ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 1249/24
26 Σεπτεμβρίου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ
H.C.E.
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η Αίτηση
Γ. Βασιλόπουλος (κος) για Χρ. Π. Χριστοδουλίδη (κος), Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Κ. Ιμανίμης (κος), Δικηγόρος για τους Καθ’ ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση, ημερομηνίας 10/02/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ως έχουν τεθεί στην Ένσταση των Καθ’ ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από τον διοικητικό φάκελο (στο εξής αναφερόμενος ως «δ.φ.») που κατατέθηκε ως Τεκμήριο Α κατά τις διευκρινίσεις, έχουν ως ακολούθως:
Η Αιτήτρια είναι υπήκοος Καμερούν και εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία. Στις 06/03/2023 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 07/03/2023 διενεργήθηκε αξιολόγηση ευαλωτότητας της Αιτήτριας και κρίθηκε ως «χαμηλού ρίσκου». Στις 02/02/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός της για διεθνή προστασία. Μετά τη συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερομηνίας 08/02/2024 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου. Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την ανωτέρω εισήγηση στις 10/02/2024 και απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία.
Στις 04/04/2024 ετοιμάστηκε απορριπτική επιστολή συνοδευόμενη με την αιτιολόγηση αυτής, η οποία επιδόθηκε στην Αιτήτρια δια χειρός αυθημερόν.
Στις 09/04/2024 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή στο Δικαστήριο.
Η Αιτήτρια δια της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου της, προώθησε τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) η απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση της ορθής και/ή νόμιμης διαδικασίας και/ή ελήφθη από αναρμόδιο πρόσωπο και παραβιάστηκε το άρθρο 13 του περί Προσφύγων Νόμου, (β) έλλειψη δέουσας έρευνας και απουσία επαρκούς αιτιολόγησης, (γ) πλάνη περί τον Νόμο και (δ) παράβαση της διαδικασίας διεξαγωγής της συνέντευξης και του δικαιώματος σε κατάλληλη διερμηνεία.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση αντικρούοντας τους ισχυρισμούς, εισηγείται δια της γραπτής του αγόρευσης ότι οι λόγοι ακυρώσεως ως προβάλλονται δια της καταχωρηθείσας προσφυγής δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανώτατου Δικαστηρίου του 1962, ο οποίος θέτει υποχρέωση σε κάθε διάδικο, διά των εγγράφων προτάσεων του, να εκθέτει τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και συγχρόνως να τα αιτιολογεί πλήρως. Ως εκ τούτου εισηγείται όπως όλοι οι λόγοι ακύρωσης, οι οποίοι δεν αναπτύσσονται επαρκώς και/ή δεν συγκεκριμενοποιούνται στη γραπτή αγόρευση της Αιτήτριας απορριφθούν από το παρόν Δικαστήριο.
Προς αντίκρουση του ισχυρισμού περί αναρμοδιότητας, ο συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση προβάλλει ότι η Αιτήτρια δεν ανέτρεψε το τεκμήριο της κανονικότητας και της νομιμότητας που διέπει τις διοικητικές πράξεις με βάση την πάγια νομολογία και ούτε υπήρξε τεκμηρίωση ή/και επεξήγηση στη Γραπτή της Αγόρευση. Όσον αφορά την αναρμοδιότητα του κ. Αγρότη να λαμβάνει αποφάσεις σε αντικατάσταση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας, ο συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση εισηγείται πως η εξουσιοδότηση προς το πρόσωπό του βρίσκεται σε ισχύ καθώς δεν έχει ανακληθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών. Όπως έχει καθιερωθεί και νομολογιακά, από τη στιγμή που δεν έχει ανακληθεί από τον τότε Υπουργό Εσωτερικών η εξουσιοδότηση αυτή, τότε συνεχίζει να είναι σε ισχύ ανεξαρτήτως του γεγονότος της αλλαγής του Υπουργού Εσωτερικών.
Ως προς την έλλειψη δέουσας έρευνας είναι η θέση των Καθ’ ων η Αίτηση ότι έχει διεξαχθεί πλήρης και δέουσα έρευνα, η οποία είναι νόμιμη και ορθή. Προσθέτουν ότι η διαπίστωση αντιφατικών, αόριστων, μη λεπτομερών και μη ευλογοφανών ισχυρισμών στις δηλώσεις της Αιτήτριας όπως αυτές καταγράφονται λεπτομερώς στην Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, εύλογα οδήγησαν στην απόρριψη του αιτήματός της. Επιπρόσθετα, ο συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση εισηγείται πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη.
Ως προς την πλάνη περί τον Νόμο, ο συνήγορος των Καθ’ ων η αίτηση δια της γραπτής του αγόρευσης προβάλλει ότι η απόφαση για απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και επιστροφής της στο Καμερούν αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της απόφασης απόρριψης της αίτησης της Αιτήτριας σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 13(2)(δ) και 18(7Β) του περί Προσφύγων Νόμου. Δεν έχει υποβληθεί στην Αιτήτρια οποιοδήποτε μέτρο για απομάκρυνσή της, αντιθέτως, στην προσβαλλόμενη απόφαση γίνεται σαφής αναφορά στην αναστολή της απόφασης επιστροφής και οικειοθελούς αναχώρησης είτε μέχρι την πάροδο άπρακτης της προαναφερόμενης προθεσμίας είτε μέχρι την έκδοση πρωτόδικης απόφασης από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας σε περίπτωση προσφυγής.
Τέλος, αναφορικά με την παράβαση της διαδικασίας της συνέντευξης, οι Καθ’ ων η Αίτηση παραπέμπουν στο άρθρο 13Α του περί Προσφύγων Νόμου, προβάλλοντας ότι δεν κρίθηκε αναγκαία από τους Καθ’ ων η Αίτηση η παροχή υπηρεσιών διερμηνέα, αφού η επικοινωνία ήταν δυνατή χωρίς τις υπηρεσίες αυτές. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δήλωσε στην αίτησή της την αγγλική γλώσσα ως μητρική της γλώσσα και στη συνέντευξη δήλωσε ότι κατανοούσε και αντιλαμβανόταν τα ερωτήματα που της τέθηκαν, υπογράφοντας στο τέλος τα πρακτικά. Ως προς τον ισχυρισμό της Αιτήτριας περί απουσίας στοιχείων που να αποδεικνύουν το επίπεδο γνώσης αγγλικών του λειτουργού που διεξήγαγε τη συνέντευξη, επισημαίνουν ότι η Αιτήτρια δεν προσκόμισε οτιδήποτε που να τεκμηριώνει έλλειψη γνώσης αγγλικών του εν λόγω λειτουργού και δεν έχει ανατρέψει το τεκμήριο της κανονικότητας.
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων της παρούσας υπόθεσης στις 27/05/2025, αμφότερες πλευρές υιοθέτησαν τα όσα προέβαλαν με τις γραπτές τους αγορεύσεις.
Ενόψει ωστόσο των ισχυρισμών που άπτονται ζητήματος δημοσίας τάξεως, το Δικαστήριο πριν προχωρήσει στην εξέταση της ουσίας της προσβαλλόμενης απόφασης, θα εξετάσει τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του λειτουργού που έλαβε την απόφαση. Αρχικά, θα εξετάσω τη θέση του συνηγόρου της Αιτήτριας ότι η εξουσιοδότηση ημερομηνίας 9/06/2022, που δόθηκε από τον πρώην Υπουργό Εσωτερικών προς τον λειτουργό κ. Αγρότη, και όχι από τον νυν Υπουργό Εσωτερικών είναι άκυρη και είχε καταργηθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο. Διαφωνώ με τον εν λόγω ισχυρισμό, υιοθετώντας τα όσα λέχθηκαν στην απόφαση της υπόθεσης ΞΑΝΘΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 907/2015, 21/8/2018, ως ακολούθως:
«Έχω δε την άποψη ότι αυτή η εξουσιοδότηση και/ή μεταβίβαση αρμοδιότητας συνέχισε να ισχύει και κατά τον ουσιώδη χρόνο, όταν δηλαδή η Γενική Διευθύντρια, στις 31.3.2015 ενέκρινε το προαναφερθέν σχέδιο επιστολής και, κατ' επέκταση, τη σύνθεση της οικείας Συμβουλευτικής Επιτροπής, εφόσον αυτή (η εξουσιοδότηση) ουδέποτε ανακλήθηκε. Μέχρι δε την ανάκλησή της, η συγκεκριμένη εξουσιοδότηση ισχύει, έστω και αν στο μεταξύ επήλθε αλλαγή στο πρόσωπο του προϊσταμένου της Υπηρεσίας και/ή του Τμήματος. Αυτού του είδους οι πράξεις, οι οποίες άπτονται άμεσα της φύσης και/ή της λειτουργίας των διοικητικών οργάνων της Διοίκησης, αντιμετωπίζονται διαχρονικά με γνώμονα την ομαλή λειτουργία της Διοίκησης και την αρχή της συνέχειας και συνέπειας που θα πρέπει να διέπει την εν λόγω λειτουργία, καθώς και την ασφάλεια δικαίου προς όφελος του διοικούμενου. Παραθέτω το ακόλουθο, άμεσα σχετικό και διαφωτιστικό, απόσπασμα από το Σύγγραμμα του Π. Δ. Δαγτόγλου, «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», Τρίτη Έκδοση, 1992, σελ. 441, όπου ακολουθείται αυτή ακριβώς η προσέγγιση (η έμφαση προστέθηκε):
«Η αρμοδιότητα μπορεί να ανακαλείται οποτεδήποτε από το όργανο που τη μεταβίβασε. Μέχρι την ανάκλησή της, η μεταβίβαση αρμοδιότητας ισχύει, έστω και αν το όργανο που την εξέδωσε παύσει να υπάρχει.».
Επισημαίνω ότι την ίδια προσέγγιση επί του υπό συζήτηση θέματος ακολούθησε το Δικαστήριο τούτο και στην I. K. PRINT DIRECT LTD ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 381/2014, ημερ. 31.10.2016, ενώ σχετική είναι και η απόφαση που με παρέπεμψε η ευπαίδευτη συνήγορος για τους καθ' ων η αίτηση στην Ανδρέας Παναγή κ.α. ν. Συμβουλίου Εφέσεων, Υποθ. Αρ. 1226/2014, ημερ. 11.3.2014, στην οποία τονίστηκε ότι η εκάστοτε διοικητική ενέργεια «δεν απεκδύεται το θεσμικό της μανδύα, παραμένουσα μόνο στα πρόσωπα που αποφασίζουν» καθώς και ότι τα φυσικά πρόσωπα, «όταν λαμβάνουν αποφάσεις, το πράττουν ως εντεταλμένοι εκ του Νόμου ιθύνοντες και όχι ως απλά πρόσωπα, ασύνδετα, άσχετα και έξω από το κρινόμενο κατά περίπτωση αντικείμενο.».»
Από τα ενώπιον μου στοιχεία, προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στις 10/02/2024 από τον κ. Αγρότη, που είναι λειτουργός στην Υπηρεσία Ασύλου δυνάμει εξουσιοδότησης του πρώην Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 9/02/2022, αντίγραφο της οποίας βρίσκεται κατατεθειμένο ως ερυθρό 66 του διοικητικού φακέλου. Όπως προκύπτει από το λεκτικό της εν λόγω εξουσιοδότησης, παρέχεται εξουσιοδότηση στο εν λόγω πρόσωπο για άσκηση μέρους των εξουσιών ή εκτέλεση μέρους των καθηκόντων του Προϊσταμένου, που αφορούν στην έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας περιλαμβανομένης μεταξύ άλλων και έκδοσης αποφάσεων επιστροφής. Δεδομένου ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο της έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, η εν λόγω εξουσιοδότηση ημερομηνίας δεν είχε ανακληθεί, η εκχώρηση της σχετικής αρμοδιότητας στον κύριο Καζαντζή βρισκόταν σε ισχύ. Εξάλλου, υπό το φως της ανωτέρω παρατεθείσας νομολογίας, εν τη απουσία ρητής ανάκλησης της σχετικής εξουσιοδότησης δυνάμει της οποίας λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έπαυσε να υπάρχει και/ή να ισχύει με την ανάληψη καθηκόντων από νέο Υπουργό Εσωτερικών.
Προς συμπλήρωση των ανωτέρω υιοθετώ το σκεπτικό μου στην απόφαση μου ημερομηνίας 29 Νοεμβρίου 2024, D. C. I. κατά ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, υπόθεση αρ. 2199/23.
Υιοθετώ επίσης την απόφαση του αδελφού Δικαστή κ. Στυλιανού στην υπόθεση αρ. 3794/2024, K.A. v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου του Υφυπουργείου Μετανάστευσης και Διεθνούς Προστασίας, ημερομηνίας 22 Μαΐου 2025, στην οποία λέχθηκαν τα εξής σε σχέση με τους λοιπούς ισχυρισμούς περί αναρμοδιότητας που ήγειρε ο συνήγορος της Αιτήτριας:
«Ούτε το ζήτημα που αφορά την λήξη απόσπασης της κας Μ. Χρυσομηλά - Κουρσουμπά για εκτέλεση καθηκόντων και/ή για ικανοποίηση υπηρεσιακών αναγκών στην Υπηρεσία Ασύλου από τις 09/12/19 - 08/12/22 (όπως προκύπτει από δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ.5272, ημερομηνίας 16/04/20 και δεν αμφισβητήθηκε από τους Καθ΄ ων η αίτηση) συνιστά και/ή αποτελεί λόγο για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης ημερομηνίας 11/09/24. Εμφανώς από αξιολόγηση των θέσεων του συνηγόρου του Αιτητή, δεν γίνεται αντιληπτό πως η λήξη απόσπασης του εν λόγω προσώπου επηρεάζει την δοθείσα έγκυρη εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 09/06/22 προς τον κο. Α. Αγρότη για να ενεργεί και/ή να ασκεί συγκεκριμένες εξουσίες ή καθήκοντα του «Προϊστάμενου» της Υπηρεσίας Ασύλου (ως η ανωτέρω ανάλυση). Οι σκοποί απόσπασης ή της δοθείσας εξουσιοδότησης ημερομηνίας 10/11/20 που παραχώθηκε στην κα Μ. Χρυσομηλά - Κουρσουμπά από τον Υπουργό Εσωτερικών (ερυθρό 45 ΔΦ) ή ύπαρξης εξουσιοδοτήσεων άλλων λειτουργών της Υπηρεσίας Ασύλου στο φάκελο της υπόθεσης (ερυθρό 47 ΔΦ) δεν μπορούν να απασχολήσουν το Δικαστήριο, διότι δεν συνδέονται με την προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή διοικητική απόφαση. Ούτε νομικό έρεισμα έχουν και οι εισηγήσεις του περί δημοσίευσης εξουσιοδοτήσεων. Δεν υπάρχει τέτοια νομοθετική υποχρέωση στο Άρθρο 2 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), αλλά μόνο ότι - «"Προϊστάμενος" σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·». Η γραπτή πιο πάνω εξουσιοδότηση κρινόμενη ως έγκυρη και ελλείψει οποιασδήποτε αναγκαιότητας δημοσίευσης της, οδηγεί σε απόρριψη και αυτού του ισχυρισμού του συνηγόρου του Αιτητή.»
Αναφορικά με τον ισχυρισμό του συνηγόρου της Αιτήτριας ως προς την παραβίαση του δικαιώματός της σε κατάλληλη διερμηνεία, καθότι απουσιάζει οποιοδήποτε στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η γνώση και το επίπεδο γνώσης της αγγλικής γλώσσας από τον αρμόδιο λειτουργό, οφείλω να παρατηρήσω ότι δεν δικογραφείται προσηκόντως. Ακόμη όμως κι αν είχε δικογραφηθεί, θα ήταν ανυπόστατος. Η Αιτήτρια στην αίτησή της για διεθνή προστασία δήλωσε ότι η αγγλική γλώσσα αποτελεί τη μητρική της γλώσσα (βλ. ερυθρό 3 του δ.φ.). Κατά την έναρξη της συνέντευξής της στην Υπηρεσία Ασύλου δήλωσε ότι καταλαβαίνει τον αρμόδιο λειτουργό και ενημερώθηκε ότι σε περίπτωση που αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία στην κατανόηση ή στην επικοινωνία, να το δηλώσει (βλ. ερυθρό 37 του δ.φ.). Όπως διαπιστώνεται από τα πρακτικά της συνέντευξης, τα οποία τονίζω ότι είναι καταγεγραμμένα στην αγγλική γλώσσα, η Αιτήτρια συμφώνησε με το περιεχόμενο των όσων είχαν καταγραφεί και προέβη στην υπογραφή των πρακτικών. Η Αιτήτρια ουδέποτε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης και στο τέλος αυτής δεν εξέφρασε οποιοδήποτε παράπονο ότι δεν αντιλαμβανόταν το περιεχόμενο των ερωτήσεων που της υποβλήθηκαν, ενώ της είχε ζητηθεί να το πράξει σε αντίθετη περίπτωση. Απεναντίας, στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης η Αιτήτρια υπέγραψε το εξής περιεχόμενο (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): « I the undersigned, confirm that all information in the transcript is true and accurate. I have fully understood in English language, which is a language that I fully understand, all the information provided by the competent officer regarding the asylum procedures, concerning my rights and obligations and the questions addressed to me. I confirm that the recorded responses accurately reflect my statements. Therefore, I declare that I do not wish to change any of my statements nor to question any of the information submitted in the interview.», βεβαιώνοντας πως η αγγλική συνιστά μία γλώσσα την οποία κατανοεί πλήρως, ως επίσης ότι κατανόησε πλήρως τις ερωτήσεις οι οποίες της υποβλήθηκαν. Επομένως, σε κάθε περίπτωση, αφ’ ης στιγμής ήταν διασφαλισμένη η επικοινωνία σε γλώσσα που κατανοεί και ομιλεί η Αιτήτρια, δεν υπήρχε υποχρέωση των Καθ’ ων να παράσχουν διερμηνέα.
Ως προς τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας της, και όχι μόνο υπό την ακυρωτικής φύσεως δικαιοδοσία του, αφού η παρούσα υπόθεση πληροί τις προϋποθέσεις του ισχύοντος άρθρου 11(2), (3) και (4) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(Ι)/ 2018).Δεδομένων των πιο πάνω, προχωρώ στην εξέταση της επίδικης απόφασης σε συνάρτηση με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, όπως προκύπτουν από τη διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αλλά και από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης.
Κατά το στάδιο υποβολής της αίτησης διεθνούς προστασίας η Αιτήτρια κλήθηκε να καταγράψει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της. Η Αιτήτρια κατέγραψε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Καμερούν λόγω της ανασφάλειας και επειδή η ζωή της βρισκόταν σε κίνδυνο. Πρόσθεσε ότι πωλούσε τρόφιμα στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές και απειλήθηκε από τους αυτονομιστές (βλ. ερυθρό 1 του δ.φ.).
Στο έντυπο αξιολόγησης ευαλωτότητας, η Αιτήτρια ανέφερε ότι σταμάτησε να διδάσκει λόγω της κρίσης που ξέσπασε και άρχισε να πουλάει τρόφιμα τόσο σε πολίτες, όσο και στο στρατό. Εξαιτίας αυτού, θεωρήθηκε προδότρια από τους αυτονομιστές. Ερωτηθείσα εάν αντιμετώπισε οποιαδήποτε επιβλαβή πράξη, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι οι Ambazonians δολοφόνησαν τον αδερφό της το 2018 κατά τη μετάβασή του στο σχολείο. Η ίδια ισχυρίστηκε ότι έλαβε λεκτικές απειλές από τους Ambazonians επειδή ήταν δασκάλα και επειδή πωλούσε φαγητό. Κληθείσα να αναφέρει με ποιο τρόπο επηρεάστηκε από την κατάσταση που περιέγραψε, η Αιτήτρια απάντησε ότι επηρεάστηκε ψυχολογικά (βλ. ερυθρά 22-21 του δ.φ.).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της για διεθνή προστασία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι αγγλόφωνη υπήκοος του Καμερούν, με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής το χωριό Bakundu της πόλης Kumba στη Νοτιοδυτική περιφέρεια. Περαιτέρω, ανέφερε ότι είναι ανύπανδρη και κυοφορεί έμβρυο, του οποίου δεν γνωρίζει πού βρίσκεται ο πατέρας. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε χριστιανή-προτεστάντης και ως προς την εθνοτική ομάδα δήλωσε ότι ανήκει στους Bamelinke. Σε σχέση με το μορφωτικό της υπόβαθρο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2022 και ότι δεν συνέχισε τις σπουδές της λόγω της κρίσης. Ως προς την εργασιακή της εμπειρία, ανέφερε ότι εργάστηκε αμέσως μετά την ολοκλήρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσής της ως δασκάλα και συγκεκριμένα από τον Σεπτέμβριο του 2022 έως τον Ιανουάριο του 2023 σε δημόσιο δημοτικό σχολείο στην Kumba, διδάσκοντας γαλλικά, μαθηματικά, αγγλικά και γεωργία. Επιπρόσθετα, ως προς την πατρική της οικογένεια, ισχυρίστηκε ότι η μητέρα της απεβίωσε όταν η ίδια ήταν τριών ετών και ο πατέρας της αγνοείται. Σε διευκρινιστική ερώτηση, η Αιτήτρια ανέφερε ότι επικοινώνησε για τελευταία φορά μαζί του τον Μάρτιο του 2023. Πρόσθεσε ότι έχει δύο αδερφούς και δύο αδερφές, οι οποίοι διαμένουν στο χωριό με την μητριά της, την οποία βοηθούν στη φάρμα. Αναχώρησε από τη χώρα της εξασφαλίζοντας φοιτητική άδεια για τα κατεχόμενα εδάφη της Δημοκρατίας, όπου παρέμεινε για δύο εβδομάδες.
Ερωτηθείσα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ανέφερε ότι ήταν δασκάλα και ακολούθως πωλούσε τρόφιμα. Ισχυρίστηκε ότι αναζητείται τόσο από την αστυνομία, όσο και τους Amba λόγω της ιδιότητας της ως δασκάλα και επειδή πωλούσε τρόφιμα.
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής της. Όταν της ζητήθηκε να παρέχει πληροφορίες για την ιδιότητα της ως δασκάλα, ανέφερε ότι ολοκλήρωσε ένα δίπλωμα διδασκαλίας και δίδασκε στην τέταρτη βαθμίδα δημόσιου δημοτικού σχολείο από Δευτέρα έως Παρασκευή. Ως προς τον μισθό της, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι πληρωνόταν από τους γονείς των μαθητών και όχι από την κυβέρνηση.
Ως προς την πώληση τροφίμων, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι μετέβαινε στην Kumba για να αγοράσει ζεστά ροφήματα και τρόφιμα και τα πωλούσε στο χωριό της από τις αρχές μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου του 2022. Κληθείσα να περιγράψει τι της συνέβη, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι την Τετάρτη (Ιανουάριος του 2023) όταν βρισκόταν στην Kumba, οι Amba boys έκλεισαν τον δρόμο και οι αστυνομικοί την μετέφεραν με το όχημά τους στο σπίτι τους. Όταν την είδαν οι Amba boys στο περιπολικό, απείλησαν ότι θα την σκοτώσουν. Ισχυρίστηκε ότι το ίδιο περιστατικό συνέβη εκ νέου και η αστυνομία της ζήτησε να τους αποκαλύψει πού βρίσκονται οι Amba boys, και τους είπε ότι δεν γνωρίζει. Συνεπεία αυτών, αποφάσισε να φύγει με την βοήθεια του πατέρα της. Ως προς το τι φοβάται σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι θα αντιμετωπίσει προβλήματα με τους Amba boys και ότι η μητριά της δεν την συμπαθεί. Ερωτηθείσα κατά πόσο θα μπορούσε να μετεγκατασταθεί σε άλλη περιοχή του Καμερούν, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά, επικαλούμενη ότι δεν γνωρίζει γαλλικά.
Οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση - Εισήγησή του τρεις (3) ουσιώδεις πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις της Αιτήτριας:
1) Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προφίλ της Αιτήτριας.
2) Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι ήταν δασκάλα στη Νοτιοδυτική περιφέρεια.
3) Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι πωλούσε φαγητό και ποτό στη Νοτιοδυτική περιφέρεια.
Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε δεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, καθώς η Αιτήτρια απάντησε με συνέπεια και με επαρκείς λεπτομέρειες σε όλα τα ερωτήματα που της τέθηκαν σε ό,τι αφορά αυτό το ουσιώδες θέμα και οι δηλώσεις της επιβεβαιώθηκαν από το διαβατήριο το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Η Αιτήτρια δήλωσε ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της το χωριό Bakundu, της πόλης Kumba στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν.
Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες για τη ιδιότητά της ως δασκάλα, ενώ στις δηλώσεις της εντοπίστηκαν αντιφάσεις, ασυνέπειες, έλλειψη ευλογοφάνειας και έλλειψη συνοχής. Συγκεκριμένα ο λειτουργός κατέγραψε ότι κληθείσα η Αιτήτρια να περιγράψει το επάγγελμά της, ανέφερε πως δίδασκε στην τέταρτη βαθμίδα της εκπαίδευσης και εργαζόταν από την Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή, ενώ δεν ήταν σε θέση να παραθέσει επαρκείς και λεπτομερείς πληροφορίες για την εμπειρία της ως δασκάλα. Περαιτέρω, ενώ αρχικά ισχυρίστηκε ότι εργοδοτήθηκε ως δασκάλα από τον Σεπτέμβριο του 2022 έως τον Ιανουάριο του 2023, αμέσως μόλις αποφοίτησε από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2022, σε μεταγενέστερο στάδιο η Αιτήτρια διαφοροποίησε τον ισχυρισμό της, αναφέροντας ότι ολοκλήρωσε το σχολείο το 2020 και για δύο χρόνια παρακολούθησε μαθήματα διδασκαλίας.
Περαιτέρω, ως σημείωσε ο αρμόδιος λειτουργός, όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να αναφέρει τα μαθήματα που δίδασκε, ισχυρίστηκε ότι δίδασκε γαλλικά, μαθηματικά, αγγλικά και γεωργία. Ωστόσο, σε αρχικό στάδιο της συνέντευξης δήλωσε ότι δεν γνωρίζει γαλλικά. Κληθείσα να εξηγήσει, η Αιτήτρια απάντησε ότι συνάδελφοι δίδασκαν εκ μέρους της, απάντηση η οποία κρίθηκε μη ευλογοφανής. Ερωτηθείσα σχετικά με το δίπλωμα, το οποίο ισχυρίστηκε ότι έκανε για να μπορεί να διδάσκει, ενώ αρχικά δήλωσε ότι διήρκησε δύο χρόνια, ακολούθως διαφοροποίησε τον ισχυρισμό της, αναφέροντας ότι το ξεκίνησε το 2021 και το ολοκλήρωσε το 2022.
Αξιολογώντας την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια στη συνέντευξή της αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός της. Λαμβάνοντας υπόψη τις αντιφάσεις, την έλλειψη ευλογοφάνειας, συνοχής και την έλλειψη επαρκών πληροφοριών στο αφήγημά της, δεν έγινε αποδεκτός ο εν λόγω ισχυρισμός.
Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι η Αιτήτρια πωλούσε φαγητό και ποτό στη Νοτιοδυτική περιφέρεια, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες για την ιδιότητά της αυτή αναφέροντας μόνο ότι αυτό το έκανε στο χωριό της. Η Αιτήτρια δεν έδωσε οποιαδήποτε λεπτομέρεια για τις συνθήκες και τον τρόπο με τον οποίο προέβαινε σε πωλήσεις. Επίσης, ως επεσήμανε ο λειτουργός, ενώ η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι πωλούσε φαγητό μόνο για ένα μήνα και συγκεκριμένα από την 1η Ιανουάριου του 2022 μέχρι και τις 31 Ιανουαρίου του 2022, στη συνέχεια άλλαξε τον ισχυρισμό της, αναφέροντας ότι πωλούσε φαγητό και τον Ιανουάριο του 2023.
Κληθείσα να περιγράψει περιστατικά που βίωσε όταν πωλούσε φαγητό, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι την είδαν οι Ambazonians σε όχημα της αστυνομίας, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να περιγράψει το συμβάν. Όταν της ζητήθηκε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες, η Αιτήτρια ανέφερε αόριστα ότι οι αστυνομικοί την μετέφεραν στο όχημά τους για να τους δείξει που βρίσκονταν οι Ambazonians. Επιπλέον, όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να αναφέρει την τοποθεσία όπου την πήραν οι αστυνομικοί, υπέπεσε σε αντίφαση, καθότι ενώ αρχικά ισχυρίστηκε ότι οι αστυνομικοί την πήραν στο σπίτι τους, ακολούθως διαφοροποίησε τον ισχυρισμό της, αναφέροντας ότι δεν ήξερε πού την πήραν. Έλλειψη επαρκών λεπτομερειών διαπίστωσε επίσης ο λειτουργός, όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να διαφύγει από τους αστυνομικούς, καθότι η Αιτήτρια ισχυρίστηκε γενικόλογα ότι ο πατέρας της έκλαιγε και τους παρακάλεσε να την αφήσουν.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός της και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας, ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.
Υπό το φως των ανωτέρω, στη βάση του μοναδικού αποδεδειγμένου πραγματικού ισχυρισμού της Αιτήτριας, και λαμβανομένων υπόψιν πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής της σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν, όπου διέμενε η Αιτήτρια στη χώρα καταγωγής της, διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι συντρέχει εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σε περίπτωση επιστροφής της.
Εν συνεχεία, κατά τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα προέβαλε η Αιτήτρια, το προφίλ της και την αξιολόγηση κινδύνου, κατέληξε ότι δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης για έναν από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης, του άρθρου 2(δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (από τούδε και στο εξής, «η Οδηγία») και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν δικαιούταν να της χορηγηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι βάσει του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας. Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στις περιοχές του Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν, καταδεικνύεται ότι δεν υφίσταται κίνδυνος σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή την ασφάλεια της Αιτήτριας λόγω αδιάκριτης βίας απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας της στις αγγλόφωνες περιοχές, καθότι οι προσωπικές της περιστάσεις δεν αυξάνουν τις πιθανότητες να διατρέξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή την ασφάλεια της σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα της και συγκεκριμένα στην πόλη Kumba της Νοτιοδυτικής περιφέρειας του Καμερούν. Συγκεκριμένα, ως προς τις προσωπικές τις συνθήκες, όπως σημειώνουν οι Καθ’ ων η Αίτηση, η Αιτήτρια είναι άμαχος πολίτης, ενήλικη, μορφωμένη, υγιής και χωρίς ενδείξεις ευαλωτότητας. Βάσει της ανωτέρω ανάλυσης, κρίθηκε ότι δεν δύναται να παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στην Αιτήτρια.
Εξετάζοντας τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, καθώς και τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, θα συμφωνήσω με την κατάληξη των Καθ’ ων η Αίτηση. Η αφήγηση της Αιτήτριας δεν φτάνει τον απαιτούμενο αλλά και ενδεδειγμένο βαθμό σαφήνειας και επάρκειας λεπτομερειών, που εύλογα αναμένει κανείς από άτομο που εξιστορεί βιωματικές εμπειρίες. Παρά την πληθώρα ερωτήσεων που τέθηκαν στην Αιτήτρια από τον αρμόδιο λειτουργό και τις ευκαιρίες που της δόθηκαν για να εξηγήσει, να περιγράψει, και να σχολιάσει τα όσα η ίδια πρόβαλε, το Δικαστήριο αξιολογεί ότι οι δηλώσεις της Αιτήτριας δεν δύνανται να θεμελιώσουν την εσωτερική αξιοπιστία τόσο του δεύτερου, όσο και του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού που σχηματίστηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση. Η Αιτήτρια υπέπεσε σε σοβαρές αντιφάσεις, ενώ οι απαντήσεις της στερούνταν συνοχής και ευλογοφάνειας. Η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει την καθημερινότητά της ως δασκάλα και μετέπειτα ως πωλήτρια τροφίμων και ροφημάτων παραπέμποντας σε περιστατικά βιωματικού χαρακτήρα, δεν υπήρξε συνεπής για τη χρονολογία κατά την οποία ολοκλήρωσε το σχολείο, για το κατά πόσο παρακολούθησε εκπαίδευση για να μπορεί να διδάξει, ενώ δήλωσε ότι δίδασκε ανάμεσα σε άλλα και τη γαλλική γλώσσα, την οποία στην αρχή της συνέντευξης ισχυρίστηκε ότι δεν ομιλεί.
Περαιτέρω, ενώ στο έντυπο αξιολόγησης ευαλωτότητας δήλωσε ότι οι Ambazonians δολοφόνησαν τον αδερφό της τον 2018, ουδεμία τέτοια αναφορά έκανε στη συνέντευξή της. Η αφήγηση της Αιτήτριας στερείται επαρκούς λεπτομέρειας, βασικών πληροφοριών για βιωματικά περιστατικά, ενώ βρίθει ασαφειών και σοβαρών αντιφάσεων για τις οποίες δεν έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις.
Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματός της βαραίνει αρχικά την ίδια την Αιτήτρια (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου). Σύμφωνα δε με την παράγραφο 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια του Καθεστώτος των Προσφύγων:
«(α) Ο αιτών πρέπει:
(Ι) Να λέει την αλήθεια και να παρέχει κάθε βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του.
(ΙΙ) Να προσπαθεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του με κάθε διαθέσιμο αποδεικτικό μέσο και να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για τυχόν ελλείψεις τους. Εάν παρουσιασθεί ανάγκη, πρέπει να προσπαθήσει να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά μέσα.
(ΙΙΙ) Να δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον ίδιο και τις προηγούμενες εμπειρίες του, τόσο λεπτομερειακά όσο είναι αναγκαίο, ώστε να δοθεί στον εξεταστή η δυνατότητα να διαπιστώσει τη συνδρομή των σχετικών γεγονότων. Πρέπει ακόμη να κληθεί να δώσει μια συναφή εξήγηση ως προς όλους τους λόγους που επικαλείται για να υποστηρίξει την αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα και να απαντήσει σε όσες ερωτήσεις του τεθούν.»
Πέραν των ανωτέρω, ούτε κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της παρούσας υπόθεσης, η Αιτήτρια προσκόμισε επιπρόσθετη μαρτυρία ή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι λανθασμένα κρίθηκε η αξιοπιστία της και ότι έχει γνήσιο αίτημα διεθνούς προστασίας. Επισυνάφθηκαν στην αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφα, χωρίς ωστόσο να επεξηγείται ο λόγος για τον οποίο δεν προσκομίστηκαν κατά την εξέταση της προσβαλλόμενης πράξης και χωρίς να αναφέρεται η συνάφειά τους με τα επίδικα θέματα στην αγόρευση του συνηγόρου της.
Σε συνέχεια της ανωτέρω κρίσης μου, παραπέμπω στους περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2019 (3/2019), ως τροποποιήθηκαν και είναι σε ισχύ σήμερα, και συγκεκριμένα στον Κανονισμό 3:
«(α) Κάθε προσφυγή καταχωρείται στο αρμόδιο Πρωτοκολλητείο με έγγραφη αίτηση, ως το Έντυπο Αρ. 1 συνοδευόμενη από την προσβαλλομένη απόφαση και τα υποστηρικτικά αυτής στοιχεία που επιδόθηκαν στον αιτητή καθώς και οποιαδήποτε νέα έγγραφα ή στοιχεία ή πρόσθετη μαρτυρία ήθελε προσκομίσει ο αιτητής.
(β) Νέα έγγραφα ή στοιχεία ή οποιαδήποτε πρόσθετη μαρτυρία που προσκομίζονται κατά την καταχώριση της προσφυγής, παρατίθενται ή επισυνάπτονται ως τεκμήρια, ανάλογα, σε ένορκη δήλωση από τον Αιτητή. Ο ενόρκως δηλών εξηγεί το λόγο για τον οποίο δεν προσκομίστηκαν τα έγγραφα ή στοιχεία ή πρόσθετη μαρτυρία κατά την εξέταση της προσβαλλόμενης πράξης καθώς και τη συνάφειά τους με τα επίδικα θέματα.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου).
Από τα πιο πάνω, συνάγεται ότι η έρευνα που είχε προηγηθεί της απόφασης για απόρριψη της αίτησης της Αιτήτριας ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει η Αιτήτρια καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός της. Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Αναφορικά με τους ισχυρισμούς του συνηγόρου της Αιτήτριας για έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη, ενώ σύντομη αιτιολόγηση της απόφασης είχε επισυναφθεί και στην απορριπτική επιστολή η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια. Επισημαίνω δε ότι συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, όπως αυτά έχουν αναλυθεί ανωτέρω (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371 Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (1998) 3 ΑΑΔ 270). Τέλος, δεν τεκμηριώνεται η θέση της Αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης. Ως εκ τούτου, απορρίπτονται οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από τον συνήγορο της Αιτήτριας.
Κατά συνέπεια, στη προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο της Αιτήτριας εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Κατά τα παραπάνω, δεν μπορεί να παραχωρηθεί στην Αιτήτρια, ούτε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας επί τη βάσει των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του Περί Προσφύγων Νόμου, καθώς δεν έχει στοιχειοθετηθεί πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης υπό τις εκεί προβλεπόμενες μορφές.
Αναφορικά με την υπαγωγή της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της αδιακρίτως ασκούμενης βίας και της ένοπλης σύρραξης και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Από επικαιροποιημένη έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης στην οποία προέβη το Δικαστήριο, σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν προκύπτουν τα ακόλουθα:
Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σε έκθεση αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύτηκε στις 31 Μαΐου 2023 σημειώνει ότι στις Βορειοδυτικές και Νοτιοδυτικές Περιφέρειες του Καμερούν, συνέχισαν οι αναφορές και καταγγελίες για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν από δυνάμεις ασφαλείας και άμυνας και ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες εναντίον αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών και της καταστροφής περιουσίας. Επιπλέον, η αναγκαστική απαγόρευση κυκλοφορίας, η χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών και η απαγωγή αμάχων από ένοπλες ομάδες περιόρισαν την διανομή της απαραίτητης ανθρωπιστικής βοήθειας.[1]
Σύμφωνα με το Human Rights Watch σε έκθεση για την χώρα η οποία καλύπτει το έτος 2023, αναφέρεται πως το 2023, ένοπλες ομάδες και κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν τη διάπραξη παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων παράνομων δολοφονιών, στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν και στην περιοχή του Άπω Βορρά. Η βία στις δύο αγγλόφωνες βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές συνεχίστηκε για έκτη χρονιά, παρά το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Paul Biya δήλωσε τον Ιανουάριο ότι πολλές ένοπλες αυτονομιστικές ομάδες είχαν παραδοθεί και ότι η απειλή που αποτελούσαν είχε μειωθεί σημαντικά. Μέχρι τα μέσα του έτους, υπήρχαν πάνω από 638.000 εσωτερικά εκτοπισμένοι στις αγγλόφωνες περιοχές και τουλάχιστον 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι χρειάστηκαν ανθρωπιστική βοήθεια. Άμαχοι αντιμετώπισαν δολοφονίες και απαγωγές από ένοπλες ισλαμιστικές ομάδες στην περιοχή του Άπω Βορρά, συμπεριλαμβανομένης της Μπόκο Χαράμ και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Οι αυτονομιστές μαχητές συνέχισαν να στοχεύουν αμάχους, αναγκάζοντας τους να μένουν κλεισμένοι στα σπίτια τους και εξαπολύοντας επιθέσεις γύρω από μεγάλα γεγονότα, όπως των εκλογών καθώς και του ανοίγματος των σχολείων την περίοδο του Σεπτεμβρίου. Οι δυνάμεις ασφαλείας απάντησαν στις αυτονομιστικές επιθέσεις, αποτυχαίνοντας συχνά να προστατεύσουν τους αμάχους σε όλες τις αγγλόφωνες περιοχές»[2].
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση για τη χώρα στην ιστοσελίδα του ACAPS της χώρας αναφέρεται πως το Καμερούν βιώνει διάφορες κρίσεις. Οι μακροχρόνιες δυσαρέσκειες της αγγλόφωνης κοινότητας στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές, μετά από δεκαετίες περιθωριοποίησης των μειονοτικών αγγλόφωνων περιοχών από τη γαλλόφωνη κυβέρνηση, κλιμακώθηκαν σε εκτεταμένες διαμαρτυρίες και απεργίες στα τέλη του 2016. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διαφορετικών αυτονομιστικών ομάδων να διαδηλώνουν υπέρ της αυτοαποκαλούμενης Δημοκρατίας της Ambazonia στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά. Οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού και των αυτονομιστικών δυνάμεων έχουν εντείνει την ανασφάλεια στις ανωτέρω περιοχές, οδηγώντας 638.400 ανθρώπους σε εκτοπισμό στο εσωτερικό της χώρας και 64.000 σε αναζήτηση καταφυγίου στη γειτονική Νιγηρία μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 2024. Επίσης, η εξέγερση της Boko Haram στα βορειοανατολικά της Νιγηρίας έχει επίσης εξαπλωθεί στην περιοχή του Άπω Βορρά (extreme Nord), όπου 120.869 Νιγηριανοί πρόσφυγες έχουν καταφύγει στον Άπω Βορρά του Καμερούν, ενώ η βία από την Boko Haram και το Ισλαμικό Κράτος έχει εκτοπίσει εσωτερικά περισσότερους από 453.600 ανθρώπους[3].
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης παρατηρείται ότι το Καμερούν εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στο Βορρά (περιοχή Far North)[4] ενώ στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (Northwest και Southwest) αναφέρεται ότι αριθμός αγγλόφωνων αποσχιστικών ομάδων μάχεται έναντι της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών. Ωστόσο, η βία δεν ισοδυναμεί με μη διεθνή ένοπλή σύρραξη.[5]
Στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν, γνωστές και ως Αγγλόφωνες περιοχές[6], οι συγκρούσεις μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των αποσχιστών συνεχίζονται από το 2017, όταν οι αποσχιστές επιχείρησαν να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο κράτος[7]. Το Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED) ανέφερε ότι το 2023, οι εσωτερικές διαφωνίες μεταξύ των ηγετών των αποσχιστών χώρισαν τις αυτοανακηρυχθείσες αγγλόφωνες κυβερνήσεις σε περισσότερες από 50 αποσχιστικές ομάδες, αποδυναμώνοντας τις πολιτικές τους απαιτήσεις και την ικανότητά τους να αντισταθούν στις κυβερνητικές επιθέσεις[8]. Το ACLED περαιτέρω έδειξε ότι η συνεχιζόμενη σύγκρουση και οι ανταγωνιστικές εδαφικές διεκδικήσεις μεταξύ αυτονομιστικών ομάδων και της κεντρικής κυβέρνησης έχουν μετατρέψει τις αγγλόφωνες περιοχές σε ένα κατακερματισμένο σύστημα φορολογίας, ασφάλειας και δημόσιων υπηρεσιών, τις οποίες διαχειρίζονται διάφοροι ασυντόνιστοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων αυτονομιστές, η κυβέρνηση, ιδιωτικές εταιρείες και ανθρωπιστικές οργανώσεις[9].
Τον Ιανουάριο του 2024, το UNOCHA ανέφερε ότι οι πληθυσμοί στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν «συνεχίζουν να υφίστανται κακομεταχείριση, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών, της καταστροφής περιουσιών, των απαγωγών για λύτρα, της παράνομης φορολόγησης, των αυθαίρετων συλλήψεων και των εκβιασμών»[10]. Η κατάσταση ασφάλειας παρέμεινε «εξαιρετικά ασταθής» καθ' όλη τη διάρκεια του 2024[11], με αύξηση της εγκληματικότητας, επιδρομές από NSAGs (Μη Κρατικές Ένοπλες Ομάδες) σε αστικά κέντρα, επιθέσεις στις δυνάμεις ασφαλείας του κράτους, απειλές κατά των πολιτών και χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών συσκευών (IEDs) από τις NSAGs[12]. Σύμφωνα με το ACLED, «η σύγκρουση στην Αγγλόφωνη περιοχή αυξάνεται κάθε χρόνο, με τα βίαια περιστατικά να αυξάνονται κατά μέσο όρο 49% ετησίως από το 2020 έως το 2023»[13]. Η ίδια πηγή ανέφερε ότι οι αποσχιστές επέβαλαν κλεισίματα και απεργίες στις σχολικές δραστηριότητες και ήταν υπεύθυνοι για το 89% των σχεδόν 50 βίαιων περιστατικών που στόχευαν δασκάλους το 2023[14].
Στην επικαιροποιημένη της έκθεση που καλύπτει την περίοδο Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2024, η Global Protection Cluster ανέφερε αύξηση των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων τον Ιούλιο του 2024, με τις SSF (Δυνάμεις Ασφάλειας του Κράτους) να εκτελούν «επιχειρήσεις αποκλεισμού και έρευνας» που οδήγησαν σε επτά περιστατικά αυθαίρετων συλλήψεων, με 303 θύματα, ενώ οι NSAGs εγκαθίδρυσαν περισσότερα παράνομα σημεία ελέγχου για εκβιασμό χρημάτων και απαγωγή πολιτών για λύτρα[15]. Οι πιο συχνές παραβιάσεις που καταγράφηκαν ήταν αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, σωματικές επιθέσεις ή κακοποίηση και δολοφονίες[16]. Ο μεγαλύτερος αριθμός παραβιάσεων μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου 2024 «καταγράφηκε στην Buea (457 θύματα) και την Muyuka (199 θύματα), και οι δύο στη νοτιοδυτική περιοχή του Fako, ακολουθούμενες από την Meme επίσης στη νοτιοδυτική περιοχή και έπειτα τη Mezam στην βορειοδυτική περιοχή»[17].
Το Δανέζικο Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (DRC) διεξήγαγε μηνιαίες δραστηριότητες παρακολούθησης προστασίας στη νοτιοδυτική περιοχή μεταξύ Ιανουαρίου 2024 και Ιουνίου 2024 σε οκτώ κοινότητες των διαμερισμάτων Fako, Kupe Muanenguba και Meme[18]. Σύμφωνα με πηγές που συμβουλεύτηκε το DRC, μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2024, οι βασικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις και παράνομες κρατήσεις, βασανιστήρια και απάνθρωπη μεταχείριση, κλοπές, οικονομικές απαγωγές, trafficking, και έμφυλη βία (GBV)[19]. Το DRC κατέγραψε 55 περιστατικά προστασίας και 428 θύματα μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2024[20]. Οι παραβιάσεις που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις, δολοφονίες, επιθέσεις και κακοποίηση, βασανιστήρια / απάνθρωπη μεταχείριση και έμφυλη βία, που διαπράχθηκαν από τις SSF και τις NSAGs[21].
Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν τα πλέον πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα για την ένταση της ένοπλης σύρραξης. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, για το τελευταίο έτος (με τελευταία πρόσβαση την 29/08/2025) καταγράφηκαν στη Νοτιοδυτική περιφέρεια (Sud-Ouest) του Καμερούν 276 περιστατικά πολιτικής βίας (“Political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 333 θάνατοι. Στην πόλη Kumba, τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της Αιτήτριας καταγράφηκαν δύο περιστατικά τα οποία είχαν ως συνέπεια τρεις απώλειες ανθρώπινων ζωών.[22]
Από τις ανωτέρω πληροφορίες προκύπτει ότι στη Νοτιοδυτική περιφέρεια του Καμερούν λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη μεταξύ των κρατικών δυνάμεων και των αυτονομιστών, που συμπαρασύρει τον άμαχο πληθυσμό, σημειώνοντας αρκετές απώλειες. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τα περιστατικά ασφαλείας, ως αναλύθηκαν ανωτέρω, συνάγεται ότι η ένοπλη σύρραξη που συντελείται, δεν επηρεάζει την περιοχή Kumba σε τέτοιο βαθμό ώστε μόνη η παρουσία κάποιου εκεί να τον εκθέτει σε κίνδυνο.
Λόγω του ότι η Αιτήτρια πρόκειται για ανύπανδρη γυναίκα με ανήλικο τέκνο, το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε έρευνα εξωτερικών πηγών πληροφόρησης, αναφορικά με την κατάσταση των μόνων γυναικών με ανήλικα τέκνα στο Καμερούν. Όπως σημειώνεται από το Freedom House το Σύνταγμα στο Καμερούν εγγυάται το ίδιο νομικό καθεστώς και δικαιώματα σε άνδρες και γυναίκες.[23] Ωστόσο, στην πράξη, η κυβέρνηση του Καμερούν συχνά δεν εφαρμόζει το νόμο, με αποτέλεσμα να επικρατούν οι παραδοσιακοί κανόνες και πρακτικές.[24] Οι ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών εξακολουθούν να υφίστανται (επιπλέον των ανισοτήτων μεταξύ πλουσίων και φτωχών και μεταξύ διαφορετικών περιοχών), ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση στην υγεία, την εκπαίδευση και την απασχόληση.[25] Οι γυναίκες χωρίς ανδρική υποστήριξη που ζουν σε εκτοπισμό είναι ευάλωτες καθώς μπορεί να εκτεθούν σε σεξουαλική βία από μέλη ένοπλων ομάδων, κοινότητες υποδοχής και συγγενείς.[26]
Σύμφωνα με έκθεση που εκπόνησε το Population Council, μια διεθνής ΜΚΟ που εστιάζει στο φύλο και την αναπαραγωγική υγεία, οι εγκυμοσύνες εκτός γάμου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των εγκυμοσύνων που προέκυψαν ως αποτέλεσμα βιασμού ή ακόμα και έπειτα από συναινετική σεξουαλική επαφή, θεωρούνται πηγή ντροπής.[27] Το Immigration and Refugee Board of Canada παραθέτει επίσης πληροφορίες από το 'Rural Women Center for Education and Development Cameroon (RuWCED)', μια ΜΚΟ που προωθεί τα δικαιώματα των γυναικών και των παιδιών που ζουν σε αγροτικές περιοχές και την πρόσβασή τους σε εκπαίδευση και πόρους.
Με βάση τις συγκεκριμένες πληροφορίες για τις γυναίκες, το καθεστώς της άγαμης είναι ως επί το πλείστον «πολιτιστικά και κοινωνικά ταπεινωτικό», ειδικά για τις έφηβες μητέρες ή τις άγαμες αρχηγούς νοικοκυριών με παιδιά. Η ίδια πηγή σημείωσε ότι οι ανύπαντρες γυναίκες «συνήθως αντιμετωπίζονται στερεοτυπικά» και θεωρείται ότι έχουν έναν «κακό χαρακτήρα» ή κάποιο «πρόβλημα» που τις «αποτρέπει» από το να παντρευτούν, καθώς ο γάμος χαίρει «υψηλής εκτίμησης» στην κουλτούρα του Καμερούν.[28] Ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε από έναν ανταποκριτή από το Καμερούν στο Your Commonwealth, έναν ιστότοπο που δημιουργήθηκε από το Commonwealth Youth Program ως «μια πλατφόρμα για τις φωνές των νέων από χώρες της Κοινοπολιτείας» και επιμελήθηκε από «έμπειρους δημοσιογράφους» (Commonwealth Youth Program n.d.), αναφέρει επίσης ότι «πολλές ανύπαντρες γυναίκες, ιδιαίτερα εκείνες στα τέλη της δεκαετίας των 20 με 30», βιώνουν «τεράστιο στίγμα» και «συνήθως ερωτώνται γιατί δεν είναι παντρεμένες ή πού είναι ο σύζυγός τους».[29]
Παρά τις ανωτέρω πληροφορίες και παρά το γεγονός ότι η Αιτήτρια αποτελεί ανύπανδρη γυναίκα με ανήλικο τέκνο, πρόκειται για μια ενήλικη γυναίκα, υγιή και ικανή προς εργασία. Επιπλέον, διαθέτει ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο, ομιλεί την αγγλική γλώσσα και διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της, καθότι εκεί διαμένουν οι δύο αδερφές, οι δύο αδερφοί της και η μητριά της, οι οποίοι απασχολούνται στον γεωργικό τομέα. Επιπλέον, δεν ανέφερε ότι υπέστη οποιαδήποτε μορφή έμφυλης βίας, ενώ έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στο Καμερούν και συγκεκριμένα στην πόλη Kumba, και επομένως γνωρίζει πολύ καλά την περιοχή και πώς να προστατευθεί από τους κινδύνους. Επομένως, δεν εντοπίζονται στοιχεία ευαλωτότητας που να αυξάνουν το ρίσκο να υποστούν η Αιτήτρια και το ανήλικό της τέκνο σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής τους. Τέλος, η Αιτήτρια δεν διαθέτει προφίλ πολιτικά ενεργού ανθρώπου ή ανθρώπου συνδεδεμένου με κάποια αντιμαχόμενη οργάνωση στην χώρα καταγωγής της, στοιχεία που θα ενίσχυαν τον κίνδυνο στοχοποίησής της σε καθεστώς ένοπλης βίας.
Ως εκ τούτου, με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ότι στο πρόσωπό της πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο καθεστώς του πρόσφυγα ή την παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] UN Security Council (Author): The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa; Report of the Secretary-General [S/2023/389], 31 May 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2093063/N2313778.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[2] HRW – Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Cameroon, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103168.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[3] ACAPS, Country analysis, CAMEROON, February 2024
https://www.acaps.org/en/countries/cameroon# (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[4] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 21/01/2021
https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[5] Ibid.
[6] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31 March 2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[7] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 15 July 2025, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/; ACLED, Non-State Armed Groups and Illicit Economies, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[8] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, pp. 3, 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[9] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[10] UNOCHA, Cameroon: North-West and South-West - Situation Report No. 61 (January 2024), 8 March 2024, https://www.unocha.org/publications/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-61-january-2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[11] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 15 July 2025, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[12] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[13] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[14] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 28 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[15] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[16] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[17] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[18] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/14eff56a-24a7-4da9-a1a9-dca02f2b864e/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q1_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5; DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[19] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[20] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025).
[21] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 11 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 09/09/2025).
[22] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon (Sud-Ouest - Kumba), Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 09/09/2025)
[23] Freedom in the World 2024: Cameroon
https://freedomhouse.org/country/cameroon/freedom-world/2024
(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[24] Ό.π.
[25] UN SDGs, UNITED NATIONS SUSTAINABLE DEVELOPMENT COOPERATION FRAMEWORK FOR CAMEROON 2022-2026, p. 13
https://unsdg.un.org/sites/default/files/2021-06/Cameroon_Cooperation_Framework_2022-2026-ENG.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[26] UNOCHA (2021), 'Humanitarian Needs Overview: Cameroon', p. 56-57
https://cameroon.un.org/sites/default/files/2021-07/Cameroon%20Humanitarian%20Needs%20Overview%202021%20%28issued%20Mar%202021%29.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[27]Population Council (2011), When girls' lives matter: ending forced and early marriage in Cameroon', p.7
https://knowledgecommons.popcouncil.org/cgi/viewcontent.cgi?article=1152&context=departments_sbsr-pgy (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[28] Immigration and Refugee Board of Canada (2022), 'Cameroon: Situation and treatment of single women and women who head their own households, including their ability to live on their own and access housing, income, education, health care, and support services, particularly in Douala and Yaoundé; impact of COVID-19 (2020-May 2022)'
https://www.ecoi.net/en/document/2074600.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 10/09/2025)
[29] Ό.π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο