C.L.U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2883/2023, 14/8/2025
print
Τίτλος:
C.L.U. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2883/2023, 14/8/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  2883/2023

14 Αυγούστου, 2025

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

C.L.U.

από Νιγηρία

                      Αιτητής

                                    

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

                                        Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόροι για Αιτητή: Π. Δουρτμέ (κα) για Νίκος Α. Λοΐζου & Χρίστος Γ. Χριστούδιας

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Ει. Παραδειδιώτη (κα) για Π. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

Αιτητής παρών

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 14.07.2023, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του δ.φ. ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας την οποίαν εγκατέλειψε στις 13.02.2022 και αφίχθη στις μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του καθώς και άδειας εισόδου για σκοπούς φοίτησης. Ακολούθως, στις 10.03.2022, εισήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, υποβάλλοντας αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 04.04.2022. Στις 06.07.2023 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός»), ο οποίος στις 14.07.2023, υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε αυθημερόν την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και την επιστροφή του στη Νιγηρία, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 27.07.2023 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ίδιας ημερομηνίας. Η απόφαση αυτή αποτελεί και το αντικείμενο της υπό εξέταση προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Εξειδικεύοντας και περιορίζοντας στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης των ευπαίδευτων δικηγόρων του, τους εγειρόμενους στην προσφυγή λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής ισχυρίζεται κατά πρώτον ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο, κατά δεύτερον, ότι ελλείπει και/ή απουσιάζει πρακτικό απόφασης του Προϊσταμένου, και κατά τρίτον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη καθώς και ότι εκδόθηκε κατά ελλιπή έρευνα. Επισημαίνεται ότι κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων, οι δύο πρώτοι ισχυρισμοί αποσύρθηκαν. Ως προς την ουσία της υπόθεσής του, ισχυρίζονται ότι ο Αιτητής διέφυγε από την χώρα καταγωγής του διότι μέλη της κοινότητας του ζήτησαν να διαδεχθεί τον εκλιπών πατέρα του σαν αρχηγός της θρησκευτικής τους λατρείας και λόγω της άρνησης του, τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν και οι απειλές ήταν συνεχείς.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε ορθώς, από αρμόδιο και εξουσιοδοτημένο όργανο, και ότι είναι δεόντως αιτιολογημένη.

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Αναφορικά με τους εναπομείναντες λόγους ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, επισημαίνω ότι αυτοί προωθούνται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή, πολλώ μάλλον κατά τρόπο που να προκύπτει ο πυρήνας του αιτήματός του και να δικαιολογεί την αναγνώριση πρόσφυγα ή την απόδοση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου[1]. Πράττει δε τούτο, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2] και παρά την πάγια επί του θέματος θέση της νομολογίας, η οποία έχει πλειστάκις επισημανθεί και από το παρόν Δικαστήριο ως προς την απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[3]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της εξεταζόμενης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως[4].

 

Σε κάθε περίπτωση ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[5], θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τον έστω γενικόλογο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Έχοντας λοιπόν εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και το περιεχόμενο του δ.φ., διαπιστώνω τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής στα πλαίσια της καταχωρισθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία και στο σημείο όπου έπρεπε να δηλώσει τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του,  ο Αιτητής κατέγραψε ότι βρίσκεται στην Δημοκρατία ώστε να αιτηθεί διεθνή προστασία και ότι ο πατέρας του ήταν αρχιερέας και κατόπιν του θανάτου του, η κοινότητα δήλωσε στον Αιτητή πως έπρεπε να τον αντικαταστήσει και κατόπιν άρνησής του, άρχισαν να τον κυνηγούν (βλ. ερυθρό 2 του δ.φ.).

Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του ενώπιον του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής επιβεβαίωσε πως προέρχεται από το χωριό Okana, τοπική αρχή Udi, πολιτεία Enugu και δήλωσε πως διέμεινε και στην περιοχή Coal Camp στην πόλη Enugu (ερυθρό 19/1Χ, 3Χ του δ.φ.), ανέφερε δε πως αυτός ήταν ο τόπος προηγούμενος συνήθους διαμονής του και πως διέμεινε εκεί επί 20 έτη έως ότου εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 19 του δ.φ.). Αναφορικά με την οικογένεια του, ο Αιτητής δήλωσε πως ο πατέρας του, ο οποίος απεβίωσε το 2020, ήταν αρχιερέας και πως η μητέρα του, εκπαιδευτικός στο επάγγελμα, ήταν αντίθετη με αυτή την παράδοση, ανέφερε δε πως έχει έναν αδελφό ο οποίος διαμένει με την μητέρα του στην Enugu (ερυθρό 18/4Χ – 7Χ του δ.φ.). Ο Αιτητής δεν βρίσκεται σε επικοινωνία με την οικογένεια του (ερυθρό 18 του δ.φ.). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, ο Αιτητής δήλωσε πως ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ανέφερε δε πως ασχολούνταν με μικρές επιχειρήσεις, πουλώντας γλυκίσματα  και σε σχέση με τις ομιλούμενες γλώσσες δήλωσε πως ομιλεί Αγγλικά και Igbo (ερυθρό 18/1Χ – 3Χ του δ.φ.). Σε σχέση με το επαγγελματικό του προφίλ, δήλωσε πως εργάστηκε επί έξι έτη ενόσω φοιτούσε σε σχολείο ως εργάτης και κατόπιν, ξεκίνησε να ασχολείται με μικρές επιχειρήσεις (ερυθρό 18, 17 του δ.φ.). Ο Αιτητής ανέφερε πως εισήλθε στην Δημοκρατία κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του και άδειας εισόδου για σκοπούς φοίτησης και σε επόμενη ερώτηση του Λειτουργού, δήλωσε πως εισήλθε κάνοντας χρήση μόνο του διαβατηρίου του (ερυθρό 19/4Χ του δ.φ.).

 

Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ειδικότερα στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής του, ανέφερε ότι, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο οποίος ήταν αρχιερέας, η κοινότητα τού ζήτησε να τον αντικαταστήσει. Ο ίδιος αρνήθηκε και, ως εκ τούτου, άρχισαν να τον καταδιώκουν, απειλώντας τη ζωή του και επιχειρώντας να τον δολοφονήσουν. Όπως ισχυρίστηκε, δέχθηκε άμεσες προσεγγίσεις από τους διώκτες του και αναγκάστηκε να διαφύγει. Προκειμένου να μπορέσει να ταξιδέψει στη Δημοκρατία για να αιτηθεί διεθνή προστασία, πούλησε την ιδιοκτησία του. Τέλος, δήλωσε ότι οι κάτοικοι της κοινότητας σταμάτησαν να προμηθεύονται αγαθά από την επιχείρησή του, καθώς θεωρούσαν ότι όφειλε να αναλάβει τον ρόλο του πατέρα του, γεγονός που αντιτίθετο στις χριστιανικές του πεποιθήσεις. (ερυθρό 16/1Χ του δ.φ.).

 

Στο πλαίσιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων που τέθηκαν από τον Λειτουργό, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας του υπήρξε αρχιερέας ειδωλολάτρης στην κοινότητα Okana από τότε που εκείνος ήταν παιδί (βλ. ερυθρό 16 του δ.φ.). Σε ερώτηση του Λειτουργού για ποιον λόγο όφειλε να τον αντικαταστήσει ο ίδιος και όχι ο αδελφός του, απάντησε ότι αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι είναι ο πρωτότοκος υιός (ερυθρό 16 του δ.φ.). Υποστήριξε ότι η κοινότητα τον έβλαψε με πνευματικά μέσα, καταστρέφοντας την επιχείρησή του και αποτρέποντάς τον από το να επιτύχει σε οποιαδήποτε δραστηριότητα (ερυθρό 16/3Χ του δ.φ.), ενώ οι τελετουργίες τους διενεργούνταν στο νερό (ερυθρό 15/1Χ του δ.φ.).

 

Σχετικά με το περιστατικό κατά το οποίο τον προσέγγισαν, ανέφερε ότι, την ημέρα εκείνη, προσήλθαν στην επιχείρησή του· έλαβε τηλεφώνημα από φίλο του, ο οποίος τον ενημέρωσε ότι κάποιοι άνθρωποι τον αναζητούσαν. Όταν τον ρώτησε ποιοι ήταν, ο φίλος του τον προέτρεψε να πάει να δει ο ίδιος. Ο Αιτητής μετέβη από την πίσω πλευρά και διαπίστωσε ότι επρόκειτο για νεολαία του χωριού και έναν εκ των πρεσβυτέρων, τον οποίο θεωρεί ως πατρική φιγούρα. Αποφάσισε να κρυφτεί και, μετά από συνομιλία με τη μητέρα του, εκείνη έκρινε ότι έπρεπε να εγκαταλείψει τη χώρα προτού τον πάρουν μακριά της (ερυθρό 15/2Χ του δ.φ.). Δήλωσε περαιτέρω ότι κατά την προσέγγιση αυτή δεν ειπώθηκε ούτε πράχθηκε τίποτα (ερυθρό 15/3Χ του δ.φ.).

 

Σε ερώτηση για το πότε δέχθηκε απειλές για πρώτη φορά, απάντησε ότι αυτό συνέβη όταν προσέγγισαν την επιχείρησή του (ερυθρό 15/4Χ του δ.φ.). Αναφορικά με το περιεχόμενο των απειλών, δήλωσε ότι τον απείλησαν πως θα τον σκοτώσουν εάν δεν αποδεχθεί τη θέση του πατέρα του (ερυθρό 15/5Χ του δ.φ.). Όταν ο Λειτουργός επισήμανε ότι αρχικά ανέφερε πως κατά την προσέγγισή του δεν ειπώθηκε ούτε πράχθηκε τίποτα, ο Αιτητής διευκρίνισε ότι, όταν τον προσέγγισαν, η μητέρα του απουσίαζε και, αφού εκείνη πήγε στο χωριό για να μάθει τον σκοπό της επίσκεψής τους, πληροφορήθηκε ότι θα τον σκοτώσουν αν δεν αποδεχθεί τη θέση (ερυθρό 15/6Χ του δ.φ.). Ο Αιτητής υποστήριξε ότι οι απειλές προέρχονταν από την κοινότητα (ερυθρό 15 του δ.φ.). Κληθείς να προσδιορίσει το χρονικό διάστημα κατά το οποίο δεχόταν απειλές, δήλωσε ότι αδυνατεί να το θυμηθεί (ερυθρό 15/7Χ του δ.φ.)

 

Ερωτηθείς αν κατήγγειλε τα ανωτέρω περιστατικά στις αρχές της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας ότι πρόκειται για πνευματικό ζήτημα, στο οποίο οι αστυνομικές αρχές αδυνατούν να παρέμβουν (ερυθρό 15 του δ.φ.). Ερωτηθείς εάν αντιμετώπισε ο ίδιος προσωπικά περιστατικά, ανέφερε ότι, επειδή πρόκειται για κάτι πνευματικό, ορισμένες φορές βλέπει εφιάλτες και ξυπνάει για να προσευχηθεί. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι μασκοφορεμένα άτομα του επιτίθενται στα όνειρά του και ότι αυτά προέρχονται από την κοινότητα και τις ειδωλολατρικές τους πρακτικές (ερυθρό 15 του δ.φ.). Ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι είναι χριστιανός στο θρήσκευμα (ερυθρό 15 του δ.φ.).

 

Σε ερώτηση του Λειτουργού γιατί θεωρεί ότι οι αστυνομικές αρχές δεν μπορούν να παρέμβουν, δεδομένου ότι ο ίδιος δεν πιστεύει στις ειδωλολατρικές πρακτικές και οι απειλές που δέχεται είναι πραγματικές, ο Αιτητής απάντησε ότι παρόμοια περιστατικά έχουν συμβεί και σε άλλες πολιτείες πέραν της δικής του και ότι έχει γίνει μάρτυρας περιπτώσεων επιτυχημένων ανθρώπων των οποίων οι επιχειρήσεις κατέρρευσαν μετά την άρνησή τους να ακολουθήσουν την παράδοση, με αποτέλεσμα να ενδώσουν τελικά και να αναλάβουν τον ρόλο των πατέρων τους (ερυθρό 14 του δ.φ.)

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του από τους Καθ’ ων η αίτηση, διαφαίνεται ότι ο Λειτουργός εντόπισε και εξέτασε συνολικά δύο ισχυρισμούς:

 

Ο πρώτος αφορούσε το προφίλ του Αιτητή ως Νιγηριανού υπήκοου, με περιοχή καταγωγής Okana village, Udi LGA, Enugu state και περιοχή διαμονής μέχρι και την αναχώρηση του από την χώρα, Coal Camp, Enugu state, Nigeria, ο οποίος έγινε αποδεκτός από τον Λειτουργό καθώς, ως κρίθηκε, στοιχειοθετήθηκε η αξιοπιστία του.

 

Ο δεύτερος αφορούσε την ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή υπό την μορφή απειλών κατά της ζωής του από κοινότητα λατρείας, ο οποίος απορρίφθηκε από τον Λειτουργό λόγω μη ικανοποιητικών και επαρκών πληροφοριών. Επισημάνθηκε δε ότι όταν κλήθηκε να παράσχει περισσότερες πληροφορίες, ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις, έλλειψη επαρκών πληροφοριών και γενικολογίες ενώ υπήρξε αόριστος και ασαφής. Ειδικότερα, όπως έκρινε ο Λειτουργός, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με το αν τα μέλη της κοινότητας τον έβλαψαν με πνευματικά μέσα, ενώ οι σχετικές δηλώσεις του κρίθηκαν αόριστες και ασαφείς. Αντίστοιχα ανεπαρκείς, ασαφείς και αόριστες αξιολογήθηκαν και οι αναφορές του ως προς τον τόπο τέλεσης των τελετουργιών.

 

Περαιτέρω, διαπιστώθηκε αντίφαση μεταξύ της προγενέστερης δήλωσής του ότι τα άτομα που προσέγγισαν την επιχείρησή του δεν έκαναν ή είπαν τίποτα και της μεταγενέστερης δήλωσής του ότι οι απειλές σε βάρος του ξεκίνησαν κατά την εν λόγω προσέγγιση. Επίσης, ο Αιτητής αποκρίθηκε με αοριστία και ασάφεια όταν ερωτήθηκε για το είδος των απειλών που δέχθηκε, χωρίς να στοιχειοθετήσει τον ισχυρισμό ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο. Επιπλέον, οι δηλώσεις του κρίθηκαν γενικές και ασαφείς όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει το γεγονός ότι τον προσέγγισαν στον χώρο εργασίας του χωρίς να πράξουν ή να πουν κάτι, καθώς και αναφορικά με τη διάρκεια των απειλών που υποστήριξε ότι δέχθηκε. Τέλος, ο Λειτουργός έκρινε ότι ήταν ασαφής και αόριστος και στην απάντησή του όταν ερωτήθηκε αν έχει βιώσει προσωπικά κάποιο περιστατικό από τα συγκεκριμένα άτομα.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, ο Λειτουργός έκρινε πως τα όσα ο Αιτητής ανέφερε στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, λόγω της εγγενώς υποκειμενικής φύσεως τους.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών του στοιχείων, που αποτελούσε και τον μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ο Λειτουργός κατέληξε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής και ειδικότερα στην πολιτεία Enugu θα κινδυνεύσει με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Παρατέθηκαν σχετικώς πληροφορίες για την κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία, και ειδικότερα στην πολιτεία Enugu, καταλήγοντας πως με βάση τις πληροφορίες αυτές διαφαίνεται πως στην εν λόγω πολιτεία δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Επισημάνθηκε περαιτέρω αναφορικά με τον Αιτητή ότι επρόκειτο για άτομο αυτόνομο, ικανό, χωρίς θέματα υγείας ή ευαλωτότητας που εργαζόταν στη χώρα του, και διέμενε, ανετράφη και έλαβε εκπαίδευση στην πολιτεία Enugu.

 

Κατά τη Νομική Ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το Άρθρο 1Α 2 της συνθήκης της Γενεύης και του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 αφού δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του Αιτητή τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Όσον αφορά την υπαγωγή του στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ο Λειτουργός ανέφερε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 καθώς ο Αιτητής εάν επέστρεφε στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) ή να υφίστατο βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (β).  Κρίθηκε περαιτέρω αναφορικά με το άρθρο 19 (2) (γ), ότι ο Αιτητής επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην πολιτεία Enugu δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτής άσκησης βίας σε συνθήκες ένοπλης σύρραξης.

 

Προσέθεσε, τέλος, ο Λειτουργός  ότι η πιθανή επιστροφή του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις και δη την απουσία οποιασδήποτε προσωπικής και πραγματικής απειλής να υποβληθεί σε βασανιστήρια και/ή απάνθρωπη και/ή εξευτελιστική μεταχείριση και/ή τιμωρία κατά την επιστροφή του στη Νιγηρία, δεν αντίκειται στην αρχή της μη επαναπροώθησης και το Άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

 

Στη βάση όλων των ανωτέρω, το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίφθηκε δια της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

 Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση του Λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:


Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι λόγω του ότι οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς,  δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις του επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο Λειτουργός.
Ορθώς επιπλέον καθορίστηκε ως τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή το χωριό Okana, της διοικητικής ενότητας Udi, της πολιτείας Enugu

 

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή ήτοι την ισχυριζόμενη δίωξή  υπό την μορφή απειλών κατά της ζωής του από την κοινότητα λατρείας συμφωνώ και συντάσσομαι με την ανάλυση στην οποία προχώρησε ο Λειτουργός και τους λόγους για τους οποίους κρίθηκε ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος ο ισχυρισμός του (βλ. ερ. 38-36 του δ.φ.). Η αξιολόγηση του Λειτουργού  φρονώ πως είναι  εύλογη και τεκμηριωμένη, καθώς επισημαίνει με σαφήνεια την αστάθεια, την ασάφεια και τις αντιφάσεις που διατρέχουν το σύνολο των ισχυρισμών του Αιτητή σε σχέση με τον φερόμενο φόβο δίωξης. Πέραν ωστόσο της ανάλυσης αυτής, επισημαίνω και τα ακόλουθα που εντοπίζονται και τα οποία ενισχύουν την κρίση περί έλλειψης αξιοπιστίας του ισχυρισμού αυτού:

 

Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δεν προσκόμισε κανένα αντικειμενικό αποδεικτικό στοιχείο που να ενισχύει τους ισχυρισμούς του, παρά τη σοβαρότητα της φερόμενης απειλής. Οι αφηγήσεις του χαρακτηρίζονται από αντιφάσεις ως προς την αλληλουχία των γεγονότων, ιδίως σε σχέση με το περιστατικό προσέγγισης στην επιχείρησή του και το περιεχόμενο των απειλών, οι οποίες δεν δικαιολογούνται επαρκώς. Επιπλέον, οι περιγραφές του αναφορικά με τη φύση των τελετουργιών και τον τρόπο με τον οποίο τα «πνευματικά μέσα» επέφεραν βλάβη παραμένουν γενικόλογες και ασαφείς, χωρίς παράθεση συγκεκριμένων περιστατικών ή χρονικού πλαισίου. Τέλος, η μη προσφυγή του στις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής του δεν συνοδεύεται από τεκμηριωμένη αιτιολόγηση, ιδίως εφόσον οι απειλές που επικαλείται περιγράφονται ως πραγματικές και όχι αποκλειστικά πνευματικής φύσεως.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την ήδη καταγεγραμμένη ασάφεια και ανακολουθία των δηλώσεών του, κρίνω ότι η κρίση του Λειτουργού περί αναξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού είναι ορθή και απολύτως αιτιολογημένη.

 

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, το Δικαστήριο διεξήγαγε ανεξάρτητη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την παραδοσιακή θρησκεία και πρακτικές από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:

 

·         Σε  έκθεση της EASO (νυν EUAA)  του 2017 αναφέρεται ότι «[π]ριν από την εισαγωγή του Ισλάμ και του Χριστιανισμού, ο πληθυσμός της σημερινής Νιγηρίας ακολουθούσε – και μερικοί εξακολουθούν να ακολουθούν – διάφορες ιθαγενείς (ή παραδοσιακές) θρησκείες» οι οποίες ναι μεν διαφέρουν ανάλογα με την κοινότητα αλλά μοιράζονται και κάποια κοινά χαρακτηριστικά.[6] Οι περισσότερες από αυτές αναγνωρίζουν περισσότερους από έναν θεούς και πιστεύουν σε υπερφυσικές δυνάμεις, όπως είναι τα πνεύματα.[7] Η ίδια έκθεση συνεχίζει αναφέροντας πως οι πνευματικοί αρχηγοί αυτών των παραδοσιακών θρησκειών είναι διαμεσολαβητές με τον αθέατο κόσμο και παρέχουν θεραπείες τόσο με την έννοια της θεραπείας από ασθένειες όσο και με την μορφή τελετουργιών και φυλαχτών για προστασία από επιβλαβείς επιθέσεις από υπερφυσικές δυνάμεις.[8] Η ιθαγενής θρησκευτική πρακτική συχνά λαμβάνει τη μορφή τελετουργιών, οι οποίες στη Νιγηρία αποκαλούνται συχνά «juju», σημειώνεται δε πως τόσο οι πνευματικοί ηγέτες όσο και άλλα άτομα με εξουσία μπορεί να είναι οργανωμένα σε μυστικές οργανώσεις.[9] Οι οργανώσεις αυτές, παρόλο που είναι γνωστές στο κοινό, θεωρούνται μυστικές με την έννοια ότι το να μιλά κανείς ανοιχτά για όσα συμβαίνουν μέσα σε αυτές θεωρείται ταμπού για κάποιον που δεν συμμετέχει.[10] Πολλοί χριστιανοί και μουσουλμάνοι πνευματικοί ηγέτες έχουν απορρίψει οποιαδήποτε πρακτική «juju» ως αντίθετη προς την ορθή θρησκευτική πρακτική και ως αποτέλεσμα παγανιστικών και ειδωλολατρικών επιρροών.[11] Ωστόσο, πολλοί συνδυάζουν τις χριστιανικές ή ισλαμικές πρακτικές με την παραδοσιακή θρησκεία, «κάτι που μπορεί να ερμηνευτεί ως μια μορφή κάλυψης κινδύνου», αποσκοπώντας στη διασφάλιση της δικής τους και της ευημερίας της οικογένειάς τους.[12]

 

·         Σχετικά με τον τρόπο επιλογής αρχιερέων αναφέρεται ότι η πρώτη προϋπόθεση είναι ότι ο υποψήφιος πρέπει να συνδέεται με τη συγκεκριμένη θεότητα ιστορικά και γενεαλογικά, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, η επιλογή καθορίζεται από τη θεότητα μέσω μαντείας, είτε άμεσης προσωπικής έμπνευσης. Σε άλλες περιπτώσεις, ο υποψήφιος επιλέγεται σύμφωνα με ένα πλαίσιο διαδοχής βάσει ιερατικής συγγένειας ή της ιδιότητας μέλους ενός χωριού ή μιας φυλής.[13] Στην ίδια έκθεση αναφέρεται πως δεν τίθεται το ερώτημα κατά πόσο ο τίτλος δύναται να απορριφθεί, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις τοπικές πεποιθήσεις, ο τίτλος αυτός δεν προσφέρεται από ανθρώπους, αλλά γίνεται αυτόματα αποδεκτός, καθότι στις περισσότερες περιπτώσεις χορηγείται από τους θεούς πολύ πριν από τη γέννηση του ατόμου. Μία από τις συνέπειες αυτής της άρνησης μπορεί να είναι η μόνιμη απώλεια αυτού του τίτλου στην οικογενειακή γραμμή διαδοχής ή αναγκαστική εκδίωξη από την κοινότητα σε πιο σοβαρές περιπτώσεις. Όταν ο τίτλος είναι κληρονομικός το πρόσωπο αυτό οφείλει να αποδεχθεί την προσφορά αλλά, αν για κάποιο λόγο αρνηθεί, η κοινότητα δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να εξεύρει αντικαταστάτη. Σε μια τέτοια περίπτωση, η κοινότητα θα αφήσει στην εκάστοτε θεότητα να αποφασίσει, παρόλο που υπάρχουν αναφορές για περιπτώσεις όπου τέτοια άτομα έχουν συστηματικά αποκλειστεί από τις εκδηλώσεις της κοινότητας.[14]

 

·         Πηγή της εν λόγω έρευνας υποδεικνύει ότι είναι δυνατή η άρνηση ενός τέτοιου τίτλου και ότι γενικά δεν υπάρχουν σε γενικές γραμμές συνέπειες πέραν ​​από τον φόβο «της εξαγρίωσης των ανώτερων πνευμάτων», για όσους πιστεύουν σε αυτό. Διαφορετική πηγή, αναφέρει επιπρόσθετα ότι αναμένεται να παρατηρείται σταδιακή αύξηση στον αριθμό των προσώπων που αρνούνται την ανάληψη τέτοιων τίτλων, καθώς ο Χριστιανισμός αντικαθιστά τις «παραδοσιακές πεποιθήσεις» («traditional beliefs»)  στην κεντρική και νότια Νιγηρία και τα περισσότερα άτομα που αρνούνται να κατέχουν τον τίτλο το κάνουν επειδή είναι Χριστιανοί και η χριστιανική θρησκεία δεν είναι συμβατή με τις αρμοδιότητες αυτού του τίτλου. Επισημαίνεται πως οι πληροφορίες αναφορικά με τη συχνότητα των αρνήσεων και τις συνέπειες για ένα άτομο που αρνείται ένα τέτοιο τίτλο που έχει επιλεγεί να τον αναλάβει στη νότια και κεντρική Νιγηρία ήταν περιορισμένες μεταξύ των πηγών που συμβουλεύτηκε ο εκδότης της εν λόγω έρευνας εντός των χρονικών ορίων ετοιμασίας της.[15]

 

Με βάση τα ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το γενικό πλαίσιο ύπαρξης παραδοσιακών θρησκειών στη Νιγηρία, η θέση και ο ρόλος των αρχιερέων, καθώς και η πιθανότητα άσκησης κοινωνικής ή και φυσικής πίεσης προς άτομα που αρνούνται την ανάληψη του αξιώματος, επιβεβαιώνονται από ανεξάρτητες και αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Ωστόσο, οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι η διαδοχή δεν μεταβιβάζεται υποχρεωτικά στον πρωτότοκο υιό, στοιχείο που έρχεται σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του Αιτητή περί αποκλειστικής υποχρέωσης ανάληψης λόγω πρωτοτοκίας. Περαιτέρω, παρότι έχουν καταγραφεί περιπτώσεις άσκησης απειλών, εκφοβισμού, κοινωνικού αποκλεισμού ή φθοράς περιουσίας σε βάρος όσων αρνήθηκαν την ανάληψη του τίτλου, οι περιπτώσεις αυτές εμφανίζονται μεμονωμένες και όχι ως πάγια ή αναπόφευκτη πρακτική. Επίσης, καταγράφεται ότι σε αρκετές περιπτώσεις η άρνηση είναι εφικτή χωρίς σοβαρές υλικές συνέπειες, πέραν του φόβου «πνευματικής τιμωρίας» για όσους συμμερίζονται τις σχετικές πεποιθήσεις.

 

Υπό το πρίσμα αυτό, και λαμβάνοντας υπόψη τον περιορισμένο αριθμό καταγεγραμμένων περιστατικών με βίαιες ή απειλητικές αντιδράσεις, καθώς και την έλλειψη στοιχείων που να τεκμηριώνουν ότι άρνηση ανάληψης του τίτλου οδηγεί κατά κανόνα σε σοβαρή βλάβη ή δίωξη, το Δικαστήριο καταλήγει ότι η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή είναι περιορισμένη. Το ευρύτερο πολιτισμικό και θρησκευτικό πλαίσιο εντός του οποίου εντάσσεται ο ισχυρισμός του επιβεβαιώνεται, πλην όμως οι ειδικότερες περιστάσεις που περιγράφει, όπως η υποχρεωτική ανάληψη λόγω πρωτοτοκίας, η αναπόφευκτη θανάσιμη απειλή και η βεβαιότητα εντοπισμού του σε οποιοδήποτε σημείο της χώρας, δεν υποστηρίζονται επαρκώς από την αντικειμενική πληροφόρηση για τη χώρα καταγωγής.

 

Ενόψει των πιο πάνω ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος.

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και των ισχυρισμών του Αιτητή που έχουν γίνει αποδεκτοί από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα,  καθώς ο συνδεόμενος με τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, ο συναφώς εκπεφρασμένος φόβος του δεν κρίθηκε βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι: 

 

«19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής».

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[16] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[17], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki ElgafajiNoor Elgafaji ν Staatssecretaris van Justitie[18]: 

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34.  Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35.  Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[19] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Enugu, όπου ευλόγως αναμένεται ότι θα επιστρέψει, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:  

 

·         Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας σύμφωνα με το διαδραστικό χάρτη του RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και Ισλαμικού Κράτους (Islamic State in West Africa Province/ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη διεθνής ένοπλη σύγκρουση μεταξύ του Ισλαμικού Κράτους (ISWAP) και της Boko Haram. Από το 2014, η πολυεθνική ομάδα που δημιουργήθηκε (Multinational Joint Task Force) - η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, το Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία- έχει παρέμβει προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[20] 

 

·         Σύμφωνα με την 2024 έκθεση του Nigeria Watch, «το 2024, περίπου το 75% των θανάτων από βίαια περιστατικά στη Νιγηρία σημειώθηκαν στον Βορρά. Αυτό το υψηλό ποσοστό αποδόθηκε κυρίως στην ανταρσία, τη ληστεία στην ύπαιθρο και τις αντιστασιακές επιχειρήσεις από τις κυβερνητικές δυνάμεις, ενώ ο Νότος επηρεάστηκε κυρίως από την εγκληματικότητα, τις διεκδικήσεις υπέρ της Biafra και τα κοινοτικά ζητήματα.» 

 

·         Αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στις νοτιοανατολικές πολιτείες, μία εκ των οποίων και η πολιτεία Enugu, το 2023, οι κύριοι παράγοντες που ενεπλάκησαν σε εντάσεις ήταν οι «αποσχιστικές φατρίες»,  ή η Ομάδα Αυτοχθόνων του Biafra (Indigenous People of Biafra - IPOB) και το Ανατολικό Δίκτυο Ασφαλείας (Eastern Security Network - ESN).[21]

 

·         Περαιτέρωόπως αναφέρεται στην έκθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αναφορικά με τις εξελίξεις στην Δυτική Αφρική και την περιοχή Σάχελ κατά την χρονική περίοδο Δεκεμβρίου 2024Μαρτίου 2025, «[β]άσει δεδομένων από το Armed Conflict Location and Event Data Project, οι δραστηριότητες των ενόπλων, που αρχικά ήταν συγκεντρωμένες στη βορειοανατολική Νιγηρία, έχουν μετατοπιστεί ολοένα και περισσότερο προς τις βορειοδυτικές και ορισμένες νότιες περιοχές της χώρας.[22]

 

·         Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 25.07.2025), στην πολιτεία Enugu, καταγράφηκαν 71 περιστατικά πολιτικής βίας (“Political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 90 θάνατοι.[23] Σημειώνεται πως ο εκτιμώμενος πληθυσμός για την πολιτεία Enugu το 2022 ανήλθε σε 4,690,100 κατοίκους.[24]

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.  Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άντρας, υγιής, με επαρκή μόρφωση, πλήρως ικανός προς εργασία και με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο Αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα και με το πιο πρόσφατο Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 30.05.2025 (Κ.Δ.Π. 145/2025), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Με βάση το σύνολο των ενώπιον μου δεδομένων, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

 

 

Ε. Ρήγα,  Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552.

[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

[3] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007

[4] Βλ. σχετικώς, απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιο Κύπρου, ECLI:CY:AD: 2018:C344,  Α.Ε. 95/2012, ημερ. 06.07.2018, ECLI:CY:AD:2018:C344

[5] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[6] EASO Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus, Ιούνιος 2017, σελ. 52, διαθέσιμο σε: 90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[7] EASO Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus, Ιούνιος 2017, σελ. 52, διαθέσιμο σε: 90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[8] EASO Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus, Ιούνιος 2017, σελ. 52, διαθέσιμο σε: 90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[9] EASO Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus, Ιούνιος 2017, σελ. 52, διαθέσιμο σε: 90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[10] EASO Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus, Ιούνιος 2017, σελ. 52, διαθέσιμο σε: 90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[11] EASO Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus, Ιούνιος 2017, σελ. 54, διαθέσιμο σε: 90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[12] EASO Country of Origin Information Report Nigeria Country Focus, Ιούνιος 2017, σελ. 55, διαθέσιμο σε: 90_1496729214_easo-country-focus-nigeria-june2017.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[13] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author), Nigeria: Consequences for a person refusing a chief priest or a shaman [also called fetish priest] title for which they have been elected in south and central Nigeria; state protection (2019–October 2021) [NGA200792.FE ], 12 Νοεμβρίου 2021, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/de/dokument/2066541.html#:~:text=According%20to%20the%20same%20source,activities%20(Associate%20Professor%2020%20Oct (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[14] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author), Nigeria: Consequences for a person refusing a chief priest or a shaman [also called fetish priest] title for which they have been elected in south and central Nigeria; state protection (2019–October 2021) [NGA200792.FE ], 12 Νοεμβρίου 2021, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/de/dokument/2066541.html#:~:text=According%20to%20the%20same%20source,activities%20(Associate%20Professor%2020%20Oct (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[15] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author), Nigeria: Consequences for a person refusing a chief priest or a shaman [also called fetish priest] title for which they have been elected in south and central Nigeria; state protection (2019–October 2021) [NGA200792.FE ], 12 Νοεμβρίου 2021, διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/de/dokument/2066541.html#:~:text=According%20to%20the%20same%20source,activities%20(Associate%20Professor%2020%20Oct (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[16] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland

[17] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011

[18]Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009

 

[19] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[20] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης

 https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 7/05/2025

[21] Nigeria Watch, Thirteenth Report On Violence In Nigeria 2023, σελ. 14, Annual report 2023 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/08/2025); ISS, Nigeria’s military mistakes cost the country its civilians, 13 Δεκεμβρίου 2023, https://issafrica.org/iss-today/nigerias-military-mistakes-cost-the-country-its-civilians (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/08/2025); European Union Agency for Asylum, Nigeria – Country Focus, Country of Origin Information Report, Ιούλιος 2024, σελ. 45, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-07/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/08/2025)

[22] United Nations Security Council, Activities of the United Nations Office for West Africa and the Sahel, Report of the Secretary-General, S/2025/187, 26 Μαρτίου 2025, παρ. 22, σελ. 6, https://docs.un.org/en/S/2025/187 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/08/2025)

[23] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Nigeria, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 11/08/2025)

[24] City Population, Enugu – Nigeria, Enugu (State, Nigeria) - Population Statistics, Charts, Map and Location (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο