N.L.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3103/2023, 23/7/2025
print
Τίτλος:
N.L.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3103/2023, 23/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  3103/2023

23 Ιουλίου, 2025

[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 Συντάγματος

Μεταξύ:

N.L.N., 

από Νιγηρία

                                                                         Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών

Υπηρεσίας Ασύλου

                                            Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόρος για Αιτητή: Χρ. Παφίτη (κα), για Ε. Μυριάνθους (κα)

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Ε. Χατζηγιάννη (κα), για Ρ. Προδρόμου (κα), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 27.06.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για άσυλο, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποία εγκατέλειψε το Νοέμβριο του 2020 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 24.01.2022.  Στις 14.06.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA, πρώην EASO, στο εξής αναφερόμενη ως «ΕUAA») ο οποίος υπέβαλε στις 16.06.2023 Έκθεση/Εισήγηση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης.  Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 27.06.2023 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 11.08.2023 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής προέβαλε, μέσω της συνηγόρου του, στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στη προώθηση του λόγου ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

 

Από την πλευρά τους, οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται  ότι η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις Διεθνείς Συμβάσεις, τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, των Κανονισμών και των Γενικών αρχών του Διοικητικού Δικαίου, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση, κατ' εφαρμογή των αρχών του Διοικητικού Δικαίου και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη.

 

Αξιολόγηση εκατέρωθεν ισχυρισμών και καταληκτικά συμπεράσματα

 

Αναφορικά με τους εναπομείναντες λόγους ακυρώσεως, επισημαίνω ότι ο ισχυρισμός περί έλλειψης αιτιολογίας προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά της υπόθεσης του Αιτητή[1].  Τούτο δε, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2]. Έχει πλειστάκις λεχθεί και από το παρόν Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία[3], ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[4].  Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας, χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως.

 

Τούτων εχόντων των πραγμάτων, επισημαίνω ότι σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι λόγοι προσφυγής που δεν αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αγόρευσης του Αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους.[5]

Συνεπώς ο ισχυρισμός περί έλλειψης αιτιολογίας απορρίπτεται ως γενικός και αόριστος αλλά και αλυσιτελής.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνω ότι αυτός συναρτάται και διασυνδέεται με την ίδια την ουσία της υπόθεσης και ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[6], θα προχωρήσω στην εξέταση  της ουσίας της υπόθεσης, σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό αυτόν.

 

Επί τούτου, επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου.  Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.  Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση.[7]

 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι ο αδελφός του αντιμετώπιζε προβλήματα με μια αιρετική ομάδα και ότι κάποια στιγμή του επιτέθηκαν και επειδή σκότωσε έναν από αυτούς, εισέβαλαν στο σπίτι του με τον ίδιο να καταφέρνει να διαφύγει.  Έκτοτε, άρχισαν να επιτίθενται στην οικογένεια του με αποτέλεσμα τον θάνατο του πατέρα του Αιτητή, ο οποίος πέθανε από υψηλή πίεση.  Μια εβδομάδα αργότερα, αφότου χτύπησαν τον Αιτητή με μαχαίρι στο αριστερό του πόδι, ορκίστηκαν ότι την επόμενη φορά που θα έρχονταν στο σπίτι, θα τον σκότωναν.  Ο Αιτητής, λαμβάνοντας βοήθεια από ένα φίλο του, έφυγε από τη χώρα και ταξίδεψε για την Κύπρο  (βλ. ερ. 1 δ.φ.). 

 

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Ogidi της πολιτείας Anambra και ότι η πρωτεύουσα Abuja, αποτελεί τον τελευταίο τόπο διαμονής του στη χώρα (βλ. ερ. 28/2X δ.φ.).  Ως οι ισχυρισμοί του, ο πατέρας του απεβίωσε και η μητέρα του διαμένει στην πόλη Umuleri της Anambra.  Ως οι δηλώσεις του, έχει τρία (3) αδέλφια εκ των οποίων ο ένας ζει στο Καμερούν, ο άλλος στην Anambra και η αδελφή του στην Akwa Ibom (βλ. ερ. 28/3X δ.φ.)  Ως προς την εκπαίδευση και την εργασία του, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση και ότι είχε τη δική του επιχείρηση πώλησης ανταλλακτικών μοτοσικλετών την οποία διατηρούσε αρχικά στην Onitsha (2011-2016) και έπειτα στην Abuja (2016-2018).  (βλ. ερ. 29/2X-3X δ.φ.)

 

 

Ως προς την ουσία του αιτήματός του και τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι το 2010 ο αδελφός του αγόρασε ένα τεμάχιο γης μεταξύ των περιοχών Ogidi και Onitsha. Για να μπορέσει να οικοδομήσει εκεί, υποχρεώθηκε να καταβάλει συγκεκριμένο χρηματικό ποσό στην τοπική αυτοδιοίκηση, το οποίο και πλήρωσε τον Ιούνιο του 2012. Εν συνεχεία, μια ομάδα νεαρών του ζήτησε να τους παραδώσει το ποσό που ήδη είχε καταβάλει. Κατά τη διάρκεια της ανέγερσης, οι νεαροί αυτοί τον επισκέφθηκαν δύο φορές απαιτώντας χρήματα και, όταν εκείνος αρνήθηκε τη δεύτερη φορά, σημειώθηκε επεισόδιο μεταξύ τους. Ο αδελφός του υπέβαλε σχετική καταγγελία στην τοπική αυτοδιοίκηση, η οποία με τη σειρά της απευθύνθηκε στην αστυνομία. Το 2014, μετά την πρόκληση φθοράς στον φράχτη του οικοπέδου από τους ίδιους νεαρούς, κάποιοι εξ αυτών συνελήφθησαν από τις αρχές.

 

Κατόπιν της σύλληψης, οι δράστες μετέβησαν στο πατρικό σπίτι του Αιτητή, αναζητώντας εξηγήσεις για τα γεγονότα. Κατά τη διάρκεια έντασης, ο αδελφός του, στην προσπάθειά του να διαφύγει, έσπρωξε έναν από τους νεαρούς, ο οποίος τραυματίστηκε θανάσιμα πέφτοντας στο έδαφος. Έκτοτε, ο αδελφός του εγκατέλειψε το πατρικό σπίτι και μετακινήθηκε στην κατοικία της μητέρας τους. Ωστόσο, οι επισκέψεις των εν λόγω ατόμων στο πατρικό επαναλήφθηκαν πολλές φορές, κατά τις οποίες απαιτούσαν από τον Αιτητή να τους παραδώσει τον αδελφό του.

 

Η όλη κατάσταση προκάλεσε έντονη ψυχολογική επιβάρυνση στον πατέρα του Αιτητή, με συνέπεια την εκδήλωση υπέρτασης και τελικά τον θάνατό του. Κατά τη διάρκεια ενός επεισοδίου στο πατρικό του, ο Αιτητής δέχθηκε επίθεση και τραυματίστηκε με μαχαίρι στο αριστερό του πόδι και χέρι, ενώ τα άτομα αυτά τον απείλησαν πως, αν δεν εντοπίσουν τον αδελφό του, την επόμενη φορά θα στραφούν εναντίον του ίδιου.

Ακολούθως, ο Αιτητής μετέβη στην κατοικία της μητέρας του, όπου όμως συνέχισε να υφίσταται παρενοχλήσεις τόσο στην οικία όσο και στον χώρο εργασίας του, γεγονός που τον ώθησε να μετακομίσει από την Anambra στην Abuja. Παρά ταύτα, το 2019, ενώ διέμενε στην Abuja, δέχθηκε εκ νέου απειλές, όταν εμφανίστηκαν οι ίδιοι στο κατάστημά του. Ένας φίλος του τότε τον προέτρεψε, δεδομένων των συνεχών μετακινήσεων και της επιμονής των δραστών, να εγκαταλείψει τη χώρα. (βλ. ερωτ. 27/2Χ, 26/1Χ–2Χ δ.φ.)

 

Κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του μέσω της υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων από το λειτουργό της EUAA (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός»), ο Αιτητής ανέφερε ότι οι παρενοχλήσεις που υπέστη τόσο στην κατοικία της μητέρας του όσο και στον χώρο εργασίας του έλαβαν χώρα κατά το χρονικό διάστημα 2015–2016. Περιγράφοντας τα σχετικά περιστατικά, δήλωσε ότι, ενώ διέμενε στο σπίτι της μητέρας του, τα εν λόγω άτομα επισκέπτονταν την οικία σε ώρες που απουσίαζε —όπως όταν μετέβαινε σε σπίτια γειτόνων ή φίλων— και, μη βρίσκοντάς τον εκεί, επιτίθεντο σε οποιονδήποτε συναντούσαν. Επιπλέον, όταν επισκέπτονταν το κατάστημά του και δεν τον έβρισκαν, αποχωρώντας αφαιρούσαν μέρος των εμπορευμάτων του (βλ. ερ. 26/4Χ, 25/1Χ δ.φ.).

 

Ερωτηθείς αν είχε εκ νέου επαφή με τα άτομα που τον αναζητούσαν μετά το περιστατικό στην Ogidi, κατά το οποίο του ζήτησαν να τους παραδώσει τον αδελφό του, ο Αιτητής απάντησε ότι τους είδε ξανά το βράδυ κατά το οποίο δέχθηκε επίθεση με μαχαίρι (βλ. ερ. 25/2Χ δ.φ.)

 

Ο Αιτητής δήλωσε ότι το 2019 τα εν λόγω άτομα εντόπισαν τον τόπο διαμονής του στην Abuja και ότι βίωσε τρία περιστατικά σε σχέση με αυτούς. Συγκεκριμένα, την πρώτη φορά τον ακολούθησαν στην αγορά, αλλά λόγω του πλήθους δεν κατάφεραν να του επιτεθούν, αν και εκείνος τους αναγνώρισε. Τη δεύτερη φορά, επισκέφθηκαν τον επαγγελματικό του χώρο και προκάλεσαν σοβαρούς τραυματισμούς σε δύο νεαρά άτομα. Τέλος, στο τρίτο περιστατικό, προκάλεσαν εμπρησμό στην περιουσία του. Ερωτηθείς ποιο από τα γεγονότα αυτά αποτέλεσε την καθοριστική αιτία για την απόφασή του να εγκαταλείψει τη Νιγηρία, ο Αιτητής αναφέρθηκε στο τελευταίο, όταν ήρθαν στο κατάστημά του, επιτέθηκαν στους εργαζομένους προκαλώντας τους σοβαρές σωματικές βλάβες και στη συνέχεια έβαλαν φωτιά στην ιδιοκτησία του.

 

Σε σχέση με το πότε έλαβε χώρα το εν λόγω περιστατικό, απάντησε ότι συνέβη το 2019 και ότι αμέσως μετέβη στον αστυνομικό σταθμό για να το καταγγείλει. Δεδομένου ότι δεν γνώριζε τα ονόματά τους, περιορίστηκε στην περιγραφή της εξωτερικής τους εμφάνισης. Παρότι οι αστυνομικές αρχές τού ανέφεραν ότι θα καταδιώξουν τους δράστες, εντούτοις εκείνος συνέχισε να δέχεται απειλητικά τηλεφωνήματα (βλ. ερ. 25/1Χ, 3Χ, 24/1Χ δ.φ.) 

 

Όταν επισημάνθηκε στον Αιτητή η αντίφαση μεταξύ του αρχικού ισχυρισμού του ότι διέμενε με δύο αγόρια κατά το διάστημα 2013–2015 και της μεταγενέστερης αναφοράς του ότι τα εν λόγω άτομα δέχθηκαν επίθεση στο κατάστημά του το 2019, εκείνος διευκρίνισε ότι συγκατοικούσε μαζί τους την περίοδο 2018–2019. Αναφορικά με τη δεύτερη ασυμφωνία που εντοπίστηκε, ήτοι το γεγονός ότι υποστήριξε πως διατηρούσε επιχείρηση στην Abuja την περίοδο 2016–2018, ενώ ταυτόχρονα ανέφερε ότι το περιστατικό εμπρησμού της ιδιοκτησίας του έλαβε χώρα το 2019, απάντησε ότι πράγματι είχε το κατάστημα μέχρι το 2018, αλλά λόγω της ανασφάλειας που ένιωθε εξαιτίας των απειλών, το άνοιγε μόνο περιστασιακά — κάποιες φορές για μερικές εβδομάδες και άλλες το κρατούσε κλειστό (βλ. ερ. 24/1Χ δ.φ.)

 

Ερωτηθείς αν, μετά την αποχώρησή του από τη Νιγηρία, έλαβε χώρα οποιοδήποτε γεγονός που να ενίσχυσε τον φόβο του για επιστροφή, ο Αιτητής απάντησε ότι το 2022 σημειώθηκε επίθεση σε βάρος του αδελφού του, κατά την οποία του προκάλεσαν κατάγματα στο πόδι και στο κεφάλι, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις του για τρεις ημέρες (βλ. ερ. 24/3Χ δ.φ.)

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, παρατηρώ ότι ο Λειτουργός διαχώρισε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς:

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από τον Λειτουργό καθώς, ως κρίθηκε, στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ο δεύτερος ισχυρισμός, αφορούσε το αφήγημά του Αιτητή ότι  κατά το χρονικό διάστημα 2014–2020, υπήρξε αποδέκτης επανειλημμένων παρενοχλήσεων από ομάδα νεαρών, ως συνέπεια των ενεργειών του αδελφού του. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε, καθώς, κατά την κρίση του λειτουργού, δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική του αξιοπιστία.

 

Σε σχέση με τον δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ουσιώδεις πληροφορίες που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του, ενώ οι απαντήσεις που παρείχε στις σχετικές ερωτήσεις χαρακτηρίστηκαν ως ασαφείς, αόριστες, αντιφατικές, χωρίς συνοχή και μη ευλογοφανείς. Επισημάνθηκε ότι ο Αιτητής αδυνατούσε να περιγράψει με σαφήνεια και επάρκεια τόσο τα φερόμενα περιστατικά όσο και την ένταση των παρενοχλήσεων που ισχυρίστηκε ότι υπέστη από την ομάδα των ατόμων.

 

Ειδικότερα, οι αναφορές του σχετικά με την αγορά γης από τον αδελφό του, την καταβολή χρηματικού ποσού στην τοπική αυτοδιοίκηση, τις απαιτήσεις των νεαρών για εκ νέου πληρωμή του ποσού, τα γεγονότα που συνέβησαν στον ίδιο, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο οι πράξεις του αδελφού του τον επηρέασαν και τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα, κρίθηκαν μη εξειδικευμένες και ανεπαρκώς τεκμηριωμένες. (βλ. ερ. 27/2Χ, 26/1Χ–2Χ δ.φ.)

 

Αναφορικά με τα φερόμενα περιστατικά στο Umuleri, ο Αιτητής προέβη σε γενικές και αόριστες δηλώσεις, αναφέροντας ότι όταν δεν τον έβρισκαν στο σπίτι, επιτίθεντο σε οποιονδήποτε συναντούσαν, ενώ κάποιες φορές, όταν δεν τον έβρισκαν στο κατάστημά του, αφαιρούσαν μέρος των εμπορευμάτων του. Η εξήγησή του ότι απουσίαζε επειδή επισκεπτόταν σπίτια γειτόνων ή φίλων δεν κρίθηκε λογική (βλ. ερ. 26/4Χ δ.φ.)

 

Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι τα ως άνω συνέβησαν την περίοδο 2015–2016, ωστόσο σε προγενέστερο σημείο της συνέντευξης ανέφερε ότι κατά το ίδιο χρονικό διάστημα διέμενε στην Ogidi, γεγονός που δημιουργεί αντίφαση (βλ. ερ. 28/2Χ, 25/1Χ δ.φ.). Ως προς τα τρία περιστατικά που υποστήριξε ότι βίωσε στην Abuja, ο Αιτητής δεν παρέθεσε επαρκείς λεπτομέρειες. Για το πρώτο, ανέφερε απλώς ότι τον ακολούθησαν στην αγορά αλλά δεν του επιτέθηκαν λόγω της παρουσίας πλήθους — στοιχείο που, κατά την κρίση του Λειτουργού, δεν συνιστά παρενόχληση. Για το δεύτερο, περιέγραψε με γενικότητα ότι τα εν λόγω άτομα προσέβαλαν σοβαρά τα δύο αγόρια που βρίσκονταν στο κατάστημά του ενόσω εκείνος απουσίαζε. Τέλος, για το τρίτο περιστατικό περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι προκάλεσαν πυρκαγιά στην ιδιοκτησία του, χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση (βλ. ερ. 25/3Χ δ.φ.).

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού, o Λειτουργός ανατρέχοντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης παρέθεσε πληροφορίες γενικού περιεχομένου που επιβεβαίωναν την ύπαρξη συμμοριών στη Federal Capital Territory όπου και βρίσκεται η πρωτεύουσα Abuja. Ωστόσο, συνεπεία της αδυναμίας του Αιτητή να παραθέσει συγκεκριμένες, λεπτομερείς, συνεκτικές και ευλογοφανείς πληροφορίες, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε (βλ. ερυθρά 52-51 του δ.φ.).

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών του στοιχείων, που αποτελούσε και τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ο Λειτουργός επεσήμανε ότι δεν συνέτρεχαν εύλογοι λόγοι να γινόταν αποδεκτό ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του, θα κινδύνευε με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Επισημάνθηκε ότι επρόκειτο για άτομο που δεν παρουσίαζε θέματα ευαλωτότητας καθώς και ότι στην Abuja στην οποία αναμενόταν να επέστρεφε, δεν παρατηρούνταν συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Κρίθηκε συνεπώς ότι ο Αιτητής κατά την εκεί επιστροφή του, δεν θα αντιμετώπιζε δίωξη η πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. (βλ .ερ.51 δ.φ.).

 

Κατά τη Νομική Ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το Άρθρο 1Α 2 της συνθήκης της Γενεύης και του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 αφού δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του Αιτητή τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.  Όσον αφορά την υπαγωγή του στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας ο Λειτουργός κατέληξε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 καθώς ο Αιτητής εάν επέστρεφε στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) ή να υφίστατο βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (β). Κρίθηκε περαιτέρω αναφορικά με το άρθρο 19 (2) (γ), ότι ο Αιτητής επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτής άσκησης βίας σε συνθήκες ένοπλης σύρραξης (βλ. ερ. 50-49 δ.φ.).

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των

νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του Λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Καταρχάς, συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι.

 

Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη Νιγηρία επειδή δεχόταν παρενοχλήσεις από μια ομάδα ατόμων και αυτό λόγω των πράξεων του αδελφού του, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του Λειτουργού περί έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη. Πράγματι, η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από ουσιώδεις ασάφειες, γενικόλογες αναφορές και αντιφατικές απαντήσεις, γεγονός που καθιστά αδύνατο τον σχηματισμό πεποίθησης ως προς την αληθοφάνεια των γεγονότων που επικαλείται.

 

Πρόσθετα των όσων επισημάνθηκαν από το Λειτουργό, κρίνω σκόπιμο να επισημάνω ορισμένα ακόμη στοιχεία που εντείνουν την αναξιοπιστία του Αιτητή.

 

Καταρχάς, αν και ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε παρενοχλήσεις από άτομα με τα οποία ο αδελφός του είχε προηγούμενα, ουδέποτε κατονόμασε τα εν λόγω πρόσωπα ή προσδιόρισε ποιοι ήταν, περιοριζόμενος σε γενικές αναφορές όπως «group of boys», «them» και «they» (βλ. ερ. 27/2Χ, 26/4Χ, 25/3Χ δ.φ.). Επιπλέον, το γεγονός ότι οι παρενοχλήσεις που, κατά τον ισχυρισμό του, έλαβαν χώρα στο σπίτι και στο κατάστημά του κατά την περίοδο που διέμενε στο σπίτι της μητέρας του στην Umuleri συνέβησαν εν τη απουσία του, υποδεικνύει ότι οι δηλώσεις του δεν βασίζονται σε προσωπική βιωματική εμπειρία (βλ. ερ. 26/4Χ δ.φ.).

 

Αντίστοιχη έλλειψη βιωματικότητας διαπιστώνεται και αναφορικά με τα τρία περιστατικά που, κατά τον ισχυρισμό του Αιτητή, έλαβαν χώρα στην Abuja. Ειδικότερα, στο πρώτο περιστατικό ανέφερε ότι δεν ήρθε σε άμεση επαφή με τους δράστες, καθώς στην αγορά υπήρχε πλήθος κόσμου, ενώ κατά τη δεύτερη και τρίτη περίπτωση δήλωσε ότι, όταν οι δράστες μετέβησαν στο κατάστημά του, εκείνος απουσίαζε (βλ. ερ. 25/3Χ δ.φ.).

 

Επιπλέον, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με σαφήνεια το χρονικό πλαίσιο εντός του οποίου έλαβαν χώρα τα φερόμενα περιστατικά, καθότι αναφέρθηκε με γενικό και αόριστο τρόπο, ισχυριζόμενος ότι οι παρενοχλήσεις στο Umuleri συνέβησαν μεταξύ 2015–2016 και στην Abuja το 2019, χωρίς να παραθέσει περαιτέρω χρονικές διευκρινίσεις (βλ. ερ. 25/1Χ, 3Χ δ.φ.).

 

Πέραν των ανωτέρω, διαπιστώνονται πρόσθετες αντιφάσεις στις δηλώσεις του Αιτητή. Συγκεκριμένα, ανέφερε αρχικά ότι συγκατοικούσε με δύο αγόρια την περίοδο 2013–2015, ενώ σε μεταγενέστερο σημείο ισχυρίστηκε ότι τα ίδια άτομα δέχθηκαν επίθεση στο κατάστημά του το 2019. Όταν του επισημάνθηκε η αντίφαση αυτή, απάντησε ότι διέμενε με τα δύο αγόρια κατά την περίοδο 2018–2019, υποπίπτοντας εκ νέου σε αντιφατικό ισχυρισμό (βλ. ερ. 28/2Χ, 25/3Χ, 24/1Χ δ.φ.). Επιπλέον, ενώ προέβαλε ότι διατηρούσε την επιχείρησή του στην Abuja από το 2016 έως το 2018, το περιστατικό εμπρησμού της ιδιοκτησίας του τοποθετήθηκε χρονικά από τον ίδιο στο έτος 2019, εντείνοντας την ασυνέπεια στο αφήγημά του.

 

Όταν του επισημάνθηκε ότι η τελευταία του αναφορά σχετικά με τη λειτουργία του καταστήματος αντέβαινε στην αρχική του δήλωση, ο Αιτητής προέβαλε εκ νέου διαφορετική εκδοχή, αναφέροντας ότι διατηρούσε το κατάστημα μέχρι το 2018, αλλά λόγω του φόβου που ένιωθε εξαιτίας των απειλών, το άνοιγε μόνο κατά διαστήματα — κάποιες φορές για λίγες εβδομάδες και άλλες το κρατούσε κλειστό (βλ. ερ. 29/3Χ, 25/3Χ, 24/1Χ δ.φ.). Περαιτέρω, αντιφάσεις εντοπίζονται και μεταξύ των όσων καταγράφηκαν στην υποβληθείσα αίτηση ασύλου και όσων ανέφερε στη συνέντευξη. Συγκεκριμένα, στην αίτηση δήλωσε ότι οι παρενοχλήσεις που υπέστη προέρχονταν από αιρετική ομάδα και ότι τραυματίστηκε στο αριστερό του πόδι. Αντιθέτως, κατά τη συνέντευξη υποστήριξε ότι οι παρενοχλήσεις προέρχονταν από ομάδα αγοριών και ότι ο τραυματισμός του αφορούσε τόσο το αριστερό του πόδι όσο και το χέρι (βλ. ερ. 1, 27/2Χ, 26/1Χ δ.φ.)

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού, ως γεγονός που εδράζεται στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής του Αιτητή, το εν λόγω περιστατικό δεν είναι επιδεκτικό επαλήθευσης μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Η αδυναμία εξωτερικής τεκμηρίωσης καθιστά ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη ο Αιτητής να προσκομίσει έναν πειστικό, συνεκτικό και απαλλαγμένο αντιφάσεων ισχυρισμό, βάσει του οποίου να δύναται να στηριχθεί ευλόγως η πεποίθηση περί της πραγματικής τέλεσης των αναφερόμενων γεγονότων. Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να προσφέρει τέτοιο αφήγημα·

 

Δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας, της γενικότητας και της αντιφατικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής του συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EASO (νυν EUAA), Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System[8], σελ.169 όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

 

«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»

 

Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.

 

Καταλήγω συνεπώς ότι ο δεύτερος αυτός ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και αυτός απορρίπτεται για τους λόγους που έχουν ανωτέρω επεξηγηθεί.

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και του ισχυρισμού περί προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία.  Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:

 

«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβη» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[9] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[10], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Όπως επίσης διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[11] :

 

«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[12] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη και πρωτεύουσα της Νιγηρίας- AbujaΑπό την έρευνα αυτή, προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

·         Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP).  Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας -η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, το Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία- έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[13]

 

·         Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 06.07.2024 και 04.07.2025 στη Federal Capital Territory όπου βρίσκεται η Abuja, καταγράφηκαν συνολικά 250 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 98 ανθρώπων. Πιο αναλυτικά, 20 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 20 θύματα), 123 ως διαδηλώσεις (με 1 θύμα), 9 ως στρατηγικές εξελίξεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 58 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 44 θύματα), 2 ως εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (με 3 θύματα) και 38 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 30 θύματα)[14] Επίσης, στην Abuja βάσει της βάσης ACLED κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, καταγράφηκαν 93 διαμαρτυρίες (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 3 εξεγέρσεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 3 στρατηγικές εξελίξεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 1 έκρηξη/ απομακρυσμένη βία (με 1 θύμα) και 10 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 1 θύμα).[15]  Σημειωτέον δε, ότι ο πληθυσμός τoυ Federal Capital Territory καταγράφεται στους 3,067,500 κατοίκους[16] και της Abuja σε 2,690,000[17]

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.  Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι νεαρός άντρας, υγιής, απόφοιτος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας.  Ο Ατητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά λαμβάνω υπόψιν μου, πρόσθετα και συμπληρωματικά των ανωτέρω, ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή, συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα και με το πιο πρόσφατο Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 30.05.2025 (Κ.Δ.Π. 145/2025), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας ιθαγένειας. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Ενόψει των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

 

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 

 

 

 



[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14 ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2 η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552

[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.»

[3] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598

[4] Zωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007

[5] Βλ. συναφώς υπ. αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεώργιας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007.

[6] Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, N. 73(I)/2018

[7] Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010

[8] Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System' (2023), 136 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023- 02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 08.11.2024)

[9] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[10] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[11] Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

[12] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[13]  RULAC, 'Non - international Armed Conflicts in Nigeria', 2023, διαθέσιμο στοNon-International Armed Conflicts in Nigeria | Rulac (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης στις 11/07/2025)

[14] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης στις 11/07/2025)

[15] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 06/07/2024 – 04/07/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Protests/ Riots/ Strategic Developments/ Expl. Remote Violence και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria – Federal Capital Territory- Abuja) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 11/07/2025).

[16] CITY POPULATION, Africa: Nigeria – Federal Capital Territory διαθέσιμο σε  https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA015__federal_capital_territory/  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 11/07/2025)

[17] CITY POPULATION, Africa: NigeriaAbuja διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/?admid=5729 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 11/07/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο