D.M.T. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, δια του Υπουργού Εσωτερικών, Υπηρεσία Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 4408/23, 14/7/2025
print
Τίτλος:
D.M.T. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, δια του Υπουργού Εσωτερικών, Υπηρεσία Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 4408/23, 14/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

      Υπόθεση Αρ. 4408/23

 

14 Ιουλίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

D.M.T.

Αιτήτριας

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, δια του Υπουργού Εσωτερικών,

Υπηρεσία Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 

 ..................................................

 

Γεώργιος Κορυζής, Δικηγόρος για την αιτήτρια

 

Σώτια Πιτσιλλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ’ ων η αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Η αιτήτρια με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως προσφεύγει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 30/09/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα που αφορούν την αιτήτρια έχουν ως κατωτέρω:  H αιτήτρια είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κόνγκο (στο εξής «ΛΔΚ») και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 31/03/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, παραλαμβάνοντας αυθημερόν Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας από το Επαρχιακό Γραφείο Αλλοδαπών Λευκωσίας.

 

Στις 16/08/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της αιτήτριας από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 28/09/2023 ο λειτουργός ετοίμασε έκθεση -εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη της αιτήτριας.  Αυθημερόν, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών, να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης στις 30/09/2023.  Η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στις 30/09/2023, στην οποία συμπεριέλαβε την απόφαση της σχετικά με το αίτημα της αιτήτριας, η οποία παραλήφθηκε από την ίδια στις 24/10/2023. Στη συνέχεια, η αιτήτρια καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας με την οποία αμφισβητεί την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης δήλωσε πως προωθεί τους πιο κάτω νομικούς ισχυρισμούς:  (1) Πλάνη περί τα πράγματα, (2) Έλλειψη αιτιολογίας και (3) Έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου.  Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει ότι λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στο αρμόδιο όργανο και ότι είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.  Επιπλέον, εισηγείται ότι η αιτήτρια φέρει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών της που θεμελιώνουν το αίτημά της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, το οποίο δεν κατάφερε να αποσείσει στην προκειμένη περίπτωση, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων.

  

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθεί η αιτήτρια περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας και/ή επαρκούς έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε η αιτήτρια σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός της, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.

 

Η αιτήτρια, κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, διότι διατηρούσε ερωτική σχέση με τη σύζυγο του εργοδότη της (παραγωγού), γεγονός το οποίο εκείνος αντιλήφθηκε. Ως αποτέλεσμα, η αιτήτρια δέχθηκε απειλές κατά της ζωής της, ενώ υπήρξε θύμα απαγωγής από τον ίδιο. Φοβούμενη για τη ζωή της, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και αιτήθηκε διεθνούς προστασίας (βλ. ερυθρό 25 του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε και διέμεινε στην περιοχή Commune of Bandalungwa, στην επαρχία της Kinshasa, (ερυθρά 26 χ1 και 25 χ1, χ2 του διοικητικού φακέλου). Στη συνέχεια το 2018, μετέβη στην περιοχή Kintambo, στην επαρχία της Kinshasa και το 2019 μετέβη στην περιοχή Commune of Ngaliema στην Kinshasa μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της (ερυθρό 37  2χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις δήλωσε Χριστιανή. Αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε άγαμη και ότι έχει ένα ανήλικο τέκνο το οποίο βρίσκεται στην περιοχή Kintambo, στην επαρχία της Kinshasa της ΛΔΚ, μαζί με την αδελφή της (ερυθρό 36, του διοικητικού φακέλου).

 

Περαιτέρω, δήλωσε ότι οι γονείς της έχουν αποβιώσει και ότι έχει έντεκα ετεροθαλή αδέλφια από τον πατέρα της και τέσσερα από την μητέρα της (ερυθρό 38, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε πως ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια  εκπαίδευση και ότι ξεκίνησε να φοιτά στο Πανεπιστήμιο για δύο έτη, ωστόσο δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές της (ερυθρό 39, του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με το επαγγελματικό της προφίλ δήλωσε πως στη χώρα καταγωγής της εργάστηκε ως ηθοποιός το χρονικό διάστημα 2019 - 2022 (ερυθρό 38 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, η αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της λόγω ζητημάτων ασφαλείας, καθώς βρισκόταν σε σύγκρουση με τον παραγωγό (εργοδότη της), ο οποίος την αναζητούσε (βλ. ερυθρό 36 3χ, του διοικητικού φακέλου). Όπως ανέφερε, κάποια στιγμή την απήγαγε και σχεδίαζε να της προκαλέσει σοβαρή βλάβη, γεγονός που την ανησύχησε και την ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα της για λόγους ασφαλείας.

 

Όταν της ζητήθηκε να αναφέρει εάν υπάρχει κάποιος άλλος λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε την ΛΔΚ,  η αιτήτρια συμπλήρωσε ότι αναζητούσε σταθερότητα στη ζωή της και επιθυμούσε να βρει μία καλή εργασία προκειμένου να φροντίσει κατάλληλα την κόρη της και να της προσφέρει μία καλύτερη ζωή και εκπαίδευση (ερυθρό 36 5χ, του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια ανέφερε πως σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της θα τεθεί σε κίνδυνο η ζωή της από τον παραγωγό ταινιών.  Παράλληλα, ανέφερε ότι στη χώρα καταγωγής της είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει μία καλή εργασία, και για το λόγο αυτό δεν θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για την κόρη της. Περαιτέρω, διευκρίνισε ότι ουδέποτε συνελήφθη ή κρατήθηκε στη χώρα καταγωγής της και ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα με τις αρχές της χώρας της (βλ. ερυθρό 36 2χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων δόθηκε η ευκαιρία στην αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής της.  Αναφορικά με τη σύγκρουση που είχε με τον παραγωγό (εργοδότη της), η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι είχε απευθυνθεί στην εταιρεία παραγωγής προκειμένου να εργαστεί ως ηθοποιός, καθώς επιθυμούσε να κάνει καριέρα στον κινηματογράφο. Εργαζόταν υπό τις οδηγίες της συζύγου του παραγωγού, η οποία διαχειριζόταν τα θέματα της εταιρείας και είχε επαφή με τους ηθοποιούς. Όπως περιέγραψε, η σύζυγος του παραγωγού της πρότεινε να βγαίνουν ραντεβού με αντάλλαγμα να την προωθήσει και να τη βοηθήσει να αποκτήσει φήμη. Η αιτήτρια αποδέχθηκε την πρόταση, επιθυμώντας να γίνει γνωστή (βλ. ερυθρό 35 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι δεν γνωρίζει πώς ο  παραγωγός ανακάλυψε την σχέση που συνήψε με τη σύζυγό του.  Ωστόσο, δήλωσε ότι όταν ο παραγωγός αντιλήφθηκε τη σχέση τους, την κάλεσε και τη ρώτησε σχετικά, ωστόσο η αιτήτρια το αρνήθηκε (βλ. ερυθρό 35 3χ, του διοικητικού φακέλου). Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ανέφερε πως ο εργοδότης της  τις παρακολούθησε και παραλίγο να τις πιάσει επ’ αυτοφώρω, γεγονός που τον έκανε ακόμη πιο καχύποπτο. Έκτοτε, όπως ισχυρίστηκε, άρχισε να την απειλεί και σταδιακά απομονώθηκε από την εταιρεία, καθώς έπαψε να συμμετέχει σε κάστινγκ ή ταινίες.

 

Όπως ισχυρίστηκε, οι απειλές ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2021, αρχικά μέσω τηλεφωνικών κλήσεων, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε το περιστατικό της απαγωγής (βλ. ερυθρό 35 4χ, 5χ, του διοικητικού φακέλου).  Η αιτήτρια ανέφερε ότι ο παραγωγός θεώρησε πως τον πρόδωσε, καθώς της είχε δώσει εργασία  και εκείνη, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, αποπλάνησε τη σύζυγό του. Τόνισε ότι ο ίδιος δεν θα είχε πρόβλημα αν στη θέση της ήταν άνδρας, αλλά επειδή επρόκειτο για γυναίκα θεώρησε τη συμπεριφορά της απαράδεκτη και δήλωσε πως δεν θα τη συγχωρούσε ποτέ.

 

Ως προς το περιστατικό της απαγωγής, η αιτήτρια ανέφερε ότι εκείνη την ημέρα επέστρεφε από κατάστημα όπου είχε πάει για να αγοράσει τρόφιμα για την κόρη της και ανέμενε ταξί για να επιστρέψει στο σπίτι (βλ. ερυθρό 35, του διοικητικού φακέλου). Ξαφνικά σταμάτησε μπροστά της ένα όχημα που φαινόταν σαν ταξί, στο οποίο επιβιβάστηκε, χωρίς να γνωρίζει ότι επρόκειτο για απαγωγείς. Το όχημα ακολούθησε διαφορετική πορεία και μέσα σε αυτό άρχισαν να τη χτυπούν, να της φωνάζουν και να την απειλούν. Οι δράστες της δήλωσαν ότι η επίθεση αυτή αποτελούσε προειδοποίηση και ότι την επόμενη φορά θα τη σκότωναν. Την εγκατέλειψαν τελικά σε απομονωμένη περιοχή, στην τοποθεσία Kingabwa.

 

Κληθείσα να διευκρινίσει τί συνέβη μετά το περιστατικό της απαγωγής της, η αιτήτρια ανέφερε ότι δεν προέβη σε κάποια ενέργεια, καθώς βρισκόταν σε άθλια κατάσταση και διασώθηκε από διερχόμενους πολίτες που τη μετέφεραν στην οικία της (ερυθρό 34, του διοικητικού φακέλου). Όπως ισχυρίστηκε, της είχαν αφαιρέσει το κινητό τηλέφωνο, τα χρήματα και τα προσωπικά της αντικείμενα. Διευκρίνισε πως πριν την απαγωγή, δεν συμμετείχε στις δραστηριότητες της εταιρείας παραγωγής, καθώς ο παραγωγός την είχε αποκλείσει από κάστινγκ και ταινίες. Μετά το περιστατικό, συνομίλησε με τη σύζυγο του παραγωγού, η οποία, αντιλαμβανόμενη τη σοβαρότητα της κατάστασης, αποφάσισε να αναλάβει την έκδοση των απαραίτητων εγγράφων προκειμένου να εγκαταλείψει  η αιτήτρια τη χώρα καταγωγής της.

 

Μετά το περιστατικό η αιτήτρια ανέφερε πως έμενε στο σπίτι, απέφευγε να κυκλοφορεί και άλλαξε τέσσερις τηλεφωνικούς αριθμούς, καθώς της είχαν αφαιρέσει το κινητό κατά την απαγωγή (ερυθρό 34, του διοικητικού φακέλου). Σε ερώτηση σχετικά με φερόμενη αντίφαση στους ισχυρισμούς της, καθώς αρχικά είχε δηλώσει ότι συνέχισε να εργάζεται μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα, ενώ έπειτα δήλωσε ότι δεν εμπλεκόταν στις δραστηριότητες της εταιρείας μετά τις απειλές, η αιτήτρια διευκρίνισε ότι το τελευταίο επαγγελματικό της έργο ήταν πριν την απαγωγή και δεν εργάστηκε ξανά έκτοτε, γι’ αυτό αναφέρθηκε σε αυτό ως η τελευταία της εργασία προτού  εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της (ερυθρό 34 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Σχετικά με το λόγο για τον οποίο παρέμεινε στη χώρα της για αρκετούς μήνες μετά την απειλή, ανέφερε ότι η καθυστέρηση οφειλόταν στο γεγονός ότι η σύζυγος του παραγωγού είχε αναλάβει τη διαδικασία έκδοσης των ταξιδιωτικών εγγράφων και η ίδια απλώς ανέμενε τη διευθέτησή τους (ερυθρό 33, του διοικητικού φακέλου).

 

Απαντώντας σε παρατήρηση του λειτουργού, περί φερόμενης αντίφασης όσον αφορά την τοποθεσία όπου την άφησαν οι απαγωγείς (καθώς στη συνέντευξη εξέτασης της ευαλωτότητάς της είχε δηλώσει ότι την άφησαν στις ράγες του τρένου στο Kingabwa, ενώ στη συνέντευξη δήλωσε “στη μέση του πουθενά”), διευκρίνισε ότι το σημείο όπου οι απαγωγείς αφήνουν συνήθως τα θύματά τους είναι οι ράγες του τρένου στο Kingabwa (ερυθρό 33 3χ, του διοικητικού φακέλου).  Η αιτήτρια δεν θυμόταν τον αριθμό των προσώπων που την απήγαγαν και υπολόγισε συνολικά πέντε άτομα.  Στην παρατήρηση του λειτουργού περί αντίφασης (καθώς στη συνέντευξη εξέτασης της ευαλωτότητάς της ανέφερε τρία άτομα) απάντησε ότι δεν θυμάται με ακρίβεια και ότι απλώς υποθέτει, ότι ήταν τρία, ίσως και πέντε άτομα (ερυθρό 33 4χ, του διοικητικού φακέλου).


Σε σχέση με το σεξουαλικό της προσανατολισμό, η αιτήτρια ανέφερε πως έλκεται και από τα δύο φύλα, καθώς έχει παιδί με άνδρα αλλά είχε σχέση και με γυναίκα (ερυθρό 33 1χ, του διοικητικού φακέλου). Όταν της ζητήθηκε να προσδιορίσει τον εαυτό της και το σεξουαλικό της προσανατολισμό, απάντησε ότι δεν γνωρίζει πώς να αυτοπροσδιοριστεί (ερυθρό 33 2χ, του διοικητικού φακέλου). Η αιτήτρια ανέφερε ότι συνειδητοποίησε πως την ελκύουν και τα δύο φύλα όταν ήταν στο γυμνάσιο, ωστόσο κρατούσε αυτό το συναίσθημα κρυφό, καθώς δεν επιθυμούσε να γνωρίζουν οι άλλοι ότι της άρεσαν και οι γυναίκες (ερυθρό 32 2χ, του διοικητικού φακέλου). Σε ερώτηση για το πώς αισθάνεται όταν βρίσκεται κοντά σε γυναίκες που της αρέσουν, δήλωσε ότι όλα ξεκινούν από μια συζήτηση (ερυθρό 32, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με το πώς συνειδητοποίησε ότι την έλκουν οι γυναίκες, ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια του γυμνασίου είχε μια φίλη και μέσα από αυτή την επαφή άρχισε να αναπτύσσει αισθήματα (ερυθρό 32 6χ, του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα ανέφερε πως κάποιες απογοητεύσεις από άνδρες την ώθησαν να δοκιμάσει σχέσεις με γυναίκες (ερυθρό 36 8χ, του διοικητικού φακέλου). Σε ερώτηση για την ηλικία στην οποία αντιλήφθηκε την έλξη προς τις γυναίκες, απάντησε αρχικά 29 ετών. Σε επαναληπτική ερώτηση του λειτουργού δήλωσε ότι δεν θυμάται ακριβώς, αλλά ήταν ήδη ενήλικη (ερυθρό 32 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Όταν ρωτήθηκε πώς ήταν η ζωή της προτού αντιληφθεί την έλξη της προς το ίδιο φύλο, απάντησε ότι ήταν «φυσιολογική», διευκρινίζοντας ότι τότε ένιωθε έλξη μόνο προς άνδρες (ερυθρό 32 5χ, του διοικητικού φακέλου). Κληθείσα να περιγράψει κάτω από ποιες συνθήκες αντιλήφθηκε ότι έλκεται από άτομα του ίδιου φύλου, ανέφερε ότι άρχισε να συνειδητοποιεί την άλλη πλευρά του εαυτού της, καθώς δεν ένιωθε ικανοποίηση στις ερωτικές σχέσεις με άνδρες, κάτι που άλλαξε όταν είχε την πρώτη της εμπειρία με γυναίκα (ερυθρό 31 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφέρθηκε επίσης στο ότι γνωρίζει αρκετά άτομα στη χώρα καταγωγής της με ίδιο σεξουαλικό προσανατολισμό, τα οποία όμως προσπαθούν να το κρατήσουν κρυφό, διότι στην Αφρική το ζήτημα θεωρείται ταμπού ή ακόμα και κατάρα (ερυθρό 31 2χ, του διοικητικού φακέλου).  Κληθείσα να περιγράψει πώς φαντάζεται την ιδανική της ζωή, απάντησε ότι νιώθει μεγαλύτερη άνεση όταν βρίσκεται σε σχέση με άτομο του ίδιου φύλου, επειδή πάντα διατηρεί τον ρόλο της γυναίκας, και ότι αισθάνεται περισσότερη άνεση όταν είναι με γυναίκα παρά με άνδρα.

 

Στη συνέχεια, η αιτήτρια δήλωσε ότι αισθανόταν φυσιολογικά ζώντας στη χώρα καταγωγής της ως άτομο που έλκεται από άτομα του ίδιου φύλου, προσθέτοντας ότι είτε στην Αφρική είτε αλλού είναι το ίδιο να βρει κανείς έναν σύντροφο με παρόμοιο προσανατολισμό (ερυθρό 30 1χ, του διοικητικού φακέλου). Σε ερώτηση για το πώς την έκανε να νιώθει η έλξη προς το ίδιο φύλο, απάντησε ότι αισθανόταν πιο άνετα με τον εαυτό της (ερυθρό 30 2χ, του διοικητικού φακέλου). Ωστόσο, εξήγησε ότι δεν ένιωθε άνετα να μοιραστεί το σεξουαλικό της προσανατολισμό με την οικογένειά της, διότι στην Αφρική θεωρείται «αποτρόπαιο» και δεν επιθυμούσε να υποστεί διακρίσεις ή να κριθεί από τα μέλη της οικογένειάς της (ερυθρό 30 3χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Επιπλέον, ανέφερε ότι στην Κυπριακή Δημοκρατία αισθάνεται πιο άνετα ως αμφιφυλόφιλο άτομο, διότι βλέπει ανθρώπους να διαδηλώνουν υπέρ των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, γεγονός που την κάνει να πιστεύει ότι βρίσκεται σε μια πιο ανοιχτή κοινωνία σε σύγκριση με τη χώρα καταγωγής της. Τέλος, ερωτηθείσα πώς φαντάζεται τον εαυτό της μελλοντικά, απάντησε ότι δεν φαντάζεται τον εαυτό της ως σύζυγο άλλης γυναίκας, αλλά κυρίως ως μητέρα της κόρης της, τονίζοντας ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό για εκείνη (ερυθρό 30, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε στην αφήγησή της η αιτήτρια, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή του τέσσερις ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις της αιτήτριας ως κατωτέρω: (1) Τα προσωπικά στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της αιτήτριας, (2) ο σεξουαλικός προσδιορισμός της αιτήτριας ως αμφιφυλόφιλη, (3) ο ισχυριζόμενος φόβος της αιτήτριας από τον παραγωγό ταινιών με τον οποίο συνεργαζόταν ως ηθοποιός κινηματογράφου και (4) οι λόγοι οικονομικού περιεχομένου.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ισχυρισμό της αιτήτριας ως προς τα προσωπικά της στοιχεία καθώς οι δηλώσεις της αιτήτριας κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ομοίως, ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό και τον τέταρτο ισχυρισμό της αιτήτριας, ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της για οικονομικούς λόγους.

 

Αντιθέτως, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε το δεύτερο ισχυρισμό της αιτήτριας ως προς τον σεξουαλικό της προσανατολισμό, καθώς έκρινε ότι η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες για ένα τόσο σοβαρό θέμα, το οποίο ποινικοποιείται στη χώρα της, ενώ κρίθηκε πως οι ισχυρισμοί της παρουσιάζουν ασυνέπειες. Κληθείσα να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα γεγονότα, υπέπεσε κατά το αφήγημά της σε έλλειψη ευλογοφάνειας και επαρκών πληροφοριών, ασυνέπεια και σε αντιφάσεις.

 

Ειδικότερα, ο λειτουργός κατέγραψε ότι η αξιολόγηση των ισχυρισμών της αιτήτριας γίνεται με βάση το προσωπικό προφίλ, δηλαδή το πανεπιστημιακό επίπεδο εκπαίδευσης της, το γεγονός ότι είναι νέα, υγιής γυναίκα και πως δε φέρει κάποια ευαλωτότητα που να επηρεάζει τη μνήμη της. Επιπλέον, λήφθηκε υπόψη πως σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, ξεκίνησε να αντιλαμβάνεται το σεξουαλικό της προσανατολισμό ως αμφιφυλόφιλη από την ηλικία των 29 ετών. Τέλος, ο λειτουργός σημειώνει ότι η αιτήτρια έχει σχετική, αν και γενική, αντίληψη της επικρατούσας κατάστασης στη χώρα της, ως προς την αντίληψη της κοινωνίας και της κυβέρνησης για τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα.  Στη βάση της εκτενούς ανάλυσης που προέβη ο λειτουργός κατέληξε πως δεν τεκμηριώνεται η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων της αιτήτριας.

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός σημειώνει ότι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν ότι, παρόλο που κανένας νόμος δεν απαγορεύει ρητά τη συναινετική σεξουαλική συμπεριφορά μεταξύ ενηλίκων του ίδιου φύλου, τα άτομα που επιδεικνύουν δημόσια συναινετική σεξουαλική συμπεριφορά του ίδιου φύλου, όπως το φιλί, υπόκεινται μερικές φορές σε διώξεις σύμφωνα με τις διατάξεις περί προσβολής της δημοσίας αιδούς, οι οποίες σπάνια εφαρμόζονται σε ζευγάρια διαφορετικού φύλου.  Ο λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις και ότι οι πληροφορίες που παρείχε ήταν ελλιπής, δεν αποδέχτηκε τον ισχυρισμό της αιτήτριας σε σχέση με το σεξουαλικό της προσανατολισμό.

 

Ομοίως, αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός της. Κληθείσα να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα ανωτέρω γεγονότα, προέβη σε γενικές και αόριστες αναφορές, ασυνέπεια στις δηλώσεις του, υπεκφυγές και ανακρίβειες στις απαντήσεις επί των ερωτημάτων που του τέθηκαν.  Ο λειτουργός σημειώνει αρχικά πως δεδομένου του ότι απορρίφθηκε ο ισχυρισμός της αιτήτριας, αναφορικά με το σεξουαλικό της προσανατολισμό, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και ο συνακόλουθος ισχυρισμός της περί δίωξης, καθώς ελλείπει η γενεσιουργός αιτία της δίωξης. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, ο λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση αναφορικά με τον ισχυρισμό της αιτήτριας περί δίωξής της από τον παραγωγό ταινιών.  Στη βάση του αφηγήματος της αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού της.

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού της, ο λειτουργός σημειώνει ότι τα όσα ανέφερε η αιτήτρια στη συνέντευξη, αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος της και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.  Δεδομένου του ότι η αιτήτρια υπέπεσε κατά το αφήγημά της σε έλλειψη ευλογοφάνειας, αντιφάσεις, υπεκφυγές, ανακρίβειες και έλλειψη επαρκών πληροφοριών, ο τρίτος ισχυρισμός της αιτήτριας δεν έγινε αποδεκτός.

 

Υπό το φως των ανωτέρω, ο λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς που προέκυψαν από το αίτημα της αιτήτριας, αλλά και το ατομικό της προφίλ, το γεγονός ότι δεν έχει υποστεί κάποια μορφή δίωξης ή σοβαρής βλάβης, καθώς και τις διαθέσιμες πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής της την Bandalungwa Commune στην επαρχία της Kinshasa, διαπίστωσε πως δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να υποβληθεί σε μεταχείριση, η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής στην ΛΔΚ.

 

Ακολούθως, ο λειτουργός αξιολόγησε το νομοθετικό πλαίσιο για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και για το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της αιτήτριας σε οποιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών της αιτήτριας, του προσωπικού της προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, δεν τεκμηριώνεται φόβος δίωξης για ένα από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και ως εκ τούτου, εισηγήθηκε πως η αιτήτρια δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα.

 

Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως η αιτήτρια δεν υπήρχε εύλογη πιθανότητα να αντιμετώπιζε κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, αφού η κατάσταση στη χώρα καταγωγής της στην οποία αναμενόταν να επέστρεφε, δεν χαρακτηριζόταν από διεθνή η εσωτερική ένοπλη σύγκρουση.  Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα της αιτήτριας λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από το συνήγορό της αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ’ ων η αίτηση.  Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της αιτήτριας που έγινε αποδεκτός, αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά της στοιχεία, διακρίνω ότι η αξιολόγηση των καθ' ων η αίτηση καθώς και οι δηλώσεις της αιτήτριας αφενός μεν παρουσιάστηκαν σαφείς και ακριβείς, αφετέρου δε επιβεβαιώθηκαν από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης.  Αποδεκτός έγινε και ο τέταρτος ουσιώδης ισχυρισμός σε σχέση με τους λόγους οικονομικού περιεχομένου για τους οποίους ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της.  Με τους προαναφερόμενους ισχυρισμούς δεν θα ασχοληθώ εφόσον έχουν γίνει αποδεκτοί και δεν αμφισβητούνται.

 

Αντιθέτως, σε σχέση με τον δεύτερο ισχυρισμό της αιτήτριας, ως προς τον σεξουαλικό της προσανατολισμό, διαφαίνεται ότι η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες για ένα τόσο προσωπικό θέμα.  Η αιτήτρια κατά το αφήγημά της υπέπεσε σε αντιφάσεις και αοριστίες.  Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, διαφαίνεται πως η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να διευκρινίσει το σεξουαλικό της προσανατολισμό, γεγονός που συντείνει στην έλλειψη ευλογοφάνειας, ως προς τον μετέπειτα ισχυρισμό της περί διατήρησης ρομαντικής σχέσης με γυναίκα.  Περαιτέρω, διαπιστώνεται αντίφαση στα λεγόμενα της, ως προς το χρονικό σημείο στο οποίο αντιλήφθηκε τη σεξουαλική της προτίμηση προς τις γυναίκες, καθώς αρχικά ισχυρίστηκε ότι όταν φοιτούσε στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είχε ένα συναίσθημα προτίμησης στις γυναίκες το οποίο έκρυβε από τους υπόλοιπους ανθρώπους, ωστόσο σε μεταγενέστερο στάδιο της συνέντευξης, ανέφερε ότι συνειδητοποίησε την σεξουαλική της προτίμηση προς τις γυναίκες όταν ήταν 29 ετών.  Δεν διαφαίνεται ότι υπάρχει το αίσθημα διαφορετικότητας της αιτήτριας, καθώς κληθείσα να περιγράψει τις σκέψεις της, η αιτήτρια απάντησε πρώτα υπεκφεύγοντας και έπειτα ισχυρίστηκε ότι είναι κάτι που δεν έχει ολοκληρωτικά τον έλεγχο και έτσι το κρατά μυστικό, καθώς δεν γνωρίζει αν θα συνεχίσει με αυτό στη ζωή της.

 

Το αφήγημα της αιτήτριας δεν ενέχει βιωματικό χαρακτήρα, εφόσον θα αναμενόταν από άτομο το οποίο ζει σε μια τιμωριτική κοινωνία απέναντι στα άτομα της LGBTIQ κοινότητας, να βιώνει έντονα συναισθήματα. Ειδικότερα, κληθείσα να περιγράψει πως ήταν η ζωή της πριν να συνειδητοποιήσει ότι έλκεται από άτομα του ίδιου φύλου, ανέφερε ότι ήταν φυσιολογική, ενώ όταν της ζητήθηκε να επεξηγήσει τη θέση της και τι εννοεί με τον όρο «normal» με περισσότερες λεπτομέρειες, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι ελκόταν από άντρες μόνο μέχρι που ανακάλυψε την άλλη μεριά του εαυτού της. Από τα όσα ανέφερε η αιτήτρια δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται την αμφιφυλοφιλία ως αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητας της, αλλά ως κάτι συνυφασμένο με τη σεξουαλική πράξη. Ερωτηθείσα σχετικά με τη συνειδητοποίηση περί σεξουαλικής της προτίμησης για τις γυναίκες, η αιτήτρια δεν ανέφερε αισθήματα διαφορετικότητας, αλλά ισχυρίστηκε ότι μέχρι την πρώτη της σεξουαλική εμπειρία με γυναίκα, δεν είχε συνειδητοποιήσει την αμφιφυλοφιλία της.

 

Κληθείσα να διευκρινίσει τη σημασία της απόλυτης ελευθερίας και με ποιο τρόπο θα ζούσε, η αιτήτρια ανέφερε ανεπαρκώς και γενικολογώντας ότι θα ήταν ‘λεσβία’, χωρίς ωστόσο να επεξηγήσει την ιδανική ζωή, ενώ όταν παροτρύνθηκε να διευκρινίσει την ιδανική ζωή για την ίδια δήλωσε πως νιώθει πιο άνετα να βρίσκεται σε σχέση με γυναίκα παρά με άνδρα.  Περαιτέρω, συμφωνώ με την κατάληξη του λειτουργού πως  η αιτήτρια δεν έδειξε αισθήματα ντροπής, απομόνωσης λόγω της σεξουαλικής έλξης της στο ίδιο φύλο, καθώς κληθείσα να περιγράψει το πως ένιωθε όταν ζούσε στη χώρα καταγωγής της, ανέφερε ότι ένιωθε φυσιολογικά προσθέτοντας ότι είναι το ίδιο και στην Αφρική ή οπουδήποτε αλλού να βρεις κάποιος ερωτικό σύντροφο, ο οποίος είναι σαν εσένα.  Θα αναμενόταν από άτομο το οποίο ζει σε τιμωριτική κοινωνία απέναντι στα άτομα της LGBTIQ κοινότητας να βιώνει πιο έντονα συναισθήματα παρά εκείνα που επέδειξε η αιτήτρια. Επιπλέον, κληθείσα να επεξηγήσει το πως ένοιωθε στην χώρα καταγωγής της ως αμφιφυλόφιλο άτομο, δεν αναφέρθηκε στους φόβους, προβληματισμούς, ενδοιασμούς, ψυχικά τραύματα και φοβίες, πάρα μόνο στο ότι ένιωθε πιο άνετα, χωρίς ωστόσο να επεξηγήσει επαρκώς.

 

Δόθηκε η ευκαιρία στην αιτήτρια να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά της σχετικά με την αναγνώριση και αποδοχή της σεξουαλικότητάς της από την ίδια, εντούτοις δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τη συναισθηματική, ψυχολογική ή και πνευματική κατάσταση στην οποία βρισκόταν τότε, ούτε να εκφράσει τυχόν συναισθήματα, σκέψεις ή προβληματισμούς που είχε ή βίωνε κατά την περίοδο της αναγνώρισης της διαφορετικότητάς της. Οι δηλώσεις της σχετικά με τη ντροπή και το στίγμα, και αναφορικά με το πως έφτασε στη συνειδητοποίηση του σεξουαλικού της προσανατολισμού, δεν χαρακτηρίζονται από ευλογοφάνεια και ακρίβεια λεπτομερειών, ενώ οι διευκρινίσεις της δεν ήταν ικανοποιητικές.

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, των δηλώσεων της αιτήτριας θα πρέπει να αναφερθεί πως δεν υφίσταται συγκεκριμένη νομοθεσία η οποία να ποινικοποιεί τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις, εντούτοις παρατηρήθηκε από την τοπική οργάνωση Rainbow Sunrise Mapambazuko, η οποία έχει ως στόχο την προώθηση των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας στη ΛΔΚ και την Αφρική, καθώς και από το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο των Ηνωμένων Εθνών (Committee on Economic, Social and Cultural Rights) ότι το Άρθρο 176 του Ποινικού Κώδικα[1] χρησιμοποιείται συχνά προς τον σκοπό της ποινικοποίησης των ομόφυλων σχέσεων.[2]

 

Αυτό επιβεβαιώνεται από έκθεση της Διεθνούς Ένωσης Λεσβιών, Ομοφυλοφίλων, Αμφιφυλόφιλων, Τρανς και Διαφυλικών (ILGA World) σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ατόμων LGBTIQ, η οποία αναφέρει ότι το άρθρο 176 του Ποινικού Κώδικα που ποινικοποιεί δραστηριότητες κατά της «δημόσιας αιδούς έχει χρησιμοποιηθεί ως νόμιμη βάση για την ποινικοποίηση των LGBT ατόμων».[3] Οι εκθέσεις της Freedom House για τα έτη 2024 και 2025 (που καλύπτουν τα έτη 2023 και 2024 αντίστοιχα), σημειώνουν προς επίρρωση των ανωτέρω ότι έχει γίνει χρήση των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα περί της «προσβολής των ηθών» και της «προσβολής της δημόσιας αιδούς» κατά των LGBT+ ατόμων.[4]

 

Η περιοδική έκθεση που κατέθεσε η ΛΔΚ στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ τον Νοέμβριο του 2024, έδειξε ότι η κυβέρνηση σημείωσε μικρή πρόοδο στην αντιμετώπιση παραβιάσεων δικαιωμάτων. Ειδικότερα, παρότι κατά την εξέταση της προηγούμενης περιοδικής της έκθεσης, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό έλαβε υπόψη της, συστάσεις που αφορούσαν και την προστασία των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, η θέση της ΛΔΚ σε αυτά τα ζητήματα παραμένει ως είχε.[5]  Ως προς το κοινωνικό στίγμα και την βία ενάντια στα ΛΟΑΤΚΙ άτομα, η επιτροπή του ΟΗΕ CESCR, σημειώνει στις 28 Μαρτίου 2022 ότι η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα αντιμετωπίζει στιγματισμό και διακρίσεις κατά την απόλαυση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών τους δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στην εργασία, τη στέγαση, την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση.[6]

 

Σε πληροφορίες που παρουσιάστηκαν ενώπιον του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ τον Αύγουστο του 2024 από τοπικούς, μη κυβερνητικούς οργανισμούς της ΛΔΚ, αναφέρεται ότι, αν και δεν υπήρχε ρητή ποινικοποίηση των σχέσεων του ίδιου φύλου, το 75% των LGBTQ+ ατόμων στη ΛΔΚ δεν είχαν πρόσβαση σε υπηρεσίες όπως η εκπαίδευση, η εργασία, η στέγαση, η υγειονομική περίθαλψη και η κοινωνική ασφάλιση, λόγω συστηματικού στιγματισμού και διακρίσεων. Οι θρησκευτικοί ηγέτες και οι κυρίαρχες πολιτισμικές πεποιθήσεις για την μαγεία συνέβαλαν στον στιγματισμό και την περιθωριοποίηση αυτών των ατόμων. Επιπλέον, τόσο τα μέσα ενημέρωσης όσο και οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, χρησιμοποιούνται για να προωθήσουν βία και διακρίσεις εναντίον των LGBTQ+ ατόμων.[7]

 

Οι ΜΚΟ που παρέχουν υποστήριξη στα άτομα LGBTIQ περιλαμβάνουν:

• OASIS RD Congo, [μετάφραση] «μια μη κερδοσκοπική ένωση που συγκεντρώνει φεμινίστριες και γυναίκες από σεξουαλικές μειονότητες που εργάζονται στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με ευαισθησία στο φύλο, ηγεσίας γυναικών, και σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας»;[8]

• Το Κίνημα για την Προώθηση του Σεβασμού και της Ισότητας Δικαιωμάτων και Υγείας (Mouvement pour la promotion du respect et égalité des droits et santé, MOPREDS), ένα «κίνημα ατόμων LGBTI και συμμάχων, που στοχεύει στην προώθηση του σεβασμού για τα δικαιώματα των ατόμων LGBTI στη ΛΔΚ»;[9]

• Savie ASBL, «μια μη κερδοσκοπική κοινοτική οργάνωση αφιερωμένη στην αντίσταση κατά της αντι-LGBTQ+ παρενόχλησης και καταπίεσης, στην καταπολέμηση της σεξουαλικής και έμφυλης βίας και στην προώθηση της κοινωνικής ευαισθητοποίησης για τις Queer ταυτότητες στον χώρο εργασίας»;[10] και

• Jeunialissime, μια ΜΚΟ που «παρέχει ιατρική και ψυχολογική υποστήριξη σε άτομα LGBTI».[11]

 

Παρόλο που υπάρχουν πληροφορίες για τη χώρα καταγωής της αιτήτριας σε σχέση με το πως αντιμετωπίζονται άτομα αμφιφυλόφιλα ή ομοφιλόφυνα αυτό δεν είναι αρκετό για να τεκμηριωθεί ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός.  Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις και δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες για τα βιώματα της σε σχέση με το σεξουαλικό της προσανατολισμό, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός.

 

Ομοίως, αναφορικά με τον τρίτο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός της.  Κληθείσα να περιγράψει τη διαμάχη που αντιμετώπιζε με τον παραγωγό, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν η καλύτερη ηθοποιός και έτσι για να γίνει γνωστή, καθώς το χρειαζόταν, παροτρύνθηκε από τη σύζυγο του παραγωγού  να βγαίνουν ραντεβού προκειμένου να την προωθήσει για να γίνει διάσημη. Παρότι η αιτήτρια κλήθηκε να περιγράψει με λεπτομέρειες τα βιώματα της, δεν το έπραξε. Διαφαίνεται από τα πρακτικά που τηρήθηκαν πως δόθηκαν πολλές ευκαιρίες στην αιτήτρια να περιγράψει λεπτομερώς την ισχυριζόμενη διαμάχη που αντιμετώπιζε με τον παραγωγό, ωστόσο η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση, παρόλο που πρόκειται για άτομο που συνεργαζόταν επί τακτικής βάσης μαζί του, σύμφωνα με τα λεγόμενα της.

 

Επιπρόσθετα, η αιτήτρια δεν ήταν σαφής ως προς το χρονικό σημείο κατά το οποίο η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε απειλές καθώς, παρότι της ζητήθηκε να παραθέσει το ακριβές χρονικό σημείο στο οποίο δέχθηκε απειλές, δεν το έπραξε, λέγοντας με γενικότητα ότι συνέβη τον Οκτώβριο, όταν ξεκίνησαν οι τηλεφωνικές απειλές, μέχρι την απαγωγή της. Σε περαιτέρω διευκρινιστική ερώτηση, να προσδιορίσει το ακριβές χρονικό σημείο, απάντησε αοριστολογώντας ότι συνέβη λίγες μέρες πριν τα γενέθλια της. Κληθείσα να περιγράψει το περιεχόμενο των απειλών, απάντησε με ανακρίβειες και αόριστα  ότι ο παραγωγός το θεώρησε ως προδοσία, καθώς της έδωσε εργασία, ωστόσο αυτή τον πρόδωσε, αφού βγήκε σε ρομαντικό ραντεβού με τη γυναίκα του.

 

Παρατηρήθηκε αντίφαση ως προς τους ισχυρισμούς της, καθώς σε προγενέστερο στάδιο ανέφερε ότι συνέχισε να εργάζεται μέχρι την αναχώρηση της από τη χώρα καταγωγής της, ενώ σε άλλο σημείο της συνέντευξης ανέφερε ότι δεν ασχολούταν με την εργασία της μετά τις απειλές που δέχτηκε και ότι επέλεξε να διαμένει στην οικία της. Κληθείσα να διευκρινίσει την αντίφαση αυτή, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι ήταν η τελευταία της εργασία προτού αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής της.  Αντίφαση και ανακρίβεια παρατηρείται στα λεγόμενά της, καθώς σε προηγούμενη συνέντευξη ως προς την εξέταση της ευαλωτότητάς της, η αιτήτρια ανέφερε ότι μετά την απαγωγή της, βρέθηκε σε σιδηροδρομική γραμμή στην περιοχή Kingabwa, ενώ έπειτα ανέφερε με γενικότητα ότι βρισκόταν ‘μέσα στη μέση του πουθενά’.

 

Όταν της ζητήθηκε να επεξηγήσει την εν λόγω διαφορά στους ισχυρισμούς της, η αιτήτρια ανέφερε με ανακρίβεια και γενικότητα ότι ο μόνος τόπος που αφήνουν τους ανθρώπους που απαγάγουν είναι στη σιδηροδρομική γραμμή στο Kingabwa. Κατά συνέπεια, και πάλι η τοποθέτησή της δεν ήταν πειστική. Είναι χρήσιμο να διευκρινιστεί πως σε προηγούμενη συνέντευξη ως προς την εξέταση της ευαλωτότητάς της, η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν τρία άτομα μέσα στο αυτοκίνητο όταν την απήγαγαν, ενώ στην συνέντευξη που διεξήχθη σε σχέση με το αίτημά της, ανέφερε ότι υπήρχαν άλλα πέντε άτομα. Κληθείσα να διευκρινίσει την αντίφαση αυτή, ισχυρίστηκε ανεπαρκώς και με έλλειψη ευλογοφάνειας ότι δεν γνωρίζει στ' αλήθεια, απλώς υποθέτει. Συνεπώς, και πάλι η αιτήτρια δεν έδωσε σαφή απάντηση.  Ενόψει των ανωτέρω αντιφάσεων και γενικόλογων αναφορών διαφαίνεται πως δεν τεκμηριώνεται η εσωτερική αξιοπιστία του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού. 

 

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού της, θα συμφωνήσω με τον αρμόδιο λειτουργό πως τα όσα ανέφερε η αιτήτρια στη συνέντευξη, αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος της και δεν θα μπορούσα να ανατρέξω σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επί τούτου.  Δεδομένου ότι η αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις, υπεκφυγές, ανακρίβειες και έλλειψη επαρκών πληροφοριών κατά το αφήγημά της, ο τρίτος ισχυρισμός της αιτήτριας δεν γίνεται αποδεκτός.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Αδιαμφισβήτητα όπως προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000), ο αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στη διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της.  Η αιτήτρια δεν είναι υποχρεωμένη να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών της, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή της να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αίτημα που υπέβαλε στις αρμόδιες αρχές.

 

Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης της αιτήτριας να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι η αιτήτρια έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).

 

Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε η αιτήτρια δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με αξιοπιστία και αληθοφάνεια τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς που θα την ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα προκειμένου να επωφεληθεί των ευεργετημάτων τέτοιου καθεστώτος.

 

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως η αιτήτρια είχε αρκετές ευκαιρίες κατά το στάδιο της συνέντευξης της να αναπτύξει με κάθε λεπτομέρεια τον πυρήνα του αιτήματός της και να θεμελιώσει τον ισχυριζόμενο κίνδυνο που αντιμετωπίζει στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια ούτε στην ενώπιον μου διαδικασία που είχε τη δυνατότητα να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της, να διευκρινίσει τις ασυνέπειες και τις ανακρίβειες των δηλώσεών της με το ορθό δικονομικό διάβημα, έθεσε ενώπιον μου οποιοδήποτε στοιχείο. Κατά συνέπεια, ενόψει των προβαλλόμενων ισχυρισμών δεν θα μπορούσε να παραχωρηθεί στην αιτήτρια καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.

 

Πρόσθετα, από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι ορθά διαπιστώθηκε από τον δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στην αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της αιτήτριας, διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω περιοχή, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.  Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. 

 

Ωστόσο υπό το φως των ανωτέρω και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης μου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, για σκοπούς πληρότητας θα διεξάγω περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής της.  Σύμφωνα με τη διαδικτυακή πύλη RULAC «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον αριθμού ενόπλων ομάδων στις περιοχές  Ituri, Kasai και Kivu»[12], σημειώνεται ωστόσο, ότι δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Kinshasa. Επιπρόσθετα, Έκθεση (2024) της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Λ.Δ.Κ. αναφέρει ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στα ανατολικά συνεχίστηκαν, με τις κυβερνητικές δυνάμεις να μάχονται εναντίον ένοπλων ομάδων∙ ενώ η διακοινοτική βία επεκτάθηκε και στις επαρχίες Kasai, Kwango, Kwilu, Mai-Ndombe και Tshopo, και οδήγησε σε περαιτέρω σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[13] Ως διαφαίνεται από τις ανωτέρω πληροφορίες, στην Kinshasa δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και η κατάσταση ασφαλείας παρουσιάζεται σταθερή.

 

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 09/07/2024 – 09/07/2025 στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας Kinshasa καταγράφηκαν 83 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 235 ανθρώπινες απώλειες. Τα 83 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 12 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 19 ανθρώπινες απώλειες, 18 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 203 ανθρώπινες απώλειες, 3 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 13 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 50 διαμαρτυρίες (protests).[14] Σημειώνεται, ότι την συγκεκριμένη χρονική περίοδο στην εν λόγω βάση δεδομένων δεν εντοπίστηκαν οποιαδήποτε καταγεγραμμένα περιστατικά στην περιοχή Commune of Bandalungwa της πρωτεύουσας Kishasa. Επισημαίνεται, ότι ο πληθυσμός της πόλης Κinshasa εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,778,500 (2025) κατοίκους.[15]

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα συνδυαστικά με τον εκτιμώμενο πληθυσμό, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή της, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της στην περιοχή να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή της. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτή είναι γυναίκα, νεαρής ηλικίας, υγιής, με επαρκή μόρφωση, πλήρως ικανή προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της.  Η αιτήτρια δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ ή δέουσα έρευνα.

 

Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε η αιτήτρια, το αρμόδιο όργανο διεξήγαγε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα, εκδίδοντας με τον τρόπο αυτό πλήρως αιτιολογημένη απόφαση και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.  Ως εκ τούτου, ο σχετικός προβαλλόμενος νομικός ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του, εφόσον το αρμόδιο όργανο διενήργησε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα και αποφάσισε εντός της προβλεπόμενης από το νόμο διαδικασίας.

 

Σε συνάρτηση με τους ανωτέρω ισχυρισμούς, ο δικηγόρος της αιτήτριας με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως ισχυρίζεται πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας.  Η δικηγόρος των καθ’ ων η αίτηση αντιτείνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη κατά τρόπο που καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος.

 

Η αιτιολόγηση των αποφάσεων της διοίκησης είναι επιβεβλημένη για να μπορεί το Δικαστήριο να ελέγξει εάν η απόφαση λήφθηκε σύμφωνα με το Νόμο και για να παρέχεται η δυνατότητα να αντιληφθεί το Δικαστήριο που βασίστηκε το αρμόδιο όργανο για να καταλήξει στην απόφασή του (Γρηγορόπουλος κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, (1997) 4 ΑΑΔ 1414).

 

Μέσα από την αιτιολογία του οργάνου θα πρέπει να διαφαίνεται ο συλλογισμός του, ο οποίος οδήγησε στην προσβαλλόμενη απόφαση ή τουλάχιστον να υπάρχουν στοιχεία στον φάκελο της υπόθεσης που να μπορούν να συμπληρώσουν την αιτιολογία της απόφασης του αρμόδιου οργάνου (βλ. Στέφανος Φράγκου v. Κυπριακή Δημοκρατίας, (1998) 3ΑΑΔ 270).

 

Η αιτιολογία της απόφασης του διοικητικού οργάνου συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371). Η δυνατότητα αυτή υπάρχει όταν τα στοιχεία που βρίσκονται στο φάκελο του Δικαστηρίου συνδέονται με την απόφαση και αποκαλύπτουν τους λόγους που οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνύδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97). Συνεπώς, από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω προκύπτει ότι, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση και ως εκ τούτου ο προβαλλόμενος ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Η συνήγορος της αιτήτριας στα πλαίσια του τέταρτου λόγου ακυρώσεως, διατείνεται πως το αρμόδιο όργανο κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ενήργησε υπό πλάνη περί τα πράγματα. Όπως ισχυρίστηκε η συνήγορος του αιτητή, οι καθ’ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη τους τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ’ων η αίτηση αντιτείνει πως καμία παρανομία δεν έχει προκύψει που να αποδεικνύει το ενδεχόμενο πλάνης περί τα πράγματα.

 

Καταρχάς θα πρέπει να αναφερθεί πως το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού για την ύπαρξη πλάνης το έχει ο αιτητής (βλ. Παπαδόπουλος v. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1190) 3ΑΑΔ 262, 267). Ο προβαλλόμενος ισχυρισμός δεν στοιχειοθετείται επαρκώς από την αιτήτρια και είναι γενικόλογος. Από τους ισχυρισμούς του ευπαίδευτου δικηγόρου της αιτήτριας, δεν στοιχειοθετείται οποιουδήποτε είδους πλάνη, τόσο ως προς την διαδικασία που ακολουθήθηκε, όσο και ως προς τα συμπεράσματα τα οποία κατέληξε η Υπηρεσία Ασύλου με βάση τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, αλλά ούτε και ως προς τα γεγονότα που έλαβε η Υπηρεσία Ασύλου υπόψη της.

 

Πλάνη περί τα πράγματα στοιχειοθετείται όταν αποδεικνύεται η αντικειμενική ανυπαρξία γεγονότων που έλαβε υπόψη του το αρμόδιο όργανο για να εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση (βλ. Σύγγραμμα του Επαμεινώνδα Π. Σπηλιωτόπουλου, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» (Τόμος 2, 14η έκδοση, 2011, σελίδες 136, 137, παράγραφοι 510 και 511).  Η αιτήτρια δεν παραπέμπει σε γεγονότα τα οποία οι καθ’ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη με αποτέλεσμα να αποφασίσουν κατά πλάνη περί τα πράγματα.  Στη βάση των ανωτέρω, είναι προφανές πως δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός της αιτήτριας περί πραγματικής πλάνης ή/και οποιασδήποτε άλλης ουσιώδους πλάνης και ως εκ τούτου απορρίπτεται.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα της αιτήτριας εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής και/ή δέουσα αιτιολόγηση εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον της αιτήτριας.

 

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 

 

 



[1] République Démocratique du Congo: Code pénal, 30 January 1940, available at: https://www.refworld.org/legal/legislation/natlegbod/1940/fr/54256, article 176: “A person who engages in activities against public decency will be liable to a term of imprisonment of eight days to three years and/or fined twenty-five to one thousand zaires”

[2] ACCORD, Anfragebeantwortung zur Demokratischen Republik Kongo: Lage homosexueller Personen (Diskriminierung, Repressionen) [a-11950], 20 Ιουλίου 2022, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/document/2078844.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 04/04/2025); UN - CESCR, Concluding observations on the sixth periodic report of the Democratic Republic of the Congo, https://digitallibrary.un.org/record/3969917?ln=en&v=pdf , παρ. 28 – 29

[3] ILGA – International Lesbian, Gay, Bisexual, Trans and Intersex Association (Author): Our Identities Under Arrest; A global overview on the enforcemnt of laws criminalising consensual same-sex sexual acts between adults and diverse gender expression; 2021 First Edition, December 2021
https://www.ecoi.net/en/file/local/2094645/Our_Identities_Under_Arrest_2021.pdf

[4] Freedom House (Author): Freedom in the World 2024 - Democratic Republic of the Congo, 2024, https://freedomhouse.org/country/democratic-republic-congo/freedom-world/2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 04/04/2025); Freedom House (Author): Freedom in the World 2025 - Democratic Republic of the Congo, 2025, https://freedomhouse.org/country/democratic-republic-congo/freedom-world/2025

[5] United Nations Human Rights Council, National report submitted pursuant to Human Rights Council resolutions 5/1 and 16/21- Democratic Republic of the Congo, 4–15 November 2024, pp. 1, 17, https://docs.un.org/en/A/HRC/WG.6/47/COD/1

[6] CESCR – UN Committee on Economic, Social and Cultural Rights: Concluding observations on the sixth periodic report of the Democratic Republic of the Congo [E/C.12/COD/CO/6], 28 March 2022, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/file/local/2072082/G2229422.pdf

[7] United Nations Human Rights Council, Summary of stakeholders’ submissions on the Democratic Republic  of the Congo, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/file/local/2115950/g2415753.pdf, παρ. 13

[8] OASIS RD Congo, A propos de nous, https://oasisrdcongo.org/a-propos/

[9] MOPREDS, Mopreds Congo, https://mopredscongo.org/

[10] Savie ASBL, À propos, https://savieasblngo.org/a-propos

[11] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada: Democratic Republic of the Congo: Treatment of individuals based on their sexual orientation, gender identity and expression, and/or sex characteristics (SOGIESC) by society and authorities, including legislation, state protection and support services (2020–February 2022) [COD200957.E], 22 March 2022, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458565&pls=1

[12] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, Τελευταία Ενημέρωση: 13 Απριλίου 2021,  https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th

[14]  ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 09/07/2024 – 09/07/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο