T. O. U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.4227/23, 16/7/2025
print
Τίτλος:
T. O. U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.4227/23, 16/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.4227/23

 

16 Ιουλίου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

T. O. U.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κος Μ. Χατζηδάκης, Δικηγόρος για Αιτητή

Κα Α. Κίτσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής  αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.17/10/23, που του κοινοποιήθηκε αυθημερόν (Αιτητικό Α), και απόφαση του Δικαστηρίου επί της ουσίας, «για απόδοση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας», η οποία να αντικαθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση (Αιτητικό Β) ή με την οποία η απόφαση επιστροφής που εκδόθηκε να αναγνωρίζεται ως εκδοθείσα κατά παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης και αντικείμενη στα αρ.2 & 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής ΕΣΔΑ) «και ως αποτέλεσμα τούτο δικαιούται να τύχει προστασίας από την επαναπροώθηση» (Αιτητικό Γ).

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 08/03/22 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 15/04/22 (ερ.1-3, 36).

Στις 10/08/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.20-36). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 31/08/23 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.60-70).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 17/10/23, στην μητρική του γλώσσα, ήτοι τα αγγλικά (ερ.71, 3).

Στην επίδικη αίτηση ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι ο πατέρας του τον εισήγαγε σε μια μυστική τελετουργική αδελφότητα, όπου μυήθηκε όταν ήταν ανήλικος, και όταν απεβίωσε ο πατέρας του τα μέλη της αδελφότητας αυτής επέμεναν ότι θα πρέπει ο αιτητής να συνεχίσει μαζί τους, όμως η μητέρα (του αιτητή) αρνήθηκε και πήρε τον αιτητή σε ένα (καθολικό) ιερέα, όπου τον παρέδωσε πνευματικά. Η αδελφότητα επιτέθηκε στο σπίτι του αιτητή ένα βράδυ και σκότωσε τον αδελφό του, ο οποίος μοιάζει ακριβώς όπως τον αιτητή, και τότε ο αιτητής έτρεξε στον ιερέα για την ασφάλεια του και αυτός (ο ιερέας) διευθέτησε και χρηματοδότησε το ταξίδι του αιτητή στην Κύπρο, «για την ασφάλεια και τη ζωή» του, ως ανέφερε.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε και διέμενε στο Enugu State, ακολούθως διέμενε πολλά χρόνια στο Ibada, μετά απ’ αυτό πηγαινοερχόταν μεταξύ Lagos και Enugu και – τέλος – από το 2019 και εντεύθεν, στην πρωτεύουσα Abuja. Ο αιτητής ανέφερε ότι είχε μια αρραβωνιαστικιά, η οποία απήχθη και απεβίωσε κατόπιν κακοποίησης από μονάδα ασφαλείας κατά των ληστειών (SARS), και μετά αυτός έκανε δεσμό με άλλη κοπέλα, με την οποία έχουν ένα υιό, χωρίς να έχουν επισήμως νυμφευθεί. Ο πατέρας του αιτητή απεβίωσε το 2008, χωρίς να γνωρίζει πως, αφού η μητέρα του δεν του ανέφερε, η δε μητέρα του απεβίωσε ομοίως, ως ανέφερε, σε άγνωστο χρόνο. Ο αδελφός του σκοτώθηκε το 2018 από αγνώστους και η αδελφή του αιτητή απεβίωσε όταν ήταν μικρή, δεν έχει άλλους συγγενείς, ως ανέφερε, πέραν κάποιων θείων και ξαδέλφων, με τους οποίους δεν επικοινωνεί. Έχει αποφοιτήσει από κολλέγιο το 2010 και εργαζόταν σε φάρμα από το 2011 μέχρι που έφυγε από τη χώρα καταγωγής.

Αναφορικά με τους λόγους που έφυγε από τη χώρα καταγωγής του ο αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του ανήκε σε μυστική αδελφότητα και ήθελε αυτός να τον αντικαταστήσει και όταν ο αιτητής αρνήθηκε, «άρχισε ο πόλεμος». Μια νύχτα, ως ανέφερε ο αιτητής, ο πατέρας του τον πήρε μαζί του στην πολιτεία Enugu, όπου διέμενε, και εκεί τον σύστησε σε κάποια άτομα, τα οποία ήταν συνάδελφοι του πατέρα του. Κατά τους ισχυρισμούς του αιτητή, αυτά ήταν σημαντικά και γνωστά στην κοινωνία άτομα, τα οποία ο αιτητής είχε την ευκαιρία να γνωρίσει και να κοινωνικονικοποιηθεί μαζί τους. Όπως ισχυρίστηκε, επίσης, αυτά τα άτομα έπιναν από ένα μεγάλο ποτήρι το οποίο περιείχε μαύρο υγρό. Σε ερώτηση αν αναγνώρισε τα άτομα αυτά ο αιτητής απάντησε αρνητικά, αναφέροντας όμως ότι ήταν επιφανή άτομα του επιχειρηματικού κόσμου. Κατόπιν, όταν επέστρεψαν σπίτι, ο πατέρας του αιτητή του είχε αναφέρει ότι ο λόγος για τον οποίο τον είχε εγγράψει στα μαθήματα για να γίνει ιερέας ήταν ούτως ώστε να μάθει να θυσιάζεται, καθώς και ότι τα άτομα που γνώρισε εκείνη την νύχτα είναι τα άτομα που έχουν επιρροή και «κινούν τα νήματα» στην κοινωνία. Την επόμενη νύχτα ο αιτητής και ο πατέρας του είχαν αυτοκινητιστικό ατύχημα κατά το οποίο ο αιτητής δεν θυμόταν τι είχε γίνει, παρά μόνο το ότι είχε ξυπνήσει στο ίδιο μέρος που ήταν πριν φύγουν. Ισχυρίστηκε ότι είχε επιδέσμους στο πόδι και στα οπίσθια, ενώ ο πατέρας του δήλωσε ότι πρέπει να τον αντικαταστήσει στην αδελφότητα όπου ήταν μέλος. Ο αιτητής είχε αρνηθεί, άρχισε να τον αποφεύγει και είχε αναφέρει στην μητέρα του ότι ο πατέρας του επιθυμούσε να τον αντικαταστήσει σε αυτή την αδελφότητα. Όπως ο αιτητής δήλωσε περαιτέρω, η μητέρα του είχε αναφέρει ότι υποψιαζόταν πως ο πατέρας του ήταν μέλος της αδελφότητας αυτής εξ ου και δεν ήταν μαζί και ούτε έπαιρνε χρήματα απ’ αυτόν.

Κατόπιν, μετά τον θάνατο του αδελφού του αιτητή, η μητέρα του επικοινώνησε με ιερέα, ο οποίος διευθέτησε την έξοδο του αιτητή από την χώρα. Ερωτηθείς εάν του συνέβη κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό που τον οδήγησε να εγκαταλείψει την χώρα, ο αιτητής απάντησε ότι ήταν ο θάνατος της πρώην συντρόφου του στην Abuja, καθότι, ως ανέφερε, αντιλήφθηκε απ’ αυτό πως οι συνάδελφοι του πατέρα του ευθύνονταν γι’ αυτό, επειδή προσπαθούσαν να τον εντοπίσουν. Κληθείς να διευκρινίσει τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη Νιγηρία απάντησε ότι είναι σίγουρος πως η ομάδα του πατέρα του θα τον σκοτώσει σε σύντομο χρονικό διάστημα επειδή γνωρίζει τα μυστικά τους. Ερωτώμενος επισταμένα για το βράδυ της κατ’ ισχυρισμό συνάντησης του με άτομα της αδελφότητας του πατέρα του, την οποία κατονόμασε ως την αδελφότητα Ogboni, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει περαιτέρω πληροφορίες, αναφέροντας απλά ότι τους γνώρισε εκεί, όμως δεν χρησιμοποιούσαν τα πραγματικά τους ονόματα. Ερωτώμενος για το πότε γνώρισε τον ιερέα, ο αιτητής ανέφερε πως αυτό έγινε το 2000, 2 χρόνια μετά τη συνάντηση που είχε με μέλη της αδελφότητας που κατ’ ισχυρισμό τον διώκει. Το 2009, ως ανέφερε, ο δικηγόρος του ενημέρωσε τον αιτητή ότι δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στην κληρονομητέα περιουσία του πατέρα του αν δεν λάβει τη θέση του τελευταίου στην αδελφότητα. Ερωτώμενος και πάλι για τα άτομα που κατ’ ισχυρισμό τον διώκουν ο αιτητής ανέφερε πως δεν γνωρίζει, όμως αυτοί επισκέφτηκαν την μητέρα του στο χωριό της και αναζητούσαν τον αιτητή το 2018. Ερωτώμενος για τον θάνατο της αρραβωνιαστικιάς του ο αιτητής ανέφερε ότι οι αστυνομικοί που την σκότωσαν ήταν εκτός υπηρεσίας και ήταν παράνομο και, σε ακόλουθες ερωτήσεις, δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί ο δικηγόρος του τον ενημέρωσε για τον θάνατο της και γιατί ο ίδιος κρυβόταν για έξι μήνες, ως ανέφερε αλλά ούτε και γιατί δεν συνέβη τίποτε στον ίδιο μετά το 2020.

Ερωτώμενος περαιτέρω τελικά ο αιτητής ανέφερε ότι δέχθηκε τηλεφώνημα το 2021, όπου του ζητούσαν να απαρνηθεί ότι γνωρίζει γι’ αυτούς και να παραδοθεί, χωρίς εντούτοις να είναι σε θέση να αναφέρει ποια ήταν τα άτομα που του τηλεφώνησαν. Σε ακόλουθες ερωτήσεις ο αιτητής ανέφερε ότι μετά το ατύχημα που είχε με τον πατέρα του είχε ένα σύμβολο στο πόδι και ο πατέρας του έφερε σύμβολο στο μέτωπο. Σε ερώτηση πως είναι δυνατό ένα μέλος μυστικής αδελφότητας να φέρει το σύμβολο της σε ορατό σημείο του σώματος του ο αιτητής ανέφερε ότι κρύβεται από τα μαλλιά του και όταν έχουν συνάντηση κουρεύεται και αυτό αποκαλύπτεται. Σε ερώτηση ποια ήταν η θέση του πατέρα του στην οργάνωση ο αιτητής απάντησε πως δεν γνωρίζει. Σε ερώτηση αν μπορεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής και να ζήσει με ασφάλεια σε άλλο μέρος ο αιτητής ανέφερε πως οι διώκτες του τον έχουν εντοπίσει παντού και γι’ αυτό δεν θα μπορεί να επιβιώσει.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή

2.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του ήταν μέλος της αδελφότητας Ogboni και μετά τον θάνατο του τα μέλη αυτής τον απειλούσαν

Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ουσιώδη ισχυρισμό απέρριψαν δε τον 2ο, καθώς κρίθηκε ότι, ως κρίθηκε, στερείται συνοχής και αξιοπιστίας.

Αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι το επί τούτου αφήγημα του αιτητή είχε κενά, αντιφάσεις, ασάφειες και μη ευλογοφανείς δηλώσεις, που στερούνταν χρονικής συνέχειας και λεπτομερειών. Συγκεκριμένα, ως κρίθηκε, ο αιτητής δεν παρείχε επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με τον τρόπο που είχε γίνει στόχος απειλών από τα μέλη της αδελφότητας, ήταν αόριστος και σύντομος στις απαντήσεις του σχετικά με τον τρόπο που ο πατέρας του προσπάθησε να τον μυήσει στην ηλικία των 16 ετών,  τη δομή, τους στόχους και τις δραστηριότητες της ομάδας που κατ’ ισχυρισμό των δίωκε και δεν παρείχε επαρκείς εξηγήσεις για τον ρόλο του πατέρα του, πότε είχε ενταχθεί στην εν λόγω αδελφότητα και με ποιο τρόπο. Περαιτέρω, ως κρίθηκε, δεν εξειδίκευσε τον λόγο που η μητέρα του υποψιάστηκε τον πατέρα του καθότι ανέφερε απλώς πως όταν ήταν 16 ετών η μητέρα του του είχε αναφέρει ότι αυτός ήταν ο λόγος που είχαν χωρίσει. Έπειτα, ο αιτητής δεν παρείχε συγκεκριμένους ισχυρισμούς σε σχέση με την μέρα που ο πατέρας του τον σύστησε στα υπόλοιπα μέλη της αδελφότητας, δεν μπορούσε να κατονομάσει τους παρευρισκόμενους, παρ’ ότι είχε αναφέρει ότι ήταν σημαίνοντα άτομα της κοινωνίας, δεν ήταν συνεκτικός σε σχέση με το ατύχημα που είχε καθότι – ερωτώμενος σχετικά – ο αιτητής περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι δεν είχε αντιληφθεί τι έγινε και απλώς ξύπνησε, χωρίς να θυμάται τι είχε συμβεί, 2 μέρες αργότερα στο σπίτι του πατέρα του. Ακόμη, ισχυρίστηκε πως κατόπιν του ατυχήματος τραυματίστηκε και η πληγή επουλωνόταν και μετατράπηκε σε σημάδι αστεριού που μεγάλωνε. Εξήγησε ότι το ίδιο σημάδι έφερε ο πατέρας του, ωστόσο, δεν κατάφερε να εξηγήσει γιατί τα μέλη μιας μυστικής αδελφότητας να φέρουν ένα τέτοιο σημάδι στο πρόσωπο. Περαιτέρω αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει συγκεκριμένες πληροφορίες για τα περιστατικά που έλαβαν χώρα μετά την άρνηση του να ενταχθεί στους Ogboni. Όπως δήλωσε, δεν του είχε συμβεί τίποτα πριν το 2009, ήτοι έναν χρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του, όταν ένας άνδρας τον προσέγγισε αναφέροντας του ότι δεν θα μπορεί να κληρονομήσει την περιουσία του εάν δεν ενταχθεί στην αδελφότητα. Ο αιτητής και πάλι αρνήθηκε. Στην συνέχεια το 2018, έλαβε ένα τηλεφώνημα από αγνώστους οι οποίοι τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν και στην συνέχεια σκότωσαν τον αδελφό του. Κατόπιν, το 2020 η πρώην σύντροφος του δολοφονήθηκε. Παρ’ ότι ο αιτητής συνέδεσε αυτά τα περιστατικά με την αδελφότητα, εντούτοις δεν παρείχε συνεκτικές και συγκεκριμένες πληροφορίες, οι οποίες να τεκμηριώνουν κατ’ ουδένα τρόπο το ότι τα μέλη της αδελφότητας διέπραξαν αυτές τις δολοφονίες με σκοπό να εκφοβίσουν τον αιτητη.

Συνεπεία των ως άνω κρίθηκε ότι η εσωτερική αξιοπιστία του αιτητή δεν τεκμηριώθηκε.

Ακολούθως, κατά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν πληροφορίες από την χώρα καταγωγής (ΠΧΚ) αναφορικά με την αδελφότητα Ogboni, παρότι όμως ορισμένοι από τους ισχυρισμούς του φαίνεται ότι συνάδουν με τις σχετικές πληροφορίες, ο ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός εξαιτίας της απουσίας εσωτερικής αξιοπιστίας στις δηλώσεις του αιτητή και τελικά απορρίφθηκε στην ολότητα του.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, και επί τη βάσει του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός, ήτοι ότι του προφίλ του και του, εκ του οποίου προκύπτει ότι ο αιτητής είναι υγιής ενήλικας, μορφωμένος, με εργασιακή εμπειρία, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής της (Abuja), κρίθηκε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να εκτεθεί ο αιτητής σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη κατά την επιστροφή του.  

Εκ των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε κατά του αιτητή απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής.

Στην γραπτή του αγόρευση ο ευπαίδευτος συνήγορος του αναφέρει ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα των ισχυρισμών του αιτητή σε εξατομικευμένη βάση, περιλαμβανομένων των περιστάσεων του αιτητή και τους κατ’ ισχυρισμό διώκτες του, πράγμα που, ως εισηγείται, οδήγησε σε λήψη της απόφασης υπό καθεστώς πλάνης, στερούμενη αιτιολογίας, χωρίς να αξιολογηθούν οι προσωπικές περιστάσεις του. Σε κάθε περίπτωση –  ως εισηγείται - λανθασμένα κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του είναι αναξιόπιστοι και ότι δεν διατρέχει κίνδυνο στον τόπο διαμονής του, καθώς τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση επί της αξιοπιστίας των λεγομένων του και του ότι ο αιτητής δεν χρήζει διεθνούς προστασίας και το ότι η επιστροφή του δεν αντίκειται στην αρχή της μη επαναπροώθησης δεν αιτιολογούνται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν, κάνοντας πλούσιες αναφορές στην οικεία νομοθεσία, νομολογία αλλά και αποφάσεις του παρόντος Δικαστηρίου, αναφέρουν ότι τα ευρήματα τους επί της αξιοπιστίας του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού είναι εύλογα, ορθά και απολύτως αιτιολογημένα, δεδομένης της γενικότητας και ασάφειας που χαρακτηρίζει τις δηλώσεις του αιτητή, η δε προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρης, νόμιμη, ορθή, προϊόν δέουσας έρευνας όλων των ενώπιον τους στοιχείων και επαρκώς αιτιολογημένη.

Έχω διέλθει με προσοχή των όσων αναφέρουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών στις γραπτές αγορεύσεις, κατά τις διευκρινήσεις, καθώς και του περιεχόμενου του διοικητικού φάκελου.

Δεδομένου ότι άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή συμπλέκονται με την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης προχωρώ με επί της ουσίας εξέταση της παρούσης, η οποία και τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. Έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).

Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».

Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:

«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […]

Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.» 

Ενόψει των ως άνω, διερχόμενος των ενώπιον μου στοιχείων ως έχουν καταγραφεί στο πρακτικό της επίδικης συνέντευξης, θα συμφωνήσω με το σύνολο των ευρημάτων και της κατάληξης των καθ’ ων η αίτηση επί του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του. Τούτο γιατί, πολύ απλά, ως προκύπτει καταφανώς από ανάγνωση του πρακτικού της συνέντευξης, σε συνάρτηση και τα καταγραφέντα στην επίδικη αίτηση, το αφήγημα του αιτητή, σε όλη του την έκταση και επί πάσης πτυχής αυτού, βρίθει κενών, ασαφειών, στερείται χρονικής συνέχειας και οι απαντήσεις που έδωσε σε ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν εμπεριέχουν πλήθος αοριστιών, κενών και αντιφάσεων και στερούνται προδήλως κάθε ψήγματος εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών.

Ενδεικτικά σημειώνω, ως άλλωστε καταγράφεται και στην επίδικη έκθεση (ερ.63-66) και παρατίθεται και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει καμία απολύτως λεπτομέρεια για το περιστατικό της επίθεσης κατά την οποία δολοφόνησαν, ως ισχυρίστηκε, τον αδελφό του το 2018, τη συνάντηση που είχε το 2000 με μέλη της αδελφότητας στην οποία ανήκε ο πατέρας του, πως σχετίζονται αυτά με τον θάνατο της αρραβωνιαστικιάς του το 2020, ποια ήταν τα άτομα που τον απειλούσαν κατά καιρούς, ποια ήταν η θέση του πατέρα του στην αδελφότητα αυτή και ούτε ήταν σε θέση να παραθέσει τον παραμικρό βιωματικό ισχυρισμό ή στοιχείο σε σχέση με όσα έγινα, κατ’ ισχυρισμό του ιδίου, σε αυτά τα 22 χρόνια από τη συνάντηση του αιτητή με μέλη της αδελφότητας μέχρι που έφυγε αυτός από τη χώρα. Σε σχετικές ερωτήσεις που έγιναν οι δηλώσεις του αιτητή παρέμεινε ασαφής – εν πολλοίς μονολεκτικός – και δεν ήταν σε θέση να αναφέρει συγκεκριμένες, λεπτομερείς και συνεκτικές πληροφορίες σχετικά με όλα τα πιο πάνω.

Τα ως άνω καθίστανται θεωρώ αρκετά για να διαβρώσουν αναπόφευκτα και μοιραία κάθε ίχνος αξιοπιστίας των δηλώσεων του.

Δεν έχω τίποτε λοιπόν να προσθέσω στα όσα επί τούτου ενδελεχώς καταγράφουν οι καθ’ ων η αίτηση στα ερ.63-66, τα οποία καταγράφονται πιο πάνω, στην καταγραφή της επίδικης έκθεσης, τα οποία και υιοθετώ σε όλη τους την έκταση και τα οποία δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω. Προσθέτω ότι το αφήγημα του αιτητή ομοιάζει περισσότερο σε ένα συνονθύλευμα ασυνάρτητων μεταξύ τους ισχυρισμών, οι οποίοι εκτείνονται σε βάθος 20 χρόνων, χωρίς να συνδέονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο μεταξύ τους, εκ του οποίου απουσιάζει κάθε μορφή συνεκτικής και εύλογα λεπτομερούς παράθεσης επί όλων των κατ’ ισχυρισμό συμβάντων στα οποία αναφέρεται.

Σημειώνεται βεβαίως ότι, σε κάθε περίπτωση, με δεδομένο ότι στα πλαίσια της παρούσης εκπροσωπείται δεόντως από δικηγόρο, αν ήθελε να προσφέρει περαιτέρω μαρτυρία ή στοιχεία προς διευκρίνηση των όποιων κενών ή ελλείψεων διαπιστώθηκαν, για τα οποία είναι δεόντως ενήμερος, θα μπορούσε να το πράξει δια σχετικού διαβήματος. Εντούτοις ουδέν έπραξε. Στην απουσία λοιπόν περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά και τις ελλείψεις, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται, είναι κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και συνεπώς ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός, καθότι οι σημαντικές ελλείψεις εσωτερικής συνοχής δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής τους.

Συνεπεία των ανωτέρω, ενόψει εδώ της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής των λεγομένων δεν θεωρώ ότι ήταν απαραίτητη η αναζήτηση πληροφορίων (ΠΧΚ) αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία και ενδεχομένως εκ του περισσού έγινε. Σχετικά με τούτο, στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.132, αναφέρεται ότι η αναζήτηση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ) «ενδέχεται να μην είναι απαραίτητ[η] σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής ή μη ικανοποιητικής επεξήγησης αποκλίσεων ή παραλλαγών σε ό,τι αφορά τα ουσιώδη στοιχεία μιας αίτησης ή, ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής ως απαράδεκτης.». Σε κάθε περίπτωση δεν θα μπορούσε ο εντοπισμός πληροφοριών για την ύπαρξη μιας μυστικής αδελφότητας και τη δράση αυτής (βλ. και άλλες ΠΧΚ που εντοπίζονται [1]), οι οποίες συνάδουν, ως γενικές πληροφορίες, με τα λεγόμενα ενός αιτητή, να καταστήσει τους κατά τ’ άλλα στερούμενους κάθε ψήγματος εσωτερικής συνοχής ισχυρισμούς του αιτητή αξιόπιστους, λαμβανομένου υπόψη του ότι, ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.»

Ενόψει της ως άνω κατάληξης μου απομένει μια αποτίμηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Abuja).

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, για το διάστημα από 10/02/24 μέχρι 07/02/25 καταγράφηκαν 255 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 103 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 29 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 24 θύματα), 63 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 53 θύματα), 1 ως εκρήξεις ή εξ αποστάσεως ασκηθείσα βία (με 2 θύματα), 123 διαδηλώσεις (με 1 θύμα) και 39 αναταραχές (με 23 θύματα). Ειδικότερα στη πόλη Abuja καταγράφηκαν 91 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ένας θάνατος. Πιο αναλυτικά 9 εξ αυτών καταγράφηκαν ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 1 θύμα), 78 ως διαδηλώσεις (χωρίς θύματα) και 4 ως αναταραχές μάχες (χωρίς θύματα)[2]. Ο πληθυσμός του Federal Capital Territory είναι περί τα 3 εκατομμύρια και της Abuja περί τα 1,7 εκατομμύρια κατοίκων [3].

Δεν παραγνωρίζω βεβαίως ότι στα περιστατικά ασφαλείας περιλαμβάνονται επιθέσεις σε άμαχο πληθυσμό και αδιακρίτως ασκούμενη βία και ο αριθμός των περιστατικών αυτών είναι συγκριτικά υψηλός, όμως θεωρώ πως δεν φτάνει, δεδομένου και του πληθυσμού της περιοχής, σε επίπεδο που να συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης «σοβαρής και προσωπικής απειλής» κατά του αιτητή εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην υπό κρίση περιοχή, δεδομένου και του ότι δεν εντοπίζω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο γι’ αυτόν, σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [4] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN). Άλλωστε, ως στην αιτ. σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.».

Προς τα ως άνω λαμβάνω υπόψη και το ότι ο αιτητής είναι νεαρός άνδρας, υγιής, με ανώτατη μόρφωση και προηγούμενη εργασιακή εμπειρία.

Έπεται ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος φόβος «καταδίωξης [του αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται εδώ «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου αντίστοιχα. 

Καταληκτικά σημειώνω ότι η Νιγηρία έχει καθοριστεί στην Κ.Δ.Π. 145/2025, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας και στην παρούσα ουδέν στοιχείο προσκομίστηκε στη βάση του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση του αρ.12Βτρις (6).

Ουδέν λοιπόν ετέθη ενώπιον μου που να καθιστά τρωτή την επίδικη απόφαση, η οποία καταλήγω ότι είναι προϊόν δέουσας έρευνας, εξατομικευμένης αξιολόγησης των στοιχείων που την περιβάλλουν και επαρκώς αιτιολογημένη αναφορικά με κάθε πτυχή των αναγκών διεθνούς προστασίας αλλά και ορθή επί της ουσίας.

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] https://www.ecoi.net/en/document/2021322.html - Nigeria: Ogboni society, including structure, rituals, ceremonies, and current status; membership and the consequences of refusing to join or trying to leave; relationship with police and judicial authorities (2017-April 2019), Research Directorate, Immigration and Refugee Board of Canada

 

[2]ACLED, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 10/02/24 έως 07/02/25,

ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles/Violence against civilians/Explosions-Remote violence/Riots/Protests; 

ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Nigeria-Federal Capital Territory; Abuja;

διαθέσιμο στο: https://acleddata.com/explorer/

[3] Africa-Nigeria-Federal Capital Territory; Abuja; διαθέσιμο στο: https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/

[4] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο