J.C.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1753/2024, 11/7/2025
print
Τίτλος:
J.C.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1753/2024, 11/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  1753/2024

11 Ιουλίου, 2025

[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 Συντάγματος

Μεταξύ:

J.C.O., 

από Νιγηρία

                                                                         Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου

                                            Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόρος για Αιτητή: Ορ. Ηλιάδης, για Α. Λαζάρου (κα)

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Σ. Πιτσιλλίδου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατία

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 22.03.2024 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για άσυλο, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποία εγκατέλειψε στις 15.03.2023 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 23.03.2023.  Στις 11.03.2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος υπέβαλε την 11.03.2024 Έκθεση/Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης.  Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 22.03.2024  την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 02.05.2024 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 29.04.2024. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση του ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση, υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών περιστατικών της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη.  Συμπληρώνουν ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν στοιχειοθετούν οποιοδήποτε λόγο ακυρότητας και δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης το οποίο βαραίνει τον ίδιο, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 
Αξιολόγηση εκατέρωθεν ισχυρισμών και καταληκτικά συμπεράσματα

 

Καταρχάς, επισημαίνω ότι ο ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας, συναρτάται και διασυνδέεται με την ίδια την ουσία της υπόθεσης και ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[1], θα προχωρήσω στην εξέταση  της ουσίας της υπόθεσης, σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό αυτόν.

 

Επί τούτου, επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου.  Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.  Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[2].

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

 

Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της απόρριψης που υπέστη από την οικογένειά του.  Ειδικότερα, δήλωσε ότι η μητέρα του ήταν η τρίτη σύζυγος του πατέρα του και ότι τόσο οι άλλες σύζυγοι όσο και οι παππούδες του ουδέποτε συμφώνησαν με τη μεταξύ των γονιών του ένωση συνεπεία του ότι σύναψαν δεσμό προτού παντρευτούν.  Ακόμη και τα μέλη της κοινότητας άρχισαν να συζητούν για τον Αιτητή.  Εξαιτίας της ως άνω κατάστασης, το 2021, έφυγε από τη χώρα και πήγε στο Ντουμπάι.  Αφότου έμαθε για το θάνατο του πατέρα του, επέστρεψε στη Νιγηρία όταν και συνειδητοποίησε ότι κανείς δεν τον ήθελε εκεί.  Κάποιο βράδυ, τα ετεροθαλή αδέλφια του, του επιτέθηκαν και τον διέταξαν όπως επιστρέψει την περιουσία που του αγόρασε ο πατέρας του (βλ. ερ. 1 δ.φ.).

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Ndufu Ezzama της περιοχής τοπικής αυτοδιοίκησης Ezza South της πολιτείας Ebonyi και ότι η πόλη Onueke η οποία βρίσκεται επίσης στην πολιτεία Ebonyi, αποτελεί τον τελευταίο τόπο διαμονής του στη χώρα (βλ. ερ. 27/2Χ-3Χ δ.φ.).  Ως οι ισχυρισμοί του, η μητέρα του απεβίωσε όταν ο Αιτητής ήταν ηλικίας 1 έτους και 1 μηνός και ο πατέρας του ασθένησε και πέθανε στις 15.12.2022 (βλ. ερ 27/6Χ, 26/6Χ, 25/6Χ δ.φ).  Ακόμη, πρόβαλε ότι έχει 7 ετεροθαλή αδέλφια εκ των οποίων οι 3 ετεροθαλείς αδελφοί του ζουν ο ένας στην Abakaliki και οι άλλοι δυο στην Onueke ενώ για τις τέσσερις ετεροθαλείς αδελφές του δεν ανέφερε πληροφορίες για τον τόπο διαμονής τους (βλ. ερ. 24/2Χ-3Χ δ.φ.)  Ως προς την εκπαίδευση και την εργασία του, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο Ebonyi State το 2012-2013 και ότι από το 2016 - 2021 εργαζόταν με τον πατέρα του στις συγκολλήσεις μετάλλων (βλ. 27/1Χ, 25 5Χ-6Χ δ.φ.) .

 

Ως προς την ουσία του αιτήματός του και τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι, κατά τα έτη 2015 και 2018, ο πατέρας του του αγόρασε δύο τεμάχια γης, το πρώτο στην περιοχή Ndufu Ezzama και το δεύτερο στην Amuzu. Επεσήμανε ότι η οικογένειά του ουδέποτε τον αποδέχθηκε, καθότι ήταν νόθο παιδί, γεγονός που τον ώθησε το 2021 να μεταβεί στο Ντουμπάι. Το 2022, ενημερώθηκε τηλεφωνικώς για τον θάνατο του πατέρα του και, παρά τη συμβουλή της θείας του να μην επιστρέψει, εκείνος αποφάσισε να επιστρέψει στη Νιγηρία. Κατά την άφιξή του, και συγκεκριμένα το βράδυ της αγρυπνίας πριν από την κηδεία, μεταφέρθηκε από φίλο του σε αίθουσα τελετών, όπου όμως δεν του επετράπη η είσοδος, καθώς, σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, δεν θεωρείτο μέλος της οικογένειας. Επιπλέον, του αναφέρθηκε ότι ο πατέρας του του είχε αγοράσει τη γη επειδή τον είχε χειραγωγήσει. Ο Αιτητής δήλωσε ότι εκείνη τη μέρα δέχθηκε σωματική επίθεση. Την επόμενη ημέρα, δέχθηκε τηλεφώνημα από άγνωστα πρόσωπα, τα οποία του ζήτησαν να τους παραδώσει τα έγγραφα ιδιοκτησίας, προειδοποιώντας τον ότι, σε περίπτωση άρνησης, γνώριζε καλά τι θα του συνέβαινε. Ο Αιτητής δεν τους παρέδωσε τα έγγραφα και, λόγω των απειλών που δεχόταν, εγκατέλειψε τη χώρα (βλ. ερ. 23/1Χ, 22/1Χ δ.φ.).

 

Κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του μέσω της υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων από το λειτουργό ασύλου (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός»), ο Αιτητής δήλωσε ότι το δεύτερο τεμάχιο αγοράστηκε από τον πατέρα του το 2018 ενώ δεν γνώριζε το έτος αγοράς του πρώτου τεμαχίου.  Και τα δύο τεμάχια ήταν οικοδομήσιμα αλλά και καλλιεργήσιμα, με τον Αιτητή να κατέχει πιστοποιητικό κυριότητας του δεύτερου ακινήτου σε φωτογραφίες στο κινητό του, ενώ για το πρώτο δεν διέθετε σχετικό πιστοποιητικό (βλ. ερ. 22/2Χ-4Χ δ.φ.).

 

Σε σχετικές ερωτήσεις αναφορικά με την επίθεση που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε, ο Αιτητής ανέφερε ότι το περιστατικό έλαβε χώρα στις 9 Ιανουαρίου 2023, όταν πέντε από τα ετεροθαλή αδέλφια του (δύο αδελφές και τρεις αδελφοί) τον σταμάτησαν και άρχισαν να τον απωθούν βίαια μακριά. Ο Αιτητής δήλωσε ότι από τότε δεν τους έχει ξαναδεί. Ανέφερε επίσης ότι, μολονότι βάσει του νόμου δεν είχαν το δικαίωμα να τον εμποδίσουν από την αξιοποίηση των τεμαχίων γης, πίστευε ότι θα προέβαιναν σε νέες επιθέσεις σε βάρος του, καθώς θεωρούσαν ότι τα είχε αποκτήσει μέσω χειραγώγησης του πατέρα τους (βλ. ερ. 22/6Χ-7Χ, 21/1Χ-4Χ δ.φ.).

 

Κατόπιν σχετικών ερωτήσεων, ο Αιτητής δήλωσε ότι δέχθηκε συνολικά τρεις τηλεφωνικές κλήσεις, όλες κατά τον μήνα Ιανουάριο του 2023. Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε, κατά τις εν λόγω κλήσεις του απηύθυναν προειδοποιήσεις ότι, εάν επιθυμούσε την ηρεμία του, θα έπρεπε να επιστρέψει τα έγγραφα ιδιοκτησίας. Όπως συμπλήρωσε, οι δύο πρώτες κλήσεις προήλθαν από τον πρωτότοκο υιό του πατέρα του, ενώ η τρίτη πραγματοποιήθηκε από έναν άλλο ετεροθαλή αδελφό του (βλ. ερ. 21/5Χ, 7Χ-8Χ δ.φ.).

 

Ο Αιτητής πρόβαλε ότι οι γονείς του δεν προέβησαν στην τέλεση παραδοσιακού γάμου και ούτε παντρευτήκαν στο Δικαστήριο (βλ. ερ. 20/3Χ δ.φ.).

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, παρατηρώ ότι ο Λειτουργός διαχώρισε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς:

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από τον Λειτουργό καθώς, ως κρίθηκε, στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ο δεύτερος αφορούσε τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία καθώς απειλείτο από τα ετεροθαλή αδέλφια του για περιουσιακούς λόγους.  Αναφορικά με τον ισχυρισμό αυτό, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει πληροφορίες που να άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του, ενώ οι απαντήσεις του στις σχετικές ερωτήσεις χαρακτηρίστηκαν γενικές, αόριστες και ενίοτε αντιφατικές. Ειδικότερα, αν και αρχικά αναφέρθηκε σε επίθεση από πέντε ετεροθαλή αδέλφια του, την οποία τοποθέτησε χρονικά στις 9 Ιανουαρίου 2023, δεν προσκόμισε ικανοποιητικές ή λεπτομερείς πληροφορίες αναφορικά με το περιστατικό αυτό (βλ. ερ. 22/1Χ, 6Χ–7Χ δ.φ.). Ομοίως, αναφορικά με τις απειλές που φέρεται να δέχθηκε τηλεφωνικώς μετά την επίθεση, περιορίστηκε να αναφέρει ότι τον Ιανουάριο του 2023 έλαβε τρεις τηλεφωνικές κλήσεις, κατά τις οποίες του ζητήθηκε να επιστρέψει τα έγγραφα ιδιοκτησίας, χωρίς ωστόσο να παραθέσει περαιτέρω πληροφορίες για τους καλούντες ή το περιεχόμενο των κλήσεων (βλ. ερ. 21/5Χ, 7Χ δ.φ.).

 

Περαιτέρω, δήλωσε ότι κατείχε φωτογραφίες των τίτλων ιδιοκτησίας στο κινητό του τηλέφωνο, εντούτοις δεν τις υπέδειξε ή παρουσίασε στον λειτουργό κατά τη διάρκεια της συνέντευξης (βλ. ερ. 22/2Χ δ.φ.). Επιπλέον, ανέφερε ότι, μολονότι τα ετεροθαλή αδέλφια του δεν είχαν νομική δυνατότητα να τον εμποδίσουν από την αξιοποίηση των τεμαχίων, ο ίδιος πίστευε ότι θα του επιτίθεντο λόγω της πεποίθησής τους ότι είχε αποκτήσει τη γη μέσω χειραγώγησης του πατέρα τους. Ωστόσο, η σχετική του αναφορά κρίθηκε ανεπαρκής, καθότι δεν συνοδεύτηκε από διευκρινίσεις ή υποστηρικτικά στοιχεία που να επεξηγούν επαρκώς την αντίληψή του (βλ. ερ. 21/2Χ–4Χ δ.φ.).

 

Τέλος, διαπιστώθηκαν ασυνέπειες μεταξύ των δηλώσεών του στην υποβληθείσα αίτηση ασύλου και των όσων ανέφερε κατά τη συνέντευξη. Ειδικότερα, στην αίτηση ισχυρίστηκε ότι οι άλλες σύζυγοι του πατέρα του και οι παππούδες του δεν ενέκριναν τη σχέση των γονιών του επειδή ξεκίνησε πριν από τον γάμο τους, ενώ κατά τη συνέντευξη δήλωσε ότι οι γονείς του ουδέποτε παντρεύτηκαν και ότι ο ίδιος είναι νόθο τέκνο (βλ. ερ. 1, 25/2Χ, 4Χ, 20/3Χ δ.φ.).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού, o Λειτουργός σημείωσε ότι ο Αιτητής απέστειλε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μια επιστολή συμφωνίας αγοραπωλησίας τεμαχίου η οποία έφερε τον τίτλο Agreement Letter, εντοπίζοντας ωστόσο και επισημαίνοντας αντιφάσεις που εντόπισε μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή και των όσων αναγράφονταν στη συμφωνία.  Ειδικότερα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η αγορά του τεμαχίου έγινε το 2015, αλλά βάσει της προσκομισθείσας συμφωνίας, αυτό αγοράστηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 2016.  Ακόμη, ενώ ανέφερε ότι το τεμάχιο βρισκόταν στη Ndufu Ezzama, επί της συμφωνίας καταγραφόταν ότι η τοποθεσία του ήταν στην Onueke.  Τέλος, δήλωσε ότι ο πατέρας του αγόρασε το τεμάχιο στο όνομά του, όμως στη συμφωνία δεν αναγράφεται σε κανένα σημείο το όνομά του (βλ. ερ. 51 δ.φ.).

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών του στοιχείων, που αποτελούσε και τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ο Λειτουργός επεσήμανε ότι δεν συνέτρεχαν εύλογοι λόγοι να γινόταν αποδεκτό ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του, θα κινδύνευε με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Επισημάνθηκε ότι επρόκειτο για άτομο που δεν παρουσίαζε θέματα ευαλωτότητας καθώς και ότι στη πολιτεία Ebonyi στην οποία αναμενόταν να επέστρεφε, δεν παρατηρούνταν συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Κρίθηκε συνεπώς ότι ο Αιτητής κατά την εκεί επιστροφή του, δεν θα αντιμετώπιζε δίωξη η πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. (βλ .ερ. 50-49 δ.φ.).

 

Κατά τη Νομική Ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το Άρθρο 1Α 2 της συνθήκης της Γενεύης και του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 αφού δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του Αιτητή τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.  Όσον αφορά την υπαγωγή του στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας ο λειτουργός ανέφερε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 καθώς ο Αιτητής εάν επέστρεφε στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) ή να υφίστατο βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (β).  Κρίθηκε περαιτέρω αναφορικά με το άρθρο 19 (2) (γ), ότι ο Αιτητής επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτής άσκησης βίας σε συνθήκες ένοπλης σύρραξης.  (βλ. ερ. 49-48 δ.φ.)

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του Λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Καταρχάς, συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι.

 

Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη Νιγηρία επειδή η ζωή του απειλείτο από τα ετεροθαλή αδέλφια του λόγω περιουσιακών διαφορών, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του λειτουργού περί έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη.  Πράγματι είναι και η δική μου εκτίμηση ότι η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από ουσιώδεις ασάφειες, γενικόλογες αναφορές και αντιφατικές απαντήσεις, γεγονός που καθιστά αδύνατο τον σχηματισμό πεποίθησης ως προς την αληθοφάνεια των γεγονότων που επικαλείται.

 

Ειδικότερα, πρόσθετα των όσων εντοπίστηκαν από τον λειτουργό, επισημαίνω ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι κινδύνευε από τα ετεροθαλή αδέλφια του, όμως ουδέποτε ανέφερε τα ονόματά τους ενώ ερωτηθείς ως προς την επίθεση που δέχθηκε από αυτούς, απάντησε με γενικότητα και αοριστία ότι του επιτέθηκαν περίπου 5 από αυτούς, 2 από τις αδελφές του και οι 3 αδελφοί του (βλ. ερ. 22/1Χ, 7Χ, 21 δ.φ.)  Περαιτέρω, ο Αιτητής παρέλειψε να παραθέσει ουσιώδεις πληροφορίες αναφορικά με την επίθεση που φέρεται να δέχθηκε. Συγκεκριμένα, δεν αναφέρθηκε στις γενικότερες ενέργειες των ετεροθαλών αδελφών του κατά τη διάρκεια του περιστατικού, ούτε περιέγραψε τα συναισθήματά του ή τη δική του αντίδραση κατά την εξέλιξη του συμβάντος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά δήλωσή του, υπέστη σωματική επίθεση την εν λόγω ημέρα, θα αναμενόταν να είναι σε θέση να παράσχει περισσότερες λεπτομέρειες (βλ. ερ. 22/1Χ, 6Χ–7Χ δ.φ.).

Ομοίως, αναφορικά με τις τηλεφωνικές κλήσεις που ισχυρίστηκε ότι έλαβε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προβάλει επαρκή ή συγκεκριμένα στοιχεία. Αρκέστηκε να αναφέρει ότι, τον Ιανουάριο του 2023, δέχθηκε τρία τηλεφωνήματα, κατά τα οποία του δηλώθηκε ότι, εάν επιθυμούσε την ηρεμία του, θα έπρεπε να επιστρέψει τα έγγραφα ιδιοκτησίας, χωρίς να παραθέσει περαιτέρω πληροφορίες ως προς την ταυτότητα των καλούντων ή το περιεχόμενο των συνομιλιών (βλ. ερ. 22/1Χ, 21/5Χ, 7Χ δ.φ.).

 

Επιπλέον, παρατηρούνται αντιφάσεις στο αφήγημα του Αιτητή, οι οποίες υποσκάπτουν την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του. Ειδικότερα, ενώ αρχικά δήλωσε ότι ο πατέρας του του αγόρασε δύο τεμάχια γης το 2015 και το 2018, στη συνέχεια ανέφερε ότι γνωρίζει μόνο πως το δεύτερο αγοράστηκε το 2018, ενώ δεν γνωρίζει το έτος αγοράς του πρώτου (βλ. ερ. 23/1Χ, 22/3Χ δ.φ.).

Παρόμοια ανακολουθία διαπιστώνεται και αναφορικά με τους τίτλους ιδιοκτησίας: αφενός ισχυρίστηκε ότι κατέχει φωτογραφίες των τίτλων στο κινητό του, αφετέρου, όταν ρωτήθηκε αν διαθέτει σχετικά πιστοποιητικά και για τα δύο τεμάχια, απάντησε ότι έχει μόνο για το δεύτερο (βλ. ερ. 22/2Χ, 4Χ δ.φ.).

 

Περαιτέρω, στην υποβληθείσα αίτηση ασύλου ανέφερε ότι οι άλλες σύζυγοι του πατέρα του και οι παππούδες του διαφωνούσαν με τη σχέση των γονιών του, λόγω του ότι είχαν συνάψει δεσμό πριν παντρευτούν. Ωστόσο, κατά τη συνέντευξη επέμεινε ότι οι γονείς του ουδέποτε παντρεύτηκαν και ότι ο ίδιος είναι νόθο παιδί, δηλώνοντας ρητώς ότι δεν τελέστηκε ούτε παραδοσιακός γάμος ούτε γάμος ενώπιον Δικαστηρίου (βλ. ερ. 1, 25/2Χ, 4Χ, 20/3Χ δ.φ.).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού, ως γεγονός που εδράζεται στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής του Αιτητή, το εν λόγω περιστατικό δεν είναι επιδεκτικό επαλήθευσης μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Η αδυναμία εξωτερικής τεκμηρίωσης καθιστά ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη ο Αιτητής να προσκομίσει έναν πειστικό, συνεκτικό και απαλλαγμένο αντιφάσεων ισχυρισμό, βάσει του οποίου να δύναται να στηριχθεί ευλόγως η πεποίθηση περί της πραγματικής τέλεσης των αναφερόμενων γεγονότων. Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να προσφέρει τέτοιο αφήγημα·

 

Δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας, της γενικότητας και της αντιφατικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής του συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EASO (νυν EUAA), Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System[3], σελ.169 όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

 

«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»

 

Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.

 

Ως προς τα έγγραφο τα οποίο προσκόμισε ο Αιτητής κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία, υιοθετώ την ανάλυση του Λειτουργού, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη. Ο Λειτουργός κατόπιν εξέτασης της συμβατότητας του περιεχομένου του με τις δηλώσεις του Αιτητή κατέλεξε, ορθώς, στο ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του.

 

Καταλήγω συνεπώς ότι ο δεύτερος αυτός ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και αυτός απορρίπτεται για τους λόγους που έχουν ανωτέρω επεξηγηθεί.

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και του ισχυρισμού περί προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία.  Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβη» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[4] ότι συνιστούν:

 

«(…) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[5], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

Όπως επίσης διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[6] :

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[7] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία EbonyiΑπό την έρευνα αυτή, προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

·         Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP).  Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας -η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, το Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία- έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[8]

 

·         Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 22.06.2024 και 20.06.2025 στην πολιτεία Ebonyi της Νιγηρίας, καταγράφηκαν συνολικά 47 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 75 ανθρώπων. Πιο αναλυτικά, 10 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 18 θύματα), 10 ως διαδηλώσεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 1 ως στρατηγικές εξελίξεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 19 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 45 θύματα) και 7 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 12 θύματα)[9] Σημειωτέον δε, ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Ebonyi καταγράφεται στους 3.242.500 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση του 2022[10].

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.  Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άντρας, υγιής, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο Αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά λαμβάνω υπόψιν μου, πρόσθετα και συμπληρωματικά των ανωτέρω, ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή, συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα και με το πιο πρόσφατο Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 31.05.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας ιθαγένειας. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Ενόψει των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 

.

 

 



[1] Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, N. 73(I)/2018

[2] Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010

[3] Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System' (2023), 136 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023- 02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 08.11.2024)

[4] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[5] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[6] Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[7] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[8]  RULAC, 'Non - international Armed Conflicts in Nigeria', 2023, διαθέσιμο στοNon-International Armed Conflicts in Nigeria | Rulac (ημερτελευταίας πρόσβασης στις 01/07/2025)

[9] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 01/07/2025)

[10] CITY POPULATION, Africa: NigeriaEbonyi διαθέσιμο σε https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA011__ebonyi/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 01/07/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο