
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 4588/2023
29 Αυγούστου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
M.Z.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
…………………….
Ο αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Αίγλη Κίτσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
[Παρούσα η κυρία Sara Habib για πιστή μετάφραση από Αραβικά σε Ελληνικά και αντίστροφα.]
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 29/09/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος Αιγύπτου και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 25/11/2014, αφού εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Αυθημερόν παρέλαβε Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).
Στις 12/01/2016, 23/10/2018, και 03/05/2019 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις του αιτητή, από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερομηνίας 09/05/2019 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη του αιτήματος του αιτητή. Στις 21/05/2019, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης. Στις 27/05/2019 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή, στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε από τον αιτητή στις 29/05/2019. Την ίδια μέρα, λήφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφυγών διοικητική προσφυγή από τον αιτητή κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 17/12/2020 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέστειλε επιστολή στον αιτητή, ενημερώνοντάς τον ότι λόγω κατάργησης της Αρχής, η προσφυγή του θα μεταφερθεί στην Υπηρεσία Ασύλου για περαιτέρω εξέταση.
Η Υπηρεσία Ασύλου με επιστολή της ημερομηνίας 09/08/2023 ενημέρωσε τον αιτητή ότι με βάσει το άρθρο 33(2)(α)(i) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, είναι το αρμόδιο όργανο εξέτασης της διοικητικής του προσφυγής, λόγω της κατάργησης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων.
Στις 30/08/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 27/09/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την διοικητική του προσφυγή. Ακολούθως, και συγκεκριμένα στις 29/09/2023, αρμόδια λειτουργός εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών, να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για την διοικητική προσφυγή του αιτητή και αποφάσισε την απόρριψή της. Η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε στις 08/11/2023 επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή, η οποία παραλήφθηκε δια χειρός από τον αιτητή αυθημερόν. Ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή αμφισβητώντας την προαναφερόμενη απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.
Ο αιτητής μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης πρόβαλε πραγματικούς λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα πρόβαλε κίνδυνο κατά της ζωής του λόγω ακάλυπτων επιταγών, για μεγάλα χρηματικά ποσά, που εξέδωσε. Ως διευκρινίζει, είχε 6 καταστήματα που καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 2011 με αποτέλεσμα να αδυνατεί να πληρώσει τους εμπόρους, οι οποίοι τον απείλησαν με θάνατο. Προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας του το οποίο εξέδωσε απόφαση ημερομηνίας 23/03/2014. Για αυτούς τους λόγους ο αιτητής δήλωσε πως δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει ότι λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στο αρμόδιο όργανο. Επιπρόσθετα, ανέφερε πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.
Αρχικά θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εξετάσει μόνο την νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και όχι την ουσία της, καθότι το άρθρο 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018) προνοεί ότι η δικαιοδοσία που καθορίζεται στο εδάφιο (3) και (4) του άρθρου 11 του προαναφερόμενου Νόμου δύναται να ασκηθεί μόνο αν η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν αίτησης η οποία υποβλήθηκε στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015. Ο αιτητής υπέβαλε το αίτημα του στην Υπηρεσία Ασύλου στις 25/11/2014. Ως εκ τούτου, το παρόν Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να αποφασίσει μόνο για την νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.
Θα πρέπει να αναφερθεί πως ο αιτητής στα πλαίσια τη Γραπτής του Αγόρευσης δεν προωθεί οποιοδήποτε νομικό ισχυρισμό. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Ο αιτητής κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου κατέγραψε ότι ο λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του είναι η καταδίκη του σε 18 χρόνια κάθειρξη για τις 9 από τις 11 υποθέσεις που είχε σε βάρος του και αφορούν τραπεζικές συναλλαγές και δανειοληπτικές εγγυήσεις, ενώ για τις άλλες 2 υποθέσεις η απόφαση εκκρεμεί (όπως είχε δηλώσει κατά την υποβολή της αίτησης) (ερυθρά 1 και 9, και μετάφραση αυτών ερυθρά 4 και 13, του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Αιγύπτου με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την πόλη Zefta (ερυθρό 37 του διοικητικού φακέλου) όπου εξακολουθούν να διαμένουν οι γονείς και τα 8 αδέρφια του (ερυθρό 35/3Χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ερυθρό 34 του διοικητικού φακέλου), ενώ ως προς την εργασιακή του πείρα δήλωσε ότι από το 2004 – 2010 εργάστηκε στον τομέα του ρουχισμού και από το 2011 – 2013 ως οδηγός ταξί (ερυθρό 34/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής πρόβαλε την καταδίκη του, υποστηρίζοντας ότι συνεργαζόταν με 4 εμπόρους/προμηθευτές και την τράπεζα όπου όφειλε 137,000 αιγυπτιακές λίρες ως επιχειρηματίας στον τομέα του ρουχισμού. Τον Ιούλιο του 2013 ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε απειλές από τον ένα από τους εμπόρους με τους οποίους συνεργαζόταν, και κατόπιν συμβουλής του πατέρα του εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του(ερυθρό 33 του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση του πιο πάνω αφηγήματος, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε ο αιτητής, διέκρινε στην Έκθεση-Εισήγησή του, ημερομηνίας 09/05/2019, δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς (πέραν της υπηκοότητας και του προσωπικού του προφίλ το οποίο έγινε αποδεκτό) ως ακολούθως: (1) Χρηματικές οφειλές σε κάποιους εμπόρους στην Αίγυπτο, οι οποίοι απείλησαν τη ζωή του, και (2) εκκρεμούσες δικαστικές υποθέσεις εναντίον του και καταδίκη σε 13 χρόνια φυλάκισή του.
Κανένας από τους δύο (2) ισχυρισμούς δεν έγινε αποδεκτός λόγω έλλειψης ευλογοφάνειας και απαιτούμενης συνοχής, ενώ κρίθηκε πως ο αιτητής υπέπεσε κατά το αφήγημά του σε αντιφάσεις. Ειδικότερα, ως προς τον πρώτο ισχυρισμό, ο αιτητής αρχικά ανέφερε ότι έκλεισε τα καταστήματα του το 2010 ενώ στη συνέχεια πρόβαλε ότι καταστράφηκαν στην αραβική άνοιξη. Κληθείς να εξηγήσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι τον Ιανουάριο του 2010 στο Κάιρο υπήρξε μεγάλη πυρκαγιά, απάντηση η οποία δεν αποσαφηνίζει την συγκεκριμένη αντίφαση.
Επιπρόσθετα, ως καταγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση, κατά τη διάρκεια της δεύτερης συνέντευξης ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι οι έμποροι έστειλαν τον δικηγόρο τους να βρει τον αιτητή στην Κύπρο, όπου και συναντήθηκε μαζί του σε δημόσιο σημείο της Λευκωσίας. Ως υποστήριξε, δεν επιθυμούσαν να προβούν σε άλλη καταγγελία εναντίον του ρωτώντας τον για τα μελλοντικά του σχέδια. Τέλος, ο αιτητής κλήθηκε να αναφέρει τον λόγο για τον οποίο δεν υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας αφότου έφτασε στην Κύπρο τον Ιανουάριο του 2014 αλλά υπέβαλε τον Νοέμβριο του 2014, όπου ισχυρίστηκε ότι δεν επιθυμούσε να θεωρείται πρόσφυγας αναμένοντας από την οικογένεια του να επιλύσει το θέμα.
Κληθείς, στη συνέχεια, να εξηγήσει τον λόγο που υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας κατόπιν σύλληψης και κράτησής του, ο αιτητής πρόβαλε την απελευθέρωση του αν και δεν προτίθετο να δημιουργήσει κακή εικόνα για την χώρα του και για αυτό παρέμεινε παράνομα για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι τα όσα ο αιτητής ανέφερε στη συνέντευξη αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Ως εκ τούτου, ο συγκεκριμένος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.
Αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό του αιτητή, ως καταγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση, ο αιτητής κατά την τρίτη συνέντευξη του πρόβαλε ότι δεν θυμάται τι ακριβώς αναγράφεται στην δικαστική απόφαση, ενώ ανέφερε ότι καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλάκιση σε αντίθεση με δήλωσή του στην αίτηση διεθνούς προστασίας την οποία ο ίδιος συμπλήρωσε, όπου κατέγραψε ότι καταδικάστηκε σε 18ετή κάθειρξη. Κληθείς να εξηγήσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής δήλωσε ότι τρεις υποθέσεις έκλεισαν και ότι αποπλήρωσε την τράπεζα, απάντηση που δεν κρίθηκε ικανοποιητική. Επιπρόσθετα, κληθείς να εξηγήσει πως κατάφερε να διαφύγει νόμιμα από την Αίγυπτο, καθώς υπήρχαν καταδικαστικές αποφάσεις, ενώ εκκρεμούσαν επιπλέον δικαστικές υποθέσεις, ο αιτητής αρχικά υποστήριξε ότι του επέτρεψαν να εγκαταλείψει τη χώρα του καθότι δεν κατηγορείτο για δολοφονία, ναρκωτικά ή πολιτικά ζητήματα. Λόγο τον οποίο αναίρεσε στη δεύτερη συνέντευξη του, όπου ερωτηθείς εκ νέου, δήλωσε ότι δωροδόκησε κάποιο πρόσωπο.
Κληθείς να σχολιάσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν ρωτήθηκε για αυτό στην πρώτη συνέντευξη, ισχυρισμός ο οποίος δεν ευσταθεί. Τέλος, ο αιτητής ανέφερε πω δεν γνωρίζει την πρόοδο των υποθέσεων που εκκρεμούν εναντίον του στην Αίγυπτο, ισχυρισμό τον οποίο ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ανεπαρκή. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι τα όσα ο αιτητής ανέφερε στη συνέντευξη αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Ως εκ τούτου, ο συγκεκριμένος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό περί υπηκοότητας του αιτητή έκρινε ότι δεν υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του στην Αίγυπτο θα υποστεί δίωξη. Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000. Επιπρόσθετα, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν λόγοι παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης εγκρίθηκε στις 21/05/2019.
Στα πλαίσια εξέτασης της διοικητικής προσφυγής του, η οποία εξετάστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ο αιτητής προσκόμισε χειρόγραφη επιστολή με την οποία ισχυρίζεται ότι κατά την χρονική περίοδο των 10 ετών που βρίσκεται στη Δημοκρατία προέκυψαν εξελίξεις στην υπόθεσή του, και συγκεκριμένα πρόβαλε ότι έχει αντιταχθεί στην κυβέρνηση μετά την αποκάλυψη περί κατασπατάλησης δημοσίου χρήματος, καθώς και ότι ο αδερφός του συνελήφθη στις 15/12/2019 χωρίς να έχει διαπράξει κάποιο έγκλημα, ενώ ο ίδιος αναζητείται από το σώμα εθνικής ασφάλειας (ερυθρό 106 και μετάφραση αυτού ερυθρό 107, του διοικητικού φακέλου). Κρίθηκε πως τα όσα ο αιτητής ισχυρίστηκε κατά την εξέταση της προσφυγής συνιστούσαν νέα στοιχεία και κλήθηκε εκ νέου σε συνέντευξη από την Υπηρεσία Ασύλου στις 30/08/2023.
Επιπρόσθετα, ως καταγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση επί της διοικητικής προσφυγής «μετά από εξέταση της συνέντευξης και της Έκθεσης-Εισήγησης που υποβλήθηκε στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, διαφαίνεται ότι η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου πάσχει λόγω λανθασμένης διερεύνησης και ανάλυσης των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών που εγέρθηκαν από τον αιτητή κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων του. Συγκεκριμένα, όσον αφορά την συνέντευξη, διαπιστώνεται πως δεν ακολουθήθηκε η ορθή διερευνητική διαδικασία αφού οι ερωτήσεις της λειτουργού είναι κατά βάση κλειστού τύπου και δεν καλύπτουν βασικές επί μέρους θεματικές των ισχυρισμών του. Ως προς την απόφαση διαπιστώνεται ότι η λειτουργός κατηγοριοποίησε ορθά τους ισχυρισμούς του αιτητή, ωστόσο, δεδομένης της ελλιπούς διερεύνησης τούτων κατά τη συνέντευξη η απόρριψη τους καθίσταται αναιτιολόγητη. Επιπλέον, δεν έγινε καμία αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των προσωπικών στοιχείων του ενιστάμενου».
Ως εκ τούτου, κρίθηκε σκόπιμη η διεξαγωγή νέας προσωπικής συνέντευξης προς διερεύνηση και αξιολόγηση τόσο των αρχικών όσο και των νέων ισχυρισμών του αιτητή. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, επιβεβαιώθηκαν τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή.
Ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής στα πλαίσια της ελεύθερης αφήγησης του επεκτάθηκε στα νέα στοιχεία που πρόβαλε με την επιστολή του, την αυθαίρετη σύλληψη και φυλάκιση ενός από τους αδερφούς του, καθώς και την υπόθεση εναντίον του από το σώμα Εθνικής Ασφάλειας λόγω σχολίων που διατύπωσε σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Ως υποστήριξε, μέλος του σώματος Εθνικής Ασφάλειας επισκέφθηκε το σπίτι του ψάχνοντας τον αδερφό του, (η αδερφή του μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας ενημέρωσε τον αδερφό του), ενώ ο πατέρας του τους εξήγησε ότι δεν λαμβάνει μέρος και δεν ανήκει σε κάποιο πολιτικό κόμμα. Το συγκεκριμένο άτομο ανέφερε στον πατέρα του πως επιθυμούν να του υποβάλουν κάποιες ερωτήσεις.
Ο αδερφός του βέβαιος για την μη εμπλοκή του με το καθεστώς, τους περίμενε. Στις 15/12/2019, ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη. Ο αιτητής απέστειλε ηλεκτρονικά μηνύματα (emails) και επιστολές στο αμερικανικό και ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, στο Διεθνές Δικαστήριο, στη Διεθνή Αμνηστεία, στο Υπουργείο Εσωτερικών, στο αιγυπτιακό κοινοβούλιο και στον Γενικό Εισαγγελέα της Αιγύπτου, ενώ κοινοποίησε την επιστολή και στον Πρόεδρο Sissi. Ως περαιτέρω ισχυρίστηκε, έλαβε μήνυμα από τον Γενικό Εισαγγελέα, σε εφαρμογή επικοινωνίας, όπου του έδωσαν αριθμό παραπόνου αναφέροντας ότι το παράπονο του θα εξεταστεί (ερυθρά 122/2Χ και 121/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του. Συγκεκριμένα, σε ερωτήσεις αναφορικά με τη σύλληψη και φυλάκιση του αδερφού του, ο αιτητής ανέφερε ότι ο αστυνομικός, κατόπιν συνεννόησης με τον πατέρα του, πήγε στο πατρικό του σπίτι και συνέλαβε τον αδερφό του προβάλλοντας ότι θα τον πάρουν μαζί τους για να του υποβάλουν μερικές ερωτήσεις και από τότε πέρασαν 4 χρόνια. Ως υποστήριξε, προσέλαβαν δικηγόρο, ωστόσο, ο δικηγόρος μαζί με άλλους συνήγορους απολύθηκαν από το ανώτατο δικαστήριο (ερυθρό 121/1Χ του διοικητικού φακέλου). Ο πατέρας του πήγαινε καθημερινά στον αστυνομικό σταθμό Zefta, μέχρι που ενημερώθηκε από άτομο στο οποίο έδωσε χρήματα για πληροφορίες, ότι δεν κρατείται πλέον στον συγκεκριμένο αστυνομικό σταθμό (ερυθρό 120/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Στη συνέχεια, οι γονείς του έλαβαν τηλεφώνημα από την φυλακή στο Κάιρο για επισκεπτήριο (ερυθρό 120 του διοικητικού φακέλου). Όταν τον επισκέφθηκαν στο νοσοκομείο της φυλακής, ο πατέρας του αντιλήφθηκε από τα σημάδια στο σώμα του ότι υπέστη βασανιστήρια, και τον απείλησαν να μην μιλήσει για αυτό. Ως πρόβαλε ο αιτητής, δέχθηκε βασανισμό με ηλεκτροσόκ και χτυπήματα με ραβδί (stick) για να υπογράψει έντυπο ότι ανήκει σε τρομοκρατική ομάδα (ερυθρό 118/1Χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τον λόγο που φυλακίστηκε, ο αιτητής υποστήριξε ότι ο αδερφός του αναδημοσίευσε σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης ένα βίντεο καναλιού που καταφέρεται εναντίον του καθεστώτος και αφορά περιστατικό που έλαβε χώρα στην πλατεία Rabaa στο οποίο σκοτώθηκαν 800 άτομα. Τη χρονική στιγμή της συνέντευξης δήλωσε πως βρίσκεται στη φυλακή στην πόλη Badr, δεν υποβάλλεται σε οποιαδήποτε βασανιστήρια και είναι καλά (ερυθρό 119/1Χ και 2Χ του διοικητικού φακέλου).
Σε ερωτήσεις αναφορικά με τη δική του δίωξη και αναζήτηση από το σώμα Εθνικής Ασφάλειας, ο αιτητής πρόβαλε ότι ο ίδιος δημοσιοποίησε πρώτος το βίντεο που μοιράστηκε ο αδερφός του (ερυθρό 117 του διοικητικού φακέλου). Ως υποστήριξε θεωρεί τον Πρόεδρο της Αιγύπτου δολοφόνο και κλέφτη (ερυθρό 117/4Χ του διοικητικού φακέλου), ωστόσο, δεν εξέφρασε τις απόψεις του ενόσω ήταν στην χώρα του (ερυθρό 117/2Χ του διοικητικού φακέλου), και ούτε ανήκει σε κάποια πολιτική παράταξη, εκφράζεται ως ανεξάρτητος Αιγύπτιος πολίτης (ερυθρό 117/3Χ του διοικητικού φακέλου). Ως περαιτέρω ανέφερε, αναδημοσιεύει αναρτήσεις από διάφορα αραβικά κανάλια, εκφέροντας γνώμη, κάτι το οποίο ξεκίνησε το 2017 όταν αποκαλύφθηκαν οι δαπάνες του προέδρου σε αεροπλάνα και προεδρικά μέγαρα (ερυθρό 116/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Κληθείς, στη συνέχεια, να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με την υπόθεση εναντίον του από το σώμα Εθνικής Ασφάλειας, ο αιτητής ανέφερε ότι ενημερώθηκε από κάποιο φίλο του, ο οποίος είναι μέλος του πολιτικού κόμματος του προέδρου, και είναι το άτομο που βοήθησε τον αδερφό του (ερυθρό 116/3Χ του διοικητικού φακέλου). Ως υποστήριξε, το εν λόγω άτομο ενημέρωσε την οικογένεια του να είναι προσεκτικοί γιατί υπάρχει ανοιχτή υπόθεση και εναντίον του αιτητή (ερυθρό 115/1Χ του διοικητικού φακέλου) η αστυνομία (ερυθρό 114/1Χ επισκέφθηκε δύο φορές το πατρικό του και τον έψαχνε και ο πατέρας του ετοίμασε έντυπο ότι ο αιτητής είναι εκτός Αιγύπτου (ερυθρό 115/4Χ του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείς στη συνέχεια αναφορικά με το έντυπο που ετοίμασε ο πατέρας του, ο αιτητής δήλωσε ότι είναι κυβερνητικό έγγραφο το οποίο αναφέρει αν κάποιος βρίσκεται στη χώρα ή στο εξωτερικό (ερυθρό 114 του διοικητικού φακέλου).
Ακολούθως, ο λειτουργός επανήλθε στους αρχικούς ισχυρισμούς του αιτητή, αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε από προμηθευτές των καταστημάτων που διατηρούσε. Αρχικά, τέθηκαν ερωτήματα στον αιτητή για το περιστατικό όπου ένας από τους προμηθευτές έστειλε άτομα στην πόλη 10th of Ramadan, με τον αιτητή να αναφέρει ότι ο συγκεκριμένος προμηθευτής απεβίωσε και υπεύθυνος για την επιχείρηση του είναι τώρα ο γιος του (ερυθρό 113/1Χ του διοικητικού φακέλου). Ως περαιτέρω ανέφερε, ο συγκεκριμένος προμηθευτής αποπληρώθηκε αν και δεν τους έδωσε όλες τις αποδείξεις (ερυθρό 113/2Χ του διοικητικού φακέλου). Όταν το ζητήθηκε να αναφέρει αν υπάρχει κάποιος τον οποίο ακόμα δεν εξόφλησε, ο αιτητής ανέφερε δύο άτομα, προβάλλοντας στο δεύτερο όνομα που παρέθεσε ότι είναι το άτομο που τον απειλεί (ερυθρό 113/2Χ του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες για το συγκεκριμένο άτομο, δήλωσε ότι είναι το άτομο που τον προμήθευε με πουκάμισα και παντελόνια (ερυθρό 113/3Χ του διοικητικού φακέλου), προβάλλοντας ότι θεωρεί ότι θα πραγματοποιήσει την απειλή του καθώς αυτό είναι σύνηθες στον κόσμο των επιχειρήσεων, είτε να σκοτώνουν είτε να καταστρέφουν τη ζωή ενός ατόμου (ερυθρό 113 του διοικητικού φακέλου).
Κληθείς να παραθέσει πρόσφατες πληροφορίες αναφορικά με τις δικαστικές υποθέσεις που ανέφερε στις προηγούμενες συνεντεύξεις, ο αιτητής δήλωσε άγνοια προβάλλοντας ότι βρίσκεται εκτός Αιγύπτου (ερυθρό 112/1Χ του διοικητικού φακέλου). Η τελευταία φορά που μίλησε με τον δικηγόρο του ήταν πριν ενάμιση χρόνο, και εξ όσων γνωρίζει οι υποθέσεις ανανεώνονται κάθε χρόνο. Ως ενημερώθηκε από τον πατέρα του, η τελευταία υπόθεση που αφορά οφειλή του καταχωρήθηκε το 2017 ενόσω ο ίδιος βρισκόταν στη Δημοκρατία (ερυθρό 112/2Χ του διοικητικού φακέλου). Τέλος, κληθείς να εξηγήσει πως κατάφερε να εγκαταλείψει νόμιμα τη χώρα του δεδομένων των καταδικαστικών αποφάσεων εναντίον του, ο αιτητής υποστήριξε ότι οι υποθέσεις του δεν αφορούσαν ποινικά αδικήματα αλλά οφειλές προβάλλοντας ότι χρημάτισε για να του επιτραπεί να ταξιδέψει (ερυθρό 110/1Χ του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση του πιο πάνω αφηγήματος, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε ο αιτητής, διέκρινε στην Έκθεση-Εισήγησή του, ημερομηνίας 27/09/2023, πέντε (5) ουσιώδεις ισχυρισμούς ως ακολούθως:
(1) Ταυτότητα, προσωπικό προφίλ και χώρα καταγωγής του αιτητή,
(2) Ο αδερφός του αιτητή συνελήφθη και κρατείται αυθαίρετα από τις 15/12/2019 αφού αναδημοσίευσε ένα βίντεο στο προφίλ του στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης Facebook,
(3) Το σώμα Εθνικής Ασφάλειας άνοιξε φάκελο κατά του αιτητή όταν αυτός από το 2017 και έπειτα άρχισε να δημοσιεύει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επικριτικά σχόλια και ειδήσεις για την κυβέρνηση,
(4) Ισχυρισμός για χρηματικές οφειλές σε κάποιους εμπόρους στην Αίγυπτο, οι οποίοι απείλησαν τη ζωή του, και
(5) Ισχυρισμός για εκκρεμούσες δικαστικές υποθέσεις εναντίον του και καταδίκη του σε 13 χρόνια φυλάκιση.
Όσον αφορά τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι καθότι εξετάστηκε χωρίς πλημμέλειες κατά το πρώτο στάδιο και έγινε αποδεκτός, η σχετική κρίση υιοθετήθηκε και στην Έκθεση-Εισήγηση επί της διοικητικής προσφυγής.
Ως προς το δεύτερο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό αναφορικά με την αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση του αδερφού του αιτητή, ο λειτουργός έκρινε ότι παρά την συνεκτική ακολουθία γεγονότων στο αφήγημα του, σε κρίσιμα σημεία οι πληροφορίες που παρέθεσε δεν ήταν επαρκώς λεπτομερείς. Θα αναμένετο να ήταν σε θέση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες καθώς ο ίδιος συνδέει τη σύλληψη του αδερφού του με την δική του υπόθεση. Εντούτοις, σε κάποιες ερωτήσεις οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως γενικόλογες και ανεπαρκείς. Ειδικότερα, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει το όνομα του δικηγόρου που εκπροσωπούσε τον αδερφό του, τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει, ενώ μέσα από τις δηλώσεις του δημιουργείται σύγχυση ως προς τα μέρη που κρατήθηκε ο αδερφός του.
Συγκεκριμένα, ο αιτητής υποστήριξε ότι για δύο χρόνια δεν γνώριζαν που κρατείτο ο αδερφός του, μέχρι που μεταφέρθηκε στις φυλακές της πόλης Al Badr. Επιπρόσθετα, ερωτηθείς σε ποια φυλακή κρατείτο όταν κλήθηκε η οικογένεια του από το νοσοκομείο, ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζαν σε ποια φυλακή βρισκόταν και η οικογένεια του τον είδε μόνο στο νοσοκομείο και στη συνέχεια έξω από το δικαστήριο, απάντηση η οποία έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενη δήλωση του όπου ανέφερε ότι η οικογένεια του δέχθηκε κλήση από την φυλακή του Καίρου. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο λειτουργός προέβη σε έρευνα αναφορικά με τις αυθαίρετες κρατήσεις με κατηγορίες όπως η συμμετοχή σε διαμαρτυρίες και αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου επιβεβαιώνεται το συγκεκριμένο φαινόμενο αυθαίρετης κράτησης πολιτικών αντιφρονούντων, ειδικά στα τέλη του 2019. Ως προς τις επιστολές που απέστειλε ο αιτητής σε διάφορες υπηρεσίες της Αιγύπτου καθώς και σε διεθνείς οργανισμούς, ο λειτουργός έκρινε ότι δεν αποτελούν πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη του εν λόγω ισχυρισμού. Ως εκ τούτου, λόγω μη τεκμηρίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας ο συγκεκριμένος ισχυρισμός απορρίφθηκε.
Όσον αφορά τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του ήταν γενικόλογες χωρίς επαρκείς πληροφορίες, ενώ υπέπεσε σε ουσιώδη αντίφαση. Ειδικότερα, κληθείς ο αιτητής να δώσει πληροφορίες αναφορικά με την εκκρεμούσα υπόθεση εναντίον του από το σώμα Εθνικής Ασφάλειας, δήλωσε άγνοια προβάλλοντας ότι απλά ενημερώθηκε από το άτομο που βοήθησε τον αδερφό του κατά τη διάρκεια της κράτησης του. Κληθείς στη συνέχεια να δώσει πληροφορίες για το συγκεκριμένο άτομο, αρνήθηκε να δώσει στοιχεία της ταυτότητας του, παρά τη διασφάλιση περί εμπιστευτικότητας των παρατιθέμενων πληροφοριών, προβάλλοντας ότι πρόκειται για φίλο του από τον στρατό. Κληθείς, ωστόσο, να εξηγήσει τον τρόπο που τον ενημέρωσε, ο αιτητής αναίρεσε τον αρχικό ισχυρισμό περί προσωπικού του φίλου, αναφέροντας ότι πρόκειται για οικογενειακό φίλο, ο οποίος επικοινώνησε με την οικογένεια του και τους ανέφερε να είναι προσεκτικοί γιατί υπάρχει ανοικτή υπόθεση και για τον αιτητή.
Κληθείς να αποσαφηνίσει την εν λόγω αντίφαση, ο αιτητής υποστήριξε ότι ανέφερε τον στρατό ως παράδειγμα για να εξηγήσει πως μέσω γνωστών η οικογένεια του πληροφορήθηκε για την υπόθεση εναντίον του. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία του συγκεκριμένου ισχυρισμού, ο λειτουργός σε έρευνα που διεξήγαγε εντόπισε κάποια από τα κανάλια που ανέφερε ο αιτητής, και σύμφωνα με τις δηλώσεις του αναδημοσίευε άρθρα τους. Επιπρόσθετα, εντοπίστηκαν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες πολίτες που δημοσίευσαν επικριτικά για την κυβέρνηση σχόλια συνελήφθησαν από τις αρχές. Ωστόσο, λόγω μη τεκμηρίωσης του ισχυρισμού περί αναζήτησής του από το σώμα Εθνικής Ασφάλειας το συγκεκριμένο ουσιώδες πραγματικό περιστατικό απορρίφθηκε.
Αντιθέτως, ο τέταρτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι τόσο κατά τις προηγούμενες συνεντεύξεις όσο και στην τελευταία ο αιτητής παρείχε επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με την επιχείρηση του, τον αριθμό των καταστημάτων, την τράπεζα από την οποία έλαβε δάνειο, και τα ονόματα των προμηθευτών του. Επιπρόσθετα, εξήγησε την αδυναμία αποπληρωμής των προμηθευτών, την αγωγή κατά της ασφαλιστικής του εταιρείας καθώς και τις απειλές που δέχθηκε από έναν εκ των προμηθευτών του. Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, ο λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές, στις οποίες γίνεται αναφορά στις επιπτώσεις των διαμαρτυριών και διαδηλώσεων που επίσπευσαν την πτώση του Mubarak.
Τέλος, όσον αφορά τον πέμπτο ουσιώδη ισχυρισμό και τις δικαστικές υποθέσεις και καταδίκες σε φυλάκιση, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής παρέθεσε αποσπασματικά στοιχεία χωρίς να είναι σε θέση να δώσει συγκεκριμένες βασικές πληροφορίες. Ειδικότερα, κληθείς να απαριθμήσει τις υποθέσεις εναντίον του, το περιεχόμενο και το στάδιο στο οποίο βρίσκονται, ο αιτητής απάντησε γενικά ότι αφορούν χρέη προβάλλοντας ότι δεν γνωρίζει και δεν ρώτησε τι έχουν απογίνει. Επιπρόσθετα, κατόπιν σχετικής ερώτησης, υποστήριξε ότι ο δικηγόρος του τον ενημέρωσε ότι οι υποθέσεις εξακολουθούν να εκκρεμούν καθώς βρίσκεται εκτός χώρας, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να αναφέρει συγκεκριμένες πληροφορίες όπως τον αριθμό των καταδικαστικών αποφάσεων που έχουν εκδοθεί εναντίον του.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο αιτητής προσκόμισε χειρόγραφο σημείωμα με αριθμούς και χρονολογίες, το οποίο ως ισχυρίστηκε του έστειλε ο δικηγόρος του. Η αποδεικτική αξία του συγκεκριμένου εγγράφου κρίθηκε μηδαμινή καθώς από πουθενά δεν προκύπτει η προέλευση του, ενώ κληθείς να προσκομίσει κλήσεις και αποφάσεις δικαστηρίου πρόβαλε άρνηση του δικηγόρου του να τις αποστείλει καθώς αποτελεί ποινικό αδίκημα∙ ισχυρισμός ο οποίος δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθεί. Επιπλέον, ο λειτουργός διεξήγαγε έρευνα σε εξωτερικές πηγές όπου επιβεβαιώθηκε η προσωποκράτηση για χρέη. Αξιολογώντας τις ανωτέρω πληροφορίες ο λειτουργός κατέληξε ότι λόγω μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας, καθώς και της μη προσκόμισης οποιοδήποτε εγγράφων που να αποδεικνύουν τις εκκρεμούσες ή καταδικαστικές αποφάσεις εναντίον του αιτητή, σε συνδυασμό με την αδυναμία επαρκούς εξήγησης ως προς τα κωλύματα προσκόμισης τους, ο συγκεκριμένος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, και κατόπιν αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τις εναλλακτικές προτάσεις διαχείρισης χρεών, και την μεταχείριση επαναπατριζόμενων αιτητών ασύλου, έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ιδιαίτερη μνεία έγινε και στην Κ.Δ.Π. 166/2023, που ίσχυε την στιγμή της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και στην οποία περιλαμβάνεται η Αίγυπτος ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας υπό την έννοια του άρθρου 12Βτρις.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, κατά την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, κατέληξε πως δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε αρμοδίως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.
Από το περιεχόμενο του Διοικητικού Φακέλου και το σύνολο το στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, κρίνω ότι ακολουθήθηκε η ορθή διερευνητική διαδικασία και ορθώς η διοικητική προσφυγή του αιτητή για αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας έχει απορριφθεί. Οι Καθ' ων η αίτηση, στα πλαίσια εξέτασης και αξιολόγησης της διοικητικής προσφυγής, συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε ο αιτητής, προέβησαν στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.
Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447). Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120). Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για δέουσα έρευνα.
Καταληκτικά, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12 Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την ΚΔΠ 145/2025, καθόρισε τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι η προσφυγή του αιτητή εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια και υπήρξε επαρκής αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης της διοικητικής προσφυγής, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €600 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο