
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.3967/24
29 Ιουλίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Α. Η. Η. J. S.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κος Χρ. Χριστοδουλίδης, Δικηγόρος για Αιτητή
Κα Μ. Βασιλείου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αίτηση ημ.19/06/25 για Επαναφορά της Προσφυγής
Κατ’ αρχήν κρίνω σκόπιμο να παραθέσω σύντομο ιστορικό της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας. Η με τον ως άνω τίτλο και αριθμό προσφυγή καταχωρίστηκε αρχικώς από τον αιτητή προσωπικά και ορίστηκε για 1η δικάσιμο στις 07/11/24. Στις 21/10/24 ο αιτητής διόρισε δικηγόρο, ο οποίος καταχώρησε σχετικό σημείωμα και διοριστήριο. Στις 22/11/24 καταχωρήθηκε ένσταση από τους καθ’ ων η αίτηση, η οποία όμως, δεδομένου και του ότι δεν φέρει τα στοιχεία του συνηγόρου του αιτητή, δεν υπάρχουν στοιχεία που να δεικνύουν επεδόθη σ’ αυτόν. Κατόπιν αρκετών αναβολών δια ανακοίνωσης η οποία δημοσιεύτηκε με οδηγίες όπως καταχωριστεί η αγόρευση του αιτητή, τελικώς η υπόθεση ορίστηκε στις 05/06/25, με οδηγίες πάλι να καταχωριστεί αγόρευση αιτητή, με ρήτρα απόρριψης. Στις 24/05/25 απεστάλη δια email μήνυμα από τον συνήγορο του αιτητή προς το Δικαστήριο, το οποίο κοινοποιήθηκε στους καθ’ ων η αίτηση, όπου ανέφερε ότι έλαβε την ένσταση των καθ’ ων η αίτηση μόλις την προηγούμενη μέρα και επιθυμεί να καταχωρήσει αίτηση τροποποίησης και δια τούτο ζητά η υπόθεση να παραμείνει με φυσική παρουσία κατά την επόμενη τότε δικάσιμο, ήτοι στις 05/06/25, όπερ και εγένετο.
Στη δικάσιμο στις 05/06/25 ο συνήγορος του αιτητή δεν εμφανίστηκε, είχε δε υποβληθεί αίτημα απόρριψης της προσφυγής, το οποίο απορρίφθηκε από το Δικαστήριο και έτσι η προσφυγή ορίστηκε εκ νέου στις 13/06/25, με ρήτρα απόρριψης σε περίπτωση που ο συνήγορος του αιτητή δεν εμφανιζόταν. Εκείνη την ημέρα το Δικαστήριο επελήφθη της προσφυγής στις 10:35, στην απουσία και πάλι του συνηγόρου του αιτητή και, κατόπιν εκ νέου αιτήματος από τους καθ’ ων η αίτηση για απόρριψη της λόγω μη προώθησης της, αυτό έγινε δεκτό, με αποτέλεσμα την απόρριψη της προσφυγής.
Στις 19/06/25 καταχωρήθηκε η υπό κρίση αίτηση επαναφοράς, η οποία και ορίστηκε στις 07/07/25. Κατ’ εκείνη την δικάσιμο οι καθ’ ων η αίτηση είχαν ήδη καταχωρήσει ένσταση (01/07/25) και έτσι εκείνη την μέρα διεξήχθη, κατόπιν εισήγησης αμφότερων των μερών, ακρόαση της αιτήσεως ημ.19/06/25, δια προφορικών τοποθετήσεων.
Στην Ένορκη Δήλωση (στο εξής ΕΔ) που υποστηρίζει την υπό κρίση αίτηση, δικηγόρος που συνεργάζεται στο γραφείο του δικηγόρου του αιτητή, ο οποίος, ως αναφέρει, έχει γνώση των γεγονότων τα οποία καταγράφει από ενημέρωση που έλαβε από τον ίδιο τον αιτητή αλλά και τον δικηγόρο που την χειρίζεται, είναι δε πλήρως εξουσιοδοτημένος προς τούτο.
Ως αναφέρει λοιπόν ο ενόρκως δηλών αναφέρει ότι έλαβε την ένσταση των καθ’ ων η αίτηση επί της με τον ως άνω τίτλο και αριθμό προσφυγής μόλις στις 23/05/25, κατόπιν μετάβασης του στην Νομική Υπηρεσία, και απέστειλε το email ημ.24/05/25, ζητώντας να παραμείνει η υπόθεση για συζήτηση με φυσική παρουσία στις 05/06/25. Κατ’ εκείνη την ημερομηνία, ως αναφέρει, «[λ]όγω υπαιτιότητας [τους] […] επειδή την ημέρα εκείνη [βρίσκονταν] ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ενώπιον του Κακουργιοδικείου δεν κατέστη δυνατό να εμφανιστεί εγκαίρως κάποιος» (παρ.2 ΕΔ). Στη συνέχεια ο συνήγορος του αιτητή επικοινώνησε με το Πρωτοκολλητείο, ως αναφέρει, για να πληροφορηθεί για τη νέα δικάσιμο, όπου, «είτε λόγω δικού [τους] (σ.σ. των δικηγόρων του αιτητή) σφάλματος είτε λόγω λανθασμένης πληροφορίας, σημειώθηκε ως νέα ημερομηνία η 23/06/25» (παρ.2 ΕΔ). Στις 13/06/25 (ημέρα κατά την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή) είχε ζητηθεί «επίσημα η επόμενη δικάσιμος της συγκεκριμένης υπόθεσης, οπόταν και [ενημερώθηκαν] πως η υπόθεση […] απορρίφθηκε» (παρ.2 ΕΔ). Ως περαιτέρω δε αναφέρει «[ο] αιτητής ουδέποτε είχε πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής του […] και εκ παραδρομής δεν εμαφνίστηκε κάποιος την 05/06/25 για να την συζητήσει, ενώ αναφορικά με την δικάσιμο της 13/06/25 δεν [γνώριζαν] πως ήταν ορισμένη εκείνη την ημερομηνία.» (Παρ.3 ΕΔ).
Κατά την ακρόαση της υπό κρίση αιτήσεως ο συνήγορος του αιτητή επανέλαβε ότι δεν υπήρχε εν προκειμένω πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής και παρέπεμψε επί τούτου το Δικαστήριο στην Tsingi v. The Republic (1984) 3 CLR 1262.
Οι καθ’ ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση, η οποία υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση (στο εξής ΕΔ) δικηγόρου της Δημοκρατίας, ο οποίος δηλώνει γνώση των γεγονότων ως προκύπτει από το φάκελο της υπόθεσης και ότι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος να προβεί στην εν λόγω ΕΔ. Μετά από παράθεση σύντομου ιστορικού της διαδικασίας και παραπέμποντας στον κ.12 από τους περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2019, αναφέρει ότι με την αίτηση δεν αποκαλύπτεται κάποιος λόγος που να αιτιολογεί την επαναφορά της προσφυγής, με δεδομένη την μη καταχώρηση γραπτής αγόρευσης του αιτητή και τη μη εμφάνιση του δικηγόρου του κατά την ημέρα που η προσφυγή απορρίφθηκε. Σημειώνει δε ότι η υπό κρίση αίτηση «σκοπείται η κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας» (Παρ.12 ΕΔ) και ότι «σκοπός της παρούσας αίτησης είναι η υπερφαλάγγιση των δικονομικών διατάξεων και η αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών» και πως η εμφάνιση του αιτητή κατά τη δικάσιμο «σχετίζεται άμεσα με την απονομή της δικαιοσύνης και δεν συνιστά θέμα απλής τυπικότητας, αλλά θέμα ουσίας που άπτεται του θεμελίου της απονομής δικαιοσύνης» (παρ.13 ΕΔ).
Κατά την ακρόαση της παρούσης ο συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση παρέπεμψε το Δικαστήριο στην Bαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 ΑΑΔ 698, επαναλαμβάνοντας εν τάχει τα όσα επί της ενστάσεως καταγράφονται.
Τα ως άνω συνοψίζουν τα γεγονότα καθώς και τα νομικά επιχειρήματα εκατέρωθεν που αφορούν την υπό κρίση αίτηση.
Προχωρώ σε εξέταση της παρούσης αιτήσεως.
Στην υπόθεση Tsingi v. The Republic (1984) 3 CLR 1262, ημ.31/04/84, αναφέρθηκε ότι η επαναφορά προσφυγής η οποία έχει απορριφθεί επειδή έχει θεωρηθεί εγκαταλειφθείσα εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστή:
«As it appears from the aforementioned affidavit of counsel for the applicant that this recourse has never been actually abandoned I have to determine it in accordance with Article 146.4 and in order to do so I have to reinstate it, inasmuch as it was dismissed on the incorrect assumption that, due to the long delay of counsel for the applicant to file his written address, it had been abandoned.
I have no doubt that I have inherent jurisdiction to reinstate this case in the present circumstances and, in any event, I possess competence under both rule 19 of the Supreme Constitutional Court Rules of Court and rule 14 of Order 26 of the Civil Procedure Rules, to the extent to which it is applicable to a case of the present nature, to direct that my Order of the 31st May 1983 which dismissed this recourse should be set aside so that, in effect, the proceedings in it will continue as if it had never been dismissed.»
Παρόμοια με την παρούσα γεγονότα εξετάστηκαν και στην AJET AVIATION LIMITED ν. Δημοκρατίας, (2008) 4 Α.Α.Δ. 53, ημ.30/01/08. Εκεί από λάθος στην καταγραφή της επόμενης δικασίμου στο ημερολόγιο των δικηγόρων του αιτητή εν τέλει δεν εμφανίστηκαν και δια τούτο απορρίφθηκε η προσφυγή ως εγκαταλειφθείσα, και αναφέρθηκαν τα εξής:
«Η νομολογία* καθιέρωσε αρχές οι οποίες διέπουν το θέμα της επαναφοράς προσφυγής. Προσφυγή η οποία απορρίπτεται χωρίς να εξεταστεί επειδή λόγω έλλειψης προώθησης, θεωρείται ως εγκαταλειφθείσα μπορεί να επαναφερθεί εφόσον φανεί στο Δικαστήριο ότι δεν υπήρξε στην πραγματικότητα εγκατάλειψη της προσφυγής. Πρόκειται για προσέγγιση που επιβάλλει η φύση της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας. Επομένως στα πλαίσια της αίτησης για επαναφορά, εξετάζεται το κατά πόσο πράγματι δεν υπήρχε αυτό που είχε θεωρηθεί από το Δικαστήριο ως πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής. Στην υπόθεση Ελεύθερον Εργατικόν Σωματείον Μεταφορών και Γεωργίας ΣΕΚ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 1, διευκρινίστηκε ότι η αίτηση για επαναφορά θα πρέπει, για να επιτύχει, «να γίνεται μέσα σε εύλογα σύντομο χρόνο».
Στην Ελεύθερον Εργατικόν Σωματείον Μεταφορών και Γεωργίας ΣΕΚ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 1, στην οποία γίνεται αναφορά στην ανωτέρω υπόθεση, λέχθηκε ότι «[ο] εύλογα σύντομος χρόνος κρίνεται από το Δικαστήριο με βάση τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης.».
Στη Bαρδιάνος ν. Richards (1998) 1 ΑΑΔ 698, ημ.14/04/98, λέχθηκαν τα εξής:
«Ο διάδικος δεν μπορεί, κατά κανόνα, να προβάλλει το λάθος, αμέλεια ή παράλειψη του δικηγόρου του για να πετυχαίνει την παράταση προθεσμιών ή την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών. Θα αποτελούσε ένα εύσχημο τρόπο υπερφαλάγγισης των δικονομικών διατάξεων. Από τη συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα αυτά εξαρτάται η απρόσκοπτη απονομή της δικαιοσύνης και συνακόλουθα το κύρος της. Μας ενισχύουν, σε αυτή τη θέση, τα λεχθέντα στην υπόθεση Grand Metropolitan Nominee (No 2) Co Ltd v. Evans, The Times Law Reports, May 15, 1992:
"The court should not be astute to find excuses for such failure since obedience to orders of the court is the foundation on which its authority is founded."
Βλέπε επίσης Μιχαηλίδης ν. Χρίστου (1996) 1(Β) Α.Α.Δ. 1190, Κληρίδης ν. Σταυρίδη (1997) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1348.
Διαφορετική αντιμετώπιση θα δημιουργούσε επικίνδυνα ρήγματα στην απονομή της δικαιοσύνης. Ως προς την πρόθεση του διαδίκου την απάντηση έδωσε η απόφαση στην Άλκης Χ. Χατζηκυριάκος (Μπισκότα Φρου-Φρου) Λτδ. ν. Τerzian Trading House Ltd. (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 102:
"Η απουσία πρόθεσης εκ μέρους του διαδίκου να εγκαταλείψει τη διαδικασία δεν είναι αφεαυτής αποφασιστική για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου."»
Στη δε Σταυρινάκης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 5663/2013, απόφαση Ολομέλειας, ημ.24/02/14, λέχθηκαν τα έξης:
«Το κριτήριο που προκύπτει ότι εφαρμόζεται σε περιπτώσεις επαναφοράς Αίτησης απορριφθείσας λόγω μη προώθησης της είναι κατά πόσον υπήρξε, επί του όλου ιστορικού, πραγματική πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής και με σχετικό παράγοντα το εύλογο του χρόνου αντίδρασης στην απόρριψη.
Κοινό κριτήριο στις περιπτώσεις απόσυρσης και στις περιπτώσεις απόρριψης λόγω μη προώθησης φαίνεται να είναι η πραγματικότητα της πρόθεσης εγκατάλειψης της προσφυγής. Το κριτήριο όμως έχει διαφορετικές παραμέτρους σε κάθε περίπτωση.
Οι παράμετροι που αφορούν περιπτώσεις απόρριψης λόγω μη προώθησης συναρτώνται πρωτίστως προς τη διαπίστωση της πρόθεσης μη εγκατάλειψης με αναφορά στις συνθήκες της μη προώθησης και το όλο ιστορικό της υπόθεσης, ώστε να μπορέσει να συναχθεί, αντικειμενικώς, το ζητούμενο, καθ΄ όσον δεν υπήρξε θετική έκφραση της πρόθεσης εγκατάλειψης παρά μόνο παράλειψη προώθησης. »
Το απαύγασμα της νομολογίας, ως εκ των ως άνω προκύπτει, είναι πως η πρόθεση εγκατάλειψης της διαδικασίας υπό του διαδίκου δεν είναι αφ’ εαυτής αποφασιστική κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Τα δε λάθη και παραλείψεις του δικηγόρου του δεν μπορούν, κατά κανόνα, να προβάλλονται με σκοπό την αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών. Η δε βαρύτητα που θα δοθεί στις παραμέτρους που εξετάζονται, μεταξύ των οποίων η συμπεριφορά του αιτητή αλλά και ο χρόνος που παρήλθε από την απόρριψη μέχρι να καταχωριστεί αίτημα επαναφοράς, ποικίλει, με αναφορά βεβαίως στο όλο ιστορικό εκάστης περίπτωσης.
Λαμβανομένου υπόψη του ιστορικού της παρούσης, θεωρώ πως έχουν καταδειχθεί οι απαραίτητες συνθήκες που δικαιολογούν την επαναφορά της με τον ως άνω τίτλο και αριθμό προσφυγής. Τούτο γιατί η αντικειμενικώς αιτιολογημένη απουσία του συνηγόρου του αιτητή κατά τη δικάσιμο, όταν απορρίφθηκε η προσφυγή, αλλά και της προηγούμενης δικασίμου (05/06/25 και 13/06/25), δεδομένης της επικοινωνίας του με το Δικαστήριο λίγο πριν τις εν λόγω δικασίμους (με email ημ.24/05/25, όπου εκφράζει την πρόθεση του για τροποποίηση της προσφυγής και δηλώνει ότι τότε έλαβε, με δική του πρωτοβουλία, την ένσταση των καθ’ ων η αίτηση επί της προσφυγής, η δε συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση επιβεβαιώνει ρητώς τα εκεί λεχθέντα από τον συνήγορο του αιτητή) και λαμβανομένου υπόψη του άμεσου ενδιαφέροντος που επέδειξε ο αιτητής να αιτηθεί την επαναφορά της σε σύντομο χρονικό διάστημα, εν προκειμένω εντός 6 ημερών από την απόρριψη της προσφυγής, δεν δεικνύουν θεωρώ έλλειψη ενδιαφέροντος, τουλάχιστον όχι τέτοιου που να συνάγεται εξ αυτού ότι ενέργησε κατά τρόπο περιφρονητικό προς της διαδικασία και το Δικαστήριο, και ούτε και πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής. Δεν παραγνωρίζω βεβαίως ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου ασκείται με φειδώ, όμως, δεδομένων όσων πιο πάνω καταγράφω, θεωρώ ότι επιτρέπουν την άσκηση αυτής υπέρ του αιτητή στην παρούσα.
Δεδομένης λοιπόν και της διάφορης σε σχέση με την πολιτική δίκη φύσης της διαδικασίας, θεωρώ ότι η συμπεριφορά του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφεται, δεν είναι τέτοια που θα πρέπει να του στερήσει το δικαίωμα στην προώθηση της.
Εκδίδεται διάταγμα για επαναφορά της προσφυγής.
Δεδομένου ότι, παρότι η συμπεριφορά του αιτητή κρίθηκε συγγνωστή, με αποτέλεσμα την επαναφορά της προσφυγής, η όλη διαδικασία προκλήθηκε από λάθος του ίδιου του συνηγόρου του αιτητή, δεν επιδικάζονται έξοδα.
Η προσφυγή ορίζεται για περαιτέρω οδηγίες στις 15/09/25, ώρα 8.15 π.μ.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο