H.O.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4043/2023, 13/8/2025
print
Τίτλος:
H.O.N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 4043/2023, 13/8/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.:  4043/2023

13 Αυγούστου, 2025

[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

H.O.N.,

από Νιγηρία

                                Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Δικηγόρος για Αιτητή: Γ. Καρατσιόλη (κα) για Χρ. Ματθαίου (κα)

Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Χαραλάμπους (κα) για Α. Φιλίππου (κος) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής αμφισβητεί την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερ.  31.08.2023, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση ασύλου, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

 

Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).

 

Ο Αιτητής κατάγεται από την Νιγηρία, την οποίαν εγκατέλειψε στις 01.02.2022 και εισήλθε στις 02.02.2022 χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών υποβάλλοντας στις 10.11.2022 αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 26.07.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός»), ο οποίος στις 29.08.2023 υπέβαλε Εισηγητική Έκθεση προς  τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου υπάλληλος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 31.08.2023 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η απόφαση αυτή αποτελεί το αντικείμενο της υπό εξέταση προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

 

Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση του ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών περιστατικών της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφαρμόζοντας τον Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.

 

 

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

 

Αναφορικά με τον εναπομείναντα λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνω ότι αυτός προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή[1]. Τούτο δε, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2]. Έχει πλειστάκις λεχθεί και από το παρόν Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία[3], ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[4]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας, χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως.

 

Εν πάση περιπτώσει, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[5], θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τον έστω γενικόλογο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

Ως  εκ  τούτου , προσέγγισα  το  θέμα  με  βάση  τα  ενώπιόν  μου  στοιχεία  και  το

περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.

 

Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για να αναζητήσει άσυλο λόγω του ότι ο θείος του είχε σκοπό να σκοτώσει τον ίδιο καθώς ήταν ο μοναδικός γιος για να πάρει την περιουσία του πατέρα του, ενώ καταγράφει πως είχε ήδη σκοτώσει τον πατέρα του (βλ. ερ. 1 του δ.φ.).

 

Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης του, ο Αιτητής ανέφερε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας, γεννηθείς στην πόλη Orlu, της πολιτείας Imo ενώ διέμεινε για περίοδο 8 μηνών, στο Lagos, ωστόσο ως περιοχή τελευταίας διαμονής του, δήλωσε την πόλη Orlu. Δήλωσε Χριστιανός στο θρήσκευμα, καθώς και ότι μιλάει την αγγλική γλώσσα και τη διάλεκτο Igbo. Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε άγαμος, ενώ ως προς τα μέλη της οικογένειάς του, ανέφερε ότι ο πατέρας του έχει αποβιώσει, αποδίδοντας την ευθύνη για τον θάνατό του στον θείο του (αδελφό του πατέρα του). Επιπλέον, δήλωσε ότι η μητέρα του διαμένει στην πόλη Orlu, με την οποία διατηρεί τακτική επικοινωνία και ότι κάποια από τα ξαδέλφια του διαμένουν στην πολιτεία Imo, ενώ άλλα στην πολιτεία Abia. Όσον αφορά το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ σε σχέση με την εργασιακή του εμπειρία, ανέφερε ότι εργάστηκε για ένα έτος σε εργοστάσιο παραγωγής ζυμαρικών στο Lagos. Στη συνέχεια, απασχολήθηκε στον τομέα της κατασκευής αλουμινίου, ασκώντας, ως δήλωσε, χειρωνακτική εργασία («handwork in aluminum»), στο Orlu.

 

Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής επανέλαβε ότι ο βασικός λόγος που τον ώθησε να εγκαταλείψει τη Νιγηρία ήταν οι συνεχείς απειλές από τον πατρικό του θείο. Ο τελευταίος, τον Ιούνιο του 2021, στο Orlu, προσέλαβε μια ομάδα ανδρών οι οποίοι τον ξυλοκόπησαν. Ο Αιτητής πέρασε εβδομάδες στο νοσοκομείο και, όταν ανάρρωσε, επέστρεψε στο σπίτι του. Τη δεύτερη φορά, τον Οκτώβριο του 2021, και πάλι στο Orlu, ο θείος του μετέβη στην οικία του για να του επιτεθεί και με η μητέρα του να τον συμβουλέψει να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (Ερ. 27 του δ.φ.).

 

Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, ζητήθηκε από τον Αιτητή να περιγράψει τα γεγονότα που, σύμφωνα με τον ίδιο, ακολούθησαν όταν ο θείος του, από την πλευρά του πατέρα του, φέρεται να σκότωσε τον πατέρα του. Ερωτήθηκε για τον λόγο της δηλητηρίασης, τον τρόπο με τον οποίο πληροφορήθηκε ότι επρόκειτο για δηλητηρίαση, καθώς και για το αν το νοσοκομείο προσδιόρισε την αιτία θανάτου. Ο Αιτητής απάντησε ότι ο θείος του δηλητηρίασε τον πατέρα του, χωρίς όμως να γνωρίζει πού ή με ποιον τρόπο έγινε αυτό. Ως προς το κίνητρο, ανέφερε αόριστα ότι ο θείος του ήταν «ανόητος» και επιδίωκε να του αποσπάσει την περιουσία. Υποστήριξε, χωρίς να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία, ότι θεωρεί τον θείο του υπεύθυνο, επειδή «κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να τον δηλητηριάσει». Επισήμανε ότι το νοσοκομείο διέγνωσε δηλητηρίαση, βασιζόμενο στο γεγονός ότι ο πατέρας του είχε κάνει εμετό με αίμα (βλ. ερ. 26-25 του δ.φ.).

 

Περαιτέρω, κληθείς να αναφέρει το έτος και τον μήνα ταφής του πατέρα του, απάντησε: «Ιούλιος του 2021», ενώ κατόπιν επισήμανσης του Λειτουργού ότι σε προηγούμενη απάντησή του είχε δηλώσει πως ο πατέρας του απεβίωσε τον Σεπτέμβριο του 2017, ο Αιτητής ανέφερε αρχικά ότι η ταφή πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2021. Στη συνέχεια, ωστόσο, διόρθωσε την απάντησή του, δηλώνοντας ότι η ταφή έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2018, αποδίδοντας την αρχική ασυνέπεια σε σύγχυση (βλ. Ερ. 26 του δ.φ.).

 

Ερωτηθείς εάν αναζήτησε βοήθεια από τις αστυνομικές αρχές, ή εάν ο ίδιος ή η μητέρα του ανέφερε το περιστατικό στην αστυνομία, απάντησε αρνητικά, με την δικαιολογία πως ήδη γνώριζαν πως υπαίτιος για την δηλητηρίαση ήταν ο θείος του (βλ. ερ. 25 του δ.φ.).

 

Αναφορικά με τον πραγματικό του φόβο σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει κίνδυνος ο θείος του να τον σκοτώσει, προκειμένου να του αποσπάσει την περιουσία του, δεδομένου ότι είναι ο μοναδικός γιος (βλ. Ερ. 27 του δ.φ.).

 

Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση

 

Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, παρατηρώ ότι ο Λειτουργός διαχώρισε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς:

 

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από τον Λειτουργό καθώς, ως κρίθηκε, στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

Ο δεύτερος  αφορούσε τον ισχυρισμό ότι ο πατρικός του θείος δηλητηρίασε τον πατέρα του για να πάρει την περιουσία του και συνεπακόλουθα ο πατέρας του απεβίωσε στις 28.09.2017 και ο τρίτος στις ισχυριζόμενες απειλές από το θείο του, το 2021, με σκοπό να κλέψει την περιουσία του πατέρα του Αιτητή. Και οι δύο αυτοί ισχυρισμοί απορρίφθηκαν.

 

Συγκεκριμένα, ως προς το δεύτερο ισχυρισμό, αυτός κρίθηκε ως μη επαρκώς τεκμηριωμένος καθώς, ως κρίθηκε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του. Πιο συγκεκριμένα, δεν μπορούσε να παράσχει καμία συγκεκριμένη πληροφορία, λέγοντας με αόριστο τρόπο: «Ο θείος μου τον δηλητηρίασε. Δεν ξέρω πού τον δηλητηρίασε, αν έριξε δηλητήριο στο νερό ή κάπου αλλού· δεν ξέρω, αλλά τον δηλητηρίασε.» (“My uncle poisoned him. I don’t know where he poisoned him, if he put poison in the water or somewhere else; I don’t know, but he poisoned him.”) Ερωτηθείς για ποιο λόγο ο θείος του ήθελε να δηλητηριάσει τον πατέρα του, ο Αιτητής απάντησε με αοριστία, λέγοντας ότι είναι «ένας ανόητος άνθρωπος και ήθελε να του πάρει την περιουσία» («is a stupid man and because he wanted to take from him his properties»). Δήλωσε με υποθετικό τρόπο ότι πίστευε πως ο θείος του ήταν ο δράστης, καθώς «κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να τον δηλητηριάσει» (“nobody else could have poisoned him”). Επιπλέον, όταν του δόθηκε η ευκαιρία να αναφερθεί στην ταφή του πατέρα του και στις συνθήκες υπό τις οποίες αυτή έλαβε χώρα, ο Αιτητής προέβη σε ασυνάρτητες δηλώσεις. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι ο πατέρας του απεβίωσε τον Σεπτέμβριο του 2017, αλλά τάφηκε τον Ιούλιο του 2021, δηλαδή τέσσερα έτη μετά τον θάνατό του.

 

Όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει την ως άνω ασυνέπεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι είχε μπερδευτεί. Στη συνέχεια, ανέφερε εκ νέου, με ασυνεπή τρόπο, ότι ο πατέρας του τάφηκε τον Ιούλιο του 2018. Όταν του ζητήθηκε να επιβεβαιώσει εάν η ταφή έλαβε χώρα ένα έτος μετά τον θάνατο του πατέρα του, απάντησε αντιφατικά, δηλώνοντας ότι στην πραγματικότητα «τον θάψαμε αμέσως μετά τον θάνατό του, δηλαδή βάλαμε το σώμα του στο έδαφος και στη συνέχεια, το 2018, πραγματοποιήσαμε την τελετή» (“Actually, we just buried him just after he diedI mean, we put his body in the ground and then in 2018 we did the ceremony”).

 

Επιπλέον, παρ’όλο που ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του φέρεται να δηλητηρίασε μέχρι θανάτου τον πατέρα του, με σκοπό να ιδιοποιηθεί την περιουσία του, στη συνέχεια προέβη σε ασυνεπή δήλωση, αναφέροντας ότι ο θείος του δεν έλαβε τελικά την περιουσία, καθώς ο ίδιος (ο Αιτητής) ήταν ο ιδιοκτήτης της εν λόγω περιουσίας. Περαιτέρω, ο Αιτητής επιβεβαίωσε, και πάλι με αντίφαση προς τα προηγούμενα λεγόμενά του, ότι δεν του συνέβη τίποτα σε σχέση με τον θείο του κατά το διάστημα μεταξύ 2017-2021.

 

Όσον αφορά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ο Λειτουργός έκρινε πως τα όσα ο Αιτητής ανέφερε στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, λόγω της εγγενώς υποκειμενικής φύσεως τους. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του απορρίφθηκε.

 

Ως προς το τρίτο ισχυρισμό, αναφορικά με τις ισχυριζόμενες απειλές από το θείο του, το 2021, με σκοπό να κλέψει την περιουσία του πατέρα του Αιτητή, αυτός κρίθηκε ως μη επαρκώς τεκμηριωμένος καθώς, ως κρίθηκε, δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του. Πιο συγκεκριμένα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει λεπτομερείς εξηγήσεις και περιορίστηκε σε γενικές δηλώσεις ότι ο θείος του τον είχε απειλήσει «πάρα πολλές φορές». Ανέφερε, περαιτέρω, ότι ο θείος του φέρεται να προσέλαβε ομάδα ανδρών για να του επιτεθούν στον δρόμο, τον Ιούνιο του 2021, και ότι τον Οκτώβριο του ίδιου έτους μετέβη ο ίδιος ο θείος του στην οικία του, προκειμένου να του επιτεθεί. Σε σχέση με το υποτιθέμενο περιστατικό του Ιουνίου 2021, το οποίο, κατά τον Αιτητή, έλαβε χώρα στην περιοχή Orlu, δήλωσε ότι, ενώ επέστρεφε στην οικία του, δέχθηκε επίθεση από ομάδα ανδρών οι οποίοι τον ξυλοκόπησαν, χωρίς να του απευθύνουν τον λόγο, με αποτέλεσμα να τραπεί σε φυγή. Όταν ρωτήθηκε τι τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω άνδρες είχαν προσληφθεί από τον θείο του, αφού δεν του είπαν τίποτα, απάντησε αόριστα και υποθετικά ότι το γνώριζε, επειδή, όπως ανέφερε, «ο θείος του είναι κακός άνθρωπος».

 

Αναφορικά με το δεύτερο περιστατικό επίθεσης, ήτοι τη φερόμενη επίσκεψη του θείου του στην οικία του τον Οκτώβριο του 2021, ο Αιτητής δεν επανέλαβε τις απειλές κατά της ζωής του, όπως είχε ισχυριστεί κατά τη συνέντευξη. Αντιθέτως, ανέφερε αόριστα ότι, όταν ο θείος του επισκέφθηκε την οικία του, φέρεται — κατόπιν σχετικών ερωτήσεων — ότι είχε την πρόθεση να τον χτυπήσει και ότι, όταν ο Αιτητής τον «προκάλεσε» κοιτάζοντάς τον στα μάτια, οδήγησε τον θείο του στο να τον χτυπήσει. Σύμφωνα με τον Αιτητή, γείτονες έσπευσαν στην οικία ύστερα από τις φωνές και τους χώρισαν. Ακολούθως, ανέφερε αντιφατικά ότι, όταν οι γείτονες ρώτησαν τον θείο του για τον λόγο της επίθεσης, εκείνος δεν ήταν σε θέση να δώσει εξήγηση, ενώ παράλληλα δήλωσε ότι ο θείος του δεν του αποκάλυψε τους λόγους της επίσκεψής του, γεγονός που υπονόμευσε περαιτέρω την αξιοπιστία του ισχυρισμού.

Ερωτηθείς αν, μετά το εν λόγω περιστατικό και έως την αναχώρησή του από τη Νιγηρία την 01.02.2022 — διάστημα κατά το οποίο διέμενε επί τρεις μήνες στο ίδιο χωριό (Orlu) όπου κατοικεί και ο θείος του — είχε δεχθεί οποιαδήποτε προσέγγιση από οποιονδήποτε, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Επιπλέον, επιβεβαίωσε ότι, μετά την αναχώρησή του, η μητέρα του, η οποία εξακολουθεί να κατοικεί στο Orlu, δεν έχει δεχθεί ποτέ οποιαδήποτε ενόχληση από τον θείο του σε σχέση με τις περιουσίες του αποβιώσαντα πατέρα του.

 

Όσον αφορά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ο Λειτουργός έκρινε πως τα όσα ο Αιτητής ανέφερε στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, λόγω της εγγενώς υποκειμενικής φύσεως τους. Κατά συνέπεια, ο άνω ισχυρισμός απορρίπτεται.

 

Εν συνεχεία, ο Λειτουργός προχώρησε σε εκτίμηση του μελλοντοστραφούς κινδύνου του Αιτητή, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού. Κατά την εκτίμηση αυτή ο Λειτουργός κατέληξε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής θα κινδυνεύσει με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Παρατέθηκαν σχετικώς πληροφορίες γενικού περιεχομένου για την κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία, με έμφαση στην πολιτεία Imo και συγκεκριμένα στο Orlu, καταλήγοντας πως με βάση τις πληροφορίες αυτές διαφαίνεται πως στην εν λόγω πολιτεία δεν παρατηρούνται συνθήκες ενόπλων συγκρούσεων. Ως προς την κατάσταση ασφαλείας στο τόπο καταγωγής και διαμονής του Aιτητή ο Λειτουργός κατέγραψε ότι στη πολιτεία Imo και συγκεκριμένα στο Orlu, δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής σύρραξης.

 

Κατά τη Νομική Ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το Άρθρο 1Α 2 της συνθήκης της Γενεύης και του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 αφού δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του Αιτητή τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Όσον αφορά την υπαγωγή του στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας ο Λειτουργός ανέφερε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 καθώς ο Αιτητής εάν επέστρεφε στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) ή να υφίστατο βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (β).  Κρίθηκε περαιτέρω αναφορικά με το άρθρο 19 (2) (γ), ότι ο Αιτητής επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτής άσκησης βίας σε συνθήκες ένοπλης σύρραξης.

 

Η εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του Λειτουργού, όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά τη διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

 

Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι λόγω του ότι οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς, δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις του επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο λειτουργός ασύλου.

 

Αναφορικά με το δεύτερο  και τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, συμφωνώ και συντάσσομαι με την ανάλυση στην οποία προχώρησε ο Λειτουργός και τους λόγους για τους οποίους κρίθηκαν αντίστοιχα ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστοι οι ισχυρισμοί του (Ερ. 48-46 του δ.φ.)

 

Έχοντας εξετάσει τα όσα δήλωσε ο Αιτητής, κρίνεται ότι η αξιολόγηση του Λειτουργού ως προς την αξιοπιστία του είναι, σε γενικές γραμμές, ορθή, πλήρης και επαρκώς αιτιολογημένη. Ειδικότερα, ο Λειτουργός προέβη σε λεπτομερή ανάλυση του αφηγήματος του Αιτητή, εστιάζοντας εύστοχα στις εσωτερικές αντιφάσεις του, καθώς και στην έλλειψη εξωτερικών στοιχείων που να το ενισχύουν. Η κεντρική θέση του Αιτητή — ότι ο θείος του σκότωσε τον πατέρα του και στη συνέχεια απείλησε τον ίδιο με σκοπό να ιδιοποιηθεί την πατρική περιουσία — αξιολογήθηκε ως ασαφής, αντιφατική και ανεπαρκώς τεκμηριωμένη, στοιχείο που δικαιολογεί την απόρριψή της.

 

Είναι και η δική μου θέση ότι ο Αιτητής δεν προσκόμισε καμία ανεξάρτητη ή αντικειμενική απόδειξη υπέρ των ισχυρισμών του· η αφήγησή του στηρίζεται αποκλειστικά σε προσωπικές δηλώσεις, χωρίς οποιαδήποτε εξωτερική επιβεβαίωση ή έγγραφα, όπως ιατρική διάγνωση της αιτίας θανάτου από το νοσοκομείο.
Επιπλέον, ορθώς επισημάνθηκε από τον Λειτουργό η ύπαρξη σοβαρών χρονολογικών και λογικών ασυνεπειών, μεταξύ των οποίων η αδυναμία του Αιτητή να προσδιορίσει με ακρίβεια τον χρόνο επέλευσης ορισμένων περιστατικών και η μεταβολή των περιγραφών του αναφορικά με τον θάνατο και την ταφή του πατέρα του.

 

Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίνω σκόπιμο να επισημάνω, σχετικά με τις απειλές και επιθέσεις προς το πρόσωπο του, ότι ο Αιτητής ανέφερε με γενικότητα πως ο θείος του φέρεται να προσέλαβε «κάποιες ομάδες ανδρών» για να του επιτεθούν στο δρόμο, χωρίς ωστόσο να παρέχει περισσότερες πληροφορίες ως θα αναμενόταν.

  

Πέραν των ανωτέρω, σημειώνεται ότι ο Αιτητής δήλωσε πως δεν απευθύνθηκε στις αρχές της χώρας καταγωγής του για την παροχή προστασίας, γεγονός το οποίο θα ήταν αναμενόμενο εάν πράγματι αντιμετώπιζε σοβαρές και άμεσες απειλές κατά της ζωής του. Η πλήρης απουσία οποιασδήποτε αναφοράς σε καταγγελία ή προσπάθεια λήψης προστασίας από τις νιγηριανές αρχές καθιστά αμφίβολο κατά πόσο ο ίδιος θεωρούσε ότι βρισκόταν σε πραγματικό κίνδυνο. Τα εν λόγω στοιχεία ενισχύουν την ορθότητα της κρίσης περί απόρριψης του ισχυρισμού ως αναξιόπιστου, υπό το πρίσμα της εσωτερικής συνοχής και συνολικής αξιολόγησης αξιοπιστίας.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου και τρίτου ισχυρισμού, ως γεγονός που εδράζεται στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής του Αιτητή, το εν λόγω περιστατικό δεν είναι επιδεκτικό επαλήθευσης μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Η αδυναμία εξωτερικής τεκμηρίωσης καθιστά ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη ο Αιτητής να προσκομίσει έναν πειστικό, συνεκτικό και απαλλαγμένο αντιφάσεων ισχυρισμό, βάσει του οποίου να δύναται να στηριχθεί ευλόγως η πεποίθηση περί της πραγματικής τέλεσης των αναφερόμενων γεγονότων. Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να προσφέρει τέτοιο αφήγημα·

 

Δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας, της γενικότητας και της αντιφατικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής του συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EASO (νυν EUAA), Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System[6], σελ.169 όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:

 

«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»

 

Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.

 

Καταλήγω συνεπώς ότι οι ανωτέρω ισχυρισμοί του Αιτητή δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί και αυτοί απορρίπτονται για τους λόγους που έχουν ανωτέρω επεξηγηθεί. Πρόσθετα, ενόψει των πιο πάνω, ο ισχυρισμός του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, δεν ευσταθεί και απορρίπτεται ως αβάσιμος.

 

Υπό το φως των προλεχθέντων και των ισχυρισμών του Αιτητή που έχουν γίνει αποδεκτοί από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα,  καθώς ο συνδεόμενος με τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, ο συναφώς εκπεφρασμένος φόβος του δεν κρίθηκε βάσιμος και δικαιολογημένος.

 

Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι: 

 

«19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής».

 

Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :

 

(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή

 

(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή

 

(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).

 

Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[17] ότι συνιστούν:

 

«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» 

(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)

 

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[18], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki ElgafajiNoor Elgafaji ν Staatssecretaris van Justitie[19]: 

 

 «33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

 

34.  Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

 

35.  Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

 

36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται  από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».

 

37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.

 

38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.

 

39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[7] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι τη πολιτεία Imo της Νιγηρίας, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:  

·                Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας -η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, τον Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία- έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς. 

 

·                Στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας, οι κύριοι παράγοντες αποσταθεροποίησης είναι σύμφωνα με την έκθεση της EUAA για τη Νιγηρία του Ιουλίου 2024, οι αυτονομιστικές φατρίες, άγνωστοι ένοπλοι καθώς και οι δυνάμεις ασφαλείας[8]. Το 2023 οι κύριοι παράγοντες που εμπλέκονται στις εντάσεις στη Νοτιοανατολική ήταν οι «αποσχιστικές φατρίες» ή οι Ιθαγενείς της Μπιάφρα (IPOB) και το Ανατολικό Δίκτυο Ασφαλείας (ESN)[9]. Οι αυτονομιστές της Μπιάφρα, έχουν αντικαταστήσει το νόμο στις νοτιοανατολικές πολιτείες. Άγνωστοι ένοπλοι ήταν επίσης παρόντες στα Νοτιοανατολικά καθ' όλη τη διάρκεια του 2023[10], καθώς και κρατικές δυνάμεις ήταν επίσης παρούσες στη Νοτιοανατολική περιοχή το 2023[11]. Επιπλέον, τα περισσότερα βίαια επεισόδια που σχετίζονται με τις εκλογές, ή το 60%, σημειώθηκαν στη νότια περιοχή και συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, στην πολιτεία Imo[12].

·                Τέλος, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 18.07.2025), καταγράφηκαν 89 περιστατικά ασφαλείας πολιτικής βίας (”political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 169 θάνατοι.[13] Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της πολιτείας Imo το 2022 ανερχόταν σε 5,459,300 κατοίκους.[14]

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.  Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι ενήλικας άντρας, υγιής, μορφωμένος, πλήρως ικανός προς εργασία και με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, με συγγενείς πρώτου βαθμού στην χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά κατά την ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).

Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου, πρόσθετα και συμπληρωματικά των ανωτέρω, ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών, ημερομηνίας 30.05.2025 (Κ.Δ.Π. 145/2025), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

Με βάση το σύνολο των ενώπιον μου δεδομένων, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

 

 

Ε. Ρήγα,  Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


 



[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14 ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2 η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552

[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

[3] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598

[4] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007

[5] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).

[6] Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System' (2023), 136 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023- 02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 08.11.2024)

[7] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[8] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Nigeria- Country Focus, July 2024 

https://www.ecoi.net/en/file/local/2112320/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/08/2025)

 

[9] Nigeria Watch, Annual Report 2023, n.d., https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports/NGA-Watch-Report23VF.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/08/2025)

[10] AI, Amnesty International Report 2023/2024 - Nigeria, 24 April 2024 https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2024/04/WEBPOL1072002024ENGLISH.pdf

[11] Nigeria Watch, Annual Report 2023, n.d., https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports/NGA-Watch-Report23VF.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/08/2025)

[12] CDD and ACLED, Nigeria's 2023 Election Security Landscape - Drivers, Actors and Emerging Challenges, 22 December 2023, https://www.cddwestafrica.org/uploads/reports/file/Nigeria%E2%80%99s-2023-Election-Security-Landscape---Drivers,-Actors-and-Emerging-Challenges.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/08/2025)

[13] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Nigeria, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/08/2025)

[14] City Population. (n.d.). Nigeria: Imo State. Διαθέσιμο: https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 06/08/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο