
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.1987/23
8 Ιουλίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Β. Α. Τ.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κ.κ. Ν. Λοΐζου & Χ. Χριστούδιας, δικηγόροι για Αιτητή
Κα Μ. Αμπελώμο, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.26/05/23, η οποία επιδόθηκε δια χειρός αυθημερόν, και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης, παράνομης, και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 29/11/19 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 03/12/19 (ερ.1-3, 30).
Στις 02/02/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου όπου δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.30-40). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση (ερ.61-71) και στις 28/04/23 η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε να μην παραχωρήσει στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας.
Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του επιδόθηκε διά χειρός στις 26/05/23, με αντίγραφο σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν (ερ.72, 3).
Επί της αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του εμφυλίου πολέμου που μαίνεται στις αγγλόφωνες περιοχές. Ως αναφέρει, όλοι οι νεαροί και ενεργοί άνδρες καλούνταν να ενταχθούν στις δυνάμεις των αυτονομιστών και γι’ αυτό ο (κυβερνητικός) στρατός σκοτώνει νέους άνδρες άνω των 18 ετών. Σπίτι καίγονται και γυναίκες και παιδιά διασκορπίζονται και χωρίζονται από τους γονείς τους. Για τους λόγους αυτούς – ως αναφέρει ο αιτητής – αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει ποτέ, γιατί η ζωή του διακυβεύεται.
Στη συνέντευξη που διενεργήθηκε ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στην πόλη Buea, στη Νοτιοδυτική πλευρά του Καμερούν, είναι Χριστιανός, ανήκει στην φυλή Bayangi, δεν είναι παντρεμένος, δεν έχει τέκνα, ο πατέρας του διαμένει στο χωριό Muyuka, η μητέρα του ζει στην πόλη Douala, έχει έναν αδελφό στην Douala και μια αδελφή στην Buea. Ο αιτητής είχε σπουδάσει νομική σε Πανεπιστήμιο της Buea αλλά δεν έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του και το 2018 μετοίκησε στην Douala και έφυγε από το Καμερούν στις 29/11/19, όταν ταξίδεψε μέσω Τουρκίας στα κατεχόμενα και από εκεί στις ελεύθερες περιοχές.
Ως προς τους λόγους που εγκατάλειψε τη χώρας καταγωγής του ο αιτητής ανέφερε πως τέσσερις φίλοι του έχασαν την ζωή τους από τον στρατό τον Ιούλιο 2018 και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη Buea και να μετοικίσει στην Douala. Ως ανέφερε, υποστήριζε την ιδεολογία του Nkonghο Agbor Balla, ο οποίος είχε φυλακιστεί για ένα χρόνο και κατά τη διάρκεια φυλάκισής του Balla, ο αιτητης πρόβαλε σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης (ΜΚΔ - FACEBOOK) τις ιδεολογικές του αντιλήψεις, γεγονός που προκάλεσε την αναζήτησή του από την Κυβέρνηση του Καμερούν και γι’ αυτό αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα.
Σε διευκρινιστικές ο αιτητής δήλωσε ότι ξεκίνησε το 2016 να προβάλλει δημόσια την ιδεολογία του ανωτέρω δικηγόρου, τις φωτογραφίες του καθώς και την προσωπική του άποψη για το πώς πρέπει να λειτουργεί η χώρα. Αναφορικά με την σύλληψη του ανωτέρω δικηγόρου, δήλωσε ότι μάλλον συνελήφθη το 2017 και κατά τη διάρκεια της σύλληψής του, ο αιτητής ανέφερε ότι έκανε δημόσιες αναρτήσεις ότι πρέπει να αφεθεί ελεύθερος. Σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό δολοφονία των τεσσάρων φίλων του, ισχυρίστηκε ότι συνέβη το 2018 από τον στρατό της χώρας και την αστυνομία και ότι μετά από ένα χρόνο από τον θάνατό τους αποφάσισε να εγκαταλείψει το Καμερούν. Σε ερώτηση του λειτουργού γιατί συνδέει την δολοφονία τους με τον ίδιο, απάντησε πως ήταν στενοί του φίλοι. Όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει τον λόγο που δεν έφυγε από τη χώρα προηγουμένως, αφού συνδέει τον θάνατό τους με τον ίδιο, ο αιτητής δήλωσε ότι έπρεπε να μαζέψει χρήματα για το ταξίδι. Ερωτώμενος για τον λόγο της δολοφονίας των φίλων του, ανέφερε ότι αυτοί δολοφονήθηκαν διότι ήταν υποστηρικτές των Ambazonians. Όταν κλήθηκε να διευκρινίσει τον λόγο που ανέφερε ότι δολοφονήθηκαν εξαιτίας των δηλώσεών του στα ΜΚΔ ο αιτητής απάντησε ότι δεν δολοφονήθηκαν εξαιτίας αυτού. Ερωτηθείς πώς κατάφερε να φύγει από το Καμερούν με το διαβατήριο του από το αεροδρόμιο της Douala ενώ – σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου - τον αναζητούσαν οι αρχές, ο αιτητής δήλωσε ότι υπάρχουν τρόποι να διαφύγει κάποιος, εάν έχει διασυνδέσεις.
Ερωτηθείς εάν τον αναζήτησε η αστυνομία ο αιτητής δήλωσε ότι μετά τον θάνατο των φίλων του, έστειλαν απειλητικό μήνυμα σε έναν φίλο του σαν προειδοποίηση, και ότι δεν ήλθαν σε επαφή μαζί του διότι δεν ήταν εγκατεστημένος σε ένα μέρος. Σε ακόλουθη ερώτηση εάν θα τον αναζητήσουν σε περίπτωση επιστροφής του, εφόσον εγκατέλειψε την χώρα το 2019 και βρισκόμαστε στο 2023, δήλωσε ότι η ζωή του βρίσκεται ακόμη σε κίνδυνο και ότι γνωρίζει πολλά άτομα που καταφέρονται εναντίον της Κυβέρνησης και συλλαμβάνονται απευθείας στο αεροδρόμιο. Τέλος, ερωτηθείς εάν υπάρχει ένα ασφαλές μέρος όπως η Douala, Muyika ή Buea, σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, όπου ζουν και μέλη της οικογένειάς του, απάντησε ότι δεν νομίζει πως υπάρχει ασφαλές μέρος για εκείνον λόγω της κατάστασής του.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή τόσο στην αίτηση όσο και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή
2. Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι υποστήριζε και προωθούσε την ιδεολογία του Nkonghο Agbor Balla διαδικτυακά και πιστεύει ότι η ζωή του είναι σε κίνδυνο
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ουσιώδη ισχυρισμού απέρριψαν δε τον 2ο ως αναξιόπιστο.
Επί του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή περιείχαν κενά, αντιφάσεις και στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και χρονικής και λογικής συνοχής. Συγκεκριμένα, ως κρίθηκε, όταν ο αιτητής ρωτήθηκε να εξηγήσει την ιδεολογία που υποστήριζε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν απάντησε κατά τρόπο αρκούντως λεπτομερή και συνεκτικό. Επιπλέον, δεν ήταν ενήμερος για την περίοδο κατά την οποία ήταν φυλακισμένος ο Agbor Nkongho Balla, τον οποίο κατ’ ισχυρισμό υποστηρίζει, ούτε για το πότε αφέθηκε ελεύθερος. Εντοπίστηκε περαιτέρω ότι, ενώ στην αρχή ο αιτητής ισχυρίστηκε πώς είχε προβλήματα με τις αρχές από όταν ξεκίνησε να κάνει δηλώσεις το 2016, προτού συλληφθεί ο Balla, ωστόσο έπειτα ισχυρίστηκε ότι επικοινώνησαν μαζί του το 2017, για πρώτη φορά και μέσω ενός φίλου του. Σε διευκρινιστική ερώτηση γιατί δεν επικοινώνησαν απευθείας μαζί του, ισχυρίστηκε ότι δεν μπορούσαν να τον βρουν, διότι δεν έμενε σε ένα μόνο μέρος, απόκριση που κρίθηκε μη ευλογοφανής. Συνυπολογίστηκε επίσης το ότι ο αιτητή δεν μπορούσε να εξηγήσει πώς κατάφερε να φύγει από τη χώρα μέσω του αεροδρομίου, κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του. Παρόλο που ανέφερε ότι αποφάσισε να φύγει από την χώρα του, όταν ο φίλος του δολοφονήθηκε από το στρατό το 2018, εκείνος εγκατέλειψε την χώρα μετά από ένα χρόνο, δηλώνοντας όταν ρωτήθηκε σχετικώς ότι τότε κατάφερε να ανεύρει χρήματα, ισχυρισμός που κρίθηκε ως στερούμενος συνοχής.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, εντοπίστηκαν διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ), από τις οποίες προκύπτει ότι ο Nkongo Felix Agbor – Balla είχε συλληφθεί στον Ιανουάριο 2017 και αφέθηκε ελεύθερος τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Ωστόσο, σχετικά με τους ισχυρισμούς του αιτητή περί διώξεως του ιδίου, ως κατέγραψαν οι καθ’ ων η αίτηση δεν βρέθηκαν ΠΧΚ, λόγω της προσωπικής φύσης του ισχυρισμού. Σε σχέση δε με τις φωτογραφίες που είχε προσκομίσει ο αιτητής (ερ.41-48), κρίθηκε ότι δεν μπορούν, δεδομένου ότι ουδέν άμεσα σχετικό με τα λεγόμενα του προκύπτει εκ του περιεχομένου τους, να στοιχειοθετήσουν το αφήγημα του αιτητή. Στη βάση και των ως άνω ευρημάτων, δεδομένης της ελλείψεως εσωτερικής συνοχής, ο 2ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Ενόψει των ως άνω, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής (Buea, SW, ως ορίστηκε από τους καθ’ ων η αίτηση) αλλά και αξιολόγησης του προφίλ του αιτητή, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν υφίσταται εδώ σε εύλογο βαθμό πιθανότητας κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του.
Για τους πιο πάνω λόγους η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε κατά του αιτητή απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής.
Επί της αιτήσεως ο αιτητής αναφέρει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης οι οποίοι τίθενται με γενικότητα, χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα.
Στη βάση σχετικής νομολογίας (βλ. Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ.95/2012, ECLI:CY:AD:2018:C344, ημ.6/7/2018 και Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) θα εξεταστούν μόνο οι ισχυρισμοί του αιτητή που εξειδικεύονται δεόντως στο εισαγωγικό δικόγραφο και αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση που ακολούθησε.
Στα πλαίσια λοιπόν της γραπτής του αγόρευσης ο συνήγορος του αιτητή ισχυρίζεται ότι η δια της παρούσης προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε αναρμοδίως, αφού ο λειτουργός που την έλαβε δεν εξουσιοδοτήθηκε δεόντως και, σε κάθε περίπτωση ελλείπει, σχετικό πρακτικό της απόφασης από αρμόδιο άτομο, ήτοι τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας, ως αναφέρει. Αναφέρει δε ότι τη συνέντευξη έλαβε άτομο αγνώστου ταυτότητας και τίτλου, χωρίς να είναι δεόντως αρμόδιος να το πράξει. Περαιτέρω η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, δεν έγινε δέουσα έρευνα των ισχυρισμών του αιτητή και τα ευρήματα επί της αξιοπιστίας του είναι λανθασμένα. Τέλος, αναφέρει ότι ο τρόπος που διεξήχθη η συνέντευξη της αποστέρησε από το να αναφέρει όλους τους ισχυρισμούς που στηρίζουν το αίτημα του και εκφράζει επιφυλάξεις για την ικανότητα του μεταφραστή που παρέστη στη συνέντευξη να μεταφράζει στην αγγλική και αντίστροφα. Επί της ουσίας αναφέρει πως στο Καμερούν υφίσταται έκρυθμη, εκ της οποίας θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με δεδομένο και το αφήγημα του αιτητή, αυτός χρήζει διεθνούς προστασίας.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή έχει δεόντως δικογραφηθεί και ουδείς αναπτύσσεται επαρκώς και δια τούτο θα πρέπει να απορριφθούν άπαντες ως ανεπίδεκτοι δικαστικής κρίσης, στη βάση σχετικής νομολογίας. Περαιτέρω, σημειώνουν ότι η επίδικη απόφαση είναι καθ’ όλα νόμιμη, έχει εκδοθεί από αρμόδιο προς τούτο όργανο, είναι προϊόν δέουσας έρευνας και ορθή επί της ουσίας και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς, σημειώνοντας ότι τα ευρήματα τους περί μη ανάγκης παροχής διεθνούς προστασίας είναι ορθά και πλήρως αιτιολογημένα.
Προέχει φυσικά η ενασχόληση με την αρμοδιότητα του λαμβάνοντος την προσβαλλόμενη απόφαση οργάνου και του ατόμου που διενήργησε τη συνέντευξη.
Από το περιεχόμενο του φακέλου είναι σαφές ότι το πρακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης περιέχεται στο ερ.71 με τίτλο «Απόφαση Α’ βαθμού επί αίτησης διεθνούς προστασίας», όπου η εισήγηση για απόρριψη της αιτήσεως (ερ.61-70), ως υποβάλλεται, εγκρίνεται και η απόφαση υπογράφεται από τον λαμβάνοντα αυτήν λειτουργό. Ως προς τη δέουσα εξουσιοδότηση του λειτουργού σημειώνω ότι το ερ.60 είναι εξουσιοδότηση ημ.07/03/23, στην οποία ο Υπουργός εξουσιοδοτεί τον λειτουργό που έλαβε την επίδικη απόφαση να ασκεί τις εξουσίες του Προϊσταμένου που αφορούν, μεταξύ άλλων, και την έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Η εξουσιοδότηση φέρει την υπογραφή του νυν Υπουργού Εσωτερικών.
Στο αρ.2 του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, αναφέρεται ότι «“αρμόδιος λειτουργός” σημαίνει λειτουργό ο οποίος υπηρετεί στην Υπηρεσία Ασύλου και έχει τύχει ειδικής εκπαίδευσης σε θέματα ασύλου και συμπληρωματικής προστασίας· […] "Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·[…..] "Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών·».
Με δεδομένο ότι προνοείται ρητά εκ του νόμου η σχετική δυνατότητα του Υπουργού να εξουσιοδοτεί προς τούτο οιονδήποτε αρμόδιο λειτουργό να εξασκεί τα καθήκοντα του προϊσταμένου, και εκ της συνδυασμένης ανάγνωσης του αρ.3 (2) του περί Εκχωρήσεως της ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962 (23/1962) και του αρ.17 (4) περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999), καταλήγω ότι η εξουσιοδότηση προς τον λαμβάνοντα την επίδικη απόφαση, είναι σύννομη και συνεπώς καθ’ όλα έγκυρη.
Στο αρ.2 του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, αναφέρεται ότι «“αρμόδιος λειτουργός” σημαίνει λειτουργό ο οποίος υπηρετεί στην Υπηρεσία Ασύλου και έχει τύχει ειδικής εκπαίδευσης σε θέματα ασύλου και συμπληρωματικής προστασίας· […] "Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·[…..] "Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών·».
Σε σχέση δε με τον ισχυρισμό περί παντελούς έλλειψης πρακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης, σχετικά είναι όσα λέχθηκαν στην Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil (Cyprus) Ltd (1996) 3 A.A.Δ. 294, όπου λέχθηκε ότι «[τ]ο γεγονός ότι ο Υπουργός απλώς ανέφερε ότι συμφωνεί με την εισήγηση του λειτουργού δεν σημαίνει ότι δεν ασχολήθηκε με την επίλυση του θέματος ούτε και αποτελεί άρνηση άσκησης της εξουσίας που του παρέχει ο Νόμος.» Στην απόφαση του Ανωτάτου στην υπόθεση αρ.6447/2013, Χειμώνας ν. Δημοκρατίας, ημ.30/09/15, λέχθηκε ότι «[η] σύμφωνος γνώμη του Υπουργού δεν μειώνει την επάρκεια της αιτιολόγησης. Αντίθετα, ενσωματώνει ολόκληρη την έκθεση τους λειτουργού, την οποία υιοθέτησε χωρίς οποιαδήποτε διαφωνία, ή, διαφοροποίηση Η απλή συμφωνία δεν εξυπακούει ότι ο Υπουργός δεν ασχολήθηκε με την ουσία του θέματος ή ότι απεμπόλησε την εξουσία του ή ότι επισφράγισε άνευ ετέρου τη γνώμη ή εισήγηση τρίτου, (Καρλεττίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 3074 και Svetoslav Stoyanov v. Υπουργείου Εσωτερικών, ECLI:CY:AD:2014:D151, υποθ. αρ. 718/2012, ECLI:CY:AD:2014:D151, ημερ. 26.2.2014). Στο πλαίσιο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί ο αιτητής.».
Το δε αρ.17 (8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999) διαλαμβάνει ότι «[δ]ε συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα.»
Εδώ ο εξουσιοδοτημένος προς τούτο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθετώντας στο σύνολο, ως δύναται να πράξει, την επίδικη έκθεση, εξάσκησε θεωρώ δεόντως την σχετική εξουσία που του δίδει ο Νόμος και η σχετική εξουσιοδότηση και συνεπώς ο ισχυρισμός απορρίπτεται. Άλλωστε δεν υπάρχει ενώπιον μου στοιχείο, δεδομένου του τεκμηρίου της κανονικότητας της διαδικασίας, ότι το άτομο που έλαβε την επίδικη απόφαση δεν εξάσκησε δεόντως την αποφασιστική του αρμοδιότητα εν προκειμένω. Η δε αναγραφή και μόνο του κωδικού αναφοράς αντί του πλήρους ονόματος του λειτουργού που έκανε τη συνέντευξη και συνέγραψε την επίδικη έκθεση δεν αφαιρεί εν προκειμένω από την αρτιότητα του πρακτικού, δεδομένου ότι, στην απουσία περί του αντίθετου μαρτυρίας, το τεκμήριο κανονικότητας που αφορά το ότι ο λειτουργός CW023 ενήργησε αρμοδίως παραμένει ακλόνητο [βλ. Κόκκινου ν. Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 263 και Kousoulides & Others v. Republic (1967) 3 C.L.R. 438].
Προχωρώ στην εξέταση των λοιπών νομικών ισχυρισμών του αιτητή.
Αναφορικά με τα όσα αναφέρονται περί μη κατάλληλης κατάρτισης του μεταφραστή που διενέργησε την μετάφραση, σημειώνω τα ακόλουθα.
Στην απόφαση του Ανώτατου στην υπ.1694/11, Noel De Silva v. Δημοκρατίας, μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.α., ημ.07/02/14, λέχθηκαν τα εξής:
«Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν προβλήθηκε ισχυρισμός από τον αιτητή ότι ο διερμηνέας, τον οποίο οι καθ'ων η αίτηση επέλεξαν, δεν γνώριζε τη μητρική του γλώσσα ή δεν μετέφραζε ορθώς τα όσα είχαν διαμειφθεί κατά τη συνέντευξη.
Ούτε στο φάκελο υπάρχει οτιδήποτε το οποίο να δημιουργεί αμφιβολίες για την ικανότητα ή ακεραιότητα του μεταφραστή, τις ικανότητες του οποίου ο αιτητής ουδόλως αμφισβήτησε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Στα συγκεκριμένα έγγραφα, ο αιτητής υπέγραψε δήλωση ότι, όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται είναι αληθινές και ότι αντιλαμβάνεται το ερωτηματολόγιο και τις αντίστοιχες απαντήσεις. Στη συνέχεια βεβαιώνει, ότι έχει καταγραφεί αντικατοπτρίζει επακριβώς τη δήλωσή του. Συνεπώς το επιχείρημα αυτό δεν έχει έρεισμα».
Στο αρ.17 (9) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) αναφέρεται ότι κατά τη συνέντευξη επιλέγεται «διερμηνέα[ς] ικανό[ς] να διασφαλίζει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ του αιτητή και του αρμόδιου λειτουργού που διεξάγει τη συνέντευξη» και πως «η επικοινωνία διενεργείται στη γλώσσα που προτιμά ο αιτητής, εκτός εάν υπάρχει άλλη γλώσσα την οποία κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια». Στο αρ.18 (1) γίνεται αναφορά περί «αναγκαίου διερμηνέα».
Από μια απλή ανάγνωση των ως άνω προνοιών της νομοθεσίας καθίσταται σαφές ότι ο νομοθέτης, σε πλήρη συμμόρφωση με τις σχετικές οδηγίες, των οποίων τα ως άνω άρθρα αποτελούν την μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία, θέλει να διασφαλίσει την ύπαρξη δέουσας επικοινωνίας του αιτητή με τον διεξάγοντα την συνέντευξη λειτουργό. Εδώ, με δεδομένο ότι ο αιτητής είχε δηλώσει την αγγλική ως γλώσσα την οποία κατανοεί (ερ.3), αλλά και του ότι, προτού αρχίσει η συνέντευξη, του εξηγήθηκε ότι έχει κάθε δικαίωμα, αν αντιμετωπίζει δυσκολία επικοινωνίας κατά τη συνέντευξη, να το εκφράσει, ώστε να ληφθούν κατάλληλα μέτρα (ερ.39) και ο αιτητής δεν εξέφρασε αδυναμία αντίληψης των διαμειφθέντων στη συνέντευξη, τουναντίον επιβεβαίωσε ότι καταγράφηκαν δεόντως στο πρακτικό όλα τα διαμειφθέντα (ερ.31), ουδεμία αμφιβολία γεννάται για την ποιότητα επικοινωνίας ή την κατάρτιση του μεταφραστή.
Δεδομένου ότι οι λοιποί ισχυρισμοί συμπλέκονται άρρηκτα και με την ουσία της υπό κρίση υπόθεσης, θα εξεταστούν μαζί μ’ αυτήν πιο κάτω.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ενόψει των ως άνω θα συμφωνήσω με την κατάληξη τους επί της αξιοπιστίας του 2ου και 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, καθώς τα όσα ανέφερε επί τούτου περιορίστηκαν, ως και οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν λεπτομερώς στα ερ.66-67, σε γενικές δηλώσεις οι οποίες βρίθουν κενών και ασαφειών και εκ των οποίων ελλείπουν εντελώς και σε όλη τους την έκταση συγκεκριμένες – ευλόγως αναμενόμενες - λεπτομέρειες, χρονική και λογική συνέχεια. Χαρακτηριστικά σημειώνω, ως και οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν, ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει πληροφορίες για το άτομο το οποίο – ως ισχυρίστηκε – υποστήριζε με αναρτήσεις του σε ΜΚΔ, πότε φυλακίστηκε και πότε ελευθερώθηκε, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει συνεκτικά τι έγινε από το 2016, όταν – ως ο ίδιος ανέφερε – ενοχλήθηκε για πρώτη από τις αρχές, μέχρι που έφυγε από τη χώρα το 2019 νομίμως, μέσω αεροδρομίου, αλλά ούτε και μπορούσε να εξηγήσει τη σύνδεση του θανάτου τεσσάρων φίλων του με τον ίδιο, παραδεχόμενος τελικά ότι ο θάνατος τους δεν σχετίζεται με τις αναρτήσεις του ιδίου. Εν προκειμένω, σε κανένα δε σημείο της συνέντευξης δεν ήταν σε θέση ο αιτητής να αναφέρει την παραμικρή βιωματική λεπτομέρεια σε σχέση με οιονδήποτε από τους ως άνω ισχυρισμούς του και το όλο αφήγημα του παρουσιάζει ουσιώδη κενά, ελλείψεις σε λεπτομέρειες και αντιφάσεις, ως και ανωτέρω καταγράφονται στην παρούσα, στα πλαίσια παράθεσης της επίδικης έκθεσης των καθ’ ων η αίτηση, οι οποίες πλήττουν μοιραία και αναπόφευκτα την συνολική συνοχή και αξιοπιστία των δηλώσεων του. Συμφωνώ δε και με το εύρημα των καθ’ ων η αίτηση ότι τα έγγραφα που προσκόμισε ο αιτητής (ερ.41-48) δεν δύναται να διαφοροποιήσουν τα ως άνω και ούτε μπορούν να στοιχειοθετήσουν το αφήγημα του. Δεν έχω λοιπόν τίποτε να προσθέσω στα όσα και πιο πάνω καταγράφω, στην παράθεση των ευρημάτων της επίδικης έκθεσης επί του 2ου ισχυρισμού του αιτητή, τα οποία υιοθετώ και δεν θεωρώ σκόπιμο να επαναλάβω.
Δεδομένης της πιο πάνω κατάληξης μου, και λαμβανομένου υπόψη ότι ουδέν περαιτέρω στοιχείο ή ισχυρισμός προσκομίσθηκε από τον αιτητή στα πλαίσια της παρούσης, οι ελλείψεις, ασάφειες και αντιφάσεις, ως υποδείχθηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση, τις οποίες θεωρώ ορθές, παραμένουν. Σημειώνω ότι ο αιτητής θα μπορούσε να προσφέρει μαρτυρία προς ενίσχυση των ισχυρισμών του και της αξιοπιστίας του αφηγήματος του στα πλαίσια της παρούσας, όμως ουδέν έπραξε. Αποδοχή λοιπόν των ισχυρισμών του αιτητή θα έβαινε ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση του αφηγήματος του, καθότι τα όσα ανέφερε ομοιάζουν περισσότερο με ένα συνονθύλευμα ασυνάρτητων, γενικόλογων ισχυρισμών, παρά με μια συνεκτική και πλήρη παράθεση ενός βιώματος του αιτητή.
Σημειώνω για σκοπούς πληρότητας ότι τα όσα εντοπίστηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση σχετικά με τον Nkongho Felix Agbor-Balla, επιβεβαιώνονται και από πηγές που εντόπισε το Δικαστήριο. [1] Ουδόλως όμως μπορούν να διαφοροποιήσουν τα ως άνω, δεδομένης εδώ της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του αιτητή αλλά και του ότι τα όσα αυτός ανέφερε σχετικά με τη σύλληψη και απελευθέρωση του εν λόγω ατόμου δεν συνάδουν με τις ΠΧΚ που εντοπίζονται.
Ενόψει των ως άνω απομένει εν προκειμένω μια αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του, όπου και αναμένεται να εγκατασταθεί ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής. Σημειώνω εδώ ότι οι καθ’ ων η αίτηση όρισαν ως τόπο τελευταίας διαμονής του αιτητή την Buea και συνεπώς η αξιολόγηση κινδύνου έγινε σ’ αυτή τη βάση. Διαφωνώ όμως με το εν λόγω εύρημα τους, το οποίο καταρρίπτεται από τις δηλώσεις του αιτητή ότι μετοίκησε στην Douala ήδη από το 2018 (ερ.34 – 1Χ), εκ του οποίου προκύπτει ότι έζησε εκεί πέραν του ενός έτους προτού φύγει από τη χώρα. Εκεί δε διαμένει η μητέρα και ο αδελφός του. Συνεπώς είναι κατάληξη μου ότι λανθασμένα έχει οριστεί ως τόπος διαμονής του αιτητή η Buea. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο τόπος διαμονής ορίζεται στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων, μεταξύ των οποίων ο χρόνος διαμονής ενός αιτητή εκεί και η ύπαρξη δεσμών με τον τόπο αυτό, και όχι από την αντίληψη που έχει ο ίδιος γι’ αυτό. Ενόψει λοιπόν της εξουσίας του παρόντος Δικαστηρίου για πλήρη και εξ υπαρχής έλεγχο των ενώπιον του στοιχείων, προχωρώ σε εξέταση της κατάστασης ασφαλείας ως προς τον ορθό τόπο διαμονής του.
Αναφορικά με την περιφέρεια Littoral του Καμερούν, στην οποία ανήκει η πόλη Douala, για το διάστημα από 03/02/24 έως 31/01/25, καταγράφηκαν 13 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 4 ανθρώπινες ζωές. Τα 13 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 4 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 2 ανθρώπινες απώλειες, 4 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς ανθρώπινες απώλειες και 5 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 2 θανάτους [2]. Τα 11 από τα πιο πάνω 13 περιστατικά καταγράφηκαν στη Dοuala, στα οποία χάθηκαν 3 ανθρώπινες ζωές και έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 4 ταραχές (riots) με 2 ανθρώπινες απώλειες, 3 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς θανάτους και 4 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 1 θάνατο [3]. Σημειώνεται ότι o πληθυσμός της περιοχής ανέρχεται περί τα 4 εκατομμύρια και της Douala περί τα 3 ½ εκατομμύρια. [4] [5]
Εκ των ενώπιον μου στοιχείων, δεν θεωρώ ότι καταδεικνύεται εδώ εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του στην Douala κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή, δεδομένου του ότι δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις, λαμβανομένης υπόψη της απόρριψης του αφηγήματος του, που να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [6] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN και C-465/07, Elgafaji, ημ.17/02/19).
Σημειώνω ότι ο αιτητής είναι νεαρός άνδρας, με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο, χωρίς προβλήματα υγείας ή άλλα στοιχεία ευαλωτότητας, γνωρίζει τη γαλλική και διατηρεί στη Douala οικογενειακό δίκτυο (αδελφός, μητέρα), με τους οποίους διατηρεί επικοινωνία και έχει ζήσει εκεί για διάστημα πέραν του ενός έτους (ερ.37-38).
Είναι συνεπώς κατάληξη μου ότι όλη η διαδικασία εξέτασης της επίδικης αίτησης και τα όσα περιλαμβάνονται στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση είναι δεόντως και επαρκώς τεκμηριωμένα, προϊόντα επαρκούς έρευνας των υποβληθέντων στοιχείων, υπαγωγής τους στο σχετικό νομικό πλαίσιο που διέπει διαδικασίες εξέτασης αιτήσεων διεθνούς προστασίας και είναι περαιτέρω πλήρως αιτιολογημένη η απόφαση, πλην του σημείου που αφορά τον τόπο διαμονής του αιτητή.
Έπεται ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος φόβος «καταδίωξης [του αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται στην προκείμενη περίπτωση «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] FIDH – International Federation for Human Rights: Cameroon: Death threats against human rights lawyer Felix Agbor Nkongho, 5 November 2021, διαθέσιμο σε: Cameroon: Death threats against human rights lawyer Felix Agbor Nkongho (fidh.org) - Amnesty International, The State of the World’s Human Rights – Cameroon, διαθέσιμο σε: AI – Amnesty International (Author): “Amnesty International Report 2017/18 - The State of the World's Human Rights - Cameroon”, Document #1425274 - ecoi.net
[2] ACLED, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 03/02/2024 έως 31/0101/25, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots/Battles; ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon -Littoral; Douala https://acleddata.com/explorer/
[4] Republique du Cameroun, Institut National de la Statistique, Agence Regional du Littoral, Littoral en chiffres, Edition 2022, σ. 9
https://ins-cameroun.cm/wp-content/uploads/2023/06/Littoral-en-chiffres-ed2022_Francais.pdf
[6] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο