W. F. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.2067/23, 5/8/2025
print
Τίτλος:
W. F. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.2067/23, 5/8/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.2067/23

 

5 Αυγούστου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

W. F.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κκ Αλ Τάχερ, Μπενέτης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για Αιτητή

Κα Α. Παπαδοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.24/05/23, η οποία του κοινοποιήθηκε στις 02/06/23, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης, αντισυνταγματικής, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 27/10/19 και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 01/11/19, η οποία απορρίφθηκε συνεπεία τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόσυρσης, καθώς ο αιτητής δεν ανταποκρίθηκε σε κλήσεις του για συνέντευξη, και η επίδικη μεταγενέστερη αίτηση, η οποία υποβλήθηκε από τον αιτητή ημ.08/06/22, κρίθηκε παραδεκτή και εξετάστηκε επί της ουσίας (ερ.1-3, 13-35, 67).

Στις 17/03/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.57-67). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και στις 28/04/23 απορρίφθηκε το αίτημα για διεθνή προστασία (ερ.92-102).

Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του επιδόθηκε διά χειρός 02/06/23 στη μητρική του γλώσσα (ερ.103, 3).

Επί της επίδικης αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του λόγω της κρίσης. Ως αναφέρει ο αιτητής ήταν μηχανικός και έκαψαν το κατάστημα του και έτσι χρησιμοποίησε τα λίγα χρήματα που είχε φυλάξει και έφυγε από τη χώρα.

Κατά τη συνέντευξη ο αιτητής ανέφερε πως γεννήθηκε στο Acha Tugi, Βορειοδυτική περιφέρεια, για 28 έτη διέμενε στο Mile 4, στη Limbe, και ένα έτος πριν εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής μετοίκησε στο χωριό Molyko, στην Buea. Είναι άγαμος, άτεκνος, η μητέρα και η αδελφή του διαμένουν στην Bamenda, διατηρεί επικοινωνία με την μητέρα του, ο πατέρας του έχει αποβιώσει, δεν φοιτήσει σε σχολείο, εργαζόταν ως μηχανικός αυτοκινήτων για 15 έτη και διατηρούσε δικό του συνεργείο.

Αναφορικά με τους λόγους που έφυγε από τη χώρα καταγωγής του ο αιτητής ανέφερε ότι είναι εξαιτίας «απειλών κατά της ζωής [του] και ανασφάλεια και γιατί [πρόδωσε] εκεί μια ομάδα». Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι περί τις αρχές του 2018, ομάδα αυτονομιστών (Amba Boys), με τους οποίους μεγάλωσε, ως αναφέρει, προσπαθούσε να στήσει ενέδρα και ο αιτητής ήθελε να ειδοποιήσει τον αρχηγό της αστυνομίας, που είναι φίλος του, αφού του έφτιαχνε τα αυτοκίνητα. Ερωτώμενος για το όνομα του αρχηγού της αστυνομίας ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει το πλήρες όνομα του. Σε ερωτήσεις αναφορικά με την ενέδρα ο αιτητής ανέφερε ότι πήρε τον αρχηγό της αστυνομίας από το γραφείο του 30 λεπτά πριν την ενέδρα και διέφυγαν και γι’ αυτό, ήτοι επειδή δεν ήταν εκεί, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει το αποτέλεσμα της ενέδρας. Ερωτώμενος εκ νέου γιατί έφυγε από τη χώρα καταγωγής ανέφερε ότι προσπάθησαν πολλές φορές να τον σκοτώσουν, καθώς, ως ανέφερε, οι Ambazonians τον θεωρούσαν προδότη και το 2018, χωρίς να αναφέρει πότε συγκεκριμένα, πήγαν στο σπίτι του αιτητή, σκότωσαν τη φιλενάδα του και έκαψαν το κατάστημα του. Καλούμενος να παρέχει περαιτέρω λεπτομέρειες για τα ως άνω κατ’ ισχυρισμό συμβάντα ο αιτητής ανέφερε πως ο ίδιος βρισκόταν στη δουλειά, όταν έμαθε από ένα συνάδελφο του, ο οποίος ήταν Ambazonian, όταν θα έκαναν ενέδρα σε τοπικό αστυνομικό τμήμα. Όταν οι αυτονομιστές πήγαν στο τμήμα δεν βρήκαν εκεί τον αρχηγό της αστυνομίας και τότε, τρεις μέρες μετά απ’ αυτό, πήγαν στο σπίτι του αιτητή, σκότωσαν τη φιλενάδα του και έστειλαν στον ίδιο μήνυμα ότι «όπου [τον] δουν θα [τον] σκοτώσουν», χωρίς και πάλι να είναι σε θέση να αναφέρει πότε ακριβώς έγιναν τα όσα ανέφερε. Σε ερώτηση πως σκότωσαν τη φιλενάδα του ανέφερε πως ήταν την χτύπησαν και αμέσως μετά πήγαν και έκαψαν το κατάστημα του. Όταν ο αιτητής έμαθε δια τηλεφώνου για τον θάνατο της φιλενάδας του ο αρχηγός της αστυνομίας τον πήρε στο σπίτι του. Σε σχετική ερώτηση ανέφερε πως δεν μπορούσε να αντιδράσει στα όσα συνέβησαν, δεν επέστρεψε σπίτι του μετά τον θάνατο της φιλενάδας του.

Σε ερώτηση αν του συνέβη κάτι πέραν των ως άνω ο αιτητής ανέφερε πως προσπάθησαν να τον σκοτώσουν μια φορά ενόσω βρισκόταν στην Buea στις αρχές του 2019, όπου και αποπειράθηκαν να τον μαχαιρώσουν. Ερωτώμενος αν κατέγγειλε το συμβάν στις αρχές ανέφερε ότι εκεί ήταν με την αστυνομία. Ερωτώμενος τέλος ποιες πιστεύει ότι θα είναι οι συνέπειες επιστροφής του απάντησε ότι «αν [είναι] τυχερός θα [τον] βάλουν φυλακή, αν δεν [είναι] τυχερός θα [τον] σκοτώσουν εντός 24 ωρών» και, σε ερώτηση αν θα μπορούσε να επιστρέψει και να μείνει σε άλλη περιοχή της χώρας, ο αιτητής απάντησε «δεν υπάρχει περίπτωση».

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή τόσο στην αίτηση όσο και τη συνέντευξη κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή

2.    Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι βοήθησε τον αρχηγό της αστυνομίας να διαφύγει από ενέδρα των Ambazonians και η φιλενάδα του σκοτώθηκε και το κατάστημα του κάηκε ως αποτέλεσμα αυτού

Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο εκ των ως άνω ισχυρισμών, απέρριψαν όμως τον 2ο ισχυρισμό του αιτητή.

Συγκεκριμένα, αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή, κρίθηκε ότι στερείται εσωτερικής συνοχής ενόψει της αοριστίας, ασάφειας, έλλειψης συνέπειας, ευλογοφάνειας αλλά και γενικότητας των δηλώσεων του. Αξιολογήθηκε σχετικά ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αποδώσει με συνεκτικό, συγκεκριμένο και αρκούντως λεπτομερή τρόπο τα όσα είχε εξιστορήσει περί της ενέδρας από την οποία έσωσε τον αρχηγό της αστυνομίας, τον θάνατο της φιλενάδας του, το κάψιμο του συνεργείο του, πότε ακριβώς αυτά συνέβησαν, τι έκανε ο ίδιος, πως διέφυγε και τι ακολούθησε των ως άνω. Συγκεκριμένα, ως κρίθηκε, ο αιτητής δεν ήταν σαφής και λεπτομερής σχετικά με το πως έμαθε για την ενέδρα των αποσχιστών, δεν μπορούσε να δώσει στοιχεία για τη σχέση φιλίας του με τον αρχηγό της αστυνομίας, δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί τον θεώρησαν προδότη οι αποσχιστές, δεν μπορούσε να δώσει λεπτομέρειες για τον κατ’ ισχυρισμό θάνατο της φιλενάδας του και το κάψιμο του συνεργείου του και ούτε ήταν σε θέση να αναφέρει με λεπτομέρεια το συμβάν της κατ’ ισχυρισμό απόπειρας κατά του ιδίου και να εξηγήσει το πως, ως ανέφερε, η αστυνομία ήταν παρούσα κατά το συμβάν αυτό.

Σχετικά με την εξωτερική συνοχή του ως άνω ισχυρισμού έγινε έρευνα σε διαθέσιμες επί τούτου πληροφορίες για την κατάσταση στα πλαίσια της αγγλόφωνης κρίσης, εκ της οποίας προέκυψαν πληροφορίες για απαγωγές και θανατώσεις ατόμων τα οποία οι αποσχιστές θεωρούν ότι συνεργάζονται με κυβερνητικές δυνάμεις αλλά και για εμπρησμό κτηρίων στα πλαίσια των συνεχιζόμενων συγκρούσεων δυνάμεων αποσχιστών με τον κυβερνητικό στρατό, τα οποία συνάδουν – ως γενικές πληροφορίες – με τα όσα ο αιτητής είχε αναφέρει. Εντούτοις, δεδομένης της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου βάσει του μοναδικού ισχυρισμού του αιτητή που έγινε αποδεκτός, ήτοι το προφίλ και τόπο διαμονής του, λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτός είναι νέος, με πολύχρονη εργασιακή εμπειρία, αγγλόφωνος, ο οποίος διαμένει σε αγγλόφωνη περιοχή, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα αυτός να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής, παραθέτοντας και αξιολογώντας σχετικώς πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας για την Buea, που ήταν ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του.

Για τους πιο πάνω λόγους η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε κατά του αιτητή απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

Στην προσφυγή ο αιτητής καταγράφει πλήθος νομικών σημείων, ορισμένα εκ των οποίων αναπτύσσονται στην αγόρευση που ακολούθησε.

Σε μια μακρά και αρκούντως εμπεριστατωμένη αγόρευση – με πλήθος αναφορών στην οικεία νομοθεσία και νομολογία - ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή αναφέρει ότι δεν εξετάστηκαν δεόντως, στα πλαίσια πάντοτε της απαιτούμενης εξατομικευμένης εξέτασης, οι ισχυρισμοί που προέβαλε ο αιτητής κατά τη συνέντευξη, η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί υπό πλάνη και στερείται αιτιολογίας. Προς τεκμηρίωση του ότι ο αιτητής χρήζει διεθνούς προστασίας παρατίθενται αναφορές στους ισχυρισμούς του αιτητή και πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ), εκ των οποίων, ως ο συνήγορος του εισηγείται, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η χώρα καταγωγής δεν είναι ασφαλής, λόγω των συχνών παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αμφότερες τις αντιμαχόμενες πλευρές στα πλαίσια της λεγόμενης «αγγλόφωνης κρίσης» αλλά και γενικής κατάστασης ασφαλείας στο Καμερούν.

Εκ των ως άνω, μετά από εκτεταμένη παράθεση του νομικού πλαισίου και νομολογίας σχετικά με τη διεθνή προστασία και αρ.3 της ΕΣΔΑ, ως ισχυρίζεται ο συνήγορος του αιτητή, προκύπτει ότι αυτός χρήζει απόδοσης προσφυγικού καθεστώτος, εξαιτίας του ότι αποδίδεται σ’ αυτόν σύμπραξη με τις κυβερνητικές δυνάμεις λόγω του ότι διέσωσε τον αρχηγός αστυνομίας από ένοπλη επίθεση ομάδας αποσχιστών ή, σε κάθε περίπτωση, συμπληρωματικής προστασίας ή, κατ’ ελάχιστο, προστασίας από την επαναπροώθηση, ένεκα της γενικής ανασφάλειας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή έχει δεόντως δικογραφηθεί και ουδείς αναπτύσσεται επαρκώς και δια τούτο θα πρέπει να απορριφθούν άπαντες ως ανεπίδεκτοι δικαστικής κρίσης, στη βάση σχετικής νομολογίας. Σε κάθε περίπτωση, ως αναφέρουν, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, δόθηκε δεόντως ευκαιρία ακρόασης στον αιτητή κατά τη συνέντευξη και λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή, εδράζεται επί ορθών και εύλογων, ενόψει των όσων ο αιτητής ανέφερε, ευρημάτων σε σχέση με την αξιοπιστία των ισχυρισμών του, ως ορθή είναι και οι κατάληξη τους ότι δεν συντρέχει λόγος παροχής διεθνούς προστασίας.

Κατ’ αρχήν θα πρέπει να σημειώσω ότι δεν μπορώ λοιπόν εν προκειμένω να εντοπίσω οιονδήποτε σημείο στο πρακτικό της σχετικής συνέντευξης εκ του οποίου να δεικνύεται ότι ο αιτητής στερήθηκε εδώ της ευκαιρίας να παραθέσει εκτενώς το αφήγημα του και τα στοιχεία που επιθυμούσε. Σε κάθε δε περίπτωση θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αιτητής μπορούσε να προσφέρει μαρτυρία προς στήριξη ή ενίσχυση των ισχυρισμών του και της αξιοπιστίας του αφηγήματος του στα πλαίσια της παρούσας, δεδομένης και της εξουσίας του Δικαστηρίου για πλήρη και εξ υπαρχής έλεγχο των γεγονότων όσο και νομικών ζητημάτων που την περιβάλλουν και της εξουσίας να ασκήσει πρωτογενή κρίση επί των επίδικων ζητημάτων. Εντούτοις ουδέν έπραξε.

Δεδομένου ότι άπαντες οι προωθούμενοι εκ του αιτητού ισχυρισμοί συμπλέκονται και με την ουσία της υπόθεσης προχωρώ «σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής […] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» και «την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας» [βλ. αρ.146 (4) (α) του Συντάγματος, αρ.11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018) και Ε.Δ.Δ.Δ.Π. 107/2023, Q. B. T. ν. Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).

Προχωρώ λοιπόν με αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων και ισχυρισμών.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Ενόψει των ως άνω θα συμφωνήσω με όλα τα ευρήματα αλλά και την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με την αξιοπιστία του ως άνω 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, καθώς τα όσα αυτός ανέφερε, ως και οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν ενδελεχώς στα ερ.97-98, στερούνταν παντελώς και σε όλη τους την έκταση κάθε ψήγματος εύλογα αναμενόμενης λεπτομέρειας ή βιωματικού στοιχείου και έβριθαν κενών και ασαφειών. Εν προκειμένω, πολύ απλά, εκ του αφηγήματος του αιτητή, τόσο στα πλαίσια της ελεύθερης αφήγησης όσο και στο πλήθος ερωτήσεων που ακολούθησαν παρουσιάζει ουσιώδη κενά, ελλείψεις αοριστίες που πλήττουν αναπόφευκτα και μοιραία την εσωτερική συνοχή των δηλώσεων του. Σημειώνω χαρακτηριστικά ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει, ούτε κατά προσέγγιση, το πότε έλαβαν χώρα τα συμβάντα στα οποία αναφέρθηκε, επί του οποίου περιορίστηκε να τοποθετήσει τη δολοφονία της φιλενάδας του και το κάψιμο του συνεργείου του εντός του 2018, τη δε επίθεση που δέχθηκε ο ίδιος με μαχαίρι εντός του 2019, χωρίς να παραθέσει σε κανένα σημείο τις εξιστόρησης του κάποιο βιωματικό στοιχείο ή λεπτομέρεια, κάποια ανάμνηση, κάποια συνομιλία, κάτι που εντυπώθηκε στην μνήμη του σε σχέση με τα όσα ανέφερε.

Δεδομένου δε του ότι ουδέν άλλο στοιχείο προσκομίσθηκε στα πλαίσια της παρούσης, οι καταφανείς ελλείψεις, ασάφειες και αντιφάσεις, ως υποδείχθηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση (οι οποίες καταγράφονται πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, και δεν θεωρώ σκόπιμη την επανάληψη τους), τις οποίες θεωρώ ορθές και απολύτως εύλογες, στη βάση των λεγομένων του, παραμένουν, δεδομένου πάντοτε του ότι – ως και ανωτέρω αναφέρω - θα μπορούσε να προσφέρει μαρτυρία προς στήριξη ή ενίσχυση των ισχυρισμών του και της αξιοπιστίας του αφηγήματος του στα πλαίσια της παρούσας αλλά ουδέν έπραξε.

Είναι εκ των ως άνω κατάληξη μου ότι αποδοχή των ισχυρισμών του αιτητή, πολύ απλά, θα συνιστούσε αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή ενός αφηγήματος το οποίο στερείται σε όλη του την έκταση κάθε ψήγματος εσωτερικής συνοχής και θα έβαινε ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση. Δεδομένης δε της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή ενδεχομένως να μην ήταν εν προκειμένω απαραίτητη η αναζήτηση πληροφορίων αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του αιτητή. Ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.132, αναφέρεται, η αναζήτηση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής «ενδέχεται να μην είναι απαραίτητ[η] σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής ή μη ικανοποιητικής επεξήγησης αποκλίσεων ή παραλλαγών σε ό,τι αφορά τα ουσιώδη στοιχεία μιας αίτησης ή, ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής ως απαράδεκτης.».

Σημειώνω ότι οι καθ’ ων η αίτηση έκαναν έρευνα εκ της οποίας και προέκυψαν δεδομένα που συνάδουν με τους ισχυρισμούς του αιτητή. Αξίζει θεωρώ να σημειωθούν και οι πιο κάτω πληροφορίες, για σκοπούς πληρότητας της παρούσης.

Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW) κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες.[1]

Αναφορά της οργάνωσης Human Rights Watch εκδοθείσα το 2018, ήτοι το χρόνο που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τα περιστατικά, αναφέρει την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι οι άμαχοι οι οποίοι εκλαμβάνονται ως συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση στοχοποιούνται από τους αποσχιστές για εκβιασμούς, βασανισμούς και δολοφονίες.[2] Βάσει αναφοράς του ανεξάρτητου ιδρύματος Bertelsmann Stiftung[3], οι αποσχιστές στοχοποιούν αμάχους μεταξύ άλλων ως αντίποινα για αποδιδόμενη συνεργασία με την κυβέρνηση.[4] Άρθρο της εφημερίδας The African Observer, του 2023, αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες συχνά κατηγορούνται για δολοφονίες, απαγωγές ή και τραυματισμούς αμάχων, τους οποίους κατηγορούν ότι συνεργάζονται με τις αρχές του Καμερούν.[5]

Τα Ηνωμένα Έθνη σημειώνουν υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[6],  ενώ το HRW, σε πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[7].  Η γεωγραφική τους κατανομή αναφέρεται από τα Ηνωμένα Έθνη: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[8].

Σε COI QUERY του EASO, ημ.14/06/21, αναφέρεται ότι ο εκτοπισμός πληθυσμού από τα σπίτια του είναι συχνό φαινόμενο λόγω της γενικευμένης βίας, οι οποίοι εκτοπισθέντες βρίσκουν συχνά καταφύγιο σε αγροτικές ή δασώδεις εκτάσεις κοντά στον τόπο διαμονής τους:

«According to OCHA 712 180 IDPs were within or displaced in the North-West and South-West regions as of March 2021. Violence in the aforementioned regions resulted in multiple population displacements and over 1 427 people were forced to flee their homes only in March 2021, seeking shelter and safety in nearby bushes, villages and towns. 71 More than 10 000 people, mainly in Menchum division in the North-West region, were forced to flee their villages in April 2021 and IDPs reached the number of 712 800.72 For the same reference period , a UNHCR map depicting the locations of UNHCR persons of concern mentions that as of April 2021 there were 1 032 942 internally displaced persons, the majority of whom seem to be situated in the Far North, North-West and South-West regions.73 »[9]

Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:

«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[10]

Εκ των ως άνω ΠΧΚ καθίσταται σαφές ότι τα όσα ανέφερε του αιτητή περί διώξεως του από δυνάμεις αποσχιστών λόγω αποδιδόμενης σ’ αυτόν προδοσίας εναντίον τους, αλλά και αδιακρίτως ασκούμενης εκατέρωθεν βίας στα πλαίσια συγκρούσεων κυβερνητικών δυνάμεων με αποσχιστές, συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες, οι οποίες κάνουν λόγο για έκρυθμη κατάσταση, συχνές ένοπλες συγκρούσεις και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αμφότερες τις μαχόμενες πλευρές.

Όμως εν προκειμένω η καταφανής έλλειψη εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του, ως ανωτέρω εξηγώ, δεν μπορεί να υπερκερασθεί από το ότι – ως γενική πληροφορία -  επιβεβαιώνεται ότι συμβάντα ως αυτά που ο αιτητής εδώ περιγράφει λαμβάνουν χώρα στο Καμερούν. Σημειώνω ότι αν το ότι συνάδει μια πληροφορία που δίδει ένας αιτητής με ΠΧΚ θεωρείτο αρκετό – άνευ ετέρου - για να ανατραπεί ένα εύρημα περί παντελούς ελλείψεως εσωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται κάθε ψήγματος βιωματικού στοιχείου αλλά και εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και θα απέληγε τελικώς, θεωρώ, σε «αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης» (βλ. ανωτέρω απόσπασμα από εγχειρίδιο EASO). Ως εξάλλου στο ίδιο εγχειρίδιο, σελ.97, αναφέρεται «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Επίσης, στη σελ.131 τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»

Εν προκειμένω, στη βάση των ως άνω, είναι κατάληξη μου ότι τα όσα αναφέρει ο αιτητής συνιστούν επινοήματα του ιδίου, προκειμένου να εντάξει το αφήγημα του στην κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής της. Δεδομένης όμως εδώ της σημαντικά τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του αφηγήματος του αιτητή, ως ανωτέρω εξηγώ, οι ισχυρισμοί του δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί.

Καταλήγω λοιπόν ότι τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με την αξιοπιστία των ισχυρισμών του αιτητή ήταν απολύτως εύλογα, προϊόντα δέουσας έρευνας όλων των ενώπιον τους στοιχείων και ορθά επί της ουσίας, για τους λόγους που εξηγώ πιο πάνω.

Ενόψει των ως άνω απομένει μια εκτίμηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Buea) σε επικαιροποιημένη βάση.

Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), στη διάρκεια ενός έτους (Past year of ACLED Data) και συγκεκριμένα από τις 20/07/24 έως τις 18/07/25 στην επαρχία South West του Καμερούν, όπου βρίσκεται και την Buea, σημειώθηκαν συνολικά 400 περιστατικά ασφαλείας (451 θάνατοι), τα οποία αφορούσαν 230 περιστατικά βίας κατά αμάχων (83 θάνατοι), 143 περιστατικά μαχών (357 θάνατοι), 14 περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας (9 θάνατοι) και 13 ως περιστατικά αναταραχών (2 θάνατοι)[11]. Εξ’ αυτών, 11 περιστατικά βίας κατά αμάχων (10 θάνατοι), 1 περιστατικό μάχης (3 θάνατοι) και 4 περιστατικά ταραχών (κανένας θάνατος) έλαβαν χώρα στη Buea. Ο δε εκτιμώμενος πληθυσμός της South West περιοχής ανέρχεται περί το 1 ½ εκατομμύριο κατοίκων, της δε Buea περί τις 150.000 [12].

Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω [13] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF, DN και C-465/07, Elgafaji, ημ.17/02/09).

Σημειώνω ότι οι όποιες γενικές πληροφορίες παρατίθενται στην αγόρευση του σχετικά με τη χώρα καταγωγής, οι πλείστες των οποίων δεν αφορούν καταγράφουν δίωξη πολιτών από την κυβέρνηση, πληροφορίες που δεν σχετίζονται με τα λεγόμενα του αιτητή εδώ και – σε κάθε περίπτωση -  δεν αρκούν ώστε να ανατρέψουν τη γενική κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής, ως καταγράφεται πιο πάνω. Άλλωστε, ως στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»   

Έπεται λοιπόν ότι ορθώς κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και ότι δεν υπάρχουν «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως ορίζεται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

Ενόψει δε των ως άνω διαπιστώσεων μου καταλήγω περαιτέρω  ότι τυχόν επιστροφή του αιτητή δεν δύναται να λεχθεί ότι είναι σε παράβαση της κατοχυρωμένης εκ του αρ.3 της ΕΣΔΑ και της Σύμβασης της Γενεύης προστασίας από την επαναπροώθηση, δεδομένου του προφίλ του αιτητή (καταγράφεται και πιο πάνω, στα πλαίσια παράθεσης της επίδικης έκθεσης) αλλά και της απουσίας ισχυρισμού για οιονδήποτε άλλο ζήτημα που απασχολεί τον αιτητή.

Καταλήγω λοιπόν ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβησαν δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα και δια τούτο, κατά την λήψη της απόφασης, λήφθηκαν δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση, είναι δε πλήρως αιτιολογημένη.

Ουδέν ετέθη ενώπιον μου που να ανατρέπει τα ως άνω.

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)

[2] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),21-22 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)

[3] Bertelsmann Foundation, ‘Bertelsmann Stiftung’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε https://www.bfna.org/bertelsmann-stiftung/

[4] BTI, ‘Cameroon Country Report 2022’ (2022), διαθέσιμο σε https://bti-project.org/en/reports/country-report/CMR (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[5] The African Observer, ‘30 Women Freed After Abduction by Separatists in Cameroon’s Anglophone Region’ (2023), διαθέσιμο σε  https://theafricanobserver.com/30-women-freed-after-abduction-by-separatists-in-cameroons-anglophone-region/ (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[6] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019, available at: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En

[7] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at:  https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html (accessed on 11/08/2021)

[7] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf (acc.05/08/22)

[9] EASO, COI QUERY «Latest developments on security situation in Anglophone region between 1 January 2020 and 31 May 2021», σελ.8, available at: https://euaa.europa.eu/

[10] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf (accessed on 05/08/2022)

[11] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ με συναφή παραμετροποίηση

[13] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο