
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπoθ. Αρ.: 3995/23
10 Ιούλιος 2025
[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
E. K.
Αιτητής
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Α. Ιωαννίδου (κα) για Γ. Στυλιανού και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για τον Αιτητή
Κ. Ιμανίδης (κος) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Παρών ο Αιτητής.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 01/9/2023, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη, παράνομη, στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Παράλληλα καλεί το Δικαστήριο όπως αναγνωρίσει τον Αιτητή ως πρόσφυγα ή δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας[1]
Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση, αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο Α στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:
Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος Νιγηρίας και κάτοχος διαβατηρίου της χώρας καταγωγής του με ημερομηνία έκδοσης την 22/3/2021 και ημερομηνία λήξης την 21/3/2026. Κατά δήλωσή του στις 03/09/2021 εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και μέσω Τουρκίας μετέβη στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, από όπου στη συνέχεια εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, υποβάλλοντας στις 21/12/2022 αίτηση διεθνούς προστασίας.
Στις 18/07/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Αυθημερόν, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγείται την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή και στις 22/07/2023, συγκεκριμένος λειτουργός δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου κατόπιν εξέτασης της εισηγητικής έκθεσης αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή.
Η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε στον Αιτητή μέσω επιστολής των Καθ’ ων η αίτηση ημερομηνίας 01/09/2023 την οποία αυτός παρέλαβε δια χειρός θέτοντας την υπογραφή του στις 26/09/2023.
Εμπρόθεσμα, ο Αιτητής καταχώρησε, μέσω του συνηγόρου του, την με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή εναντίον της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, προβάλλοντας σωρεία νομικών ισχυρισμών για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, ωστόσο με τη γραπτή του αγόρευση περιορίστηκε στη προώθηση της θέση του περί έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα, έλλειψη αιτιολογίας και αναρμοδιότητα οργάνου. Παράλληλα, ισχυρίζεται ότι παραβιάστηκε εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση το ευεργέτημα της αμφιβολίας.
Οι Καθ’ων η αίτηση από τη πλευρά τους με την γραπτή τους αγόρευση υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της προσβαλλόμενης πράξης απορρίπτοντας όλους τους προωθούμενους από τον Αιτητή ισχυρισμούς. Αποτελεί θέση τους πως οι Καθ’ ων η αίτηση ενήργησαν ορθά και νόμιμα και μετά από δέουσα έρευνα εξέδωσαν πλήρως αιτιολογημένη απόφαση, ως εκ τούτου καλούν το Δικαστήριο όπως απορρίψει την προσφυγή και επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση.
Μέσω της απαντητικής του αγόρευσης, ο συνήγορος του Αιτητή υιοθετεί τα όσα υποστήριξε μέσω της γραπτής του αγόρευσης, δίδοντας έμφαση στην μη δέουσα έρευνα, την πραγματική και νομική πλάνη και την αναρμοδιότητα του οργάνου.
Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων ενώπιον του Δικαστηρίου η ευπαίδευτη συνήγορος για τον Αιτητή περιόρισε έτι περαιτέρω τους νομικούς ισχυρισμούς της στη μη διεξαγωγή δέουσας έρευνας από πλευράς των Καθ' ων η αίτηση κατά την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, εγκαταλείποντας τους λοιπούς λόγους ακύρωσης ως αυτοί προβάλλονται στην γραπτή αγόρευση του Αιτητή, ως εκ τούτου δεν θα αποτελέσουν πλέον αντικείμενο προς εξέταση.
Συγκεκριμένα, η ευπαίδευτη συνήγορός του Αιτητή ισχυρίζεται ότι δεν εξετάστηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση κατά πόσον οι αρχές της χώρας του Αιτητή δύναται να τον προστατεύσουν παρά το ότι η χώρα καταγωγής του (Νιγηρία) ανήκει στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας.
Έχω μελετήσει με μεγάλη προσοχή τα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους των διαδίκων και δεδομένου ότι το παρόν Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ουσιαστική ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που ο Αιτητής προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της νόμιμης άσκησης της διακριτικής τους ευχέρειας, εξετάζοντας παράλληλα και τον προωθούμενο από τον Αιτητή ισχυρισμό προς ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση.
Ο Αιτητής κατά την καταγραφή του αιτήματός του ανέφερε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας βασανιστηρίων που υπέστη από μία ομάδα ανθρώπων λόγω της ιδιότητάς του ως αγρότης, επειδή αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη γη του πατέρα του την οποία απαιτούσαν, ενώ απειλήθηκε με θάνατο σε περίπτωση που τον εντοπίσουν.
Στο πλαίσιο της συνέντευξης του και σε σχέση με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και ως περιοχή τελευταίας διαμονής του, την πόλη Benin της πολιτείας Edo στη Νιγηρία. Δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Η πατρική του οικογένεια αποτελείται από τους γονείς του, τα δύο αδέλφια του και την ετεροθαλή του αδελφή, οι οποίοι διαμένουν στην πόλη Benin. Δήλωσε επίσης πως το 2016 απόκτησε δίπλωμα στη διοίκηση επιχειρήσεων μετά από διετές πρόγραμμα σπουδών στο πανεπιστήμιο Delta, ενώ σχετικά με την εργασιακή του εμπειρία, δήλωσε πως από νεαρή ηλικία μέχρι και την αποχώρηση του από τη χώρα καταγωγής του εργαζόταν στο αγρόκτημα του πατέρα του.
Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά την ελεύθερή του αφήγηση, ανέφερε ότι η οικογένειά του αντιμετώπιζε περιουσιακή διαμάχη με τον θείο του (τον μεγαλύτερο αδελφό του πατέρα του), γεγονός που οδήγησε τα αδέλφια του να έρθουν αντιμέτωποι με πνευματικές επιθέσεις. Προβάλει επιπλέον πως οι γονείς του επιθυμώντας να τον προστατέψουν, τον συμβούλεψαν πως θα ήταν καλύτερα να αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής του.
Κατά την διάρκεια των διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο Αιτητής ανέφερε πως η εν λόγω περιουσιακή διαμάχη είχε ξεκινήσει μεταξύ των δύο αδελφών πολλά χρόνια προηγουμένως, ενώ ευρισκόταν ακόμη εν ζωή ο παππούς του Αιτητή, ενώ αναφέρθηκε σε απόφαση δικαστηρίου εναντίον του θείου, η οποία στάθηκε αφορμή ώστε ο τελευταίος να υποβάλει στην οικογένεια του Αιτητή σε πνευματικές πρακτικές χρόνια προηγουμένως. Ο Αιτητής αναφέρθηκε σε περιστατικό που επεσυνέβη με τον με το θείο του, όπου ο τελευταίος μαζί με επτά ακόμα άτομα μετέβησαν στη φάρμα όπου ο Αιτητής εργαζόταν με σκοπό να τον βλάψουν ωστόσο ο ίδιος κατόρθωσε να διαφύγει αφού συμφώνησε μαζί τους ότι δεν θα επιστρέψει ποτέ ξανά στη φάρμα, ενώ σε επόμενο σημείο της συνέντευξής του ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως εργαζόταν εκεί έως και την τελευταία ημέρα από την αναχώρησή του. Σε σχετική ερώτηση ο Αιτητής δήλωσε πως δεν του συνέβη το οτιδήποτε άλλο πέραν των ισχυριζόμενων λεκτικών απειλών από άγνωστα άτομα αλλά και του περιστατικού με το θείο του. Ερωτηθείς να διευκρινίσει για ποιο λόγο δεν είχε αναχωρήσει από την χώρα του νωρίτερα, αφού τα προβλήματα με το θείο του διαρκούσαν ήδη 7 έτη πριν την αναχώρησή του, απάντησε πως οι γονείς του προσπαθούσαν να αποταμιεύσουν χρήματα για το ταξίδι του.
Σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, δήλωσε πως φοβάται ως πρωτότοκο παιδί της οικογένειας ότι θα στοχοποιηθεί από το θείο του και θα χάσει την οικογένειά του.
Ο Αιτητής δε θεωρεί εφικτή την επιστροφή του, αλλά τόνισε πως το μόνο μέρος όπου θα μπορούσε να επιστρέψει είναι εκεί όπου ευρίσκεται η οικογένειά του.
Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην εισηγητική του έκθεση, διέκρινε δύο ουσιώδης ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά την υπηκοότητα του, την περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής του, την πόλη Benin, της πολιτείας Edo, και ο δεύτερος τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης από τον θείο του για τα περιουσιακά στοιχεία του πατέρα του.
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός αφού δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου και οι δηλώσεις του Αιτητή επιβεβαιώθηκαν και/ή εντοπίστηκαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Επιπλέον, ο Αιτητής προσκόμισε διαβατήριο από τη χώρα καταγωγής του.
Αντίθετα, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός έτυχε απόρριψης, καθότι διαπιστώνεται ότι κατά την προσπάθεια διευκρίνησης περαιτέρω πληροφοριών για υποστήριξη του ισχυρισμού, ο Αιτητής δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για να στηρίξει τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης. Συγκεκριμένα, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν πως ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει τέτοιους ισχυρισμούς με τους οποίους να αποτυπώνεται δίωξή του από τον θείο του. Η δήλωσή του πως εργαζόταν έως την αναχώρησή του από τη Νιγηρία στη φάρμα, υποβιβάζει τις αρνητικές προθέσεις του θείου του απέναντί στον Αιτητή. Επίσης, δεν κατάφερε να εξηγήσει γιατί δεν στοχοποιήθηκε προσωπικά σε προγενέστερο χρόνο. Κρίθηκε επιπλέον πως η πράξη δίωξης που περιέγραψε ο Αιτητής δεν είναι αρκούντως σοβαρή και δεν παραπέμπει σε δυσμενή πράξη δίωξης εναντίον του.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής, δε δύναται να γίνουν αποδεκτά αφού δεν τεκμηριώθηκε η οποιαδήποτε μορφή δίωξης ως προς το πρόσωπο του. Ως εκ τούτου ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Υπό το φως του μοναδικού ισχυρισμού που έγινε αποδεκτός και αφορά στα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, κατά την αξιολόγηση κινδύνου και τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός, έκρινε ότι δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης για κάποιον από τους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου και άρα ο Αιτητής δεν δικαιούται να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας. Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής ότι δεν μπορεί να αναγνωριστεί ούτε ως δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψε ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, όπως προνοείται στο άρθρο 19 (1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικά ως προς το στοιχείο (γ) του άρθρου 19 (2) ο αρμόδιος λειτουργός παρέπεμψε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επισημαίνοντας ότι στη Νιγηρία δεν παρατηρούνται συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Τούτων λεχθέντων οι Καθ' ων η αίτηση απέρριψαν το αίτημα του Αιτητή στο σύνολό του ως αβάσιμο.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής». Για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.
Το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον Αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. Ο Αιτητής έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του, ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομικής διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του Αιτητή, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός. Επί τούτου ο συνήγορος του Αιτητή ισχυρίζεται ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση στα πλαίσια εξέτασης της αίτησής του, δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα.
Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, Α. Παπουτέ ν. Χρ. Κασάπη και Κυπριακής Δημοκρατίας, Συν. Αναθ. Έφεση 112/15 και 131/15 ημερομηνίας 13/07/2022). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.
Στο πλαίσιο ελέγχου της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, με βάση τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και κυρίως το πρακτικό της διενεργηθείσας συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και της εισηγητικής έκθεσης, κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού βάσει των δηλώσεων που ο Αιτητής προέβαλε κατά την προφορική του συνέντευξη, ως προς τον ουσιώδη ισχυρισμό που αφορά τη χώρα καταγωγής, την ταυτότητα, τα προσωπικά του στοιχεία και τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του, που αφορά ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή από τον θείο του για περιουσιακούς λόγους, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται μη επαρκείς ως προς τις λεπτομέρειες, ασαφείς, σε σημεία αντιφατικές και μη εύλογες. Ειδικότερα αναφέρω τα εξής: o Αιτητής ανέφερε πως το πρόβλημα με το θείο του υφίστατο τουλάχιστον τα τελευταία επτά χρόνια πριν την εγκατάλειψη της χώρας του, γεγονός που από μόνο του γεννά αμφιβολίες για τη σοβαρότητα της κατάστασης και το επίπεδο του κινδύνου, αφού παρήλθαν 7 έτη ώστε ο Αιτητής να αναχωρήσει από τη Νιγηρία. Η αναφορά του Αιτητή στο περιστατικό όπου ο θείος του συνοδευόμενος από άλλα άτομα μετέβησαν στη φάρμα ενόσω ο Αιτητής εργαζόταν είναι ιδιαιτέρως γενική και συνοπτική ως προς τις λεπτομέρειες, καθώς δήλωσε ότι προσπάθησαν να τον ακινητοποιήσουν αλλά ο ίδιος κατόρθωσε να διαφύγει. Αντίφαση παρατηρείται στις δηλώσεις του Αιτητή ως προς το κατά πόσον υπέστη οποιαδήποτε βλάβη προσωπικά ένεκα του πιο πάνω περιγραφόμενου περιστατικού, καθότι αρχικά αποκρίθηκε αρνητικά και στη συνέχεια δήλωσε ότι προσπάθησαν να τον χτυπήσουν στο μάτι και πως είχε πόνο στο στέρνο. Επίσης, χωρίς ευλογοφάνεια ο Αιτητής τοποθετείται όσον αφορά τη διαφυγή του, αφού αρχικά ανέφερε ότι κατάφερε να τους ξεφύγει και έπειτα δήλωσε πως του επέτρεψαν να αναχωρήσει επειδή υποσχέθηκε να μην μεταβεί ξανά στο μέλλον στην εν λόγω φάρμα. Σε πλήρη αντίφαση με τον κίνδυνο που δήλωσε ο Αιτητής πως διατρέχει από το θείο του, αλλά και με την ισχυριζόμενη υπόσχεσή του να μην μεταβεί ξανά στη φάρμα, έρχεται η αναφορά του πως εκεί εργαζόταν έως και την τελευταία ημέρα προ της αναχωρήσεώς του, δήλωση που υποβιβάζει τις δηλώσεις του περί των συνεχών απειλών εναντίον του. Αξιοσημείωτο είναι το ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως επιστρέφοντας θα στοχοποιηθεί από το θείο του όντας πρωτότοκος υιός της οικογένειας, αλλά απέτυχε να εξηγήσει για ποιο λόγο στοχοποιήθηκαν πρώτα τα αδέλφια του δηλώνοντας πως πιστεύει ότι οι γονείς του τον προστάτευσαν, ενώ δεν γνωρίζει γιατί δεν έπραξαν το ίδιο και στα αδέλφια του οι οποίοι δέχτηκαν πνευματικές επιθέσεις. Οι ανωτέρω δηλώσεις κρίνονται μη εύλογες και σε σύγκριση με το σύνολο των δηλώσεων του Αιτητή καθίστανται αόριστες και γενικές, αφού σε κανένα σημείο της συνέντευξης δεν εξηγεί πως ο ίδιος και/η τα αδέλφια του κινδύνευσαν άμεσα από το θείο τους. Θα συμφωνήσω με το συμπέρασμα των Καθ’ ων η αίτηση ότι η περιγραφή του Αιτητή για ένα μόνο περιστατικό -και μάλιστα χωρίς ικανοποιητικές λεπτομέρειες βιωματικού χαρακτήρα- λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη και το γεγονός ότι ρητά δήλωσε πως τίποτε άλλο δεν του συνέβη, δε δύναται να θεωρηθεί πράξη δίωξης αρκούντως σοβαρή ώστε να στοιχειοθετηθεί δίωξη του Αιτητή, η οποία παραβιάζει τα δικαιώματά του και θέτει τη ζωή του σε κίνδυνο.
Πέραν των πιο πάνω παρατηρώ από τα λεγόμενα του Αιτητή, ότι ουδέποτε ζήτησε βοήθεια, ούτε απευθύνθηκε στις αρχές της χώρας καταγωγής του, για να ζητήσει προστασία, ενώ παράλληλα ούτε ο θείος του, ούτε και κανείς άλλος - δεν φαίνεται να τον αναζήτησε απ’ όταν εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του.
Δεν παραγνωρίζω πως ο Αιτητής συνέχισε να εργάζεται επί περίοδο ετών στη φάρμα όπου έλαβε χώρα το εν λόγω περιστατικό, χωρίς να του συμβεί το οτιδήποτε. Από τα λεγόμενα του, δεν διαφαίνεται ότι ελλοχεύει κάποιος κίνδυνος εναντίον του, ότι δέχτηκε κάποια απειλή ή ότι τα εν λόγω άτομα έχουν στοχοποιήσει προσωπικά εκείνον ή κάποιον από την οικογένεια του.
Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι ο Αιτητής, κατά την ενώπιον μου διαδικασία, εκπροσωπούμενος δια συνηγόρου δεν προσπάθησε να στοιχειοθετήσει την υπόθεσής του και να καλύψει τα κενά που οι Καθ'ων η αίτηση επεσήμαναν κατά την αξιολόγηση των δηλώσεών του. Ως εκ των άνω, το Δικαστήριο κρίνει τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως εσωτερικά μη αξιόπιστο.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα εκ του Αιτητή εξιστορισθέντα αποτελούν υποκειμενικής φύσης περιστατικά, εκ των οποίων δεν απορρέει κάποιο στοιχείο που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας.
Μελετώντας τον διοικητικό φάκελο, διαπιστώνω ότι οι Καθ' ων η αίτηση, συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και, στη βάση αυτών, εξέδωσαν αιτιολογημένη απόφαση. Συνεπώς, από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, έχοντας κατά νου τα δεδομένα που προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο και από την ανωτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών του, ορθά κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
Επιπλέον, δεδομένης της προσωπικής φύσεως της διαφοράς, ακόμη και αν οι ισχυρισμοί του Αιτητή κρινόντουσαν ως αξιόπιστοι, οι περιουσιακές διαφορές δεν εμπίπτουν στους λόγους που ρητά προνοεί ο Νόμος για την παραχώρηση διεθνούς προστασίας. Είναι πλέον νομολογημένο ότι «δεν είναι επαρκές για αιτητή διεθνούς προστασίας, προς ευόδωση της αίτησής του, να επικαλείται φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του προκαλούμενο από ιδιωτικούς φορείς, χωρίς να συγκεκριμενοποιεί οποιοδήποτε γεγονός προς τούτο και αναμένοντας από τις διοικητικές ή δικαστικές αρχές να διεξάγουν εξ ιδίων έρευνα ώστε να εξιχνιάσουν τα γεγονότα επαλήθευσης ή μη του ισχυρισμού του» (βλ. M.M.R. v Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΑΑΠ, Έφεση κατά απόφασης ΔΔΔΠ αρ. 5/2019, ημερομηνίας 04/10/2023).
Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.
Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω επίσης, ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του N.6(I)/2000 για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ.Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πόλη Benin της πολιτείας Edo, την οποία ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής.
Στοιχεία της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Εvent Data Project), κατά το διάστημα 29/6/2024 μέχρι και 27/6/2025, καταγράφηκαν στην πόλη Benin της πολιτείας Edo συνολικά 77 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προέκυψαν 37 ανθρώπινες απώλειες. Ειδικότερα, 27 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 31 θύματα), 11 ως περιστατικά βίας κατά των πολιτών (με 6 θύματα), 31 ως διαδηλώσεις (με κανένα θύμα), 8 ως εξεγέρσεις/ταραχές (με κανένα θύμα).[2] Ο εκτιμώμενος πληθυσμός για το 2025 ανέρχεται για την πόλη Benin στους 2.044.650 κατοίκους.[3] Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην εν λόγω περιοχή που θα μπορούσαν να θέσουν υπό απειλή την ζωή ενός πολίτη από την παρουσία του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, υπό την έννοια του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Αλλά εξετάζοντας, ταυτόχρονα, την κατάσταση ασφαλείας και στην ευρύτερη πολιτεία Edo όπου ανήκει η ως άνω πόλη συνήθους διαμονής του Αιτητή σε συνδυασμό με τον πληθυσμό των κατοίκων της πολιτείας διαπιστώνεται επίσης ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας. Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν -κατά την προαναφερθείσα ίδια χρονική περίοδο- στην πολιτεία Edo συνολικά 197 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προέκυψαν 136 ανθρώπινες απώλειες, εκ των οποίων: 55 καταγράφηκαν ως μάχες (με 57 θύματα), 64 ως περιστατικά βίας κατά των πολιτών (με 59 θύματα), 51 ως διαδηλώσεις (με κανένα θύμα), 27 ως εξεγέρσεις/ταραχές (με 20 θύματα).[4] Ο εκτιμώμενος πληθυσμός για το 2022 ανέρχεται για την πολιτεία Edo στους 4.777.000 κατοίκους.[5]
Κρίνω, υπό τις περιστάσεις και στη βάση του συνόλου των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε πλήρως η δε απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου.
Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Α.Α. ΑΓΡΟΤΗ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Αιτούμενες θεραπείες Γ και Δ επί της αίτησης ακυρώσεως
[2] ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ [βλ. Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria - Edo State – Benin City], (accessed on 2/7/2025)
[3] World Population Review, Nigeria – Benin City, https://worldpopulationreview.com/cities/nigeria/benin-city (accessed on 2/7/2025)
[4] ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ [βλ. Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria - Edo State], (accessed on 2/7/2025)
[5] City Population, Nigeria – Edo State, https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA012__edo/ (accessed on 2/7/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο