A.S.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3918/23, 21/7/2025
print
Τίτλος:
A.S.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 3918/23, 21/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

      Υπόθεση Αρ. 3918/23

 

21 Ιουλίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

A.S.K.

Αιτητή

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 

 ..................................................

 

Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου

 

Γεωργία Καρατσιόλη για ΑΛ ΤΑΧΕΡ ΜΠΕΝΕΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Έλενα Ιωάννου και Θεοφανώ Βασιλάκη για Θεοχάρια Παπανικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ’ ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 22/7/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 05/05/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 09/05/2022 παρέλαβε Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).  Στις 13/07/2023 πραγματοποιήθηκε προφορική συνέντευξη του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερομηνίας 18/07/2023 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη του αιτήματος του αιτητή. Στις 22/07/2023, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης. Την 01/09/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε από τον ίδιο στις 21/09/2023. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρισε στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, δήλωσε πως προωθεί το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου και απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσαν μέσω της Γραπτής τους Αγόρευσης.  Κατά συνέπεια οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.

 

Οι ευπαίδευτες συνήγοροι των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής τους Αγόρευσης, αλλά και προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου, υποστηρίζουν τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρουν πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγούνται ότι  ο αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγούνται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ορθά απέρριψε το αίτημα του αιτητή για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας και αν εξέδωσε δεόντως αιτιολογημένη απόφαση.

 

Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του γιατί είχε τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του από το θείο του.  Συγκεκριμένα, καταγράφει πως έχασε τους γονείς του και ως ο μεγαλύτερος υιός της οικογένειας θα πρέπει να του παραδοθεί η οικογενειακή περιουσία.  Παρόλα αυτά ο θείος του ενδιαφέρεται για την περιουσία αυτή και προσπάθησε δύο φορές να τον σκοτώσει αλλά κατάφερε να δραπετεύσει με τη βοήθεια κάποιου φίλου του (ερυθρά 1-3, του διοικητικού φακέλου).  

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε και ανέφερε ως περιοχή καταγωγής του την πόλη Makeni, της Bombali.  Όπως ανέφερε, από το 2018 διέμενε στην πρωτεύουσα Freetown την οποία δήλωσε ως περιοχή συνήθους και τελευταίας διαμονής του (ερυθρό 27 7χ, 8χ του διοικητικού φακέλου).  Ανάφερε ότι είναι ανύπαντρος και ότι γνωρίζει Αγγλικά και την τοπική διάλεκτο Krio.  Σε σχέση με τη θρησκεία του δήλωσε ότι είναι μουσουλμάνος.  Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι το 2021 ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα του, αλλά δεν συνέχισε την εκπαίδευση του γιατί αντιμετώπιζε προβλήματα τα οποία τον είχαν ωθήσει να εγκαταλείψει τη χώρα του  (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου).  Επιπρόσθετα, ανέφερε πως η οικογένειά του βρίσκεται στη Σιέρρα Λεόνε, ότι έχει τρείς αδερφές ηλικίας 24, 21 και 11 ετών οι οποίες φοιτούν σε Πανεπιστήμιο ενώ η μικρή σε δημοτικό σχολείο στην πόλη Makeni, όπου και διαμένουν. Πρόσθεσε ότι έχασε τους γονείς του στις 10/11/2021 μετά από μια έκρηξη του αυτοκινήτου στο οποίο μετέβαιναν (ερυθρό 27 1χ μέχρι 4χ του διοικητικού φακέλου)

 

 

 

Ο αιτητής δήλωσε πως ούτε ο ίδιος ούτε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειάς του είναι μέλος οποιασδήποτε πολιτικής, θρησκευτικής στρατιωτικής, εθνοτικής ή κοινωνικής οργάνωσης ή ομάδας στη χώρα καταγωγής του.  Πρόσθετα, ανέφερε πως δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα με τις αρχές της χώρας του κατά την έξοδο του από τη Σιέρρα Λεόνε.  Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του δήλωσε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω των απειλών που δεχόταν από τον θείο του, τον αδελφό του πατέρα του μετά το θάνατό του και για την περιουσία που κληρονόμησε από αυτόν.

 

Ο αιτητής δήλωσε πως τον είχε προσεγγίσει ο θείος του σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία, μετά την κηδεία των γονέων του στις 15/11/2021, και αφού ο ίδιος βρισκόταν στην πόλη Makeni στο σπίτι του, ο θείος του προσπάθησε να τον προσεγγίσει από το παράθυρο με ένα κοφτερό μαχαίρι, ωστόσο ο ίδιος το αντιλήφθηκε και τράπηκε σε φυγή. Έπειτα επέστρεψε την ίδια νύχτα στην πόλη όπου διέμενε στην Freetown και από τότε τίποτε δεν του είχε συμβεί.  Ενόψει του ότι κατά τη συμπλήρωση της αίτησης για διεθνή προστασία ο αιτητής ανάφερε ότι είχε απειληθεί δύο φορές από το θείο του, ο αρμόδιος λειτουργός του ζήτησε εάν επιθυμεί να σχολιάσει την τοποθέτησή του αυτή.  Τότε ο αιτητής διευκρίνισε πως το άλλο περιστατικό έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2021 όπου ο θείος του, του ανάφερε ότι θα κρατήσει τα έγγραφα για την περιουσία χωρίς να γίνει οτιδήποτε άλλο, πράγμα που δεν το θεώρησε ιδιαίτερα σημαντικό ο αιτητής προκειμένου να το ανέφερε από μόνος του στη συνέντευξη.  Τέλος, ο αιτητής δήλωσε πως ουδέποτε έχει κρατηθεί ή συλληφθεί στη χώρα καταγωγής του, αλλά ανέφερε πως σε περίπτωση επιστροφής του ότι θα τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του γιατί θα τον σκοτώσει ο θείος του.

 

 

 

Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του αιτητή ως κατωτέρω: Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα του αιτητή, το προφίλ του και τη χώρα καταγωγής του, ο οποίος έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης από το θείο του για τα περιουσιακά στοιχεία του πατέρα του.

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις του αιτητή δεν ήταν επαρκώς λεπτομερείς και ότι οι αναφορές του ήταν ανεδαφικές και επιπόλαιες.  Όλα όσα εντοπίστηκαν κατά το αφήγημά του, καταγράφονται με λεπτομέρεια στην έκθεση του λειτουργού και μέσω λεπτομερούς καταγραφής καταλήγει ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του.  Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, ο αρμόδιος λειτουργός δεδομένης της προσωπικής φύσης των ισχυρισμών του αιτητή, δεν διεξήγαγε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ως εκ τούτου, δεν αποδέκτηκε τον εν λόγω ισχυρισμό στο σύνολό του.

 

Υπό το φως του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή,  ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε κατά την αξιολόγηση του μελλοντοστραφούς κινδύνου, αφού παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση στη περιοχή καταγωγής και διαμονής του, ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, εφόσον ο αιτητής είναι άνδρας, υγιής, ενήλικας, με στοιχειώδη μόρφωση, χωρίς χαρακτηριστικά ευαλωτότητας.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.  Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, καθότι με βάση έρευνα που διεξήγαγε ο αρμόδιος λειτουργός διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση στον τόπο καταγωγής του, στον οποίο βρίσκεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή και στον οποίο αναμένεται να επιστρέψει, δεν χαρακτηρίζεται από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύγκρουση και ως εκ τούτου, δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης, εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση.  Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος ορθά έγινε αποδεκτός, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ. Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, θα πρέπει να αναφέρω πως διαφαίνεται από το αφήγημά του, ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προβάλει τον ισχυρισμό του με συνέπεια και λεπτομέρεια, αφού δεν παρουσίασε με τρόπο συνεκτικό και λεπτομερή τα όσα αφορούν τον πυρήνα του αιτήματός του.  Ο αιτητής αναφέρθηκε μόνο σε ένα περιστατικό απειλής από το θείο του και μάλιστα δεν κατάφερε να τεκμηριώσει και να αποδείξει  κατά το αφήγημά του ότι κινδυνεύει από το θείο του.

 

Θα πρέπει να διευκρινιστεί πως οι γονείς του αιτητή δήλωσε πως απεβίωσαν στις 10/11/2021 και κηδεύτηκαν στις 15/11/21 και όπως ανέφερε, ουδέποτε τον πλησίασε ο θείος του ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο μέχρι και τις 28/03/2022, όπου και εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του.  Όπως ανέφερε ζούσε κανονικά, εργαζόταν χωρίς να αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα.  Πέραν τούτου όπως τονίζει και ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, ο αιτητής διέμενε στην πόλη Freetown, η οποία αποτελεί μεγάλο αστικό κέντρο και πρωτεύουσα της χώρας και όχι σε οποιοδήποτε χωριό και θα μπορούσε να απευθυνθεί στις αρχές της χώρας του σε περίπτωση που όντως η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο.  Κατά συνέπεια, η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή στα πλαίσια του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού δεν τεκμηριώθηκε.

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή, διαφαίνεται πως τα ζητήματα που θέτει είναι εντελώς προσωπικής φύσεως και δεν δύναται να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που αφορούν τη χώρα καταγωγής του.  Κατά συνέπεια, με δεδομένο ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον δεύτερο ισχυρισμό εφόσον προέβη σε αοριστίες και γενικολογίες κατά το αφήγημά του, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής […]».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).

 

Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης στο σύνολό της, κρίνω ότι δεν υπάρχει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Κατά συνέπεια, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω αναλύσει ανωτέρω, ορθά κρίθηκε από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ότι δεν στοιχειοθετούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6(Ι)/2000, για να παρασχεθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.  Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.  Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.  

 

Σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη της διαδικτυακής πύλης  Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η Σιέρρα Λεόνε δεν βρίσκεται υπό ένοπλη σύρραξη.[1]  Περαιτέρω, σύμφωνα με πρόσφατα αριθμητικά δεδομένα από την βάση δεδομένων ACLED κατά την χρονική περίοδο 18/07/2024 – 18/07/2025 καταγράφηκαν στη χώρα 9  περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 3 ανθρώπινες απώλειες.[2] Επίσης, στην δυτική περιφέρεια/γεωγραφική ζώνη στην οποία υπάγεται η πόλη Freetown, η οποία προσδιορίστηκε ως περιοχή συνήθους διαμονής του αιτητή, καταγράφηκαν σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα 7  περιστατικά ασφαλείας χωρίς οποιεσδήποτε καταγεγραμμένες απώλειες. Τα 7 περιστατικά κατηγοριοποιήθηκαν ως ακολούθως: 4 διαμαρτυρίες (protests), 2 ταραχές (riots), και 1 περιστατικό βίας κατά πολιτών (violence against civilians).[3] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πόλης Freetown ανέρχεται σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2025, στα 1.387.000 κατοίκους.[4]

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι νεαρός άνδρας, υγιής, με ικανοποιητικό μορφωτικό υπόβαθρο, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα. 

 

Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Συνεπώς, ο ισχυρισμός του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι  απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή. 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] RULAC, Geneva Academy, https://www.rulac.org/browse/map [Ημερομηνία Πρόσβασης: 18/07/2025]

[2]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 18/07/2024 – 18/07/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Sierra Leone)

[3]ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 19/07/2024 – 18/07/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Sierra Leone, ADMIN: Western, LOCATION: Freetown)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο