022, www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf,   και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο,

[3] Προσαρμοσμένη έρευνα στο στην βάση ACLED Explorer, ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/, βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Explosions/Remote violence/ Violence against civilians /  Riots / Protests), Custom Date Range: 23/05/2024 - 23/05/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of the Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa, [ημ. 28/05/25]

[4] Macrotrends.net, Kinshasa population, 2024, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20853/kinshasa/population,

[5] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf

[6] DIS, 'Democratic Republic of the Congo- Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 48 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο