
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 3238/2024
27 Αυγούστου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
U.M.O.
Αιτητή
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας
Μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
....................
Ο αιτητής εμφανίζεται προσωπικά
Ζωή Ποντίκη για Αλ Ταχέρ Μπενέτης, Δικηγόρος για τον αιτητή
Λόρα Βελίκοβα για Ιωάννα Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: : Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 20/5/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 09/09/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές στις 30/08/2022. Αυθημερόν, ο αιτητής παρέλαβε την Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).
Στις 15/05/2024, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του αιτητή από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενη ως «αρμόδια λειτουργός»). Στις 20/05/2024, η αρμόδια λειτουργός ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του αιτητή και αποφάσισε την επιστροφή του στη Νιγηρία.
Στις 23/07/2024, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την αιτιολόγηση της απόφασής της σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε ιδιοχείρως και υπογράφηκε από τον αιτητή αυθημερόν. Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας μέσω του συνηγόρου του, αμφισβητώντας την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσε μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης και δήλωσε πως προωθεί το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια, οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, αλλά και προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία της υπόθεσης και αναφέρει πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη. Επιπλέον, εισηγείται ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών του που θεμελιώνουν το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Κατά συνέπεια, εισηγείται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ορθά απέρριψε το αίτημα του αιτητή για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας και αν εξέδωσε δεόντως αιτιολογημένη απόφαση.
Ο αιτητής κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της εργασίας του και της παρακράτησης των οικονομικών απολαβών του, καθώς επίσης και λόγω διαπληκτισμών στον χώρο εργασίας του. Επιπρόσθετα, ανέφερε πως η σύζυγος του εγκυμονούσε και επιθυμούσε να την φροντίσει. Όπως δήλωσε, ο θείος του τον βοήθησε να μεταβεί στην Κυπριακή Δημοκρατία (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου). Στις 13/09/2022, ενόσω ο αιτητής βρισκόταν ακόμα στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής (ΚεΠΥ) «Πουρνάρα», διενεργήθηκε αξιολόγηση ειδικών αναγκών και ευαλωτότητας του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό μέσω σχετικής συνέντευξης κατά την οποία διαπιστώθηκε πως δεν έχρηζε ειδικών διαδικασιών (ερυθρά 15-23 του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από τη Νιγηρία και συγκεκριμένα από την πολιτεία Lagos, η οποία αποτελεί τόπο γέννησης του. Όπως ανέφερε, τόπος προηγούμενης συνήθους διαμονής του, μεταξύ 2018 και 2022 ήταν η Ikotun της πολιτείας Lagos ενώ είχε διαμείνει, μεταξύ 1990 και 1998 στη περιοχή Suruletre του Lagos, μεταξύ 1998 και 2013 στη περιοχή Iba του Lagos, μεταξύ 2013 και 2016 στην πόλη Awka της πολιτείας Anambra, και μεταξύ 2016 και 2018 στην περιοχή Coker του Lagos (ερυθρό 40, 8Χ, 9X, και 10Χ του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε χριστιανός και ως προς της εθνοτική του καταγωγή Igbo (ερυθρό 40, 7X του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε πως έχει λάβει την ανώτατη εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής του, εφόσον είναι κάτοχος πτυχίου στις θεατρικές τέχνες από το εκπαιδευτικό ίδρυμα Nnamdi Azikiwe (ερυθρό 41, 4Χ του διοικητικού φακέλου), ενώ σε σχέση με το επαγγελματικό του προφίλ δήλωσε πως επέβλεπε τα εμπορεύματα και τα εμπορευματοκιβώτια στο λιμάνι της χώρας του για περίπου πέντε χρόνια (ερυθρό 41, 5Χ του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ανέφερε πως ομιλεί την Αγγλική γλώσσα και Igbo (ερυθρό 41, 6Χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε έγγαμος και με ένα τέκνο ηλικίας περίπου δύο ετών κατά τη στιγμή της συνέντευξης (ερυθρό 41, 7Χ και 8Χ του διοικητικού φακέλου).
Η σύζυγος και ο υιός του αιτητή διαμένουν στην Warri της πολιτείας Delta και υποστηρίζονται οικονομικά από τον αιτητή με τον οποίο διατηρούν καθημερινή επαφή (ερυθρό 40, 5Χ του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ανέφερε επίσης πως διατηρεί επαφή με το θείο του, που διαμένει στην πόλη Abuja και ο οποίος τον βοήθησε να εγκαταλείψει τη Νιγηρία (ερυθρό 40, 4Χ του διοικητικού φακέλου). Όπως δήλωσε, οι γονείς του απεβίωσαν, ενώ η αδερφή του, η οποία είναι έγγαμη και με την οποία διατηρεί καλές σχέσεις, διαμένει στο Μαρόκο (ερυθρό 41, 7Χ και 40, 3Χ του διοικητικού φακέλου).
Όσον αφορά το ταξίδι του προς την Δημοκρατία, αξίζει να σημειωθεί ότι εγκατέλειψε την χώρα του στις 29/08/2022 από την πόλη Abuja έως ότου εισήλθε στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές μέσω Κωσταντινούπολης (ερυθρό 39, 1Χ του διοικητικού φακέλου). Ταξίδεψε μόνος του και δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα κατά την έξοδο του από τη χώρα του (ερυθρό 39, 4Χ του διοικητικού φακέλου). Τέλος, όπως ανέφερε, ουδέποτε έχει συλληφθεί ή φυλακισθεί στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 39, 5Χ του διοικητικού φακέλου).
Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε πως μία μέρα, μία ομάδα ατόμων πλησίασαν τον χώρο εργασίας του και άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως, προκαλώντας πανδαιμόνιο. Όπως εξηγεί, τα άτομα αυτά απαίτησαν να τους παραδώσει τα υπάρχοντα του όπως και έπραξε. Στη συνέχεια, ένα από τα άτομα της ομάδας αυτής μαχαίρωσε τον αιτητή στην πλάτη, τραυματίζοντάς τον. Ο αιτητής κατέρρευσε και συνήλθε αφότου η ομάδα αυτή εγκατέλειψε τον χώρο μετά την συμπλοκή με στρατιωτικές δυνάμεις που είχαν ήδη καταφθάσει.
Στη συνέχεια, ο αιτητής μετέβη σε νοσοκομείο ώστε να λάβει ιατρική περίθαλψη καθότι ήταν τραυματισμένος και αιμορραγούσε από το στόμα και την πλάτη. Κατόπιν, κατάφερε να ειδοποιήσει τον εργοδότη και τη σύζυγο του και να τους ενημερώσει για το που βρισκόταν. Όπως ανέφερε αυτό το περιστατικό ήταν το τρίτο κατά σειρά παρόμοιο περιστατικό από το οποίο γλίτωσε από τα πυρά ατόμων και πως κατόπιν προτροπής από την σύζυγο και τον θείο του εγκατέλειψε τη χώρα με την οικονομική υποστήριξη του τελευταίου. Ο αιτητής δήλωσε επίσης πως η σύζυγος του δεν τον ακολούθησε επειδή εγκυμονούσε (για όλα τα ανωτέρω βλ. ερυθρά 39, 6Χ και 38, 1Χ του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του. Ο αιτητής, κατόπιν διευκρινιστικής ερωτήσεως της αρμόδιας λειτουργού, επιβεβίωσε πως διέφυγε της χώρας του ώστε να απαλλαχθεί από τον κίνδυνο αυθαίρετων πυροβολισμών (ερυθρό 38, 2Χ του διοικητικού φακέλου). Πρόσθετα, σε ερώτηση της λειτουργού, επανέλαβε πως εργαζόταν από το 2018 σε μία ιδιωτική εταιρία η οποία βρισκόταν στο λιμάνι (ερυθρό 38, 3Χ του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με το τελευταίο περιστατικό που έλαβε χώρα στο λιμάνι, ο αιτητής ανέφερε πως η ομάδα ατόμων επονομαζόταν ‘1000 boys’ και ότι τον Ιούλιο του 2022 εισήλθαν στον χώρο με σκοπό να ληστέψουν τα άτομα που βρίσκονταν εκεί (ερυθρό 38, 4Χ και 5Χ του διοικητικού φακέλου).
Όπως δήλωσε, δεν γνώριζε προσωπικά κάποιο από αυτά τα άτομα και ανέφερε πως ουδέποτε είχαν συλληφθεί (ερυθρά 38, 9Χ, 10Χ και 37, 5Χ του διοικητικού φακέλου). Όπως ανέφερε, ουδέποτε είχε αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα μαζί τους στο παρελθόν (ερυθρό 37, 11Χ του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ανέφερε πως τον Απρίλιο του 2021 τα ίδια άτομα είχαν επιτεθεί στον χώρο εργασίας του και πως το περιστατικό είχε λήξει με παρέμβαση των αρχών (ερυθρό 37, 12Χ – 22Χ του διοικητικού φακέλου), επιβεβαίωσε δε πως προσωπικά δεν υπέστη κάποια βλάβη (ερυθρό 36, 1Χ του διοικητικού φακέλου).
Στην ερώτηση για ποιο λόγο δεν μετοίκησε στο χωριό στο οποίο βρισκόταν η σύζυγος του, απάντησε ότι δεν υπήρχαν εργασιακές ευκαιρίες στην εν λόγω περιοχή (ερυθρό 36, 2Χ του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με τη δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης του αιτητή σε άλλο σημείο της χώρας καταγωγής του, ο αιτητής υποστήριξε πως θα ήταν δυνατή η μετεγκατάστασή του, αλλά ανέφερε πως δεν θα είχε πρόσβαση σε ίσες ευκαιρίες εργασίας (ερυθρό 36, 3Χ του διοικητικού φακέλου). Επιπλέον ανέφερε πως οι αρχές της χώρας καταγωγής του θα επέτρεπαν την εκ νέου είσοδο του στη χώρα (ερυθρό 36, 7Χ του διοικητικού φακέλου).
Η αρμόδια λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε ο αιτητής κατά τη συνέντευξή του, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή της δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του αιτητή ως κατωτέρω: (1) Την ταυτότητα, την χώρα καταγωγής, τα προσωπικά στοιχεία και το προφίλ του αιτητή και (2) Ο ισχυρισμός περί του ότι απετέλεσε θύμα επίθεσης από αγνώστους στον χώρο εργασίας του. Η αρμόδια λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή, καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, η αρμόδια λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις του αιτητή δεν ήταν επαρκώς συνεπείς και λεπτομερείς. Ειδικότερα, όπως καταγράφεται στην έκθεση, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει συνεκτικώς και λεπτομερώς επαρκή στοιχεία τόσο σε σχέση με την ταυτότητα των επιτιθέμενων ατόμων, όσο και σε σχέση με το περιστατικό της επίθεσης (ερυθρό 63 του διοικητικού φακέλου). Δεν γνώριζε ποια ακριβώς ήταν αυτά τα άτομα και οι απαντήσεις του χαρακτηρίστηκαν από ασάφεια (ερυθρό 62 του διοικητικού φακέλου).
Επίσης ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει επαρκώς το πρώτο περιστατικό στο οποίο ενεπλάκη με τα ίδια άτομα και σε κάθε περίπτωση, εξήγησε πως η επίθεση αυτή δεν τον απέτρεψε από το να συνεχίσει να διεκπεραιώνει τα καθήκοντα του στον χώρο εργασίας του (ερυθρό 62 του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ο αιτητής δήλωσε πως δεν μετεγκαταστάθηκε σε άλλη περιοχή στη χώρα καταγωγής του επειδή δεν θα είχε ίσες ευκαιρίες εργασίας (ερυθρό 62 του διοικητικού φακέλου). Όσον αφορά στην εξωτερική αξιοπιστία, η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι δεδομένης της προσωπικής φύσης των ισχυρισμών του αιτητή, ήταν αδύνατο να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ως εκ τούτου, απέρριψε τον εν λόγω ισχυρισμό στο σύνολό του λόγω μη τεκμηριωμένης εσωτερικής αξιοπιστίας.
Υπό το φως του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή, η αρμόδια λειτουργός συνήγαγε κατά την αξιολόγηση μελλοντοστραφούς κινδύνου, αφού παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση στη χώρα καταγωγής του, ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν. 6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, καθότι με βάση έρευνα που διεξήγαγε ο αρμόδιος λειτουργός διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση στον τόπο καταγωγής του, στην οποία βρίσκεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή και στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, δεν χαρακτηρίζεται από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύγκρουση και ως εκ τούτου, δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης, εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τους συνηγόρους του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση. Με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος ορθά έγινε αποδεκτός, δεν θεωρώ αναγκαίο να ασχοληθώ. Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, θα πρέπει να αναφέρω πως διαφαίνεται από το αφήγημά του ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προβάλει τον ισχυρισμό του με συνέπεια και λεπτομέρεια, αφού δεν παρουσίασε με τρόπο συνεκτικό και λεπτομερή τα όσα αφορούν τον πυρήνα του αιτήματός του. Ο αιτητής δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για τον κίνδυνο που διέτρεχε και δεν περιέγραψε τα στοιχεία αυτά που κατά τον ισχυρισμό του θα τον έθεταν σε κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Ενόψει των ανωτέρω δεδομένων διαπιστώνω πως η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του δεν τεκμηριώθηκε, εφόσον στήριξε τον πυρήνα του αιτήματός του σε γενικές και αόριστες αναφορές.
Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή, διαφαίνεται πως τα ζητήματα που θέτει είναι εντελώς προσωπικής φύσεως και δεν δύναται να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που αφορούν τη χώρα καταγωγής του. Κατά συνέπεια, με δεδομένο ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του, εφόσον προέβη σε αοριστίες και γενικολογίες κατά το αφήγημά του, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής […]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Ως νομολογιακά έχει κριθεί, γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, καθώς και ισχυρισμοί για κίνδυνο ζωής χωρίς στοιχειοθετημένες και τεκμηριωμένες αναφορές, δεν θεμελιώνουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ώστε να ισοδυναμεί με εκείνη της προσβολής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση και δεν στοιχειοθετεί περιστάσεις, οι οποίες λαμβανομένης υπόψη της εξατομικευμένης κατάστασης του αιτητή να συνιστούν απειλή έτσι ώστε ευλόγως να δύναται να θεωρηθεί ότι ο αιτητής έχει βάσιμο φόβο δίωξης (βλ. απόφασή στην υπόθεση υπ' αριθμόν 121/20, A.S.R. v. Κυπριακή Δημοκρατία, ημερομηνίας 31/7/2020).
Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης στο σύνολό της, κρίνω ότι δεν υπάρχει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Κατά συνέπεια, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχω αναλύσει ανωτέρω, ορθά κρίθηκε από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ότι δεν στοιχειοθετούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6(Ι)/2000, για να παρασχεθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).
Ο αρμόδιος λειτουργός, διεξήγαγε έρευνα για την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή, από την οποία προέκυψε ότι δεν υφίστατο εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετώπιζε δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Σύμφωνα με την έκθεση (2024) της EUAA για τη Νιγηρία, «Το 2023, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο για τη Νιγηρία (Nigeria Watch), η κυριότερη μορφή βίας και θανάτων στη χώρα ήταν η εγκληματική δραστηριότητα, την οποία ακολουθούσαν τα πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα, και τα τροχαία ατυχήματα. Οι εγκληματικές δραστηριότητες περιλάμβαναν τις δραστηριότητες ομάδων cult (cultism), τις αγροτικές ληστείες, τις απαγωγές, και τις συγκρούσεις αγροτών/κτηνοτρόφων∙ οι βορειοκεντρικές και βορειοδυτικές περιοχές (North-Central and North-West regions) παρουσιάζονται ως οι πιο επηρεασμένες. Το Αφρικανικό Κέντρο Εποικοδομητικής Επίλυσης Συγκρούσεων (African Center for the Constructive Resolution of Disputes, ACCORD) διευκρίνισε ότι οι αγροτικές κοινότητες «έχουν γίνει ανασφαλείς και αμφισβητούμενοι χώροι, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από περιορισμένη κρατική παρουσία, ανεπαρκείς υποδομές και λιγοστούς πόρους». Οι αγροτικές περιοχές έχουν γίνει κόμβοι εγκληματικών δραστηριοτήτων και βίαιων συγκρούσεων στη Νιγηρία, και συγκεκριμένα στο βόρειο τμήμα της χώρας, όπου η τρομοκρατία, οι ληστείες, οι εξεγέρσεις, και οι απαγωγές βρίσκονταν σε αύξηση».[1]
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πολιτεία Lagos της Νιγηρίας, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 15/08/2025), καταγράφηκαν 98 περιστατικά πολιτικής βίας[2] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 66 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[3] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Lagos για το έτος 2025 εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 17,156,400 κατοίκους.[4]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του εκεί να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, υγιής, με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.
Οι καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Από τα στοιχεία του φακέλου που έχω ενώπιον μου, μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την προσβαλλόμενη απόφαση και ούτως ή άλλως διαφαίνεται η αιτιολογία της απόφασης και από το κείμενό της (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνύδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97). Από όσα έχω επεξηγήσει ανωτέρω προκύπτει ότι, το αρμόδιο όργανο έλαβε δεόντως και επαρκώς αιτιολογημένη απόφαση. Συνεπώς, ο ισχυρισμός των ευπαίδευτων συνηγόρων του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, απορρίπτεται στο σύνολό του.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EUAA, Nigeria – Country Focus, July 2024, σελ. 19, 2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf
[2] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).
[3] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Lagos)
[4] World Population Review, https://worldpopulationreview.com/cities/nigeria/lagos
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο