
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 898/2023
14 Ιουλίου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C.L.M.
Αιτήτριας
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
…………………….
Η αιτήτρια παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου
Ανδρέας Δημητρίου για Μούσουλος, Κανέλλα και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Ειρήνη Παραδεισιώτη για Σταυρούλα Σταύρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η αιτήτρια προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 16/01/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Η αιτήτρια είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής «Λ.Δ.Κ.») και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 23/06/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Την 01/07/2021 παρέλαβε Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).
Στις 14/12/2022 πραγματοποιήθηκε προφορική συνέντευξη της αιτήτριας, από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum, από τώρα και στο εξής «EUAA») με την δωρεάν συνδρομή διερμηνέα. Ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερομηνίας 05/01/2023 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη του αιτήματος της αιτήτριας. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης στις 16/01/2023. Στις 14/03/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα της αιτήτριας, η οποία παραλήφθηκε από την αιτήτρια στις 17/03/2023. Στις 24/03/2023, η αιτήτρια καταχώρισε στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσε μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης και δήλωσε πως προωθεί το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια, οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ' ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Είναι η θέση των Καθ’ ων η αίτηση ότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να της αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να της χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί και η επίδικη απόφαση να επικυρωθεί σύμφωνα με το άρθρο 146.3(α) του Συντάγματος.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθείται περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημά της αιτήτριας για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε η αιτήτρια σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός της, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Η αιτήτρια κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή η ζωή της βρισκόταν σε πραγματικό κίνδυνο αφού, ως καταγράφει, οι άνθρωποι που την αναζητούν την θεωρούν έναν «ενοχλητικό μάρτυρα» (troublesome witness) (ερυθρό 2 και μετάφραση αυτού ερυθρό 12, του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η αιτήτρια δήλωσε ότι είναι υπήκοος της Λ.Δ.Κ. με τόπο καταγωγής και προηγούμενης συνήθους διαμονής την πόλη Kinshasa (ερυθρό 34/1Χ και 33/1Χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις δήλωσε Χριστιανή Προτεστάντης με εθνοτική καταγωγή από την ομάδα Mukongo (ερυθρό 37 Δ.Φ.). Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην χώρα καταγωγής της στον τομέα της Διύλισης και Πετροχημείας (Refining and Petrochemistry) και ομιλεί τρεις γλώσσες (Lingala, Γαλλικά και Αγγλικά) (ερυθρό 35/4Χ και 3Χ του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με την επαγγελματική της πείρα δήλωσε ότι απασχολούνταν σε σπίτι ως οικιακή βοηθός (ερυθρό 35/2Χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε άγαμη (ερυθρό 35/1Χ του διοικητικού φακέλου), πλην όμως μητέρα δύο ανήλικων παιδιών τα οποία από το 2021 ζουν στην Ανγκόλα μαζί με την μοναδική αδερφή της αιτήτριας, ενώ οι γονείς της έχουν αποβιώσει (ερυθρό 34/2Χ του διοικητικού φακέλου).
Ως προς τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, η αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης δήλωσε πως εργαζόταν στην οικία ενός ζευγαριού, του κ. XXXXXX και της κας XXXXXXX, όπου και ισχυρίζεται ότι γνώρισε τον σύντροφο της, ονόματι XXXXX, με τον οποίο βρισκόταν σε σχέση για διάστημα τριών μηνών. Στις 27/02/2021 και ενόσω βρισκόντουσαν οι δύο τους σε δωμάτιο ξενοδοχείου, ο σύντροφος της δέχθηκε τηλεφώνημα από το αφεντικό του, ο οποίος ήταν θυμωμένος. Την επόμενη φορά που αιτήτρια συνάντησε τον σύντροφο της, στις 06/03/2021, ο τελευταίος της δήλωσε ότι αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα και πως ήταν η μόνη που μπορούσε να τον βοηθήσει. Όπως της εξήγησε, το αφεντικό της που ασχολούνταν με εμπόριο διαμαντιών και χρυσού, παραβίασε την συμφωνία που είχε με το αφεντικό του συντρόφου της, και γι’ αυτό το αφεντικό του που ήταν στρατηγός ήθελε να τον εξοντώσει (eliminate). Για να επιτευχθεί αυτό, έδωσαν στην αιτήτρια δύο επιλογές, είτε να τους πει πως να εισέλθουν στο σπίτι του αφεντικού της, είτε να τον δηλητηριάσει η ίδια.
Κατόπιν, δύο φίλοι του συντρόφου της αιτήτριας έδωσαν στην τελευταία ένα φάκελο με χρήματα, δηλώνοντάς της πως αν δεχόταν αυτή θα ήταν η αμοιβή της, και έδωσαν στο αγόρι της ένα μικρό πακέτο στο οποίο υπήρχε το δηλητήριο που της ζήτησαν να χορηγήσει στο αφεντικό της. Ακολούθως, ως ισχυρίστηκε, στις 08/03/2021 απήγαγαν την κόρη της, ενώ δύο ημέρες αργότερα, στις 10/03/2021, ισχυρίστηκε πως έπεσε και η ίδια θύμα απαγωγής. Όπως περιγράφει, την απήγαγαν από ένα σημείο με την ονομασία «Point Lourd», της έβαλαν μάσκα, την οδήγησαν κάπου πολύ μακριά και κατόπιν την τράβηξαν με δύναμη με αποτέλεσμα να πέσει και να χτυπήσει το μπράτσο της. Ενόσω βρισκόταν εκεί, πήγε ο σύντροφος της, την πήρε και της εξήγησε τι έπρεπε να κάνει. Στη συνέχεια, η αιτήτρια πήρε την απόφαση να εξηγήσει την κατάσταση στο αφεντικό της και ο τελευταίος την βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα (ερυθρά 33/3Χ και 32/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στην αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής της. Η αιτήτρια δήλωσε πως εργαζόταν στο σπίτι του αφεντικού της για έντεκα (11) χρόνια, ότι δεν γνώριζε ότι ο σύντροφος της είχε συναλλαγές με το αφεντικό της, και ότι το αφεντικό του συντρόφου της ήταν ο Στρατηγός XXXXXXXXX (ερυθρό 32/3Χ και 4Χ του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ζητήθηκε από την αιτήτρια να εξηγήσει το λόγο της διαφωνίας μεταξύ των δύο αντρών, του αφεντικού της και του αφεντικού του συντρόφου της και ισχυρίστηκε πως είχαν χρηματική διαφορά γιατί το αφεντικό της έλαβε αμοιβή για μια δουλειά που δεν καρποφόρησε και δεν επέστρεψε τα χρήματα (ερυθρό 32/2Χ του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με την πρόταση που της έκαναν η αιτήτρια δήλωσε πως ήταν σε σοκ και δεν της έδωσαν χρόνο να το σκεφτεί, με τους ίδιους να παίρνουν πίσω τον φάκελο που της έδωσαν (ερυθρό 31 του διοικητικού φακέλου). Σε ερωτήσεις αναφορικά με την απαγωγή της κόρης της, η αιτήτρια υποστήριξε ότι απήχθη από το σχολείο, την κράτησαν για διαστημα 6 ωρών από τις 12.00 – 18.00, χωρίς οι απαγωγείς να εξηγήσουν τον λόγο της απαγωγής ή να βλάψουν το κορίτσι (ερυθρό 31/2Χ του διοικητικού φακέλου). Η δε αιτήτρια λόγω και της σύντομης διάρκειας της απαγωγής δεν κατήγγειλε το περιστατικό στις αρχές και θεωρεί πως σκοπός της απαγωγής ήταν να την πιέσουν να δεχτεί την πρόταση (ερυθρό 31/2Χ και 30/1Χ του διοικητικού φακέλου). Ακολούθως, σε σχέση με την δική της απαγωγή ανέφερε πως κράτησε περίπου μία ώρα, όπου 10 άτομα, υπό την απειλή όπλου, την μετέφεραν με αυτοκίνητο σε άγνωστη θαμνώδη (bush) τοποθεσία, όπου την χτύπησαν και την απείλησαν ότι αν δεν δεχτεί την πρόταση θα την σκοτώσουν (ερυθρό 30/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Στη συνέχεια, έφθασε ο σύντροφος της με δύο άλλους άντρες, την πήρε και την οδήγησε σε ξενοδοχείο όπου προσπάθησε εκ νέου να την πείσει να δεχτεί να τους βοηθήσει και κατόπιν την άφησε ελεύθερη δίνοντας της χρόνο να σκεφτεί (ερυθρό 29/1Χ του διοικητικού φακέλου). Στις 11/03/2021, η αιτήτρια ενημέρωσε το αφεντικό της και εκείνος την πήρε σε σπίτι δικού ατόμου για να είναι ασφαλής ενώ ο ίδιος και η σύζυγός του άλλαξαν τόπο διαμονής (ερυθρό 29/1Χ του διοικητικού φακέλου). Όταν της ζητήθηκε να αναφέρει, τι έκανε το διάστημα από τις 11/03/2021 μέχρι τις 29/04/2021, όπου εγκατέλειψε την χώρα, απάντησε ότι δεν κυκλοφορούσε και παρέμενε στο σπίτι (ερυθρό 28/3Χ του διοικητικού φακέλου). Τέλος, σε ερώτηση αν κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία, η αίτητρια απάντησε αρνητικά προβάλλοντας φόβο καθώς το αφεντικό του συντρόφου της είναι στρατηγός και συνεπώς είχε δύναμη (ερυθρό 28/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση του πιο πάνω αφηγήματος, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε η αιτήτρια, διέκρινε στην Έκθεση-Εισήγησή του δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως: (1) Ταυτότητα, προφίλ, και χώρα καταγωγής της αιτήτριας, και (2) ισχυριζόμενη απαγωγή και απειλές από τον σύντροφο της για να σκοτώσει το αφεντικό της.
Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ισχυρισμό καθώς οι δηλώσεις της αιτήτριας κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός καθώς ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις της αιτήτριας στερούντο συνέπειας, επάρκειας πληροφοριών και περιγραφικότητας. Ειδικότερα, όπως καταγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση, η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες για το επάγγελμα του αγοριού της και συγκεκριμένα για το πως όντας ηλεκτρολόγος απασχολούνταν από τον στρατηγό.
Επιπρόσθετα, η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με την απαγωγή της θυγατέρας της παρά τις ευκαιρίες που της δόθηκαν για να αναπτύξει και να συμπληρώσει τις δηλώσεις της. Περαιτέρω, η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τις συνθήκες της δικής της απαγωγής, ενώ δεν προέβη σε οποιαδήποτε καταγγελία στην αστυνομία για κανένα από τα δύο περιστατικά. Όσον αφορά στην εξωτερική αξιοπιστία, ο λειτουργός έκρινε ότι τα όσα ανέφερε η αιτήτρια κατά τη συνέντευξή της αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός της και συνεπεία της προσωπικής φύσης του ισχυρισμού δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό και τις προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας και κατόπιν αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Λ.Δ.Κ. και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa, περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής της, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών της αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της αιτήτριας, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, κατέληξε πως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμοδίως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα της αιτήτριας λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου από το συνήγορό της, αλλά και από την συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής της αιτήτριας, δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά έγινε αποδεκτός.
Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού, ο οποίος έκρινε πως οι δηλώσεις της αιτήτριας στερούντο επάρκειας πληροφοριών συνοχής και συνέπειας. Οι δηλώσεις της αναφορικά με την απαγωγή της θυγατέρας της κρίνονται ως ιδιαίτερα συνοπτικές, και σε αρκετές περιπτώσεις λακωνικές παρά τον αριθμό ερωτημάτων που της τέθηκαν και τις ευκαιρίες που της δόθηκαν για να αναπτύξει περαιτέρω το αφήγημα της και να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς της. Ομοίως κρίνονται και οι απαντήσεις της σε ερωτήματα που αφορούσαν την δική της απαγωγή. Η αιτήτρια παρέθεσε πολύ επιγραμματικά κάποιες πληροφορίες, όπως είναι ο αριθμός των απαγωγέων και ο τρόπος που αυτοί ήταν κατανεμημένοι κατά την μεταφορά της σε θαμνώδη περιοχή, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται πως γνώριζε κάποια τόσο συγκεκριμένη πληροφορία καθώς ως ισχυρίστηκε φορούσε μάσκα. Γενικώς, το αφήγημα της στερείται εξειδίκευσης, περιγραφικότητας και παραστατικότητας, στοιχεία τα οποία αναδεικνύουν τον βιωματικό χαρακτήρα των γεγονότων.
Όσον αφορά στην εξωτερική αξιοπιστία, του συγκεκριμένου ισχυρισμού, ανέτρεξα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης όπου επιβεβαίωσε την ύπαρξη του Στρατηγού ΧΧΧΧΧΧ. Σύμφωνα με αυτές, ήταν πρώην διοικητής της πρώτης αμυντικής ζώνης των ενόπλων δυνάμεων του Κονγκό (FARDC), ο οποίος συμμετείχε στη δυσανάλογη χρήση βίας και τη βίαιη καταστολή τον Σεπτέμβριο του 2016 στην Kinshasa. Ο XXXXXX ήταν αναπληρωτής αρχηγός του επιτελείου των FARDC, υπεύθυνος για τις επιχειρήσεις και τις πληροφορίες από τον Ιούλιο του 2018 έως τον Ιούλιο του 2020. Έκτοτε, έχει υπηρετήσει ως Γενικός Επιθεωρητής των FARDC. Λόγω του υψηλού επιπέδου των καθηκόντων του, φέρει ευθύνη για τις πρόσφατες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διέπραξαν οι FARDC. Ως εκ τούτου, ο XXXXXXXX συνέβαλε, σχεδιάζοντας, κατευθύνοντας ή διαπράττοντάς πράξεις που συνιστούν σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λ.Δ.Κ.[1]
Επιπρόσθετα, άρθρο (2010) του BBC με τίτλο «Στρατηγός του Κονγκό ‘επωφελείται από ματωμένο χρυσό’», επιβεβαιώνει την εμπλοκή του στρατηγού σε παράνομες συμφωνίες χρυσού. Σύμφωνα με το συγκεκριμένο άρθρο πηγές ανέφεραν στο BBC ότι «ένας ανώτερος αξιωματικός στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό χρησιμοποίησε τον στρατό για να επωφεληθεί παράνομα από ένα χρυσωρυχείο», με το BBC να επικαλείται αποδείξεις ότι ο στρατηγός XXXXXXX εγκατέστησε εταιρεία εξόρυξης στο ορυχείο Omate […]. Μετά την απαγόρευση εξόρυξης τον Σεπτέμβριο, η παραγωγή συνεχίζεται στο ορυχείο υπό άμεσο στρατιωτικό έλεγχο. Ο στρατηγός αρνήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με τον ρόλο του και η εμπλεκόμενη εταιρεία Geminaco αρνήθηκε ότι υπήρξε συμφωνία. Τέλος, το BBC επισημαίνει ότι το δέλεαρ των κερδών από τα ορυχεία στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ.Κ. έχει μετατρέψει την περιοχή σε πεδίο μάχης».[2]
Οι ανωτέρω πληροφορίες επιβεβαιώνονται και από πιο πρόσφατο δημοσίευμα (2017) του γερμανικού ειδησειογραφικού πρακτορείου «Deutsche Welle -DW» με τίτλο «Στρατηγός της Λ.Δ.Κ. επωφελείται από την παράνομη εξόρυξη χρυσού» όπου καταγράφεται ότι «καθώς ο χρυσός συνεχίζει να τροφοδοτεί τη σύγκρουση στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, έκθεση του ΟΗΕ αναφέρει ότι ο υποστράτηγος XXXXXX με ιστορικό σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων διευθύνει παράνομα επιχείρηση εξόρυξης χρυσού»[3].
Σε σχέση με τις πιο πάνω παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, εντοπίζονται αφενός πληροφορίες που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του στρατηγού ΧΧΧΧΧΧ, καθώς και την εμπλοκή του σε δραστηριότητες παράνομης εξόρυξης χρυσού, πλην όμως αυτό από μόνο του δεν επαρκεί για να αποδείξει τους ισχυρισμούς που η αιτήτρια προωθεί σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός της. Το αφήγημα της στερείται επάρκειας πληροφοριών, λεπτομέρειας και εξειδίκευσης. Η αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της, οι περιγραφές των απαγωγών τόσο της ίδιας όσο και της θυγατέρας της ήταν ιδιαίτερα συνοπτικές, ενώ δεν στοιχειοθετείται μέσα από τα λεγόμενα της η εμπλοκή του συγκεκριμένου στρατηγού και ο κίνδυνος ο οποίος δύναται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής της. Κατά συνέπεια ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Αδιαμφισβήτητα όπως προκύπτει από το άρθρο 18 (5) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000), ο αιτητής που επιθυμεί την υπαγωγή του στο ειδικό προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης, οφείλει να εκθέσει στη διοίκηση με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών του, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή του να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αίτημα που υπέβαλε στις αρμόδιες αρχές.
Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).
Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε η αιτήτρια δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με αξιοπιστία και αληθοφάνεια τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς που θα την ενέτασσαν στον ορισμό του πρόσφυγα προκειμένου να επωφεληθεί των ευεργετημάτων τέτοιου καθεστώτος.
Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου προκύπτει πως η αιτήτρια είχε αρκετές ευκαιρίες κατά το στάδιο της συνέντευξης της να αναπτύξει με κάθε λεπτομέρεια τον πυρήνα του αιτήματός της και να θεμελιώσει τον ισχυριζόμενο κίνδυνο που αντιμετωπίζει στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια ούτε στην ενώπιόν μου διαδικασία που είχε τη δυνατότητα να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της, να διευκρινίσει τις ασυνέπειες και τις ανακρίβειες των δηλώσεών της με το ορθό δικονομικό διάβημα, έθεσε ενώπιον μου οποιοδήποτε στοιχείο. Κατά συνέπεια, ενόψει των προβαλλόμενων ισχυρισμών δεν θα μπορούσε να παραχωρηθεί στην αιτήτρια καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000.
Πρόσθετα, από το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στην αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.
Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί ότι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής της αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της είναι η πρωτεύουσα Kinshasa, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω τοποθεσία, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της αιτήτριας, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Σύμφωνα με τη διαδικτυακή πύλη RULAC «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον αριθμού ενόπλων ομάδων στις περιοχές Ituri, Kasai και Kivu»[4], σημειώνεται ωστόσο, ότι δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Kinshasa. Επιπρόσθετα, Έκθεση (2024) της Διεθνούς Αμνηστίας για τη Λ.Δ.Κ. αναφέρει ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στα ανατολικά συνεχίστηκαν, με τις κυβερνητικές δυνάμεις να μάχονται εναντίον ένοπλων ομάδων∙ ενώ η διακοινοτική βία επεκτάθηκε και στις επαρχίες Kasai, Kwango, Kwilu, Mai-Ndombe και Tshopo, και οδήγησε σε περαιτέρω σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[5] Ως διαφαίνεται από τις ανωτέρω πληροφορίες, στην Kinshasa δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και η κατάσταση ασφαλείας παρουσιάζεται σταθερή.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 09/07/2024 – 09/07/2025 στην πρωτεύουσα Kinshasa καταγράφηκαν 83 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 235 ανθρώπινες απώλειες. Τα 83 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 12 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 19 ανθρώπινες απώλειες, 18 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 203 ανθρώπινες απώλειες, 3 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 13 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 50 διαμαρτυρίες (protests).[6] Σημειώνεται, ότι ο πληθυσμός της πόλης Κinshasa εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,778,500 (2025) κατοίκους.[7]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής της, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή της. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας, παρατηρώ ότι είναι γυναίκα υγιής, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, πλήρως ικανή προς εργασία, με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα της και χωρίς οποιαδήποτε στοιχεία ευαλωτότητας. Η αιτήτρια δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.
Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε η αιτήτρια, διεξήγαγαν τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός του ευπαίδευτου συνηγόρου της αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν μου, καταλήγω ότι το αίτημα της αιτήτριας εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής και/ή δέουσα αιτιολόγηση εκ μέρους του αποφασίζοντος οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και νόμιμη.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον της αιτήτριας.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Ministère de l'économie, des finances et de la souveraineté industrielle et numérique, https://gels-avoirs.dgtresor.gouv.fr/Gels/RegistreDetail?idRegistre=1464, Radiomoto.net, ΛΔΚ: 2020, https://www.radiomoto.net/2020/07/18/rdc-le-general-darmee-amisi-kumba-alias-tango-four-eleve-a-linspection-generale-de-larmee/, UK Office of Financial Sanctions Implementation HM Treasury, Financial Sanctions Notice, Democratic Republic of the Congo, 03/03/2022, https://assets.publishing.service.gov.uk/media/6220d25c8fa8f5490e284e52/Notice_Democratic_Republic_of_the_Congo_030322.pdf (PDF)
[2] BBC, Congo general 'profits from blood gold', 10 November 2010, https://www.bbc.com/news/world-africa-11722142
[3] Deutsche Welle -DW, DR Congo general profits from illegal gold mining, 09/01/2017, https://www.dw.com/en/democratic-republic-of-congo-army-general-profits-from-illegally-mining-conflict-gold/a-40325398
[4] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, Τελευταία Ενημέρωση: 13 Απριλίου 2021, https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th
[5] Amnesty International, Democratic Republic of the Congo 2024, https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/
[6] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 09/07/2024 – 09/07/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa)
[7] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/world-cities/kinshasa-population
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο