ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: N.Y.K.O., Νομική Αρωγή αρ. 53/2025, 11/7/2025
print
Τίτλος:
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: N.Y.K.O., Νομική Αρωγή αρ. 53/2025, 11/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Νομική Αρωγή αρ. 53/2025

11 Ιουλίου, 2025

[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002,

Ν. 168(Ι)/2002 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ (ΑΡ.1) ΤΟΥ 2003

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

                          N.Y.K.O.

                          από Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν

                                                           Αιτητή

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

Για τους Καθ' ων η αίτηση: Β. Θωμά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

[Ζ. Αγαπίου- Διερμηνέας, για διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα

WAHEDI Lina -Διερμηνέας, για διερμηνεία από τα farsi στην αγγλική και αντίστροφα]                            

                          

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

E. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 17.03.2025, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, έτσι ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να διορίσει δικηγόρο, προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 31.01.2025, με την οποίαν απορρίπτεται η αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Ως προκύπτει από το γραπτό σημείωμα που κατατέθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί το Γενικό Εισαγγελέα, καθώς και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση σκιαγραφούνται ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής υπήκοος Ιράν, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 21.11.2024 και εισήλθε στη Δημοκρατία από τις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, υποβάλλοντας αίτηση διεθνούς προστασίας στις 12.12.2024. Στις 16.01.2025 διενεργήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός»), ο οποίος στις 22.01.2025 συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης.  Η εν λόγω εισήγηση εγκρίθηκε στις 31.01.2025 από τον ασκούντα καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου με αποτέλεσμα την απόρριψη της αίτησής του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 14.02.2025 με επιστολή της Υπηρεσίας Ασύλου.

  

Εναντίον της απόφασης αυτής, ο Αιτητής  καταχώρισε στις 14.03.2025 την υπ' αρ. 596/25 προσφυγή για την προώθηση της οποίας, επιθυμεί να λάβει δωρεάν νομική αρωγή, μέσω της υπό εξέταση αίτησης.

 

Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή συμμετείχε σε διαδήλωση που σχετιζόταν με την υπόθεση της Jina Amini.  Συγκεκριμένα, συνελήφθη τρεις φορές και υπέστη σωματική βία από τη Sepah ενώ κατά τη διάρκεια της τελευταίας σύλληψής του, του ζητήθηκε να δηλώσει εγγράφως ότι δεν επρόκειτο να συμμετάσχει σε άλλη διαδήλωση. Ακόμη, πρόσθεσε ότι υποπτεύονταν ότι ήταν ο αρχηγός της διαδήλωσης συμπληρώνοντας ότι ένας φίλος του εξαφανίστηκε.  Ο Αιτητής φοβόταν για τη ζωή του καθώς κάποιος του είπε ότι αν τον συλλάμβαναν, θα τον οδηγούσαν στη φυλακή Evin ή θα τον εκτελούσαν (βλ. ερ. 1 δ.φ.).

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του και αναφορικά με την ουσία του αιτήματός του, ο Αιτητής ανέφερε ότι, ενώ βρισκόταν σε κατάστημα και συζητούσε με φίλο του – γνωστό ακτιβιστή – για το πώς η κυβέρνηση σκότωνε αθώους ανθρώπους, και ενώ δύο άλλοι φίλοι του μιλούσαν μεταξύ τους για τις εμπειρίες κράτησής τους, συμπεριλαμβανομένης και της δικής του, ένα άγνωστο άτομο εισήλθε στον χώρο και τους άκουσε. Στη συνέχεια, το εν λόγω πρόσωπο – κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή – μετέβη σε αστυνομικό σταθμό, όπου προέβη σε καταγγελία εναντίον τους και τους υπέδειξε ως ηγέτες διαδηλώσεων. Λίγο αργότερα, φίλος του Αιτητή, ο οποίος ανήκε στον στενό του κύκλο, εργαζόταν για την κυβέρνηση και τον είχε βοηθήσει στο παρελθόν να αποφυλακιστεί, τον ενημέρωσε ότι έχει ανοιχθεί φάκελος/υπόθεση εναντίον του. Ο Αιτητής προσέθεσε ότι, εφόσον συλλαμβανόταν, θα υφίστατο δίωξη ή θα οδηγείτο στη φυλακή Evin, τονίζοντας ότι αυτή τη φορά δεν θα μπορούσε να υπάρξει παρέμβαση υπέρ του. Επισήμανε επίσης ότι οι αρχές είχαν βάσιμο λόγο να τον κατηγορήσουν, καθώς – μολονότι είχε δεσμευθεί εγγράφως ότι δεν θα συμμετείχε ξανά σε διαδηλώσεις – τελικώς παραβίασε τη δέσμευση αυτή και συμμετείχε. Τέλος, ενώ βρισκόταν στην Τουρκία, ο Αιτητής πληροφορήθηκε ότι συνελήφθη ο δάσκαλος που ήταν μαζί του στο κατάστημα την επίμαχη ημέρα και έκτοτε αγνοείται η τύχη του (βλ. 22/1Χ δ.φ.)

 

Κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του μέσω της υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων, ο Αιτητής ανέφερε ότι την επίμαχη ημέρα, ενώ βρισκόταν στο κατάστημά του, συζητούσε με τρεις φίλους του για τις εμπειρίες που είχαν κατά την κράτησή τους και γενικότερα για όσα υπέστησαν. Κατά τη συζήτηση, αναφέρθηκαν επίσης στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση τιμωρούσε τους συλληφθέντες και συμμετέχοντες στις διαδηλώσεις, καθώς και στο πρόσωπο που – κατά την άποψή τους – ηγείτο της τοπικής κοινότητας (βλ. ερ. 22/4Χ δ.φ.). Την επόμενη ημέρα, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, έλαβε τηλεφώνημα κατά το οποίο ενημερώθηκε ότι η κυβέρνηση είχε καταρτίσει σχέδιο εναντίον του. Φοβούμενος ότι θα υφίστατο δίωξη, και λαμβάνοντας υπόψη την προηγούμενη εμπειρία του, αποφάσισε δύο ημέρες μετά το εν λόγω τηλεφώνημα να εγκαταλείψει τη χώρα, περνώντας τα σύνορα (βλ. ερ. 21/1Χ δ.φ.).

 

Κατά την υποβολή διευκρινιστικών ερωτήσεων αναφορικά με το περιστατικό που – κατά τους ισχυρισμούς του – συνέβη στο κατάστημά του, ο Αιτητής ανέφερε ότι, ενώ συζητούσε με τους φίλους του για παρελθόντα γεγονότα, κάποια άτομα εισήλθαν στον χώρο και φέρονται να τους άκουσαν να μιλούν για πολιτικά ζητήματα. Προσέθεσε ότι τα εν λόγω άτομα ήταν εκείνα που μετέφεραν την πληροφορία στις αρχές (βλ. ερ. 21/6Χ δ.φ.). Ωστόσο, σε σχετική ερώτηση ως προς τον αριθμό των προσώπων που άκουσαν τη συζήτηση, παρά το γεγονός ότι προηγουμένως είχε αναφερθεί σε ένα άτομο, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι τέσσερις πελάτες εισήλθαν στο κατάστημα και ρωτούσαν για προϊόντα, ενόσω αυτός βρισκόταν εκεί (βλ. ερ. 8Χ δ.φ.).

 

Περαιτέρω, ο Αιτητής δήλωσε ότι, μολονότι υπέγραψε έγγραφο ενώπιον των δικαστικών αρχών ότι δεν θα συμμετείχε σε νέες διαδηλώσεις, τελικώς παρέβη τη δέσμευση αυτή. Ερωτηθείς ειδικώς για τη διαδήλωση στην οποία φέρεται να συμμετείχε, υποστήριξε ότι δεν έλαβε μέρος σε κινητοποίηση με φυσική παρουσία, αλλά προέβη στο κλείσιμο του καταστήματός του ως πράξη απεργίας και ένδειξη αλληλεγγύης προς τους διαμαρτυρόμενους, συμφώνως με πρωτοβουλία που – κατά τα λεγόμενά του – είχε συμφωνηθεί με τους ντόπιους την ημέρα της επετείου θανάτου της Jina Amini (βλ. ερ. 20/5Χ, 7Χ δ.φ.).

 

Επισημάνθηκε στον Αιτητή η αντίφαση με την αρχική του δήλωση, όπου είχε αναφέρει ρητώς ότι συμμετείχε σε διαδήλωση. Σε απάντηση, διευκρίνισε ότι δεν διαδήλωσε, αλλά απλώς έκλεισε το κατάστημα για σκοπούς στήριξης του κινήματος (βλ. ερ. 19/1Χ δ.φ.). Τέλος, ο Αιτητής υποστήριξε ότι, αν επιστρέψει στο Ιράν, οι αρχές ενδέχεται τυπικά να του επιτρέψουν την είσοδο, αλλά στην πράξη θα τον συλλάβουν. Ανέφερε μάλιστα ότι, κατά τη γνώση του, πολλά πρόσωπα που επέστρεψαν στη χώρα συνελήφθησαν άμεσα στο αεροδρόμιο και ακολούθως διώχθηκαν (βλ. ερ. 19/11Χ δ.φ.).

 

Η προϋπόθεση της πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της προσφυγής

 

Ο Αιτητής έχει καταχωρίσει προσφυγή κατά της δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 και συνεπώς η εξεταζόμενη περίπτωση εμπίπτει στο άρθρο 6Β(2)(α) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό κρίση αίτηση αφορά στην πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής και ότι συνεπώς πληρείται η πρώτη προϋπόθεση παραχώρησης δωρεάν νομικής αγωγής ως αυτή θεσπίζεται με το εδάφιο (αα) του άρθρου 6Β(2) (ανωτέρω), κρίσιμη καθίσταται η εξέταση της δεύτερης προϋπόθεσης, θεσπιζόμενης διά του εδαφίου (ββ) της ίδιας διάταξης, την ύπαρξη δηλαδή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής.

 

Σύμφωνα με τη διαμορφωθείσα νομολογία, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας[1].

 

Οι πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας θα πρέπει να εξετάζονται και υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου χωρίς να περιορίζεται αυθαίρετα η παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη. Περαιτέρω όμως το Δικαστήριο, θα πρέπει να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιόν του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας[2].

 

Σημειώνεται δε, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής που έχει ήδη καταχωριστεί από τον Αιτητή, εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής[3].

 

Σημειώνεται εξάλλου ότι, το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής, στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του[4].

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώ τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, από το Λειτουργό.

 

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή, ο Λειτουργός προέβη σε διαχωρισμό των ισχυρισμών του σε πέντε ουσιώδεις άξονες: Ο πρώτος αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και κρίθηκε αποδεκτός, καθότι τεκμηριώθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική του αξιοπιστία ως προς τα εν λόγω ζητήματα.

 

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορούσε τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι συνελήφθη στη χώρα καταγωγής του λόγω της συμμετοχής του σε διαδηλώσεις. Ωστόσο, επί του συγκεκριμένου ισχυρισμού, ο Λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ουσιαστικές πληροφορίες που να άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του, ενώ οι απαντήσεις του χαρακτηρίστηκαν από γενικότητα, ασάφεια και εσωτερικές αντιφάσεις. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ασυμφωνία μεταξύ των όσων κατέγραψε στην υποβληθείσα αίτηση και των όσων ανέφερε στη συνέντευξή του. Συγκεκριμένα, ενώ στην αίτηση ασύλου δήλωνε ότι συνελήφθη τρεις φορές και ότι συμμετείχε στην τελετή κηδείας της Jina Amini, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης αναθεώρησε τους ισχυρισμούς του, αναφέροντας ότι συνελήφθη δύο φορές και ότι η συμμετοχή του αφορούσε συγκέντρωση στη μνήμη της Amini ένα χρόνο μετά τον θάνατό της (βλ. ερ. 1, 17/1Χ δ.φ.).

 

Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να παραθέσει επαρκείς ή ουσιώδεις πληροφορίες σχετικά με τις περιστάσεις και τις συνθήκες των δύο αυτών συλλήψεων, ούτε και να περιγράψει με σαφήνεια τα όσα – κατά τους ισχυρισμούς του – υπέστη κατά την κράτησή του (βλ. ερ. 24/2Χ–6Χ, 10Χ–11Χ, 23/1Χ δ.φ.). Επιπρόσθετα, παρέμεινε ελλιπής και αόριστος ως προς τον λόγο διεξαγωγής της διαδήλωσης που φέρεται να προκάλεσε τις συλλήψεις του. Αρκέστηκε να αναφέρει ότι αυτή σχετιζόταν γενικά με την κυβέρνηση, την επιβολή της υποχρεωτικής μαντίλας (Hijab) και τη δολοφονία – όπως ισχυρίστηκε – της Jina Amini, χωρίς να παράσχει περαιτέρω συγκεκριμένες πληροφορίες ή συμφραζόμενα. Τέλος, και οι δηλώσεις του ως προς τον δικό του ρόλο στις διαδηλώσεις κρίθηκαν αποσπασματικές και ανεπαρκείς, καθώς περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι, όπως και οι υπόλοιποι συμμετέχοντες, κρατούσε πανό και φώναζε συνθήματα, χωρίς να τεκμηριώνει οποιοδήποτε προσωπικό ή ενεργό ρόλο που θα τον καθιστούσε ευάλωτο σε στοχοποίηση (βλ. ερ. 24/7Χ–9Χ δ.φ.).

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο Λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής προσκόμισε ορισμένες ιδιόχειρες σημειώσεις ενώπιόν του κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Όπως διαπιστώθηκε, στις εν λόγω σημειώσεις περιλαμβάνονταν πληροφορίες τις οποίες ο Αιτητής δεν ανέφερε ρητώς κατά την προφορική του κατάθεση. Ενδεικτικά, οι σημειώσεις αυτές περιείχαν στοιχεία όπως τις χρονολογίες των δύο συλλήψεών του, την πράξη του κλεισίματος του καταστήματός του προκειμένου να παρευρεθεί στην τελετή μνήμης της Jina Amini, καθώς και την επακόλουθη κλήτευσή του σε ανάκριση (βλ. ερ. 95 δ.φ.).

 

Ο Λειτουργός επεσήμανε ότι το γεγονός πως ο Αιτητής δεν προέβαλε προφορικά τις ανωτέρω πληροφορίες – παρότι προκύπτει ότι τις είχε ήδη καταγεγραμμένες και διαθέσιμες – δημιουργεί ερωτήματα ως προς την συνέπεια και πληρότητα της κατάθεσής του, ιδίως λαμβανομένης υπόψη της σημασίας των εν λόγω στοιχείων για την ουσιαστική τεκμηρίωση του αιτήματός του.

 

Περαιτέρω, κατά τη διασταύρωση των ισχυρισμών του με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο Λειτουργός παρέθεσε γενικές πληροφορίες για τον ξυλοδαρμό και τον θάνατο της Jina Amini και για τα εκτεταμένα επεισόδια και διαμαρτυρίες που επακολούθησαν (βλ. ερ. 93 δ.φ.). Ωστόσο, παρά την εν γένει καταγραφή γεγονότων που συνάδουν με την πραγματική κατάσταση στη χώρα καταγωγής του, η αδυναμία του Αιτητή να παραθέσει ικανοποιητικές, ακριβείς και προσωπικά βιωμένες πληροφορίες, σε συνδυασμό με τις εσωτερικές αντιφάσεις που εντοπίστηκαν στις απαντήσεις του, οδήγησαν τον Λειτουργό στην απόρριψη του επίμαχου ισχυρισμού ως μη αξιόπιστου (βλ. ερ. 93–95 δ.φ.).

 

Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή αφορούσε το περιστατικό που φέρεται να έλαβε χώρα στο κατάστημά του, συνεπεία του οποίου – κατά τα λεγόμενά του – υποβλήθηκε εναντίον του καταγγελία στις αρχές. Ο Λειτουργός εντόπισε ελλείψεις και αντιφάσεις στο αφήγημά του, κρίνοντας τις απαντήσεις του ως ανεπαρκείς. Συγκεκριμένα επισημάνθηκε πως, ενώ στην αίτηση ασύλου ανέφερε ότι τον υποπτεύονταν ως αρχηγό διαδήλωσης, στη συνέντευξη δήλωσε ότι κάποιος άκουσε συζήτηση μεταξύ του ίδιου και των φίλων του και τους κατήγγειλε ως αρχηγούς. Επιπλέον, παρουσίασε αντιφατικές περιγραφές για το περιεχόμενο της συζήτησης, καθώς αρχικά ισχυρίστηκε ότι συνομιλούσε μόνο με έναν φίλο του, ενώ αργότερα δήλωσε ότι όλοι συζητούσαν μαζί. Δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες για το πώς έλαβε γνώση της καταγγελίας, δηλώνοντας μόνο ότι ένας φίλος του τον ενημέρωσε και τον συμβούλεψε να φύγει. Επίσης, δεν προσκόμισε στοιχεία για το πρόσωπο που τον κατήγγειλε, περιοριζόμενος να πει ότι στάλθηκε από την αστυνομία. Υποστήριξε ακόμη ότι οι αρχές δεν είχαν αποδείξεις εναντίον του και ότι δεν παρουσιάστηκε σε ανάκριση, διότι – όπως ανέφερε – «όταν η κυβέρνηση κατηγορεί κάποιον, σημαίνει ότι έχει ήδη αποδειχθεί». Λόγω των ελλείψεων, αντιφάσεων και της έλλειψης τεκμηρίωσης, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος.

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός ανατρέχοντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, παρέθεσε πληροφορίες για τις περιπτώσεις που προκαλούσαν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις.  Ωστόσο, λόγω των ανεπαρκών και αντιφατικών αναφορών του Αιτητή όπως και του ότι τα λεγόμενά του δεν σύναδαν με τις πληροφορίες από τις πηγές, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε. (βλ. ερ. 91- 90 δ.φ.)

 

Ο τέταρτος ισχυρισμός Αιτητή αφορούσε το ότι, παρότι υπέγραψε έγγραφο δεσμευόμενο ότι δεν θα συμμετάσχει σε διαδηλώσεις, εντούτοις συμμετείχε εκ νέου. Ο Λειτουργός εντόπισε αδυναμίες και αντιφάσεις στο αφήγημά του. Ειδικότερα ως επισημάνθηκε, ο Αιτητής περιορίστηκε να αναφέρει ότι τον ανάγκασαν να υπογράψει το εν λόγω έγγραφο και ότι δεν το υπέγραψε με τη θέλησή του (βλ. ερ. 20/5Χ δ.φ.) Σχετικά με τη μεταγενέστερη συμμετοχή του, αρχικά ανέφερε ότι έλαβε μέρος σε διαδήλωση, ωστόσο αργότερα ισχυρίστηκε ότι δεν διαδήλωσε, αλλά έκλεισε το κατάστημά του στο πλαίσιο συμφωνίας με ντόπιους, ως ένδειξη αλληλεγγύης κατά την επέτειο θανάτου της Jina Amini. Η αλλαγή στη δήλωσή του αξιολογήθηκε ως αντίφαση, καθώς αρχικά δήλωνε σαφώς συμμετοχή, την οποία αργότερα ανασκεύασε (βλ. ερ. 20/7Χ, 19/1Χ δ.φ.)

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός σημείωσε ότι λόγω της υποκειμενικής φύσεως του ισχυρισμού του Αιτητή δεν ήταν εφικτή η αναζήτηση πληροφοριών από εξωτερικές πηγές (βλ. ερ. 89 δ.φ.).

 

Ο πέμπτος ισχυρισμός αφορούσε τον φόβο του ότι αν επέστρεφε στη χώρα καταγωγής του, η ζωή του θα κινδύνευε και ότι θα συλλαμβανόταν.  Σε σχέση με αυτόν τον ισχυρισμό, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ικανοποιητικές πληροφορίες για να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του και οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που του τέθηκαν ήταν γενικές, αόριστες και αντιφατικές. Ως αξιολογήθηκε, ο Αιτητής δεν παρέθεσε επαρκή στοιχεία για το τηλεφώνημα που έλαβε την αμέσως επόμενη μέρα από το περιστατικό που συνέβη εντός του καταστήματός του, αφού αρκέστηκε στο να αναφέρει ότι ενημερώθηκε τηλεφωνικώς για το εναντίον του πλάνο από πλευράς της κυβέρνησης και φοβούμενος ότι θα υφίστατο δίωξη, δύο μέρες μετά την τηλεφωνική κλήση, πέρασε τα σύνορα (βλ. ερ. 21/1Χ δ.φ.)  Περαιτέρω, οι δηλώσεις του για το αν συνέβη κάτι άλλο στον ίδιο ή στην οικογένειά του κρίθηκαν αντιφατικές.  Συγκεκριμένα, ενώ αρχικά ισχυρίστηκε ότι προτού φύγει από το Ιράν τον ενοχλούσαν για την πώληση προϊόντων και μέρα με τη μέρα του έπαιρναν κι άλλα δικαιώματα και παράλληλα του έβαζαν όρια, στη συνέχεια ανέφερε ότι αυτά συνέβησαν από πριν και λόγω του τι έγινε πίστευε ότι αν τον συλλάμβαναν, θα αντιμετώπιζε πρόβλημα (βλ. ερ. 19/2Χ-4Χ δ.φ.).

 

Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός ανατρέχοντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, παρέθεσε πληροφορίες για τις περιπτώσεις που προκαλούσαν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις αλλά και για την αδυναμία νόμιμης εξόδου από τη χώρα σε περίπτωση έκδοσής τους.  Ωστόσο, λόγω των ανεπαρκών και αντιφατικών αναφορών του Αιτητή όπως και του ότι τα λεγόμενά του δεν σύναδαν με τις πληροφορίες από τις πηγές, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε (βλ. ερ. 86 δ.φ.).

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, στη βάση των αποδεκτών πραγματικών περιστατικών, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν υφίσταντο βάσιμοι λόγοι να θεωρείτο ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επέστρεφε στην πόλη Saqqez, της κομητείας Saqqez, της επαρχίας Kurdistan, του Ιράν, θα αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.  Αξιολογώντας ακολούθως τα στοιχεία του προφίλ του, ο λειτουργός κατέληξε πως δεν παρουσιάζονταν στοιχεία ευαλωτότητας, ενώ κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, διαπιστώθηκε ότι στον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του, δεν παρατηρούνταν συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων. (βλ. ερ. 85-83 δ.φ.)

 

Κατά τη νομική ανάλυση και λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς και την αξιολόγηση κινδύνου, ο λειτουργός ασύλου έκρινε πως δε συνέτρεχαν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Saqqez, της κομητείας Saqqez, της επαρχίας Kurdistan, του Ιράν για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στη Σύμβαση της Γενεύης και το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και εντοπίστηκε η συνδρομή των προϋποθέσεων για παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας.  (βλ. ερ. 83 -81 δ.φ.)

 

Στο πλαίσιο της προσφυγής που καταχώρισε εναντίον της απορριπτικής του αιτήματός του  απόφασης, ο Αιτητής ανέφερε ότι τον συνέλαβαν και τον βασάνισαν και αυτό επειδή το 2021 συμμετείχε σε διαμαρτυρία για το κίνημα Γυναίκες, Ζωή, Ελευθερία.  Πρόσθεσε ότι εκκρεμεί εναντίον του υπόθεση στο Ιρανικό Δικαστήριο και αντιμετωπίζει πολύ σοβαρές κατηγορίες για τη συμμετοχή του στη διαμαρτυρία.

 

Σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, υιοθετώντας πλήρως την αιτιολογία της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγήθηκε, μέσω του Γραπτού της Σημειώματος, ότι δεν πληρούνται  οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή.

 

Η κατάληξη του Δικαστηρίου 

 

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει εκ πρώτης όψεως, ότι ο Λειτουργός προέβη σε εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή, στο μέτρο που αυτοί ήταν κρίσιμοι για την εκτίμηση ενδεχόμενης υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και διερεύνησε αυτούς ενδελεχώς.

 

Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, επί της εκκρεμούσας προσφυγής του Αιτητή, η οποία εκτείνεται σε πλήρη και ex nunc εξέταση, τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών στοιχείων της υπόθεσης, η εκτίμηση του παρόντος Δικαστηρίου ως προς το κατά πόσο η προσφυγή εμφανίζει εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας, πρέπει να λάβει υπόψη τις επικαιροποιημένες εξελίξεις που επηρεάζουν άμεσα την ασφάλεια του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του και συνεπώς τις μεταγενέστερες και ουσιώδεις εξελίξεις στην κατάσταση ασφάλειας στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν.

 

Ειδικότερα, μολονότι η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου εκδόθηκε στις 31.01.2025, σε χρόνο κατά τον οποίο δεν είχε ακόμη εκδηλωθεί η ένοπλη σύρραξη μεγάλης έντασης μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, εντούτοις, από τις 13.06.2025 και εντεύθεν, έχουν λάβει χώρα γεγονότα διεθνούς εμβέλειας, τα οποία έχουν προκαλέσει σοβαρή και αλυσιδωτή επιδείνωση της γενικής κατάστασης ασφάλειας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Σύμφωνα με επίκαιρες εξωτερικές πηγές από τις 13.6.2025 στη χώρα καταγωγής του Αιτητή επικρατεί εξαιρετικά τεταμένη κατάσταση ασφαλείας, λόγω μεγάλης κλίμακας ισραηλινών αεροπορικών επιθέσεων: Η Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία εκτόξευσε την επιχείρηση «Rising Lion», πλήττοντας πυρηνικές εγκαταστάσεις, στρατιωτικές βάσεις και το κέντρο της Τεχεράνης, με απώλειες ακόμα και αμάχων.[5] Αναφέρεται ότι αρκετοί ανώτατοι αξιωματικοί της Φρουράς (IRGC), συμπεριλαμβανομένων των Salami και  Bagheri, έχουν σκοτωθεί.[6] Ταυτόχρονα και το κράτος του Ιράν εξαπέλυσε πυραυλική αντεπίθεση σε εδάφη του Ισραήλ.

 

Παράλληλα, σε επίπεδο τοπικής καταγραφής σε σχέση με την πόλη και επαρχία συνήθους διαμονής του Αιτητή (ήτοι την πόλη Saqqez της επαρχίας Κουριστάν, της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν) προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

·         σύμφωνα με την αξιόπιστη βάση δεδομένων ACLED, τη χρονική περίοδο 29.06.2024 μέχρι τις 27.06.2025 στο Κουρδιστάν καταγράφηκαν συνολικά 169 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 6 ανθρώπινες απώλειες. Εξ' αυτών, τα 157 καταχωρίστηκαν ως διαμαρτυρίες (καμία ανθρώπινη απώλεια), τα 4 ως μάχες (2 ανθρώπινες απώλειες), τα 2 ως βία κατά αμάχων (4 ανθρώπινες απώλειες) τα 6 ως εκρήξεις/απομακρυσμένης βίας (καμία ανθρώπινη απώλεια).[7]

 

·         στην πόλη Saqqez, κατά την ίδια χρονική περίοδο σημειώθηκε μόνο ένα (1) περιστατικό ασφαλείας (βία κατά αμάχων), που οδήγησε σε 3 ανθρώπινες απώλειες και 8 περιστατικά ασφαλείας (διαμαρτυρίες) χωρίς καμία ανθρώπινη απώλεια. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της πόλης Saqqez για το 2025 ανέρχεται σε 151,237[8] κατοίκους.

 

Ενόψει των πρόσφατων γεωπολιτικών εξελίξεων, δεν μπορεί να αποκλειστεί ευλόγως το ενδεχόμενο επέκτασης της βίας ή των επιπτώσεών της και σε περιοχές που μέχρι πρότινος χαρακτηρίζονταν ως σχετικώς σταθερές. Η γενικευμένη αβεβαιότητα ενισχύει την ανάγκη ιδιαίτερης επιμέλειας κατά την ουσιαστική εξέταση του κινδύνου σοβαρής βλάβης, σύμφωνα με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Δεν μου διαφεύγει ότι στις 24 Ιουνίου 2025, σύμφωνα με διασταυρωμένες αναφορές, επετεύχθη εκεχειρία μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, διαμεσολαβούμενη από τις ΗΠΑ και κράτη του Κόλπου (κυρίως Qatar). Σε διεθνή μέσα όπως το Washington Post και το Financial Times περιγράφεται ως "fragile" ή "uneasy" ανακωχή, με περιορισμένη χρονική διάρκεια και αναφορές σε πρώιμες παραβιάσεις του καθεστώτος εκεχειρίας. Ωστόσο, δεν φαίνεται να έχει υπογραφεί μόνιμη ειρηνευτική συμφωνία· πρόκειται συνεπώς κατά τα υπάρχοντα στοιχεία για προσωρινή αναστολή εχθροπραξιών υπό όρους (interim ceasefire) (βλ. Reuters[9], Washington Post, [10] Financial Times[11], ISW[12]).

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, και ενόψει ενός ασταθούς, επισφαλούς και δυνητικά επικίνδυνου περιβάλλοντος, δεν μπορεί εκ πρώτης όψεως να αποκλειστεί με ασφάλεια το ενδεχόμενο ότι η επιστροφή του Αιτητή ενδέχεται να συνεπάγεται σοβαρό κίνδυνο. Υπό το φως της αξιολόγησης που προηγήθηκε, προκύπτει βάσιμα ότι υφίστανται πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωριστεί, λόγω του αυξημένου κινδύνου που διαφαίνεται.

 

Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τον νόμο, καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας μπορεί να παρασχεθεί σε αιτητή, ο οποίος είτε δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας είτε η αίτησή του δεν στηρίζεται στους λόγους του άρθρου 3(1), εφόσον υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι για να εκτιμηθεί ότι, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα ιθαγένειάς του, διατρέχει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και ότι δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν επιθυμεί να τεθεί υπό την προστασία της εν λόγω χώρας. Κατά το άρθρο 19(2)(γ), ως «σοβαρή βλάβη» νοείται η σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου προσώπου, συνεπεία αδιάκριτης άσκησης βίας στο πλαίσιο διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπό εξέταση αίτηση καταχωρίστηκε στις 17.03.2025, εφαρμογής τυγχάνει ο περί Νομικής Αρωγής του 2002 [Ν. 165(I)/2002] ως αυτός έχει τροποποιηθεί με τον περί Νομικής Αρωγής (Τροποποιητικό) (Αρ. 2) Νόμο του 2024, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 31.12.2024[13]. Σύμφωνα λοιπόν με το νέο εδάφιο (6) που προστέθηκε στο άρθρο 7 του Νόμου, για σκοπούς των διατάξεων των εδαφίων (2), (3), (4), (5), (6), (7) και (8) του άρθρου 6Β και του εδαφίου (2) του άρθρου 6Γ, η παράγραφος (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 7 δεν εφαρμόζεται πλέον. Τούτο συνεπάγεται ότι δεν απαιτείται πλέον η υποβολή κοινωνικοοικονομικής έκθεσης για αιτητές διεθνούς προστασίας, ως είναι και η παρούσα.

 

Ενόψει των ανωτέρω, έχοντας διαπιστώσει ότι υφίστανται εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής του Αιτητή αποφασίζω ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για έκδοση Νομικής Αρωγής και, συνεπώς, η αίτησή του Αιτητή εγκρίνεται.  Εντέλλεται το αρμόδιο Πρωτοκολλητείο να προχωρήσει στις νενομισμένες διαδικασίες για διορισμό δικηγόρου σύμφωνα με τον Διαδικαστικό Κανονισμό, δυνάμει του σχετικού Νόμου. Τα έξοδα του Διερμηνέα όπως προέκυψαν κατά τη δικαστική διαδικασία να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

 

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14.10.2010

[2] Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 10/2010, Αlali Abdulhamid, ημερ. 06.05.2010 και στην Αίτηση Νομικής Αρωγής αρ. 25/2010, Antonia Adahor, ημερ. 13.12.2010

[3] Αποφάσεις στις Yπoθ. αρ. 278/09, Durgo Man v. Δημοκρατίας, ημερ. 15.07.2009, και Yπoθ. αρ. 7/11 και 8/11, NaciraBaghour και Roud Gad, ημερ. 28.03.2011

[4] Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23.12.2013

[7] Acled dashboardIRAN: KURDISTAN, διαθέσιμο: https://acleddata.com/explorer/  ημερ. πρόσβασης 08/07/2025

[8] πληθυσμός της πόλης Saqqez (2025), διαθέσιμο: https://worldpopulationreview.com/cities/iran ημερ. πρόσβασης 08/07/2025

[13] Δυνάμει του άρθρου 7 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, το οποίο προβλέπει ότι: «7. Κάθε Νόμος και κάθε δημόσιο έγγραφο, που γίνεται ή εκδίδεται με βάση το Νόμο αυτό ή άλλη νόμιμη εξουσία και που έχει νομοθετική ισχύ θα πρέπει να δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και, εκτός αν προβλέπεται σε αυτόν διαφορετικά, θα ισχύει και θα τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία της δημοσίευσης και θα είναι δικαστικά γνωστός (judicially noticed).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο