
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.2387/24
16 Ιουλίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
M. L.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Ελίνα Μαχταβή ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για Αιτητή
Κα Κ. Μιχαηλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.13/06/24, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος, «καθότι ο αιτητής δικαιούται να αναγνωρισθεί ως πολιτικός πρόσφυγας και/ή τουλάχιστον να του παραχωρηθεί η συμπληρωματική προστασία» (Αιτητικό Α). Οι ως άνω θεραπείες κατ’ ουσία επαναλαμβάνονται στο Αιτητικό Β.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Ιράν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 30/03/22 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 04/04/22 (ερ.1-4, 12-14, 48).
Στις 30/05/24 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.37-48). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 13/06/24 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.99-116).
Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία δόθηκε διά χειρός στις 13/06/24 και του μεταφράστηκε στη μητρική του γλώσσα (ερ.117, 14).
Στην επίδικη αίτηση ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του λόγω των «ασταθών οικονομικών καταστάσεων και περιορισμών που επιβάλλονται από την κυβέρνηση, κυρίως την υποχρεωτική Hijab» για την οικογένεια του. Πρώτα, ως αναφέρει, ταξίδεψε στην Τουρκία, όμως, «λόγω του ότι η γενική κατάσταση δεν ήταν ευνοϊκή και ήταν πολύ δύσκολο να [βρει] εργασία», ήρθε στην Κύπρο.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε και διέμενε στην Τεχεράνη, ο πατέρας του, με τον οποίο ταξίδεψε από το Ιράν, βρίσκεται επίσης στην Κύπρο και έχει αιτηθεί διεθνούς προστασίας, η μητέρα του πηγαινοέρχεται ανάμεσα στην Τουρκία και το Ιράν, έχει 2 αδερφούς που διαμένουν στην Τεχεράνη, είναι διαζευγμένος και τα ανήλικα τέκνα του διαμένουν με τη μητέρα τους στην Τεχεράνη. Ο αιτητής φοίτησε στο σχολείο για 11 χρόνια και αργότερα διατηρούσε επιχείρηση πώλησης κασκόλ για 13 χρόνια, ενώ περιστασιακά εργαζόταν ως οδηγός ταξί.
Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ο αιτητής δήλωσε ότι είναι διαζευγμένος και πλέον δεν έχει την ενέργεια που διέθετε κατά το παρελθόν, ενώ προσέθεσε ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Στη χώρα καταγωγής του φυλακίστηκε επειδή εξέδωσε ακάλυπτη επιταγή, με αποτέλεσμα να του απαγορευτεί η έξοδος από το Ιράν. Ερωτηθείς τι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δήλωσε ότι θα μπει στη φυλακή επειδή έχει εκδώσει ακάλυπτες επιταγές και σε κάποια άλλα άτομα. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι τον συνέλαβαν τρεις φορές επειδή είχε εκδώσει ακάλυπτες επιταγές. Την πρώτη φορά ο δικαστής ακύρωσε την ποινή που του είχε επιβληθεί ενώ τη δεύτερη φορά διέταξε την τμηματική πληρωμή των χρεών του, πράγμα που τηρούσε όσο ήταν στο Ιράν, ώστε να είναι σε θέση να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Το κατάστημά του το απώλεσε εξαιτίας ενός επιχειρηματικού δανείου το οποίο δεν κατάφερε να αποπληρώσει.
Ερωτηθείς εάν υπάρχει κάτι άλλο που θα ήθελε να προσθέσει στο τέλος της προφορικής του συνέντευξης, ο αιτητής δήλωσε ότι υπάρχει κάτι το οποίο γνωρίζει μόνο η μητέρα του, και το οποίο εκείνος δεν κατέγραψε κατά την υποβολή του αιτήματός του, προβάλλοντας ότι είναι ομοφυλόφιλος. Κληθείς να εξηγήσει το λόγο που παρέλειψε να το αναφέρει κατά την υποβολή του αιτήματός του, ο αιτητής δήλωσε ότι έγινε ομοφυλόφιλος στην Κύπρο και επειδή κατά την υποβολή του αιτήματός του ο πατέρας του βρισκόταν δίπλα του.
Κληθείς ο αιτητής να παρέχει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό δήλωσε ότι τα τελευταία δυόμιση χρόνια διατηρεί σεξουαλικές επαφές αποκλειστικά με άνδρες, αφού πριν τρία χρόνια, σε ηλικία τότε 32 ετών, διαπίστωσε ότι έλκεται από το ίδιο φύλο. Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι πριν απ’ αυτά ένιωθε έλξη αποκλειστικά προς τις γυναίκες και ότι άλλαξε μετά την έκδοση του διαζυγίου. Ζητηθείς να εξηγήσει τον λόγο που το διαζύγιό του επηρέασε το σεξουαλικό του προσανατολισμό ο αιτητής αποκρίθηκε ότι πλέον δεν μπορεί να εμπιστευτεί τις γυναίκες και προσέθεσε μάλιστα ότι προσπάθησε να συνευρεθεί με γυναίκα αλλά δεν τα κατάφερε. Ερωτηθείς εάν υπήρξε κάτι που τον έκανε να αντιληφθεί τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ο αιτητής δήλωσε ότι άλλαξαν τα συναισθήματά του και πλέον διέθετε άνδρα σύντροφο για εφτά μήνες και αυτό περιήλθε στη γνώση του πατέρα του και δεν είναι κάτι αποδεκτό στην κουλτούρα του. Κληθείς να περιγράψει τις συνθήκες υπό τις οποίες αντιλήφθηκε τον νέο του σεξουαλικό προσανατολισμό ο αιτητής δήλωσε ότι δεν μπορούσε πλέον να έχει σεξουαλική σύνδεση με γυναίκες. Κληθείς εκ νέου να απαντήσει το ανωτέρω ερώτημα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά το διαζύγιό του δεν μπορούσε να μιλήσει σε μια γυναίκα εξαιτίας της αγάπης του για τη σύζυγό του και, παρότι δοκίμασε να συνευρεθεί με γυναίκα ωστόσο εξαιτίας της έλλειψης εμπιστοσύνης δεν τα κατάφερε.
Σχετικά με τον χρόνο που περιήλθε στη γνώση του πατέρα του αυτό ο αιτητής δήλωσε ότι αυτό συνέβη πριν δύο χρόνια, εξαιτίας μια ανεπιτυχούς σχέσης του με ένα άλλο άνδρα και, καλούμενος να περιγράψει πως αισθανόταν πριν αντιληφθεί ότι έλκεται από άνδρες, ο αιτητής αποκρίθηκε ότι δεν ένιωθε τίποτα. Σε σχέση με τις σχέσεις που διατηρούσε με γυναίκες πριν αντιληφθεί τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ο αιτητής αποκρίθηκε ότι ένιωθε υπέροχα και γι’ αυτό το λόγο τεκνοποίησε με την πρώην σύζυγό του δύο φορές, πριν εν τέλει χωρίσουν το 2020. Ζητηθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις του περί του ότι ο σεξουαλικός του προσανατολισμός άλλαξε μέσα σε χρονικό διάστημα ενός έτους (2020 – 2021), ο αιτητής προέβαλε ότι πριν δύο χρόνια είχε άμεση σεξουαλική επαφή με άνδρες και, σχετικά με τα συναισθήματα που ανέπτυξε μετά τη συνειδητοποίηση της αλλαγής του σεξουαλικού του προσανατολισμού, δήλωσε ότι ήταν μια καινούργια εμπειρία μέσω, της οποίας βρήκε τον εαυτό του. Κληθείς να περιγράψει πως ήταν η ζωή του μετά που είχε συνειδητοποιήσει την αλλαγής του σεξουαλικού του προσανατολισμού, ανέφερε ότι στην Κύπρο η ζωή του είναι πολύ δύσκολη επειδή εργάζεται όλη ημέρα για να στηρίξει τον πατέρα του. Η μητέρα του γνωρίζει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό επειδή της αποκάλυψε την αλήθεια, πλην όμως εκείνη πιστεύει πως πρόκειται για κάποιο αστείο του αιτητή. Σε σχέση με τον πατέρα του δήλωσε, πως είναι σημαντικό να μην καταλαβαίνει ή να καταλαβαίνει λιγότερα επειδή πιστεύει ότι το αντιλήφθηκε, ως ανέφερε.
Κληθείς να περιγράψει πως αισθάνεται σε σχέση με το σεξουαλικό του προσανατολισμό, ο αιτητής δήλωσε ότι νιώθει καλά και ότι θα μπορούσε ακόμα και να παντρευτεί αλλά δεν γνωρίζει τι του επιφυλάσσει το μέλλον. Ζητηθείς να περιγράψει τις ερωτικές σχέσεις που σύναψε με άνδρες ο αιτητής δήλωσε ότι άρχισαν το 2022 μέσω εφαρμογής γνωριμιών στο κινητό του τηλέφωνο και εάν κάποιος πληρούσε τις προϋποθέσεις, ως ανέφερε, τον συναντούσε. Ερωτηθείς εάν αντιλήφθηκε ότι έλκεται από άνδρες σε ηλικία 32 ετών, ο αιτητής δήλωσε ότι είχε εμπειρίες με άνδρες ακόμα και όσο ζούσε στο Ιράν. Ακολούθως ο αιτητής κλήθηκε να περιγράψει τι του προσέφεραν οι σχέσεις που σύναψε με άνδρες και εκείνος απάντησε ότι δεν υπήρχε κάποιο επίτευγμα καθώς οι εν λόγω σχέσεις είναι προβληματικές, πλην όμως ο ίδιος βρισκόταν σε γαλήνη επειδή είχε ήδη τεκνοποιήσει, ως ανέφερε. Ερωτηθείς αν γνωρίζει άλλο οικογενειακό του πρόσωπο τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ο αιτητής δήλωσε ότι ίσως η μητέρα του ενημέρωσε τη θεία του.
Ερωτηθείς πως θα επέλεγε να ζήσει αν έμενε σε χώρα που του επέτρεπε να εκφραστεί ελεύθερα, χωρίς περιορισμούς, ο αιτητής απάντησε ότι θέλει να ζήσει ελεύθερα επειδή, αν και Μουσουλμάνος, πίνει αλκοόλ και τρώει χοιρινό. Ζητηθείς να περιγράψει την ιδανική ζωή, ο αιτητής ανέφερε ότι ζούσε ιδανικά και στο παρελθόν, αφού διέθετε εργασία, φίλους και διάφορα χόμπι. Ερωτώμενος πως αισθανόταν στη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι ήταν ομοφυλόφιλος ο αιτητής απάντησε ότι ντρεπόταν επειδή η ομοφυλοφιλία στο Ιράν δεν είναι αποδεκτή, καθώς οι ομοφυλόφιλοι δέχονται πρόστιμα και έχουν πρόβλημα με την αστυνομία και κάποιοι φίλοι του αντιμετώπισαν παρόμοια προβλήματα. Ανέφερε δε ότι και στην Κύπρο έχει περιορισμούς, καθώς δεν μπορεί να φιληθεί δημοσίως και να εκφράσει τη σχέση του, όταν είχε σύντροφο.
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός αποτελεί μία προσωπική απόφαση του κάθε ατόμου, ο αιτητής αποκρίθηκε ότι «αυτό ισχύει 100%» και ότι ο ίδιος προέβη στη συγκεκριμένη επιλογή καθώς αντιλήφθηκε τις συνθήκες που επικρατούν στο Ιράν. Τώρα όμως νιώθει άνετα με την απόφαση που πήρε. Ζητηθείς να περιγράψει πως φαντάζεται τον εαυτό του στο μέλλον, ο αιτητής απάντησε ότι φαντάζεται τον εαυτό του ως ένα επιτυχημένο άτομο, καθώς βρίσκεται στην Κύπρο ήδη δύο χρόνια, μία φορά που ζήτησε οικονομική βοήθεια, ενώ κατά τα λοιπά εργάζεται σκληρά. Έχασε όμως πολλές εργασιακές ευκαιρίες επειδή είναι αιτητής διεθνούς προστασίας. Ζητηθείς, τέλος, να εξηγήσει εάν στη χώρα καταγωγής του συνέβη κάποιο επιβλαβές περιστατικό ο αιτητής απάντησε ότι δε μπορούσε να δει τα παιδιά του, επειδή είχε χωρίσει.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή
2. Για λόγους οικονομικού περιεχομένου
3. Ισχυριζόμενος φόβος του αιτητή διότι φυλακίστηκε λόγω οικονομικών θεμάτων
4. Λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού του αιτητή
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο και 2ο ουσιώδη ισχυρισμό απέρριψαν όμως τον 3ο και 4ο ουσιώδη ισχυρισμό, καθώς κρίθηκε ότι στερούνται συνοχής και αξιοπιστίας.
Αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του υπήρξαν ασαφείς, χωρίς λεπτομέρειες και εν μέρει αντιφατικές. Συγκεκριμένα, ως κρίθηκε, οι δηλώσεις του αιτητή περί του ότι «κατά κάποιο τρόπο» του απαγορεύτηκε η έξοδος από το Ιράν επειδή είχε εκδώσει ακάλυπτες επιταγές ήταν αόριστες, ασαφείς και στερούμενες περιγραφικών λεπτομερειών, δεδομένου ότι αναμενόταν από εκείνον να παράσχει περισσότερα σχετικά στοιχεία και πληροφορίες. Ομοίως, η δήλωση του αιτητή περί του ότι φυλακίστηκε για ένα μήνα επειδή εξέδωσε μια ακάλυπτη επιταγή κρίθηκε ως ασαφής και αόριστη, αφού οι περιγραφές του αιτητή στερούντο ικανοποιητικών και επαρκών πληροφοριών. Περαιτέρω κρίθηκαν ως αντιφατικές οι δηλώσεις του αιτητή περί απαγόρευσης εξόδου από το Ιράν, αφού σε προγενέστερο στάδιο της προφορικής του συνέντευξης, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε το Ιράν νόμιμα από αεροδρόμιο. Ζητηθείς άλλωστε να αποσαφηνίσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής προέβαλε ανεπαρκώς ότι είχε ήδη εκτίσει την ποινή του και ως εκ τούτου του επετράπη να ταξιδέψει. Ούτε όμως ήταν ο αιτητής σε θέση, ως κρίθηκε, να περιγράψει επαρκώς τις συνθήκες υπό τις οποίες φέρεται να αποφυλακίστηκε στο Ιράν, δηλώνοντας χωρίς νοηματική συνοχή ότι εξέτισε την ποινή του επειδή παραδέχτηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η ημερομηνία της επιταγής ήταν λάθος. Αρνητικά επίσης αξιολογήθηκε το ότι αιτητής κατέγραψε στην επίδικη αίτηση αποκλειστικά οικονομικούς λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ενώ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, προέβαλε ανεπαρκώς και αόριστα ότι στο Ιράν φυλακίστηκε, χωρίς ωστόσο να στοιχειοθετεί περαιτέρω τις δηλώσεις.
Κατά τη διερεύνηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ως άνω ισχυρισμού κρίθηκε ότι λόγω της υποκειμενικής φύσης των υπό εξέταση περιστατικών, δεν ανακύπτουν στοιχεία που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας σε πηγές πληροφόρησης.
Συνεπεία των ως άνω ο 3ος ουσιώδης ισχυρισμός κρίθηκε αναξιόπιστος.
Αναφορικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού υπήρξαν αόριστες και χωρίς λεπτομέρειες, καθώς ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει με χρονική και λογική συνέπεια αλλά και συνοχή τα όσα κατ’ ισχυρισμό του βίωσε, σε όλες δε τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν περί τούτου υπήρξε ασαφής και γενικόλογος.
Συγκεκριμένα, κατά την εξέταση του εν λόγω ισχυρισμού στη βάση του μοντέλου DSSH, οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν ως επιπόλαιες και χωρίς νοηματική συνέπεια, αφού δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές πληροφορίες και υπέπεσε σε αντιφάσεις και υπεκφυγές.
Ειδικότερα – ως κρίθηκε – ο αιτητής, παρότι επέδειξε επίγνωση της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα καταγωγής απέναντι στα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ, δεν ήταν σε θέση να διατυπώσει της διαφορά που βίωσε ανάμεσα στην Κύπρο και τη χώρα καταγωγής του, γεγονός το οποίο θα αναμενόταν ευλόγως από εκείνον, δεδομένου του σεξουαλικού του προσανατολισμού, οι δε απαντήσεις του υπήρξαν επιπόλαιες, λαμβανομένης υπόψη της επικαλούμενης σοβαρότητας της υπό εξέταση υπόθεσης. Ούτε όμως ήταν σε θέση να περιγράψει τα επιβλαβή γεγονότα που βίωσε στο Ιράν λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού, αφού σε σχετική ερώτηση αποκρίθηκε ότι δεν μπορεί να δει τα παιδιά του λόγω του χωρισμού του. Κληθείς άλλωστε να περιγράψει τον τρόπο που φαντάζεται το ιδανικό μέλλον, ο αιτητής περιορίστηκε σε επιθυμίες του για εργασιακή δυνατότητα και την οικονομική του ανεξαρτησία, χωρίς να προβαίνει και πάλι σε κάποια αναφορά, όπως ευλόγως θα αναμενόταν από εκείνον, για συνθήκες αποδοχής και ελεύθερης έκφρασης του σεξουαλικού του προσανατολισμού.
Αρνητικά αξιολογήθηκαν και οι δηλώσεις του αιτητή ότι άλλαξε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό επειδή απογοητεύτηκε από τις γυναίκες μετά το διαζύγιο με τη σύζυγό του, που ήταν η αγάπη της ζωής του, καθώς κρίθηκαν ως στερούμενες ευλογοφάνειας, δεδομένου ότι σε ακόλουθη ερώτηση για τον τρόπο που συνειδητοποίησε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ο αιτητής απάντησε αόριστα και ασαφώς, ενόσω γελούσε, ότι τα συναισθήματά του άλλαξαν επειδή διέθετε σύντροφο. Ως στερούμενες ευλογοφάνειας κρίθηκαν άλλωστε και οι δηλώσεις του αιτητή περί του ότι μετά το διαζύγιό του έχασε την εμπιστοσύνη του προς τις γυναίκες επικαλούμενος ότι «δεν μπορούσε να [μιλήσει] άλλο σε αυτές», χωρίς ωστόσο να προβαίνει σε καμία αναφορά στους λόγους για τους οποίους άλλαξε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Οι ανωτέρω δηλώσεις κρίθηκαν επίσης ως στερούμενες ευλογοφάνειας δεδομένου ότι ο αιτητής επίσης δήλωσε ότι πριν αισθανόταν φανταστικά με τις σχέσεις που διατηρούσε με τις γυναίκες, χωρίς να είναι σε θέση να περιγράψει ή έστω να παραθέσει κάποιο ουσιαστικό στοιχείο αναφορικά με τους λόγους και εσωτερική διαδικασία δια της οποίας άλλαξε σεξουαλικό προσανατολισμό και ούτε να περιγράψει την αλλαγή των συναισθημάτων που βίωσε, καθώς σε σχετική ερώτηση εκείνος αποκρίθηκε επιφανειακά ότι «αισθάνεται καλά», χωρίς να καταβάλει προσπάθεια να παραθέσει κάποια άλλη πληροφορία. Επιπροσθέτως των ως άνω – ως κρίθηκε – ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τις εμπειρίες που φέρεται να βίωσε στα πλαίσια των σχέσεων που σύναψε με άλλους άνδρες αλλά ούτε και να τις περιγράψει, αφού όχι μόνο δεν παρέθεσε κάποια συγκεκριμένα πληροφορία, αλλά – κατ’ αντίφαση με το ότι, ως προηγουμένως είχε αναφέρει, ο σεξουαλικός του προσανατολισμός εκδηλώθηκε στην Κύπρο – ανέφερε ότι διατηρούσε σχέσεις με άνδρες και κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Ιράν, χωρίς και πάλι να αναφέρει κάτι συγκεκριμένο επ’ αυτού.
Στη βάση των ως άνω κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν παρουσίασε αίσθημα διαφορετικότητας, αφού, κληθείς να σχολιάσει την αλλαγή των συναισθημάτων του, απάντησε ανεπαρκώς ότι δεν σκέφτηκε «τίποτα» και ότι βίωνε μια «νέα εμπειρία». Κατέληξαν λοιπόν οι καθ’ ων η αίτηση ότι θα αναμένονταν από τον αιτητή πιο σοβαρές και συνεκτικές απαντήσεις και πως ο αιτητής δεν επέδειξε κανένα προβληματισμό ως προς τη φερόμενη γνώση του σεξουαλικού του προσανατολισμού από τη μητέρα του, αντιθέτως ανέφερε αόριστα και χωρίς να προβληματίζεται ότι η μητέρα του ίσως το αποκάλυψε και στη θεία του. Επίσης κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν αντιλαμβάνεται της ομοφυλοφιλία ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητάς του αλλά κάτι αποκλειστικά συνυφασμένο με την ερωτική πράξη, αφού -ως ανέφερε, χωρίς ευλογοφάνεια και νοηματική συνοχή - μόνο μετά την πρώτη του σεξουαλική εμπειρία, αντιλήφθηκε το σεξουαλικό του προσανατολισμό. Οι δε ανωτέρω δηλώσεις του – ως εντοπίστηκε - έρχονται σε αντίθεση με τις δηλώσεις του περί του ότι είχε αντιληφθεί το σεξουαλικό του προσανατολισμό κατά τη διάρκεια της διαμονής στη χώρα καταγωγής του.
Αρνητικά αξιολογήθηκε περαιτέρω το ότι, όταν κλήθηκε να περιγράψει τη σημασία της απόλυτης ελευθερίας για εκείνον, ο αιτητής αποκρίθηκε ότι θα ζούσε όσο πιο ελεύθερα γίνεται και πως, όντας Μουσουλμάνος, θα τρώει χοιρινό και θα πίνει αλκοόλ, χωρίς να προβαίνει σε οιαδήποτε αναφορά σε συνθήκες αποδοχής και ελευθερίας έκφρασης του σεξουαλικού του προσανατολισμού, όπως θα αναμενόταν ευλόγως από εκείνον. Τέλος κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν επέδειξε συναισθήματα ντροπής και/ή απομόνωσης λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού, αφού όταν ερωτήθηκε για τις συνθήκες που βίωνε ως ομοφυλόφιλος στη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής απάντησε γελώντας, πράγμα που καταδεικνύει το επιπόλαιο της προσέγγισης του ζητήματος, ότι αισθανόταν ντροπή επειδή η ομοφυλοφιλία στο Ιράν δεν είναι αποδεκτή, αναφέροντας ότι γνωρίζει κάποια άτομα (της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας) που είχαν προβλήματα, παραλείποντας ωστόσο οιαδήποτε αναφορά σε δυσκολίες που αντιμετώπισε ο ίδιος. Οι δε δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι ο σεξουαλικός του προσανατολισμός συνίσταται σε μια προσωπική, συνειδητή επιλογή και ότι μετά το διαζύγιό του εκείνος αποφάσισε να γίνει ομοφυλόφιλος, κρίθηκαν επίσης ως στερούμενες ευλογοφάνειας.
Συνοψίζοντας τα ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν ότι οι δηλώσεις του αιτητή ήταν αντιφατικές, επιπόλαιες και ασαφείς και -αν και του δόθηκε κατ’ επανάληψη η δυνατότητα να εξηγήσει την εσωτερική, συναισθηματική αλλαγή που βίωσε κατά τη φερόμενη αλλαγή του σεξουαλικού του προσανατολισμού, δεν παρέθεσε καμία ικανοποιητική πληροφορία ή στοιχεία που να ενδυναμώνουν την αξιοπιστία των δηλώσεών του.
Ως εκ των ως άνω ο υπό 4ος ουσιώδης ισχυρισμός κρίθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστος.
Προχωρώντας στη διερεύνηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή πραγματοποιήθηκε έρευνα σε διαθέσιμες αξιόπιστες πληροφορίες (ΠΧΚ), εκ της οποίας εντοπίστηκαν πληροφορίες που επιβεβαιώνουν ότι τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας δέχονται πλήθος διακρίσεων, περιορισμών, κοινωνικού αποκλεισμού και πράξεις δίωξης, παρενόχλησης και περιθωριοποίησης, οι δε αρχές, πέραν του ότι προβαίνουν κι’ αυτές σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ατόμων αυτών, αντιμετωπίζουν την ομοφυλοφιλία ως φαινόμενο διαφθοράς της κοινωνίας και ως εκ τούτου τα άτομα αυτά στερούνται επαρκούς προστασίας. Τα ως άνω κρίθηκε ότι δεν συνάδουν με τα όσα είχε αναφέρει ο αιτητής και συνεπώς, δεδομένης της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του εν λόγω ισχυρισμού, αυτός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, και βάσει των ισχυρισμών που έγιναν αποδεκτοί, ήτοι ότι του προφίλ του αιτητή και των αμιγώς οικονομικών λόγων για τη φυγή του από το Ιράν, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στην Τεχεράνη, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι, δεδομένου του ότι ο αιτητής είναι υγιής, ενήλικας άνδρας, με επαρκή μόρφωση και εργασιακή εμπειρία και χωρίς άλλα στοιχεία ευαλωτότητας, δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής.
Συνεπεία των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.
Στην προσφυγή καταγράφονται αρκετά νομικά σημεία, ορισμένα εκ των οποίων τελικώς αναπτύσσονται στην αγόρευση που ακολούθησε.
Στα πλαίσια λοιπόν της γραπτής της αγόρευσης, η συνήγορος του αιτητή, παραθέτοντας το νομικό πλαίσιο αλλά και πλήθος αναφορών στην οικεία νομολογία και βιβλιογραφία, αναφέρει ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού δεν έτυχαν δέουσας και εξατομικευμένης εξέτασης και λανθασμένα αυτά απορρίφθηκαν ως αναξιόπιστα. Περαιτέρω, η επίδικη απόφαση δεν αιτιολογείται και είναι λανθασμένη επί της ουσίας, αφού – εκ των λεγομένων του αιτητή – θα έπρεπε να γίνει δεκτό ότι αυτός αντιμετωπίζει βάσιμο φόβο δίωξης ως μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, ήτοι ατόμων ΛΟΑΤΚΙ, που υφίστανται πλήθος διώξεων στο Ιράν. Συνεπώς, ως αναφέρει η συνήγορος του, πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για παροχή διεθνούς προστασίας στον αιτητή.
Σημειώνω ότι οι όποιες αναφορές του αιτητή περί του ότι η συνέντευξη έγινε σε χρόνο που ο ίδιος βρισκόταν σε αποτοξίνωση και δεν μπορούσε να εκφράσει ελεύθερα όσα επιθυμούσε επί του ισχυρισμού του που αφορά τον σεξουαλικό του προσανατολισμό δεν βρίσκουν έρεισμα στο περιεχόμενο του διοικητικού φάκελου, εκ του οποίου αυτό που προκύπτει είναι ότι η επίδικη συνέντευξη έγινε σε χρόνο που ο αιτητής βρισκόταν στις κεντρικές φυλακές (βλ. ερ.36, 48), εκτίοντας ποινή φυλάκισης που του επιβλήθηκε από το ΕΔ Λάρνακας. Εκ μόνου τούτου και στην απουσία μαρτυρίας περί του αντιθέτου είναι κατάληξη μου πως το ότι ο αιτητής βρισκόταν στις κεντρικές φυλακές τότε δεν αρκεί από μόνο του για να δημιουργήσει εύλογες αμφιβολίες για την ποιότητα και επάρκεια της συνέντευξης. Θα πρέπει δε να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί αυτοί δεν δικογραφούνται και – σε κάθε περίπτωση – ο αιτητής δε αναφέρει τελικώς ποιους ισχυρισμούς δεν κατάφερε, για τους λόγους που επικαλείται, να αναφέρει επαρκώς, λαμβανομένου υπόψη και του δικαιώματος που είχε να προσφέρει στα πλαίσια της παρούσης περαιτέρω μαρτυρία ή ισχυρισμούς ή στοιχεία σε σχέση με το αίτημα του.
Οι καθ' ων η αίτηση σημειώνουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή δικογραφείται δεόντως και δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση και είναι συνεπώς ανεπίδεκτοι δικαστικής κρίσης, παραθέτοντας σχετική νομολογία. Περαιτέρω, εν μέσω πλούσιων αναφορών στα λεγόμενα του αιτητή και τα επ’ αυτού ευρήματα τους, ως καταγράφονται στην επίδικη έκθεση, εμμένουν στην ορθότητα της κατάληξης τους και αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, προϊόν δέουσας έρευνας όλων των ισχυρισμών του αιτητή, επαρκώς αιτιολογημένη και ουδεμία πλάνη έχει παρεισφρήσει κατά τη λήψη της.
Δεδομένου ότι άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή συμπλέκονται με την επί της ουσίας ορθότητα της επίδικης απόφασης, προχωρώ λοιπών με εξέταση αυτών, εξ υπαρχής και επί όλων των ενώπιον μου στοιχείων, η οποία και τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).
Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».
Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:
«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […]
Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Στο ίδιο εγχειρίδιο, σελ.204, αναφέρονται, τα εξής:
«Όσον αφορά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας, οι αιτήσεις που βασίζονται σε γενετήσιο προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολες στον χειρισμό, επειδή οι λόγοι της αίτησης συνδέονται με ευαίσθητες και προσωπικές πτυχές της ιδιωτικής ζωής. Οι αιτούντες ενδέχεται να νιώθουν στιγματισμένοι, να ντρέπονται και/ή να αρνούνται την πραγματικότητα· ενδέχεται επίσης να έχουν υποστεί απόρριψη και/ή κακομεταχείριση από την οικογένεια και/ή την κοινότητά τους. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να καθιστούν δύσκολη για τους αιτούντες την αποκάλυψη των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών με σαφή και συνεκτικό τρόπο και, ως εκ τούτου, τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάζουν μπορεί να γνωστοποιούνται με καθυστέρηση, να είναι ελλιπή και να περιέχουν ανακολουθίες.
Ένα από τα μοντέλα που αναφέρονται στη βιβλιογραφία, το μοντέλο DSSH υπ’ αριθ. 2 [Difference, Stigma, Shame, Harm (Διαφορά, Στίγμα, Ντροπή, Βλάβη)], βασίζεται στην αντίληψη ότι υπάρχουν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία τα οποία είναι πιθανό να είναι κοινά σε άτομα που αναγνωρίζουν ένα φύλο ή μια σεξουαλική ταυτότητα που δεν συνάδει με τις ετεροκανονικές κοινωνίες στις οποίες ζουν (όπου ο κανόνας είναι η ταύτιση του βιολογικού και του κοινωνικού φύλου και η ετεροφυλοφιλία). Το μοντέλο προτείνει μια διαρθρωμένη μεθοδολογία για την αξιολόγηση αιτήσεων, η οποία βασίζεται στο φύλο και στη σεξουαλική ταυτότητα και εξηγείται, με πρακτικά παραδείγματα, στον δεύτερο τόμο του εγχειριδίου με τίτλο Credibility assessment training manual της Ουγγρικής Επιτροπής του Ελσίνκι.
[…]
Η ύπαρξη ή μη ορισμένων στερεοτυπικών συμπεριφορών ή εμφανίσεων δεν θα πρέπει να αποτελεί βάση για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο αιτών έχει ή δεν έχει ορισμένο γενετήσιο προσανατολισμό και/ή ορισμένη ταυτότητα φύλου. Δεν υπάρχουν καθολικά χαρακτηριστικά ή ιδιότητες που τυποποιούν τα άτομα ΛΟΑΔΜ (λεσβίες, ομοφυλόφιλοι αμφιφυλόφιλα, διεμφυλικά και μεσοφυλικά άτομα), όπως δεν υπάρχουν και για τα ετεροφυλόφιλα άτομα. Οι εμπειρίες της ζωής τους μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, ακόμη και αν προέρχονται από την ίδια χώρα.»
Σημειώνω βεβαίως κατ’ αρχή ότι στα πλαίσια της εξέτασης ισχυρισμών που αφορούν σεξουαλικό προσανατολισμό δεν χωρούν τυποποιημένες προσεγγίσεις και η αξιολόγηση αξιοπιστίας δεν μπορεί να βασίζεται σε στερεοτυπικά πρότυπα (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, C-148/13-C-150/13, A. B. C., ημ.02/12/14). Περαιτέρω δεν πρέπει να ζητείται από τον αιτητή να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες για σεξουαλικές εμπειρίες ή να προσφέρει σχετικά στοιχεία ή άλλης μορφής μαρτυρία. Αξίζει βεβαίως να σημειωθεί επίσης ότι το μοντέλο DSSH, του οποίου έγινε χρήση στην εξέταση της επίδικης αίτησης, είναι αντικείμενο προβληματισμού [1], ως βασιζόμενο επί στερεοτυπικών αντιλήψεων, και γι’ αυτό θεωρώ ότι η χρήση του θα πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή.
Στην απόφαση Α. Β. C. του ΔΕΕ (ανωτέρω) αναφέρονται τα εξής κατατοπιστικά στις σκέψεις 61-65, επί του ζητήματος αξιολόγησης αξιοπιστίας στα πλαίσια υποθέσεων ως η παρούσα.
«61. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2004/83 επιβάλλει στις αρμόδιες αρχές την υποχρέωση να προβαίνουν στην αξιολόγησή τους συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος και ότι το άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/85 απαιτεί από τις ίδιες αυτές αρχές να διεξάγουν τη συνέντευξη συνεκτιμώντας τις προσωπικές ή γενικές συνθήκες που περιβάλλουν την αίτηση ασύλου.
62. Μολονότι η υποβολή ερωτήσεων που αφορούν στερεοτυπικές αντιλήψεις ενδέχεται να συνιστά χρήσιμο στοιχείο στη διάθεση των αρμόδιων αρχών προκειμένου να προβούν στη σχετική αξιολόγηση, εντούτοις η εκτίμηση των αιτήσεων για την παροχή του καθεστώτος πρόσφυγα η οποία στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο σε στερεοτυπικές αντιλήψεις συνδεόμενες με τους ομοφυλόφιλους δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των διατάξεων που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη, στο μέτρο που δεν παρέχει στις εν λόγω αρχές τη δυνατότητα να λάβουν υπόψη την ατομική κατάσταση του οικείου αιτούντος άσυλο.
63. Επομένως, η αδυναμία ενός αιτούντος άσυλο να απαντήσει σε τέτοιου είδους ερωτήσεις δεν μπορεί να συνιστά αφ’ εαυτής επαρκή λόγο για να συναχθεί η αναξιοπιστία του αιτούντος, στο μέτρο που η προσέγγιση αυτή είναι αντίθετη προς τις απαιτήσεις του άρθρου 4, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2004/83 καθώς και του άρθρου 13, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/85.
64. Δεύτερον, μολονότι οι εθνικές αρχές βασίμως προβαίνουν, κατά περίπτωση, σε υποβολή ερωτήσεων προκειμένου να εκτιμήσουν τα γεγονότα και τις περιστάσεις σχετικά με τον προβαλλόμενο γενετήσιο προσανατολισμό των αιτούντων άσυλο, εντούτοις οι ερωτήσεις που αφορούν τις λεπτομέρειες των σεξουαλικών πρακτικών του οικείου αιτούντος άσυλο προσβάλλουν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνει ο Χάρτης και, ειδικότερα, το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής που προβλέπει το άρθρο του 7.
65. Όσον αφορά, τρίτον, τη δυνατότητα των εθνικών αρχών να κρίνουν παραδεκτή, όπως πρότειναν ορισμένοι αναιρεσείοντες των κύριων δικών, την τέλεση ομοφυλοφιλικών πράξεων, την ενδεχόμενη υποβολή τους σε «τεστ» προκειμένου να αποδείξουν την ομοφυλοφιλία τους ή ακόμη την οικειοθελή εκ μέρους τους προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων όπως είναι οι βιντεοσκοπημένες λήψεις των ερωτικών τους συνευρέσεων, υπογραμμίζεται ότι, πλην του ότι τα εν λόγω στοιχεία δεν έχουν κατ’ ανάγκη αποδεικτική αξία, ενδέχεται περαιτέρω να συνεπάγονται και προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ο σεβασμός της οποίας κατοχυρώνεται από το άρθρο 1 του Χάρτη. »
Εν προκειμένω, ενόψει και κατ’ εφαρμογή των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών και νομολογίας, είναι κατάληξη μου ότι συμφωνώ με τα συμπεράσματα και ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση επί του 4ου ουσιώδους ισχυρισμού στην ολότητα και σε όλη τους την έκταση, όπως αυτά καταγράφονται στην σχετική έκθεση που ετοίμασαν και παρατίθενται λεπτομερώς και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, κατά την καταγραφή της επίδικης έκθεσης, και τα οποία δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω.
Ενδεικτικά σημειώνω ότι, ως και στα ερ.103-109 ενδελεχώς καταγράφεται, ο αιτητής δεν ήταν σε κανένα σημείο του αφηγήματος του επί του σεξουαλικού του προσανατολισμού συγκεκριμένος και σαφής, τόσο αναφορικά με την πορεία των διεργασιών μέσα από τις οποίες, ως ισχυρίστηκε, μετεβλήθη ο προσανατολισμός του σε ηλικία 32 ετών, όσο και αναφορικά με τα βιώματα του στα πλαίσια τούτου. Επί όλων των λεγομένων του αλλά και των αποκρίσεων στο πλήθος ερωτήσεων που του υποβλήθηκαν σχετικά ο αιτητής ήταν ασαφής, εν πολλοίς μονολεκτικός, αποκρινόταν με επιπολαιότητα, συχνά γελώντας κατά τις απαντήσεις του, χωρίς να είναι σε θέση να παραθέσει ούτε το ελάχιστο βιωματικό στοιχείο ή λεπτομέρεια. Παρότι λοιπόν δεν θα συμφωνήσω με την βαρύτητα που δίδεται από τους καθ’ ων η αίτηση στην αδυναμία του αιτητή να εκφράσει ή και να διατυπώσει με ακρίβεια όλες εκείνες τις εσωτερικές διεργασίες που κατ’ ισχυρισμό τον οδήγησαν να αλλάξει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, δεν μπορώ να παραβλέψω ότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ούτε το ελάχιστο ευλόγως αναμενόμενων λεπτομερειών και βιωματικών στοιχείων αναφορικά με τα όσα – ως ισχυρίστηκε – βίωσε, ήτοι τις σχέσεις του με άνδρες, την πορεία προς την αλλαγή προσανατολισμού (δεδομένου ότι πριν τον χωρισμό του ελκυόταν – ως ανέφερε – από γυναίκες), τα συναισθήματα του και το πως βιώνει ο ίδιος αυτή την αλλαγή που ένιωσε, σύμφωνα με τα λεγόμενα του, μετά τον χωρισμό του με τη σύζυγο του.
Ενόψει των ως άνω είναι κατάληξη μου ότι εν προκειμένω, εκ του αφηγήματος του αιτητή, απουσιάζει κάθε ψήγμα πλήρους, συνεκτικής, ευλογοφανούς παράθεσης σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που ο αιτητής παραθέτει, εκ του οποίου θεωρώ ότι διαβρώνεται η εσωτερική συνοχή των λεγομένων του. Πολύ απλά, τα όσα ανέφερε ο αιτητής περιέχουν τόσα πολλά κενά, ασάφειες και αοριστίες που μοιάζουν περισσότερο με εκ των υστέρων επινόημα του ιδίου, στα πλαίσια του οποίου αυτός παραθέτει ένα επί το πλείστο ασυνάρτητο και στερούμενο χρονικής και λογικής συνέχειας συνονθύλευμα διάφορων ασαφών ισχυρισμών και αποκρίσεων, προκειμένου να στηρίξει το αφήγημα του περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού.
Σημειώνω βεβαίως εδώ ότι, παρότι από μόνο του δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για απόρριψη ισχυρισμών ως εν προκειμένω, εδώ, δεδομένης της καταφανούς ελλείψεως εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του αιτητή, δεν μπορεί παρά να ληφθεί υπόψη το ότι στον ισχυρισμό αυτό ο αιτητής ουδόλως αναφέρθηκε προηγουμένως, παρά μόνο κατά το κλείσιμο της συνέντευξης (ερ.43 – 2Χ), όταν όλως γενικώς κάνει αναφορά στη σεξουαλικότητα του. Οι δε αναφορές του αιτητή ότι δεν το έπραξε κατά την επίδικη αίτηση γιατί ήταν εκεί ο πατέρας του δεν εξηγούν γιατί δεν ήταν το πρώτο πράγμα που ανέφερε κατά τη συνέντευξη του, και εν πάση περίπτωση γιατί άφησε μέχρι το τέλος αυτής, μέχρι να αναφέρει κάτι τέτοιο.
Αναφορικά τώρα με την εξωτερική συνοχή του ως άνω ισχυρισμού, σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης εντοπίζονται τα εξής, τα πλείστα εκ των οποίων άλλωστε εντόπισαν και οι καθ’ ων η αίτηση.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών της Αυστραλίας (DFAT),[2] η σεξουαλική επαφή μεταξύ ανδρών είναι παράνομη και μπορεί να επισύρει τη θανατική ποινή. Η θανατική ποινή επιβάλλεται σε άνδρες που έχουν συναινετική σεξουαλική επαφή με άνδρες. Ομοφυλόφιλοι άνδρες δέχονται πιέσεις ώστε να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση αλλαγής φύλου, ενώ αντιμετωπίζουν ομοφοβική βία τόσο από την κοινωνία όσο και από μέλη της οικογένειάς τους. Τον Σεπτέμβριο του 2022, δύο Ιρανοί ακτιβιστές LGBTI καταδικάστηκαν σε θάνατο για αδικήματα που περιλάμβαναν την «διαφθορά μέσω της προώθησης της ομοφυλοφιλίας» καθώς και την εμπορία ανθρώπων, αν και παρατηρητές σημείωσαν ότι στην πραγματικότητα η υπόθεση αφορούσε παροχή βοήθειας σε άτομα υπό δίωξη/κίνδυνο ώστε να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Τα άτομα LGBTI χρησιμοποιούν εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης όπως τα Grindr, Bumble και Tinder για να επικοινωνούν. Η πρόσβαση σε αυτές γίνεται παράνομα μέσω εικονικών ιδιωτικών δικτύων. Δεν υπάρχουν δημόσιοι χώροι συγκέντρωσης για LGBTI άτομα, για παράδειγμα γκέι μπαρ, στο Ιράν. Η ομοφυλοφιλία δεν συζητείται ανοιχτά και οι ομοφυλόφιλοι αντιμετωπίζουν σοβαρές διακρίσεις που περιλαμβάνουν παρενόχληση και βία από μέλη της οικογένειας, συναδέλφους, θρησκευτικούς ηγέτες σχολείων και κοινοτήτων. Ο εξοστρακισμός από την οικογένεια είναι συχνός, ιδιαίτερα στην περίπτωση των συντηρητικών οικογενειών, ενώ τα άτομα LGBTI δέχονται σημαντική κοινωνική πίεση να συνάψουν ετεροφυλόφιλο γάμο και να αποκτήσουν παιδιά.
Με βάση έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ιουνίου του 2022 σχετικά με τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ, ένα άτομο που ζει έχοντας εκφράσει ανοιχτά τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ως άτομο ΛΟΑΤΚΙ και το οποίο δεν έχει υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση αλλαγής φύλου, είναι πιθανό να κινδυνεύει από μεταχείριση από κρατικούς φορείς η οποία είναι αρκετά σοβαρή λόγω της φύσης και της επανάληψής της ή λόγω της συσσώρευσης διαφόρων μέτρων, ώστε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Ο ποινικός κώδικας του Ιράν ποινικοποιεί τη συναινετική και µη συναινετική σεξουαλική δραστηριότητα του ίδιου φύλου. Οι ποινές κυμαίνονται από μαστίγωμα έως τη θανατική ποινή, ανάλογα με τη φύση της σεξουαλικής δραστηριότητας. Άλλες πράξεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, οι οποίες ποινικοποιούνται περιλαμβάνουν το «φιλί ή το άγγιγμα λόγω λαγνείας και τιμωρούνται με μαστίγωμα. Δεν υπάρχουν νόμοι που να απαγορεύουν τις διακρίσεις βάσει του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου, οι γάμοι μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου απαγορεύονται και τα ζευγάρια του ιδίου φύλου δεν μπορούν να υιοθετήσουν παιδιά.
Τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα αντιμετωπίζουν κοινωνική παρενόχληση, διακρίσεις και στιγματισμό, καθώς και οικογενειακή και κοινωνική πίεση να συμμορφωθούν με τα πολιτιστικά και θρησκευτικά πρότυπα, εκβιασμούς για εξαναγκαστικούς γάμους, και δολοφονίες "τιμής" από μη κρατικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένων των μελών της οικογένειάς τους. Οι οικογένειες μπορεί να σκοτώσουν, να βλάψουν σωματικά ή να εξαναγκάσουν μέλη σε προσυμφωνημένους γάμους με σκοπό να προστατεύσουν ή να υπερασπιστούν την τιμή και τη φήμη της οικογένειας. Τα άτομα της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ συχνά δεν έχουν καμία δυνατότητα προσφυγής στη δικαιοσύνη για τη βία και την κακοποίηση που υφίστανται.
Οι λόγοι για τους οποίους ένα άτομο δεν εκφράζεται ανοιχτά σχετικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου του, μπορεί να είναι επειδή επιθυμεί να συμμορφωθεί με τα κοινωνικά πρότυπα, αλλά μπορεί επίσης να οφείλεται στο φόβο των διακρίσεων ή/και της βίας. Η χρήση των δεδομένων που συλλέγονται έχει οδηγήσει σε απειλές σύλληψης μέχρι τη χρήση των πληροφοριών που τους ενοχοποιούν σύμφωνα με τους νόμους του Ιράν. Αναφέρεται επίσης ότι ομάδες συνομιλίας ΛΟΑΤΚΙ στο Telegram παρακολουθούνται και οι διαχειριστές τους συνελήφθησαν. Δεν υπάρχουν νόμοι για την προστασία των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων από τις διακρίσεις ή τα εγκλήματα μίσους και άτομα της κοινότητας είναι απρόθυμα να καταγγείλουν εγκλήματα εναντίον τους από φόβο μήπως αποκαλύψουν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό και ποινικοποιηθούν.[3]
Ενόψει των ως άνω πληροφοριών δεν θα πρέπει να αμφισβητείται ότι τα όσα αναφέρει ο αιτητής σχετικά με τη διακριτική μεταχείριση ατόμων ΛΟΑΤΚΙ (δεδομένου του ότι ουδέν συγκεκριμένο αναφέρθηκε αλλά περιορίστηκε σε γενικές αναφορές σε προβλήματα με την οικογένεια και τις αρχές της χώρας) και τη κατ’ ισχυρισμό δίωξη του, με βάση τη νομοθεσία της χώρας, συνάδουν με διαθέσιμες ΠΧΚ. Επί τούτου θεωρώ ότι το εύρημα των καθ’ ων η αίτηση περί του αντιθέτου είναι λανθασμένο (βλ. ερ.103, προτελευταία παράγραφος). Όμως το ζήτημα δεν σταματά εδώ, ως θα εξηγήσω πιο κάτω.
Εν προκειμένω η συμφωνία όσων αναφέρει ο αιτητής με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής δεν αρκεί από μόνη της για άνευ ετέρου αποδοχή ενός αφηγήματος, τη στιγμή που τούτο στερείται εσωτερικής συνοχής, ενόψει και της συνολικής θεώρησης και αποτίμησης των δεικτών αξιοπιστίας, ως και στο ανωτέρω απόσπασμα από το εγχειρίδιο του EASO αναφέρεται. Άλλωστε αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα υπήρχε ο κίνδυνος αποδοχής ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι κατά τ’ άλλα στερούνται εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή τους, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση όσων ο αιτητής εξιστορεί. Ως και στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Στη δε σελ.131 του ιδίου εγχειριδίου τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»
Εν προκειμένω λοιπόν οι σημαντικές ελλείψεις εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή, ως αυτοί αναφέρθηκαν κατά τη συνέντευξη, δεν αφήνουν περιθώριο για αποδοχή τους. Στην απουσία δε περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τις ελλείψεις (οι οποίες είναι βεβαίως εις γνώση του αιτητή και των δικηγόρων στα πλαίσια της παρούσης), ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται και αξιολογούνται, είναι η κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και καθιστούν αυτούς έκθετους σε απόρριψη.
Θα συμφωνήσω λοιπόν με την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση επί της αξιοπιστίας του 4ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή. Το όλο αφήγημα του αιτητή παρουσιάζει κενά, ελλείψεις και αοριστίες, οι οποίες πλήττουν καθ’ ολοκληρία και αναπόφευκτα την συνολική συνοχή και αξιοπιστία των δηλώσεων του.
Λεχθέντων των ως άνω θα πρέπει να σημειώσω ότι συμφωνώ και με την απόρριψη του 3ου ουσιώδους ισχυρισμού, ως αυτός σχηματίστηκε και με τα επιμέρους ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με τον εν λόγω ισχυρισμό του αιτητή καθώς, ως προκύπτει από μια ανάγνωση των σχετικών δηλώσεων του (ερ.43), αυτός απαντά ασαφώς και με γενικότητα στις σχετικές ερωτήσεις, χωρίς να αναφέρει ποια συγκεκριμένη διαδικασία εκκρεμεί εναντίον του σήμερα.
Άλλωστε, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου (ερ.43 - 4Χ), η πρώτη ποινή φυλάκισης εναντίον του ακυρώθηκε και η δεύτερη απόφαση αφορούσε την εξ αυτού περιοδική καταβολή των χρεών του μέχρι εξόφλησης. Δεδομένου λοιπόν και του ότι εξήλθε νομίμως από τη χώρα αλλά και του ότι – σε κάθε περίπτωση – ουδέν ανέφερε ο αιτητής που να συνδέεται με κάποιο λόγο δίωξης ή κάποια πράξη που να συνιστά δίωξη ή σοβαρή βλάβη, αφού όλα όσα ανέφερε αφορούσαν νόμιμες δικαστικές διαδικασίες, όμοιες των οποίων απαντώνται και στην εθνική μας νομοθεσία, δεν μπορώ να εντοπίσω ισχυρισμό στη βάση του οποίου θα μπορούσε να αποδοθεί σ’ αυτόν διεθνής προστασίας.
Ενόψει των ως άνω διαπιστώσεων μου απομένει μια επικαιροποιημένη επισκόπηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Τεχεράνη).
Στη βάση δεδομένων ACLED, για την περίοδο 06/04/24 έως 04/04/25, καταγράφηκαν στην Τεχεράνη 502 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προέκυψαν 6 θάνατοι, ως ακολούθως: 1 περιστατικό ταραχής (riot), χωρίς θάνατο, 484 διαμαρτυρίες (protests), χωρίς θάνατο, 9 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians), με 3 θανάτους και 8 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (remote violence), με 3 θανάτους.[4] Ο πληθυσμός της Τεχεράνης ανέρχεται περί τα 10 εκατομμύρια κατοίκων.[5]
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.
Περαιτέρω δεν μπορώ να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω [6] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).
Προς τα ως άνω λαμβάνω υπόψη και συνυπολογίζω ότι ο αιτητής είναι υγιής, ενήλικας, 36 ετών σήμερα, με επαρκές μορφωτικό επίπεδο, εργασιακή εμπειρία και διαθέτει στην Τεχεράνη οικογενειακό δίκτυο (μητέρα/αδελφοί), το οποίο αναμένεται να παρέχει στήριξη και στέγαση μέχρι αυτός να εξασφαλίσει βιοπορισμό και στέγαση με ίδια μέσα.
Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Ουδέν προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσης που να ανατρέπει τα ως άνω.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. Zisakou S (2021) Credibility Assessment in Asylum Claims Based on Sexual Orientation by the Greek Asylum Service: A Deep-Rooted Culture of Disbelief. https://www.frontiersin.org/articles/10.3389/fhumd.2021.693308/full
[2] DFAT – Australian Government - Department of Foreign Affairs and Trade (Author): DFAT Country Information Report Iran, 24 July 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2095685/country-information-report-iran.pdf, p.30-31 (accessed on 4 October 2023)
[3] UK Home Office, Country Policy and Information Note, Iran: Sexual orientation and gender identity and expression, V. 4.0, June 2022
[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Select Specific Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions-Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: Past year of ACLED data (06/04/2024-04/04/2025), REGION: Middle East, COUNTRY: Iran, ADMIN: Tehran), (assessed on
[5] Macrotrends, Middle East: Iran: Tehran, https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/21523/tehran/population (10/04/25)
[6] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο