ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υποθ. Αρ.: 1525/2024
28 Αυγούστου 2025
[Α.Α. ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΠ]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
N. E. E.
Αιτητής
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Αίτηση ημερομηνίας 20/08/2024 για προσαγωγή μαρτυρίας
Γ.Λουκαΐδου (κα) για Γιώτα Μιλτιάδου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή
Α. Φιλίππου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 26/04/2024 σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε.
Εκκρεμούσης της παρούσας διαδικασίας, καταχωρήθηκε, στις 20/08/2024 από πλευράς Αιτητή, η υπό εξέταση αίτηση για χορήγηση άδειας προσαγωγής μαρτυρίας.
Με την υπό εξέταση αίτηση, ο Αιτητής αιτείται διάταγμα του Δικαστηρίου, με το οποίο να δίδεται άδεια για προσαγωγή μαρτυρίας υπό μορφή ένορκης δήλωσης, (εφεξής «προτεινόμενη ένορκη δήλωση») ως αυτή επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωση της κ. Παρασκευής Σοφοκλέους που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση. Η προτεινόμενη ένορκη δήλωση (τεκμήριο Α στην αγγλική γλώσσα και τεκμήριο Β η μετάφραση στα ελληνικά) προέρχεται από τον ίδιο τον Αιτητή και συνοδεύεται από τα Παραρτήματα Α έως Ε. Μέσω αυτής, ο ενόρκως δηλών επιχειρεί να προωθήσει πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, και ειδικότερα την περιοχή Besong Abang, Manyu Division, South West Region. Πιο συγκεκριμένα, παραθέτει πληροφορίες από έκθεση αναφορικά με την εμφύλια σύρραξη στη χώρα καταγωγής του και επισημαίνει ότι ο λόγος που διέφυγε είναι πως λόγω των συνθηκών εκεί ο ίδιος κινδυνεύει λόγω της ιδιότητάς του ως στρατιωτικός και της καταγωγής τους ως αγγλόφωνος. Προς υποστήριξη της θέσης του αυτής ο Αιτητής παραπέμπει στο Παράρτημα Α, το οποίο αποτελεί έκθεση από το UK Home Office αναφορικά με την κρίση στις νοτιοδυτικές και βορειοδυτικές περιοχές, και παραθέτει αυτούσιο απόσπασμα από το περιεχόμενό του. Ο Αιτητής, ομοίως, παραπέμπει στο Παράρτημα Β το οποίο αφορά έρευνα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ημερ.. 21/11/2021, η οποία μελετά το μέγεθος του προβλήματος που επικρατεί εσωτερικά του Καμερούν λόγω των καθημερινών γεγονότων στα πλαίσια της κρίσης. Στη συνέχεια, επισυνάπτει ως Παράρτημα Γ ένα δημοσίευμα από την “The Guardian Post” ημερ. 17/07/2023 και το οποίο σχετίζεται με την «σφαγή» 12 προσώπων από άνδρες του στρατού εντός 48 ωρών. Αναφερθείς, ακολούθως, στο Παράρτημα Δ, το οποίο αποτελεί επίσης δημοσίευμα από “Centre for Human Rights and Democracy in Africa” ημερ. 22/07/2018, επισημαίνει πως αυτό περιέχει πληροφορίες για 50 χωριά τα οποία έχουν πυρποληθεί από το στρατό του Καμερούν με αποτέλεσμα μεγάλες υλικές καταστροφές. Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι ο ίδιος εργαζόταν ως στρατιωτικός στη χώρα καταγωγής του, ωστόσο από τη στιγμή που αναχώρησε καθώς διαφωνούσε με τη στάση του στρατού εναντίον των αγγλόφωνων το στρατιωτικό σώμα τον θεωρούσε εχθρό. Προς απόδειξη τούτου επισυνάπτει ως Παράρτημα Ε συνολικά 8 φωτογραφίες από το διάστημα που ο ίδιος υπηρετούσε στο στρατό και οι οποίες απεικονίζουν διάφορα πρόσωπα με στρατιωτικές στολές και τις σωρούς από τρία πρόσωπα. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής ισχυρίζεται πως εκτός από το στρατό, ως προαναφέρθηκε, διώκεται και από τους αυτονομιστές καθότι οι ομοεθνείς του τον θεωρούν επίσης εχθρό λόγω των επιχειρήσεων του στρατού εναντίον των αγγλόφωνων. O Aιτητής μέσω της ένορκης δήλωσης ισχυρίζεται πως στη χώρα καταγωγής του θεωρείται “persona non grata” (ανεπιθύμητο πρόσωπο) και για αυτό το λόγο δεν είναι σε θέση να προσκομίσει οποιαδήποτε άλλα πρωτότυπα έγγραφα ως αποδεικτικά. Ακολούθως αναφέρει πως με βάση τα στοιχεία της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του, τα οποία παρατίθενται από τους Καθ’ ων η αίτηση, συνάγεται -κατά την άποψή του- πως δικαιούται διεθνή προστασία και δεν δικαιολογείται η απόρριψη της αίτησής του. Έτι περαιτέρω, ο Αιτητής προωθεί μέσω της ένορκης δήλωσης του ότι λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας είναι αναγνωρίσιμος στο Καμερούν και επιστρέφοντας θα κινδυνέψει η σωματική του ακεραιότητα ακόμη και η ζωή του. Τέλος, θεωρεί πως τα συμβάντα της αγγλόφωνης κρίσης είναι παγκοσμίως γνωστά και δε χρήζουν περαιτέρω απόδειξης, ενώ θεωρεί πως δικαιολογεί την παροχή διεθνούς προστασίας στο πρόσωπό του.
Η αίτηση έφερε την αντίδραση των Καθ' ων η αίτηση, οι οποίοι καταχώρησαν Ένσταση στις 17/12/2024 εισηγούμενοι την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή, προβάλλοντας μεταξύ άλλων τους ακόλουθους λόγους:
- Η αίτηση είναι παράτυπη και/ ή αντικανονική και/ή νομικά αβάσιμη ή/και απαράδεκτη και/ή το αιτούμενο διάταγμα δεν μπορεί να εκδοθεί.
- Δεν πληρούνται οι νομοθετικές και νομολογιακές προϋποθέσεις για να επικρατεί από το Σεβαστό Δικαστήριο η προσαγωγή της σκοπούμενης μαρτυρίας.
- Η προτεινόμενη μαρτυρία δεν είναι εύλογα σχετική προς οποιοδήποτε επίδικο θέμα.
- Η μαρτυρία δεν ενισχύει ή τεκμηριώνει οποιονδήποτε λόγω ακύρωσης.
- Τα έγγραφα που επιδιώκεται να προσκομισθούν δεν μπορούν να αποτελέσουν επίσημα έγγραφα ούτε μπορούν να αποτελέσουν αποδεκτή μαρτυρία.
- Η προσκομισθείσα μαρτυρία αντιβαίνει στους δικονομικούς κανόνες.
- Η μαρτυρία που υποβλήθηκε είναι χαμηλής αποδεικτικής αξίας.
- Η παρούσα αίτηση αποσκοπεί στην καθυστέρηση και/ή κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας .
Την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση συνοδεύει ένορκη δήλωση της κας Βελίκοβα, δικηγόρου για Γενικό Εισαγγελέα, η οποία γενικά υποστηρίζει τους πιο πάνω ισχυρισμούς.
Προς υποστήριξη της επίδικης αίτησης, η συνήγορος του Αιτητή με την γραπτή της αγόρευση εισηγείται την απόρριψη της Ένστασης ημερ. 17-12-2024, ως προς τους λόγους ένστασης 1 έως 9, καθώς και της συνοδευτικής ένορκης δήλωσης, επειδή είναι γενικόλογοι και/ή επαναλαμβανόμενοι και/ή άνευ ουσίας. Θεωρεί πως η αίτησή του βασίζεται σε ορθή νομική βάση. Ειδικότερα, ισχυρίζεται πως η νομολογία καθορίζει ότι για να γίνει αποδεκτή μία μαρτυρία, αυτή πρέπει να είναι σχετική με τα επίδικα θέματα. Επομένως, θεωρεί ότι στην παρούσα υπόθεση, προσαγάγεται μαρτυρία που συνδέεται άμεσα με τους λόγους ακύρωσης και τα επίδικα ζητήματα, υποστηρίζοντας ότι η κατάσταση στο Καμερούν, χώρα καταγωγής του Αιτητή, χαρακτηρίζεται από ένοπλη εσωτερική σύρραξη και διαμάχη μεταξύ γαλλόφωνης κυβέρνησης και αγγλόφωνης μειονότητας. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής επισυνάπτει ως αποδεικτικό έγγραφο έκθεση του βρετανικού Υπουργείου Εσωτερικών (Home Office) που περιγράφει την κρίση στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά της χώρας, επισημαίνοντας το προφίλ των ομάδων που κινδυνεύουν λόγω της δράσης τους κατά της κυβέρνησης (Παράρτημα Α). Περαιτέρω, τονίζεται ότι η Υπηρεσία Ασύλου υποβαθμίζει τον ρόλο και τη συμμετοχή του Αιτητή στις αντιφρονούντες δραστηριότητες, παρόλο που το Ηνωμένο Βασίλειο αναγνωρίζει τον κίνδυνο για τέτοια πρόσωπα. Συνολικά, η μαρτυρία και τα στοιχεία που προσκομίζονται κρίνονται απόλυτα σχετικά και αναγκαία για την αξιολόγηση της υπόθεσης. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής προσαγάγει μαρτυρία μέσω τεσσάρων παραρτημάτων που σχετίζονται άμεσα με τα επίδικα ζητήματα και τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Τα στοιχεία περιλαμβάνουν αναφορές σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Καμερούν, δημοσιεύματα που καταγράφουν τη βία και τις καταστροφές από τις κυβερνητικές δυνάμεις, καθώς και φωτογραφίες από την περίοδο που ο ίδιος υπηρέτησε ως στρατιωτικός. Ως προς τούτο είναι η θέση του Αιτητή πως η μαρτυρία αυτή αποδεικνύει τον κίνδυνο που αντιμετωπίζει ο άμαχος πληθυσμός και ο ίδιος ο Αιτητής λόγω της αγγλόφωνης κρίσης στο Καμερούν και της συμμετοχής του στις στρατιωτικές δυνάμεις. Η προσκομιζόμενη μαρτυρία κρίνεται, σύμφωνα με την γραπτή αγόρευση του Αιτητή, συγκεκριμένη, εύλογα σχετική και ουσιαστική για την υπόθεση, ενισχύοντας τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης.
Από την πλευρά του η κος Φιλίππου για τους Καθ' ων η αίτηση μέσω της γραπτής του αγόρευσης προβάλει ότι στο ζήτημα της προσαγωγής μαρτυρίας η νομολογία έθεσε ως βασική αρχή ότι η μαρτυρία πρέπει να είναι σχετική με τα επίδικα θέματα και να υποστηρίζει τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Ο διάδικος που ζητά προσαγωγή μαρτυρίας οφείλει να προσδιορίζει με εύλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα που θέλει να αποδείξει, ώστε το Δικαστήριο να είναι σε θέση να κρίνει τη σχετικότητά τους. Επιτρέπεται η προσκόμιση μαρτυρίας μόνο όταν αυτή υποστηρίζει ουσιαστικά. Περαιτέρω, στη νομολογία τονίζεται η δυνατότητα εισαγωγής νέας μαρτυρίας όταν αυτή δεν μπορούσε να προσκομισθεί νωρίτερα χωρίς υπαιτιότητα του αιτούντος και ενισχύει την πιθανότητα παροχής διεθνούς προστασίας. Στη συνέχεια, σχολιάζοντας την μαρτυρία που επιχειρεί να προσκομίσει ο Αιτητής (προτεινόμενη ένορκη δήλωση και τα επισυναπτόμενα σε αυτήν παραρτήματα), εισηγείται τα ακόλουθα: το παράρτημα Α δεν καταδεικνύει με σαφήνεια τη σχετικότητα με τα επίδικα ζητήματα ούτε στηρίζει κάποιο λόγο ακύρωσης. Αναφέρεται γενικά στην κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, χωρίς να εξειδικεύει την προσωπική κατάσταση του Αιτητή. Επιπλέον, η μαρτυρία θεωρείται μεροληπτική και χαμηλής αποδεικτικής αξίας. Ακολούθως, τα παράρτημα Β, Γ, Δ περιγράφουν γενική ανασφάλεια στη χώρα καταγωγής, χωρίς να συνδέονται από ειδικές περιστάσεις ή δραστηριότητες του Αιτητή. Επισημαίνεται δε από την πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση ότι η ύπαρξη γενικής ανασφάλειας έχει ήδη γίνει αποδεκτή, καθιστώντας τη μαρτυρία αχρείαστη. Σε σχέση με το παράρτημα Ε παρά τη φαινομενική σχέση με την ιδιότητα του Αιτητή ως πρώην στρατιωτικού, οι φωτογραφίες είναι χαμηλής ποιότητας και δεν αποδεικνύουν επαρκώς τους λόγους ακύρωσης. Επίσης, υπήρχαν στην κατοχή του Αιτητή κατά την αρχική διαδικασία ασύλου, οπότε η μη υποβολή τους τότε οφείλεται σε υπαιτιότητα του ίδιου, γεγονός που καθιστά την αίτηση για προσαγωγή τους μη επιτρεπτή.
Κατά την ακρόαση της επίδικης αίτησης, η συνήγορος του Αιτητή προέβη σε δήλωση στο Δικαστήριο ότι τα παραρτήματα Α – Δ, παρά το ότι είναι διαθέσιμες να τις εντοπίσει, επισυνάφθηκαν στην επίδικη αίτηση προς διευκόλυνση του Δικαστηρίου, ενώ για τις φωτογραφίες σχολιάζει πως αποδεικνύουν την ιδιότητα του Αιτητή ως στρατιωτικού και επήλθαν στην κατοχή του σε μεταγενέστερο στάδιο. Με τη σειρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και της γραπτής αγόρευσης τους.
Το δικονομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο το Δικαστήριο εξετάζει ενδιάμεσες αιτήσεις για προσαγωγή μαρτυρίας, καθορίζεται από τους Διαδικαστικούς Κανονισμούς περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019, όπου σύμφωνα με τον Κανονισμό 8 (πρώην Κανονισμός 7 ως τροποποιήθηκε με την 31/2022, ημ. 16/9/2022):
«Το Δικαστήριο δύναται να καθορίζει τη διαδικασία και να εκδίδει οδηγίες κατά περίπτωση αναφορικά με τη λήψη γραπτής ή προφορικής μαρτυρίας ή άλλων αποδεικτικών μέσων, όπως ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις.».
Παρέχεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να δεχτεί μαρτυρία, εφόσον βέβαια τηρηθούν οι δικονομικοί κανόνες που καθορίζονται από τους διαδικαστικούς κανονισμούς όπως και οι κατευθυντήριες γραμμές που έχουν καθοριστεί από την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Προσαγωγή μαρτυρίας επιτρέπεται μόνον όταν η απόδειξη των συγκεκριμένων γεγονότων τεκμηριώνει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υποθ. Αρ. 999/91, ημερ. 24.9.1992 και Lordos Hotels Holdings Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, Υποθ. Αρ. 71/97, ημερ. 18.11.1999). Ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που συνιστά πάγια γραμμή της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, έγκειται στο ότι η μαρτυρία που επιδιώκεται να προσαχθεί πρέπει να είναι σχετική με τα επίδικα θέματα και με τους λόγους ακυρώσεως που προωθούνται (βλ. K.N.K. v. Κυπριακή Δημοκρατία, υπόθεση αρ. 5787/13, ημερομηνίας 18/10/2019).
Επομένως, για να εξεταστεί και να κριθεί από το Δικαστήριο η σχετικότητα της μαρτυρίας, πρέπει η προτεινόμενη μαρτυρία να συγκεκριμενοποιείται τόσο στην αίτηση όσο και στην ένορκη δήλωση που τη συνοδεύει (βλ. Ιωσηφίδης v. Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, (2006) 3 ΑΑΔ 677). Εάν η μαρτυρία που ζητείται να προσαχθεί δεν συγκεκριμενοποιείται, τότε δεν υπάρχει το αναγκαίο υπόβαθρο για να μπορεί να αξιολογηθεί η σχετικότητα της (βλ. υποθ. αρ. 1024/14, FBME Bank Ltd v. Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ημερομηνίας 18/12/2015).
Είναι πάγια και διαχρονική η θέση της νομολογίας πως τα γεγονότα που επιδιώκονται να προσαχθούν με μαρτυρία πρέπει να προσδιορίζονται με λεπτομέρεια (βλ. Sportsman Betting Co. Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 591, υπόθεση αρ. 300/03, Χρ. Ιωσηφίδης ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, ημερομηνίας 20/11/02). Όλες οι πιο πάνω κατευθυντήριες αρχές επιβεβαιώθηκαν και από την απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Γρηγόριος Θαλασσινός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αν. Έφεση αρ. 3420, (2003) 3 ΑΑΔ 507.
Επιπρόσθετα, δεν είναι δυνατόν να προσαχθεί μαρτυρία η οποία διαφοροποιεί, αλλοιώνει ή μεταβάλλει τα στοιχεία που η διοίκηση είχε ενώπιον της κατά την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ. Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Α. 106, και Ράφτη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 335).
Όπως ωστόσο προκύπτει από το άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, Ν.73(Ι)/2018, το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάζει πλήρως τα νομικά και πραγματικά ζητήματα που άπτονται αίτησης διεθνούς προστασίας. Το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την προσαγωγή μαρτυρίας η οποία δεν είχε τεθεί ενώπιον του διοικητικού οργάνου μόνο στην περίπτωση που αποδειχθεί ότι η παράλειψη αυτή δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του/της αιτητή/τριας και αδυνατούσε να τα προσκομίσει.
Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω κατευθυντήριες γραμμές, προχωρώ να εξετάσω τα γεγονότα της υπό κρίση αίτησης.
Ο Αιτητής μέσω της προτεινόμενης ένορκής του δήλωσης επιδιώκει να προσαγάγει μαρτυρία επί του κινδύνου που διατρέχει η σωματική του ακεραιότητα αλλά και η ζωή του στη χώρα καταγωγής του, λόγω του της αγγλόφωνης κρίσης, καθότι λόγω της ιδιότητάς του ως στρατιωτικός κινδυνεύει και από τους αυτονομιστές καθώς και από το στρατό τον ίδιο, αφού αποχώρησε διαφωνώντας με τη δράση του εναντίον των ομοεθνών του αγγλόφωνων. Ο Αιτητής κατά κύριο λόγο αναφέρεται στην κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του λόγω της αγγλόφωνης κρίσης και επιθυμεί μέσω της αίτησής του να προσκομίσει τα Παραρτήματα Α – Δ, τα οποία αποτελούν εκθέσεις/αναφορές από οργανισμούς και δημοσιεύματα σε εφημερίδες για τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας. Μέσω αυτών των παραρτημάτων ο Αιτητής δεν κατορθώνει εξατομικευμένη υπαγωγή και υπόδειξη του προσωπικού κινδύνου και/ή της προσωπικής του δίωξης. Όσον αφορά το Παράρτημα Ε, αυτό αποτελείται από 8 φωτογραφίες με διαφορετικά στιγμιότυπα. Πιο συγκεκριμένα, κάποιες φωτογραφίες άτομα με στρατιωτική στολή, άλλες ένα συγκεκριμένο πρόσωπο -το οποίο ισχυρίζονται ότι πρόκειται για τον Αιτητή- ενώ 2 από αυτές απεικονίζουν τις σωρούς κάποιων ατόμων. Ο ισχυρισμός του Αιτητή συνίσταται στο ότι οι εν λόγω φωτογραφίες αποδεικνύουν τη δράση και ιδιότητά του ως στρατιωτικός. Παρατηρώ, βέβαια, ότι δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί η προέλευσή τους, από πότε χρονολογούνται, αλλά ούτε και η ταυτότητα των προσώπων που απεικονίζονται, ώστε να στοιχειοθετηθεί η σύνδεση με τους προβαλλόμενους ως λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής.
Επαναλαμβάνω ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι με αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας δεν μπορεί να επιχειρείται η εισαγωγή καινοφανών ισχυρισμών παρά μόνο αποδεικτικό μέσο ισχυρισμών και γεγονότων τα οποία ο/η αιτητής/τρια έχει ήδη εγείρει ενώπιον της αρμόδιας αρχής.
Ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή, διαπιστώνω ότι ο Αιτητής προέβαλε ως λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του την απειλή τόσο από τους Ambazonians όσο και από το στρατό, όπως καταγράφεται και ανωτέρω, ωστόσο ερωτηθείς σχετικά είχε αναφέρει πως δεν έχει στην κατοχή οιανδήποτε έγγραφα να προσκομίσει (ερυθρό 16 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο ισχυρισμός του δεν διαφοροποιείται από εκείνον της συνέντευξης και με την προτεινόμενη προσαγωγή μαρτυρίας, επιχειρεί να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του περί δίωξής του μέσω απειλών από το στρατό και του Ambazonians. Σημειωτέον δε ότι τόσο οι σχετικές με την κατάσταση ασφαλείας εκθέσεις (Παραρτήματα Α – Δ) και οι φωτογραφίες (Παράρτημα Ε) προϋπήρχαν της παρούσας διαδικασίας, αλλά ο Αιτητής ούτε αναφέρθηκε στην ύπαρξη τους ούτε διαφαίνεται από τα ενώπιον μου στοιχεία να κατέβαλε οιανδήποτε προσπάθεια ώστε να τα προσκομίσει έγκαιρα. Ως εκ τούτου, εκ πρώτης όψεως και δίχως η πιο κάτω κατάληξη να αποτελεί αξιολογική κρίση του Δικαστηρίου για τη βαρύτητα και την αξιοπιστία των εν λόγω τεκμηρίων, διαπιστώνω πως η προτεινόμενη προσαγωγή μαρτυρίας είναι σχετική με τον πυρήνα του ισχυρισμού του Αιτητή. Ωστόσο, η σχετικότητα αυτή συνίσταται σε ένα γενικότερο πλαίσιο όσον αφορά τα Παραρτήματα Α – Δ για την κατάσταση στο Καμερούν λόγω της αγγλόφωνης κρίσης και δεν επικεντρώνονται με κανένα τρόπο στον προσωπικό κίνδυνο που ισχυρίζεται ο Αιτητής πως αντιμετωπίζει. Μάλιστα, η εν λόγω μαρτυρία συνίσταται σε εκθέσεις που είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο και το Δικαστήριο είναι σε θέση να εντοπίσει στα πλαίσια της δικαιοδοσίας να ελέγχει και την ορθότητα πέραν της νομιμότητας. Σχολιάζοντας περαιτέρω αναφέρω πως σε κάθε περίπτωση ο Αιτητής εφόσον ήθελε να επιστήσει την προσοχή σε αυτές τις πληροφορίες είχε τη δυνατότητα να το πράξει και σε προγενέστερο χρόνο καθότι πρόκειται για έγγραφα που χρονολογούνται από το 2018 – 2023 δεδομένου ότι η συνέντευξή του έλαβε χώρα το 2024. Επομένως, με βάση τα ανωτέρω διαπιστώνω πως τα εν λόγω παραρτήματα παρουσιάζουν μία γενικότερη σχετικότητα με το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία χωρίς, ωστόσο, να επικεντρώνεται σε κανένα επίπεδο στα ισχυριζόμενα προσωπικά βιώματα του Αιτητή. Σε κάθε περίπτωση τα εν λόγω έγγραφα είναι απολύτως προσβάσιμα και δημόσια στο διαδίκτυο καθιστώντας την προσαγωγή τους ως μαρτυρία μη απαραίτητη για να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου. Οφείλω ωστόσο να παρατηρήσω περαιτέρω ότι δεν πρόκειται για πληροφορίες επίκαιρες αλλά αυτές πολύ παλαιότερες του ουσιώδη χρόνου εξέτασης της αίτησης ασύλου του Αιτητή.
Όσον αφορά τις προαναφερθείσες 8 φωτογραφίες υπό του Παραρτήματος Ε ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης διαπιστώνω ότι ο Αιτητής προέβαλε στα πλαίσια των λόγων εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του την ιδιότητά του ως στρατιωτικός παρουσιάζοντάς την ως μία βασική αιτία για τις ισχυριζόμενες απειλές που δεχόταν, ωστόσο ερωτηθείς σχετικά ανέφερε πως δεν έχει στην κατοχή οιανδήποτε έγγραφα να προσκομίσει (ερυθρό 16 – 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο ισχυρισμός του επί του παρόντος δεν διαφοροποιείται από εκείνους στα πλαίσια της διοικητικής διαδικασίας. Ο Αιτητής με την προτεινόμενη προσαγωγή μαρτυρίας, επιχειρεί να υποστηρίξει και τον ισχυρισμό του περί δίωξής του μέσω απειλών από το στρατό και του Ambazonians και το ότι ήταν ο ίδιος στρατιωτικός, καθώς αυτή του η επαγγελματική ιδιότητα αποτελεί θεμέλιο των ευρύτερων ισχυρισμών του περί απειλών. Ως προαναφέρθηκε και οι φωτογραφίες (Παράρτημα Ε) προϋπήρχαν της παρούσας διαδικασίας, ωστόσο ο Αιτητής δεν προέβη σε καμία σχετική αναφορά ώστε να τις προσκομίσει έγκαιρα προς εξυπηρέτηση της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησής του. Ως εκ τούτου, εκ πρώτης όψεως και δίχως η πιο κάτω κατάληξη να αποτελεί αξιολογική κρίση του Δικαστηρίου για τη βαρύτητα και την αξιοπιστία του εν λόγω παραρτήματος, διαπιστώνω πως η προτεινόμενη προσαγωγή μαρτυρίας είναι σχετική με τον πυρήνα του ισχυρισμού του Αιτητή, αφού δύναται να τεκμηριώσει την εργασία του Αιτητή ως στρατιωτικός στο Καμερούν. Σε κάθε περίπτωση ο Αιτητής θα έπρεπε να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες ώστε να προσκομίσει τις συγκεκριμένες φωτογραφίες. Ακόμη κι αν δεν τις είχε στην κατοχή του διαφαίνεται πως σε μεταγενέστερο στάδιο ήταν σε θέση να τις ανακτήσει επομένως το ίδιο θα μπορούσε να πράξει και σε προγενέστερο στάδιο δεδομένου ότι δεν παρουσιάζει καμία αιτιολογία για την εν λόγω καθυστέρηση. Επομένως, με βάση τα ανωτέρω διαπιστώνω πως το εν λόγω παράρτημα παρουσιάζει μία μεν σχετικότητα με το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία ωστόσο η προσκόμισή τους θεωρείται καθυστερημένη εξ υπαιτιότητας του Αιτητή και χωρίς ο ίδιος στα πλαίσια της επίδικης ενδιάμεσης αίτησης να παρουσιάσει εύλογη και ικανοποιητική αιτία προς τούτο.
Με βάση τα ανωτέρω δεν διαφαίνεται να προσδίδονται περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας στην παρούσα προσφυγή του Αιτητή και/ή η προτεινόμενη μαρτυρία να δράσει αποδεικτικά για την υπόθεσή του.
Τονίζω ότι δεν αποτελεί σκοπό της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης η εξέταση της βασιμότητας των ισχυρισμών του Αιτητή περί μη δέουσας έρευνας, όπως προκύπτει από την γραπτή του αγόρευση, ο οποίος θα εξεταστεί στο πλαίσιο της κυρίως υπόθεσης. Παρ’ όλα αυτά απορρέει από τα ενώπιόν μου δεδομένα ότι η επιδιωκόμενη να προσαχθεί μαρτυρία δεν επιτελεί κανένα σκοπό και δεν είναι αναγκαία για την ολοκλήρωση της υπόθεσης. Ειδικά τα όσα επιχειρεί να παρουσιάσει στα Παρατήματα Α – Δ δεν θεωρώ ότι είναι απαραίτητη η διαδικασίας της προσαγωγής μαρτυρίας ώστε να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου αφού μπορούν κατατεθούν και ως παραρτήματα σε γραπτή αγόρευση και/ή ως υπόμνημα στα πλαίσια της διαδικασίας. Αξιοσημείωτο δε το γεγονός πως το Παράρτημα Ε ως έχει αναλυθεί πιο πάνω δεν αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας στο πρόσωπό του, καθώς δεν έχουν αποδεικτική αξία τέτοια πέραν του υποστηρικτικού χαρακτήρα.
Με βάση όλα τα πιο πάνω, κρίνω ότι η ενδιάμεση αίτηση του Αιτητή για προσαγωγή μαρτυρίας αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €300 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Α. Α. ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο