B.C.D. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: Τ194/25, 4/7/2025
print
Τίτλος:
B.C.D. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: Τ194/25, 4/7/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: Τ194/25

 

04 Ιουλίου, 2025

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

B.C.D. από Νιγηρία και τώρα Λευκωσία

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ζ. Ποντίκη (κα) για ΑΛ ΤΑΧΕΡ ΜΠΕΝΕΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Ο Αιτητής Παρών.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 02/04/25 η οποία του κοινοποιήθηκε 04/04/25, με την οποία απορρίφθηκε η μεταγενέστερη του αίτηση ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται αποδεκτή η μεταγενέστερη αίτηση του και/ή ότι η απόφαση επιστροφής παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση στις 02/04/25, ακολούθησε έκθεση/εισήγηση και απόφαση απόρριψης της ως απαράδεκτη αυθημερόν.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Το παράπονο του Αιτητή, όπως αυτό εκφράστηκε μέσω του συνηγόρου του είναι ότι, προσκόμισε δύο έγγραφα τα οποία συνδέονται με την αρχική του αίτηση τα οποία παρέλειψε η αρμόδια αρχή να τα εξετάσει και/ή τα οποία αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης σε αυτόν διεθνούς προστασίας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Η παρούσα υπόθεση αφορά απόρριψη μεταγενέστερου αιτήματος του Αιτητή για διεθνή προστασία το οποίο εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου στη βάση του Άρθρου 12Βτετράκις και Άρθρου 16Δ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Όπως ορίζεται στο σχετικό Άρθρο 16Δ του Νόμου δεν θεωρείται οτιδήποτε το οποίο υποβλήθηκε ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Αυτό το οποίο πρωτίστως αξιολογείται από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου στα πλαίσια παραδεκτού μεταγενέστερης αίτησης είναι κατά πόσο ο αιτών υπέβαλε νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της απόφασης επί του αρχικού αιτήματος του. Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτών δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη. Εάν δε διαπιστωθεί ότι υπέβαλε νέα στοιχεία, δεν καθίσταται υποχρεωτικό για τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου να προβεί πάντα σε νέα κλήση του ενδιαφερόμενου σε συνέντευξη καθότι θα πρέπει τα στοιχεία αυτά (α) να αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης σ΄ αυτόν του καθεστώτος διεθνούς προστασίας και (β) ο αιτών - ενδιαφερόμενος προκύπτει να αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη και/ή αρχική διαδικασία εξέτασης ασύλου. Οι πιο πάνω πρόνοιες του Νόμου ενσωματώθηκαν στην εθνική νομοθεσία σε σύμπνοια με τις διατάξεις του Άρθρου 40 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ[1]. Η μεθοδολογία προκαταρκτικής αξιολόγησης επί των μεταγενέστερων αιτήσεων και/ή οι προϋποθέσεις για απόφαση επί του παραδεκτού μεταγενέστερης αίτησης επιβεβαιώνονται και στην απόφαση ΔΕΕ C-921/19, LH v Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ημερ.10/06/2021, ήτοι:

 

«34     Επομένως, το άρθρο 40, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2013/32 προβλέπει την εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων.

35      Το πρώτο αυτό στάδιο πραγματοποιείται επίσης σε δύο στάδια, καθένα από τα οποία οδηγεί στην εξακρίβωση των διαφορετικών προϋποθέσεων παραδεκτού που θέτουν οι ίδιες αυτές διατάξεις.

36      Επομένως, πρώτον, το άρθρο 40, παράγραφος 2, της οδηγίας 2013/32 ορίζει ότι, προκειμένου να ληφθεί απόφαση σχετικά με το παραδεκτό αίτησης για διεθνή προστασία δυνάμει του άρθρου 33, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής, η μεταγενέστερη αίτηση για διεθνή προστασία υποβάλλεται κατ’ αρχάς σε προκαταρκτική εξέταση, προκειμένου να καθοριστεί εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να χαρακτηρισθεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95.

37      Η εξέταση του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης συνεχίζεται, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 40, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, μόνον όταν πράγματι υφίστανται τέτοια νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με την πρώτη αίτηση για διεθνή προστασία, προκειμένου να εξακριβωθεί αν τα νέα αυτά στοιχεία και πορίσματα αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα να πληροί ο αιτών τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να του αναγνωρισθεί το καθεστώς αυτό.

38      Κατά συνέπεια, οι δύο αυτές προϋποθέσεις παραδεκτού, μολονότι πρέπει αμφότερες να πληρούνται για να συνεχιστεί η εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 40, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, εντούτοις είναι διακριτές και δεν πρέπει να συγχέονται

 

(ο τονισμός δικός μου)

 

Πρόσθετα των πιο πάνω, σημαντικότατη πρόνοια που περιλαμβάνεται στο Άρθρο 42 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ και τυγχάνει εφαρμογής στις μεταγενέστερες αιτήσεις προβλέπει ότι (α) ο αιτών έχει υποχρέωση να αναφέρει τα γεγονότα και να παρέχει αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν τη νέα διαδικασία, και (β) επιτρέπεται η διεξαγωγή της προκαταρκτικής εξέτασης μόνο βάσει γραπτών παρατηρήσεων χωρίς να απαιτείται η εκ νέου προσωπική συνέντευξη του αιτούντα.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός που εξέτασε το μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή, ετοίμασε σημείωμα (ερυθρά 180-175 του διοικητικού φακέλου στο εξής «Δ.Φ.») με εισήγηση όπως η μεταγενέστερη αίτηση κριθεί ως απαράδεκτη. Γίνεται εκτενής περιγραφή από τον λειτουργό στο σχετικό σημείωμα αναφορικά με την αρχική διαδικασία ασύλου, τους λόγους που έγινε επίκληση από τον Αιτητή στην πρώτη αίτηση ασύλου του, ότι η απόφαση επί της αρχικής αίτησης του κοινοποιήθηκε σε αυτόν ο οποίος την προσέβαλε αλλά μετέπειτα απορρίφθηκε η προσφυγή του λόγω μη προώθησης της και ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επί του αρχικού αιτήματος του κατέστη τελική. Ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση προσθέτοντας ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα του λόγω του ότι κινδυνεύει η ζωή του και επικαλείται τον θάνατο της αδελφής, των παιδιών της και του πατέρα του και της καταστροφής της πατρογονικής του εστίας.

 

Καταρχάς, σε πλήρη σύμπνοια με τα συμπεράσματα του λειτουργού, δεν προβληθήκαν οποιοιδήποτε λόγοι από τον Αιτητή που να δικαιολογούν το επανάνοιγμα και/ή την κλήση του σε συνέντευξη και/ή την επανεξέταση επί της ουσίας της αίτησης του. Ούτε θεωρώ, σε συνάρτηση με τα ευρήματα του λειτουργού ότι έχουν στην προκειμένη περίπτωση προσκομιστεί στην ουσία νέα στοιχεία ή πορίσματα εφόσον ως ορθώς αξιολογήθηκαν με γραπτές παρατηρήσεις από τον λειτουργό-εξεταστή της υπόθεσης οι ουσιώδεις ισχυρισμοί που συνδέονται με τα προσκομισθέντα έγγραφα εξετάστηκαν και στην αρχική του αίτηση και απορρίφθηκαν ως εσωτερικά αναξιόπιστοι. Σημειώνεται δε, επί τούτου, ότι είναι ορθά και τα ευρήματα του λειτουργού επί της δέσμης εγγράφων που προσκομίστηκαν από τον Αιτητή στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης. Δεν μπορεί να διαπιστωθεί η αυθεντικότητα ολόκληρης της δέσμης εγγράφων που προσκομίστηκαν από τον Αιτητή. Ούτε θεωρώ ότι με τους ισχυρισμούς που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την ακροαματική διαδικασία υποδείχθηκαν σημεία επί της έκθεσης/σημειώματος που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών και εγγράφων που προσκομίστηκαν στα πλαίσια 1ης μεταγενέστερης αίτησης. Ούτε δε αποτελούν λόγοι που αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας ή μπορούν να οδηγήσουν σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης. Στην νεότερη απόφαση του ΔΕΕ C-563-22, SN, LN κατά Zamestnik -predsedatel na Darzhavnata agentsia za bezhantsite, ημερομηνίας 13/06/2024, γίνεται επανάληψη της νομολογίας από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι η αρμόδια αποφαινόμενη αρχή περιορίζεται να ελέγχει αν υφίστανται στοιχεία ή πορίσματα που δεν εξετάσθηκαν στο πλαίσιο της απρόσβλητης πλέον αποφάσεως επί της προηγούμενης αιτήσεως και, αφετέρου, αν τα νέα αυτά στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν αφ' εαυτών ουσιωδώς την πιθανότητα υπαγωγής του αιτούντος σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, μόνον κατά το στάδιο εξετάσεως του παραδεκτού της μεταγενέστερης αιτήσεως. 

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσβαλλόμενη απόφαση, κρίνεται ότι λήφθηκε μετά από έρευνα και δεν διαπιστώνεται πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η δε προσβαλλόμενη απόφαση είναι αιτιολογημένη, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270).

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1600 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

                             

 

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1]  της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο