P. O. D. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.2027/23, 6/8/2025
print
Τίτλος:
P. O. D. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.2027/23, 6/8/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.2027/23

 

6 Αυγούστου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

P. O. D.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κα Ε. Μυριάνθους, Δικηγόρος για Αιτητή

Κα Θ. Παπανικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.24/05/23, η οποία κοινοποιήθηκε στις 31/05/23, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στη Δημοκρατία στις 25/02/19 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 06/03/19 (ερ.1-3, 54).

Στις 12/04/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.42-54). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 28/03/23 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.72-86).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 31/05/23 σε γλώσσα την οποία κατανοεί (ερ.87, 2).

Στην επίδικη αίτηση ο αιτητής καταγράφει ότι τον Νοέμβριο του 2016 ξέσπασε κρίση στο Καμερούν. Μέχρι τότε εργαζόταν ως ηλεκτρολόγος/επόπτης σε ιδιωτική εταιρία και η ζωή του έβαινε ομαλά, και ότι ζούσε με την οικογένειά του στην πόλη Εkona στο Καμερούν, μαζί με την οικογένεια του. Όταν όμως – ως αναφέρει - η Κυβέρνηση απέτυχε να εντοπίσει τους αυτονομιστές μαχητές, στοχοποιήθηκαν όλοι οι άντρες της περιοχής και ο αδελφός του δολοφονήθηκε, ενώ ο ίδιος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι του, προκειμένου να σωθεί. Όταν επέστρεψε στο σπίτι του και συνελήφθη από τον στρατό, οι οποίοι τον χτύπησαν και τον άφησαν ελεύθερο. Έπειτα απ’ αυτό, οι αυτονομιστές τον αναζητούσαν, κατηγορώντας τον ότι ενθαρρύνει τους συναδέλφους του στην εταιρία που εργάζεται να μεταβαίνουν στην εργασία τους και μια μέρα κατά την μετάβασή τους στην εταιρία όπου εργάζονταν, δέχτηκαν επίθεση από αυτονομιστές και 12 εργαζόμενοι σκοτώθηκαν. Τότε κατάλαβε ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο, ως ανέφερε.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στην πόλη Kembong, στη Νοτιοδυτική επαρχία του Καμερούν, είναι παντρεμένος και έχει αποκτήσει δύο τέκνα, ενώ δεν γνωρίζει που βρίσκεται η οικογένειά του. Ο πατέρας του διαμένει στο χωριό Ewelle στο Καμερούν, η μητέρα του ζει στον Καναδά και δεν έχει καμία επαφή μαζί τους. Έχει δύο αδελφούς, ένας εκ των οποίων ο ένας δεν ζει πλέον, ενώ ο άλλος έχει ενταχθεί στους Ambazonians από το 2019. Ως προς το επάγγελμά του δήλωσε ότι εργαζόταν σε εταιρία ως υπεύθυνος συντήρησης, εγκατάστασης και επίβλεψης.

Ως προς τους λόγους που εγκατάλειψε τη χώρας καταγωγής του, ισχυρίστηκε πως έφυγε εξαιτίας της επίθεσης που δέχτηκε από τον στρατό του Καμερούν στην οικία του, κατά την διάρκεια της οποίας έβαλαν φωτιά και δολοφόνησαν τον αδελφό του, διότι θεώρησαν πως ανήκουν στους Ambazonians. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι οι Ambazonians τους έλεγαν να μην μεταβαίνουν στην εταιρεία που εργάζονται διότι οι εταιρίες πληρώνουν φόρους στην Κυβέρνηση ώστε να αγοράζουν όπλα. Αναφέρθηκε δε σε συγκεκριμένο περιστατικό, κατά το οποίο ο στρατός επιτέθηκε στους εργαζόμενους της εταιρείας, την ώρα που μετέβαιναν στην εργασία τους με το όχημα της εταιρείας και 12 άτομα έχασαν την ζωή τους και ισχυρίστηκε ότι πριν απ’ αυτό δεχόταν απειλητικά τηλεφωνήματα, διότι κατείχε την θέση του επόπτη στην εταιρία και ήταν ο κύριος στόχος. Ερωτηθείς ως προς το τι φοβάται σε περίπτωση επιστροφής του στο Καμερούν, ο αιτητής δήλωσε πως ίσως τον σκοτώσουν οι Ambazonians, διότι είναι ενάντια στην δράση τους. Σε διευκρινιστική ερώτηση ως προς το πως γνωρίζουν ότι είναι ενάντια στην δράση τους, δήλωσε διότι ενθάρρυνε τους εργαζόμενους στην εταιρεία να μεταβαίνουν στην εργασία τους.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι ο στρατός έβαλε φωτιά στην οικία του και δολοφόνησε τον αδελφό του, ο αιτητής δήλωσε ότι το περιστατικό συνέβη τον Φεβρουάριο του 2019 και ότι στόχος ήταν όλοι οι άντρες, διότι θεωρούσαν πως ανήκουν στους Ambazonians, διευκρινίζοντας στη συνέχεια ότι η επίθεση έλαβε χώρα τον Ιανουάριο του 2019 και όχι τον Φεβρουάριο, όπως είχε δηλώσει αρχικά.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεχόταν απειλές μέσω τηλεφώνου ο αιτητής δήλωσε ότι ενθάρρυναν τους συναδέλφους του να μεταβούν στην εργασία τους, ότι ο ίδιος δεν ήταν ο μοναδικός επόπτης στην εταιρία και ότι οι Amabazonians είχαν κατασκόπους. Στη συνέχεια δήλωσε ότι ο ίδιος ήταν ο κύριος επόπτης της εταιρείας. Ο αιτητής δεν μπορούσε να διευκρινίσει τον ακριβή αριθμό των απειλών που δεχόταν, ούτε την ακριβή περίοδο, όμως ανέφερε ότι αυτοί που του τηλεφωνούσαν ανήκαν μάλλον στους Αmbazonians, ως του είχαν αναφέρει. Ερωτηθείς να διευκρινίσει πώς γνώριζαν οι Ambazonians ότι ήταν εκείνος που ενθάρρυνε τους συναδέλφους του να μεταβούν στην εργασία τους, δήλωσε ότι το γνώριζαν διότι είχαν κατασκόπους. Ερωτώμενος αναφορικά με τη σύλληψη του από τον στρατό ο αιτητής ανέφερε ότι ήρθαν με ένα μεγάλο αυτοκίνητο, τον συνέλαβαν χωρίς να του πουν κάτι και τον μετέφερα στην κεντρική φυλακή της Buea, απ’ όπου και ελευθερώθηκε μετά από παρέμβαση του δικηγόρου της εταιρίας που τον εργοδοτούσε, μετά από τρεις μέρες. Ερωτώμενος για τις συνθήκες κράτησης του ο αιτητής ανέφερε ότι ήταν απαίσια, έτρωγε μια φορά την ημέρα, λόγω υπερπληθυσμού, κοιμόταν και συνεχώς προσευχόταν. Ερωτηθείς εάν μπορεί να συντηρηθεί οικονομικά στην Douala, απάντησε ότι μπορεί να εργαστεί οπουδήποτε, αλλά είναι τραυματισμένος ψυχολογικά.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή

2.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο στρατός έκαψε το σπίτι και σκότωσε τον αδελφό του

3.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη και κρατήθηκε από τον στρατό λόγω του ότι ήταν άνδρας και γι’ αυτό αυτομάτως τον θεωρούσαν μέλος των Ambazonians

4.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι στοχοποιήθηκε από τους Ambazonians επειδή ήταν επόπτης στην εργασία του και γι’ αυτό λάμβανε απειλές

5.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι αυτός και οι συνάδελφοι του δέχθηκαν επίθεση από Ambazonians καθ’ οδόν προς την εργασία τους

Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο εκ των ως άνω ισχυρισμών, απόρριψαν όμως τους λοιπούς ισχυρισμούς ως αναξιόπιστους.

Αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι στερούνταν λεπτομερειών, καθώς, παρόλο που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, ο αιτητής ήταν παρόν στο περιστατικό, δεν μπορούσε να παραθέσει στοιχεία και λεπτομέρειες και απλά ανέφερε αόριστα ότι ο στρατός άρχισε να δολοφονεί ανθρώπους και να βάζει φωτιά στα σπίτια, χωρίς να είναι σε θέση να αναφέρει πόσα άτομα σκοτώθηκαν ή για πόσο διάστημα κρυβόταν ο ίδιος στο δάσος (bush).

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, εντοπίστηκαν πληροφορίες (ΠΧΚ) από τις οποίες προκύπτει ότι κατά την Αγγλόφωνη κρίση η κυβέρνηση προχώρησε σε καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε εμπρησμό κατοικιών και  σε δολοφονίες, τα οποία συνάδουν με τα λεγόμενα του αιτητή. Περαιτέρω αξιολογήθηκε το ότι ο αιτητής προσκόμισε φωτογραφίες (ερ.31-32), όπου – ως ανέφερε απεικονίζεται ο αδελφός του και το καμένο σπίτι του, ωστόσο, κρίθηκε πως αυτά, δεδομένου ότι αφενός δεν υπάρχει απόδειξη ότι το διαφαινόμενο στη φωτογραφία πρόσωπο είναι ο αδελφός του αιτητή και ούτε απεικονίζεται κάποιο σπίτι στην φωτογραφία που προσκόμισε, δεν αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς του αιτητή. Δεδομένου λοιπόν του ότι ο ισχυρισμός του στερούνταν, ως κρίθηκε, εσωτερικής συνοχή, αυτός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Ως προς τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει ακριβείς λεπτομέρειες για τη σύλληψή του, δηλώνοντας απλώς ότι τον μετέφεραν στην φυλακή στην πόλη Buea, χωρίς να παρέχει πληροφορίες αναφορικά με τους δράστες της σύλληψής του, πόσα άτομα ήταν ακριβώς και δεν μπορούσε να περιγράψει τις συνθήκες κράτησής του, αναφέροντας γενικώς και χωρίς λεπτομέρειες ή βιωματικά στοιχεία ότι κοιμόταν και προσευχόταν και ότι επικρατούσε συνωστισμός.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ως άνω ισχυρισμού δεν βρέθηκαν πληροφορίες σχετικά με την σύλληψη και κράτηση του αιτητή τον Ιανουάριο του 2019, παρότι οι καθ’ ων η αίτηση, ως καταγράφουν, εντόπισαν ΠΧΚ που δεικνύουν την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στις αγγλόφωνες περιοχές, κατά την οποία, μεταξύ άλλων, καταγράφονται αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις πολιτών.

Συνεπεία των ανωτέρω ο εν λόγω ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος, αφού, παρότι ανευρέθηκαν πληροφορίες που συνάδουν με τα λεγόμενα του αιτητή, τα όσα ανέφερε στερούνται εσωτερικής συνοχής.

Αναφορικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή κρίθηκε ότι, ομοίως με τα ως άνω, ο αιτητής υπήρξε ασαφής και γενικόλογος, χωρίς να είναι σε θέση να αναφέρει στοιχεία σε σχέση με το πως γνώριζαν οι Ambazonians ότι ενθάρρυνε τους συναδέλφους του να πάνε στην εργασία τους και ουδέν βιωματικό στοιχείο έδωσε σε σχέση με τα όσα ανέφερε, τόσο σε σχέση με τα τηλεφωνήματα που δεχόταν όσο και τις απειλές που έλαβε, ούτε ήταν σε θέση να αναφέρει στοιχεία για την ταυτότητα των ατόμων που τον απειλούσαν, πέραν του να αναφέρει ότι του είχαν πει ότι ανήκουν στους Ambazonians. Στη βάση ΠΧΚ που εντοπίστηκαν κρίθηκε ότι τα όσα ανέφερε συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες, όμως, και πάλι συνεπεία της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του, οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν τον εν λόγω ισχυρισμό ως αναξιόπιστο.

Αναφορικά τέλος με τον 5ο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει πληροφορίες και λεπτομέρειες για το τί ακριβώς συνέβη εκείνη την ημέρα κατά την επίθεση που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκαν, αναφέροντας απλώς ότι τους επιτέθηκαν και ότι 12 εργαζόμενοι σκοτώθηκαν, ενώ δεν μπορούσε να δηλώσει τον ακριβή αριθμό των Ambazonians που τους επιτέθηκαν, πως έγινε η επίθεση ή κάποια ανάμνηση του από το συμβάν αυτό. 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εντοπίστηκαν πληροφορίες αναφορικά με την δράση της αυτονομιστικής ομάδας, οι οποίες συνάδουν ως γενικές πληροφορίες με τα όσα ανέφερε ο αιτητής. Αξιολογήθηκαν επίσης φωτογραφίες που προσκόμισε ο αιτητής, μια που απεικονίζει σφαίρες και μια με αυτοκίνητο που φέρει την επωνυμία της εταιρείας στην οποία ανέφερε ότι εργαζόταν, ωστόσο – ως επισημάνθηκε - ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τον τρόπο που απέκτησε τις φωτογραφίες, αναφέροντας απλώς ότι τις τράβηξε ένας συνάδελφός του. Ομοίως με τους προηγούμενους ουσιώδεις ισχυρισμούς, κρίθηκε και εδώ ότι – δεδομένης της ελλείψεως εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή – ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτός και απορρίφθηκε.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου και επί τη βάσει του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός, ήτοι ότι του προφίλ του, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι, δεδομένου του προφίλ του αιτητή, δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής.

Συνεπεία των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.

Κατά τις διευκρινήσεις η συνήγορος της αιτητή απέσυρε ρητά τους λοιπούς νομικούς ισχυρισμούς προωθώντας μόνο τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας κατά την επίδικη διαδικασία και μη επαρκούς αιτιολογίας της επίδικης απόφασης, σε συνάρτηση με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα.

Οι καθ' ων η αίτηση αντέταξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή, είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή επί της ουσίας αυτής, ζητώντας γι’ αυτό απόρριψη της προσφυγής.

Δεδομένου ότι οι ως άνω μόνοι προωθούμενοι από τον αιτητή ισχυρισμοί συμπλέκονται άρρηκτα με την επί της ουσίας ορθότητα της επίδικης απόφασης, προχωρώ λοιπών με επί της ουσίας εξέταση της, εξ υπαρχής και επί όλων των ενώπιον μου στοιχείων, η οποία τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. και Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).

Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».

Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:

«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […]

Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.» 

Ενόψει και κατ’ εφαρμογή και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών επί της αξιολόγησης αξιοπιστίας θα συμφωνήσω εδώ με τα ευρήματα επί του 2ου, 3ου, 4ου και 5ου ουσιώδους ισχυρισμού αλλά και την τελική κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, καθώς το σύνολο του αφηγήματος του αιτητή επί όλων των ουσιωδών ισχυρισμών παρουσιάζει καταφανή κενά, ελλείψεις σε εύλογα αναμενόμενες λεπτομέρειες και αοριστίες, ως και οι καθ’ ων η αίτηση τις έχουν εντοπίσει, οι οποίες πλήττουν μοιραία και αναπόφευκτα την εσωτερική συνοχή όλων ανεξαιρέτως των δηλώσεων του αναφορικά τόσο με τις απειλές που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε από άτομα που ανήκουν στις δυνάμεις των αποσχιστών, την κατ’ ισχυρισμό επίθεση που δέχθηκε το σπίτι του από τον στρατό και όχημα της εταιρίας του, τι συνέβη κατά τη διάρκεια αλλά και μετά τα περιστατικά αυτά, το πως βίωσε ο ίδιος τα συμβάντα αυτά, τις συνθήκες κράτησης του και τις αναμνήσεις του από έστω σύντομη κράτηση τους σε κεντρική φυλακή της περιοχής. Εν προκειμένω τα όσα ανέφερε ο αιτητής επί όλων των ως άνω περιορίστηκαν σε δηλώσεις οι οποίες, παρότι κατά τόπους συνθέτουν ένα εκ πρώτης όψεως ένα πλούσιο αφήγημα, με πολλούς ισχυρισμούς, το οποίο και συνάδει με διαθέσιμες ΠΧΚ (βλ. πιο κάτω), εντούτοις - από μια ανάγνωση των επιμέρους λεγομένων του αιτητή -  καθίσταται σαφές ότι βρίθουν κενών και ασαφειών και εκ των οποίων ελλείπει εντελώς, σε πολλά και καίρια σημεία αυτών, κάθε εύλογα αναμενόμενη λεπτομέρεια και χρονική και λογική συνέπεια.

Ο αιτητής θα έπρεπε εύλογα θεωρώ να είναι σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες, μεταξύ των οποίων – κατ’ ελάχιστο – τους ακριβείς χρόνους που έγιναν τα περιστατικά που εξιστόρησε, μια ανάμνηση του από κάποιο από τα συμβάντα αυτά, έστω φωτογραφική, κάποια εμπειρία του από όλα όσα ανέφερε, κάποιο συναίσθημα του, κάτι που άκουσε ή είδε. Αντ’ αυτού το αφήγημα του αιτητή υπολείπεται σαφώς μιας πλήρους, συνεκτικής, ευλογοφανούς παράθεσης σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που αυτός παραθέτει. Είναι δε εκ του σημείου τούτου που το αφήγημα υπολείπεται καταφανώς του ευλόγως αναμενόμενου και εκ τούτου θεωρώ διαβρώνεται μοιραία η εσωτερική συνοχή των λεγομένων του.

Δεδομένων των όσων πιο πάνω αναφέρω δεν θεωρώ σκόπιμο, για σκοπούς αποφυγής επανάληψης, να αναφερθώ εκ νέου στα όσα πιο πάνω καταγράφονται αναφορικά με τα επιμέρους σημεία εκ των οποίων διαβρώνεται η αξιοπιστία του αφηγήματος του αιτητή, στην παράθεση του περιεχομένου της επίδικης έκθεσης, τα οποία υιοθετώ ως ορθά και απολύτως εύλογα υπό τις περιστάσεις. Στην απουσία δε περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Δικαστηρίου είναι η κατάληξη μου ότι τα κενά ως έχουν εντοπιστεί από τους καθ’ ων η αίτηση (ερ.77-81) παραμένουν και συνεπώς η αποδοχή των ισχυρισμών αυτών θα ήταν ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση τους. Σημειώνω εδώ ότι παρότι θα θεωρούσα ενδεχομένως δικαιολογημένο να απουσιάζουν κατά τόπους λεπτομέρειες ή και βιωματικά στοιχεία, εντούτοις ο σωρευτικός αντίκτυπος της απουσίας των στοιχείων αυτών επί του συνόλου των ισχυρισμών του αιτητή δεν αφήνει περιθώρια για αποδοχή τους.

Των ως άνω λεχθέντων δεν παραγνωρίζω βεβαίως ότι τα λεγόμενα του αιτητή συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ).

Σχετικά με τα ως άνω εντοπίζω τα εξής.

Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW) κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες.[1]

Αναφορά της οργάνωσης Human Rights Watch εκδοθείσα το 2018, ήτοι το χρόνο που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τα περιστατικά, αναφέρει την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι οι άμαχοι οι οποίοι εκλαμβάνονται ως συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση στοχοποιούνται από τους αποσχιστές για εκβιασμούς, βασανισμούς και δολοφονίες.[2] Βάσει αναφοράς του ανεξάρτητου ιδρύματος Bertelsmann Stiftung[3], οι αποσχιστές στοχοποιούν αμάχους μεταξύ άλλων ως αντίποινα για αποδιδόμενη συνεργασία με την κυβέρνηση.[4] Άρθρο της εφημερίδας The African Observer αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες συχνά κατηγορούνται για δολοφονίες, απαγωγές ή και τραυματισμούς αμάχων, τους οποίους κατηγορούν ότι συνεργάζονται με τις αρχές του Καμερούν.[5]

Τα Ηνωμένα Έθνη σημειώνουν υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[6],  ενώ το HRW, σε πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[7].  Η γεωγραφική τους κατανομή αναφέρεται από τα Ηνωμένα Έθνη: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[8].

Σε COI QUERY του EASO, ημ.14/06/21, αναφέρεται ότι ο εκτοπισμός πληθυσμού από τα σπίτια του είναι συχνό φαινόμενο λόγω της γενικευμένης βίας, οι οποίοι εκτοπισθέντες βρίσκουν συχνά καταφύγιο σε αγροτικές ή δασώδεις εκτάσεις κοντά στον τόπο διαμονής τους:

«According to OCHA 712 180 IDPs were within or displaced in the North-West and South-West regions as of March 2021. Violence in the aforementioned regions resulted in multiple population displacements and over 1 427 people were forced to flee their homes only in March 2021, seeking shelter and safety in nearby bushes, villages and towns. 71 More than 10 000 people, mainly in Menchum division in the North-West region, were forced to flee their villages in April 2021 and IDPs reached the number of 712 800.72 For the same reference period , a UNHCR map depicting the locations of UNHCR persons of concern mentions that as of April 2021 there were 1 032 942 internally displaced persons, the majority of whom seem to be situated in the Far North, North-West and South-West regions.73 »[9]

Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:

«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[10]

Εκ των ως άνω καθίσταται σαφές ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής περί διώξεως ατόμων στα οποία αποδίδεται αποσχιστική δράση και αδιακρίτως ασκούμενης εκατέρωθεν βίας στα πλαίσια συγκρούσεων κυβερνητικών δυνάμεων με δυνάμεις αποσχιστών, όπως και τυφλές επιθέσεις από ένοπλες ομάδες κατά τοπικού πληθυσμού συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες, που καταγράφουν μια έκρυθμη κατάσταση, συχνές ένοπλες συγκρούσεις και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αμφότερες τις μαχόμενες πλευρές.

Όμως εν προκειμένω η καταφανής έλλειψη εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του, ως ανωτέρω εξηγώ, δεν μπορεί να υπερκερασθεί από το ότι – ως γενικές πληροφορίες -  επιβεβαιώνεται ότι συμβάντα ως αυτά που ο αιτητής εδώ περιγράφει λαμβάνουν χώρα στο Καμερούν. Σημειώνω ότι αν το ότι συνάδει μια πληροφορία που δίδει ένας αιτητής με ΠΧΚ θεωρείτο αρκετό από μόνο του ώστε να ανατραπεί ένα εύρημα περί παντελούς ελλείψεως εσωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται κάθε ψήγματος βιωματικού στοιχείου αλλά και εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και θα απέληγε τελικώς, θεωρώ, σε «αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης» (βλ. ανωτέρω απόσπασμα από εγχειρίδιο EASO). Ως εξάλλου στο ίδιο εγχειρίδιο, σελ.97, αναφέρεται «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Στη σελ.131 τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»

Εν προκειμένω, στη βάση των ως άνω, είναι κατάληξη μου ότι τα όσα αναφέρει ο αιτητής συνιστούν επινοήματα του, προκειμένου να εντάξει το αφήγημα της στην κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του. Δεδομένης όμως, ως και πιο πάνω εξηγώ, εδώ της σημαντικά τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του οι ισχυρισμοί αυτοί δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί. Σε κάθε περίπτωση, αν ο αιτητής, με δεδομένο ότι έχει ενημερωθεί πλήρως για το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης και τους λόγους που οι ισχυρισμοί της κρίθηκαν αναξιόπιστοι και εκπροσωπείται εδώ δεόντως από δικηγόρο της επιλογής του, ήθελε να προσφέρει περαιτέρω μαρτυρία ή στοιχεία προς διευκρίνηση των όποιων κενών ή ελλείψεων διαπιστώθηκαν, για τα οποία είναι δεόντως ενήμερος, θα μπορούσε να το πράξει δια σχετικού διαβήματος, όμως ουδέν έπραξε. Στην απουσία λοιπόν μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά, ελλείψεις και αντιφάσεις, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται, είναι κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής των ισχυρισμών του αιτητή.

Σημειώνω εδώ – και πάλι σε συμφωνία με τους καθ’ ων η αίτηση – ότι τα έγγραφα που είχε προσκομίσει ο αιτητής (ερ.27-40) ουδόλως μπορούν από μόνα τους, στην απουσία, ως πιο πάνω εξηγώ, εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του, να στοιχειοθετήσουν ή να ενισχύσουν τα όσα αναφέρει.

Σχετικά με την αξιολόγηση προσκομισθέντων εγγράφων, στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.107-108, αναφέρονται τα εξής:

«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.

Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.

[…]

Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»

Εν προκειμένω τα μόνα έγγραφα που θεωρώ ότι μπορούν να συσχετιστούν με τα όσα ο αιτητής αναφέρει είναι τα ερ.35-38, εκ των οποίων έγινε ούτως ή άλλως αποδεκτό το ότι ο αιτητής εργοδοτείτο στην εταιρία που ανέφερε. Τα δε ερ.27-28 όντως φαίνονται να απεικονίζουν όχημα με την επωνυμία της εταιρίας που εργαζόταν το οποίο φέρει σημάδια από σφαίρες, όμως, ενόψει της τρωθείσας εσωτερικής αξιοπιστίας του 5ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, λαμβανομένου υπόψη του ότι δεν απεικονίζεται κάποιο πρόσωπο στις φωτογραφίες αυτές, και δεδομένης της συνολικής αποτίμησης και αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων δεν θεωρώ ότι μπορεί σ’ αυτά να αποδοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα, τουλάχιστον όχι τέτοια που θα μπορούσε να υπερκεράσει εδώ τις καταφανείς ελλείψεις λεπτομερειών από το αφήγημα του αιτητή.

Δεδομένης της απόρριψης του αφηγήματος του αιτητή, προχωρώ σε εξέταση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Ekona SW).

Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων  γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 18/07/25) στην επαρχία Southwest Region του Καμερούν καταγράφηκαν συνολικά 402 περιστατικά ασφαλείας πολιτικής βίας (“Political violence”, η οποία περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων και απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες) από τα οποία επήλθε ο θάνατος 455 ατόμων.[11] Ο πληθυσμός της Southwest Region ανέρχεται περί το 1 ½ εκατομμύριο κατοίκους[12]. Ο πληθυσμός της περιοχής της Ekona ανέρχεται περί τις 17.000 κατοίκων [13].

Ως προς τα χρησιμοποιούμενα όπλα, ειδικά ως προς τη χρήση εκρηκτικών μηχανισμών οι οποίοι εκ φύσεως είναι δυνατό να επιφέρουν απώλειες αμάχων, οι πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής υποδεικνύουν την τάση αύξησης των επιθέσεων με τέτοια μέσα εκ μέρους των αυτονομιστών με στόχο τις δυνάμεις ασφαλείας από τις αρχές του 2021, με αμάχους επίσης να αποβιώνουν κατά τη διάρκεια των επιθέσεων αυτών. Η χρήση αυτών αναφέρεται ότι εξακολούθησε και το 2022.[14]

Σύμφωνα  με πρόσφατες πληροφορίες σχετικά με τη γεωγραφική έκταση της διένεξης, σε μεγάλο βαθμό οι βιαιότητες περιορίζονται εντός των αγγλόφωνων περιοχών, κυρίως στη Βορειοδυτική Περιφέρεια παρά στη Νοτιοδυτική, ενώ οι αγροτικές περιοχές εμφανίζονται περισσότερο προσβεβλημένες συγκριτικά με τα αστικά κέντρα, τα οποία θεωρούνται περισσότερο ασφαλή, αν και προσβάλλονται και αυτές κατά τρόπο απρόβλεπτο από τις βιαιοπραγίες.[15]

Είναι κατάληξη μου σταθμίζοντας τα ως άνω ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, παρότι υψηλή, δεν είναι του επιπέδου έντασης που απαιτείται προκειμένου να αποδοθεί συμπληρωματική προστασία, χωρίς τη συνδρομή και άλλων περιστάσεων στο πρόσωπο του αιτητή. Δεν παραγνωρίζω ότι στα περιστατικά ασφαλείας περιλαμβάνονται επιθέσεις σε άμαχο πληθυσμό και αδιακρίτως ασκούμενη βία, όμως δεν φτάνει σε επίπεδο, κατ’ αναλογία και του πληθυσμού της υπό κρίση περιοχής, που να συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης «σοβαρής και προσωπικής απειλής» κατά του αιτητή  εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην υπό κρίση περιοχή, δεδομένου ότι, εφόσον το αφήγημα του απορρίφθηκε, δεν εντοπίζω ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς γι’  αυτόν, σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό εκεί, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [16] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).

Σχετικώς, στην απόφαση ΔΕΕ C-465/07, Elgafaji, ημ.17/02/09, σκέψη 35-39, λέχθηκαν τα εξής καθοδηγητικά:

«35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.»

Δεν είναι θεωρώ τέτοια η περίπτωση εν προκειμένω, ήτοι δεν δεικνύεται εδώ η ύπαρξη μιας «εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.».

Προς τα ως άνω λαμβάνω υπόψη και συνυπολογίζω ότι ο αιτητής είναι υγιής, ενήλικας, περί των 40 ετών σήμερα, έχει προηγούμενη εργασιακή εμπειρία και επαρκή μόρφωση, τα οποία επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι θα έχει τα κατάλληλα μέσα να βιοποριστεί και να μπορέσει να εξασφαλίσει στέγαση και τα προς το ζην, παρά τις όποιες αντιξοότητες ήθελε αντιμετωπίσει, δεδομένου και του ότι δεν εντοπίζω – ενόψει του ως άνω προφίλ του αιτητή – στοιχεία ευαλωτότητας στο πρόσωπο του. Άλλωστε, ως στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»    

Σημειώνω εδώ ότι – σε κάθε περίπτωση – ως ο ίδιος ο αιτητής ανέφερε όταν ρωτήθηκε σχετικά (ερ.43), θα μπορούσε να εργαστεί και στη Douala, όμως, ως είχε αναφέρει, είναι τραυματισμένος ψυχολογικά. Τούτο σημαίνει ότι θα μπορούσε βεβαίως να ζήσει εκεί. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τύπους καταγεγραμμένων  γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το τελευταίο έτος (ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης τις 18/07/25) στην επαρχία Littoral (όπου βρίσκεται η Douala), καταγράφηκαν συνολικά 7 περιστατικά ασφαλείας πολιτικής βίας (“Political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις, απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες) από τα οποία επήλθαν 4 θάνατοι.[17] Σημειώνεται ότι o πληθυσμός της περιοχής ανέρχεται περί τα 4 εκατομμύρια και της Douala περί τα 3 ½ εκατομμύρια. [18] [19]

Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

Τα ως άνω σφραγίζουν και την τύχη της προσφυγής.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)

[2] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),21-22 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)

[3] Bertelsmann Foundation, ‘Bertelsmann Stiftung’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε https://www.bfna.org/bertelsmann-stiftung/

[4] BTI, ‘Cameroon Country Report 2022’ (2022), διαθέσιμο σε https://bti-project.org/en/reports/country-report/CMR (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[5] The African Observer, ‘30 Women Freed After Abduction by Separatists in Cameroon’s Anglophone Region’ (2023), διαθέσιμο σε  https://theafricanobserver.com/30-women-freed-after-abduction-by-separatists-in-cameroons-anglophone-region/ (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[6] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En

[7] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at:  https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html

[7] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[9] EASO, COI QUERY «Latest developments on security situation in Anglophone region between 1 January 2020 and 31 May 2021», σελ.8, available at: https://euaa.europa.eu/

[10] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[11] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon, Southwest Region, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[12] https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6826 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025) 

[13]  International Journal of Agriculture and Environmental Research, The ecological impact on weaverbirds. Activities in Ekona farms, Southwest Region, Cameroon, 2017, https://www.researchgate.net/publication/331488552_International_Journal_of_Agriculture_and_Environmental_Research_THE_ECOLOGICAL_IMPACT_ON_WEAVERBIRDS_ACTIVITIES_IN_EKONA_FARMS_SOUTHWEST_REGION_CAMEROON, σελ 3793, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025) 

[14] CGVS/CGRA (Belgium), ‘COI Focus CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire’ (2023), 16 διαθέσιμο σε https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20230220.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024).

[15] CGVS/ CGRA, ‘COI Focus CAMEROUN Régions anglophones : situation sécuritaire’ (2023), 37 διαθέσιμο σε https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_cameroun._regions_anglophones._situation_securitaire_20230220.pdf

[16] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf

[17] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon, Littoral Region, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[18] Republique du Cameroun, Institut National de la Statistique, Agence Regional du Littoral, Littoral en chiffres, Edition 2022, σ. 9

https://ins-cameroun.cm/wp-content/uploads/2023/06/Littoral-en-chiffres-ed2022_Francais.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο