
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 6898/2022
28 Αυγούστου, 2025
[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
M.M.N.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
…………………….
Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου
Ησιόνη Κοτανίδου για Δημήτριο Α. Παυλίδη και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόρος για τον αιτητή
Άντρiα Δημητριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 07/05/2021, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Ο αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 20/02/2018, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Αυθημερόν, ο αιτητής παρέλαβε την Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).
Στις 10/09/2020 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum, πρώην EASO, στο εξής «EUAA») με τη δωρεάν συνδρομή διερμηνέα. Ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερομηνίας 30/03/2021 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, συγκεκριμένη λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού μελέτησε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, αποφάσισε απόρριψη της αίτησης του αιτητή στις 07/05/2021. Στις 28/05/2021, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία επισυνάφθηκε η απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή. Η επιστολή παραλήφθηκε από τον αιτητή στις 04/10/2022. Στις 26/10/2022, ο αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας εναντίον της προαναφερόμενης απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, κατά την δικάσιμο όπου η υπόθεση ήταν ορισμένη για διευκρινίσεις και παρουσίαση φακέλου, απέσυρε όλους τους νομικούς ισχυρισμούς που προωθούσε μέσω της Γραπτής και της Απαντητικής της Αγόρευσης και δήλωσε πως προωθεί το νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Κατά συνέπεια, οι νομικοί ισχυρισμοί που αποσύρθηκαν, απορρίφθηκαν από το Δικαστήριο κατά την ίδια δικάσιμο.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, μέσω της Γραπτής της Αγόρευσης, υποστηρίζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και αναφέρει πως αυτή έχει ληφθεί κατόπιν ορθής ενάσκησης της διακριτικής ευχέρειας των καθ’ ων η αίτηση, οι οποίοι ενήργησαν σύννομα και συνεκτίμησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία. Επιπλέον, αναφέρει ότι ο αιτητής δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να του αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθείται περί του ότι εσφαλμένα και λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του αιτητή για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.
Ο αιτητής στην αίτηση που υπέβαλε στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για να σπουδάσει στον τομέα του Πετρελαίου και του Φυσικού Αερίου (Bachelor of Science degree in Petroleum and Natural Gas Engineering) (ερυθρό 1, του διοικητικού φακέλου).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Kumba, ωστόσο ως συνήθης τόπος διαμονής του προσδιορίστηκε το χωριό Mabunji Bakundu της Νοτιοδυτικής περιφέρειας (Southwest region) του Καμερούν (ερυθρό 33, του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε Χριστιανός Πεντηκοστιανός (ερυθρό 40 του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και παρακολούθησε για εννέα (9) μήνες πρόγραμμα σε πανεπιστήμιο το οποίο στη συνέχεια εγκατέλειψε για να βοηθήσει την μητέρα του σε γεωργικές ασχολίες (ερυθρά 33 και 32 του διοικητικού φακέλου). Ως προς το οικογενειακό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι ο πατέρας του διαμένει σε κέντρο αποκατάστασης στην πόλη Kumba, η μητέρα του διαμένει σε θαμνώδη περιοχή (bush) κοντά στο χωριό Mabunji Bakundu, και έχει δύο αδέρφια (1 αδερφή και 1 αδερφό), τα οποία διαμένουν στην πόλη Kumba (ερυθρά 37 και 36 του διοικητικού φακέλου).
Ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο αιτητής ανέφερε ότι η μητέρα του διευθέτησε το ταξίδι και τον στήριξε οικονομικά για να σπουδάσει. Όπως δήλωσε, το εισόδημα της μητέρας του προέρχεται από ελαιοτριβείο (oil mill) και αγρόκτημα φοινικέλαιου, τα οποία είναι δικής της ιδιοκτησίας. Όταν ξεκίνησαν τα προβλήματα στο Καμερούν το 2017, επηρεάστηκε η επιχείρησή της, η ζωή της και η ασφάλεια της, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν οι σπουδές του αιτητή καθώς δεν μπορούσε πλέον να τον στηρίξει οικονομικά. Έτσι αποφάσισε να επιστρέψει στο Καμερούν καθώς δεν μπορούσε να συνεχίσει τις σπουδές του. Ωστόσο, σε συζητήσεις που είχε με άλλους ομοεθνείς του φοιτητές, του επεξηγήθηκε η πραγματική κατάσταση που επικρατεί στη χώρα του, αφού του ανέφεραν περιστατικά θανάτων αμάχων ανθρώπων. Έτσι αποφάσισε να μεταβεί στη Δημοκρατία και να αναζητήσει διεθνή προστασία αντί να επιστρέψει στη χώρα του που δεν θα ήταν ασφαλής ή θα αναγκαζόταν να ενταχθεί στην ομάδα των Ambazonians (Amba fighters) για να πολεμήσει εναντίον της κυβέρνησης (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να αποσαφηνίσει και να διευκρινίσει κρίσιμες πληροφορίες του αφηγήματος του. Ως υποστήριξε σε περίπτωση επιστροφής του δεν θα έχει που να διαμείνει, ενώ κινδυνεύει από αδιάκριτη βία, στοχοποίηση είτε από την κυβέρνηση είτε από τους αυτονομιστές, καθώς και από απαγωγή λόγω επιστροφής του στο Καμερούν από χώρα της Ευρώπης (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να εξηγήσει τους λόγους που κινδυνεύει με απαγωγή, ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι αυτό συμβαίνει στην περιοχή που βρίσκεται το χωριό του. Επιπρόσθετα, ανέφερε πως υπάρχουν αρκετά περιστατικά απαγωγής και δολοφονίας ατόμων λόγω της άρνησης τους να ενταχθούν στις τάξεις των αυτονομιστών Ambazonians (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου). Όπως ισχυρίστηκε, γνωρίζουν (οι Ambazonians) ότι τα άτομα που επιστρέφουν έχουν χρήματα, και τα απαγάγουν για λύτρα. Αν αρνηθεί κάποιος να ενταχθεί τον αναγκάζουν να ενταχθεί ή τον σκοτώνουν (ερυθρό 30, του διοικητικού φακέλου).
Σε ερώτηση πως γνωρίζει ότι αυτή η πρακτική συνεχίζει να εφαρμόζεται, καθώς εγκατέλειψε τη χώρα το 2017 και πέρασαν περισσότερα από 3 χρόνια κατά το στάδιο της συνέντευξης, ο αιτητής πρόβαλε ότι το γνωρίζει από φίλους οι οποίοι κατάφεραν να διαφύγουν, καθώς και από αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (ερυθρό 30, του διοικητικού φακέλου). Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει αν έχει συμβεί κάτι στον ίδιο προσωπικά πριν εγκαταλείψει τη χώρα του, ο αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 30, του διοικητικού φακέλου).
Στη βάση του πιο πάνω αφηγήματος, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε στην αφήγηση του ο αιτητής, διέκρινε στην Έκθεση-Εισήγησή του ένα (1) ουσιώδη ισχυρισμό, την ταυτότητα και την χώρα καταγωγής του αιτητή, τον οποίο έκανε αποδεκτό καθώς οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν σαφείς και συνεκτικές και σε συνάρτηση με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ισχυρισμό και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή και κατόπιν αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν και συγκεκριμένα στην Νοτιοδυτική περιφέρεια (Southwest region), περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής του αιτητή και στην οποία αναμένεται να επιστρέψει, έκρινε ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών του αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Ο αρμόδιος λειτουργός λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα έρευνας για την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του αιτητή, κατέληξε ότι η σύγκρουση στο Καμερούν δεν έχει φτάσει σε σημείο όπου οι άμαχοι στοχοποιούνται αδιακρίτως λόγω της παρουσίας τους και μόνο στις αγγλόφωνες περιοχές. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι καθ' όλη τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο αιτητής δεν κατέδειξε κανένα υποκειμενικό στοιχείο αναφορικά με την αγγλόφωνη κρίση, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι η φύση και η έκταση της κρίσης σε συνδυασμό με το ατομικό προφίλ του αιτητή δεν επαρκούν για να συναχθεί ότι θα διατρέχει κίνδυνο ως άμαχος εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, και συγκεκριμένα στην πόλη Kumba, λόγω αδιάκριτης βίας και εντάσεων.
Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν μου από τη συνήγορό του, αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση.
Παρατηρώ από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, ότι πέραν του αρχικού ισχυρισμού που αφορά τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ και χώρα καταγωγής του αιτητή, δεν έχει διαμορφωθεί οποιοσδήποτε άλλος ισχυρισμός από τον αρμόδιο λειτουργό. Επισημαίνεται η άκρως σημαντική υπόδειξη στον Πρακτικό Οδηγό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum, EUAA), ότι «η προσήκουσα ταυτοποίηση των ουσιωδών ισχυρισμών είναι αναγκαία τόσο για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας όσο και για την αξιολόγηση κινδύνου».[1] Ως εκ τούτου, κρίνω ότι το αρμόδιο όργανο δεν προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα, με αποτέλεσμα ο σχετικός λόγος ακυρώσεως που προβάλλουν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, να οδηγείται σε επιτυχία.
Ωστόσο, η κατάληξή μου ως προς το ότι πάσχει η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν καθορίζει την τύχη της υπό κρίση προσφυγής ενόψει της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου να προβαίνει σε έλεγχο της προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που την διέπουν. Προχωρώ, συναφώς, σε διαμόρφωση και αξιολόγηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών ως προκύπτουν από το αφήγημα του αιτητή. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά την ταυτότητα, το προφίλ και την χώρα καταγωγής του αιτητή, ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό, εφόσον προκύπτει πως ορθά διαμορφώθηκε και έγινε αποδεκτός.
Ο δεύτερος ισχυρισμός, αφορά εκπαιδευτικούς λόγους και προκύπτει τόσο από την αρχική αίτηση την οποία υπέβαλε ο αιτητής (ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου), όσο και από δηλώσεις του κατά τη διάρκεια της συνέντευξης (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου), ισχυρισμός ο οποίος γίνεται αποδεκτός, καθώς ο αιτητής παρέθεσε συγκεκριμένες πληροφορίες που αφορούν τον κλάδο σπουδών του, καθώς και τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε και τον ανάγκασαν να τις εγκαταλείψει.
Ο τρίτος ισχυρισμός που απορρέει από τις δηλώσεις του αιτητή, είναι ο φόβος που νιώθει λόγω της ανασφάλειας που επικρατεί, εξαιτίας της αγγλόφωνης κρίσης και ειδικότερα στην περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής του, η οποία προσδιορίζεται ως η Νοτιοδυτική περιφέρεια (Southwest region) του Καμερούν. Ειδικότερα, ο αιτητής κατά τη διάρκεια της ελεύθερης αφήγησης του πρόβαλε την ενημέρωση που έλαβε από ομοεθνείς του φοιτητές για την ανασφαλή κατάσταση που επικρατεί στη χώρα του καθώς και την στρατολόγηση νεαρών ατόμων από τους αυτονομιστές Ambazonians (ερυθρό 31 του διοικητικού φακέλου). Στα πλαίσια της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί, πρόβαλε περιστατικά απαγωγών από τους αυτονομιστές μαχητές με σκοπό τα λύτρα ή τον εξαναγκασμό ένταξής τους στις τάξεις τους (ερυθρά 31 και 30 του διοικητικού φακέλου). Τέλος, ανέφερε ότι η πόλη καταγωγής του επηρεάστηκε πλήρως από την κρίση, και η μητέρα του διαμένει σε θαμνώδη περιοχή (bush) (ερυθρό 30, του διοικητικού φακέλου). Τα όσα ο αιτητής ανέφερε διαφαίνεται πως του τα μετέφεραν συμπατριώτες του και δεν έχει ο ίδιος οποιαδήποτε προσωπική εμπειρία επί των εξιστορούμενων γεγονότων.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του συγκεκριμένου ισχυρισμού, ανέτρεξα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκειμένου να διαπιστώσω την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του και για να διασταυρώσω τα όσα παρέθεσε ο αιτητής κατά το αφήγημά του. Σύμφωνα με την έκθεση (2023) της R2P Monitor για την πρόσφατη ανθρωπιστική κρίση και την απειλή μαζικών εγκλημάτων και θηριωδιών, ο άμαχος πληθυσμός στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν συνεχίζει να έρχεται αντιμέτωπος με ακραία εγκληματική βία λόγω της γενικευμένης βίας ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και στους αυτονομιστές μαχητές.[2] H πιο πρόσφατη έρευνα (Ιανουάριος 2024) της ACCORD που ετοιμάστηκε ως απάντηση σε ερώτημα σχετικά με την αγγλόφωνη κρίση, αναφέρει ότι κατά την περίοδο αναφοράς (2021-2023), η βίαιη σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και άμυνας και των ένοπλων αυτονομιστικών ομάδων συνέχισε να μαίνεται στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν. Η κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές αναφέρεται ότι επιδεινώθηκε, με την εξέγερση να γίνεται πιο δομημένη και την κρίση πιο περίπλοκη.[3]
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με έκθεση (2022) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών «στο Καμερούν, οι επιθέσεις από ένοπλες ομάδες, και οι διεθνικές συγκρούσεις, στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές περιφέρειες, καθώς και στην περιοχή του Άπω Βορρά, οδήγησαν σε σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αμάχων, συμπεριλαμβανομένων παιδιών, αύξησαν σημαντικά τη φτώχεια και άλλες ευπάθειες· ενώ συνέχισαν να προκαλούν εκτοπισμό μεγάλης κλίμακας. Στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές περιφέρειες, εκατοντάδες χιλιάδες άμαχοι συνέχισαν να ζουν με διαρκή φόβο για επιθέσεις, επιχειρήσεις κατά της εξέγερσης ή αντίποινα που στρέφονταν εναντίον τους από όλα τα μέρη για υποστήριξη στους αντιπάλους».[4]
Καταληκτικά, σύμφωνα με έκθεση (2023) του Συμβουλίου Προσφύγων της Δανίας (Danish Refugee Council), εντοπίστηκαν τέσσερις (4) κατηγορίες δραστών που εμπλέκονται σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι κατηγορίες προέκυψαν από μαρτυρίες θυμάτων, όπου ως διαφαίνεται το υψηλότερο ποσοστό κατέχουν οι Μη Κρατικές Ένοπλες Ομάδες (NSAG[5]), με ποσοστό 40%, με παραβιάσεις υπό τη μορφή απαγωγών, βασανιστηρίων, απάνθρωπης μεταχείρισης, καταστροφής ακινήτων, απειλών κατά ζωής και δολοφονιών. Η επόμενη στη σειρά κατηγορία είναι οι Κρατικές Δυνάμεις Ασφαλείας (SSF[6]) με ποσοστό 35%, με κατηγορίες οι οποίες περιλαμβάνουν βασανιστήρια, απάνθρωπη μεταχείριση, αυθαίρετες συλλήψεις και σωματικές επιθέσεις. Η τρίτη στη σειρά κατηγορία περιλαμβάνει περιστατικά έμφυλης βίας τα οποία διαπράχθηκαν από άλλους πολίτες και περιλαμβάνουν βιασμούς, σωματικές επιθέσεις και ψυχολογική/συναισθηματική κακοποίηση με ποσοστό 22 %. Τελευταίες στη σειρά ταξινομούνται οι εγκληματικές ομάδες πολιτών (ομάδες γνωστές για την εμπλοκή τους στο οργανωμένο έγκλημα) με ποσοστό 3% το οποίο απορρέει από δραστηριότητες που σχετίζονται με βιασμούς και εκβιασμούς.[7]
Από τις ανωτέρω πληροφορίες, επιβεβαιώνεται εν μέρη η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του αιτητή, εφόσον επαληθεύεται η ανασφαλής κατάσταση η οποία πηγάζει από την αγγλόφωνη κρίση, ενώ ως διαφαίνεται οι απαγωγές και τα λύτρα αποτελούν συνήθη πρακτική. Παρόλα αυτά ο αιτητής δεν παρουσίασε στοιχεία με τα οποία να τεκμηριώνει ότι θα διατρέξει οποιονδήποτε κίνδυνο λόγω της ανασφάλειας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του. Η επιβεβαίωση της γενικής κατάστασης που επικρατούσε στη χώρα του δεν είναι αρκετή για να αποδοθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας στον αιτητή, εφόσον ο αιτητής κατά το αφήγημά του πρόβαλε γενικούς ισχυρισμούς και δεν ήταν συγκεκριμένος και λεπτομερής στις δηλώσεις του. Οι αναφορές του προέρχονται από όσα του ανέφεραν συμπατριώτες του και από το διαδίκτυο και όχι από οποιαδήποτε προσωπική του εμπειρία. Συνεπώς, ο τρίτος ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.
Καταληκτικά, αναφέρω ότι στο διοικητικό φάκελο εντοπίστηκε φάκελος με αριθμό φωτογραφιών που προσκόμισε ο αιτητής και απεικονίζουν πρόσωπα, οικείες, και φυσικό περιβάλλον. Σύμφωνα με αναφορά του αρμοδίου λειτουργού στα πρακτικά της συνέντευξης, οι φωτογραφίες απεικονίζουν την οικογένεια και το χωριό του αιτητή και προσκομίστηκαν προς απόδειξη της εγκατάλειψης που επήλθε λόγω της κρίσης (ερυθρό 35, του διοικητικού φακέλου). Λαμβάνοντας υπόψιν τα όσα λέχθηκαν επί τούτου στη συνέντευξη, κρίνω ότι οι συγκεκριμένες φωτογραφίες δεν έχουν οποιαδήποτε αποδεικτική αξία ως προς τους ισχυρισμούς τους αιτητή και δεν μπορούν να αποδείξουν τον ισχυρισμό του.
Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».
Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).
Εν προκειμένω, ο αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ως ο ίδιος πρόβαλε, για εκπαιδευτικούς λόγους. Ουδέποτε πρόβαλε προσωπική στοχοποίηση ή οποιαδήποτε παρελθούσα δίωξη, ούτε αναφέρθηκε σε περιστατικά που να αναδεικνύουν μελλοντικό κίνδυνο. Τουναντίον, ως ο αιτητής πρόβαλε, σε συζήτηση που είχε με ομοεθνείς φοιτητές όπου αποκάλυψε την πρόθεση του να επιστρέψει στο Καμερούν, καθώς είχε ήδη αγοράσει εισιτήρια επιστροφής, αυτοί τον ενθάρρυναν να μην επιστρέψει λόγω της ανασφαλούς κατάστασης (ερυθρό 31, του διοικητικού φακέλου). Επισημαίνεται, ότι η μητέρα του και τα αδέρφια του εξακολουθούν να διαμένουν στην Νοτιοδυτική περιφέρεια (Southwest region) του Καμερούν (ερυθρό 36, του διοικητικού φακέλου), χωρίς οποιαδήποτε αναφορά περί κινδύνου που αντιμετώπισαν ή αντιμετωπίζουν. Από τα όσα ισχυρίστηκε ο αιτητής σε κάθε στάδιο εξέτασης του αιτήματός του, δεν προκύπτει βάσιμος λόγος για υπαγωγή του στο προστατευτικό καθεστώς της έννοιας του «πρόσφυγα», εφόσον ούτε επικαλείται ούτε απέδειξε οποιαδήποτε προσωπική του στοχοποίηση.
Σχετικά με τις προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και τη διαπίστωση του πραγματικού κινδύνου καθορίζεται πως θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619.
Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, δεν διαπιστώνεται πως προκύπτουν «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία στη χώρα καταγωγής του, κατά την έννοια του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.
Αναφορικά με την υπαγωγή του αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 όσο και του ΔΕΕ (βλ. C285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji andNoor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011).
Θεωρώ αναγκαίο να προβώ σε ανάλυση των δεδομένων και στοιχείων που προκύπτουν από πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, προκειμένου να διερευνηθεί η υφιστάμενη κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του αιτητή και ειδικότερα στην περιοχή συνήθους διαμονής του, ήτοι την Νοτιοδυτική περιφέρεια (Southwest region) του Καμερούν.
Σύμφωνα με ανάλυση για τη χώρα στην ιστοσελίδα του ACAPS, το Καμερούν βιώνει μια αλληλεπίδραση παρατεταμένων κρίσεων που συνεχίζουν να καθορίζουν τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στη χώρα.[8] Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύτηκε στις 29 Νοεμβρίου 2024, στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές περιφέρειες, οι παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων από ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες συνέχισαν να διαταράσσουν σοβαρά τη ζωή των πολιτών, περιορίζοντας την ελευθερία μετακίνησης, την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση.[9] Επιπλέον, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην Νοτιοδυτική περιφέρεια (Southwest region) του Καμερούν, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 18/07/2025), καταγράφηκαν 402 περιστατικά πολιτικής βίας[10] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 455 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[11] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός στην ευρύτερη νοτιοδυτική περιφέρεια ανερχόταν στους 1,553,320 (2020) κατοίκους.[12]
Βάσει των πιο πάνω αριθμητικών δεδομένων, διαφαίνεται πως τα περιστατικά ασφαλείας στον τόπο που αναμένεται να επιστρέψει ο αιτητής, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι υπάρχει συνεχιζόμενη βία λόγω των συγκρούσεων μεταξύ του στρατού και των ένοπλων αποσχιστικών ομάδων που δρουν στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, δεν ανέρχεται σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.
Λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ουσιώδεις ισχυρισμούς του αιτητή σε συνδυασμό με τα ευρήματα από πηγές πληροφόρησης, ο αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ο αιτητής σε κανένα στάδιο εξέτασης του αιτήματός του δεν πρόβαλε οποιαδήποτε παρελθούσα δίωξη ή στοχοποίηση του ιδίου ή της οικογένειας του. Υπενθυμίζεται ότι εγκατέλειψε τη χώρα του για εκπαιδευτικούς λόγους, λόγοι οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να σημειωθεί ότι δεν αμφισβητούνται τα δεδομένα αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν. Παρά ταύτα, ως προκύπτει και από την πιο πάνω ανάλυση, ο αιτητής δεν διαφαίνεται να ανήκει σε κατηγορίες προσώπων υψηλού κινδύνου που θα ενέπιπταν στους στόχους επιθέσεων από τις αρχές του Καμερούν. Λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις, με βάση και τα δεδομένα που αναφέρθηκαν ανωτέρω, δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι ώστε να συνάγεται πως υπάρχει κίνδυνος δίωξης του ή πραγματικός κίνδυνος να υποστεί κακομεταχείριση, με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του.
Ως εκ τούτου, από τα ανωτέρω συνάγεται πως η κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές δεν έχει φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους στη Νοτιοδυτική περιφέρεια της χώρας. Επίσης, ούτε παρατηρώ κάποιο παράγοντα επίτασης του κινδύνου βάσει των ατομικών περιστάσεων του αιτητή ο οποίος επρόκειτο για έναν ενήλικο άνδρα, υγιή, χωρίς ενδείξεις ευαλωτότητας, ικανό για εργασία, με ικανοποιητική μόρφωση και υποστηρικτικό και οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του.
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω παρατέθηκαν και το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι ορθώς κρίθηκε επί της ουσίας ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή για την παραχώρηση σε αυτόν συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω. Ενόψει της κατάληξής μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα.
Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EUAA, 'Practical Guide on Evidence and Risk Assessment' (2024), σελ. 41 Practical-Guide-Evidence-Risk-Assessment.pdf
[2] Global Centre for the Responsibility to Protect (Author), published by ReliefWeb: R2P Monitor, Issue 64, 1 March 2023, 2 March 2023, σελ. 3, https://reliefweb.int/attachments/4df72bc8-c5c2-4e1b-a2db-95e32a179862/R2P-Monitor-March-2023.pdf
[3] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation (Author): Cameroon: The Cameroon Anglophone Crisis (2021 – 2023), 8 January 2024, σελ. 8 https://www.ecoi.net/en/file/local/2102908/a-12289.pdf
[4] United Nations, Security Council, 26 May 2022, σελ. 8, https://www.ecoi.net/en/file/local/2074211/N2235337.pdf
[5] Non State Armed Groups
[6] State Security Forces
[7] Danish Refugee Council, Cameroon Protection Monitoring Quarterly Report, Southwest Cameroon (January – March 2023), σελ.14, 230427 DRC PM report_Q1_VF.pdf
[8] Assessment Capacities Project (ACAPS), Cameroon, https://www.acaps.org/en/search?q=cameroon
[9] UN Security Council (Author): The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa Report of the Secretary-General [S/2024/865], 29 November 2024, par. 42, https://www.ecoi.net/en/file/local/2120501/n2435075.pdf
[10] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).
[11] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Cameroon, Sud-Ouest)
[12] Ministry of Territorial Administration, https://minat.gov.cm/presentation/carte-des-regions/sud-ouest/
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο