Μ. Τ. Τ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 8262/21, 9/7/2025
print
Τίτλος:
Μ. Τ. Τ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 8262/21, 9/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 8262/21

 9 Ιουλίου, 2025

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Μ. Τ. Τ.

Αιτητού,

και

            Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

Χαραλαμπίδου Ν. (κα.), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Βασιλείου Μ.(κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Aιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 26.10.2021, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2020. Αιτείται συναφώς την αναγνώρισή του ως πρόσφυγα ή επικουρικώς ως δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας. O Αιτητής στρέφεται εξάλλου και κατά της απόφασης επιστροφής του στο Καμερούν.

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από το Καμερούν. Περί τις 24.10.2018 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, και στις 29.6.2021, 20.7.2021, 03.8.2021, πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στον Αιτητή από λειτουργό τoυ Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (EUAA). Ακολούθως, υποβλήθηκε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης για διεθνή προστασία του Αιτητή και επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του, η οποία εγκρίθηκε στις 26.10.2021 από τον Προϊστάμενο. Στις 26.11.2021, η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, κοινοποιήθηκε στον Αιτητή.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής προβάλλει λόγους ακυρώσεως της επίδικης απόφασης, ισχυριζόμενος ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση υπέπεσαν σε πλάνη περί τα πράγματα και παραβίασαν τις υποχρεώσεις τους κατά την αξιολόγηση του δευτέρου ουσιώδους ισχυρισμού του, ήτοι των δυσχερειών που αντιμετώπισε λόγω της σεξουαλικής του ταυτότητας. Υποστηρίζει ότι, βάσει του μοντέλου αξιολόγησης που εφαρμόστηκε, πληρούσε τα κριτήρια για να κριθεί ως αξιόπιστος αναφορικά με τον ισχυρισμό περί ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού. Επικαλείται παράλειψη συνεκτίμησης των προσωπικών του περιστάσεων, και συγκεκριμένα του ιστορικού ενδοοικογενειακής βίας, της απόρριψης από το οικογενειακό του περιβάλλον και της εξάρτησής του από ναρκωτικές ουσίες, τα οποία κατά τη θέση του συνιστούν κρίσιμους παράγοντες κατά την εκτίμηση της αξιοπιστίας και την ενδεχόμενη υπαγωγή σε καθεστώς ευάλωτου προσώπου. Υποστηρίζει, επιπροσθέτως, ότι σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν έτυχε εφαρμογής ειδικών διαδικαστικών εγγυήσεων ή αξιολόγησης αναφορικά με τυχόν ειδικές ανάγκες υποδοχής. Παραπέμπει σε συγκεκριμένα σημεία της απόφασης, τα οποία κατά τη θέση του καταδεικνύουν εσφαλμένη εφαρμογή των κριτηρίων αξιολόγησης, ιδίως σε σχέση με τη στάθμιση της εξωτερικής αξιοπιστίας. Προβάλλει ότι τα αποδεικτικά έγγραφα που προσκόμισε προς υποστήριξη των ισχυρισμών του δεν έγιναν αποδεκτά, χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε ενέργεια εξακρίβωσης της γνησιότητάς τους, και ότι η απόρριψή τους ερείδεται αποκλειστικά στην εκτίμηση περί μη θεμελίωσης της εσωτερικής του αξιοπιστίας. Περαιτέρω, διατείνεται ότι η συνέντευξή του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπήρξε ελλιπής και μη επαρκώς προσανατολισμένη προς την ενδελεχή διερεύνηση του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Αναφορικά με την ουσιαστική θεμελίωση του αιτήματός του, προβάλλει ότι πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο καθεστώς πρόσφυγα, καθότι, λόγω της σεξουαλικής του ταυτότητας, ανήκει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα και υφίσταται βάσιμος κίνδυνος δίωξης από τις κρατικές αρχές του Καμερούν ή από ένοπλες ομάδες. Ισχυρίζεται δε ότι έχει ήδη υπάρξει θύμα δίωξης λόγω της ομοφυλοφιλίας του, επικαλούμενος έκδοση εντάλματος σύλληψης σε βάρος του. Παραθέτει, τέλος, πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με τις πρακτικές δίωξης ατόμων ΛΟΑΤΚΙ+ στο Καμερούν και προβάλλει ότι η απόφαση επιστροφής που εκδόθηκε συνιστά παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 19 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- στο εξής η «ΕΣΔΑ»).

 

3.             Οι Καθ’ ων η Αίτηση, αντικρούοντας τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς, υπεραμύνονται της νομιμότητας και βασιμότητας της επίδικης απόφασης, υποστηρίζοντας ότι αυτή εκδόθηκε κατόπιν εμπεριστατωμένης έρευνας και εντός των ορίων της εξουσίας που τους παρέχει ο νόμος. Τονίζουν ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα συναφή πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και ότι η απόφαση είναι πλήρως και νομίμως αιτιολογημένη. Ειδικότερα, παραπέμπουν στα επιμέρους ευρήματα που κατέληξαν στην απόρριψη του ισχυρισμού του Αιτητή περί ομοφυλοφιλικού προσανατολισμού, κρίνοντας ότι δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική του αξιοπιστία ως προς τον επίμαχο ισχυρισμό, ούτε προέκυψαν ενδείξεις που να υποστηρίζουν δίωξή του από κρατικούς ή μη κρατικούς δρώντες στη χώρα καταγωγής του. Δεδομένης της απόρριψης του εν λόγω ουσιώδους ισχυρισμού, δεν προέκυψε, κατά την κρίση τους, εύλογη πιθανότητα δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, με συνέπεια να μη στοιχειοθετείται η υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

Το νομικό πλαίσιο

4.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

8.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2) Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ [...]».

(στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). (β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης...».

 

9.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

10.          Προχωρώντας στην κατ’ ουσίαν εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή, σημειώνεται ότι, στο πλαίσιο του εντύπου της αίτησής του για διεθνή προστασία, αυτός ανέφερε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του λόγω του ομοφυλοφιλικού του προσανατολισμού. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι ενώ βρισκόταν με τον σύντροφό του, εντοπίστηκαν επ’ αυτοφώρω από μέλη της οικογένειας του τελευταίου, τα οποία εν συνεχεία τον κατήγγειλαν στις αρμόδιες αρχές. Περαιτέρω, φέρεται να υπέστη σωματική επίθεση από μέλη της δικής του οικογένειας, τα οποία, κατά τους ισχυρισμούς του, τον χτύπησαν και τον τραυμάτισαν με μαχαίρι. Όπως υποστηρίζει, η επέμβαση της αστυνομίας ήταν καταλυτική για τη μεταφορά του στα επείγοντα περιστατικά, γεγονός το οποίο, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, αποτέλεσε και την καθοριστική αιτία λήψης της απόφασης αποχώρησης από τη χώρα καταγωγής του.

11.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής προέβη σε εκτενή αναφορά των προσωπικών του στοιχείων και των συνθηκών διαβίωσής του προ της αναχώρησής του από τη χώρα καταγωγής. Ειδικότερα, δήλωσε ότι γεννήθηκε στη Brazzaville, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, και στη συνέχεια διέμεινε σε διάφορες περιοχές, μεταξύ των οποίων οι Bilongue, Ndogpassi και Nbanga Nponguo. Από την ηλικία των τριών ετών τέθηκε υπό τη φροντίδα του θείου του και της συζύγου του στην περιοχή Ndogpassi, όπου διέμεινε για χρονικό διάστημα 12 έως 13 ετών. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του εκεί, φέρεται να υπέστη κακομεταχείριση από το θείο του και τη σύζυγό του. Μετά την απομάκρυνσή του από το εν λόγω οικείο περιβάλλον, μετέβη στην περιοχή Nbanga Nponguo, όπου διέμενε η μητέρα του με τον σύντροφό της. Κατά δήλωσή του, διέμεινε εκεί για διάστημα περίπου ενάμιση έτους, προτού εκδιωχθεί εκ νέου από την οικία, αυτή τη φορά από τον σύντροφο της μητέρας του. Στη συνέχεια, μετέβη στο χωριό Nkossamba, προκειμένου να επισκεφθεί τον πατέρα του, ο οποίος ήταν σε προχωρημένο στάδιο ασθένειας. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, και καθώς δεν επιθυμούσε να επιστρέψει στην οικία της μητέρας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα. Σε ηλικία δεκαεπτά ετών, μετέβη στο Γκαμπόν, όπου παρέμεινε για περίπου πέντε έτη και έξι μήνες. Κατόπιν, επανήλθε για μικρό χρονικό διάστημα στο Καμερούν και ακολούθως μετέβη στη Νιγηρία. Επιχείρησε να εισέλθει στη Δημοκρατία του Νίγηρα, πλην όμως, κατά τον συνοριακό έλεγχο, αφαιρέθηκαν από αυτόν τα χρηματικά του διαθέσιμα, με αποτέλεσμα να επιστρέψει αναγκαστικά στη Νιγηρία. Εκεί διέμεινε προσωρινά στις περιοχές ABBHA και Kano, μέχρις ότου κατορθώσει να εξασφαλίσει τα απαιτούμενα μέσα για την επιστροφή του στην πόλη Douala. Κατά την τελευταία παραμονή του στο Καμερούν, διέμεινε για χρονικό διάστημα ενός έτους και τριών μηνών, προτού αποχωρήσει εκ νέου από τη χώρα.

12.          Ως προς την εθνοτική και θρησκευτική του ταυτότητα, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι εθνοτικής καταγωγής Bamileke και θρησκεύματος Χριστιανός Ευαγγελιστής, ενώ προσέθεσε ότι οι γονείς του είναι Προτεστάντες. Δήλωσε ότι έχει φοιτήσει συνολικά για 14 έτη στην εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης της φοίτησής του στο γυμνάσιο, σε τεχνική σχολή και ενός έτους στο "French Institute Secondaire of Technology". Επαγγελματικά, είχε απασχοληθεί σε περιστασιακές θέσεις εργασίας, όπως πώληση ενδυμάτων και κινητών τηλεφώνων, καθώς και ως καθαριστής σκαφών. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι αυτή αποτελείται από τους δύο γονείς του, τέσσερις αδελφούς και μία νεότερη αδελφή. Κατά τη δήλωσή του, η μόνη επικοινωνία που διατηρούσε ήταν με τη γιαγιά του, η οποία απεβίωσε, και με έναν εκ των αδελφών του, με τον οποίο έχασε επαφή μετά την αναχώρησή του από τη χώρα. Όλα τα μέλη της πατρικής του οικογένειας, κατά δήλωσή του, διαμένουν στην περιοχή Nbanga Nponguo. Τέλος, προσέθεσε ότι ο πατέρας του τον εγκατέλειψε όταν ήταν βρέφος, ηλικίας έξι μηνών, και ότι ανατράφηκε από τον θείο του.

13.          Ερωτηθείς σχετικά με τους λόγους που τον οδήγησαν σε αναχώρηση από τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής, στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής του, δήλωσε ότι ενώ εργαζόταν στην αγορά της Nkouloulou, ανέπτυξε ερωτική σχέση με νεαρό φοιτητή από την πόλη Douala. Κατά τους ισχυρισμούς του, τρεις μήνες μετά την έναρξη της σχέσης, ενώ κινούνταν πεζός, προσεγγίστηκε από εξαγριωμένη γυναίκα, η οποία – όπως του αποκαλύφθηκε αργότερα – ήταν η μητέρα του συντρόφου του. Η εν λόγω γυναίκα τού επέδειξε έγγραφο, το οποίο – κατά τα λεγόμενά του – αποτελούσε αστυνομική κλήτευση, καλώντας τον να παρουσιαστεί στις αρχές. Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έλαβε αρχικά υπόψη του τη συγκεκριμένη προειδοποίηση. Κατά την επιστροφή του στην οικία του, ο σύντροφός του τού ανέφερε ότι η οικογένειά του είχε ερευνήσει το κινητό του τηλέφωνο και εντόπισε τις συνομιλίες τους, γεγονός που, κατά δήλωσή του, τον οδήγησε σε φόβο και αποφυγή δημόσιων εμφανίσεων. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, στις 25 Δεκεμβρίου, κατά τη διάρκεια χριστουγεννιάτικης εκδήλωσης σε μπαρ, περικυκλώθηκε από ομάδα περίπου δεκαπέντε ανδρών, μεταξύ των οποίων και η ως άνω γυναίκα. Η τελευταία προσποιήθηκε ότι επιθυμούσε να συνομιλήσει ιδιαιτέρως με τον σύντροφό του και τον απομάκρυνε, με αποτέλεσμα ο Αιτητής να παραμείνει μόνος με τα υπόλοιπα άτομα, τα οποία – όπως ισχυρίστηκε – τον εξύβρισαν, τον απείλησαν και του επιτέθηκαν σωματικά. Δήλωσε ότι τραυματίστηκε με μαχαίρι στο στήθος και στο πρόσωπο και υπέστη κατάγματα στη μύτη και στα πλευρά. Κατόπιν ειδοποίησης από τους παρισταμένους, επενέβη η αστυνομία και ο Αιτητής διακομίστηκε στο νοσοκομείο Laquintinie, όπου υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση και τέθηκε υπό αστυνομική επιτήρηση, λόγω καταγγελίας που είχε προηγουμένως υποβάλει εις βάρος του η μητέρα του συντρόφου του.

14.          Ο Αιτητής ανέφερε ότι παρέμεινε στο εν λόγω νοσοκομείο επί δύο ημέρες και κατόπιν μεταφέρθηκε σε δεύτερο ιατρικό κέντρο, όπου παρέμεινε επί περίπου ένα μήνα. Μετά την έξοδό του από τη νοσηλεία, ο αστυνομικός διοικητής τον ενημέρωσε ότι η υπόθεσή του θα εξεταζόταν μετά την πλήρη ανάρρωσή του, παρέχοντάς του περιθώριο ενός μηνός. Δήλωσε ότι του αποδόθηκαν οι κατηγορίες της ομοφυλοφιλίας και της σύναψης ομοφυλοφιλικής σχέσης με ανήλικο. Η δεύτερη κατηγορία, όπως ανέφερε, αποσύρθηκε, αφού διαπιστώθηκε ότι ο σύντροφός του ήταν ενήλικος, ηλικίας 22 ετών. Προκειμένου να αποφευχθούν ποινικές συνέπειες, τόσο για τον ίδιο όσο και για τον σύντροφό του και τη μητέρα του τελευταίου, υποστήριξε ότι κατέληξαν σε εξωδικαστικό διακανονισμό με τις αρχές, καταβάλλοντας το ποσό των 500.000 φράγκων CFA στον αστυνομικό διοικητή. Εξ αυτών, μέρος αποδόθηκε για την πληρωμή προστίμου, ενώ το υπόλοιπο – κατά τους ισχυρισμούς του – παρακρατήθηκε από τον ίδιο τον αξιωματικό.

15.          Παρά την ανωτέρω συμφωνία, ο Αιτητής ανέφερε ότι άρχισε να αισθάνεται ιδιαίτερα ευάλωτος, καθώς η σεξουαλική του ταυτότητα είχε καταστεί γνωστή στον κοινωνικό του περίγυρο, γεγονός που ενέτεινε το αίσθημα ανασφάλειας. Για τον λόγο αυτό αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του. Όπως δήλωσε, προέβη σε έκδοση διαβατηρίου και επικοινώνησε με τον πρώην σύντροφό του, από τον οποίο έλαβε οικονομική υποστήριξη. Τον Μάιο ήρθε σε επαφή με διακινητή και, κατόπιν επανειλημμένων επαφών, συμφώνησε να μεταβεί στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η αναχώρησή του ξεκίνησε από το Καμερούν, μέσω Τουρκίας, και κατέληξε στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, όπου αφίχθη στις 23 Σεπτεμβρίου 2018, με σκοπό να συνεχίσει το ταξίδι του προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Τέλος, προσέθεσε ότι, λόγω εκκρεμούς εντάλματος και κλήτευσης σε βάρος του, προέβη – κατά δήλωσή του – σε δωροδοκία του αστυνομικού διοικητή του αεροδρομίου της Douala, προκειμένου να του επιτραπεί η έξοδος από τη χώρα.

16.           Ερωτηθείς ως προς το τι αναμένει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής απάντησε ότι θα συλληφθεί αμέσως κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο, λόγω της εκκρεμούς ποινικής υπόθεσης εις βάρος του. Υποστήριξε, περαιτέρω, ότι υπό το φως της πολιτικής κατάστασης που επικρατεί στη χώρα, ενδέχεται να του αποδοθούν κατηγορίες αντικαθεστωτικής δράσης. Επιπλέον, τόνισε ότι, λόγω της ομοφυλοφιλικής του ταυτότητας, αδυνατεί να διαβιεί με ασφάλεια στο Καμερούν.

17.           Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο Αιτητής κλήθηκε να παράσχει περαιτέρω πληροφορίες αναφορικά με τους λόγους που τον οδήγησαν στην εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του. Ειδικότερα, σε ερώτημα που τέθηκε σχετικά με τη φερόμενη τρίμηνη ερωτική του σχέση στο Καμερούν, ο Αιτητής δήλωσε ότι οι συναντήσεις με τον σύντροφό του ήταν σπάνιες, επικαλούμενος περιορισμένο ελεύθερο χρόνο λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Επεσήμανε ότι συνήθως συναντιόνταν σε μπαρ της γειτονιάς του, ενώ χαρακτήρισε τη σχέση ως σύντομη, γεγονός που – κατά τα λεγόμενά του – δεν του επιτρέπει να αναφερθεί σε περισσότερες λεπτομέρειες. Ισχυρίστηκε, περαιτέρω, ότι η σχέση τους παρέμεινε μυστική και ότι κανείς δεν είχε γνώση αυτής, ενώ η τελευταία τους επικοινωνία έλαβε χώρα όταν ο Αιτητής αφίχθη στη Δημοκρατία. Ανέφερε επίσης ότι η πρωτοβουλία για τη σύναψη της σχέσης προήλθε από τον σύντροφό του. Ερωτηθείς για τα συναισθήματά του προς το συγκεκριμένο πρόσωπο και, συμπληρωματικά, για το αν διέφερε η συναισθηματική του στάση έναντι του πρώτου του συντρόφου, ο Αιτητής απάντησε ότι διατηρούσε συναισθήματα και για τους δύο άνδρες, ήτοι τόσο για τον σύντροφό του στη Γκαμπόν όσο και για εκείνον στο Καμερούν.

18.          Σε επόμενο στάδιο, ο Αιτητής κλήθηκε να τοποθετηθεί αναφορικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Δήλωσε ότι έλκεται αποκλειστικά από άτομα του ιδίου φύλου, ότι ήδη από νεαρή ηλικία είχε αντιληφθεί τη σεξουαλικότητά του, και ότι η σχέση του με άνδρα κατά τη διαμονή του στη Γκαμπόν ενίσχυσε την αυτοαντίληψή του ως ομοφυλόφιλου. Υποστήριξε ότι δεν ανέπτυξε ποτέ ερωτικά ή συναισθηματικά αισθήματα για γυναίκες, γεγονός το οποίο απέδωσε, εν μέρει, στην απόρριψη που ισχυρίζεται ότι βίωσε από τη μητέρα του και άλλες γυναίκες με τις οποίες μεγάλωσε. Ειδικότερα, ανέφερε ότι στο σχολείο είχε συναισθήματα για έναν συμμαθητή του, πλην όμως δεν τα εξέφρασε, φοβούμενος τις συνέπειες, όπως ενδεχόμενη αποβολή. Δήλωσε ότι δεν είχε αποκαλύψει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό στην οικογένειά του, με εξαίρεση τον μικρότερο αδελφό του, στον οποίο είχε γενικά αναφερθεί στο ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, λαμβάνοντας την απάντηση ότι ο τελευταίος δεν θα ένιωθε υπερήφανος αν ο Αιτητής ήταν ομοφυλόφιλος. Σε σχετική ερώτηση αναφορικά με τα συναισθήματα που του προκάλεσε η διαπίστωση της σεξουαλικής του ταυτότητας, ο Αιτητής δήλωσε ότι ένιωθε άσχημα, συνδέοντας την ψυχολογική του κατάσταση με την αίσθηση εγκατάλειψης που – κατά τους ισχυρισμούς του – βίωσε από την οικογένειά του στην παιδική του ηλικία.

19.          Περαιτέρω, ανέφερε ότι η πρώτη του ερωτική σχέση με άτομο του ιδίου φύλου εκδηλώθηκε στη Γκαμπόν, κατά τη διάρκεια της διαμονής του εκεί. Δήλωσε ότι γνωρίστηκε με τον εν λόγω άνδρα σε φυτεία όπου εργάζονταν και ότι η σχέση τους διήρκησε δύο έτη. Σύμφωνα με τον Αιτητή, η σχέση ξεκίνησε αφότου αποχώρησε από τη φυτεία και τερματίστηκε όταν ο εργοδότης του τού απηύθυνε ερωτήσεις για τη φύση της σχέσης του με τον συγκεκριμένο άνδρα. Ισχυρίστηκε δε ότι εγκατέλειψε τη Γκαμπόν λίγους μήνες μετά την εκ νέου παρέμβαση του εργοδότη του, ο οποίος τον πίεζε σχετικά με το ίδιο θέμα. Επιπλέον, κατήγγειλε ότι ο εν λόγω εργοδότης αρνήθηκε να του καταβάλει δεδουλευμένες απολαβές και τον απείλησε ότι θα τον καταγγείλει στις αστυνομικές αρχές λόγω της παράνομης – κατά τα λεγόμενά του – παραμονής του στη χώρα, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη Γκαμπόν.

20.          Ακολούθως, ερωτήθηκε αν γνωρίζει το νομικό καθεστώς που ισχύει στο Καμερούν ως προς την ομοφυλοφιλία, καθώς και αν είχε σχέσεις ή επαφές με άλλα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας κατά τη διάρκεια της διαμονής του εκεί. Παράλληλα, τέθηκαν ερωτήματα σχετικά με την ορατότητα της σεξουαλικής του ταυτότητας μετά την άφιξή του στη Δημοκρατία. Ο Αιτητής δήλωσε ότι στη Δημοκρατία εκφράζεται με μεγαλύτερη ελευθερία ως προς τη σεξουαλικότητά του, αποφεύγοντας όμως χώρους όπου συναθροίζονται άτομα από τη χώρα καταγωγής του. Ερωτηθείς σχετικά με τη συμμετοχή του σε ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες κατά τη διαμονή του στην Κύπρο, ανέφερε ότι παρακολούθησε σχετικές συνεδρίες, οι οποίες διεκόπησαν κατά την περίοδο της πανδημίας Covid-19. Υποστήριξε ότι οι συνεδρίες αυτές συνέβαλαν στην ψυχολογική του ενδυνάμωση, βοηθώντας τον να διαχειριστεί την απόρριψη από την οικογένειά του, να ενισχύσει την αυτοεκτίμησή του και να αποφύγει αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, όπως η χρήση ναρκωτικών ουσιών, στις οποίες – κατά δήλωσή του – είχε στο παρελθόν επιδοθεί. Τέλος, του τέθηκαν ερωτήματα αναφορικά με το πώς φαντάζεται το μέλλον του εκτός Καμερούν και τις προοπτικές του γενικότερα.

21.          Στο ερώτημα περί ενδεχόμενης μετεγκατάστασής του σε άλλη περιοχή εντός Καμερούν, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, ισχυριζόμενος ότι δεν υφίσταται κανένα μέρος στη χώρα όπου να αισθάνεται ασφαλής. Υποστήριξε ότι δεν διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο, ότι κανείς δεν θα τον συνδράμει σε περίπτωση κινδύνου και ότι τούτο καθιστά τη θέση του ιδιαιτέρως ευάλωτη.

22.           Τέλος, ερωτηθείς να περιγράψει το περιεχόμενο της φερόμενης κλήτευσης από την αστυνομία την οποία προσκόμισε, ο Αιτητής δήλωσε ότι στο έγγραφο αναγράφονται αποκλειστικά το ονοματεπώνυμό του, η διεύθυνση κατοικίας του και η υποχρέωση εμφάνισής του ενώπιον της αστυνομίας εντός 48 ωρών. Ανέφερε ότι, μόλις το παρέλαβε, ένιωσε φόβο και για να αποφύγει τυχόν εντοπισμό από τις αρχές, μετέβη προς προσωρινή διαμονή σε οικία φίλου του στην ίδια γειτονιά, ενώ συνέχισε να εργάζεται στην τοπική αγορά.

23.          Κατά τη διοικητική διαδικασία, ο Αιτητής προσκόμισε τα κάτωθι έγγραφα: α.) αντίγραφο ταυτότητας, εκδοθείσας από την Κυβέρνηση του Καμερούν, β.) αντίγραφο εγγράφου από το νοσοκομείο Laquintinie, ημερομηνίας 27/12/2017, γ.) αντίγραφο εγγράφου της αστυνομίας, ημερομηνίας 6/12/2017,  με σφραγίδα από τον αξιωματικό της κεντρικής αστυνομίας (Commissaire de Police Principal) και δ.) ενοικιαστήριο συμφωνητικό.

24.          Αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση διέκριναν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα λοιπά στοιχεία του προφίλ του. Ο δεύτερος, αναφορικά με τα προβλήματα που αντιμετώπισε ως ομοφυλόφιλος στη χώρα καταγωγής του.

25.          Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός καθώς οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τα στοιχεία του προσωπικού του προφίλ (φυλή, θρήσκευμα, περιοχή συνήθους διαμονής και γέννησης) κρίθηκαν συνεκτικές και επαρκείς πληροφοριών, καθώς και ότι βρίσκουν έρεισμα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή.

26.          Ο δεύτερος αντίθετα ισχυρισμός έτυχε απόρριψης. Οι Καθ’’ ων η αίτηση εφήρμοσαν το μεθοδολογικό μοντέλο DSSH (DifferenceShame, Stigma and Harm) και έκριναν κατόπιν ανάλυσης των κριτηρίων του ανωτέρω μοντέλου σε συνάρτηση με τις δηλώσεις και αποκρίσεις του Αιτητή ότι τα στοιχεία του ανωτέρω μοντέλου δεν πληρούνται στο σύνολο τους. Σύμφωνα με τους Καθ’ ων η αίτηση, θα αναμένονταν, ευλόγως, ο Αιτητής να παραθέσει μια πιο λεπτομερή και σαφή αφήγηση σχετικά με τη διαδικασία διαμόρφωσης της σεξουαλικής του ταυτότητας — από την αρχική διαπίστωση έως τη σημερινή της έκφραση — ιδίως λαμβανομένου υπόψη του ότι διέμενε σε χώρα όπου η ομοφυλοφιλία ποινικοποιείται. Ωστόσο, υπήρξε γενικόλογος και περιέγραψε τις ανωτέρω εμπειρίες με επιφανειακό τρόπο, σε αντίθεση με την πιο αναλυτική και λεπτομερή αφήγηση που παρείχε αναφορικά με την οικογένειά του.

27.          Πιο συγκεκριμένα, ως προς το στοιχείο της διαφορετικότητας διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής δήλωσε πως δεν αντιμετωπίζει δυσκολία να αυτοπροσδιορίζεται ως gay/homosexual και ότι έχει ήδη επεξεργαστεί ζητήματα σχετιζόμενα με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό με τη συνδρομή ψυχολόγου, γεγονός που καταδεικνύει ότι έχει αναζητήσει επαγγελματική υποστήριξη σε θέματα ταυτότητας. Ωστόσο, όταν κλήθηκε να μιλήσει με ποιον τρόπο οι συνεδρίες με τον ψυχολόγο συνέδραμαν στην αποδοχή της σεξουαλικότητας του, αποκρίθηκε αόριστα χωρίς αναφορές στο κομμάτι της σεξουαλικότητας του, αλλά ενέμεινε στα συναισθήματα απόρριψης από την οικογένεια του. Ούτε ήταν σε θέση να περιγράψει με σαφήνεια το πότε διαπίστωσε τη διαφορετική σεξουαλική του ταυτότητα, ούτε και την εσωτερική διεργασία που ακολούθησε μέχρι να συνειδητοποιήσει τη σεξουαλικότητά του. Κατά την κρίση των Καθ’ ων η αίτηση, από τις δηλώσεις του δεν προέκυψε κάποια διαδικασία συνειδητοποίησης της διαφορετικότητάς του. Οι δηλώσεις του σε σχέση με τις πρώτες εμπειρίες έλξης προς άτομα του ιδίου φύλου κρίθηκαν ως μη συγκεκριμένες. Όταν κλήθηκε να αναφερθεί με περισσότερες λεπτομέρειες στην πρώτη φορά που ένιωσε έλξη προς ένα αγόρι κατά τα σχολικά του έτη, αποκρίθηκε λακωνικά και χωρίς επάρκεια ουσιαστικών πληροφοριών, περιοριζόμενος στο ότι «επρόκειτο για αγόρι της ίδιας ηλικίας, όμορφο, τριχωτό και ήρεμο». Δεν έκανε αναφορά σε συναισθήματα που ένιωσε προς το πρόσωπο αυτό. Εξίσου αόριστες κρίθηκαν και οι περιγραφές του Αιτητή σχετικά με τις δύο σχέσεις που είχε συνάψει με άτομα του ιδίου φύλου στη Γκαμπόν και το Καμερούν. Επιπλέον, η περιγραφή του Αιτητή για τα γεγονότα στη Γκαμπόν κρίθηκε ασυνεπής, καθώς ανέφερε ότι έφυγε λόγω προβλημάτων που σχετίζονταν με την ομοφυλοφιλία και ότι, εάν δεν υπήρχαν αυτά τα προβλήματα, θα ήταν ακόμη με τον τότε σύντροφό του. Ωστόσο, κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του, διαπιστώθηκε ότι δεν αντιμετώπισε απειλές σχετικές με τη συγκεκριμένη σχέση· αντιθέτως, η απομάκρυνσή του οφειλόταν σε οικονομικές διαφορές που είχε με τον πρώην εργοδότη του, ενώ η σχέση με τον σύντροφό του είχε ήδη λήξει πριν την αναχώρησή του, καθώς ο τελευταίος είχε σταματήσει να επικοινωνεί μαζί του δύο εβδομάδες νωρίτερα. Θα αναμένονταν ο Αιτητής να είναι σε θέση να περιγράψει με λεπτομέρειες τις συνθήκες της πρώτης σχέσης που είχε συνάψει με άτομο του ιδίου φύλου. Αντίστοιχα γενικόλογες και ασαφείς κρίθηκαν οι περιγραφές του Αιτητή αναφορικά με τη σχέση που διατηρούσε στο Καμερούν. Όταν κλήθηκε να αναφερθεί στα συναισθήματά του για τη συγκεκριμένη σχέση —την οποία, κατά δήλωσή του, συνδέει με τα γεγονότα που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει τη χώρα— ο Αιτητής περιορίστηκε σε γενικές διατυπώσεις, χαρακτηρίζοντας τον σύντροφό του ως «καλό παιδί» και ότι «το μόνο πρόβλημα του ήταν η οικογένεια του». Οι απαντήσεις του δεν κρίθηκαν επαρκώς συγκεκριμένες ούτε όσον αφορά την ταυτότητα του προσώπου, τη φύση της σχέσης, ούτε και ως προς την περιγραφή των συναισθημάτων του προς τον σύντροφό του. Επιπλέον, ως γενικόλογες κρίθηκαν και οι αποκρίσεις του σε σχέση με την εμπλοκή του και επαφή του με την LGBTQ+ κοινότητα στο Καμερούν και την Κύπρο. Ανέφερε ότι είχε έρθει σε επαφή με σχετική οργάνωση στο Καμερούν, όμως δεν κατάφερε να προσδιορίσει ποια ήταν η εν λόγω οργάνωση καθώς και την τοποθεσία αυτής. Επίσης, δεν έδωσε σαφείς λεπτομέρειες για τις συζητήσεις ή τις εμπειρίες του στις συναντήσεις, πέρα από γενικά σχόλια όπως ότι «οι άνθρωποι ήταν καλοί και όλοι  αποδέχτηκαν την ταυτότητα του και ένιωθαν περήφανοι για αυτό».  Δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ήταν η πρώτη του εμπειρία με τέτοιες ομάδες και το κλίμα στο Καμερούν είναι εχθρικό προς την ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα και τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, θα αναμένονταν να αναφέρει συγκεκριμένες πληροφορίες ή να έχουν εντυπωθεί περισσότερες λεπτομέρειες στη μνήμη του από αυτές τις συναντήσεις. Επίσης, δήλωσε ότι ακολουθούσε σχετικές ομάδες στο διαδίκτυο αλλά δεν μπορούσε να ονομάσει καμία.

28.          Σε σχέση με το στίγμα, κρίθηκε πως ο Αιτητής ήταν ενήμερος αναφορικά με τη ποινική μεταχείριση της ομοφυλοφιλίας στη χώρα του και πως η απόκριση του σε σχέση με τα συναισθήματα του απέναντι σε  αυτή την πληροφορία ήταν συνεκτική. Επιπλέον, ο Αιτητής ανέφερε ότι κατά τα σχολικά του χρόνια δεν πλησίασε το πρώτο αγόρι που του άρεσε, διότι, παρότι για τον ίδιο το συναίσθημα αυτό ήταν φυσιολογικό, δεν γνώριζε πώς θα το εκλάμβανε το άλλο αγόρι και φοβόταν πιθανές συνέπειες, όπως η αποβολή. Παράλληλα, δεν ήταν σε θέση να παραθέσει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες για τα ανωτέρω. Αναφορικά με την ορατότητα της σεξουαλικής του ταυτότητας στην κοινωνία και στην οικογένειά του, αρχικά δήλωσε ότι δεν είχε συζητήσει ποτέ το θέμα με τα μέλη της οικογένειάς του. Ωστόσο, στη συνέχεια ανέφερε ότι είχε πραγματοποιήσει μια γενική συζήτηση με τον αδελφό του για την ομοφυλοφιλία, στο πλαίσιο της οποίας τον ρώτησε πώς θα ένιωθε αν εκείνος (ο αιτητής) ήταν ομοφυλόφιλος. Ο αδελφός του απάντησε ότι δεν θα ένιωθε περήφανος, με αποτέλεσμα το θέμα να μην συζητηθεί ξανά από τότε. Ωστόσο ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να αποκριθεί με συνεκτικό τρόπο, όταν ρωτήθηκε πως ένιωσε σε σχέση με την ανωτέρω συζήτηση με τον αδελφό του. Καταληκτικά, κρίθηκε πως παρόλο που ο Αιτητής γνωρίζει για το στίγμα που αντιμετωπίζουν οι ομοφυλόφιλοι στην χώρα καταγωγής του, ωστόσο, από τις αποκρίσεις του απουσίαζαν προσωπικά ή συναισθηματικά στοιχεία ενδεικτικά βιωμένων εμπειριών στίγματος.

29.          Σε σχέση με το στοιχείο της ντροπής, επισημάνθηκε πως παρόλο που δεν αναμένεται από όλα τα άτομα να βιώνουν με τον ίδιο τρόπο τη σεξουαλικότητα τους και να εκφράζουν συναισθήματα ντροπής με τον ίδιο τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, το εχθρικό κλίμα στο Καμερούν απέναντί στην ομοφυλοφιλία, θα αναμένονταν ο Αιτητής να είχε βιώσει σε κάποιο βαθμό εσωτερική σύγχυση για την ταυτότητα του, όμως ο Αιτητής δεν επέδειξε συγκεκριμένα συναισθήματα αναφορικά με την σεξουαλικότητα του.

30.           Σε σχέση με τη βλάβη, κρίθηκε πως ο Αιτητής παρείχε λεπτομερή αφήγηση για τα γεγονότα που οδήγησαν στην αποχώρησή του από τη χώρα, ωστόσο, όταν ερωτήθηκε για τη φύση της σχέσης που σύναψε, δεν κατάφερε να δώσει επαρκώς λεπτομερή περιγραφή αυτής. Επιπλέον, εντοπίστηκαν ασυνέπειες σε όσα ο Αιτητής δήλωσε κατά τη δεύτερη συνέντευξη του σε σχέση με τις δηλώσεις του κατά την πρώτη του συνέντευξη. Όταν του επισημάνθηκε η αντίφαση στις δηλώσεις του — και συγκεκριμένα το γεγονός ότι στην πρώτη συνέντευξη ανέφερε πως δεν σταμάτησε να πηγαίνει στην αγορά μετά το περιστατικό με τη μητέρα του συντρόφου του στον δρόμο και την κλήτευση της αστυνομίας, ενώ στη δεύτερη συνέντευξη ισχυρίστηκε ότι δεν έβγαινε από το σπίτι — απάντησε ότι με τη δήλωσή του εννοούσε πως δεν ήρθε σε επικοινωνία με κανέναν και δεν επέστρεψε στο σπίτι του. Ως μη ικανοποιητική αξιολογήθηκε η απόκρισή του, όταν ανέφερε ότι, ακόμη κι αν η αστυνομία μετέβαινε στην αγορά, αυτή ήταν τόσο μεγάλη που θα μπορούσε να διαφύγει. Αντιθέτως, η περιγραφή των γεγονότων που συνέβησαν στο μπαρ, καθώς και της μεταφοράς του στο νοσοκομείο, κρίθηκε επαρκώς λεπτομερής. Επίσης, κρίθηκε ότι ο Αιτητής εξήγησε με λεπτομέρεια τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε την καταγγελία, αμφισβήτησε ότι ο σύντροφός του ήταν ανήλικος και διασφάλισε ότι δεν θα αντιμετώπιζε προβλήματα, προβαίνοντας σε δωροδοκία του αστυνομικού. Επίσης, οι περιγραφές του αιτητή σχετικά με τον τρόπο φυγής του από τη χώρα και τα γεγονότα στο αεροδρόμιο (στον έλεγχο των διαβατηρίων) κρίθηκαν επαρκώς λεπτομερείς, αλλά όχι πλήρως συνεπείς. Εν συνεχεία, κατέληξε πως αφ’ης στιγμής δεν πληρούνται και τα υπόλοιπα στοιχεία του μοντέλου αξιολόγησης (DSSH), δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί αν τα γεγονότα που σχετίζονται με την καταγγελία στην αστυνομία και τα προβλήματα στο αεροδρόμιο συνδέονται πραγματικά με την ισχυριζόμενη ομοφυλοφιλική του σχέση. Κατά την αξιολόγηση του εν λόγω ισχυρισμού, λήφθηκαν υπόψη τα πέντε στάδια της θεωρίας της Cass[1], τα οποία περιγράφουν τη διαδικασία μέσα από την οποία ένα άτομο αποκτά και αποδέχεται μια ομοφυλοφιλική ταυτότητα: η σύγχυση ταυτότητας, η σύγκριση ταυτότητας, η ανοχή ταυτότητας, η αποδοχή ταυτότητας, η υπερηφάνεια για την ταυτότητα και τέλος η σύνθεση της ταυτότητας.

31.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, αξιολογήθηκαν τα έγγραφα που προσκόμισε ο Αιτητής τα οποία κρίθηκαν ως συναφή με τις δηλώσεις του. Ωστόσο, επειδή η αστυνομική κλήση δεν αναφέρει το λόγο για τον οποίο κλήθηκε, δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί η αιτία των τραυμάτων του, και δεδομένου ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του, τα έγγραφα αυτά δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν τους ισχυρισμούς του. Επιπλέον, παρατέθηκαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με την μεταχείριση των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων στο Καμερούν. Ωστόσο ενόψει του ότι δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία, ο υπό κρίση ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του.

32.          Εν συνεχεία, οι Καθ’ ων η αίτηση προχώρησαν στην αξιολόγηση κινδύνου επί τη βάσει του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή.  Σε σχέση με τον πρώτο ισχυρισμό ήτοι την ταυτότητα, το προφίλ και την χώρα καταγωγής του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν αλλά και ειδικότερα στην  Douala (τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή εκεί) καταλήγοντας πως επί τη βάση αυτών των πληροφοριών και του προσωπικού του προφίλ, δεν αναμένεται ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στην Douala να αντιμετωπίσει μεταχείριση που ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη λόγω της κατάστασης ασφαλείας εκεί.

33.          Ακολούθως, κατά την νομική αξιολόγηση, κρίθηκε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης της σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής του στο πλαίσιο του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης στο πλαίσιο του άρθρου 19(1),(2) και (3) του περί Προσφύγων Νόμου.

34.          Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, κατά τις δικάσιμους της 14.12.2024 και 16.12.2024, ο Αιτητής, διά της συνηγόρου του, υπέβαλε ότι ο ισχυρισμός του αναφορικά με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και εκείνος περί της κατ’ ισχυρισμό δίωξής του αξιολογήθηκαν ενιαία από τη διοίκηση, αντί ως δύο αυτοτελείς και διακεκριμένοι ισχυρισμοί, όπως – κατά την άποψή του – θα έπρεπε. Επανέλαβε ότι η προσέγγιση των Καθ’ ων η Αίτηση επί του ισχυρισμού περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού επικεντρώθηκε υπέρμετρα στο υποκειμενικό πεδίο των συναισθημάτων του, ενώ τμήματα της αφήγησής του ως προς τα περιστατικά της δίωξης του έγιναν, κατά τους ισχυρισμούς του, δεκτά από τη διοίκηση. Περαιτέρω, προέβαλε ότι η εφαρμογή του μοντέλου DSSH από τη Διοίκηση υπήρξε επιφανειακή, χωρίς εμβάθυνση στα ουσιώδη χαρακτηριστικά του. Επέκρινε δε τη δομή της συνέντευξης, χαρακτηρίζοντάς την ως ελλειμματική σε χρονική συνοχή και συνέπεια, και υποστήριξε ότι παραλείφθηκε η συνεκτίμηση των προσωπικών του βιωμάτων, όπως η κακοποίηση που – κατά τους ισχυρισμούς του – υπέστη κατά την παιδική του ηλικία, καθώς και η ψυχολογική υποστήριξη που έλαβε κατά τη διαμονή του στη Δημοκρατία. Εν συνεχεία, του υπεβλήθησαν περαιτέρω ερωτήματα διευκρινιστικής φύσεως, αναφορικά με τις περιστάσεις της φερόμενης δίωξής του, τη σεξουαλική του ταυτότητα, καθώς και το προσωπικό του προφίλ, περιλαμβανομένων της οικογενειακής του κατάστασης και του τόπου τελευταίας διαμονής του στη χώρα καταγωγής.

35.          Ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο τελευταίας διαμονής του στο Καμερούν την πόλη Douala. Ανέφερε ότι, σε ηλικία 17 ετών, μετέβη στη Γκαμπόν, όπου και διέμεινε για περίοδο πέντε έως έξι ετών. Κατόπιν, επέστρεψε στο Καμερούν για σύντομο χρονικό διάστημα, ήτοι περί το ένα μήνα, και ακολούθως ταξίδεψε στη Νιγηρία και στον Νίγηρα, διαμένοντας εκεί συνολικά για ένα έτος. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Douala, όπου παρέμεινε για δύο έτη πριν εγκαταλείψει εκ νέου τη χώρα καταγωγής του. Προς κάλυψη των εξόδων μετακίνησής του, εργάστηκε πωλώντας ρούχα στην αγορά και καθαρίζοντας βάρκες στο λιμάνι. Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε ότι ο πατέρας του έχει αποβιώσει και ότι διατηρούσε καλές σχέσεις μόνο με τη γιαγιά του. Υποστήριξε ότι δεν διατηρεί επαφή με τον αδελφό του, ο οποίος διαμένει επίσης στη Douala, ενώ έχει περιστασιακή επικοινωνία μόνο με την αδελφή του. Επανέλαβε ότι ανατράφηκε από τον θείο του μέχρι την ηλικία των 16 ετών, πλην όμως ανέφερε περιστατικά κακομεταχείρισης, αναφερόμενος σε χτυπήματα που δεχόταν από τον θείο του, κατόπιν υποδείξεων της θείας του. Ως προς την επίκληση κινδύνου δίωξης στο Καμερούν, επανέλαβε ότι δέχθηκε απειλές κατά της ζωής του από την οικογένεια άνδρα με τον οποίο διατηρούσε ερωτική σχέση, ενώ ανέφερε και περιστατικά προβληματικής εμπλοκής με τις αστυνομικές αρχές.

36.          Δήλωσε ότι πρώτη φορά αισθάνθηκε ερωτική έλξη για άτομο του ιδίου φύλου κατά τη φοίτησή του στο γυμνάσιο, χωρίς ωστόσο να εκφράσει τα συναισθήματά του στον συμμαθητή του. Υποστήριξε ότι πρώτη φορά σύναψε ερωτική σχέση στην Γκαμπόν, με συνάδελφό του ονόματι Μ., προερχόμενο από την Ακτή Ελεφαντοστού και τη Burkina Faso, ο οποίος φέρεται να τον προσέγγισε. Η σχέση τους διήρκησε, κατά δήλωσή του, ένα έως δύο έτη και διεκόπη κατόπιν υποψιών του εργοδότη τους περί της φύσης της σχέσης τους, γεγονός που – κατά τους ισχυρισμούς του – οδήγησε στην απόλυσή τους. Αναφέρθηκε επιπλέον στη λήψη ψυχολογικής υποστήριξης στην Κύπρο κατά την περίοδο 2018–2020, την οποία συνδέει με την απόρριψη που φέρεται να βίωσε από την οικογένειά του και τη δυσκολία του να εκφραστεί ως ομοφυλόφιλος. Δήλωσε ότι δεν έχει συνάψει ερωτική σχέση στην Κύπρο.

37.          Αναφορικά με τη φερόμενη σχέση του στο Καμερούν, δήλωσε ότι αυτή διήρκησε περί τους τρεις μήνες. Χαρακτήρισε τον σύντροφό του ως γοητευτικό, ευγενή στην ομιλία και φοιτητή ιατρικής. Περιέγραψε ότι γνωρίστηκαν στην αγορά, αντήλλαξαν αριθμούς τηλεφώνου και κανονίστηκε συνάντηση, η οποία αρχικά ήταν φιλικού χαρακτήρα και ακολούθως εξελίχθηκε σε σχέση. Μετά από φερόμενο περιστατικό στο μπαρ και επακόλουθη νοσηλεία, συναντήθηκαν εκ νέου στο αστυνομικό τμήμα, όπου φέρονται να κρατήθηκαν αμφότεροι. Η αποφυλάκισή τους επετεύχθη με τη συνδρομή της μητέρας του συντρόφου του, με τον Αιτητή να συμβάλλει οικονομικά στην καταβολή ποσού για την απελευθέρωσή τους. Δήλωσε ότι η τελευταία τους επικοινωνία έλαβε χώρα όταν ο σύντροφός του τού παρέδωσε χρήματα για την αναχώρησή του. Ερωτηθείς τέλος σχετικά με τη χρήση ναρκωτικών ουσιών, απάντησε καταφατικά, διευκρινίζοντας ότι έκανε χρήση κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αφρική.

38.          Προς υποστήριξη των ισχυρισμών του, ο Αιτητής προσκόμισε βεβαίωση ημερομηνίας 12.12.2024, υπογεγραμμένη από την κλινική ψυχολόγο Τόνια Λοϊζίδου, με την οποία επιβεβαιώνεται ότι λάμβανε ψυχολογική υποστήριξη σε σχέση με τραυματικά βιώματα προγενέστερα της άφιξής του στη Δημοκρατία, καθώς και για τις τρέχουσες δυσκολίες που αντιμετωπίζει (Τεκμήριο 2).

39.          Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του για τους λόγους που καταγράφονται στην έκθεση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός του έγινε αποδεκτός, δεδομένου ότι κρίθηκε ότι οι επιμέρους δηλώσεις του ήταν αρκούντως συγκεκριμένες και συνεκτικές, ευρισκόμενες σε συμφωνία με τα προσκομισθέντα από τον Αιτητή έγγραφα καθώς και με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης

40.           Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί του σεξουαλικού προσανατολισμού του Αιτητή θεωρώ ότι θα έπρεπε να σχηματιστούν συναφώς δύο επιμέρους ισχυρισμοί ως εξής: Ως δεύτερος αναφορικά με τον ισχυριζόμενο σεξουαλικό του προσανατολισμό ως ομοφυλόφιλος και ως τρίτος νεοσχηματισθείς ισχυρισμός, η φερόμενη δίωξή του από τις αρχές της χώρας του και τα συγγενικά πρόσωπα του τέως συντρόφου του. 

41.          Ως προς τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι είναι ομοφυλόφιλος (δεύτερος νεοσχηματισθείς ισχυρισμός) και σχετικά με μοντέλο ανάλυσης που χρησιμοποιήσαν οι Καθ' ων η αίτηση (Difference, Stigma, Shame, Harm (DSSH) model), σημειώνεται ο σκεπτικισμός γύρω από τη χρήση του, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθούν στερεότυπα και να καταλήξει η αξιολόγηση αξιοπιστίας του Αιτητή σε ένα κατάλογο τυποποιημένων στοιχείων που ένας αιτών θα πρέπει ή όχι να πληροί, εις βάρος της εξατομικευμένης εξέτασης.[2] Χωρίς το εν λόγω μοντέλο να αποκλείεται ως καθοδηγητική μέθοδος για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του Αιτητή, εν προκειμένω, το παρόν Δικαστήριο αξιολογεί τον εν λόγω ισχυρισμό στη βάση των κοινώς αποδεκτών δεικτών αξιοπιστίας, χωρίς να γίνεται ειδική αναφορά στο εν λόγω μοντέλο για τους λόγους που εξηγήθηκαν ανωτέρω. Προς τούτο επισημαίνονται τα κάτωθι. Αρχικώς, παρατηρώ πως κατά την συνέντευξή του ο Αιτητής υπεβλήθη σε πλήθος ερωτήσεων ανοικτού τύπου, αλλά και σε μεγάλο αριθμό διευκρινιστικών και κλειστού τύπου ερωτήσεων, ώστε να μπορέσει ο ίδιος να αναπτύξει με επαρκή λεπτομέρεια, τόσο τις εμπειρίες και τα βιώματά του, όσο και τις σκέψεις και τα συναισθήματά του και να αποσαφηνίσει τους ισχυρισμούς του περαιτέρω. Επίσης, ορθώς δεν τέθηκαν ερωτήσεις παρεμβατικές στην ιδιωτική ζωή του Αιτητή (βλ. σχετικά την απόφαση του ΔΕΕ της 2ας Δεκεμβρίου 2014, C-148/13 έως C-150/13, A, B, C, A B and C, ECLI:EU:C:2014:2406). Επισημαίνεται εξάλλου πως δεν αναμένεται από όλα τα ΛΟΑΤΚI άτομα να βιώσουν με τον ίδιο τρόπο την σεξουαλικότητα  τους, η αντίδραση απέναντι στην διαφορετικότητα εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως τα προσωπικά βιώματα, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση και το πολιτισμικό πλαίσιο της χώρας διαμονής. Τα συναισθήματα που αναπτύσσονται κατά την διαδικασία της συνειδητοποίησης της σεξουαλικότητας είναι υποκειμενικά και προσωπικά. Μπορεί να υπάρχουν κάποια κοινά συναισθήματα και εμπειρίες (π.χ απόρριψης, ντροπής) μεταξύ των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποδυναμώνεται η αξιοπιστία ενός ισχυρισμού περί σεξουαλικού προσανατολισμού όταν ένα άτομο έτυχε θετικών εμπειριών ή ευτυχία σχετικά με τη σεξουαλικότητά του στην χώρα καταγωγής του.[3]

42.          Αποτιμώντας τις δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τη σεξουαλική του ταυτότητα, επισημαίνονται τα εξής: Ως προς τη φερόμενη συνειδητοποίηση της σεξουαλικής του διαφορετικότητας, παρατηρείται ότι ο Αιτητής δεν περιέγραψε καμία συγκεκριμένη διεργασία αυτογνωσίας ή εσωτερικής αναγνώρισης της ταυτότητάς του. Η αφήγησή του, στο σχετικό σκέλος, παρέμεινε σε επίπεδο γενικών αναφορών, χωρίς να παρουσιάζει προσωπικό βίωμα, βάθος συναισθηματικής κατανόησης ή εξελικτική πορεία συνειδητοποίησης (βλ. ερ. 107 [2x], 96 [1x], 95 [1x]). Αν και αναφέρθηκε σε δύο σχέσεις με άτομα του ιδίου φύλου, δεν μπόρεσε να αναπτύξει τις συναισθηματικές και προσωπικές διαστάσεις των σχέσεων αυτών (βλ. ερ. 107 [2x], 101). Ακόμη και αναφορικά με την πρώτη του σχέση – την οποία χαρακτήρισε ως «σημαντική» – δεν παρείχε συγκεκριμένες πληροφορίες ούτε ως προς το περιεχόμενο της σχέσης, το προφίλ του συντρόφου του ούτε ως προς τα βιώματα που τη συνόδευσαν (βλ. ερ. 106 [1x, 2x], 119 [1x], 110 [1x], 101 [2x]). Περαιτέρω, ισχυρίστηκε ότι είχε έρθει σε επαφή με ΛΟΑΤΚΙ+ οργάνωση στο Καμερούν  και στη Δημοκρατία για να συζητήσει για το μέλλον του, πλην όμως δεν ήταν σε θέση να κατονομάσει την εν λόγω οργάνωση ή να προσδιορίσει την τοποθεσία ή οποιοδήποτε άλλο αναγνωριστικό στοιχείο της συνάντησης (βλ. ερ. 98 [1x]). Παρότι ανέφερε ότι συμμετείχε σε μία τέτοια συνάντηση, δεν προσκόμισε καμία ουσιαστική περιγραφή των θεμάτων που συζητήθηκαν, ούτε ανέπτυξε κάποια εμπειρία αλληλεπίδρασης με άλλα άτομα της κοινότητας· το μόνο στοιχείο που προσέφερε ήταν ότι τα πρόσωπα «ήταν καλά» και «αποδέχονταν την ταυτότητά του» (βλ. ερ. 97 [1x]). Επιπλέον, δήλωσε ότι υπήρξε μέλος διαδικτυακών ομάδων ή σελίδων σχετικών με την LGBTQ+ κοινότητα, χωρίς ωστόσο να κατονομάσει καμία συγκεκριμένη ομάδα ή πλατφόρμα (βλ. ερ. 94 [1x]). Υπό το φως των ανωτέρω, συντάσσομαι με τα συναφή ευρήματα των Καθ’ ων η Αίτηση, τα οποία καταδεικνύουν ελλιπή τεκμηρίωση και απουσία εσωτερικής συνοχής ως προς τον εξεταζόμενο ισχυρισμό. Επισημαίνεται, περαιτέρω, ότι, παρότι η αξιολόγηση των περιστατικών της φερόμενης δίωξης του Αιτητή εξετάζεται αυτοτελώς στο πλαίσιο του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, τα ευρήματα που προέκυψαν συναφώς, καθόσον συνδέονται άρρηκτα με την προβολή της σεξουαλικής του ταυτότητας, ενισχύουν το συνολικό συμπέρασμα περί αναξιοπιστίας του Αιτητή και ως προς τον παρόντα ισχυρισμό. Επιπλέον, βάσει του συνόλου των δηλώσεών του, επικουρικώς παρατηρείται ότι ο Αιτητής υπήρξε ιδιαίτερα περιγραφικός και λεπτομερής αναφορικά με την παιδική του ηλικία και την εγκατάλειψή του από την πατρική του οικογένεια σε νεαρή ηλικία, ενώ, αντιθέτως, εμφανίζεται γενικόλογος και μη συγκεκριμένος ως προς τα συναισθήματα και τις σκέψεις του σε σχέση με τη σεξουαλικότητά του (Ερ. 95 2χ δ.φ.)

43.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, σύμφωνα με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, ο ποινικός κώδικας της χώρας απαγορεύει τις ομόφυλες σχέσεις. Το άρθρο 347-1 του Ποινικού Κώδικα του Καμερούν, που διατηρήθηκε κατά την αναθεώρηση του 2016,  ορίζει τα εξής:  «Κάθε άτομο που έχει σεξουαλική επαφή με άτομο του ιδίου φύλου, τιμωρείται με φυλάκιση από έξι (6) μήνες έως πέντε (5) έτη και με χρηματικό ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) φράγκα».[4] Επίσης, ένας νόμος για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο τιμωρεί όσους «ψαρεύουν» ομοφυλοφιλικές σχέσεις μέσω διαδικτύου με ποινές φυλάκισης έως δύο έτη.[5] Στις 12 Ιουνίου, όπως αναφέρεται σε έκθεση της  Διεθνούς Αμνηστίας, το Εθνικό Συμβούλιο Επικοινωνίας απείλησε να αναστείλει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εάν συνέχιζαν να μεταδίδουν «προγράμματα που προωθούν τις ομοφυλοφιλικές πρακτικές».[6] Σύμφωνα με έκθεση του Bertelsmann Stiftung υπήρχαν ενδείξεις για «σημαντικές διακρίσεις και άνιση πρόσβαση στη δικαιοσύνη» για τα ΛΟΑΤ άτομα στο Καμερούν.[7]

44.          Σε σχέση με την εφαρμογή της νομοθεσίας και την μεταχείριση από τις κρατικές αρχές, έκθεση του US Department of State του Απριλίου 2024 αναφέρει ότι η κυβέρνηση εφάρμοσε τη νομοθεσία. Η αστυνομία συχνά συνέλαβε άτομα ΛΟΑΤΚΙ+/ LGBTQI+ αποκλειστικά με βάση τον αντιληπτό σεξουαλικό τους προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την έκφραση φύλου τους, συμπεριλαμβανομένων ατόμων που είχαν ζητήσει αστυνομική βοήθεια αφού υπήρξαν θύματα βίαιων εγκλημάτων. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τις οποίες επικαλείται η ανωτέρω έκθεση, καταγράφουν πως τα LGBTQI+ άτομα συνέχισαν να αναφέρουν αυθαίρετες συλλήψεις ατόμων LGBTQI+. Τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ/LGBTQI+ συνέχισαν να αντιμετωπίζουν σημαντικό στίγμα, βία και διακρίσεις από τις οικογένειές τους, τις κοινότητές τους και την κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού επιβολής του νόμου.[…]Ανέκδοτες αναφορές έδειξαν ότι ορισμένα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ/LGBTQI+ κοινότητας υπήρξαν θύματα «διορθωτικού βιασμού» για να αλλάξουν τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου τους. Το κοινωνικό στίγμα και η ποινικοποίηση της σεξουαλικής συμπεριφοράς μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου απέτρεψαν τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας από την πλήρη συμμετοχή τους στην πολιτική διαδικασία.[8] Τα ανωτέρω εντοπίζονται και σε έκθεση της Freedom House στην οποία αναφέρεται ότι «οι διακρίσεις κατά της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας είναι διαδεδομένες και η βία κατά των ΛΟΑΤΚΙ+/LGBT+ ατόμων είναι συχνή. […]Οι άνθρωποι διώκονται συχνά χωρίς να υπάρχουν στοιχεία σεξουαλικής δραστηριότητας, αλλά μάλλον βάσει υποψιών περί ομοφυλοφιλίας».[9]  Πηγές ανέφεραν ότι τα LGBT+ άτομα αναγκάζονταν να ζουν κρυφά ή να αποκρύπτουν την ταυτότητα τους στην χώρα.[10] Επίσης, τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αντιμετώπισαν σημαντικές κοινωνικές διακρίσεις, συμπεριλαμβανομένης της απασχόλησης.[11] Στην έκτη περιοδική της έκθεση για το Καμερούν, η επιτροπή κατά των βασανιστηρίων των Ηνωμένων εθνών, εξέφρασε την ανησυχία της για τις διακρίσεις, την παρενόχληση, τον εκφοβισμό, τις σωματικές απειλές, τις αυθαίρετες συλλήψεις, τη βία και εγκλήματα μίσους  τα οποία υφίστανται   λεσβίες, γκέι, αμφιφυλόφιλα και τρανς άτομα, καθώς και οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που  καταγγέλλουν τα ανωτέρω αδικήματα.[12]

45.          Σύμφωνα με ετήσια έκθεση του Human Rights Watch για το Καμερούν η οποία καλύπτει τα γεγονότα του 2022, αναφέρεται ότι από τον Μάρτιο έως τον Μάιο του 2022, οι δυνάμεις ασφαλείας συνέλαβαν αυθαίρετα τουλάχιστον 6 άτομα και κράτησαν άλλους 11, για υποτιθέμενη ομοφυλοφιλική συναινετική συμπεριφορά και μη συμμόρφωση φύλου. Τον Απρίλιο, ένα πλήθος περίπου οκτώ ανδρών, οι οποίοι ήταν οπλισμένοι[…] επιτέθηκαν σε μια ομάδα τουλάχιστον 10 ΛΟΑΤΙ/LGBTI ατόμων. Χωροφύλακες συνέλαβαν και ξυλοκόπησαν τουλάχιστον δύο από τα θύματα. Η ίδια έκθεση αναφέρει ότι παρατηρήθηκε μια άνοδος της βίας και της κακοποίησης κατά των ΛΟΑΤΙ/LGBTI ατόμων στο Καμερούν το 2022.[13]

46.          Το Erasing 76 crimes κατέγραψε πως τον Δεκέμβριο του 2023 ένα σχολείο στο Mbalmayo έδιωξε δύο κορίτσια όταν ο δάσκαλος υπέκλεψε ένα μήνυμα αγάπης που έστειλε η μία στην άλλη. [14] Η ίδια πηγή ανέφερε πως και τα δύο κορίτσια υπέστησαν «βίαια κακοποίηση» όταν οι οικογένειές τους έμαθαν για το περιστατικό.[15]

47.          Περαιτέρω, η ΜΚΟ Colibri, την οποία επικαλείται έκθεση του USDOS, η οποία ασχολείται με τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+, ανέφερε ότι μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου, εντόπισε 129 περιπτώσεις βίας και παρενόχλησης από μη κρατικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένης της παρακράτησης μισθοδοσίας, της ψυχολογικής κακοποίησης, της οικογενειακής απόρριψης και της σωματικής βίας με τη μορφή ξυλοδαρμού, επίθεσης και βιασμού. Σε μία περίπτωση, ένα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο φέρεται να ενθαρρύνθηκε από την οικογένειά του να αυτοκτονήσει, αν και δεν το έπραξε. Σε ένα βίντεο που εξασφάλισαν ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας απεικονίζεται να κρύβεται στη γωνία ενός μικρού δωματίου, ενώ άγνωστα άτομα, εκτός κάμερας, του πετούσαν τσιμεντόλιθους. Οι ακτιβιστές ανέφεραν ότι το περιστατικό έλαβε χώρα τον Ιανουάριο.[16]

48.          Σε σχέση με τη δυνατότητα κρατικής προστασίας, η Διεθνής Ένωση Λεσβιών, Ομοφυλόφιλων, Αμφιφυλόφιλων, Τρανς και Διεμφυλικών Ατόμων (ILGA) ανέφερε στην έκθεση του 2020 ότι στο Καμερούν δεν υπήρχε καμία προστασία για τα ΛΟΑΤ άτομα[17]. Οι οργανισμοί Advocates for Human Rights και Alternatives Cameroon κατήγγειλαν το 2023 ότι το Καμερούν απέτυχε να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στη βία από αξιωματούχους και ιδιώτες κατά των ΛΟΑΤ ατόμων. Η ίδια πηγή υποστήριξε ότι οι αρχές δεν προχωρούσαν σε άμεσες ή αμερόληπτες έρευνες για «καταγγελίες που σχετίζονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα ή έκφραση φύλου ή τα χαρακτηριστικά φύλου, συμπεριλαμβανομένων πράξεων βασανιστηρίων, κακομεταχείρισης και διορθωτικού βιασμού».[18]

49.          Δεδομένης της μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, παρά το γεγονός ότι οι αναφορές του ως προς τις διώξεις και διακρίσεις που υφίστανται τα ομοφυλόφιλα πρόσωπα στο Καμερούν συντέμνονται με τις δικές του, η εξωτερική αξιοπιστία του συναφούς ισχυρισμού, ο οποίος αφορά σε προσωπική περίσταση του Αιτητή, δεν θεμελιώνεται και ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του. Τέλος, επισημαίνεται ότι τεκμήριο που προσκόμισε ο Αιτητής κατά τη δικάσιμο στις 16.12.2024 ότι αυτός τυγχάνει ψυχολογικής υποστήριξης δεν συνδέεται ρητώς με το σεξουαλικό του προσανατολισμό αλλά αναφέρεται γενικώς σε γεγονότα πριν την άφιξή του στη Δημοκρατία. Να σημειωθεί δε ότι ο Αιτητής αναφέρθηκε εκτενώς κατά τη διοικητική διαδικασία, στις δύσκολες οικογενειακές του περιστάσεις όπου από τα παιδικά του χρόνια βίωνε το αίσθημα της απόρριψης από την οικογένειά του, καθώς ο γονείς του τον είχαν εγκαταλείψει από μικρή ηλικία και έζησε τα περισσότερα χρόνια της παιδικής του ηλικίας, κατά τη δήλωσή του στο θείο του, βιώνοντας δυσάρεστα γεγονότα και ενίοτε βίαιη συμπεριφορά από τη σύζυγο του τελευταίου.

50.          Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί φερόμενης δίωξής του από τις αρχές της χώρας καταγωγής του καθώς και από την οικογένεια του φερόμενου τέως συντρόφου του, επισημαίνονται τα ακόλουθα: Καταρχάς, διαπιστώνεται ουσιώδης μεταβολή στο αφήγημα του Αιτητή αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο έγινε αντιληπτή η ερωτική του σχέση. Συγκεκριμένα, κατά το στάδιο της καταγραφής της αίτησής του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εντοπίστηκε από την οικογένεια του συντρόφου του τη στιγμή της ερωτικής τους πράξης, με αποτέλεσμα την καταγγελία του στις αρχές, την καταδίωξή του και εν συνεχεία την κακοποίησή του μέχρις απώλειας αισθήσεων (βλ. ερ. 17). Αντιθέτως, κατά το στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι η οικογένεια του συντρόφου του ενημερώθηκε μέσω της ανάγνωσης συνομιλιών που ανευρέθηκαν στο τηλέφωνο του τελευταίου (βλ. ερ. 50 δ.φ.). Μάλιστα, κατά τη δεύτερη συνέντευξή του, ερωτηθείς εκ νέου για τον τρόπο με τον οποίο έγινε η αποκάλυψη της σχέσης, ο Αιτητής δήλωσε ότι αγνοεί την ακριβή αιτία, εικάζοντας ότι πιθανόν να εντοπίστηκε κάποια συνομιλία ή φωτογραφία σε διαδικτυακή πλατφόρμα επικοινωνίας. Αντιφατικές είναι επίσης οι δηλώσεις του Αιτητή ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την εργασία του στις φυτείες στη Γκαμπόν. Κατά την πρώτη συνέντευξη, απέδωσε την αποχώρησή του αποκλειστικά σε οικονομικές διαφορές με τον εργοδότη του (βλ. ερ. 53), ενώ μεταγενέστερα ισχυρίστηκε ότι η αποχώρησή του συνδέθηκε και με φερόμενες απειλές του εργοδότη του, σχετιζόμενες με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Ωστόσο, οι σχετικές του δηλώσεις παραμένουν γενικές και ασαφείς, καθώς δεν διευκρινίζεται το περιεχόμενο των απειλών, ενώ σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ο ίδιος περιορίζεται σε αναφορές περί υπονοούμενων και υποψιών εκ μέρους του εργοδότη, χωρίς να προκύπτει σαφής, απευθείας απειλή συνδεόμενη με την ταυτότητά του. Έλλειψη ευλογοφάνειας εντοπίζεται επίσης στην απάντησή του, κατά την οποία υποστήριξε ότι δεν συζήτησε τις φερόμενες απειλές με τον σύντροφό του, λόγω του ότι δεν συναντιόνταν συχνά (βλ. ερ. 79), παρά τη σοβαρότητα του επικαλούμενου κινδύνου. Παρομοίως, η περιγραφή του περιστατικού στο μπαρ, κατά το οποίο ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι υπέστη σωματική κακοποίηση από δέκα άτομα, στερείται λεπτομέρειας και αποδίδεται με γενικόλογο τρόπο. Αντίστοιχα ασαφείς παραμένουν οι αναφορές του αναφορικά με τη συνάντησή του με τη μητέρα του συντρόφου του στην αγορά, η οποία – κατά δήλωσή του – τού επέδωσε αστυνομική κλήτευση. Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν εξηγείται με τρόπο σαφή πώς περιήλθε το εν λόγω έγγραφο στην κατοχή της εν λόγω γυναίκας ή με ποιον τρόπο εντόπισε τον Αιτητή, όταν ο ίδιος είχε σε άλλο σημείο δηλώσει ότι θεωρούσε εξαιρετικά δύσκολο να εντοπιστεί από τις αρχές εντός της αγοράς (βλ. ερ. 83). Περαιτέρω, αν και ο Αιτητής αναφέρθηκε με σχετική λεπτομέρεια στη διαδικασία διευθέτησης της καταγγελίας στον αστυνομικό σταθμό, εντούτοις οι μετέπειτα δηλώσεις του αναφορικά με τα περιστατικά που ακολούθησαν της εν λόγω διευθέτησης, καθώς και για τον τρόπο με τον οποίο διέφυγε από τη χώρα, είναι πάλι επιφανειακές και ασαφείς. Ειδικότερα, περιέγραψε ότι κατά την προσπάθειά του να ταξιδεύσει, οδηγήθηκε σε γραφείο του αεροδρομίου όπου του επιδείχθηκε – κατά τους ισχυρισμούς του – ένταλμα σύλληψης, πλην όμως δεν ήταν σε θέση να περιγράψει το περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου ή τις συνθήκες υπό τις οποίες φέρεται να εκδόθηκε. Αρκέστηκε να δηλώσει ότι, τελικώς, εξήλθε της χώρας αφού χρημάτισε τον υπεύθυνο του σταθμού ελέγχου.

51.          Αναφορικά με τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε , σημειώνεται ότι μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται έγγραφο με τίτλο "Convocation" (κλήση προς εμφάνιση), το οποίο φέρει ημερομηνία 6.12.2017. Το εν λόγω έγγραφο φαίνεται να έχει εκδοθεί βάσει των άρθρων 79, 82 έως 92 και 103 έως 115 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και φέρει επίσημη σφραγίδα και υπογραφή από τον αξιωματικό της κεντρικής αστυνομίας (Commissaire de Police Principal). Δεν κατέστη δυνατή η εξαγωγή περαιτέρω ευρημάτων λόγω της θολότητας του εγγράφου, καθότι πρόκειται για αντίγραφο του πρωτοτύπου. Κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα προς τούτο αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς το εν λόγω έγγραφο ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά του (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C 921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66). Στο πλαίσιο της αξιολόγησης της αυθεντικότητας ενός εγγράφου μπορεί βεβαίως να ληφθούν υπόψη και τυχόν εξόφθαλμες ενδείξεις μεταποίησης του εγγράφου τις οποίες είναι εύκολο να διακρίνει το Δικαστήριο ακόμα και χωρίς την επέμβαση ενός εμπειρογνώμονα.[19] Εν προκειμένω, αυτό το προσκομισθέν, έγγραφο είναι εκ της φύσεως του χαμηλής αποδεικτικής αξίας καθώς δεν προέρχεται από ανεξάρτητη και αμερόληπτη πηγή. Περαιτέρω, δεν προκύπτει από το εν λόγω έγγραφο ο λόγος κλήσης του Αιτητή.

52.          Σε έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη μορφή και το περιεχόμενο του ανωτέρω εγγράφου (Convocation), προέκυψαν τα κάτωθι: Τα άρθρα του Καμερουνέζικου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας στη βάση των οποίων εκδόθηκε το έγγραφο με τίτλο "Convocation" έχουν το εξής περιεχόμενο: Το άρθρο 79 και τα άρθρα 82-92 αφορούν την δικαστική αστυνομία (police judiciaire), ενώ οι διατάξεις των άρθρων 103-115 αφορούν τις διαδικασίες που ακολουθούνται επί αυτόφωρων εγκλημάτων.[20]

53.          Σε COI Query Response του 2013 σχετικά με τις «κλήσεις για εμφάνιση»(notices to appear/convocations) στο Καμερούν, το Συμβούλιο Μετανάστευσης και Προσφύγων του Καναδά (IRB) επικαλείται αλληλογραφία με δικηγόρο της χώρας καθώς και με την Εκτελεστική Διευθύντρια της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης ‘Νέα Ανθρώπινα Δικαιώματα’ (Nouveaux droits de l'hommeNDH), παρατίθενται τα κάτωθι:

«Ο  επικεφαλής δικηγόρος ενός δικηγορικού γραφείου, το οποίο ειδικεύεται μεταξύ άλλων στο ποινικό δίκαιο και διαθέτει γραφεία στην Yaoundé,  Douala και N'knonsamba, δήλωσε ότι «οι κλητεύσεις [...] εκδίδονται στα αστυνομικά τμήματα και, σε ανώτερο επίπεδο, στις επαρχιακές διευθύνσεις της εθνικής αστυνομίας». Ο ανωτέρω δικηγόρος δήλωσε ότι η κλήτευση προς εμφάνιση περιλαμβάνει αποδεικτικό παραλαβής, το οποίο αποσπάται και παραδίδεται στον παραλήπτη. Ο τελευταίος οφείλει να το υπογράψει και να το επιστρέψει στον ανακριτικό υπάλληλο της δικαστικής αστυνομίας. Ωστόσο, η Εκτελεστική Διευθύντρια της ΜΚΟ επισήμανε ότι, αν και ορισμένοι φορείς χρησιμοποιούν κλητεύσεις με απoδεικτικό παραλαβής, η πρακτική αυτή δεν είναι καθολική και δεν προβλέπεται ρητά στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας του Καμερούν (Code de procédure pénale).[…] Ο δικηγόρος και η Εκτελεστική Διευθύντρια δήλωσαν ότι όλες οι κλητεύσεις προς εμφάνιση πρέπει να υπογράφονται από ανακριτικό υπάλληλο της δικαστικής αστυνομίας. Η Εκτελεστική Διευθύντρια προσέθεσε ότι η υπογραφή συνοδεύεται επίσης από την επίσημη σφραγίδα της αστυνομίας και τη σφραγίδα του ονόματος του υπογράφοντος».[21]

54.          Ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο των κλητεύσεων/ειδοποιήσεων προς εμφάνιση, ο δικηγόρος δήλωσε ότι το περιεχόμενο των κλητεύσεων «είναι εναρμονισμένο σε όλη την επικράτεια». Η εκτελεστική διευθύντρια δήλωσε, επίσης, ότι «τα έντυπα κλητεύσεως  περιλαμβάνουν γενικά τις ίδιες πληροφορίες». Ωστόσο, προσέθεσε ότι «η μορφή τους και, συχνά, ακόμη και η ποιότητά τους εξαρτάται από τις υπηρεσίες που τα εκδίδουν». Ως προς τη γλώσσα, ο ανωτέρω δικηγόρος δήλωσε ότι οι κλητεύσεις/ειδοποιήσεις εμφάνισης συντάσσονται στα γαλλικά και στα αγγλικά, λαμβάνοντας υπόψη τις δύο επίσημες γλώσσες του Καμερούν. Η εκτελεστική διευθύντρια δήλωσε: «Ο συνταγματικός κανόνας ορίζει ότι, όπως κάθε επίσημη νομοθεσία, [...]οι ειδοποιήσεις εμφάνισης (notices to appear/convocations) πρέπει να είναι δίγλωσσες. Έτσι, σε μια αγγλόφωνη περιοχή, ξεκινούν στα αγγλικά και ακολουθούν τα γαλλικά, και σε γαλλόφωνες περιοχές, τα αγγλικά ακολουθούν τα γαλλικά. Ωστόσο, ορισμένες μονάδες αποκλίνουν από αυτόν τον κανόνα διγλωσσίας».[22]

55.          Σύμφωνα με έκθεση του Σεπτεμβρίου του 2022 του γερμανικού Γραφείου AA - Federal Foreign Office, δεν υπάρχει κεντρικό μητρώο για εντάλματα σύλληψης στο Καμερούν. Οι άνθρωποι που βρίσκονται στο στόχαστρο τοπικών αρχών μπορούν να διαφύγουν μετακομίζοντας στην πρωτεύουσα ή σε απομακρυσμένα μέρη του Καμερούν. Οι αρχές ασφαλείας μπορούν να αναζητήσουν άτομα σε εθνικό επίπεδο, αλλά αυτό συνήθως δεν συμβαίνει.[23]

56.          Υπό το φως των ανωτέρω, παρατηρείται καταρχάς ότι το φερόμενο ως έγγραφο κλήτευσης, το οποίο προσκομίστηκε από τον Αιτητή, δεν είναι συμβατό, ως προς τη μορφή του, με τον ισχυρισμό περί δίγλωσσης διατύπωσης του περιεχομένου του. Περαιτέρω, δεν παρίσταται εύλογο να περιήλθε το εν λόγω έγγραφο στην κατοχή της καταγγέλλουσας, ήτοι της μητέρας του συντρόφου του Αιτητή, προκειμένου αυτή να το επιδώσει προσωπικά στον Αιτητή. Το περιεχόμενο του εγγράφου καθαυτό είναι δυσανάγνωστο, ενώ δεν διαφαίνεται ο συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο καλείται ο Αιτητής, παρότι η ημερομηνία έκδοσής του (6.12.2017) παρουσιάζει χρονολογική συνέπεια με επιμέρους δηλώσεις του. Λόγω των ανωτέρω ελλείψεων, το εν λόγω αποδεικτικό στοιχείο αξιολογείται ως μειωμένης αποδεικτικής αξίας και δεν δύναται να στηρίξει αυτοτελώς θεμελίωση της εξωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, ιδίως υπό το φως και των ευρημάτων που καταδεικνύουν ελλείμματα στην εσωτερική του αξιοπιστία.

57.          Ομοίως δυσανάγνωστο είναι και το δεύτερο έγγραφο που προσκομίστηκε από τον Αιτητή και αφορά φερόμενη νοσηλεία του σε νοσοκομείο κατόπιν σωματικής επίθεσης (βλ. ερ. 36). Πέραν του προβλήματος αναγνωσιμότητας, επισημαίνεται ότι το εν λόγω έγγραφο φέρει ημερομηνία 20.12.2017, ενώ ο Αιτητής τοποθέτησε χρονικά το φερόμενο περιστατικό επίθεσης ανήμερα των Χριστουγέννων (25.12.2017 – βλ. ερ. 50), γεγονός που δημιουργεί χρονολογική ασυμφωνία μεταξύ του εγγράφου και των δηλώσεών του. Παρότι η απόκλιση είναι ολιγοήμερη, η αναφορά σε χαρακτηριστική ημερομηνία (Χριστούγεννα) καθιστά την αντίφαση αξιοσημείωτη. Επιπλέον, δεν καθίσταται δυνατή η επιβεβαίωση της αυθεντικότητας του εν λόγω εγγράφου, ενώ το περιεχόμενό του, λόγω ασαφειών και δυσανάγνωστων σημείων, δεν επιβεβαιώνει οποιοδήποτε ουσιώδες στοιχείο του ισχυρισμού του Αιτητή περί τραυματισμού και νοσηλείας. Ενόψει των ανωτέρω, προσκομισθέν έγγραφο δεν συνδράμει στη θεμελίωση της εξωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή και ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό τους.

58.          Προχωρώντας στην ανάλυση του κινδύνου που ο Αιτητής διατρέχει σημειώνεται δεν προκύπτει οποιαδήποτε παράμετρος του προφίλ του, η οποία να επιτείνει με οποιοδήποτε τρόπο τον κίνδυνο που τυχόν αυτός διατρέχει ούτε και κάποιο στοιχείο του προφίλ του δίδει βάσιμο έρεισμα για φόβο δίωξης.

59.          Ειδικώς ως προς το θρησκευτικό του προφίλ ως χριστιανού δεν προκύπτει κάποιος κίνδυνος. Πηγές αναφέρουν πως στο Καμερούν, οι Χριστιανοί αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού, με περίπου 70% να ανήκουν σε διάφορα χριστιανικά δόγματα. Ωστόσο, υπάρχουν περιοχές όπου οι Χριστιανοί αντιμετωπίζουν προκλήσεις. Στις βόρειες περιοχές, όπου κυριαρχεί το Ισλάμ, έχουν αναφερθεί περιστατικά κοινωνικών εντάσεων μεταξύ χριστιανικών και μουσουλμανικών κοινοτήτων. Επιπλέον, η παρουσία εξτρεμιστικών ομάδων, όπως η Boko Haram, έχει οδηγήσει σε επιθέσεις κατά χριστιανικών κοινοτήτων στα βόρεια σύνορα με τη Νιγηρία και όχι στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή. Παρά τις προκλήσεις αυτές, οι Χριστιανοί στο Καμερούν γενικά ασκούν τη θρησκεία τους ελεύθερα.[24]

60.          Περαιτέρω λαμβάνοντας υπόψη και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, ως αυτό έγινε αποδεκτό και ειδικότερα ότι ο Αιτητής είναι νεαρός, χωρίς κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας (πέραν των ψυχολογικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει σε σχέση με τις οποίες λαμβάνει ψυχολογική υποστήριξη),με ένα μέτριο μορφωτικό επίπεδο, ικανός προς εργασία και με εργασιακή πείρα στη χώρα του, χωρίς καμία δράση ή συμμετοχή σε αντιπολιτευτικές ή απελευθερωτικές δραστηριότητες, κρίνεται πως σε συνάρτηση με τις πληροφορίες  που ακολουθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας, και το γεγονός ότι ο ίδιος δεν εμπλέκεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με τα όσα διαδραματίζονται στο πλαίσια των ενόπλων συγκρούσεων που καταγράφονται, δεν πιθανολογείται ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, θα εκτεθεί σε κίνδυνο που να ισοδυναμεί με σοβαρή βλάβη ή δίωξη.

61.          Ως προς τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, αναφέρονται τα ακόλουθα, ως προκύπτουν από έγκυρες πηγές πληροφόρησης:

62.          Αναφορικά με την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σε έκθεση αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύτηκε στις 31 Μαΐου 2023 σημειώνει ότι στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες του Καμερούν, συνέχισαν οι αναφορές και καταγγελίες για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχτηκαν από δυνάμεις ασφαλείας και άμυνας και ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες εναντίον αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών και της καταστροφής περιουσίας. Επιπλέον, η αναγκαστική απαγόρευση κυκλοφορίας, η χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών και η απαγωγή αμάχων από ένοπλες ομάδες περιόρισαν την διανομή της απαραίτητης ανθρωπιστικής βοήθειας.[25] 

63.          Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση για την χώρα στην ιστοσελίδα του ACAPS της χώρας αναφέρεται πως το Καμερούν βιώνει διάφορες κρίσεις στην χώρα. Οι μακροχρόνιες δυσαρέσκειες της αγγλόφωνης κοινότητας στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μετά από δεκαετίες περιθωριοποίησης των μειονοτικών αγγλόφωνων περιοχών από τη γαλλόφωνη Κυβέρνηση, κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες στα τέλη του 2016. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διαφορετικών αυτονομιστικών να φωνάζουν/διαδηλώνουν υπέρ της αυτοαποκαλούμενης Δημοκρατίας της Ambazonias στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά. Οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και των αυτονομιστικών δυνάμεων έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις ανωτέρω περιοχές, οδηγώντας 638.400 ανθρώπους σε εκτοπισμό  στο εσωτερικό της χώρας και 64.000 σε αναζήτηση καταφυγίου στη γειτονική Νιγηρία μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 2024. Επίσης, η εξέγερση της Boko Haram  στα βορειοανατολικά της Νιγηρίας έχει επίσης εξαπλωθεί στην περιοχή του Άπω Βορρά (extreme Nord), όπου 120.869 Νιγηριανοί πρόσφυγες έχουν καταφύγει στον Άπω Βορρά του Καμερούν, ενώ η βία από την Μπόκο Χαράμ και το Ισλαμικό Κράτος έχει εκτοπίσει εσωτερικά περισσότερους από 453.600 ανθρώπους.[26] Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, η οποία καλύπτει το έτος 2024, αναφέρει πως ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2025, οι πολιτικές εντάσεις κλιμακώθηκαν και οι ένοπλες συγκρούσεις και η βία συνεχίστηκαν στις περιοχές του Άπω Βορρά, Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν.[27] Να σημειωθεί ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στο πλαίσιο της αγγλόφωνης κρίσης δεν εκτείνονται στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

64.          Περαιτέρω, σύμφωνα με δεδομένα της βάσης ACLED, κατά την χρονική περίοδο από 29-06-2024 έως 27-06-2024 καταγράφονται στην περιφέρεια  Littoral (στην οποία υπάγεται η Douala) 9 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προήλθαν  4 καταγεγραμμένες απώλειες, εξ’ αυτών των περιστατικών τα 2 κωδικοποιήθηκαν ως διαδηλώσεις (με  0 απώλειες), τα 3 ως εξεγέρσεις (με   2 απώλειες) και τα 4 ως βία κατά αμάχων (με  2 απώλειες).[28] Επισημαίνεται πως ο πληθυσμός της Περιφέρειας Littoral εκτιμάται στους 3.355.000 κατοίκους[29] και ο πληθυσμός της Douala εκτιμάται στους 2.768.400 σύμφωνα με εκτίμηση του 2015.[30]

65.          Ειδικώς ως προς το θρησκευτικό του προφίλ ως χριστιανού δεν προκύπτει κάποιος κίνδυνος. Πηγές αναφέρουν πως στο Καμερούν, οι Χριστιανοί αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού, με περίπου 70% να ανήκουν σε διάφορα χριστιανικά δόγματα. Ωστόσο, υπάρχουν περιοχές όπου οι Χριστιανοί αντιμετωπίζουν προκλήσεις. Στις βόρειες περιοχές, όπου κυριαρχεί το Ισλάμ, έχουν αναφερθεί περιστατικά κοινωνικών εντάσεων μεταξύ χριστιανικών και μουσουλμανικών κοινοτήτων. Επιπλέον, η παρουσία εξτρεμιστικών ομάδων, όπως η Boko Haram, έχει οδηγήσει σε επιθέσεις κατά χριστιανικών κοινοτήτων στα βόρεια σύνορα με τη Νιγηρία και όχι στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή. Παρά τις προκλήσεις αυτές, οι Χριστιανοί στο Καμερούν γενικά ασκούν τη θρησκεία τους ελεύθερα.[31]

66.          Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνοντας υπόψη και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, ως αυτό έγινε αποδεκτό και ειδικότερα ότι ο Αιτητής είναι νεαρός, χωρίς κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας (πέραν των) ψυχολογικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει σε σχέση με τις οποίες λαμβάνει ψυχολογική υποστήριξη), με ένα μέτριο μορφωτικό επίπεδο, ικανός προς εργασία και με εργασιακή πείρα στη χώρα του, χωρίς κάποιο σοβαρό ζήτημα υγείας χωρίς καμία δράση ή συμμετοχή σε αντιπολιτευτικές ή απελευθερωτικές δραστηριότητες, κρίνεται πως σε συνάρτηση με τις παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας, και το γεγονός ότι ο ίδιος δεν εμπλέκεται καθ' οιονδήποτε τρόπο με τα όσα διαδραματίζονται στο πλαίσια των ενόπλων συγκρούσεων που καταγράφονται, δεν πιθανολογείται ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, θα εκτεθεί σε κίνδυνο που να ισοδυναμεί με σοβαρή βλάβη ή δίωξη.

67.          Καταλήγω συνεπώς, ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Φόβος δίωξης δεν προκύπτει καθαυτός ούτε από τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή τα οποία και έχουν γίνει αποδεκτά. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

68.          Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

69.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο προσφεύγων, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή (βλ. άρθρο 19(2)(γ) απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43).

70.          Δεδομένης της κατάστασης που επικρατεί στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή όπου ευλόγως αναμένεται να επιστρέψει, δέον να εξεταστούν τα επιμέρους συστατικά στοιχεία του άρθρου 19(2)(γ) και ειδικότερα, κατά πόσον συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας της και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94  Elgafaji, σκέψη 43].

71.          Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

72.          Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20).Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ.  απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28).

73.          Ακολούθως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

74.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

75.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

76.          Από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης στις οποίες ανέτρεξε το Δικαστήριο δεν προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, την πόλη Douala, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43]. Προς τούτου λαμβάνονται υπόψη τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα για την κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω περιοχή, όπου δεν λαμβάνει χώρα ένοπλη σύρραξη με την έννοια του νόμου.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Bλ.  https://libres.uncg.edu/ir/uncg/f/j_myers_revisiting_2000.pdf, Η θεωρία της Cass (Vivienne Cass, 1979) είναι ένα από τα πρώτα και πιο γνωστά μοντέλα που περιγράφουν την ανάπτυξη της ομοφυλοφιλικής ταυτότητας. Η Cass πρότεινε ότι τα άτομα που αναγνωρίζουν την ομοφυλοφιλική τους ταυτότητα περνούν από μια σειρά σταδίων καθώς διαμορφώνουν την αυτοαντίληψή τους και εντάσσονται (ή όχι) στην LGBTQ+ κοινότητα.

[2] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis, Second edition, February 2023, σ. 263-266, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf

 

[3] Erin Gomez, The Post-ABC Situation of LGB Refugees in Europe, 30 Emory Int'l L. Rev. 475 (2016). Available at: https://scholarlycommons.law.emory.edu/eilr/vol30/iss3/4  σελ. 496-497, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[4] https://wipolex-res.wipo.int/edocs/lexdocs/laws/en/cm/cm014en.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[5] Freedom House (Author): Freedom in the World 2022 - Cameroon, 24 February 2022
https://www.ecoi.net/en/document/2071860.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[6] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Cameroon 2023, 24 April 2024, https://www.amnesty.org/en/location/africa/west-and-central-africa/cameroon/report-cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[7] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Cameroon, 19 March 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2105824/country_report_2024_CMR.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025), σελ.13

[8] USDOS – US Department of State (Author): 2022 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 20 March 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2089132.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[9] Freedom House: Freedom in the World 2024 - Cameroon, 2024, https://freedomhouse.org/country/cameroon/freedom-world/2024  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[10] Fair Planet, Behind Closed Doors: Lgbtq+ People Struggle In Cameroon's Shadows, 25 July 2023, https://www.fairplanet.org/story/cameroon-lgbtq-broadcast-queer-rights/ , CEDOCA, COI Focus – Cameroun: L’homosexualité, 28 July 2023, https://www.cgra.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._lhomosexualite_20210728.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025), σελ.18-19

[11] USDOS – US Department of State (Author): 2022 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 20 March 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2089132.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[12] CAT - UN Committee Against Torture: Concluding observations on the sixth periodic report of Cameroon [CAT/C/CMR/CO/6], 10 December 2024]https://documents.un.org/doc/undoc/gen/g24/217/06/pdf/g2421706.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025), σελ.14

[13] HRW – Human Rights Watch (Author): World Report 2023 - Cameroon, 12 January 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2085399.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[14] Erasing 76 crimes, Cameroon: Two school girls lose their right to education because of a lesbian love note, 1 December 2023, https://76crimes.com/2023/12/01/cameroon-two-school-girls-lose-their-right-to-education-because-of-a-lesbian-love-note/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[15] Erasing 76 crimes, Cameroon: Two school girls lose their right to education because of a lesbian love note, 1 December 2023, https://76crimes.com/2023/12/01/cameroon-two-school-girls-lose-their-right-to-education-because-of-a-lesbian-love-note/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[16] USDOS – US Department of State (Author): 2022 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 20 March 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2089132.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[17] ILGA, State-sponsored homophobia, December 2020, https://ilga.org/wp-content/uploads/2023/11/ILGA_World_State_Sponsored_Homophobia_report_global_legislation_overview_update_December_2020.pdf  σελ.325 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[18] The Advocates for Human Rights and Alternatives Cameroon, Cameroon Stakeholder Report for the United Nations Universal Periodic Review, 5 April 2023, https://www.theadvocatesforhumanrights.org/Res/Cameroon%20UPR%20FINAL.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025), σελ.2

[19] EUAA, 'Practical Guide on Evidence and Risk Assessment' (2024),  σελ.57-62 διαθέσιμο στο: https://euaa.europa.eu/publications/practical-guide-evidence-and-risk-assessment

[20] CamerounCode de procédure pénale [Cameroon], Loi n 2005-007, 27 July 2005, διαθέσιμος στη διεύθυνση: https://www.refworld.org/docid/54c21f0e4.html Τα άρθρα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (του Καμερούν)[11], στη βάση των οποίων εκδόθηκε το ένταλμα προσαγωγής (?) (mandat d' amener, warrant of arrest) είναι τα εξής (μετάφραση δική μου):

«Άρθρο 11 (1) Το δικαστικό ένταλμα είναι γραπτό έγγραφο με το οποίο δικαστής ή δικαστήριο διατάσσει :

- την εμφάνιση ή την προσαγωγή ενώπιόν του ενός ατόμου ,

- την προσωρινή κράτηση ενός κατηγορουμένου (.) ή ενός μάρτυρα που είναι ύποπτος για διατάραξη της διαδικασίας αναζήτησης αποδεικτικών στοιχείων ,

- τη φυλάκιση καταδικασθέντος προσώπου,

- την αναζήτηση αντικειμένων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη αξιόποινης πράξης ή αποτελούν προϊόν αυτής.

(2) Τα ακόλουθα αποτελούν δικαστικά εντάλματα: ένταλμα εμφάνισης, ένταλμα προσαγωγής, ένταλμα προσωρινής κράτησης, ένταλμα εξαγωγής, ένταλμα έρευνας, ένταλμα σύλληψης και ένταλμα φυλάκισης.

Άρθρο 12 (1) Ο εισαγγελέας (le Procureur de la République) μπορεί να εκδίδει :

α) εντάλματα εμφάνισης, προσαγωγής, έρευνας και εξαγωγής ,

β) εντάλματα προσωρινής κράτησης σε περιπτώσεις flagrante delicto.

(.)

Άρθρο 13

(.)

(4) Εάν το πρόσωπο που αναφέρεται στο ένταλμα εμφάνισης εμφανιστεί πράγματι, ακούγεται χωρίς καθυστέρηση. Σε περίπτωση που δεν εμφανιστεί, μπορεί να εκδοθεί ένταλμα προσαγωγής του (mandat d' amener).

Άρθρο 14 (1) Το ένταλμα για την προσαγωγή προσώπου σε δίκη είναι εντολή που δίδεται στους υπαλλήλους της δικαστικής αστυνομίας να προσαγάγουν το πρόσωπο που κατονομάζεται στο ένταλμα αμέσως ενώπιον του προσώπου που το εξέδωσε.

(.)

5) Εάν το πρόσωπο κατά του οποίου έχει εκδοθεί το ένταλμα δεν μπορεί να βρεθεί, συντάσσεται λεπτομερής έκθεση της ανεπιτυχούς αναζήτησης και αποστέλλεται στη δικαστική αρχή που εξέδωσε το ένταλμα.

6) Σε περίπτωση ανεπιτυχούς έρευνας, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου :

- το πρωτότυπο του εντάλματος υπογράφεται είτε από τον προϊστάμενο της διοικητικής περιφέρειας, είτε από τον δήμαρχο, είτε από τον προϊστάμενο του χωριού ή της συνοικίας του τόπου κατοικίας ή τελευταίας γνωστής διαμονής ,

- αντίγραφο της εντολής αναρτάται στα γραφεία της διοικητικής περιφέρειας ή στο δημαρχείο ή στο κοινοτικό κέντρο του χωριού,

- η ανάρτηση αυτή σημειώνεται στο πρωτότυπο,

- συντάσσεται επίσημη έκθεση και αποστέλλεται στον συντάκτη της εντολής,

- αντίγραφο του πρακτικού αναρτάται στον ίδιο τόπο με το αντίγραφο του εντάλματος.

Άρθρο 112 Ο εισαγγελέας μπορεί να εκδώσει ένταλμα προσαγωγής σε βάρος οποιουδήποτε προσώπου που είναι ύποπτο για συμμετοχή στη διάπραξη του εγκλήματος. Τον ανακρίνει αμέσως κατά την άφιξή του. Δεν μπορεί να κινήσει τη διαδικασία κατά του υπόπτου για αυτόφωρο έγκλημα, παρά μόνο μέσω δικαστικής έρευνας.]

 

[21] IRB - Immigration and Refugee Board of Canada: Cameroon: Notices to appear issued by the General Delegation for National Security (Délégation générale à la Sûreté nationale, DGSN), including the issuing procedure; the content and appearance of the notices to appear, and whether it is the same at all police stations in the country; possibility of obtaining a fraudulent notice to appear (2012-October 2013) [CMR104623.FE], 23 October 2013
https://www.ecoi.net/en/file/local/1109666/389019_en.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[22] IRB - Immigration and Refugee Board of Canada: Cameroon: Notices to appear issued by the General Delegation for National Security (Délégation générale à la Sûreté nationale, DGSN), including the issuing procedure; the content and appearance of the notices to appear, and whether it is the same at all police stations in the country; possibility of obtaining a fraudulent notice to appear (2012-October 2013) [CMR104623.FE], 23 October 2013
https://www.ecoi.net/en/file/local/1109666/389019_en.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[23] AA - Federal Foreign Office (Germany) (Author): Bericht über die asyl- und abschiebungsrelevante Lage in Kamerun (Stand: September 2022), 22 September 2022 https://media.frag-den-staat.de/files/foi/758362/2022-09-02-lagebericht-asyl-kamerun-ocr.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[24] USDOS - US Department of State: 2023 Report on International Religious Freedom: Cameroon, 26 June 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2111838.html USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[25] UN Security Council (Author): The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa; Report of the Secretary-General [S/2023/389], 31 May 2023

https://www.ecoi.net/en/file/local/2093063/N2313778.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[26]    ACAPS, Country analysis, CAMEROON, February 2024,  https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[27] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Cameroon 2024, 29 April 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2124707.html  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[28] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 29/06/2024 – 27/06/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots, ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon – Littoral Region) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[29] https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[30] https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)

[31] USDOS - US Department of State: 2023 Report on International Religious Freedom: Cameroon, 26 June 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2111838.html USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Cameroon, 23 April 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107637.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 6.7.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο