
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 2328/2024
7 Ιουλίου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
T.H.T.
Αιτήτριας
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
............................................
Η αιτήτρια παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου
Ζωή Ποντίκη για Νατάσα Χαραλαμπίδου & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για την αιτήτρια
Νικόλας Νικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η αιτήτρια προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 23/08/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Η αιτήτρια είναι υπήκοος του Βιετνάμ και στις 31/01/2023 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές. Στις 31/01/2023, η αιτήτρια παρέλαβε Βεβαιώσεις Υποβολής Αίτησης Διεθνούς Προστασίας (Confirmations of Submission of an Application for International Protection) για την ίδια και το ανήλικο τέκνο της.
Στις 23/08/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της αιτήτριας από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και της παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Στις 23/08/2023, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη της αιτήτριας. Στη συνέχεια, ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού εξέτασε την Έκθεση - Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 23/08/2023.
Στις 28/03/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή προς την αιτήτρια, στην οποία συμπεριέλαβε την απόφασή της για απόρριψη του αίτηματός της και την Έκθεση - Εισήγηση, η οποία και παραλήφθηκε ιδιοχείρως από την αιτήτρια στις 17/06/2024, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου της από διερμηνέα. Στη συνέχεια, η αιτήτρια καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της προαναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η αιτήτρια μέσω της Γραπτής Αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου της, καταγράφει ως πρώτο λόγο ακύρωσης την «έλλειψη έρευνας και/ή δέουσας έρευνας, πλάνη περί τα πράγματα και τον Νόμο, κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας, μη χρηστή διοίκηση». Στα πλαίσια αυτού του λόγου ακύρωσης, υποστηρίζει ότι αφού διενεργήθηκε μία συνέντευξη που διήρκησε μόλις μία ώρα, οι καθ΄ ων η αίτηση προέβησαν σε επιφανειακή και επιπόλαιη εξέταση του αιτήματος της αιτήτριας χωρίς να υποβληθούν διευκρινιστικές ερωτήσεις, συνεπεία της οποίας παρέλειψαν να αξιολογήσουν επαρκώς τους ισχυρισμούς της σε σχέση με τον κίνδυνο που διατρέχει στη χώρα καταγωγής της και χωρίς να λάβουν υπόψη τους πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής της. Επιπρόσθετα, υποστηρίζει ότι ενώ το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας που απέκτησε στην Κυπριακή Δημοκρατία προκύπτει να έχει καταγραφεί στο μηχανογραφημένο σύστημα της Υπηρεσίας Ασύλου, στην επιστολή ενημέρωσης για την απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση που φέρει ημερομηνία 28/03/2024, παραλήφθηκε η καταγραφή των στοιχείων του ανηλίκου «ως μέλους της οικογένειας της αιτήτριας», καθώς και η οποιαδήποτε αναφορά στο εν λόγω τέκνο της.
Όπως ισχυρίζεται, οι καθ΄ ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη τους την ύπαρξη του ανήλικου τέκνου της και να προβούν σε εξατομικευμένη εξέταση της αίτησής του, ενώ επιπρόσθετα δεν αξιολογήθηκαν οι προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας, καθώς το γεγονός ότι είναι μονογονέας με ανήλικο τέκνο, την καθιστά ευάλωτο άτομο. Πέραν τούτου, αναφέρει επίσης ότι δεν προκύπτει να έχει αξιολογηθεί το τέκνο ως στοιχείο του προφίλ της αιτήτριας κατά τη διενεργηθείσα αξιολόγηση κινδύνου και ούτε έχει γίνει οποιαδήποτε αξιολόγηση ή έρευνα αναφορικά με την απόφαση επιστροφής της ίδιας της αιτήτριας και κατ’ επέκταση του ανήλικου τέκνου της, υπό το φως των αρχών του βέλτιστου συμφέροντος του ανήλικου τέκνου. Ενόψει τούτων, εισηγείται ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ενήργησαν υπό πλάνη που επηρέασε την απόφασή τους και ως εκ τούτου, αυτή καθίσταται παράνομη.
Μετέπειτα, ως δεύτερος λόγος ακύρωσης προβάλλεται η μη χρηστή διοίκηση, η κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης καθότι λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο. Ειδικότερα, υποστηρίζεται ότι η σχετική εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών προς τον κύριο Α.Α. καλύπτει μόνον εκθέσεις – εισηγήσεις που ετοιμάζονται από συγκεκριμένη κατηγορία λειτουργών, ενώ από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί το καθεστώς εργοδότησης του λειτουργού «CAS19» που διενήργησε τη συνέντευξη και συνέταξε την Έκθεση-Εισήγηση που αφορά την υπό κρίση υπόθεση. Καταληκτικά, ως τρίτος λόγος ακύρωσης προβάλλεται το ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη.
Ο επαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, μέσω της εμπεριστατωμένης Γραπτής του Αγόρευσης υπεραμύνεται της προσβαλλόμενης απόφασης αντικρούοντας τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς και αναφέρει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, χωρίς να εμφιλοχωρήσει καμία πλάνη στη λήψη της, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, καθώς και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.
Επιπρόσθετα, σε σχέση με τον ισχυρισμό που ηγέρθη από πλευράς της αιτήτριας ότι δεν εξετάστηκε το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου της, επισημαίνει αρχικά ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δεν έχει δικογραφηθεί με τον δέοντα τρόπο στην αίτηση ακυρώσεως και ότι προβάλλεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, χωρίς να τεκμηριώνεται με ειδική επιχειρηματολογία. Παραπέμποντας στην προσβαλλόμενη απόφαση και στην Έκθεση-Εισήγηση, εισηγείται ότι το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας έχει ληφθεί υπόψη από τους καθ’ ων η αίτηση. Επιπρόσθετα, εισηγείται πως το ανήλικο τέκνο δεν έχει συμπεριληφθεί ως διάδικο μέρος στην αίτηση ακυρ’ωσεως μέσω του κηδεμόνα της, με αποτέλεσμα να μην έχει αποκτήσει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για να προβάλλει τον εν λόγω ισχυρισμό. Ενόψει τούτου, ο κύριος Νικολάου εισηγείται πως η αιτήτρια ως κηδεμόνας και έχοντας την ευθύνη για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του τέκνου της, έχει απεμπολήσει αυτό το δικαίωμα της ανήλικης θυγατέρας της, χωρίς να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η απόφαση επιστροφής επηρεάζει και την ανήλικη θυγατέρα της αιτήτριας, παρόλο που δεν διευκρινίζεται ποιο είναι το συμφέρον και ο κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής της στο Βιετνάμ που υπάγεται και στις ασφαλείς χώρες σύμφωνα με το σχετικά διάταγμα του Υπουργού.
Άλλωστε σημειώνει ότι το αίτημα της αιτήτριας στηρίζεται αποκλειστικά σε λόγους οικονομικού περιεχομένου, χωρίς να παρουσιάζεται οποιοσδήποτε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στη χώρα καταγωγής της. Ο κύριος Νικολάου υποστηρίζει πως κατόπιν εξατομικευμένης εξέτασης του αιτήματός της, ορθώς αποφασίστηκε ότι η επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της δεν θα προκαλέσει οποιαδήποτε δίωξη ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να δικαιολογείται η παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Ακολούθως, σε σχέση με τον προβαλλόμενο ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του αποφασίζοντος οργάνου, εισηγείται ότι αυτός πρέπει να απορριφθεί, καθώς από το διοικητικό φάκελο που αφορά τον λειτουργό με τον κωδικό «CAS19», προκύπτει ότι κατά τον επίδικο χρόνο αυτός εργοδοτείτο στην Υπηρεσία Ασύλου με καθεστώς ορισμένου χρόνου. Εισηγείται ότι στην προκειμένη περίπτωση, ο νόμος επιτρέπει στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου και οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας κατόπιν εκχώρησης εξουσιών, να προβαίνει στην έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της αιτήτριας, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, αρχικά δήλωσε ότι αποσύρει τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας που περιλαμβάνεται στην γραπτή της αγόρευση καθώς το καθεστώς εργοδότησης του λειτουργού που διεξήγαγε τη συνέντευξη και συνέταξε την Έκθεση-Εισήγηση αποδεικνύεται μέσω σχετικού εγγράφου που υπέδειξαν οι καθ΄ ων η αίτηση. Ακολούθως, επανέλαβε ότι δεν λήφθηκε υπόψη από τους καθ΄ ων η αίτηση το βέλτιστο συμφέρον της ανήλικης θυγατέρας της. Ισχυρίζεται πως η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στην Έκθεση-Εισήγηση στο ανήλικο τέκνο της αιτήτριας και στο βέλτιστο συμφέρον του και το γεγονός ότι δεν λήφθηκε υπόψη η ευαλωτότητά του, επενεργεί στην ορθότητα της αξιολόγησης του κινδύνου που διατρέχει η οικογένεια. Όπως εισηγείται, οι καθ΄ ων η αίτηση όφειλαν να εξετάσουν σε εξατομικευμένη βάση το κάθε μέλος της οικογένειας και να λάβουν υπόψη τους και το γεγονός ότι η αιτήτρια διαθέτει ένα ανήλικο παιδί χωρίς υποστήριξη, καθώς δεν γνωρίζει που βρίσκεται ο πατέρας του. Ως προς το ζήτημα της μη αξιολόγησης του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου, η συνήγορος της αιτήτριας παρέπεμψε σε αποφάσεις Δικαστηρίων.
Κατά την ίδια δικάσιμο, ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, παραπέμποντας σε σχετική νομολογία, υποστήριξε ότι οι καθ΄ ων η αίτηση προέβησαν σε δέουσα έρευνα, καθώς από την Έκθεση-Εισήγηση (παραπομπή στο ερυθρό 39 του διοικητικού φακέλου) προκύπτει ότι διενεργήθηκε αξιολόγηση σε σχέση με το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας, απορρίπτοντας ως εκ τούτου τον σχετικό ισχυρισμό της συνηγόρου της αιτήτριας περί του αντιθέτου. Όπως υποστηρίζει, οι ισχυρισμοί οικονομικού περιεχομένου που πρόβαλε η αιτήτρια εξετάστηκαν σε εξατομικευμένη βάση από τους καθ’ ων η αίτηση και ορθώς απορρίφθηκε το αίτημά της. Επιπρόσθετα, εισηγήθηκε ότι οι αποφάσεις στις οποίες παρέπεμψε η συνήγορος της αιτήτριας διαφέρουν από την παρούσα περίπτωση, κι δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Σημειώνω αρχικά πως ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας του οργάνου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση που περιλαμβάνεται στην γραπτή αγόρευση της αιτήτριας έχει αποσυρθεί κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, και παρέλκει η εξέτασή του, εφόσον από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου δεν προκύπτει κάτι τέτοιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ζήτημα που εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.
Προχωρώ να εξετάσω τους ισχυρισμούς που προωθεί η αιτήτρια προκειμένου να διαφανεί κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ορθά απέρριψε το αίτημά της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε η αιτήτρια σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός της, για να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Η αιτήτρια στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι είναι πολύ φτωχή και αδυνατεί να στηρίξει το τέκνο της για να φοιτήσει σε σχολείο (ερυθρά 1-3 και 22, του διοικητικού φακέλου). Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, η αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε στο χωριό Phung Son, Lục Nam District, επαρχία Bac Giang του Βιετνάμ, που συνιστά και τον τελευταίο τόπο διαμονής της (ερυθρό 25 1x, του διοικητικού φακέλου). Ασπάζεται τον βουδισμό, η μητρική της γλώσσα είναι η βιετναμική και ομιλεί επίσης λίγα Αγγλικά (ερυθρά 26 1x και 28, του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση, η αιτήτρια δήλωσε ότι είναι παντρεμένη και έχει έναν υιό ηλικίας 16 ετών, που διαμένει στην περιοχή Bac Giang μαζί με τον σύζυγό της και τους γονείς του (ερυθρό 26 2x, του διοικητικού φακέλου). Διατηρεί επικοινωνία μόνο με τον υιό της και όχι με το σύζυγό της, ο οποίος είναι αλκοολικός (ερυθρό 26 2x, του διοικητικού φακέλου). Ενόσω βρισκόταν στην Κυπριακή Δημοκρατία, η αιτήτρια απέκτησε μία θυγατέρα με κάποιο πρόσωπο με το οποίο διατηρούσε σχέση (ερυθρό 26 2x, του διοικητικού φακέλου). Ο πατέρας της θυγατέρας της δεν την έχει αναγνωρίσει και εγκατέλειψε την Κυπριακή Δημοκρατία το 2022, χωρίς να γνωρίζει που βρίσκεται πλέον, καθώς δεν διατηρεί επικοινωνία μαζί του (ερυθρό 25 2x, του διοικητικού φακέλου). Ο πατέρας της αιτήτριας έχει αποβιώσει και η μητέρα της και οι τέσσερις αδελφές της, ζουν στην επαρχία Bac Giang (ερυθρό 26 2x, του διοικητικού φακέλου).
Ως προς το μορφωτικό της υπόβαθρο, η αιτήτρια ανέφερε ότι ολοκλήρωσε τη δημοτική εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής της (ερυθρό 26 3x, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το επαγγελματικό της υπόβαθρο, δήλωσε ότι για 8 χρόνια εργαζόταν ως αγρότισσα στη φάρμα που κατείχε. Όπως υποστήριξε, διέκοψε την εργασία αυτή, διότι συνιστά είναι σκληρή εργασία και τα εισοδήματα είναι χαμηλά (ερυθρό 26, του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια περί τις 21/11/2017 εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής της και ταξίδεψε αεροπορικώς χρησιμοποιώντας το διαβατήριο της χωρίς να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία κατά την έξοδό της από τη χώρα της ή κατά το ταξίδι της και μετέβη στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, από όπου και εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές (ερυθρό 25, του διοικητικού φακέλου).
Κληθείσα να παραθέσει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, δήλωσε ότι έπραξε τούτο λόγω οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς της και επειδή επιθυμεί να στηρίξει τα παιδιά της, για να τους διασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον (ερυθρό 25 3x, του διοικητικού φακέλου). Τέλος, επιβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει κάποιος άλλος λόγος που να την ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της (ερυθρό 25 4x, του διοικητικού φακέλου).
Όπως ισχυρίστηκε, ουδέποτε, έχει συλληφθεί ή κρατηθεί στη χώρα καταγωγής της και ούτε έχει υποστεί οτιδήποτε ενόσω ζούσε στη χώρα καταγωγής της (ερυθρό 24, του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείσα τι θα μπορούσε να υποστεί σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, δήλωσε πως ζητά όπως της επιτραπεί να εργαστεί για να στηρίξει τα παιδιά της (ερυθρό 24, του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, o αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος, ο οποίος έγινε αποδεκτός αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία της αιτήτριας και ο δεύτερος, ο οποίος επίσης έγινε αποδεκτός αφορά τους οικονομικούς λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα της που καθιστούν την αιτήτρια οικονομικό μετανάστη.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, o αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψιν τους αποδεκτούς ουσιώδεις ισχυρισμούς, την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία της αιτήτριας, καθώς επίσης και το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη χώρα της για λόγους οικονομικού περιεχομένου και κατόπιν παράθεσης και αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της, έκρινε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Κατά τη νομική ανάλυση για το προσφυγικό καθεστώς, ο αρμόδιος λειτουργός διαπίστωσε πως από τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς της αιτήτριας διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό της δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται εξαντλητικά στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Λαμβάνοντας επίσης υπόψιν την παράγραφο 62 του Εγχειριδίου της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, καθώς σύμφωνα με τις δηλώσεις της, η αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της για οικονομικούς λόγους καθιστώντας την ως εκ τούτου οικονομικό μετανάστη, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή της στο καθεστώς πρόσφυγα.
Στη συνέχεια, λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ της αιτήτριας, τα αποδεκτά ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και ισχυρισμούς της και την αξιολόγηση κινδύνου, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, καθότι με βάση έρευνα που διεξήγαγε ο αρμόδιος λειτουργός διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση στη χώρα καταγωγής της και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της, δεν χαρακτηρίζεται από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύγκρουση. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης, εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας.
Καταρχάς, προχωρώ να εξετάσω τον εγειρόμενο ισχυρισμό από πλευράς της ευπαίδευτης συνηγόρου της αιτήτριας ότι δεν εξετάστηκε το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου της αιτήτριας. Σε σχέση με αυτό τον ισχυρισμό, ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση ανέφερε πως το ανήλικο τέκνο δεν έχει συμπεριληφθεί ως διάδικο μέρος στη διαδικασία, στα πλαίσια της αίτησης ακυρώσεως μέσω του κηδεμόνα της, με αποτέλεσμα να μην έχει αποκτήσει το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για να προβάλλει τον εν λόγω ισχυρισμό και μέσω αυτής της προσέγγισης, η αιτήτρια ως κηδεμόνας και έχοντας την ευθύνη για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του τέκνου της, έχει απεμπολήσει αυτό το δικαίωμα της ανήλικης θυγατέρας της.
Ως προς αυτό τον ισχυρισμό αναφέρω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί στα πλαίσια εξέτασης της αίτησης της αιτήτριας, όπου έχει γίνει αποδεκτό ότι το ανήλικο τέκνο της συνιστά μέρος του προφίλ της, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται. Διαφαίνεται πως το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας δεν έχει συμπεριληφθεί ως διάδικο μέρος στην προσφυγή, πλην όμως, λαμβανομένου υπόψη των εξουσιών του παρόντος Δικαστηρίου, η απουσία συμπερίληψης του ανήλικου τέκνου ως διάδικο μέρος στην προσφυγή, δεν στερεί τη δυνατότητα εξέτασης του προβαλλόμενου ισχυρισμού για το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου, καθώς η εν λόγω αρχή πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα του κινδύνου που ενέχει η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του γονέα του, ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα της απόρριψης της αίτησης διεθνούς προστασίας του γονέα του. Είναι βέβαια δεδομένο πως ζήτημα που αφορά προσωπικά το ανήλικο τέκνο δεν θα μπορούσε να εξεταστεί ούτε όμως προωθείται από τη συνήγορο της αιτήτριας εφόσον το ανήλικο τέκνο δεν είναι μέρος της διαδικασίας και θα εξεταστεί μόνο στα πλαίσια του προφίλ της.
Ακολούθως, αναφορικά με το ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση υποστήριξε ότι ο ισχυρισμός περί μη εξέτασης του βέλτιστου συμφέροντος του ανήλικου τέκνου της αιτήτριας δεν έχει δικογραφηθεί με τον δέοντα τρόπο στην αίτηση ακυρώσεως, ουδόλως παραγνωρίζεται η καλά εδραιωμένη αρχή που επιβάλλει την ανάγκη εξειδίκευσης και αιτιολόγησης των εγειρόμενων λόγων ακύρωσης, πλην όμως στην παρούσα περίπτωση κρίνω ότι ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου να προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, μπορώ να προχωρήσω και να εξετάσω τον συγκριμένο λόγο ακύρωσης που άπτεται άλλωστε και του σχετικού λόγου ακύρωσης περί έλλειψης δέουσας έρευνας στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Κατόπιν μελέτης της Έκθεσης-Εισήγησης, σε σχέση με το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας, παρατηρώ ότι πέραν από την αποδοχή της ύπαρξής του στα προσωπικά στοιχεία του προφίλ της, εντούτοις από κανένα άλλο σημείο της Έκθεσης-Εισήγησης δεν εντοπίζεται να έχει διενεργηθεί οποιαδήποτε αξιολόγηση σε σχέση με το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου υπό το πρίσμα και του κινδύνου που ενδεχομένως να διατρέχει σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της μητέρας του.
Στην αιτιολογική σκέψη υπ΄ αριθμόν 18 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, προβλέπεται πως «Το «μείζον συμφέρον του παιδιού» θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού.».
Επιπρόσθετα, το άρθρο 10 (1Α) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως «Το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού αποτελεί πρωταρχικό μέλημα κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου οι οποίες αφορούν τη διεθνή προστασία και τους ανηλίκους.». Σε όλες τις ενέργειες που σχετίζονται με τα παιδιά πρέπει να γίνεται αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού προτού ληφθεί απόφαση η οποία δύναται να τα επηρεάσει (βλ.απόφαση του ΕΔΔΑ no. 8687/08, Rahimi vs. Ελλάδας, ημερομηνίας 5/7/2011).
Στη βάση των όσων εκτίθενται ανωτέρω, προκύπτει ότι οι πιο πάνω αναφερόμενες διατάξεις δεν ακολουθήθηκαν κατά το στάδιο της αξιολόγησης και πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, με αποτέλεσμα να μην εφαρμοστεί η αρχή του βέλτιστου συμφέροντος του ανήλικου τέκνου της αιτήτριας. Ως εκ τούτου, καταλήγω ότι ο προβαλλόμενος ισχυρισμός περί έλλειψης δέουσας έρευνας με αναπόφευκτο αποτέλεσμα την ανεπαρκή αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης, ιδιαίτερα ως προς το σκέλος που αφορά την αξιολόγηση του βέλτιστου συμφέροντος του ανήλικου τέκνου της αιτήτριας, επιτυγχάνει με αποτέλεσμα να πάσχει η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ωστόσο, η κατάληξη μου ως προς το ότι πάσχει η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, δεν καθορίζει την τύχη της υπό κρίση προσφυγής, ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου να προβαίνει σε έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν.
Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, η αιτήτρια δεν επικαλείται στη συνέντευξή της κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα και όσα επικαλέστηκε δεν θα μπορούσαν να την εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα, έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3, του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών), κάτι που βεβαίως δεν αποδείχθηκε στην υπό εξέταση υπόθεση. Ούτως ή άλλως η αιτήτρια δεν δήλωσε πως οποιοσδήποτε φορέας την εμποδίζει να διαμείνει και να εργαστεί στη χώρα καταγωγής της.
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία της αιτήτριας δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά έγινε αποδεκτός. Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος συνδέεται με τους οικονομικούς λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και ο οποίος έγινε αποδεκτός, σημειώνεται πως σύμφωνα με την παράγραφο 62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων που εκδόθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες: «62. Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας.».
Όπως έχει κατ' επανάληψην νομολογηθεί, οι οικονομικοί μετανάστες δεν εμπίπτουν στην έννοια του ορισμού του πρόσφυγα (Βλ. ενδεικτικά Md Jakir Hossain v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 2319/2006, ημερομηνίας 16/7/2008, Barakan Petrosyan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 883/2008, ημερομηνίας 10/2/2012, Irene Ferenko v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 1051/2010, ημερομηνίας 21/12/2011). Επομένως, μπορεί να κρίθηκε αξιόπιστη ως προς τον προαναφερόμενο ισχυρισμό, αλλά δεν θα μπορούσε να της χορηγηθεί οποιοδήποτε καθεστώς στη βάση τούτου, ενόψει άλλωστε και του γεγονότος ότι διέμενε για ένα περίπου χρόνο στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και μετέπειτα προέβη στην καταχώρηση αίτησης για παραχώρηση διεθνούς προστασίας.
Στο σημείο αυτό, διεξήγαγα έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, για τη χώρα καταγωγής της αιτήτριας σε σχέση με τον προβαλλόμενο ισχυρισμό στη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου της για το ότι είναι μονογονέας με ανήλικο τέκνο και πως αυτό την καθιστά ευάλωτο άτομο. Σημειώνεται βέβαια πως ο ισχυρισμός αυτός θα εξεταστεί με τη γενικότατα με την οποία προβάλλεται, εφόσον η αιτήτρια ούτε στη συνέντευξη, ούτε στην ενώπιον μου διαδικασία συγκεκριμενοποίησε τον εν λόγω ισχυρισμό.
Σε έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλιανής Κυβέρνησης αναφορικά με το Βιετνάμ και η οποία δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2025, αναφέρεται ότι οι ανύπαντρες γυναίκες και οι ανύπαντρες μητέρες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με παιδιά που γεννήθηκαν εκτός γάμου, ενδεχομένως να στιγματίζονται, ειδικά στις αγροτικές περιοχές, στις οποίες, σύμφωνα με πηγές από το εσωτερικό της χώρας που προέβησαν σε αναφορές τον Οκτώβριο του 2023, οι γυναίκες είχαν λιγότερη ελευθερία και ιδιωτικότητα σε σύγκριση με άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας και οι κοινωνικές συμπεριφορές ήταν πιο συντηρητικές.[1] Εάν δεν έχουν οικογενειακή υποστήριξη και σταθερή απασχόληση, οι ανύπαντρες γυναίκες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολία στην εύρεση κατάλληλης και οικονομικά προσιτής στέγασης.[2] Ο στιγματισμός που υπόκεινται δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε ευρύτερες κοινωνικές διακρίσεις και οι ανύπαντρες γυναίκες και οι διαζευγμένες, συμπεριλαμβανομένων των ανύπαντρων μητέρων, μπορούν να ζήσουν αξιοπρεπώς, ιδίως όταν έχουν δίκτυα υποστήριξης στα οποία μπορούν να απευθυνθούν.[3]
Στην ίδια έκθεση αναφέρεται επιπρόσθετα ότι ανύπαντρες γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων και των ανύπαντρων μητέρων, μπορούν να λαμβάνουν κρατική πρόνοια σε σχέση με τους λογαριασμούς, τα έξοδα διαβίωσης και την ασφάλιση υγείας, σε περιπτώσεις που χαρακτηρίζονται ως φτωχές ή σχεδόν φτωχές ή αν έχουν κάποια αναπηρία.[4]
Από τις πιο πάνω παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκύπτει ότι ενδέχεται μια γυναίκα που είναι μονογονέας να στιγματιστεί ή να αντιμετωπίζει δυσκολίες, πλην όμως αυτό από μόνο του δεν επαρκεί για να αποδείξει ότι κάτι τέτοιο θα λάβει χώρα σε περίπτωση επιστροφής της αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της. Άλλωστε σημειώνεται ότι η οικογένειά της βρίσκεται στη χώρα καταγωγής της και ουδόλως παραγνωρίζεται το γεγονός ότι και στην Κυπριακή Δημοκρατία έχει αναλάβει αποκλειστικά την ανατροφή της ανήλικης θυγατέρας της, καθώς ο πατέρας της δεν την έχει αναγνωρίσει και δεν γνωρίζει που βρίσκεται.
Πρόσθετα, από το σύνολο το στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στην αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Ακολούθως, στα πλαίσια της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχώρησα σε έρευνα σε έγκυρες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της αιτήτριας και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της, από την οποία προκύπτουν τα ακόλουθα.
Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το διάστημα από τις 27/06/2024 έως τις 27/06/2025 στο Βιετνάμ καταγράφηκαν συνολικά 2 περιστατικά ασφαλείας (ήτοι διαμαρτυρίες) χωρίς να σημειωθούν ανθρώπινες απώλειες. Συγκεκριμένα στην επαρχία Bac Giang, στην οποία βρίσκεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής της αιτήτριας, την ίδια περίοδο αναφοράς, δεν καταγράφηκε κανένα περιστατικό ασφαλείας.[5] Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας Bac Giang ανέρχεται σε 1,803,950 κατοίκους, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2019.[6]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτή είναι γυναίκα, υγιής, πλήρως ικανή προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης. Λαμβανομένου υπόψη ότι κρίνεται ασφαλής η χώρα καταγωγής της αλλά και η περιοχή στην οποία βρίσκεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής της αιτήτριας, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα το ανήλικο τέκνο της αιτήτριας να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του μαζί με τη μητέρα του.
Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής της αιτήτριας ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω παρατέθηκαν και το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι ορθώς κρίθηκε επί της ουσίας ότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο καθεστώς του πρόσφυγα ή για την παραχώρηση σε αυτήν συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Ενόψει της κατάληξής μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] DFAT - Australian Government - Department of Foreign Affairs and Trade, ‘DFAT Country Information Report’ (19 February 2025) 44-45 διαθέσιμο σε
https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-vietnam.pdf
[2] Ibid., 45
[3] Ibid., 46
[4] Ibid., 45
[5] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 27/06/2024 – 27/06/2025, REGION: Asia-Pacific, COUNTRY: Vietnam, ADMIN UNIT: Bac Giang]
[6] City Population https://www.citypopulation.de/en/vietnam/prov/admin/24__b%E1%BA%AFc_giang/ (Vietnam – Bac Giang)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο