M.A.B. , ασυνόδευτος ανήλικος από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και τώρα στην Πάφο, δια της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 4064/23, 14/8/2025
print
Τίτλος:
M.A.B. , ασυνόδευτος ανήλικος από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και τώρα στην Πάφο, δια της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 4064/23, 14/8/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 4064/23

14 Αυγούστου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

 

M.A.B. (ARC XXX), ασυνόδευτος ανήλικος από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και τώρα στην Πάφο, δια της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού

 

Αιτητής

- και -

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ε. Χαραλάμπους (κα) για Λάζου-Χαραλάμπους ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Μ. Φιλίππου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 05/10/23 η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή αιτείται απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται ο Αιτητής ως πρόσφυγας ή δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας και/ή ότι δικαιούται προστασίας από την επαναπροώθηση δυνάμει των Άρθρων 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής «ΛΔΚ»), εισήλθε παράνομα από τις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 23/02/22. Στην συνέχεια, ακολούθησε διαδικασία αξιολόγησης ειδικών αναγκών υποδοχής και διαδικαστικών αναγκών του Αιτητή ως ασυνόδευτος ανήλικος. Στις 15/09/22 διενεργήθηκε συνέντευξη αξιολόγησης προσδιορισμού ηλικίας του Αιτητή, στην παρουσία λειτουργού Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ως κηδεμόνας του), κρίθηκε ότι αποτελεί ασυνόδευτο ανήλικο (16/09/22). Στις 11/05/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του σχετικά με το αίτημά του για διεθνή προστασία και στις 30/08/23 ετοιμάστηκε έκθεση/εισήγηση. Αυθημερόν αποφασίστηκε η απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Οι συνήγοροι για τον Αιτητή μέσω της Γραπτής τους Αγόρευσης, προωθούν τους ακόλουθους ισχυρισμούς ως προς τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης:

 

(α) παραβίαση διαδικαστικών και ουσιαστικών εγγυήσεων που αφορούν τον Αιτητή ως ασυνόδευτο ανήλικο, όπου προβάλλουν ότι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού δεν αξιολογήθηκε και ούτε λήφθηκε υπόψη κατά την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας του (παραπέμποντας στο Άρθρο 3 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, στα Άρθρα 9ΚΕ (1)-(3), 10Α(1) και 13Α(9) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), Κατευθυντήριες Οδηγίες του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες σχετικά με αιτήσεις ασύλου παιδιών βάσει των άρθρων 1(Α)2 και 1(ΣΤ) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, §73-74, καθώς και στις εισηγήσεις σχετικά με το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού και για τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης Ασύλου του 2019 με τίτλο «EASO Report on asylum procedures for children», σελ.50, 55), ενώ ούτε έγινε δέουσα έρευνα κατά την αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη ΛΔΚ, αφού δεν λήφθηκε υπόψη η ιατρική του κατάσταση σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι αποτελούσε ανήλικο πρόσωπο,

 

(β) παραβίαση των ειδικών διατάξεων σε σχέση με τους ασυνόδευτους ανήλικους και της αρχής του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, αφού πέραν της συμμετοχής κοινωνικού λειτουργού κατά τη διαδικασία της συνέντευξης, ο Αιτητής δεν είχε τη συνδρομή νομικού εκπροσώπου ώστε να διασφαλιστεί το συμφέρον του, ούτε προκύπτει ότι η λειτουργός που έκανε τη συνέντευξη είχε την κατάλληλη εξειδικευμένη κατάρτιση σε σχέση με αιτήσεις ασύλου που αφορούν παιδιά και/ή ούτε η κοινωνική λειτουργός που ήταν παρούσα κατά την εν λόγω διαδικασία ήταν κατάλληλα καταρτισμένη ώστε να παρέχει νομικές συμβουλές και νομική εκπροσώπηση (παραπέμποντας στα Άρθρα 2(1) και 10(1Β) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), Άρθρο 2 και 25 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση) (στο εξής «Οδηγίας 2013/32/ΕΕ»),

 

(γ) έλλειψη δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολόγησης, καθώς και νομική πλάνη κατά την αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, όπου προβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση πάσχει εξαιτίας της μη τήρησης των διαδικαστικών εγγυήσεων που τίθενται στα Άρθρα 13Α και 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) και Άρθρα 12, 14, 15 και 16 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, ως επίσης και λόγω απουσίας δέουσας εξατομικευμένης έρευνας κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, παραλείποντας να λάβουν υπόψη τις ιδιαίτερες του συνθήκες με βάση τα προσωπικά του στοιχεία και περιστάσεις, εφόσον επρόκειτο για ανήλικο πρόσωπο, που ήταν ασυνόδευτο και που δεν έχει ιδιαίτερη μόρφωση και άρα η ικανότητα του να δώσει πλήρεις και συνεκτικές πληροφορίες επί του αιτήματος του ήταν περιορισμένη (παραπέμποντας επίσης, στο Άρθρο 18 (3)(5) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), καθώς και στο Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες,§42-43), και

 

(δ) δεν αξιολογήθηκε το προφίλ του Αιτητή ως παιδί του δρόμου, τόσο κατά τη συνέντευξη, όσο και κατά την αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου, προβάλλοντας επίσης, ότι η παράλειψη διερεύνησης όλων αυτών των στοιχείων καταδεικνύει ότι δεν εφαρμόστηκε (ως έπρεπε) η αρχή του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού (παραπέμποντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης όσον αφορά την ενδοοικογενειακή βία και τη μεταχείριση γενικότερα που βιώνουν τα παιδιά και ορισμένα νεαρά άτομα στη ΛΔΚ, που κατά τους συνηγόρους του, επιβεβαιώνουν τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στα πλαίσια των εν λόγω ισχυρισμών του).

 

Καταληκτικά, υποστηρίζουν ότι ο Αιτητής εμπίπτει στην ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα των παιδιών του δρόμου στη χώρα καταγωγής του και πως παρά το ότι είναι πλέον ενήλικο άτομο, δεν παύει να εξακολουθεί να είναι σε νεαρή ηλικία, χωρίς γονείς ή άλλο υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα του, ενώ συνάμα πάσχει από ασθένεια για την οποία δεν παρέχεται κατάλληλη θεραπεία στη ΛΔΚ, περιστάσεις που εγείρουν πραγματικό κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής τους Αγόρευσης, αντιτείνουν ότι η επίδικη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη, λήφθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και ορθής ενάσκησης των εξουσιών που τους δίνει ο Νόμος, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, ενώ είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Επισημαίνουν ότι, αφού διαπιστώθηκαν οι ειδικές ανάγκες στην περίπτωση του Αιτητή ως ασυνόδευτου ανήλικου, διενεργήθηκαν όλες οι σχετικές διαδικαστικές εγγυήσεις που αφορούν τους ασυνόδευτους ανήλικους, κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η ορθή εκπροσώπηση και τα δικαιώματα του Αιτητή, καθώς και το βέλτιστο του συμφέρον ως παιδί. Υπογραμμίζουν δε, ότι στην παρούσα περίπτωση, ουδόλως τεκμηριώθηκε ότι η κατ’ ισχυρισμό δίωξή του σχετίζεται με την ιδιότητα του ως παιδί, αποτελεί πλέον ενήλικο πρόσωπο, που πάρα το γεγονός ότι ήταν στην ηλικία των 15 ετών όταν έφυγε από τη χώρα του, ο ίδιος βρισκόταν σε καλή ψυχολογική κατάσταση και δεν παρουσίασε άλλες ενδείξεις ευαλωτότητας. Επομένως, αναμενόταν από αυτόν να παρουσιάσει με επαρκή λεπτομέρεια τα δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με τους ισχυρισμούς του, προς τεκμηρίωση του αιτήματός του. Υποστηρίζουν ότι, ο Αιτητής δεν παρείχε ικανοποιητικές πληροφορίες και λεπτομέρειες κατά το στάδιο της προσωπικής του συνέντευξης, ώστε να υποστηρίξει τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του, παρά και τη συνδρομή της λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου. Ως εισηγούνται, ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στα πλαίσια του Άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), ώστε να του παραχωρηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, ούτε τα όσα ανέφερε τεκμηριώνουν ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000). Υποβάλλουν ότι ο ισχυρισμός πως η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του Άρθρου 10 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) προβάλλεται αλυσιτελώς, αφού ο εν λόγω ισχυρισμός συναρτάται με το στοιχείο της ανηλικότητας του. Ως ενήλικας πλέον, το Δικαστήριο (ως έχει νομολογηθεί) κέκτηται εξουσίας για πλήρη και ex-nunc εξέταση της παρούσας υπόθεσης, με βάση τα ισχύοντα στοιχεία και προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, κατά το τρέχον στάδιο ενώπιόν του. Σε κάθε περίπτωση, ως αντιτείνουν, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι δεν παρασχέθηκαν οι κατάλληλές ειδικές διαδικαστικές εγγυήσεις στην περίπτωση του, αλλά αυτές τηρήθηκαν πλήρως ως προβλέπεται στην νομοθεσία, σε όλες τις διαδικασίες συμμετείχε κατάλληλα καταρτισμένος κοινωνικός λειτουργός, ούτε δε, προκύπτει σύγκρουση συμφερόντων ένεκα του ότι λειτουργός των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ενεργούσε ως εκπρόσωπος και κηδεμόνας του Αιτητή. Περαιτέρω, κατά τη διαδικασία της συνέντευξης υποβλήθηκαν στον Αιτητή αρκετές ερωτήσεις ανοικτού τύπου καθώς και διευκρινιστικές ερωτήσεις και οι ισχυρισμοί του περί φόβου και κινδύνου στη χώρα καταγωγής του, κρίθηκαν κατόπιν δέουσας έρευνας, ως γενικοί, αόριστοι, ασαφείς και μη αληθοφανείς, αφού υπέπεσε σε αντιφάσεις και δεν ήταν σε θέση να αποσαφηνίσει λεπτομέρειες σχετικά με το αίτημά του. Σημειώνουν ότι του επεξηγήθηκαν πλήρως και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του, λαμβανομένης υπόψη της ηλικίας του. Εισηγούνται ότι η έρευνα που έγινε ήταν πλήρης και η αιτιολογία της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν επαρκής και σαφής. Ούτε στην παρούσα περίπτωση θα μπορούσε να δοθεί στον Αιτητή το ευεργέτημα της αμφιβολίας, εφόσον κρίθηκε αναξιόπιστος σχετικά με τους προβαλλόμενους ισχυρισμούς του. Καταλήγοντας, ορθώς συμπέραναν πως με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης και επισήμαναν ότι το βάρος ανατροπής του τεκμηρίου της κανονικότητας της επίδικης απόφασης, το φέρει ο ίδιος ο Αιτητής, ο οποίος εν προκειμένω δεν έχει προσκομίσει οτιδήποτε ως προς τούτο.

 

Στην Απαντητική Γραπτή τους Αγόρευση, οι δικηγόροι του Αιτητή επαναλαμβάνουν τους ανωτέρω ισχυρισμούς τους, προβάλλουν πως παρά το γεγονός ότι έχει πλέον ενηλικιωθεί, εντούτοις θα πρέπει στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής να εξεταστεί κατά πόσο στο στάδιο της εξέτασης της αίτησής του τηρήθηκαν τα συγκεκριμένα δικαιώματα του ως ασυνόδευτου ανήλικου, ιδιότητα υπό την οποία βρισκόταν ο ίδιος τότε κατά το εν λόγω στάδιο. Αποδέχονται, ωστόσο, ως δεδομένο, ότι το Δικαστήριο θα κρίνει το μελλοντικό κίνδυνο του Αιτητή υπό το γεγονός ότι αυτός είναι (πλέον) ενήλικας. Επίσης, επαναλαμβάνουν τα περί έλλειψης δέουσας έρευνας και περί λανθασμένης απόρριψης των ισχυρισμών του Αιτητή, ενώ ως προς τη νομική υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, παραπέμπουν στις αναφορές στη γραπτή τους αγόρευση σχετικά με τα περί του προφίλ του ως παιδί του δρόμου.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Μετά από αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή που προβάλλονται μέσω του συνηγόρων του στο δικόγραφο της προσφυγής του, διαπιστώνω ότι ορισμένοι εξ αυτών δεν αναπτύσσονται στην Γραπτή Αγόρευση, επομένως θεωρώ ότι έχουν εγκαταλειφθεί (βλ. Υπόθεση Αρ. 238/2019, Ε.Ε. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/04/2025 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος). Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψη και τις σχετικές νομολογιακές αρχές που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση (Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 (3/1962), που εφαρμόζεται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022, (3/2019), επίσης βλέπε σχετικά, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598), θεωρώ ότι οι ισχυρισμοί που εγείρονται σε σχέση με τη μη τήρηση διαδικαστικών εγγυήσεων που προνοούνται από τον Νόμο δεν εξειδικεύονται ούτε αιτιολογούνται επαρκώς από τους συνηγόρους του Αιτητή. Συγκεκριμένα, ενώ γίνεται εκτενής αναφορά με σχετικές παραπομπές στη νομοθεσία και σε νομολογία, στις σχετικές Οδηγίες της ΕΕ καθώς και σε Κατευθυντήριες Οδηγίες ως προς τον χειρισμό των αρμόδιων αρχών αναφορικά με ασυνόδευτους ανήλικους, εντούτοις, δεν γίνεται επαρκής και τεκμηριωμένη υπαγωγή στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης και ούτε αναλύεται πως αυτές οι κατ’ ισχυρισμό παραλείψεις/πλημμέλειες επίδρασαν δυσμενώς στην ουσία του αιτήματος του Αιτητή και στην κατάληξη των Καθ’ ων η Αίτηση επί της αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του.

 

Σε κάθε περίπτωση (και ανεξάρτητα των πιο πάνω), το άρθρο 10 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), ως τροποποιήθηκε και ισχύει, ορίζει όλα τα σχετικά διαδικαστικά διαβήματα που θα πρέπει να τηρούνται αναφορικά με τους ασυνόδευτους ανήλικους. Το σχετικό άρθρο περιέχει ρητά τις υποχρεώσεις του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ήτοι να ενεργεί «ως εκπρόσωπος και συνδρομητής του ασυνόδευτου ανηλίκου στις διαδικασίες που προβλέπονται» στον Νόμο, «ώστε να διασφαλίζει το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού», και όταν και εφόσον κριθεί αναγκαίο («οσάκις είναι αναγκαίο»), «να ασκεί νομική ικανότητα για λογαριασμό του ασυνόδευτου ανηλίκου ή να διασφαλίζει την εκπροσώπηση του ασυνόδευτου ανηλίκου σε δικαστική διαδικασία σύμφωνα με τον περί Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού (Διορισμός Επιτρόπου από το Δικαστήριο ως Αντιπρόσωπος Παιδιού) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2014». Επί του σημείου τούτου, θα συμφωνήσω με τους Καθ’ ων η Αίτηση, ότι κατά τη διάρκεια της εξέτασης της αίτησης του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής είχε τη συνδρομή του εκπροσώπου του στις εν λόγω διαδικασίες. Ο Διευθυντής του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ενεργούσε ως κηδεμόνας του εν λόγω ασυνόδευτου ανηλίκου από την υποβολή της αίτησης του, καθώς και ως εκπρόσωπος και συνδρομητής του στις διαδικασίες που προβλέπονται στον Νόμο, ενώ εκπρόσωπός του παρίστατο στην προσωπική συνέντευξη του Αιτητή. Δεν εντοπίζεται οτιδήποτε το μεμπτό στη διαδικασία που ακολουθήθηκε, ενώ με την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή και συνεπεία της ολοκληρωμένης ενημέρωσης του σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, υπάρχει και νομική εκπροσώπηση του στην παρούσα προσφυγή.

 

Ειδικότερα, από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου (στο εξής «Δ.Φ.») του Αιτητή, προκύπτουν τα εξής:

(α) κατά την υποβολή του αιτήματός του για διεθνή προστασία και αφού διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για ασυνόδευτο ανήλικο, έγινε ατομική εκτίμηση ώστε να διαπιστωθούν τυχόν ειδικές ανάγκες υποδοχής ή/και διαδικαστικές ανάγκες του Αιτητή και συμπληρώθηκε το ειδικό έντυπο «Referral Document for special needs for applicants of internation protection» (ερυθρά 7-6 Δ.Φ.) στη βάση του άρθρου 9ΚΔ(3)(α) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), όπου υποδείχθηκε μόνο ότι πρόκειται για ασυνόδευτο ανήλικο, ενώ δεν προέκυψαν οιεσδήποτε άλλες ειδικές ή/και διαδικαστικές ανάγκες του (έκτοτε δε, ο ίδιος φιλοξενείτο σε ειδική δομή για ασυνόδευτους ανήλικους και τα έξοδα συντήρησής του καλύπτονταν από την Δημοκρατία – βλέπε σχετική αναφορά στην επιστολή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας προς Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ημερ.11/10/23, ερυθρά 72-70 Δ.Φ.),

 

(β) στα πλαίσια της (αρχικής) συνέντευξής του στις 15/09/22, κατά τη διάρκεια της οποίας παρίστατο λειτουργός των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ως εκπρόσωπος/κηδεμόνας αυτού (ερυθρό 22 Δ.Φ.), και κατόπιν σχετικής αξιολόγησης για τον προσδιορισμό της ηλικίας του Αιτητή, παρατηρήθηκε ότι ο ίδιος ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με την ηλικία του και σε σημαντικά γεγονότα που έγιναν κατά την παραμονή του στη χώρα καταγωγής, κρίθηκε με βάση τα εν λόγω δεδομένα και την ημερομηνία γέννησης που δήλωσε στην αίτησή του για διεθνή προστασία, όπως (συνεχίσει να) θεωρείται ως (ασυνόδευτο) ανήλικο άτομο (βλ. ερυθρό 24 Δ.Φ.),

 

(γ) από τα πρακτικά των δύο συνεντεύξεων που έγιναν στον Αιτητή, προκύπτει ότι κατά τη διάρκεια ολόκληρης της διαδικασίας και στις δύο περιπτώσεις, παρίστατο λειτουργός των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ως εκπρόσωπος/κηδεμόνας αυτού (ερυθρά 22 και 41 Δ.Φ.), ενώ έγινε ολοκληρωμένη και ενδελεχής ενημέρωση του για όλα τα στάδια της διαδικασίας σε σχέση και με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του (ερυθρά 21-20 και 40-39 Δ.Φ.),

 

(δ) κατά τις δύο πιο πάνω συνεντεύξεις δεν του ασκήθηκε οποιαδήποτε πίεση, του παραχωρήθηκε διερμηνέας στη διάλεκτο Lingala, την οποία δήλωσε ότι κατανοεί (ερυθρό 18/Χ1 Δ.Φ.), ενώ υπάρχει υπογραφή του Αιτητή, του εκπροσώπου/κηδεμόνα του και του διερμηνέα στο τέλος του κάθε εντύπου συνέντευξης, όπου επιβεβαιώνονται ότι οι πληροφορίες και απαντήσεις του που καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του καθώς και ότι έλαβε γνώση του περιεχομένου τους (ερυθρά 15 και 36 Δ.Φ.),

 

(ε) σε κανένα σημείο από τα πρακτικά των συνεντεύξεων του (ερυθρά 22-15 και 41-36 Δ.Φ.) προκύπτει ότι ο Αιτητής δεν αντιλαμβανόταν την όλη διαδικασία, ή τον διερμηνέα ή την οποιαδήποτε ερώτηση, όπου θα μπορούσε να ζητήσει διευκρινίσεις από τον διερμηνέα (Βλέπε Abul Kalam Kalam ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 585), και

 

(στ) κατόπιν της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας (ενεργώντας ως εκπρόσωπος/κηδεμόνας του, σύμφωνα και με το Άρθρο 10(1Β) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) ενημέρωσαν πλήρως την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού αναφορικά με την υπόθεση και το ιστορικό του Αιτητή, καθώς και για την απόρριψη της αίτησής του για διεθνή προστασία και την πρόθεση του να καταχωρίσει (την παρούσα) προσφυγή ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (βλέπε σχετική επιστολή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας προς Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ημερ.11/10/23, ερυθρά 72-70 Δ.Φ.). Ως απόρροια, τούτου, η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού εξουσιοδότησε εγγράφως τη συνήγορο του Αιτητή για να αναλάβει την εκπροσώπηση του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (ερυθρό 69 Δ.Φ.).

 

Πέραν δε, των πιο πάνω, από το περιεχόμενο του φακέλου του Αιτητή, παρατηρούνται επίσης τα εξής:

 

(α) στο πλαίσιο των αρχικών ιατρικών εξετάσεων δυνάμει του Άρθρου 9Ζ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), στις οποίες υποβλήθηκε ο Αιτητής στις 07/02/22 (τα αποτελέσματα των οποίων παραλήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου στις 17/03/22 και στις 11/07/22), προέκυψε ότι ο Αιτητής φέρει τον ιό της Ηπατίτιδας Β (ερυθρά 13 και 30 Δ.Φ.),

 

(β) κατά την αρχική συνέντευξη του, σημειώθηκε από την λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου ότι πριν από την έναρξη της συνέντευξης, η κοινωνική λειτουργός που ήταν παρούσα είχε ερωτηθεί σχετικά με τη ψυχική υγεία του Αιτητή και αυτή δήλωσε ότι είχε παραπεμφθεί σε ψυχολόγο, επιβεβαίωσε δε ότι ο Αιτητής ήταν σε θέση να προχωρήσει με τη συνέντευξη (ερυθρό 21 Δ.Φ.). Εξάλλου, ο ίδιος επιβεβαίωσε μετά από σχετικά ερωτήματα, ότι αισθανόταν καλά και ότι δεν αντιμετώπιζε οιαδήποτε ζητήματα ή ιατρικά προβλήματα που (ενδεχομένως) να έπρεπε να ληφθούν υπόψη κατά τη συνέντευξη (ερυθρό 21 Δ.Φ.), και

 

(γ) κατά τη δεύτερη συνέντευξη του, ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι αισθανόταν καλά και ότι δεν αντιμετώπιζε οιαδήποτε ζητήματα ή ιατρικά προβλήματα που (ενδεχομένως) να έπρεπε να ληφθούν υπόψη κατά τη συνέντευξη (ερυθρό 40 Δ.Φ.), καθώς και ότι βρισκόταν σε καλή κατάσταση για να προχωρήσει με τη συνέντευξη (ερυθρό 39 Δ.Φ.). Σε σχέση δε με τα αποτελέσματα των ιατρικών του εξετάσεων που δείχνουν ότι φέρει τον ιό της Ηπατίτιδας Β, του έγινε σχετική ενημέρωση για να διευθετηθεί συνάντηση του με ιατρό (παρακολουθείτο από παθολόγο-ηπατολόγο και λάμβανε φαρμακευτική αγωγή – βλέπε ενημερωτικό ηλεκτρονικό μήνυμα από Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας προς Υπηρεσία Ασύλου ημερομηνίας 14/07/23, ερυθρό 42 Δ.Φ., καθώς και σχετική αναφορά στην επιστολή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας προς Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού ημερομηνίας 11/10/23, ερυθρά 72-70 Δ.Φ.).

 

Ούτε με την Γραπτή Αγόρευση του Αιτητή παρουσιάζονται στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου δεν συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις του Νόμου. Από τα πρακτικά των δύο συνεντεύξεων του Αιτητή προκύπτει ότι έγινε ενημέρωση του σε σχέση με την προσωπική συνέντευξή του, καθώς επίσης, ότι η Υπηρεσία Ασύλου επέτρεψε στον εκπρόσωπο του να παρίσταται κατά τη συνέντευξη του εν λόγω ασυνόδευτου ανήλικου. Ουδόλως προκύπτει ότι η εκπρόσωπος/κηδεμόνας του ασυνόδευτου ανήλικου επιβάλλεται να υποβάλλει ερωτήσεις, παρατηρήσεις και/ή να επεμβαίνει κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του, καθότι ρητά στον Νόμο προβλέπεται μόνο ότι αυτό επιτρέπεται να το πράξει, ωστόσο, «εντός του πλαισίου που ορίζει ο αρμόδιος λειτουργός που διεξάγει τη συνέντευξη» (Βλέπε άρθρο 10(1Δ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000). Συνεπώς, στην παρούσα υπόθεση δεν παρουσιάζονται ειδικοί λόγοι για τους οποίους επιβαλλόταν η εκπρόσωπος/κηδεμόνας του Αιτητή να επέμβει κατά τη συνέντευξη και/ή να συνδράμει στο να αποσαφηνιστούν οποιεσδήποτε λεπτομέρειες που τυχόν είχαν παραλειφθεί από τον Αιτητή στις απαντήσεις του.

 

Γενικές, αόριστες και ατεκμηρίωτες θεωρώ είναι και οι θέσεις των συνηγόρων του Αιτητή σε σχέση με την κατάρτιση που διέθεταν τόσο η εκπρόσωπος/κηδεμόνας του Αιτητή κατά το στάδιο της συνέντευξης όσο και η λειτουργός που διεξήγαγε τη συνέντευξη στα πλαίσια εξέτασης της αίτησής του για διεθνή προστασία. Οι ισχυρισμοί με τους οποίους αμφισβητούνται τα προσόντα της λειτουργού των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και του εξεταστή της υπόθεσης, χωρίς να υποδεικνύουν ποια είναι τα προσόντα που εξέλειπαν και πως επηρεάστηκαν τα δικαιώματα του, δεν είναι επαρκείς για να ανατρέψουν το τεκμήριο της κανονικότητας που διέπει διοικητικές πράξεις της διοίκησης, με βάση την πάγια νομολογία. Όπως τονίστηκε στην Υπόθ.Αρ.801/1999, Μαυρονύχη v. Δημοκρατίας, ημερ.12/03/2001, η διοίκηση τεκμαίρεται πως λειτουργεί σύμφωνα με το Νόμο, εκτός όπου καθαρά αποδεικνύεται πως αυτό δεν συμβαίνει. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία να έχουν επισυμβεί τα όσα υποδεικνύονται από τον Αιτητή (Βλέπε Χριστίνα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας, (2009) 4 Α.Α.Δ. 929). Στο πλαίσιο δε, της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων, επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν νοείται ανατροπή του με τα όσα επιχειρηματολογεί η πλευρά του Αιτητή μέσω των συνηγόρων του. Ούτε έχει προσκομιστεί οποιαδήποτε μαρτυρία επί αυτού του λόγου ακύρωσης που να ανατρέπει τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο του φακέλου του Αιτητή.

 

Αναφορικά τώρα με τον ισχυρισμό του περί υποχρέωσης παρουσίας νομικού εκπροσώπου λόγω της ανηλικότητας του κατά τη διαδικασία εξέτασης της αίτησής του για διεθνή προστασία, αντίστοιχο ζήτημα εξετάστηκε από την αδελφή Δικαστή Μ. Παπαντωνίου, Δ.Δ.Δ.Π., στην Υπόθεση Αρ. 601/16, Y.D.M.O. v. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 31/12/2021, το σκεπτικό της οποίας με βρίσκει σύμφωνο, το οποίο και υιοθετώ για σκοπούς της παρούσας απόφασης, ήτοι:

 

«Αναφορικά με τον ισχυρισμό που εγείρεται από τη συνήγορο του Αιτητή σχετικά με την θέση των λειτουργών των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας (ΥΚΕ) ως οι εκ νόμου καθοριζόμενοι εκπρόσωποι των ασυνόδευτων ανήλικων αιτητών ασύλου και οι οποίοι θα έπρεπε να διαθέτουν νομική κατάρτιση, προς υποστήριξη του οποίου παρατίθενται και οι θέσεις της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, αναφέρεται ότι από τις εν λόγω τοποθετήσεις δεν προκύπτει νομική δέσμευση. Θα αποτελούσε ωστόσο βήμα προς θετική κατεύθυνση ο προβληματισμός των εμπλεκόμενων με υποθέσεις ασυνόδευτων ανήλικων κρατικών υπηρεσιών ως προς τις υποδείξεις της Επιτρόπου.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου, εκπρόσωπος «σημαίνει το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, σύμφωνα με το εδάφιο (1Β) του άρθρου 10», ενώ σύμφωνα με το άρθρο 10(1Β) «Ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ενεργεί το συντομότερο δυνατό, αυτοπροσώπως ή μέσω λειτουργού των εν λόγω Υπηρεσιών, ως εκπρόσωπος και συνδρομητής του ασυνόδευτου ανηλίκου(.)».

 

Ο διορισμός κοινωνικών λειτουργών ως εκπρόσωποι/κηδεμόνες αποτελεί συνηθισμένη πρακτική και σε πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη μέλη.[7] Η ΕΑΣΟ εισηγείται το διορισμό εκπροσώπου/κηδεμόνα ο οποίος να γνωρίζει τις εθνικές διαδικασίες ασύλου και να μπορεί να βοηθήσει τον αιτητή κατά τη διάρκειά τους. Η θέση του διοριζόμενου ατόμου θα πρέπει να μην προκαλεί σύγκρουση συμφερόντων και να ασκείται από επαγγελματίες και όχι άλλους αιτητές διεθνούς προστασίας.[8]

 

Η UNHCR, στις Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Εξέταση των Αιτημάτων Ασύλου των Παιδιών στο πλαίσιο των άρθρων 1 (Α) 2 και 1 (ΣΤ) της Σύμβασης του 1951 και / ή του Πρωτοκόλλου του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων, παρ. 69 αναφέρει τα ακόλουθα σχετικά με τους εκπροσώπους/κηδεμόνες: «Στην περίπτωση των ασυνόδευτων ή των χωρισμένων από την οικογένειά τους παιδιών επιβάλλεται ο άμεσος και δωρεάν διορισμός ανεξάρτητου και εξειδικευμένου κηδεμόνα. Τα παιδιά που είναι βασικοί αιτούντες άσυλο στη διαδικασία ασύλου δικαιούνται επίσης νομική εκπροσώπηση. Οι νομικοί συμπαραστάτες ή εκπρόσωποι των παιδιών πρέπει να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένοι και οφείλουν να υποστηρίζουν το παιδί καθόλη τη διαδικασία.», ενώ στην υποσημείωση 135 στην οποία παραπέμπει η ανωτέρω παράγραφος γίνεται διαχωρισμός του όρου κηδεμόνας από τον όρο νομικός εκπρόσωπος και αναφέρονται τα εξής: ««Κηδεμόνας» ή «επίτροπος»: πρόκειται για ανεξάρτητο πρόσωπο με εξειδικευμένες δεξιότητες, που φροντίζει το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού και γενικότερα την ευημερία του. Οι διαδικασίες για το διορισμό κηδεμόνα ή επιτρόπου δεν πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκές από τις ισχύουσες εθνικές διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες που εφαρμόζονται στην περίπτωση των παιδιών που είναι πολίτες της χώρας υποδοχής. Ο «νομικός εκπρόσωπος ή συμπαραστάτης»: πρόκειται για δικηγόρο ή άλλο εξειδικευμένο πρόσωπο που έχει το δικαίωμα να παρέχει νομική συνδρομή και να ενημερώνει το παιδί για τη διαδικασία ασύλου καθώς και να επικοινωνεί με τις αρχές για νομικά ζητήματα.».

 

Από τις πιο πάνω κατευθυντήριες οδηγίες προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο όρος κηδεμόνας ή εκπρόσωπος δεν σημαίνει απαραίτητα άτομο με νομικά ακαδημαϊκά προσόντα, αλλά πρόσωπο το οποίο ασκεί νομική ικανότητα εκ μέρους του ασυνόδευτου ανήλικου αιτητή ασύλου, ενημερώνοντάς τον και λειτουργώντας εκ μέρους του όπου χρειάζεται καθόλα τα στάδια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του και εξασφαλίζοντας το βέλτιστο συμφέρον του

 

[ο τονισμός δικός μου]

 

Ούτε τεκμηριώνεται από τα στοιχεία του φακέλου και/ή της παρούσας υπόθεσης ότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων/αρμοδιοτήτων της λειτουργού των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας είτε λόγω της συμπεριφοράς της είτε λόγω της ταυτόχρονης ιδιότητας ως κηδεμόνας, εκπρόσωπος του ασυνόδευτου ανήλικου και αρμόδια κρατική αρχή για την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου. Το Δικαστήριο – όπως τέθηκε ο σχετικός ισχυρισμός – δεν μπορεί να αποφασίζει επί ακαδημαϊκών ερωτημάτων αλλά επί συγκεκριμένων νομικών και ουσιαστικών ζητημάτων που επέδρασαν ουσιαστικά στην κρίση της Υπηρεσίας Ασύλου και εν τέλει στο νομικό καθεστώς του Αιτητή. Με βάση δε, τα όσα ορίζονται στη σχετική νομοθεσία και τα όσα καταγράφονται ανωτέρω ούτε μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι διαφορετικές ταυτόχρονα ιδιότητες/αρμοδιότητες των λειτουργών των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας είναι ασυμβίβαστές μεταξύ τους, ούτε φαίνεται (στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης) να οδήγησαν στην ανεπαρκή εκπροσώπησή του Αιτητή και/ή δυσμενούς επηρεασμού των δικαιωμάτων του Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης του για διεθνή προστασία.

 

Εξάλλου, όλοι οι πιο πάνω λόγοι επί αυτού του σημείου στο σύνολο τους κρίνονται αλυσιτελείς καθότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας για επί της ουσίας εξέταση της υπόθεσης του Αιτητή και των προβαλλόμενων στα πλαίσια αυτής ισχυρισμών του, συνεπώς, οι τυχόν ισχυριζόμενες επουσιώδεις παραλείψεις καμία ουσιαστική επίδραση δεν μπορούν να έχουν στο αποτέλεσμα της κρίσης του παρόντος Δικαστηρίου, ούτε θεωρείται (ως αναλύθηκε ανωτέρω) ότι επέδρασαν δυσμενώς όσον αφορά την ουσία του αιτήματος του Αιτητή. Ενδεικτικά, σε σχέση με το εύρος των εξουσιών του παρόντος Δικαστηρίου, παραπέμπω στην Υπόθ. Αρ. 124/2018, S.M., ασυνόδευτου ανηλίκου, δια της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 25/08/2021, όπου λέχθηκαν τα εξής:

 

«Ωστόσο σήμερα, το Δικαστήριο καλείται να αξιολογήσει κατά πόσο με τα ενώπιον του στοιχεία και προσωπικά χαρακτηριστικά του Αιτητή και την σημερινή κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου για αναγνώρισή του ως πρόσφυγα ή εναλλακτικά κατά πόσο πληροί τις προϋποθέσεις του Άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου για αναγνώρισή του ως δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας.

 

Στα πλαίσια και της ex nunc εξέτασης που προβαίνει το Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν μπορεί από τη μια το Δικαστήριο να λαμβάνει υπόψιν νέα στοιχεία ως προς τη χώρα καταγωγής και τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή αλλά από την άλλη να αγνοεί την μεταβολή των προσωπικών συνθηκών του Αιτητή. Η αποδοχή τέτοιας θέσης θα συνιστούσε επιλεκτική συμπεριφορά του Δικαστηρίου και σε κάθε περίπτωση αντίθετη προς την απαίτηση για εξατομικευμένη εξέταση του Αιτήματος του Αιτητή για αναγνώρισή του ως πρόσφυγα ή εναλλακτικά ως δικαιούχου συμπληρωματικής προστασίας. Η αναφορά στις αποφάσεις του ΔΕΕ που αφορούν στην οικογενειακή επανένωση δεν έχουν εφαρμογή στην παρούσα ούτε μπορεί να ακολουθηθεί το ίδιο σκεπτικό και παραπέμπω στις αιτιολογικές σκέψεις 55-64 (βλ. C 550/16, A and S ECLI:EU:C: 2018: 248.

[…]

Σύμφωνα με το άρθρο 18 - (Αρχές που διέπουν τις διαδικασίες ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και άλλων αρχών της Δημοκρατίας), η παρ.(7Α)(α) προβλέπει ότι «Οι αποφάσεις επί των αιτήσεων λαμβάνονται μετά τη δέουσα εξέταση των αιτήσεων, σε εξατομικευμένη βάση, αντικειμενικά και αμερόληπτα, μετά από τη λήψη συγκεκριμένων και ακριβών πληροφοριών από διάφορες πηγές, όπως την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, την Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και τις σχετικές διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως προς τη γενική κατάσταση στις χώρες ιθαγένειας των αιτητών και, όπου χρειάζεται, στις χώρες μέσω των οποίων διήλθαν.....»∙

[…]

Περαιτέρω, στο σημείο αυτό το Δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί με του ισχυρισμούς του Αιτητή που αφορούν στους λόγους ακύρωσης οι οποίοι συναρτώνται με το στοιχείο της ανηλικότητάς του εφόσον το Δικαστήριο εξετάζει ex nunc την υπό κρίση αίτηση και ο Αιτητής είχε ήδη ενηλικιωθεί πριν ακόμα καταχωρηθεί η παρούσα προσφυγή. (βλ. ΔΕΦ.ΑΘ.1042/2016). ''Παραθέτω εκτενέστερο απόσπασμα προς το σκοπό πληρότητας ως εξής: «Επειδή ο αιτών, ο οποίος ήδη κατά τη συζήτηση της παρούσας υπόθεσης είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του, με την υπό κρίση αίτηση και το σε ανάπτυξη αυτής υπόμνημα, προβάλλει καταρχάς, ότι η απόρριψη του επίμαχου αιτήματός του με την προσβαλλόμενη απόφαση χώρισε, αφενός κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, δεδομένου ότι στη περίπτωσή του δεν τηρήθηκαν οι προαναφερόμενες διαδικαστικές εγγυήσεις που θεσπίζει το άρθρο 11 παρ. 1 του π.δ. 113/2013 και, αφετέρου, κατά παράβαση νόμου και, συγκεκριμένα, των πιο πάνω άρθρων 11 παρ. 2 και 17 παρ. 11 του ίδιου π.δ. (113/2013), διότι, κατά τη διεξαγωγή της προσωπικής του συνέντευξης, δεν αξιολογήθηκε ιδιαιτέρως η ηλικία του και αγνοήθηκαν θεμελιώδεις εγγυήσεις για την προστασία της ανηλικότητάς του. Οι πιο πάνω δε παρατυπίες και παραβάσεις δεν του επέτρεψαν, όπως υποστηρίζει, να εξηγήσει πλήρως τους λόγους για τους οποίους ήρθε στην Ελλάδα και, συνακόλουθα, να εκθέσει με διαύγεια και συνοχή τους λόγους για τους οποίους επιβάλλεται η διεθνής προστασία του ούτε να αναπτύξει ειδικότερους λόγους με την προσφυγή του. Ήδη, δε, με την υπό κρίση αίτηση, ο αιτών προβάλλει για πρώτη φορά ενώπιον του δικαστηρίου ότι διατρέχει κίνδυνο δίωξης στην πατρίδα του ή, έστω, κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη συνιστάμενη σε απάνθρωπη-εξευτελιστική μεταχείριση, λόγω συμμέτοχης του στην ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα «παιδιά σε ανέχεια» καθώς, όπως διευκρινίζεται με το υπόμνημά του, και στην ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα «παιδιά-θύματα εμπορίας ανθρώπων». Συνεπώς, όπως υποστηρίζει, η προσβαλλόμενη απόφαση που απέρριψε το αίτημα υπαγωγής του στο καθεστώς πρόσφυγα ή, έστω, στο καθεστώς επικουρικής προστασίας χωρίς να αντιμετωπίσει τα εν λόγω ζητήματα, μολονότι, κατ' αυτόν, προέκυπταν από την συνέντευξή του ενώπιον της Αρχής, δεν είναι αιτιολογημένη.

 

6. Επειδή, οι προεκτιθέμενοι λόγοι ακύρωσης, τόσο αυτοί που αφορούν στην τήρηση των αναφερόμενων διαδικαστικών και ουσιαστικών εγγυήσεων όσο και εκείνοι που αναφέρονται στην πληρότητα της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι συναρτώνται χωρίς εξαίρεση όλοι με το στοιχείο της ανηλικότητας του αιτούντος, πρέπει να απορριφθούν, ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο, ως αλυσιτελείς, εφόσον ο αιτών, προεκτέθηκε, κατά το χρόνο συζήτησης της υπό κρίση αίτησης, είχε ήδη ενηλικιωθεί, εξερχόμενος, έτσι, έκτοτε από την οποιαδήποτε ομάδα στην οποία τυχόν ανήκε με βάση το κοινό χαρακτηριστικό της ηλικίας του. Ενόψει αυτών και εφόσον όσα επικαλέστηκε ο αιτών ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών οργάνων δεν είναι ικανά να θεμελιώσουν κίνδυνο δίωξης στη χώρα του ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης και, επομένως, την υπαγωγή του στο προστατευτικό καθεστώς του πρόσφυγα ή του δικαιούχου επικουρικής προστασίας, αντίστοιχα, νομίμως απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση το επίδικο αίτημά του για παροχή διεθνούς προστασίας.»''.

 

Συνεπώς οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλονται από τον Αιτητή και συναρτώνται με το στοιχείο της ανηλικότητας προβάλλονται αλυσιτελώς και δεν θα εξεταστούν από το Δικαστήριο.»

 

[ο τονισμός δικός μου]

 

Σε κάθε περίπτωση δε, στα πλαίσια και των ως άνω αναφερόμενων εξουσιών του Δικαστηρίου, επισημαίνεται ότι ο Αιτητής θεωρείται πλέον ενήλικας (αφού δε, είχε ενηλικιωθεί κατά την παρούσα διαδικασία) και συνάμα, διακρίνεται ότι ο ίδιος βρισκόταν στην ηλικία των 15-17 ετών κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία εξέτασης της αίτησής του για διεθνή προστασία (ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου) και περαιτέρω, παρατηρείται πως ο ίδιος ήταν (τότε) σε θέση να απαντήσει σε ερωτήματα σχετικά με το προφίλ του και τα γεγονότα και ιστορικό της υπόθεσής του, καθώς και σε σχέση με την ουσία του αιτήματός του (χωρίς δε, να υπάρχουν ενδείξεις πως δεν μπορούσε να παρακολουθήσει επαρκώς και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εν λόγω διαδικασίας, λόγω και της ανηλικότητάς του, η οποία και έγινε παραδεκτή, καθώς και είχε ληφθεί υπόψη κατά τις δύο συνεντεύξεις του Αιτητή και κατά την αξιολόγηση του αιτήματός του). Εξάλλου, τα όσα επικαλείται ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα του, περιορίζονται σε προσωπικά «ενδοοικογενειακά» ζητήματα (που κατ’ ισχυρισμό αντιμετώπιζε στη χώρα καταγωγής του) και ουδόλως υπέδειξε τέτοια προβλήματα που (ενδεχομένως) να αφορούσαν στην ανηλικότητά του, σε σχέση και με τη διαβίωσή του στη χώρα του και τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες ή άλλους παράγοντες στην περιοχή διαμονής του εκεί, καθώς και στο γεγονός ότι δεν είχε επαφή με τους βιολογικούς του γονείς.

 

Στην αίτηση διεθνούς προστασίας που συμπλήρωσε ο Αιτητής, κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του ότι απειλούσαν τον ίδιο και τον αδελφό του πως θα τους σκότωναν. Επικαλέστηκε επίσης, ότι ο αδελφός του είχε κτυπηθεί αρκετές φορές σχεδόν μέχρι θανάτου. Ως εκ τούτου, ο ίδιος και ο αδελφός του ήρθαν στην Κύπρο για προστασία. Ισχυρίστηκε επιπλέον πως οι δύο τους ήταν μαζί με ένα ανδρόγυνο ζευγάρι χωρίς παιδιά, όπου η σύζυγος ζήλευε από τους ίδιους επειδή ο σύζυγος της, τους έδινε τα πάντα, σε αντίθεση με τα αδέλφια του και ιδίου εκείνης (ερυθρό 1, μετάφραση στο ερυθρό 14 Δ.Φ.)

 

Κατά το στάδιο της (αρχικής) συνέντευξης, δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Kinshasa της ΛΔΚ και ως τόπο συνήθους διαμονής του τη συνοικία Yolo της επαρχίας (ερυθρό 17/Χ1 Δ.Φ.). Ως περαιτέρω ανέφερε, δεν γνωρίζει τι απέγιναν οι δύο (βιολογικοί) του γονείς και ο ίδιος και ο μεγαλύτερος αδελφός του μεγάλωσαν μαζί με ένα ζευγάρι, στην οικία των οποίων και διέμεναν κατόπιν που ο σύζυγος από το εν λόγω ζευγάρι τους βρήκε στον δρόμο, ενώ ούτε έχει άλλους συγγενείς στη χώρα καταγωγής του, όπως είπε (ερυθρό 18/Χ2 Δ.Φ.). Όσον αφορά το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε ότι πήγε σχολείο συνολικά για 5 χρόνια, διευκρινίζοντας ότι ξεκίνησε το δημοτικό από την τέταρτη τάξη και αφού το ολοκλήρωσε, συνέχισε στο γυμνάσιο για ακόμη δύο χρόνια, όπου σταμάτησε μετά που ολοκλήρωσε το δεύτερο έτος εκεί, κατά τον 10ο/2021, ήτοι στην ηλικία των 15 ετών, ως επίσης ανέφερε (ερυθρό 19 Δ.Φ.). Δήλωσε επιπλέον, ότι ομιλεί τα Γαλλικά και τα Lingala (ερυθρό 18/Χ1 Δ.Φ.). και ανέφερε ότι δεν εργαζόταν στη χώρα του. Ισχυρίστηκε πως συνήθιζε να συχνάζει στους δρόμους κατά τη διάρκεια της ημέρας, όπου ασχολείτο με το άθλημα της καλαθόσφαιρας (ερυθρό 17 Δ.Φ.). Επικαλέστηκε ότι ο ίδιος και ο αδελφός του είχαν ορισμένα προβλήματα με τη σύζυγο από το εν λόγω ζευγάρι που τους είχε μεγαλώσει, ενώ ο αδελφός του είχε τραυματιστεί σοβαρά από επίθεση με μαχαίρι εναντίον του, έτσι ο σύζυγος, τους μετέφερε στο νοσοκομείο, όπου και παρέμειναν για κάποιο χρονικό διάστημα προτού φύγουν από τη χώρα τους (ερυθρό 17/Χ1 Δ.Φ.). Τέλος, ο Αιτητής ανέφερε ότι αναχώρησε από τη χώρα καταγωγής του μαζί με τον αδελφό του, νόμιμα με το διαβατήριό του, μέσω διεθνούς αεροδρομίου στην Kinshasa, ενώ δεν αντιμετώπισε οποιαδήποτε ζητήματα κατά την έξοδο του από την ΛΔΚ, ως επίσης δήλωσε (ερυθρά 17/Χ2 και 16/Χ1 Δ.Φ.).

 

Κατά το στάδιο της (δεύτερης) συνέντευξης, ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του, δήλωσε ότι ο ίδιος και ο αδελφός του διέμεναν με ένα ζευγάρι που τους πήρε από τον δρόμο, όπου η γυναίκα δεν είχε δικά της παιδιά και αρχικά τους αγαπούσε πάρα πολύ. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια που διέμεναν μαζί με το εν λόγω ζευγάρι, η εν λόγω γυναίκα άρχισε να τους ζηλεύει και μια μέρα εκείνη είχε μαχαιρώσει τον αδελφό του και κατόπιν τούτου, είχε μεταβεί στο νοσοκομείο μαζί με τον τραυματισμένο αδελφό του, επικαλούμενος πως εκείνη ήθελε να τους σκοτώσει, ενώ όταν οι δύο τους είχαν μεταφερθεί στην επαρχία Congo Central για να προστατευθούν, εκείνη είχε μεταβεί εκεί αναζητώντας τους, ως επίσης ισχυρίστηκε ο Αιτητής (ερυθρό 39/Χ1 Δ.Φ.). Κληθείς στη συνέχεια να αναφερθεί σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους για τα εν λόγω γεγονότα που επικαλέστηκε, είπε πως ήταν μικρό παιδί και δεν μπορούσε να θυμηθεί από πότε πήγε για να ζήσει μαζί με το εν λόγω ζευγάρι, ενώ δήλωσε ότι είχε περάσει αρκετός καιρός από τότε. Oύτε θυμόταν να πει μετά από πόσο καιρό που ο ίδιος και ο αδελφός του ζούσαν μαζί με το εν λόγω ζευγάρι, η σύζυγος είχε αρχίσει να τους ζηλεύει, αλλά ούτε και για το πότε χρονικά ο ίδιος και ο αδελφός του είχαν μεταβεί στην επαρχία Congo Central. Επίσης, ισχυρίστηκε πως εκείνη τσακωνόταν με τον ίδιο και τον απειλούσε πως θα τον σκοτώσει, αλλά εν τέλει εκείνη είχε μαχαιρώσει τον αδελφό του, όταν εκείνη την ημέρα ο σύζυγος της βρισκόταν εκτός σπιτιού για δουλειά. Κατόπιν, ο ίδιος ενημέρωσε τηλεφωνικώς τον σύζυγο σχετικά με το εν λόγω συμβάν, ο οποίος επέστρεψε στο σπίτι και μετέφερε τον αδελφό του στο νοσοκομείο. Σε διευκρινιστικές που ακολούθησαν, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο ίδιος ήταν μαζί με τον αδελφό του στο εν λόγω νοσοκομείο, που βρισκόταν στην επαρχία Congo Central, όπου και διέμεναν οι δύο τους και επίσης, είχαν επικοινωνία με τον εν λόγω άντρα, επικαλούμενος πως λόγω τούτου, η γυναίκα είχε μάθει για το που βρίσκονταν οι δύο τους. Ερωτηθείς κατά πόσο συνέβη οτιδήποτε κατόπιν που εκείνη έμαθε ότι βρίσκονταν εκεί, απάντησε αρνητικά, ενώ για το κατά πόσο ο σύζυγος της γνώριζε πως η γυναίκα του ήθελε να τους σκοτώσει, απάντησε καταφατικά, αναφέροντας επίσης, ότι εκείνος ήταν εναντίον στο να πράξει η γυναίκα του κάτι τέτοιο. Ερωτηθείς κατά πόσο είχε ο ίδιος αποταθεί στην αστυνομία σχετικά με την εν λόγω απειλή ή κατά πόσο το είχε αναφέρει σε κάποιον άλλο, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, ενώ κληθείς να εξηγήσει το λόγο για τούτο, ο ίδιος ανέφερε ότι ο εν λόγω άντρας τους είχε πει πως θα τους προστάτευε και έτσι οι δύο τους δεν ανησυχούσαν (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.). Ακολούθως, ερωτηθείς σχετικά με το περιστατικό όπου τραυματίστηκε ο αδελφός του από επίθεση με μαχαίρι, ανέφερε ότι η εν λόγω γυναίκα είχε δώσει κάποια χρήματα στον αδελφό του ώστε να πάει για να αγοράσει κάτι, όμως ο αδελφός του είχε χάσει τα λεφτά εκείνα και όταν επέστρεψε στο σπίτι, εκείνη άρχισε να τον κτυπά και έπειτα πήρε ένα μαχαίρι και τον τραυμάτισε, ενόσω βρισκόταν και ο ίδιος εκεί τη δεδομένη στιγμή, ενώ μετά από το εν λόγω συμβάν, η γυναίκα παρέμεινε στο σπίτι μέχρι που ήρθε ο σύζυγος της και μετέφερε τον αδελφό του και τον ίδιο στο νοσοκομείο (ερυθρό 37/Χ2 Δ.Φ.). Τέλος, ερωτηθείς κατά πόσο είχε ποτέ ο ίδιος συλληφθεί ή κρατηθεί, απάντησε αρνητικά, ενώ κληθείς να αναφέρει το τι θα μπορούσε να του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ο ίδιος επικαλέστηκε ότι θα αντιμετωπίσει πρόβλημα με την εν λόγω γυναίκα (ερυθρό 37/Χ1 Δ.Φ.).

 

Η λειτουργός, στην έκθεση/εισήγηση που ετοίμασε κατέληξε σε 2 ουσιώδεις ισχυρισμούς αναφορικά με τον Αιτητή, ήτοι (α) υπήκοος της ΛΔΚ, ανήλικος, με περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής του στην επαρχία Kinshasa (έγινε αποδεκτός) και (β) φόβος δίωξης του από τη γυναίκα μαζί με την οποία διέμεναν ο ίδιος με τον αδελφό του, λόγω ζήλειας, (απορρίφθηκε ως εσωτερικά αναξιόπιστος) (ερυθρά 61-62 Δ.Φ.). Κατά την εκτίμηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω δεύτερου ουσιώδη ισχυρισμού του Αιτητή, η λειτουργός σημείωσε ότι ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που αφορούν την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από την γυναίκα μαζί με την οποία διέμενε. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκαν τα εξής από τις απαντήσεις και δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τον εν λόγω ισχυρισμό του (ερυθρό 58 Δ.Φ.):

-        παρατηρήθηκε ανεπάρκεια πληροφοριών στα λεγόμενά του, εφόσον δεν γνώριζε να αναφέρει μετά από πόσο χρονικό διάστημα άρχισε η εν λόγω γυναίκα να συμπεριφέρεται άσχημα στον ίδιο και στον αδελφό του, επικαλούμενος πως δεν θυμόταν, παρά μόνο θυμόταν τη στιγμή που εκείνη είχε μαχαιρώσει τον αδελφό του (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.),

-        παρατηρήθηκε έλλειψη επαρκών πληροφοριών στα λεγόμενά του σχετικά με το πότε μετέβηκαν, ο ίδιος με τον αδελφό του, στην επαρχία Congo Central, εφόσον αποκρίθηκε σε σχετικό με τούτο ερώτημα λέγοντας και πάλι πως δεν θυμάται (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.),

-        παρατηρήθηκε έλλειψη επαρκών πληροφοριών στα λεγόμενά του σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από την εν λόγω γυναίκα, εφόσον ερωτηθείς αν έγινε κάτι προσωπικό στον ίδιο, απάντησε ότι εκείνη τσακωνόταν μαζί του και τον απειλούσε πως θα τον σκότωνε, αλλά μαχαίρωσε τον αδελφό του (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.),

-        παρατηρήθηκε έλλειψη επαρκών πληροφοριών στα λεγόμενά του σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό δίωξή του από την εν λόγω γυναίκα, εφόσον κληθείς να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες για το συμβάν όπου μαχαιρώθηκε ο αδελφός του, ανέφερε ότι εκείνη είχε δώσει κάποια χρήματα στον αδελφό του και λόγω του ότι εκείνος τα απώλεσε, τον μαχαίρωσε, ενώ έπειτα ήρθε ο σύζυγός της και τους μετέφερε στο νοσοκομείο, ως επίσης ο ίδιος ανέφερε (ερυθρό 37/Χ2 Δ.Φ.)

-        ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του η λειτουργός σημείωσε ότι, τα όσα σχετικά ο ίδιος ανέφερε κατά τη συνέντευξη αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την περαιτέρω ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης, λόγω της εγγενώς υποκειμενικής φύσεως τους.

Ως εκ τούτου, λόγω έλλειψης επαρκών πληροφοριών από μέρους του Αιτητή όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό, αυτός έτυχε απόρριψης (ερυθρά 58-57 Δ.Φ.)

 

Το παρόν Δικαστήριο προέβη σε ιδίαν ανάλυση/εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή, στα πλαίσια των εξουσιών του, σε συνάρτηση με τις προσωπικές περιστάσεις του, εξωτερικών πηγών πληροφόρησης - διαπιστώνοντας με βάση το σύνολο των δηλώσεων του τα ακόλουθα συμπληρωματικά επί των ευρημάτων της αρμόδιας αρχής:

-       Διαπιστώνεται ότι με ασάφεια αποκρίθηκε ο Αιτητής όταν κλήθηκε να διευκρινίσει για πόσο καιρό διέμενε με το εν λόγω ζευγάρι. Συγκεκριμένα, στην πρώτη του συνέντευξη δήλωσε ότι κάποιος κύριος βρήκε τον ίδιο και τον αδελφό του στον δρόμο και οι δύο τους είχαν μεγαλώσει με τον εν λόγω άντρα και τη γυναίκα του στο σπίτι τους (ερυθρό 18/Χ2 Δ.Φ.), ως επίσης, ανέφερε ότι ο ίδιος διέμενε μαζί με το εν λόγω ζευγάρι για χρόνια, από όταν ήταν σε πολύ νεαρή ηλικία (ερυθρό 17/Χ1 Δ.Φ.). Κατά τη δεύτερη του συνέντευξη δε, ενώ αρχικά δήλωσε ότι μαζί με το εν λόγω ζευγάρι διέμεναν (ο ίδιος και ο αδελφός του) κατά τα τελευταία 5 έτη προτού φύγουν από τη χώρα τους (ερυθρό 39/Χ1 Δ.Φ.), εντούτοις, έπειτα ανέφερε ότι ήταν μικρό παιδί (τότε) και δεν μπορούσε να θυμηθεί από πότε πήγε για να ζήσει μαζί με το εν λόγω ζευγάρι, και παράλληλα, είπε ότι είχε περάσει αρκετός καιρός από τότε (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.). Κληθείς δε, να σχολιάσει τούτο, ο Αιτητής είπε πως δεν είναι σίγουρος και δεν θυμάται για πόσο καιρό ζούσε μαζί με το εν λόγω ζευγάρι (ερυθρό 37 Δ.Φ.). Ομοίως, ούτε γνώριζε να αναφερθεί στα συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα για τα εν λόγω γεγονότα και περιστατικά που επικαλέστηκε, αφού είπε πως δεν θυμόταν το πότε η εν λόγω γυναίκα είχε αρχίσει να τους ζηλεύει (τον ίδιο και τον αδελφό του) και ούτε θυμόταν το πότε ο ίδιος και ο αδελφός του είχαν μεταβεί στην επαρχία Congo Central (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.). Επίσης, ενώ ο ίδιος αναφέρθηκε (κατ’ επανάληψη) στο κατ’ ισχυρισμό περιστατικό όπου η εν λόγω γυναίκα είχε τραυματίσει τον αδελφό του με μαχαίρι (ερυθρά 17/Χ1, 39/Χ1 και 38/Χ1 Δ.Φ.), εντούτοις, όταν κλήθηκε να αναφερθεί σε λεπτομέρειες όσον αφορά το εν λόγω συμβάν, απέφυγε να αναφέρει χρονικά το πότε περίπου έγινε αυτό, παρά το ότι βρισκόταν και ο ίδιος εκεί τη δεδομένη στιγμή ως επίσης δήλωσε (ερυθρό 37/Χ2 Δ.Φ.).

-       Περαιτέρω, όσον αφορά τα όσα επικαλέστηκε ο Αιτητής πως έγιναν μετά το κατ’ ισχυρισμό περιστατικό όπου είχε μαχαιρωθεί ο αδελφός του, παρατηρείται ότι κατά την αρχική του συνέντευξη ανέφερε πως έπειτα από το εν λόγω συμβάν και για κάποιο χρονικό διάστημα προτού φύγουν από τη χώρα τους, ο ίδιος παρέμεινε με τον αδελφό του στο νοσοκομείο όπου τους είχε μεταφέρει ο άντρας από το εν λόγω ζευγάρι μαζί με το οποίο διέμεναν μέχρι τότε (ερυθρό 17/Χ1 Δ.Φ.), ενώ στη (δεύτερη) συνέντευξη που ακολούθησε, ο Αιτητής ανέφερε επιπλέον ότι οι δύο τους είχαν μεταφερθεί στην επαρχία Congo Central για να προστατευθούν (ερυθρό 39/Χ1 Δ.Φ.) και έπειτα διευκρίνισε πως το εν λόγω νοσοκομείο όπου βρισκόταν ο ίδιος μαζί με τον αδελφό του, ήταν στην επαρχία Congo Central και σε αυτό διέμεναν οι δύο τους (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.). Χωρίς ευλογοφάνεια δε, επικαλέστηκε πως η γυναίκα (που κατ’ ισχυρισμό τους καταζητούσε) ενδεχομένως να έμαθε ότι οι δύο τους βρίσκονταν στο εν λόγω νοσοκομείο, λόγω της επικοινωνίας που είχαν με τον άντρα της ώστε να τους εφοδιάζει με φάρμακα και άλλα συναφή (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.). Με αοριστία δε, ισχυρίστηκε πως η εν λόγω γυναίκα, που κατ’ ισχυρισμό ήθελε να τους σκοτώσει, είχε μεταβεί εκεί αναζητώντας τους (ερυθρό 39/Χ1 Δ.Φ.) και ερωτηθείς εξάλλου, κατά πόσο συνέβη οτιδήποτε κατόπιν που η ίδια έμαθε ότι οι δύο τους βρίσκονταν εκεί, ο ίδιος απάντησε αποφατικά (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.).

-       Διακρίνεται επιπλέον, ότι ο Αιτητής υπέπεσε συνολικά σε διαδοχικές αντιφάσεις, αφού στην αρχική του αίτηση για διεθνή προστασία ισχυρίστηκε πως απειλούσαν τον ίδιο και τον αδελφό του πως θα τους σκότωναν επειδή η γυναίκα από το ζευγάρι με το οποίο διέμεναν τους ζήλευε, επικαλούμενος ωστόσο, μόνο το ότι η εν λόγω γυναίκα κτυπούσε τον αδελφό του (ερυθρό 14 Δ.Φ.), χωρίς δε, να αναφέρει ότι εκείνη είχε επίσης τραυματίσει τον αδελφό του με μαχαίρι, ως ο ίδιος ο Αιτητής ισχυρίστηκε (έπειτα) κατά τις δύο συνεντεύξεις του (ερυθρά 17/Χ1, 39/Χ1 και 38/Χ1 Δ.Φ.). Ούτε ο Αιτητής είχε αναφερθεί σε οιονδήποτε συγκεκριμένο συμβάν εναντίον του, στα πλαίσια τόσο της εν λόγω αρχικής του αίτησης ασύλου, όσο και κατά την πρώτη του συνέντευξη, ενώ κατά τη δεύτερη του συνέντευξη, ο Αιτητής με γενικότητα ισχυρίστηκε πως η εν λόγω γυναίκα τσακωνόταν με τον ίδιο και τον απειλούσε πως θα τον σκοτώσει (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.).

-       Πέραν τούτου, χωρίς συνάφεια, δήλωσε ότι αρχικά η εν λόγω γυναίκα, που δεν είχε δικά της παιδιά, τους αγαπούσε πάρα πολύ, ωστόσο, ισχυρίστηκε έπειτα, ότι εκείνη άρχισε να τους ζηλεύει επειδή τους συμπαθούσε ο σύζυγος της και λόγω τούτου ήθελε να τους σκοτώσει (ερυθρά 39/Χ1 και 38/Χ1 Δ.Φ.).

-       Παρά το ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως η εν λόγω γυναίκα τσακωνόταν με τον ίδιο και τον απειλούσε, εντούτοις, ως ο ίδιος επίσης ανέφερε, εν τέλει εκείνη είχε μαχαιρώσει τον αδελφό του, κατ’ ισχυρισμό συμβάν το οποίο ο Αιτητής επικαλέστηκε ως (αποκλειστική και μόνη) ένδειξη του ότι εκείνη ήθελε (κατ’ ισχυρισμό) να σκοτώσει τον ίδιο (ερυθρό 38/Χ1 Δ.Φ.), ενώ μετέπειτα (σε αντίθεση με την εν λόγω δήλωσή του) ο ίδιος το αιτιολόγησε αναφέροντας ότι η εν λόγω γυναίκα είχε μαχαιρώσει τον αδελφό του κατόπιν που εκείνος απώλεσε τα χρήματα που του είχε δώσει εκείνη για να πάει να αγοράσει κάτι (ερυθρό 37/Χ2 Δ.Φ.).

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του Αιτητή, παρατηρείται σχετικά ότι, σύμφωνα με γενικότερη αναφορά της UNICEF, [μετάφραση] «η βία κατά των παιδιών στη ΛΔΚ είναι ευρέως διαδεδομένη σε όλα τα περιβάλλοντα, συμπεριλαμβανομένων των οικογενειών, των σχολείων και των κοινοτήτων», όπου σύμφωνα και πάλι με την UNICEF, «σε ολόκληρη τη χώρα, 8 στα 10 παιδιά κάτω των 14 ετών υφίστανται τακτικά σωματική τιμωρία».[1] Συνάμα, διακρίνεται ότι, η τιμωρία του παιδιού από τους γονείς ή κηδεμόνες του νομιμοποιείται στη ΛΔΚ με βάση το άρθρο 326 του Οικογενειακού Κώδικα της ΛΔΚ του 1987 (ως έχει τροποποιηθεί το 2016), που αναφέρει (μεταξύ άλλων) στα πλαίσια της γονικής εξουσίας, ότι [άτυπη μετάφραση] «μπορούν να επιπλήττουν και να τιμωρούν το τέκνο στο βαθμό που συνάδει με την ηλικία του και τη βελτίωση της συμπεριφοράς του».[2] Πέραν τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 57 του Νόμου της ΛΔΚ για την Προστασία του Παιδιού του 2009, [άτυπη μετάφραση] «οι γονείς έχουν την υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι η οικογενειακή πειθαρχία εφαρμόζεται με τέτοιο τρόπο ώστε το παιδί να αντιμετωπίζεται ανθρώπινα» και «το Κράτος διασφαλίζει ότι η πειθαρχία εφαρμόζεται στα σχολεία, στις αδειοδοτημένες ιδιωτικές εγκαταστάσεις παιδικής φροντίδας και στις δημόσιες εγκαταστάσεις παιδικής φροντίδας με τέτοιο τρόπο ώστε το παιδί να αντιμετωπίζεται ανθρώπινα».[3] Από έρευνα του Δικαστηρίου, διακρίνονται ορισμένα άρθρα, από το Σύνταγμα της ΛΔΚ του 2006 (ως έχει τροποποιηθεί το 2011), από τον Νόμο της ΛΔΚ για την Προστασία του Παιδιού του 2009, καθώς και από τον Οικογενειακό Κώδικα της ΛΔΚ του 1987 (ως έχει τροποποιηθεί το 2016), που καλύπτουν συγκεκριμένα και/ή ευρύ φάσμα δικαιωμάτων των παιδιών στην ΛΔΚ, καθώς και στην προστασία και τη φροντίδα τους από τους γονείς/κηδεμόνες ή την ευρύτερη τους οικογένεια και από τις κρατικές αρχές, προβλέπεται δε ποινική δίωξη ή κολασμό πράξεων που συνδέονται με βία κατά παιδιών[4]. Σύμφωνα με το Άρθρο 219 του Οικογενειακού Κώδικα της ΛΔΚ του 1987 (ως έχει τροποποιηθεί το 2016) καθορίζεται από την εθνική νομοθεσία το όριο ανήλικου προσώπου, η γονική/κηδεμονία/μέριμνα ανήλικου καθώς και πότε τίθεται ανήλικος κάτω υπό την κηδεμονία του κράτους, καθώς και υποχρέωση υποστήριξης, εκπαίδευσης και ειδικώς διατροφής ανίκανων για εργασία τέκνων (ανεξαρτήτως ηλικίας)[5].

 

Μετά δε από συνολική αξιολόγηση του αφηγήματος του Αιτητή και των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, σε συνάρτηση με τα όσα υπέβαλε ο Αιτητής υπό μορφή δηλώσεων και στοιχείων[6], διαπιστώνω ότι η συνολική αξιοπιστία του δεν τεκμηριώνεται. Οι αναφορές του σε σχέση με τους γονείς και αναδόχους του, οι δηλώσεις του για τις περιστάσεις που βίωνε και τις απειλές εναντίον του, καθώς και οι περιγραφές που έδωσε για το περιστατικό εναντίον του αδελφού του, δεδομένα που συνθέτουν τις συνθήκες οι οποίες οδήγησαν τον Αιτητή στο να αποχωρήσει από τη χώρα καταγωγής του, είναι αντιφατικές, ασαφείς, γενικές και ελλιπείς, ενώ στερούνται στοιχειωδών βιωματικών στοιχείων. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του προσωπικού του φακέλου και των απαντήσεων/δηλώσεών του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[7], οδηγεί στο συμπέρασμα, ανεξαρτήτως της τότε ανηλικότητας του, ότι πρόκειται για πρόσωπο που δεν είναι εσωτερικά αξιόπιστο. Το γεγονός ότι αποτελεί (ενήλικο πλέον) άτομο με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, που (ωστόσο) βρισκόταν σε εφηβική ηλικία κατά την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής, θεωρώ ότι δεν επηρεάζει σε τέτοιο βαθμό/έκταση την ικανότητα του να αντιληφθεί και να προβάλει με ορθότητα και αληθοφάνεια βασικές πληροφορίες, όπως για τους οικείους του και την αλλαγή οικογένειας, τις ημερομηνίες (ή έστω τη χρονική περίοδο) και περιστάσεις για τα γεγονότα και περιστατικά που ανάφερε (ήτοι, την εγκατάλειψη από τους βιολογικούς του γονείς, τη διαβίωσή του στον δρόμο όπου τον βρήκαν, την αναδοχή του από άλλη οικογένεια, την αλλαγή συμπεριφοράς της γυναίκας μαζί με την οποία διέμενε και το συμβάν όπου εκείνη είχε μαχαιρώσει τον αδελφό του) και γενικά τεκμηρίωσης επί του συνόλου του αφηγήματός του. Ούτε το γεγονός ότι εγκατέλειψε σε παιδική ηλικία τη χώρα καταγωγής του μπορεί να οδηγήσει σε τέτοιας έκτασης μεταβολής/απόκλισης των πληροφοριών που θα μπορούσε να διαθέσει ενώπιον των αρμοδίων αρχών, ή έστω κατά τη διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ως ενήλικας πλέον και εκπροσωπούμενος από δικηγόρο. Σύμφωνα με τον πρακτικό οδηγό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής «ΕΥΥΑ») για την αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων - κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών και στοιχείων που υποστηρίζουν τα ουσιώδη πραγματικά γεγονότα, θα πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη παράγοντες που σχετίζονται με τις προσωπικές περιστάσεις του αιτούντα και ενδέχεται να επηρεάσουν την ικανότητα του να θυμάται και να εξιστορεί σχετικά γεγονότα, καθώς και την ικανότητά του να ανταπεξέλθει της διαδικασίας της συνέντευξης, όπως (μεταξύ άλλων) η μνήμη, το τραύμα, άλλοι ψυχολογικοί παράγοντες και ζητήματα υγείας, η ηλικία και το μορφωτικό επίπεδο[8]. Στις περιπτώσεις, ωστόσο, όπου παρουσιάζονται ψευδείς πληροφορίες από τον αιτούντα και εφόσον υπάρχουν πρόσθετοι παράγοντες που υποδηλώνουν ότι οι ισχυρισμοί του αιτούντος είναι αβάσιμοι, η επίδραση τους μπορεί να είναι μοιραία για το αίτημά του, ειδικά δε, εάν αυτές αποτελούν τη βάση για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας[9]. Ούτε, εξάλλου, διαπιστώνεται στην παρούσα περίπτωση ότι κατέδειξε ο Αιτητής οποιοδήποτε πραγματικό περιστατικό που να αιτιολογεί προσωπικό κίνδυνο και που (τη δεδομένη στιγμή) οδήγησε τον ίδιο στο να αναζητήσει προστασία εκτός της χώρας καταγωγής του.

 

Κατά την αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του βάσει του προφίλ και των προσωπικών του περιστάσεων, που έγιναν αποδεκτά, η λειτουργός έλαβε υπόψη το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε πως ο Αιτητής είχε υποστεί στη χώρα του οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή σοβαρή βλάβη, καθώς και ότι, σύμφωνα με σχετικές πληροφορίες σε εξωτερικές πηγές, δεν προέκυψε ότι το προφίλ του Αιτητή εμπίπτει στις κατηγορίες ατόμων ή ομάδων που στοχοποιούνται από τις κρατικές αρχές και υπόκεινται σε σημαντικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη ΛΔΚ. Λαμβάνοντας επίσης υπόψη την κατάσταση ασφαλείας στην επαρχία της Kinshasa όπου αναμένεται να επιστρέψει, ως εκτιμήθηκε από πληροφορίες σε εξωτερικές πηγές, κρίθηκε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης (ερυθρά 57-56 Δ.Φ.)

 

Αναφορικά δε, με τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή και συγκεκριμένα, όσον αφορά τον τόπο διαμονής του, τους βιολογικούς του γονείς και τους αναδόχους γονείς του, δεδομένα που συσχετίζονται μεταξύ τους και (κατ’ επέκταση) αφορούν στις περιστάσεις υπό τις οποίες ο ίδιος και ο αδελφός του μεγάλωσαν και ζούσαν στη χώρα τους, σε σχέση και με την ουσία του αιτήματος του Αιτητή και την περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του και σε συνάρτηση με τα στοιχεία που παρατέθηκαν κατά τις δύο συνεντεύξεις του στην Υπηρεσία Ασύλου, προκύπτουν ευρήματα που ενδεχομένως να ανατρέπουν ουσιαστικές λεπτομέρειες και πληροφορίες αναφορικά με το προσωπικό του προφίλ και περιστάσεις. Ειδικότερα, από τα δύο έγγραφα (φωτοαντίγραφα) που είχε προσκομίσει ο Αιτητής στην Υπηρεσία Ασύλου, τα οποία φαίνεται να εκδόθηκαν από την ίδια τοπική αρχή της Ngaliema στη ΛΔΚ και αφορούν σε αντίστοιχες βεβαιώσεις σε σχέση με το «πιστοποιητικό γέννησης» του (ερυθρό 9 και μετάφραση στο ερυθρό 32 Δ.Φ.) καθώς και σχετικά με το ποινικό του μητρώο (ερυθρό 8 και μετάφραση στο ερυθρό 31 Δ.Φ.), παρατηρείται ότι και τα δύο αυτά έγγραφα φέρουν ημερομηνία έκδοσης τις 18/11/21 (ήτοι, εκδόθηκαν τρεις περίπου εβδομάδες προτού ο Αιτητής αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής του) και ουσιαστικότερα, διακρίνεται ότι αυτά αναφέρονται ονομαστικά στους δύο γονείς του, για τους οποίους ο ίδιος, κατά την πρώτη του συνέντευξη, είχε δηλώσει άγνοια σχετικά με το τι απέγιναν (ερυθρό 18/Χ2 Δ.Φ.). Επιπλέον, ως αναφέρεται στο ένα από τα δύο εν λόγω έγγραφα, διακρίνεται ότι ο Αιτητής διέμενε στο τμήμα Manenga της συνοικίας Ngaliema στην επαρχία Kinshasa, όπου δε, ως επίσης αναφέρεται στο άλλο έγγραφο, εκεί διέμεναν και οι δύο εν λόγω γονείς του (ενώ ο ίδιος κατά τη συνέντευξή του είχε δηλώσει ότι διέμενε στη συνοικία Yolo της επαρχίας Kinshasa, ερυθρό 17/Χ1 Δ.Φ.).

 

Ούτε εξάλλου, με βάση τα προσωπικά του στοιχεία/προφίλ και τα ανωτέρω δεδομένα και περιστάσεις στην περίπτωσή του, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ο Αιτητής ανήκε ή εμπίπτει στην ‘ομάδα’ των παιδιών του δρόμου στη χώρα καταγωγής του, ή (έστω) να αναγνωριστεί ως τέτοιο (νεαρό) άτομο (ως διατείνονται οι συνήγοροι του), αφού ο ίδιος έχει στέγη (στην οικογένεια όπου και διέμενε), καθώς επίσης, είχε κηδεμόνα και επιπλέον, του παρεχόταν υποστηρικτική φροντίδα και μόρφωση (διέκοψε δε, τη μόρφωση του εκεί και την παραμονή του με την εν λόγω οικογένεια, αφού ο ίδιος πλέον αναχώρησε από τη χώρα του). Σχετικά δε, με τούτα, παρατηρείται ότι ο Αιτητής με ασάφεια δήλωσε κατά τη συνέντευξή του πως συνήθιζε να συχνάζει στους δρόμους και συνάμα, χωρίς συνοχή, ανέφερε ότι το πρωί έπαιζε καλαθόσφαιρα και έπειτα γύριζε στο σπίτι όπου διέμενε για να φάει και να κοιμηθεί (ερυθρό 17 Δ.Φ.). Επιπλέον, η εν λόγω δήλωσή του δεν συνάδει με το γεγονός ότι, ως προκύπτει σύμφωνα με σχετικές αναφορές του, κατά την περίοδο προτού φύγει από τη χώρα του (συγκεκριμένα κατά τα τελευταία 5 έτη) ο Αιτητής φοιτούσε σε σχολείο (ερυθρό 19 Δ.Φ.). Από συμπληρωματική έρευνα του Δικαστηρίου αναφορικά με τα παιδιά του δρόμου στην ΛΔΚ, σχετικές πληροφορίες σε διαδικτυακό άρθρο του 11ου/2022 από την πλατφόρμα Global Citizen αναφέρουν ότι [μετάφραση] «για αρκετές δεκαετίες, η Kinshasa, η πρωτεύουσα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ), βιώνει έναν αυξανόμενο πληθυσμό άστεγων παιδιών, αποτέλεσμα οικονομικών κρίσεων και βίαιων συγκρούσεων, σε μια χώρα όπου οι άνθρωποι αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα», όπου «απεγνωσμένες να ξεφύγουν από τη φτώχεια [.], πολλές οικογένειες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα παιδιά τους».[10] Επιπλέον, σύμφωνα με τη συντάκτρια του εν λόγω άρθρου (που αποτελεί την ιδρυτή του Maison des Anges, ένα ορφανοτροφείο στην Kinshasa που φιλοξενεί παιδιά από τον δρόμο), τα παιδιά του δρόμου στη ΛΔΚ είναι παιδιά που ‘εγκαταλείπονται’ και «δεν πηγαίνουν σχολείο, δεν έχουν γονείς, ούτε σπίτι για να ζήσουν» και [μετάφραση] «όσοι βρίσκουν καταφύγια ξεφεύγουν από αυτό, άλλοι γίνονται εγκληματίες».[11] Σε (άλλο) σχετικό άρθρο της UNICEF του Μαΐου του 2022, γίνεται αναφορά στα ‘παιδιά που ζουν στους δρόμους της Kinshasa’, καθώς και στα κέντρα φροντίδας, που λειτουργούν με την στήριξη της UNICEF προς τις κρατικές αρχές της ΛΔΚ, όπου φιλοξενούνται ‘παιδιά του δρόμου’ κατόπιν που εντοπίζονται και παραπέμπονται εκεί «για έως και ένα μήνα πριν επανενωθούν με τις οικογένειές τους ή τοποθετηθούν σε προσωρινές ανάδοχες οικογένειες ή σε κέντρα μακροχρόνιας φροντίδας», ενώ όλα τα παιδιά [μετάφραση] «ενθαρρύνονται να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους ή να ξεκινήσουν ένα πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης».[12] Σύμφωνα δε, με αναφορά του Μαρτίου του 2025 του Louvain Cooperation (ΜΚΟ του Πανεπιστημίου του Louvain στο Βέλγιο), σχετικά με το έργο που στηρίζει ο εν λόγω οργανισμός σε συνεργασία με άλλα ιδρύματα/εταίρους από το 2015 στην Kinshasa, υπό το εν λόγω πλαίσιο λειτουργούν (πλέον) τρία διαφορετικά κέντρα υποδοχής/φιλοξενίας για τη στήριξη παιδιών του δρόμου και νεαρών ατόμων μέχρι την επανένταξη τους, μέσω ψυχολογικής υποστήριξης και υποστήριξης για κοινωνική και επαγγελματική ενσωμάτωση, από ειδικά εκπαιδευμένους παιδαγωγούς και ψυχολόγους, «προκειμένου να ανακτήσουν σταδιακά την αυτοπεποίθησή τους και την εμπιστοσύνη στους άλλους», ενώ «μόλις σταθεροποιηθούν, τα παιδιά μπορούν να ξεκινήσουν το ταξίδι τους προς την επιστροφή στην οικογένειά τους, την (επαν)εγγραφή τους στο σχολείο ή την έναρξη επαγγελματικής κατάρτισης».[13] Περαιτέρω δε, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, αναφορικά (γενικότερα) με το ενδεχόμενο επιστροφής του στην Kinshasa (τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής της στη ΛΔΚ). Όσον αφορά την ένταξη στην Kinshasa, σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο καθηγητής κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Kinshasa, ως καταγράφηκαν σε έκθεση της Danish Immigration Service (DIS) του Οκτωβρίου 2022 για τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην Kinshasa, [μετάφραση] «είναι συχνά πιο δύσκολο για τους ανθρώπους από τα ανατολικά της ΛΔΚ να εγκατασταθούν και να ενταχθούν στην Kinshasa επειδή έχουν ελάχιστη ή καθόλου οικογένεια στην πόλη και συχνά δεν μιλούν Lingala, την κοινή γλώσσα, ή ακόμα και Γαλλικά»[14] και (περαιτέρω) [μετάφραση] «είναι ευκολότερο για ένα άτομο από τη δύση να ενταχθεί επειδή μπορεί να κατατοπιστεί πιο εύκολα όταν αντιμετωπίζει προβλήματα επισφάλειας»[15]. Επιπλέον, σύμφωνα με τον εν λόγω καθηγητή του Πανεπιστημίου της Kinshasa, [μετάφραση] «ένα άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο στην Kinshasa θα αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες στην προσαρμογή και την ενσωμάτωση», αφού η κοινωνική βοήθεια που παρέχεται από το κράτος ‘δεν λειτουργεί κατάλληλα’, ενώ παράλληλα δήλωσε ότι, στη ΛΔΚ [μετάφραση] «η οικογένεια και η εκκλησία αποτελούν ή ουσιαστικά έχουν το ρόλο της άτυπης κοινωνικής ασφάλισης».[16] Σχετικά δε, με τη μεταχείριση των επαναπατριζόμενων στη ΛΔΚ, σε έκθεση του Σεπτεμβρίου του 2022 από την Cedoca (ερευνητική μονάδα για πληροφορίες χώρας καταγωγής – ΠΧΚ, του Βελγίου), καταγράφεται ότι σε επικοινωνία με το Bill Clinton Foundation for Peace (BCFP), μια ΜΚΟ ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα την Kinshasa, o πρόεδρος του εν λόγω ιδρύματος, που ανέφερε ότι ο οργανισμός του ‘παρακολουθεί την άφιξη επαναπατρισθέντων ατόμων στο αεροδρόμιο Ndjili’, δήλωσε επίσης, ότι [μετάφραση] «από την αλλαγή καθεστώτος, τα άτομα των οποίων οι αιτήσεις ασύλου έχουν απορριφθεί και τα οποία επαναπατρίστηκαν στη ΛΔΚ δεν αντιμετωπίζουν πλέον προβλήματα κατά την άφιξή τους», από τις κρατικές αρχές.[17] Λόγω όμως της μη εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή, παρόλες τις πιο πάνω αναφορές από εξωτερικές πηγές, η συνολική αναξιοπιστία του δεν ανατρέπεται. Εξάλλου, πρόκειται για ενήλικα (πλέον) πρόσωπο, με μερική μόρφωση και ικανότητα να εργαστεί, καθώς και με υποστηρικτικό δίκτυο στον τόπο καταγωγής του (αφού ο ουσιώδης ισχυρισμός του που συνδέεται με την οικογένεια του έχει απορριφθεί) ήτοι στην Kinshasa της ΛΔΚ, και επιπλέον, ο ίδιος ομιλεί τόσο την επίσημη γλώσσα της χώρας (ήτοι τα Γαλλικά[18]), όσο και τα Lingala (που αποτελούν την κοινή γλώσσα στην Kinshasa[19]).

 

Ως προς το γεγονός ότι ο Αιτητής, ως προκύπτει από τα ιατρικά του στοιχεία, φέρει τον ιό της ηπατίτιδας Β και τυγχάνει ιατρικής παρακολούθησης καθώς και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή (ερυθρά 30 και 42 Δ.Φ.), δεδομένο που (εξάλλου) αξιολογήθηκε και λήφθηκε υπόψη από τους Καθ’ ων η Αίτηση (ερυθρά 56-54 Δ.Φ.), χωρίς (ωστόσο) να παραθέσουν την έρευνα σε εξωτερικές πηγές στην οποία βάσισαν τα συμπεράσματά τους. Ως προς τη μη διαθεσιμότητα κατάλληλης ιατρικής περίθαλψης στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε σχετικές πληροφορίες από εξωτερικές πηγές, αναφορικά με τη διαθεσιμότητα/προσβασιμότητα σε ηπατολόγο καθώς και σε φαρμακευτική θεραπεία στη ΛΔΚ για την Ηπατίτιδα Β όπου προκύπτει ότι είναι και διαθέσιμη αλλά και προσβάσιμη σχετική θεραπεία ιατρική περίθαλψη. Συγκεκριμένα, σε έκθεση της ΕΥΥΑ για τη ΛΔΚ του Αυγούστου του 2021, σχετικά με ιατρικές πληροφορίες για τη χώρα, σύμφωνα με αναφορά του ιατρού και τοπικού συμβούλου της ΕΥΥΑ στη ΛΔΚ, στην Kinshasa υπάρχουν τόσο δημόσιες όσο και ιδιωτικές ιατρικές εγκαταστάσεις (ήτοι κλινικές και νοσοκομεία) για βασική και εξειδικευμένη θεραπεία ασθενών με ηπατίτιδα Β ενώ σύμφωνα με το ίδιο πρόσωπο, [μετάφραση] «δεν υπάρχουν προγράμματα οικονομικής υποστήριξης για τη θεραπεία της ηπατίτιδας» στη ΛΔΚ (άρα η πρόσβαση στις εν λόγω υπηρεσίες και φάρμακα είναι με ιδία έξοδα του ασθενή) και το κόστος για ενδονοσοκομειακή ή εξωνοσοκομειακή θεραπεία από εξειδικευμένο ηπατολόγο σε δημόσια νοσηλευτήρια ανερχόταν περίπου στα USD 20 και ομοίως, στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια ανερχόταν περίπου στα USD 40 (εξαιρουμένων των χρεώσεων κλινικής εισαγωγής και άλλων ημερήσιων εξόδων). Σύμφωνα με πληροφορίες από την εν λόγω έκθεση, το κόστος για την ‘κλασική φαρμακευτική αγωγή για την Ηπατίτιδα Β και Γ’ ανερχόταν περίπου στα USD 350 (για 1 κουτί με 30 δισκία των 600mg) για το ένα φάρμακο και περίπου στα USD 125 (για 1 κουτί με 30 δισκία των 200mg) για το δεύτερο φάρμακο[20]. Ειδικότερα, από επικαιροποιημένες πληροφορίες που αφορούν σε συγκεκριμένη περίπτωση ασθενή (άντρας ηλικίας 39 ετών) που πάσχει από χρόνια ιογενή ηπατίτιδα Β (καθώς και από HIV), προκύπτει ότι στην Kinshasa της ΛΔΚ υπάρχει ιατρική μονάδα για ενδονοσοκομειακή θεραπεία από ηπατολόγο καθώς και για εξωνοσοκομειακή θεραπεία και παρακολούθηση από ηπατολόγο (στο νοσηλευτικό/ιατρικό κέντρο Kinshasa University Clinics / Cliniques Universitaires de Kinshasa). Συνάμα, από δύο παλαιότερες περιπτώσεις (που αφορούν σε γυναίκα ηλικίας 63 ετών που είχε διαγνωσθεί μεταξύ άλλων και με οξεία ηπατίτιδα Β, καθώς και σε άντρα ηλικίας 42 ετών που είχε διαγνωσθεί με χρόνια ιογενή ηπατίτιδα Β και με εθισμό σε οπιοειδή), φαίνεται ότι υπήρχαν διαθέσιμα στην Kinshasa ορισμένα αντιιικά φάρμακα, για την (τότε) τρέχουσα, αλλά και για εναλλακτική, φαρμακευτική αγωγή (στο φαρμακείο New Clinics Pharmacy / New Pharmacie des Cliniques Gombe, Kinshasa). Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται πως αν και δεν ανευρέθηκαν επικαιροποιημένες πληροφορίες για τη διαθεσιμότητα του (τότε) τρέχον αντιιικού φαρμάκου για τη θεραπεία της Ηπατίτιδας Β στη ΛΔΚ, εντούτοις, υπάρχουν πιο πρόσφατες πληροφορίες από τις οποίες προκύπτει ότι τρία (3) συγκεκριμένα εναλλακτικά αντιιικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία της ηπατίτιδας Β είναι διαθέσιμα στην Kinshasa (στο φαρμακείο New Clinics Pharmacy / New Pharmacie des Cliniques Gombe, Kinshasa) [21].Από γενικότερες πληροφορίες δε, όσον αφορά τον τομέα της υγείας στην ΛΔΚ, στην έκθεση της EASO για τη ΛΔΚ του Αυγούστου του 2021 σχετικά με ιατρικές πληροφορίες για τη χώρα, αναφέρεται ότι [μετάφραση] «είναι ευρέως αποδεκτό ότι η ΛΔΚ αντιμετωπίζει κρίσιμη έλλειψη επαγγελματιών υγείας», με παραπομπή σε πληροφορίες του 2020 από το Εθνικό Παρατηρητήριο Ανθρώπινου Δυναμικού για την Υγεία στη ΛΔΚ (ONRHSCObservatoire National Des Ressources Humaines de La Santé En RD. Congo)[22]. Περαιτέρω, στο Αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης Υγείας (PNDSPlan National de Développement Sanitaire) για την περίοδο 2019-2022 του Υπουργείου Υγείας της ΛΔΚ του Νοεμβρίου του 2018, σημειώνεται ότι [άτυπη μετάφραση] «υπάρχει συγκέντρωση του προσωπικού της υγείας στις μεγάλες πόλεις, ιδιαίτερα στην Kinshasa και στα αστικά κέντρα των επαρχιών»[23], καθώς και ότι [άτυπη μετάφραση] «εκτός από τους νοσηλευτές και τους γιατρούς, των οποίων ο αριθμός φαίνεται να είναι επαρκής, η χώρα αντιμετωπίζει έλλειψη σε ορισμένες επαγγελματικές κατηγορίες», όπου αυτό «ισχύει ιδιαίτερα για τους βοηθούς φαρμακείου και τους φαρμακοποιούς, τους χειρούργους-οδοντίατρους, τους αναισθησιολόγους, τους τεχνικούς ακτινολόγους, τους φυσιοθεραπευτές και τους ειδικούς φυσικής ιατρικής».[24] Ωστόσο, εφόσον δεν διαπιστώνεται κάποια σκοπιμότητα/πρόθεση που να παραπέμπει (επίσης) σε συγκεκριμένο φορέα δίωξης ή σοβαρής βλάβης, το γεγονός ότι το άτομο αυτό πάσχει από σοβαρή ασθένεια και χρήζει ιατρικής περίθαλψης, έστω εν τη απουσία κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής του, δεν αποτελεί λόγο παραχώρησης διεθνούς προστασίας λόγω μόνο του εν λόγω προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει (βλέπε σχετικά ΔΕΕ C-542/13, Mohamed M’Bodj v Βελγικού Δημοσίου, ημερ.18/12/2014, παρ. 41). Πέραν τούτου, εκ των ανωτέρω (εξειδικευμένων) ιατρικών πληροφοριών διαφαίνεται ότι στη ΛΔΚ υπάρχει διαθέσιμη θεραπευτική αγωγή για τον ιό της Ηπατίτιδας Β, σημειώνοντας παράλληλα πως στην παρούσα περίπτωση απουσιάζουν από τον φάκελο του και ούτε (εξάλλου) έχουν προσκομισθεί στο παρόν Δικαστήριο, πληροφορίες σχετικά με την υφιστάμενη θεραπεία που ακολουθείται από τον Αιτητή, καθώς και λεπτομέρειες για τη φαρμακευτική αγωγή που λαμβάνει εδώ, δεδομένα που θα έπρεπε (εξάλλου) να εξεταστούν από το αρμόδιο όργανο, μόνο ωστόσο, ως προς την αξιολόγηση του ενδεχόμενου επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του.[25]

 

Ως εκ των ανωτέρω, δεν προκύπτει ότι συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες). Αποτελεί μεν καθήκον της αρμόδιας αρχής (και του Δικαστηρίου) να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα[26], αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία, το προσωπικό ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[27] (Βλέπε επίσης Πρακτικό Οδηγό της EASO: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, βλέπε επιπλέον §205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες). Περαιτέρω, δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία και/ή γεγονότα και/ή έγγραφα ενώπιον του Δικαστηρίου τα οποία να ενισχύουν το αφήγημα του Αιτητή (Βλέπε Sportsman Betting Co. Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 591 και Α.Ε. 49/2012, Σάββα ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 07/02/2018), ανατρέπεται δε, μέσω των δηλώσεων του, το τεκμήριο αξιοπιστίας των ισχυρισμών του. Γίνεται κατανοητή η παραπομπή σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που καταγράφεται στην Γραπτή Αγόρευση των συνηγόρων του Αιτητή σε σχέση με τις συνθήκες και/ή παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που υπάρχουν στη χώρα καταγωγής, όσον αφορά την ενδοοικογενειακή βία και την κακομεταχείριση γενικότερα που βιώνουν τα παιδιά και ορισμένα νεαρά άτομα στη ΛΔΚ, εντούτοις, ως διαπιστώνεται στην παρούσα περίπτωση, βάσει και των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, αυτά τα δεδομένα δεν συνάδουν με το προσωπικό προφίλ/στοιχεία του Αιτητή ως παρατέθηκαν από τον ίδιο, ούτε και ο Αιτητής επικαλέστηκε τέτοια γεγονότα που (ενδεχομένως) να παραπέμπουν στις πιο πάνω περιπτώσεις ατόμων που υφίστανται κακομεταχείρισης ή που κινδυνεύουν να υποστούν τέτοια κακομεταχείριση. Ταυτόχρονα, η εσωτερική αξιοπιστία του, όπως αναλύεται πιο πάνω, δεν τεκμηριώνεται και η εξωτερική αξιοπιστία (μέσω έγκυρων πηγών πληροφόρησης) έπεται της εσωτερικής αξιοπιστίας και συνεκτιμάται (μαζί και με άλλους δείκτες αξιοπιστίας) για την τεκμηρίωση της συνολικής αξιοπιστίας του αιτούντα[28] και (εξάλλου) δεν θα μπορούσε μόνο στη βάση των πιο πάνω πληροφοριών ο Αιτητής να αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας. Ούτε κρίνεται ότι ο Αιτητής ανήκει σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα που να αντιμετωπίζει δίωξη στη χώρα καταγωγής του και η περίπτωση του προφανώς αφορά πρόσωπο που εγκατέλειψε τη χώρα του για λόγους διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους θα μπορούσε να τύχει διεθνούς προστασίας (Βλέπε §62 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες)[29]. Συνεπώς, ως η ανωτέρω ανάλυση, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000), καθότι από τις δηλώσεις του, ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος και/ή δεν προκύπτει από τις ατομικές του περιστάσεις να υφίσταται κίνδυνος δίωξής του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων.

 

Ούτε η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας (ερυθρά 53-52 Δ.Φ.). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να θεωρείται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή να υποστεί βασανιστήρια, ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[30] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, κρίθηκε από την λειτουργό πως δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής θα βρεθεί αντιμέτωπος με δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Εντούτοις, παρατηρείται ότι η λειτουργός δεν προχώρησε σε επαρκή έρευνα μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ως θα έπρεπε εντούτοις να πράξει, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις που υφίσταντο λόγω της τότε ανηλικότητας του Αιτητή. Από σχετική έρευνα του Δικαστηρίου (στη βάση των εκ του Νόμου εξουσιών του) αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa της ΛΔΚ, παρατηρείται ότι σύμφωνα με έκθεση του Φεβρουαρίου 2025 από την Cedoca του Βελγίου σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ, [μετάφραση] «όσον αφορά την Kinshasa, αναφέρθηκαν σποραδικά περιστατικά ασφαλείας κατά τη διάρκεια του 2024, συμπεριλαμβανομένων διαδηλώσεων, μιας απόπειρας πραξικοπήματος, ένα [περιστατικό] απόδρασης από τη φυλακή Makala και ορισμένων περιστατικών στην αγροτική περιοχή της κοινότητας Maluku λόγω της σύγκρουσης που λαμβάνει χώρα στη γειτονική επαρχία Mai-Ndombe».[31] Στην ίδια πηγή, αναφέρεται ότι το United Nations Joint Human Rights Office ‘θεωρεί’ ότι η επαρχία της Kinshasa ‘δεν επηρεάστηκε από ένοπλη σύγκρουση’, καθώς επίσης καταγράφεται ότι [μετάφραση] «από την επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στα ανατολικά το 2025, εκτός από διαδηλώσεις εναντίον Δυτικών πρεσβειών, δεν έχουν αναφερθεί σημαντικά περιστατικά ασφαλείας στην Kinshasa».[32] Περαιτέρω, σύμφωνα με τα στοιχεία από τη βάση δεδομένων ACLED (Armed Conflict Location & Event Data Project) αναφορικά με τα περιστατικά πολιτικής βίας στην Kinshasa της ΛΔΚ, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που καταγράφηκαν κατά την εβδομάδα 12-18/07/2025 (όπου δεν καταγράφηκε κάποιο περιστατικό), σε σχέση με τον εβδομαδιαίο μέσο όρο των περιστατικών που είχαν καταγραφεί κατά τις 4 εβδομάδες που προηγήθηκαν της εν λόγω εβδομάδας (που υπολογίζεται στο 1 περιστατικό ανά εβδομάδα κατά μέσο όρο), εκτιμάται ότι δεν υπήρξε οιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή στη δραστηριότητα (για την περίπτωση της Kinshasa και με βάση τα πιο πάνω δεδομένα) και άρα προκύπτει ότι η κατάσταση στην εν λόγω επαρχία παραμένει σταθερή (ανεξαρτήτως βέβαια από το βαθμό της βίας που υφίσταται στη συγκεκριμένη επαρχία και/ή σε ολόκληρη τη ΛΔΚ).[33] Από επικαιροποιημένη έρευνα του Δικαστηρίου στη βάση δεδομένων ACLED (Armed Conflict Location & Event Data Project), προκύπτει ότι τα περιστατικά ασφαλείας και οι θάνατοι εξ αυτών, συνολικά στην επαρχία της Kinshasa (όπου για την περίοδο 27/07/24 – 25/07/25, καταγράφηκαν από το ACLED στην εν λόγω επαρχία, 86 περιστατικά ασφαλείας και 229 θάνατοι, όπου τα 52 περιστατικά αφορούσαν διαδηλώσεις “protests” χωρίς καταγεγραμμένους θανάτους, τα 19 αφορούσαν ταραχές “riots” με 203 θανάτους, τα 12 αφορούσαν βία κατά πολιτών “violence against civilians” με 13 θανάτους και τα υπόλοιπα 3 περιστατικά αφορούσαν μάχες “battles” με 13 θανάτους, ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά εκρήξεων / εξ αποστάσεως βίας “explosions / remote violence”)[34], δεν ανέρχονται σε τέτοια ‘υψηλά’ επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της εν λόγω επαρχίας (που σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2020, ήταν 14.565.700 κάτοικοι[35]), έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Βάσει όλων των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών πληροφοριών, δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής του Αιτητή στη ΛΔΚ λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του Άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000), και ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών του περιστάσεων για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης[36]. Σημειώνεται δε, ότι στην περιοχή συνήθους διαμονής στη ΛΔΚ που δήλωσε ο Αιτητής ενώπιον της αρμόδιας αρχής, ήτοι τη συνοικία Yolo της Kinshasa (ερυθρό 17/Χ1 Δ.Φ.), κατά τη χρονική περίοδο 27/07/24 – 25/07/25, στη βάση δεδομένων ACLED δεν καταγράφηκαν οιαδήποτε περιστατικά/θάνατοι[37], ενώ στην περιοχή που αναφέρεται στα σχετικά πιστοποιητικά που ο ίδιος είχε προσκομίσει στην Υπηρεσία Ασύλου ως ο τόπος διαμονής του Αιτητή στη ΛΔΚ (ερυθρά 32 και 31 Δ.Φ.), ήτοι τη συνοικία Ngaliema της Kinshasa, κατά την ίδια χρονική περίοδο (27/07/24 – 25/07/25), στη βάση δεδομένων ACLED καταγράφηκαν μόνο 2 περιστατικά, τα οποία κατηγοριοποιήθηκαν ως ταραχές (“riots”) και τα οποία είχαν ως συνέπεια 1 ανθρώπινη απώλεια[38].  Αξίζει δε να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει απόφαση επιστροφής εναντίον του Αιτητή κατά την ημερομηνία απόρριψης της αίτησης - ούτε έχει εκδοθεί οποιαδήποτε απόφαση επιστροφής με χρονικό περιθώριο οικειοθελούς αναχώρησης, ούτε έχουν ληφθεί οποιαδήποτε μέτρα απομάκρυνσης εναντίον του Αιτητή. Ούτε με βάση την πιο πάνω ανάλυση προκύπτει δίωξη του Αιτητή λόγω φύλου, φυλής, θρησκείας, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε η ζωή ή η ελευθερία του θα τεθεί σε κίνδυνο ή θα υποβληθεί σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση σε περίπτωση επιστροφής, επομένως δεν τεκμηριώνεται η θέση της δικηγόρου του για παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης. Εξάλλου, ο Αιτητής έχει πλέον ενηλικιωθεί και τυχόν διαδικασίες που θα ακολουθηθούν από τις αρμόδιες αρχές δεν θα αφορούν πλέον ανήλικο πρόσωπο.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους:

 

Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω και στα πλαίσια των εξουσιών του καταλήγει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των Άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000).

 

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη πράξη επί της απόρριψης του αιτήματος ασύλου του Αιτητή επικυρώνεται.

 

Δεδομένης της μη επαρκούς έρευνας σε σχέση με την ουσία του αιτήματος του Αιτητή, της παράλειψης παραπομπών της αρμόδιας αρχής σε συνάρτηση με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (έρευνα που διενεργήθηκε/συμπληρώθηκε στη βάση των εξουσιών του Δικαστηρίου) και δεδομένου του ότι το αποτέλεσμα επί της ουσίας αιτήματος διεθνούς προστασίας δεν διαφοροποιείται, δεν επιδικάζονται έξοδα της διαδικασίας.

 

 

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] UNICEF, Democratic Republic of Congo - Child protection Programme, [undated], [ημερ. πρόσβασης 25/07/2025]

[2] Code de la Famille de la République Démocratique du Congo, σελ. 54-55 [ημερ. πρόσβασης 25/07/2025]

[3] JOURNAL OFFICIEL de la République Démocratique du Congo, LOI N° 09/001 DU 10 JANVIER 2009 PORTANT PROTECTION DE L’ENFANT, 25 May 2009, σελ. 18 [ημερ. πρόσβασης 25/07/2025]

[4] JOURNAL OFFICIEL de la République Démocratique du Congo, Constitution de la République Démocratique du Congo, 5 February 2011, σελίδες 9-19, 20-46 [ημερ. πρόσβασης 25/07/2025]

[5] Code de la Famille de la République Démocratique du Congo, σελ. 40-43, 53-55, 114 [ημερ. πρόσβασης 25/07/2025]

[7] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality and Law Reform and Refugee Appeals Tribunal, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009, σκέψη 11.

[8] EUAA, Practical Guide on Evidence and Risk Assessment, January 2024, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-02/Practical-Guide-Evidence-Risk-Assessment.pdf, σελ. 75-83

[9] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System - Judicial Analysis, Second edition, February 2023, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf, σελ.103

[10] Global Citizen, I Fight for the Kids on the Streets of Kinshasa. They Weren’t Born There and It’s Not Where They Should Live. (By C'est Prévue Emmy Lusila, Written in English by Sarah El Gharib), November 22, 2022, https://www.globalcitizen.org/en/content/cest-prevue-emmy-lusila-maison-des-anges/ [ημερ. πρόσβασης 28/07/2025]

[11] Global Citizen, I Fight for the Kids on the Streets of Kinshasa. They Weren’t Born There and It’s Not Where They Should Live. (By C'est Prévue Emmy Lusila, Written in English by Sarah El Gharib), November 22, 2022, https://www.globalcitizen.org/en/content/cest-prevue-emmy-lusila-maison-des-anges/ [ημερ. πρόσβασης 28/07/2025]

[12] UNICEF DRC, A new start for children who have come off the streets, 16 May 2022, [ημερ. πρόσβασης 28/07/2025]

[13] Louvain Cooperation, Street children and young people: 10 years of support, 20/03/2025, [ημερ. πρόσβασης 28/07/2025]

[14]  Danish Immigration Service, COUNTRY OF ORIGIN INFORMATION (COI) - BRIEF REPORT: Democratic Republic of the Congo - Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, σελ. 10 [ημερ. πρόσβασης 08/07/2025]

[15]  Ibid 14, σελ. 47

[16] Ibid 14, σελ. 48

[17]  COMMISSARIAT GÉNÉRAL AUX RÉFUGIÉS ET AUX APATRIDES (Belgium), Cedoca, COI Focus: REPUBLIQUE DEMOCRATIQUE DU CONGO - Le traitement reserve par les autorités nationales à leurs ressortissants de retour dans le pays, 27 September 2022, σελ. 10 [ημερ. πρόσβασης 08/07/2025]

[18] Translators without Borders (TWB), Language data for the Democratic Republic of Congo (DRC), 2025, [ημερ. πρόσβασης 08/07/2025]

[19] Ibid 18.

[20] EASO, Democratic Republic of Congo (DRC) - Medical Country of Origin Information Report, August 2021, σελ. 61-65 [ημερ. πρόσβασης 29/07/2025]

[21] EUAA MedCOI Sector, Medical Country of Origin Information: Congo DRC - Availability of medical treatments (Source AVA 19276, International SOS), 30/04/2025, σελ. 3-6 [ημερ. πρόσβασης 29/07/2025]

[22] EASO, Democratic Republic of Congo (DRC) - Medical Country of Origin Information Report, August 2021, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_08_EASO_MedCOI_Report_DRC_update.pdf, σελ. 26 [ημερ. πρόσβασης 29/07/2025]

[23] Ministère de la Santé, République Démocratique du Congo, Plan National de Développement Sanitaire recadré pour la période 2019-2022: Vers la Couverture Sanitaire Universelle, November 2018, https://santenews.info/wp-content/uploads/2020/04/PNDS-2019-2022_GOUVERNANCE.pdf, σελ. 26 [ημερ. πρόσβασης 29/07/2025]

[24] Ministère de la Santé, République Démocratique du Congo, Plan National de Développement Sanitaire recadré pour la période 2019-2022: Vers la Couverture Sanitaire Universelle, November 2018, https://santenews.info/wp-content/uploads/2020/04/PNDS-2019-2022_GOUVERNANCE.pdf, σελ. 27 [ημερ. πρόσβασης 29/07/2025]

[25] Βλέπε Austria, Federal Administrative Court [Bundesverwaltungsgericht - BVwG], Applicant v Austrian Federal Office for Immigration and Asylum (Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl- BFA), L530 1309578-5, ECLI:AT:BVWG:2022:L530.1309578.5.00, 04 January 2022, Απόφαση ΔΕΕ της 22/11/2022 στην υπόθεση C‑69/21, X κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (τμήμα μείζονος συνθέσεως), και European Court of Human Rights, N. v. the United Kingdom, Application no. 26565/05, 27/05/2008.

[26] Βλέπε Άρθρο 4, παρ. 1, της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).

[27] Βλέπε άρθρα 16(2) και 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000).

[28] Βλέπε EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System – Judicial analysis (Second edition), February 2023, σελ. 23, 131-132.

[29] «62. Μετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. [.]»

[30] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.

[31] COMMISSARIAT GÉNÉRAL AUX RÉFUGIÉS ET AUX APATRIDES (Belgium), Cedoca, COI Focus: REPUBLIQUE DEMOCRATIQUE DU CONGO - Situation sécuritaire, 25 February 2025, https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_rdc._situation_securitaire_20250225_2.pdf, σελ. 2 [ημερ. πρόσβασης 09/07/2025]

[32] COMMISSARIAT GÉNÉRAL AUX RÉFUGIÉS ET AUX APATRIDES (Belgium), Cedoca, COI Focus: REPUBLIQUE DEMOCRATIQUE DU CONGO - Situation sécuritaire, 25 February 2025, https://www.cgrs.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_rdc._situation_securitaire_20250225_2.pdf, σελ. 2 [ημερ. πρόσβασης 09/07/2025]

[33] ACLED (Armed Conflict Location & Event Data Project), ACLED Trendfinder: Week of 12-18 July 2025, Last updated: 18 July 2025, https://acleddata.com/trendfinder/#dash [ημερ. πρόσβασης 30/07/2025]

[34] ACLED (Armed Conflict Location & Event Data Project), ACLED Explorer, 2025, https://acleddata.com/explorer/ [ημερ. πρόσβασης 30/07/2025]

[35] City Population, Congo (Dem. Rep.) - Democratic Republic of the Congo (formerly Zaire): Provinces – Kinshasa [table], 09/10/2020, https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ [ημερ. πρόσβασης 30/07/2025]

[36] Βλέπε EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) - Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 (1.6.2. έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»).

[37] ACLED (Armed Conflict Location & Event Data Project), ACLED Explorer, 2025, https://acleddata.com/explorer/ [ημερ. πρόσβασης 30/07/2025]

[38] Ibid 37


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο