ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 4124/2024
16 Ιουλίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
G.M.S. (ARC XXXXXXXXX) από Καμερούν και τώρα Λευκωσία
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
Ζ. Ποντίκη (κα) για Αλταχέρ Μπενέτης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για την Αιτήτρια.
Α. Φιλίππου (κος) για Λ. Γιάγκου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Η Αιτήτρια Παρούσα.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 22/09/24, της κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου για την παραχώρηση σε αυτήν καθεστώτος πρόσφυγα ή δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας και/ή ότι αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής θα παραβιαστεί το άρθρο 2 ή 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Αιτήτρια, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 03/12/20, στις 25/08/24 διεξήχθη η συνέντευξή της, στις 31/08/24 ετοιμάστηκε σχετική έκθεση/εισήγηση και ακολούθησε στις 31/08/24 απορριπτική απόφαση από εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Η συνήγορος της Αιτήτριας υιοθέτησε τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε αίτημα ασύλου και περιόρισε τους λόγους ακύρωσης στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και αναιτιολόγητα παραπέμποντας σε σχετική νομολογία και νομοθεσία. Αποσύρθηκαν δε ρητώς οι υπόλοιποι νομικοί ισχυρισμοί που περιλαμβάνονται στην αίτηση και γραπτή αγόρευση.
Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, τονίζοντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι ορισμένοι εκ των ισχυρισμών της Αιτήτριας όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου της στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στη Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599, Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924).
Ανεξάρτητα, όμως, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης πράξης στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»).
Μετά τη διενέργεια σχετικής συνέντευξης, ο λειτουργός εξετάζοντας τα όσα λέχθηκαν σε αυτήν, εντόπισε και αξιολόγησε δυο συνολικά ισχυρισμούς της. Αποδέχθηκε τον ισχυρισμό περί των προσωπικών στοιχείων, του προφίλ και της χώρας καταγωγής της (ερυθρά 125-123 ΔΦ), όμως απέρριψε τον δεύτερο ισχυρισμό της. Όπως προκύπτει από την συνέντευξη και έκθεση/εισήγηση η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα της διότι η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο. Όταν ολοκλήρωσε το λύκειο ο θείος της της είπε ότι δεν θα συνεχίσει την εκπαίδευση της λόγω οικονομικών δυσκολιών. Η δε θεία της δεν την συμπαθούσε, της μιλούσε άσχημα και την θεωρούσε την αιτία για τον θάνατο της μητέρας της. Ανέφερε ότι ο θείος της την γνώρισε σε ένα άνδρα, περίπου 60 ετών (Ιμπραχίμ) όπου της είπε να μεταβεί μαζί του στο αυτοκίνητο του. Ο Ιμπραχίμ την μετέφερε σε σπίτι στη Douala, λέγοντας της ότι αυτό πλέον είναι το νέο της σπιτικό. Ανέφερε ότι αυτός ο άντρας την κακομεταχειριζόταν και υποστήριξε ότι προσπάθησε να την υποβάλει στην πρακτική Ακρωτηριασμού Γυναικείων Γενετικών Οργάνων (στο εξής «ΑΓΓΟ») αλλά αυτό δεν κατέστη εφικτό. Μετά δε από επίσκεψη του θείου της και επακόλουθης λογομαχίας με τον Ιμπραχίμ η συμπεριφορά του απέναντι της χειροτέρευσε αφού έφερνε φίλους του που συνευρίσκονταν ερωτικά μαζί της ως τιμωρία. Ο θείος απεβίωσε και η θεία της την θεωρούσε υπεύθυνη για τον θάνατο του. Πλέον αβοήθητη, χωρίς τον θείο της ο Ιμπραχίμ συνέχισε να την κακοποιεί και/ή ήτο φυλακισμένη στο σπίτι. Ζήτησε όπως περιέγραψε βοήθεια από τον φύλακα ασφαλείας του σπιτιού αλλά αυτός αρνήθηκε, διότι γνώριζε ότι ο Ιμπραχίμ είχε χρήματα και δύναμη, αλλά του πρότεινε να του δώσει χρήματα και τελικά δέχθηκε. Αυτός ήτο που διευθέτησε την φυγή της (ερυθρά 123-121, 93-91 ΔΦ).
Στη σχετική έκθεση/ εισήγηση καταγράφηκαν οι αντιφάσεις, η έλλειψη ευλογοφάνειας και επάρκειας πληροφοριών, οι γενικότητες και οι αοριστίες στα λεγόμενά της.
Αναφορικά με την διαμονή της Αιτήτριας με τον θείο της και την οικογένεια του, όταν κλήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες για την ζωή της με τον θείο της και την οικογένεια του μέχρι το 2015, αρκέστηκε στο να αναφερθεί μόνο στη θεία της λέγοντας ότι την θεωρούσε μητέρα της αλλά εκείνη την κατηγορούσε κάθε μέρα. Δεν προσέθεσε οτιδήποτε άλλο ενώ ευλόγως θα αναμενόταν να παρέχει επαρκείς πληροφορίες σε σχέση με τα 23 ετή που διέμενε μαζί με τους θείους της. Σε σχετική ερώτηση απάντησε ότι τον θείο της τον έλεγαν Sundie Leon και ήταν επιχειρηματίας. Αναφορικά με τον ισχυρισμό της ότι η θεία της δεν της συμπεριφερόταν καλά ανέφερε ότι της έλεγε ότι ήταν μάγισσα λόγω του ότι η μητέρα της απεβίωσε κατά τη διάρκεια της γέννας της, ενώ θα αναμενόταν να δώσει ουσιώδεις πληροφορίες αναφορικά με την θεία της, λαμβανομένου υπόψη ότι περνούσε αρκετό χρόνο μαζί της. Μη ευλογοφανές θεωρήθηκε το γεγονός ότι μέχρι και τα 23 της έτη, η θεία της, η οποία την μεγάλωσε, την κατηγορούσε ότι ήταν μάγισσα και στοίχιζε έξοδα στο σπίτι. Κληθείσα να περιγράψει μια τυπική της μέρα περιορίστηκε να αναφέρει ότι κατά τη διαμονή της με τους θείους της, έκανε όλες τις δουλειές στο σπίτι και ότι απόμεινε από το φαγητό της το έδιναν. Κρίθηκε ότι ήτο γενική στις απαντήσεις της (ερυθρά 121-120, 90-89 ΔΦ).
Αναφορικά με τον εξαναγκαστικό γάμο όταν κλήθηκε να εξηγήσει το λόγο που ο θείος της την εξανάγκασε να παντρευτεί, λαμβανομένου υπόψη ότι την μεγάλωσε ως κόρη του, ανέφερε ότι δεν γνώριζε τα κίνητρα του αλλά υπέθεσε ότι ήτο λόγω οικονομικών δυσκολιών. Κρίθηκε ότι δεν ήταν σαφής και λεπτομερής ως προς το ζήτημα εξαναγκαστικού γάμου, ούτε αναφέρθηκε σε οποιοδήποτε μέσο εκφοβισμού ή εξαναγκασμού της. Σε ότι αφορά τον άνδρα με τον οποίο φέρεται ο θείος της να ήθελε να την εξαναγκάσει σε γάμο, δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς και ακριβείς πληροφορίες. Ανεπαρκής ήτο και στις δηλώσεις της σε σχέση με τον εν λόγω άνδρα. Αντιφατική κρίθηκε στα πλαίσια περιγραφής της σχέσης του θείου της με τον εν λόγω άντρα αφού ανέφερε ότι ο θείος της ήταν επιχειρηματίας, αλλά από την άλλη ισχυρίστηκε ότι δεν είχε χρήματα για να την βοηθήσει να συνεχίσει τις σπουδές της και την εξανάγκασε να παντρευτεί. Αναμενόταν δε να γνώριζε τον λόγο πίσω από τον οποίο ο θείος της, την έδωσε μια μέρα σε έναν άγνωστο άνδρα, δεδομένου ότι ο ίδιος την μεγάλωσε και τον θεωρούσε πατέρα της και/ή αναμενόταν να γνώριζε την γενεσιουργό αιτία του εξαναγκαστικού γάμου της (ερυθρά 120-119, 93-87 ΔΦ).
Αναφορικά με την διαμονή της με τον Ιμπραχίμ κλήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες και περιορίστηκε στο ότι ήτο επιθετικός μαζί της και/ή την κακοποιούσε σεξουαλικά. Αντιφάσεις παρατηρήθηκαν στα λεγόμενα της αφού ανέφερε ότι πάντα την ρωτούσε για να έρθουν σε σεξουαλική επαφή, παρόλα αυτά είχε ισχυριστεί ότι έκανε ότι ήθελε και όποτε ήθελε ο ίδιος και η ίδια δεν το επιθυμούσε. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που της τέθηκαν, αφού δεν ήταν σε θέση στην προηγούμενη ερώτηση να παραθέσει επαρκείς και ολοκληρωμένες πληροφορίες αναφορικά με τον Ιμπραχίμ, απαντούσε μονολεκτικά και με ανακρίβειες (ερυθρά 119-118, 88-87 ΔΦ).
Αναφορικά με την ισχυριζόμενη κακοποίηση της από τον Ιμπραχίμ όταν ρωτήθηκε πότε άρχισε να την κακομεταχειρίζεται, ανέφερε ότι την πρώτη φορά δεν έκανε κάτι, διότι ήταν παρθένα και ήταν το πρώτο άτομο που είχε έρθει σε σεξουαλική επαφή του, παραμένοντας ανακριβής στους ισχυρισμούς της. Ρωτήθηκε αν ήταν μόνο σεξουαλική κακομεταχείρισή και ανέφερε χωρίς λογική συνοχή στα λεγόμενα της ότι ήταν επιθετικός και την χτυπούσε και χωρίς να είναι σε θέση να παρέχει ακριβείς και λεπτομερείς απαντήσεις. Δεν περιέγραψε επαρκώς τα συναισθήματα της και πως βίωνε την όλη κατάσταση στο σπίτι και αναμενόταν να ένιωθε θλίψη, απελπισία, θυμό, μελαγχολία και λοιπά συναισθήματα τα οποία βιώνει μια νεαρή κοπέλα που εξαναγκάζεται να διαμένει με έναν άνδρα που θεωρείτο ο σύζυγος της και να ζει σε ένα σπίτι μόνη της με αυτόν. Ανεπαρκής κρίθηκε στις δηλώσεις της κληθείσα να δώσει περαιτέρω πληροφορίες αναφορικά με την ισχυριζόμενη κακοποίηση της. Κρίθηκε ότι δεν ήτο ευλογοφανές ότι αυτό γινόταν 2 με 3 φορές τη μέρα αφού την ελεύθερη της αφήγηση είχε αναφέρει διαφορετικούς ισχυρισμούς. Αναφορικά με το ισχυριζόμενο περιστατικό ατελέσφορης απόπειρας ΑΓΓΟ, δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ακριβείς πληροφορίες ενώ της επισημάνθηκαν οι ασυνέπειες στα λεγόμενα της, ήτοι ότι η εν λόγω πρακτική υφίσταται πριν τον γάμο και όχι 3 χρόνια μετά τον γάμο ως περιέγραψε. Κληθείσα, επίσης, να εξηγήσει τις αντιφάσεις και ανακρίβειες στους ισχυρισμούς της σε σχέση με τον διαπληκτισμό μεταξύ του θείου της και του Ιμπραχίμ επί του ΑΓΓΟ ανέφερε ότι ακρωτηριασμός δεν ανήκει στην παράδοση τους, και για αυτό ο θείος της τον απείλησε. Ανεπαρκής και αντιφατική κρίθηκε και στις δηλώσεις της ότι ο Ιμπραχίμ έφερνε άνδρες για να έρχονται σε σεξουαλική επαφή μαζί της ως τιμωρία και/ή ότι αυτό ήτο αντιφατικό σε σχέση με το προφίλ του άντρα της. Ούτε έδωσε επαρκείς λεπτομέρειες στο αφήγημα της σε σχέση με το περιστατικό που την οδήγησε στο νοσοκομείο (ερυθρά 118-116, 88-84 ΔΦ).
Αναφορικά με τον θάνατο του θείου της και το ταξίδι που θα έκανε επίσης, υπέπεσε σε σοβαρές χρονικές αντιφάσεις αφού ισχυρίστηκε ότι δεν θυμόταν πότε ήταν η τελευταία φορά που είδε τον θείο της, αν ήταν το 2018 ή το 2019 όταν την επισκέφθηκε στο σπίτι της. Κληθείσα ξανά να αναφέρει πότε ήταν η τελευταία φορά που τον είδε, ανέφερε ότι δεν θυμόταν, αντιφατικό με την επόμενη ερώτηση, στην οποία ρωτήθηκε πότε της ανακοίνωσε ο Ιμπραχίμ ότι ο θείος της απεβίωσε, και ανέφερε, μετά από σκέψη και υπολογισμούς, το έτος 2019. Δεν ήταν σε θέση να δώσει ακριβείς και επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με το θάνατο του θείου της, παρέμεινε αμέτοχη στους ισχυρισμούς της, χωρίς έκφραση, συναισθημάτων και σκέψεων μετά από αυτή την ανακοίνωση. Αναφορικά με την έκδοση του διαβατηρίου της, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πως της το εκδώσαν, αφού δεν είχε μαζί της οποιοδήποτε έγγραφο, ισχυριζόμενη ότι της καταγράψαν δακτυλικά αποτυπώματα, την φωτογράφησαν, και κατέγραψαν προσωπικές της πληροφορίες όπως ονοματεπώνυμο, ημερομηνία γέννησης κλπ. (ερυθρά 116-115, 85-84 ΔΦ).
Αναφορικά με την φυγή της από το σπίτι με την βοήθεια του φύλακα ασφαλείας του σπιτιού αντιφατική κρίθηκε στις δηλώσεις της. Ρωτηθείσα τον λόγο που ο φύλακας στην αρχή αρνήθηκε να την βοηθήσει ενώ μετά άλλαξε γνώμη έδωσε μια ασυνεπή, αντιφατική και μη ευλογοφανή απάντηση. Αναφορικά με τα χρήματα που έκλεψε από τον σύζυγο της για να δώσει του φύλακα, σε ερωτήσεις ανέφερε ότι του έδωσε συνολικά περίπου 2 εκατομμύρια φράνκα, υποπίπτοντας σε αντίφαση, αφού στην ελεύθερη της αφήγηση ανέφερε ότι δεν γνωρίζει πόσα χρήματα έδωσε του φύλακα. Όταν ρωτήθηκε πως ο Ιμπραχίμ δεν αντιλήφθηκε ότι του έλειπαν τόσα χρήματα ανέφερε με ανακρίβειες ότι είχε πολλά χρήματα. Σημειώνεται ότι ο λειτουργός εντόπισε επιπλέον αντιφάσεις στο συνολικό αφήγημα της σε συνάρτηση με τις δηλώσεις της στο έντυπο ευαλωτότητας της (ερυθρά 115-114, 83-81 ΔΦ).
Από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας της Αιτήτριας, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα και/ή ευρήματα του λειτουργού ότι το αίτημα ασύλου της δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων της αίτησης/συνέντευξης κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[1] οδηγούν στο συμπέρασμα ότι από τις δηλώσεις της Αιτήτριας ελλείπουν βιωματικά στοιχεία και ευλογοφάνεια που να τεκμηριώνουν προσωπική εμπλοκή και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, επίσης, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Παρόλο που ο λειτουργός συνέλεξε και αξιολόγησε τις δηλώσεις της Αιτήτριας δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό το αφήγημά της καθότι διακρίνεται απουσία συνοχής στους ισχυρισμούς της, ασυνέπεια μεταξύ του αιτήματος και της συνέντευξης και/ή κρίθηκε εσωτερικά αναξιόπιστη στις δηλώσεις της. Υπάρχουν δε επί της έκθεσης-εισήγησης εκτεταμένες καταγραφές του λειτουργού ως προς τα ευρήματα αναξιοπιστίας της ως επίσης και εκτενείς παραπομπές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής. Ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία έχουν υποδειχθεί σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών της, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και/ή για να ενισχυθεί το αίτημα της. Ούτε με βάση τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας πληρούνται σωρευτικά οι προϋποθέσεις του ορισμού δίωξης, δεν έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας της είτε από άλλους φορείς δίωξης και/ή έχει αποχωρήσει νόμιμα από την χώρα καταγωγής της μέσω τρίτων χωρών. Δεν θα μπορούσε, επομένως, να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας, το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης της σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της, δεν τεκμηριώνεται να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Σημειώνεται ότι η Αιτήτρια θα αναμενόταν να είναι πιο συγκεκριμένη λόγω της ισχυριζόμενης προσωπικής της εμπειρίας, να παράσχει κάθε διαθέσιμη βοήθεια τόσο στο Δικαστήριο όσο και στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000).
Ούτε η περίπτωση της εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτήν του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας ως οι προϋποθέσεις στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000). Όπως προκύπτει και από την έκθεση/εισήγηση του λειτουργού, παρόλο που δεν τεκμηριώθηκε η αξιοπιστία της, έγινε αξιολόγηση και για τους σκοπούς παροχής σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, αφού δε, κρίθηκε εσωτερικά αναξιόπιστη. Ειδικά δε, ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, επιβεβαιώνεται ότι στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων, αλλά η ίδια δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής (ως άμαχη) κατά την επιστροφή της, στην δυτική περιφέρεια του Καμερούν (ερυθρό 113-111 ΔΦ). Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας γενικότερα στο Δυτικό Τμήμα του Καμερούν, ευρύτερη περιοχή στην οποία βρίσκεται ο τόπος συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, είναι σε χαμηλά επίπεδα χωρίς να παρατηρούνται περιστατικά ένοπλης σύρραξης ή συχνά περιστατικά αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Το τελευταίο έτος καταγράφηκαν στο Δυτικό Τμήμα της χώρας από τη βάση δεδομένων του ACLED μόνο συνολικά 5 περιστατικά βίας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 5 ανθρώπινες απώλειες (3 περιστατικά ταραχών/εξεγέρσεων με 4 ανθρώπινες απώλειες, και 1 περιστατικό βίας εναντίον των πολιτών/αμάχων με 1 ανθρώπινη απώλεια). Τα εν λόγω στοιχεία, εξεταζόμενα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό της Δυτικής περιφέρειας του Καμερούν (1,921,600 κάτοικοι με βάση την επίσημη εκτίμηση για το 2015), δεικνύουν ότι δεν υφίσταται βία σε υψηλό επίπεδο[2]. Το ζήτημα δε ύπαρξης τέκνου, όπως ορθά διατυπώνει ο λείτουργός, παρέλκει ως προς την εξέταση του για σκοπούς επιστροφής ή παροχής διεθνούς προστασίας καθότι έχει αναγνωριστεί από τον πατέρα ο οποίος είναι ομοεθνής της Αιτήτριας και είναι υπήκοος Γερμανίας. Ούτε έχει εκδοθεί απόφασης επιστροφής είτε σε σχέση με την Αιτήτρια ή το ανήλικο τέκνο της.
Ούτε διαπιστώνω από τα ενώπιον μου στοιχεία ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Αποτελεί δε βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η δε επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου της Αιτήτριας ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009.
[2] CGVS/ CGRA, 'COI Focus CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire' (2023), Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ (Metric: Event Counts / Fatality Counts, Region: Africa, Country: Cameroon, Admin: Ouest (West), CITY POPULATION, Africa / CAMEROON: West) [Table], https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο