S.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1466/23, 30/9/2025
print
Τίτλος:
S.K. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1466/23, 30/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 1466/23

30 Σεπτεμβρίου, 2025

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

S.K.

Αιτητού,

και

            Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η αίτηση

Ο Αιτητής είναι παρών.

Μ. Μπαγιαζίδου (κα.), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Ν. Δημητριάδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Aιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 24.3.2023, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023.

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: η Λ.Δ.Κ.). Περί τις 6.3.2023, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, και στις 15.3.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό. Ακολούθως, στις 24.3.2023, υποβλήθηκε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: o Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης για διεθνή προστασία του Αιτητή και για επιστροφή στη χώρα καταγωγής του, η οποία εγκρίθηκε αυθημερόν από τον Προϊστάμενο. Στις 18.4.2023, η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, κοινοποιήθηκε στον Αιτητή.

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής, δια της συνηγόρου του, προβάλλει ως μοναδικό λόγο της υπό κρίση προσφυγής, την έλλειψη δέουσας έρευνας. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι κατά την εξέταση της αίτησής του, δεν του απευθύνθηκαν επαρκείς διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους αιτήθηκε διεθνή προστασία, ούτε του παρασχέθηκε η δυνατότητα, μέσω συμπληρωματικών ερωτήσεων, να αποσαφηνίσει τυχόν ασάφειες στις δηλώσεις του.

3.             Αντιθέτως, οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας και ορθότητας της επίδικης απόφασης, ισχυριζόμενοι ότι αυτή αποτελεί προϊόν δέουσας έρευνας. Περαιτέρω προβάλλουν ότι, βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή, δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

Το νομικό πλαίσιο

4.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος) καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.             Ως προς τον προωθούμενο λόγο προσφυγής περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.           Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI: EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

 

11.          Προχωρώντας στην ουσιαστική εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή, σημειώνεται ότι κατά την καταγραφή του αιτήματός του και ειδικότερα στο πεδίο αναγραφής των λόγων εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, αυτός δήλωσε ότι διέφυγε λόγω της προηγούμενης επαγγελματικής του θέσης. Ειδικότερα, ανέφερε ότι από το έτος 2014 εργαζόταν ως οδηγός στην υπηρεσία ANR (μυστικές αρχές), κυρίως για τον κ. K. M.. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι από κοινού με τον τελευταίο δραστηριοποιούνταν σε παράνομες επιχειρήσεις και ότι, όταν ξέσπασαν εσωτερικές συγκρούσεις εντός της υπηρεσίας, κατηγορήθηκε ότι τον συνέδραμε στις παράνομες αυτές δραστηριότητες. Ως συνέπεια των κατηγοριών αυτών, οι υπεύθυνοι τον μετέθεσαν στην Κινσάσα. Κατά τους ισχυρισμούς του, ο νέος αρχηγός της υπηρεσίας επιχείρησε να τον δηλητηριάσει, καθώς αυτός και η ομάδα του επεδίωκαν – κατά τον Αιτητή – την εξόντωση όλων όσοι συνεργάζονταν με τον κ. Kalev Mutondo. Μετά το ως άνω περιστατικό δηλητηρίασης ο Αιτητής υποστηρίζει ότι συνειδητοποίησε πως η ζωή του τελούσε σε σοβαρό κίνδυνο και ότι υπήρχε πρόθεση δολοφονίας του (βλ. ερ. 1 Διοικητικού Φακέλου, στο εξής «δ.φ.»). Προς στήριξη των ισχυρισμών του, προσκόμισε αντίγραφο εκλογικής κάρτας από τη χώρα καταγωγής του.

 

12.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε το 1995 στην πόλη Κινσάσα της Λ.Δ.Κ., όπου και μεγάλωσε. Περαιτέρω, ανέφερε ότι κατά το χρονικό διάστημα 2015–2019 διέμενε στην περιοχή Central Congo, κατά το διάστημα 2020–2022 στην Κινσάσα, ενώ πριν εγκαταλείψει τη Λ.Δ.Κ. παρέμεινε επί ένα μήνα στην περιοχή Goma. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε ότι είναι άγαμος και άτεκνος. Επισήμανε ότι οι γονείς του έχουν λάβει διαζύγιο από το 2008 και ότι ο ίδιος δεν διατηρεί καμία επικοινωνία μαζί τους, γνωρίζει ωστόσο ότι διαμένουν στην Κινσάσα. Πρόσθεσε ότι έχει δύο ετεροθαλή αδέλφια από την πλευρά του πατέρα του και δύο από την πλευρά της μητέρας του. Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο δήλωσε ότι έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, ανέφερε ότι από το 2014 έως το 2022, εργάστηκε ως οδηγός στην υπηρεσία ANR.

 

13.           Ερωτηθείς σχετικά με τους λόγους που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής – στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής του – δήλωσε ότι αυτό οφείλεται στην επαγγελματική του δραστηριότητα. Ειδικότερα, ανέφερε ότι από το 2014 εργαζόταν ως οδηγός στην υπηρεσία ANR, ως μέλος ομάδας υπό την εποπτεία του επικεφαλής Kalev Mutondo. Κατά τους ισχυρισμούς του, στην ομάδα αυτή τους ζητήθηκε να εκτελούν παράνομες δραστηριότητες στο πλαίσιο «μαφιόζικου σχεδίου», ενώ ο διευθυντής είχε – κατά τον Αιτητή – κατηγορηθεί επανειλημμένως από τη διεθνή κοινότητα. Για τον λόγο αυτό, ο ίδιος στάλθηκε στην περιοχή Congo Central ως σημείο επικοινωνίας.

 

14.           Κατά τους ισχυρισμούς του Αιτητή, η ομάδα στην οποία υπηρετούσε είχε εντολή να καταδιώκει πολιτικούς αντιπάλους του Προέδρου, να βασανίζει ανθρώπους, να συμμετέχει στη μεταφορά παράνομων όπλων και να προστατεύει Κινέζους υπηκόους οι οποίοι εργάζονταν παρανόμως στα θαλάσσια ύδατα της χώρας με αλιευτικά σκάφη. Όταν το νέο καθεστώς ανέλαβε την εξουσία το 2019, ο επικεφαλής της υπηρεσίας Kalev Mutondo αποπέμφθηκε και ο Αιτητής επέστρεψε στα κεντρικά γραφεία της ANR στην Κινσάσα. Κατά το έτος 2020, όπως ανέφερε, σταμάτησε να συμμετέχει σε παράνομες δραστηριότητες και εκτελούσε μόνο καθήκοντα απλού οδηγού, υπό νέο αναπληρωτή επικεφαλής, ο οποίος – κατά τους ισχυρισμούς του – εγγυόταν την ασφάλειά τους.

 

15.           Όταν, όμως, η κυβέρνηση όρισε νέο επικεφαλής, τον Jean-Hervé Biosha, γενικό διαχειριστή, εκείνος, σύμφωνα με τον Αιτητή, θέλησε να εκδικηθεί, επειδή και ο ίδιος είχε πέσει θύμα κακομεταχείρισης από την ANR. Ξεκίνησε – κατά τους ισχυρισμούς του – να συντάσσει λίστα με όλους όσοι είχαν συνεργαστεί με τον Kalev Mutondo και να τους αποστέλλει σε απομακρυσμένες επαρχίες για «εξόντωση». Έτσι, ο Αιτητής μετατέθηκε στην Goma, όπου, όπως κατέθεσε, στις 20.12.2022 δηλητηριάστηκε μέσω φακέλου με τα χρήματα του μισθού του. Ένας φίλος του τον ενημέρωσε για τον τρόπο δράσης του δηλητηρίου και τον συμβούλεψε να καταναλώσει μέλι. Παρά τη λήψη μελιού, η κατάστασή του ήταν κρίσιμη· δεν έβλεπε καλά και περί ώρα 18:00, προσπάθησε να εξέλθει από την πίσω πόρτα της κατοικίας όπου διέμενε με συναδέλφους.

 

16.          Ο εν λόγω φίλος, ο οποίος εργαζόταν ως οδηγός στους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα», τον μετέφερε την επόμενη ημέρα στη Ρουάντα, όπου του παρασχέθηκαν – κατά τους ισχυρισμούς του – παραδοσιακές θεραπείες, λόγω των έντονων συμπτωμάτων και του κινδύνου θανάτου ή απώλειας λογικής. Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν μπορούσε πλέον να επιστρέψει στη Λ.Δ.Κ., διότι υπήρχε ήδη οργανωμένο σχέδιο εναντίον του. Κατόπιν συμβουλής του φίλου του, να μην παραμείνει στη Ρουάντα, και έχοντας διαβατήριο, ταξίδεψε πρώτα στην Ουγκάντα και στη συνέχεια στην Ναϊρόμπι της Κένυας.

 

17.          Εκεί συνάντησε έναν γνωστό του, στον οποίο εξέθεσε την κατάστασή του. Ο γνωστός αυτός τον φιλοξένησε και του πρότεινε να εγκαταλείψει την Κένυα. Είχε, δε, γνώσεις ηλεκτρονικών υπολογιστών και τον συνέδραμε στη διαδικασία μετάβασης από την Κένυα στη Δημοκρατία της Κύπρου. Επειδή ο Αιτητής δεν διέθετε επαρκείς οικονομικούς πόρους, τα αεροπορικά εισιτήρια και μέρος των εξόδων του ταξιδιού καλύφθηκαν από τη σύντροφό του.

 

18.          Αναφορικά με τους κινδύνους που – κατά την άποψή του – θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κινδυνεύει να συλληφθεί από την υπηρεσία ANR, διότι εγκατέλειψε παρανόμως τη χώρα.

 

19.          Ακολούθως υποβλήθηκαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στον Αιτητή αναφορικά με ουσιώδεις πτυχές του αφηγήματός του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι η υπηρεσία ANR είναι οργανισμός συλλογής πληροφοριών εντός και εκτός της χώρας σε συνεργασία με την αστυνομία, με αποστολή τη διασφάλιση της εθνικής και προεδρικής ασφάλειας και την έρευνα για καταζητούμενα/αγνοούμενα πρόσωπα και παράνομη διακίνηση. Ερωτηθείς για την ίδρυση της ANR και τον ιδρυτή της, απάντησε ότι δεν γνωρίζει. Για τον Kalev Mutondo ανέφερε ότι ήταν γενικός διαχειριστής από το 2011 έως το 2019 και – κατά τους ισχυρισμούς του – οργάνωνε απαγωγές ηγετών που αντιτίθεντο στο καθεστώς και προσώπων του στενού περιβάλλοντος του Προέδρου. Ως προς τις καταδιώξεις, βασανισμούς και μεταφορά όπλων που είχε προηγουμένως αναφέρει, διευκρίνισε ότι ο ίδιος συμμετείχε μόνο στη μεταφορά παράνομων όπλων και στη συλλογή πληροφοριών για τις διαμαρτυρίες των αντιπάλων του καθεστώτος.

22. Δήλωσε ότι από το 2020 έως 20.12.2022 εργαζόταν μόνο ως απλός οδηγός (στην Κινσάσα και από Νοέμβριο 2022 στη Goma) χωρίς άλλο προσωπικό περιστατικό μέχρι την ημέρα της δηλητηρίασης. Δεν διαθέτει αποδεικτικό της εργασίας του. Επιβεβαίωσε ότι δηλητηριάστηκε με τα χρήματα του μισθού του, δεν γνωρίζει ποιος τον δηλητηρίασε, διέμενε με ακόμη πέντε εργαζόμενους της ANR, αλλά ήταν ο μόνος οδηγός. Ανέφερε ότι συνήθως πληρωνόταν ηλεκτρονικά αλλά τότε σε μετρητά· περίπου μία ώρα μετά την πληρωμή, εκδήλωσε σοβαρά συμπτώματα. Δεν γνωρίζει αν όλοι πληρώθηκαν με μετρητά, ούτε αν δηλητηριάστηκαν άλλοι. Εξήγησε ότι συμπέρανε την πηγή του δηλητηρίου από τα συμπτώματα και όσα του είπε φίλος του. Δεν κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία. Ανέφερε ότι τον κάλεσε ο ίδιος ζητώντας βοήθεια, αφού βρήκε δύναμη δύο ώρες αργότερα. Για την απόσταση που διήνυσε ο φίλος του, απάντησε ότι βρισκόταν «πίσω από το σπίτι». Τέλος, δήλωσε ότι δεν αντιμετώπισε πρόβλημα κατά την παραμονή του στη Ρουάντα.

20.          Αξιολογώντας το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση απομόνωσαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος ως προς την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή, και ο δεύτερος ως προς τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξής του από αγνώστους μέσω δηλητηρίου που βρισκόταν στον μισθό του, λόγω της εργασίας του.

 

21.          Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός του έγινε αποδεκτός, δεδομένου ότι κρίθηκε ότι οι επιμέρους δηλώσεις του ήταν αρκούντως συγκεκριμένες και συνεκτικές, ευρισκόμενες σε συμφωνία με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

22.          Ο δεύτερος ισχυρισμός, ωστόσο, έτυχε απόρριψης καθώς κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται τον πυρήνα του αιτήματός του, υποπίπτοντας σε αντιφάσεις, έλλειψη ευλογοφάνειας και έλλειψη επαρκών πληροφοριών. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής στη συνέντευξη αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.

23.           Στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή, ήτοι των προσωπικών του στοιχείων, της γενικότερης κατάστασης ασφαλείας στη Λ.Δ.Κ. και λαμβάνοντας υπόψιν το γεγονός ότι δεν έχει υποστεί στην χώρα καταγωγής του οποιαδήποτε μορφή δίωξης ή σοβαρής βλάβης, κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση πως δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι ο Αιτητής να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη Λ.Δ.Κ..

 

24.          Προχωρώντας στην νομική ανάλυση, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ούτε και κίνδυνος σοβαρής βλάβης δυνάμει του άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Στο πλαίσιο της παρούσας δικαστικής διαδικασίας ο Αιτητής παρέμεινε σταθερός ως προς τον πυρήνα του αιτήματός του. Κατόπιν ενδιάμεσης διάταξης του Δικαστηρίου, προσήγαγε ένορκη δήλωση ημερομηνίας 11.6.2024, με την οποία προσκομίζει πρόσθετα στοιχεία και ειδικότερα ότι ήλθε σε επικοινωνία με πρώην συνάδελφό του στην υπηρεσία ANR, ο οποίος του παρέδωσε ένταλμα έρευνας στο οποίο καταγράφεται ότι καταζητείται για δημόσια διατάραξη και προσβολή της δημόσιας τάξης. Η εν λόγω ένορκη δήλωση συνοδεύεται από έγγραφο του Τμήματος Ανίχνευσης Εγκλημάτων της Εισαγγελίας της Λ.Δ.Κ. ημερομηνίας 8.1.2023, υπό τον τίτλο «AVIS DE RECHERCHE D’UNE PERSONNE» (σε ελεύθερη μετάφραση- «Ένταλμα αναζήτησης προσώπου»), με επισυναπτόμενη μετάφραση, σύμφωνα με το οποίο διατάσσεται η εκκίνηση ερευνητικών δραστηριοτήτων για την αναζήτηση του Αιτητή για δημόσια διατάραξη και προσβολή της δημόσιας τάξης.

 

25.           Κατά την ακροαματική διαδικασία της 6.5.2025, ο Αιτητής επανέλαβε ότι διέμενε μόνος στην Κινσάσα, χωρίς επικοινωνία με τους γονείς του (διαζευγμένους από τότε που ήταν 15 ετών), και ότι εργάστηκε ως οδηγός στην ANR την περίοδο 2014–2022, οδηγός της ομάδας του τότε αρχηγού Mutondo. Διευκρίνισε ότι τα μέλη της ομάδας ήταν κατάσκοποι που παρακολουθούσαν αντιπάλους της εξουσίας, ενώ ο ίδιος ήταν ικανοποιημένος από την εργασία του και δεν αντιμετώπισε προβλήματα στο διάστημα αυτό.

 

26.           Ανέφερε ότι το 2019 ο Mutondo αντικαταστάθηκε από τον Justin Imzim Kakiak και το 2021 από τον Jean-Hervé Biosha, ο οποίος – κατά τους ισχυρισμούς του – επιδίωξε να απομακρύνει όλους όσοι είχαν εργασθεί με τον Kakiak, θεωρούμενους υπεύθυνους για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αυθαίρετες συλλήψεις.

 

27.          Δήλωσε ότι στη συνέχεια εστάλη στη Goma χωρίς να γνωρίζει τον λόγο. Διευκρίνισε ότι η ANR είχε γραφεία στην περιοχή και ότι 2–3 ημέρες μετά την άφιξή του, δηλητηριάστηκε από φάκελο που περιείχε τον μισθό του. Περιέγραψε ότι κατά το άνοιγμα του φακέλου εκλύθηκε – κατά την αντίληψή του – κάποιο αέριο, εμφανίζοντας άμεσα προβλήματα στην ακοή, όραση και αναπνοή· τα συμπτώματα διήρκεσαν περίπου είκοσι λεπτά. Υποστήριξε ότι παρόμοια περιστατικά έχουν συμβεί στο παρελθόν, δεν γνωρίζει τι συνέβη στους συναδέλφους του (τους οποίους είχαν χωρίσει και δεν μπορούσαν να επικοινωνούν) και εκτίμησε ότι πιθανόν να τους απέκρυψαν. Εξήγησε ότι παρέλαβε τον φάκελο κατά την υπηρεσία και τον άνοιξε στο σπίτι, ενώ το δηλητήριο εξακολουθεί – κατά δήλωσή του – να του προκαλεί πρόβλημα στην ακοή. Δεν απευθύνθηκε σε γιατρό γιατί έπρεπε να φύγει αμέσως και, με τη βοήθεια πρώην συναδέλφου του, μετέβη στη Ρουάντα. Εκτίμησε ότι αποστολέας του φακέλου ήταν η διοίκηση της υπηρεσίας, για λόγους εκδίκησης.

 

28.           Μετά το περιστατικό επιδίωξε να διαπιστώσει αν πρόκειται για σχέδιο εξόντωσης. Επικοινώνησε με συνάδελφο, που δεν είχε νέα για τους υπόλοιπους. Στην ερώτηση γιατί ο νέος επικεφαλής να θέλει να του προκαλέσει βλάβη, απάντησε ότι εναντίον του εκκρεμεί ένταλμα έρευνας.

 

29.          Τέλος, κατά την ίδια ακροαματική διαδικασία, ο Αιτητής ανέφερε ότι ως οδηγός στην ANR είχε υποχρέωση να συνοδεύει άτομα που προέβαιναν σε παράνομες δραστηριότητες, μεταξύ των οποίων και προστασία Κινέζων υπηκόων που εκμεταλλεύονταν παρανόμως τον ποταμό. Τόνισε ότι ο θεσμικός σκοπός της ANR είναι η εθνική ασφάλεια, αλλά κατά την ένταξή του, δεν γνώριζε ότι θα του ζητηθεί να εμπλακεί σε παράνομες ενέργειες. Σε ερώτηση γιατί συμμορφώθηκε, απάντησε ότι οι εντολές ήταν υποχρεωτικές και η συμμόρφωση, ζήτημα επιβίωσης, αφού δεν είχε άλλη επαγγελματική διέξοδο. Υπογράμμισε ότι η απασχόλησή του ήταν αποκλειστικά αυτή του οδηγού και ότι ουδέποτε απείλησε ή θανάτωσε οποιονδήποτε.

 

30.          Προχωρώντας στη de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, επισημαίνονται τα κάτωθι:

 

31.          Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή καταρχάς συντάσσομαι με τους Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του καθώς υπήρξε συνεκτικός και ακριβής ως προς τις συναφείς δηλώσεις του. Επιπλέον, τόσο από το διαβατήριο που προσκόμισε ο Αιτητής, όσο και από εξωτερικές πηγές που παραπέμπουν οι Καθ’ ων η αίτηση, επιβεβαιώνονται οι αναφορές του.

 

32.          Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, αυτός μπορεί ορθότερα να διατυπωθεί υπό τον τίτλο: «Φερόμενη δίωξη του Αιτητή από μέλη της υπηρεσίας ANR, λόγω της προηγούμενης εργασίας του υπό τη διεύθυνση του επικεφαλής Kalev Mutondo και απόπειρα δηλητηρίασής του».

 

33.          Κατά την εκτίμηση του Δικαστηρίου, παρότι ο Αιτητής παραμένει σταθερός στον πυρήνα του ισχυρισμού του ότι εργάστηκε στην ANR και ότι δηλητηριάστηκε στη Goma, οι επανειλημμένες ασάφειες, αντιφάσεις και η απουσία αντικειμενικών αποδεικτικών στοιχείων αποδυναμώνουν σημαντικά την αξιοπιστία του ως προς αυτή τη πτυχή. Ειδικότερα, κατά τη συνέντευξή του τον Μάρτιο του 2023, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν διαθέτει οποιοδήποτε έγγραφο προς προσκόμιση και δεν έκανε καμία μνεία σε εκκρεμές ένταλμα εναντίον του· αντιθέτως, σε μεταγενέστερο στάδιο προσκόμισε ένορκη δήλωση με έγγραφο ημερομηνίας 8.1.2023 («Avis de recherche»), χωρίς να εξηγεί πειστικά πώς περιήλθε αυτό στην κατοχή του ή πώς το εξασφάλισε ο φίλος του (το σημείο αυτό αναλύεται εκτενέστερα κατά την αξιολόγηση της εξωτερικής του αξιοπιστίας). Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι μετά την αλλαγή ηγεσίας εργαζόταν επί τριετία ως απλός οδηγός χωρίς να του συμβεί τίποτε μέχρι την ημέρα του περιστατικού, γεγονός που καθιστά λιγότερο εύλογη την ξαφνική στοχοποίησή του και μάλιστα την έκδοση εντάλματος σύλληψης, τρία έτη αργότερα. Δεν διαθέτει έγγραφο που να αποδεικνύει την ιδιότητά του στην ANR, ούτε ιατρική γνωμάτευση ή άλλη ανεξάρτητη επιβεβαίωση της φερόμενης δηλητηρίασης. Οι απαντήσεις του στα καίρια ερωτήματα ήταν αόριστες και περιλαμβάνουν υπεκφυγές (δεν γνωρίζει ποιος τον δηλητηρίασε, αν δηλητηριάστηκαν άλλοι, πώς κατανόησε ότι υπήρχε δηλητήριο, πώς ενώ είχε σοβαρά συμπτώματα κατάφερε να καλέσει τον φίλο του κ.λπ.). Επίσης δεν γνωρίζει αν υπήρξαν ανάλογες επιθέσεις εναντίον άλλων προσώπων σε παρόμοια θέση, γεγονός που ευλόγως θα αναμένεται να γνωρίζει. Σωρευτικά, οι ασάφειες αυτές και η έλλειψη ανεξάρτητων αποδείξεων οδηγούν το Δικαστήριο να κρίνει ότι η φερόμενη δηλητηρίαση του Αιτητή από τη νέα ηγεσία της ANR δεν αποδεικνύεται επαρκώς, ούτε καθίσταται ευλόγως πιθανή ως ηθελημένη ενέργεια τρίτων.

 

34.          Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, διαπιστώνεται ότι, κατόπιν έρευνας σε αξιόπιστες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τη χώρα καταγωγής του, επιβεβαιώνεται η ύπαρξη του Kalev Mutondo και η ιδιότητά του ως επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Agence Nationale de RenseignementsANR) στη Λ.Δ.Κ. έως και το έτος 2019.[1]

 

35.          Ακολούθως επιβεβαιώνεται η ύπαρξη του Justin Inzun Kakiak, ο οποίος διορίστηκε επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ANR) από τον Μάρτιο του 2019, έως και τον Δεκέμβριο του 2021.[2] Περαιτέρω, επιβεβαιώνεται ότι ο Jean-Hervé Mbelu Biosha ανέλαβε επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ANR) στις 7 Δεκεμβρίου 2021.[3]  Σύμφωνα με πρόσφατες πηγές, με προεδρικό διάταγμα της 31ης Μαΐου 2024, ο Félix Tshisekedi όρισε τον Justin Inzun Kakiak ως νέο επικεφαλής της ANR.[4]

 

36.          Ως προς την υπηρεσία «Agence Nationale de Renseignements» (ANR) σημειώνεται ότι αποτελεί κυβερνητική υπηρεσία πληροφοριών της Λ.Δ.Κ.. Ο ρόλος του οργανισμού είναι να διασφαλίζει την «εσωτερική ασφάλεια και την εξωτερική ασφάλεια» του κράτους. Η εν λόγω υπηρεσία μπορεί να προβαίνει και σε συλλήψεις[5]. Ο οργανισμός επικρίθηκε έντονα για την έλλειψη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από διάφορες οργανώσεις, ενώ πηγές πληροφόρησης κάνουν λόγο και για την εργαλειοποίηση της υπηρεσίας ως μέσο πολιτικής καταστολής εναντίον ηγετών της αντιπολίτευσης και ακτιβιστών υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας[6].

 

37.          Έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2016 από την International Crisis Group σχετικά με την πολιτική κατάσταση στη Λ.Δ.Κ., περιγράφει την ANR ως μια «υπερβολικά συγκεντρωτική παράλληλη διοίκηση», εξηγώντας ότι η προεδρία της χώρας «ελέγχει αυστηρά» την ANR, «παρακάμπτοντας σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές δομές».[7] Μία έκθεση που συντάχθηκε από την World Organisation Against Torture[8] και δύο ΜΚΟ στη Λ.Δ.Κ., με τη συμβολή 11 άλλων κονγκολέζικων ΜΚΟ, επισημαίνει επίσης ότι, σε αντίθεση με την εθνική αστυνομία, η οποία «υπάγεται άμεσα σε μια συμβατική δομή», η ANR αποτελεί μέρος ενός μηχανισμού ασφαλείας που «διατηρεί ένα παράλληλο σύστημα και δομή και περιλαμβάνει επίσης στρατιωτικές υπηρεσίες και την Garde républicaine»[9]. Η έκθεση προσθέτει ότι η ANR  «διαθέτει σημαντικές εξουσίες επί των οποίων οι δικαστικές αρχές έχουν ελάχιστο έλεγχο».[10] Η έκθεση εξηγεί επίσης ότι το Διάταγμα-Νόμος του 2003  «επιτρέπει στους αξιωματικούς της ANR να ενεργούν εκτός της διαδικασίας που προβλέπεται από τον κώδικα ποινικής δικονομίας» και ότι «ο εισαγγελέας δεν έχει την εξουσία να ασκεί άμεσο έλεγχο στους δικαστικούς αστυνομικούς της ANR»[11].

 

38.          Σύμφωνα με την Human Rights Watch, η ANR «έχει υπάρξει εργαλείο πολιτικής καταστολής κατά ηγετών της αντιπολίτευσης, ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υποστηρικτών της δημοκρατίας κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης πολιτικής κρίσης στη χώρα»[12]. Ομοίως, το BBC αναφέρει ότι η ANR «συχνά κατηγορείται για παράνομες συλλήψεις και κρατήσεις αντιπάλων και ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων».[13] Η ANR περιγράφεται ως να χρησιμοποιείται ως «πολιτική αστυνομία» υπό τον Joseph Kabila.[14] Τοπική εφημερίδα, αναφέρει ότι και ο σημερινός πρόεδρος της Λ.Δ.Κ., Félix Tshisekedi, περιέγραψε επίσης την ANR με αυτόν τον τρόπο.[15]  Σύμφωνα με πληροφορίες από την Human Rights Watch, τον Μάρτιο του 2019 ο Πρόεδρος Tshisekedi απομάκρυνε τον Kalev Mutondo από την θέση του διευθυντή της ANR και τον Roger Kibelisa από την θέση του υπεύθυνου του τμήματος εσωτερικής ασφάλειας ('Department of Internal Security') της ANR για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[16]

 

39.          Σύμφωνα με έκθεση του United Nations Joint Human Rights Office (UNJHRO), από τις 801 παραβιάσεις και καταχρήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που καταγράφηκαν μόνο τον Νοέμβριο του 2021 σε όλη τη Λ.Δ.Κ., το 39% αυτών των περιστατικών αποδόθηκαν σε κρατικούς αξιωματούχους και αξιωματικούς της ANR, περιλαμβανομένων τουλάχιστον 40 περιπτώσεων εξωδικαστικών εκτελέσεων.[17]  

 

40.          Από τις ανωτέρω πηγές επιβεβαιώνεται η ύπαρξη και η δράση της υπηρεσίας ANR, καθώς και η ύπαρξη των προσώπων που διετέλεσαν επικεφαλής της. Επί του σημείου αυτού – το οποίο δεν άπτεται του πυρήνα του εξεταζόμενου ισχυρισμού – οι δηλώσεις του Αιτητή συμπίπτουν με τα ευρήματα της έρευνας του Δικαστηρίου από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Το υπό εξέταση, ωστόσο, ζήτημα παραμένει η φερόμενη προσωπική δίωξη του Αιτητή από τον Jean-Hervé Mbelu Biosha και τα μέλη της ANR.

 

41.          Το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρηση και ενδεικτικά σε πηγές όπως το Ecoi.net, USDOS, Amnesty International κ.λ.π., χωρίς ωστόσο να καταστεί δυνατόν να εντοπιστούν αναφορές σε σχέση με δίωξη προσώπων που εργοδοτούνταν ή είχαν γενικότερα εμπλοκή με την ANR λόγω της αλλαγής του επικεφαλής αυτής. Σημειώνεται μάλιστα, ότι κανένα σχετικό στοιχείο, προσκομίστηκε εκ μέρους του Αιτητή, που να καταδεικνύει τέτοιου είδους μεταχείριση.

 

42.          Συναφώς, ως προς το έγγραφο που επισυνάπτεται στην ένορκη δήλωσή του ημερομηνίας 8.1.2023 εκ προοιμίου, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να αποφανθεί επί της γνησιότητας ενός εγγράφου, τόσο διότι κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. και Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Εξάλλου, δεδομένης της απαγόρευσης συνεργασίας με τις αρχές της χώρας καταγωγής, ακόμα κι αν υπάρχουν δημόσια έγγραφα που στηρίζουν τους ισχυρισμούς, αυτά θα είναι κατά κανόνα αμετάφραστα και ανεπικύρωτα. Αξιολογήσεις περί γνησιότητας ή πλαστότητας είναι συνεπώς δυσχερείς. Τελικώς και η γνησιότητα των εγγράφων θα διασταυρωθεί μέσω των προφορικών ισχυρισμών, άλλως αυτά θα ενισχύσουν προφορικούς ισχυρισμούς, αλλά δεν επαρκούν αφ' εαυτών για να τους αποδείξουν[18]. Ως εκ τούτου, Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς το εν λόγω έγγραφο ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά του (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C‑921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66). Στο πλαίσιο της αξιολόγησης της αυθεντικότητας ενός εγγράφου μπορεί βεβαίως να ληφθούν υπόψη και τυχόν εξόφθαλμες ενδείξεις μεταποίησης του εγγράφου τις οποίες είναι εύκολο να διακρίνει το Δικαστήριο ακόμα και χωρίς την επέμβαση ενός εμπειρογνώμονα[19]. Τούτων λεχθέντων, παρατηρείται ότι ο Αιτητής, κατά τη διοικητική διαδικασία εξέτασης της αίτησής του, σε κανένα σημείο δεν έκανε λόγο για την ύπαρξη του εν λόγω εγγράφου παρά τη σοβαρότητά του (βλ. ερ. 18 του Δ.Φ.), καίτοι ρωτήθηκε, ούτε και αναφέρθηκε σε  επίσημη δίωξή του από τις αρχές της χώρας του. Το έγγραφο που προσκομίστηκε αποτελεί αντίγραφο, χωρίς ο Αιτητής να εξηγεί πώς το εξασφάλισε, πότε έλαβε γνώση αυτού, ποιο πρόσωπο του το απέστειλε και πώς το τελευταίο το εξασφάλισε. Τα ανωτέρω καθιστούν το συγκεκριμένο έγγραφο μειωμένης αποδεικτικής αξίας. Περαιτέρω, ο χρόνος έκδοσής του δεν παρίσταται εύλογος, δεδομένου ότι φέρει ημερομηνία περίπου ενός έτους μετά την αναχώρηση του Αιτητή από τη χώρα καταγωγής του και σχεδόν τρία έτη μετά την αλλαγή της ηγεσίας της ANR.

 

43.          Συμπερασματικώς, δεδομένης της μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας αλλά ούτε και τις εξωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή ως προς τη φερόμενη δίωξη και απόπειρα δηλητηρίασής του, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, στη βάση του αξιόπιστου ισχυρισμού του, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης καθώς και την ίδια την επίδικη απόφαση, παρατηρώ επιπρόσθετα προς όσα καταγράφονται στην Εισηγητική Έκθεση τα εξής: Σύμφωνα με την ιστοσελίδα RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Λ.Δ.Κ. εμπλέκεται σε αρκετές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις εντός των εδαφών της εναντίον ορισμένων μη κρατικών ένοπλων ομάδων, μεταξύ των οποίων οι ADF (Allied Democratic Forces), Mai-Mai Yakutumba, FDLR (Forces démocratiques de libération du Rwanda), CODECO (Coopérative de développement économique du Congo) και M23.[20] Ειρηνευτική αποστολή των Ηνωμένων Εθνών (UN Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo- MONUSCO) υποστηρίζει τις ένοπλες δυνάμεις της ΛΔΚ[21], και το Συμβούλιο Ασφαλείας,  με το ψήφισμά του υπ’ αρ. 2765 (2024), αποφάσισε την επέκταση της εντολής της MONUSCO μέχρι τις 20.12.2025[22]. Οι περιοχές Kivu, Kasai και Ituri είναι αυτές οι οποίες πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις ένοπλες συγκρούσεις, αν και η βία είναι εκτεταμένη και επηρεάζει ολόκληρη τη χώρα.[23] Ειδικά στην Kinshasa, οι προαναφερόμενες οργανώσεις, δεν παρουσιάζονται δρώσες.[24]

 

44.          Σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), στην Kinshasa, όπου είναι ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 19/09/2025), καταγράφηκαν 35 περιστατικά πολιτικής βίας[25] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 35 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές[26].  Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της Κinshasa το 2023, ανερχόταν στους 16,316,000 κατοίκους[27]. Υπό το φως των ανωτέρω ποσοτικών και αριθμητικών δεδομένων, δεν διαπιστώνεται οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον Αιτητή ένεκα της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο προηγουμένης διαμονής του.

45.          Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν προκύπτει οποιαδήποτε παράμετρος του προφίλ του, η οποία να επιτείνει με οποιοδήποτε τρόπο τον κίνδυνο που τυχόν αυτός διατρέχει ούτε και καθαυτό κάποιο στοιχείο του προφίλ του δίδει βάσιμο έρεισμα για δίωξή του. Ούτε και ο Αιτητής εξέφρασε οποιοδήποτε φόβο απορρέων από το προφίλ του, πέραν των όσων εξετάστηκαν ήδη ανωτέρω.

46.          Δεδομένης της απόρριψης του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, ως προς την φερόμενη δίωξή του λόγω της προηγούμενης εργασίας του στην ANR, δεν προκύπτει ότι αντιμετωπίζει ευλόγως οποιοδήποτε συναφές κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.   

47.          Ειδικώς ως προς το θρησκευτικό του προφίλ ως χριστιανού, ούτε με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, αντιμετωπίζει ευλόγως κίνδυνο. Πέραν της απουσίας εκπεφρασμένου φόβου ένεκα αυτής της παραμέτρου ή άλλων συναφών προσωπικών περιστάσεων, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές, το σύνταγμα της Λ.Δ.Κ. απαγορεύει τις θρησκευτικές διακρίσεις και προβλέπει την ελευθερία της θρησκείας και το δικαίωμα λατρείας, με την επιφύλαξη της «συμμόρφωσης με τον νόμο, τη δημόσια τάξη, την δημόσια ηθική και τα δικαιώματα των άλλων». Ορίζει δε ότι το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία δεν μπορεί να καταργηθεί ακόμη και όταν η κυβέρνηση κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή πολιορκία. Σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Η.Π.Α του 2023, σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία στη Λ.Δ.Κ., οι χριστιανοί αποτελούν το 95,1 % του πληθυσμού. Αν και καταγράφηκαν κάποιες επιθέσεις από το ISIS-DRC/ADF, αυτές αφορούσαν αδιακρίτως βία κατά πολιτών.[28]

48.          Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνοντας υπόψη και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, ως αυτό έγινε αποδεκτό και ειδικότερα ότι ο Αιτητής είναι νεαρός, υγιής, με εργασιακή εμπειρία στον τόπο συνήθους διαμονής του και χωρίς οποιοδήποτε σημείο ευαλωτότητας ή αποδεδειγμένο περιστατικό παρελθούσας δίωξης, κρίνεται πως σε συνάρτηση με τις παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του στη χώρα καταγωγής του, δεν πιθανολογείται ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, θα εκτεθεί  ευλόγως σε κίνδυνο.

 

49.          Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης κινδύνου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

50.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

51.          Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].

 

52.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο προσφεύγων, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή (βλ. άρθρο 19(2)(γ) απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94  Elgafaji, σκέψη 43).

 

53.          Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

54.          Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ.  απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, δεν λαμβάνει χώρα ένοπλη σύρραξη στην Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

55.          Ακολούθως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

56.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

57.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

58.          Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι στην ευρύτερη επαρχία της Kinshasa, να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής μόνο λόγω της παρουσίας του εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Την ίδια στιγμή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε παράγοντας επίτασης του κινδύνου στο πρόσωπο του Αιτητή (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28). Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο αντίστοιχο καθεστώς.

59.          Ως προς δε την απόφαση επιστροφής του, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] HRW - Human Rights Watch: World Report 2017 - Democratic Republic of Congo, 12 January 2017, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/1236505/463132_en.html; HRW - Human Rights Watch: DR Congo: Investigate Ex-Intelligence Officials, 22 March 2019, https://www.ecoi.net/en/document/2005057.html, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[2] L’InterviewCD, Justin Inzun Kakiak nommé à la tête de l’Agence Nationale de Renseignements (ANR), 31 May 2024, available at: Justin Inzun Kakiak nommé à la tête de l'Agence Nationale de Renseignements (ANR) Electionnet, RDC : Qui est Justin Inzun Kakiak, available at: RDC : qui est Justin Inzun Kakiak, nouveau patron de l'ANR ? | Election-net 👉; (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[3] AfricaNews, RDC: Mbelu Biosha aux commandes, un nouveau départ pour l’ANR, 31 Décembre 2021, available at : RDC: Mbelu Biosha aux commandes, un nouveau départ pour l’ANR – AfricaNews RDC; ACTURDC, RDC : Qui est Jean Hervé Mbelu Biosha, le patron de l’ANR qui a arrêté le puissant François Beya, chef du CNS, 6 February 2022, available at: RDC : Qui est Jean Hervé Mbelu Biosha, le patron de l'ANR qui a arrêté le puissant François Beya, chef du CNS. - Actu RDC (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

RRadio Okapi  https://www.radiookapi.net/2024/05/31/actualite/securite/rdc-justin-inzun-kakiak-nomme-la-tete-de-lanr?, δημοσίευμα ημερομηνίας 31.5.2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.9.2025),

Actualite Co, RDC: Daniel Lusadisu évincé, Justin Inzun Kakiak de retour à la tête de lANR | Actualite.cd, δημοσίευμα ημερομηνίας 31.5.2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.9.2025).

[5] Immigration and Refugee Board of Canada, Responses to Information Requests, DRC: The National Intelligence Agency (Agence Nationale de Renseignements ANR) Including its Mission, Structure, Territorrial Jurisdictions, Cooperation with Other State Actors and the Documents it Issues (2017-July2019), 12 July 2019, available at: https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=457860&pls=1, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[6] COI QUERY RESPONSE - Democratic Republic of the Congo, National Intelligence Agency (Agence Nationale de Renseignements, ANR); treatment by ANR of individuals who express dissent or are perceived to do so against the government, including ability to track dissenters; availability of state protection, 05/08/2024, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_08_EUAA_COI_Query_Response_Q52_DRC_Agence_%20nationale_de_renseignements.pdfΑπαντήσεις σε αιτήματα παροχής πληροφοριώνΛαϊκή Δημοκρατία του ΚονγκόΑρχειοθετήθηκε 2007-05-20 στο archive.today, Immigration and Refugee Board of Canada, 25 March 2002, https://archive.ph/20070520214712/http://www.irb-cisr.gc.ca/en/research/rir/index_e.htm?action=record.viewrec&gotorec=449943, «ΛΔ ΚονγκόΕρευνήστε πρώην αξιωματούχους των μυστικών υπηρεσιών», Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,  2019-03-22,  https://www.hrw.org/news/2019/03/22/dr-congo-investigate-ex-intelligence-officials, «Αμερικανός κατηγορεί αξιωματούχους του Κονγκό για παράνομη σύλληψηβασανιστήρια», AP NEWS, 05/18/2016, https://apnews.com/american-accuses-congo-officials-of-unlawful-arrest-torture-9acaa6485cbe480d843c514f60ab2f3e, «Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκόοι "βασανισμένοιαντιφρονούντες στην εξορία μιλούν», www.aljazeera.com, 04/12/2018, https://www.aljazeera.com/features/2018/12/4/as-drc-election-nears-tortured-dissidents-in-exile-speak-out (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025), Human Rights Watch, DR Congo: Investigate Ex-Intelligence Officials, 22 March 2019, https://www.hrw.org/news/2019/03/22/dr-congo-investigate-ex-intelligence-officials

[7] International Crisis Group, 'Boulevard of Broken Dreams: The "Street" and Politics in DR Congo. Africa Briefing n°123,' 13 October 2016, https://d2071andvip0wj.cloudfront.net/b123-boulevard-of-broken-dreams-the-street-and-politics-in-dr-congo.pdf, σελ. 13, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[8] Organisation mondiale contre la torture (OCMT), et al. 'La torture en République démocratique du Congo : un secret de polichinelle ? Rapport alternatif soumis en application de l'article 19 de la Convention contre la torture et autres peines ou traitement cruels, inhumains ou dégradants. 66e session du Comité contre la torture : examen du rapport de la République démocratique du Congo (RDC).', . April 2019, http://www.omct.org/files/2019/04/25321/rapport_alternatif_cat_rdc_2019_fr%5b1%5d.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[9] Organisation mondiale contre la torture (OCMT), et al. 'La torture en République démocratique du Congo : un secret de polichinelle ? Rapport alternatif soumis en application de l'article 19 de la Convention contre la torture et autres peines ou traitement cruels, inhumains ou dégradants. 66e session du Comité contre la torture : examen du rapport de la République démocratique du Congo (RDC).', . April 2019, παρ. 80, http://www.omct.org/files/2019/04/25321/rapport_alternatif_cat_rdc_2019_fr%5b1%5d.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[10] Organisation mondiale contre la torture (OCMT), et al. 'La torture en République démocratique du Congo : un secret de polichinelle ? Rapport alternatif soumis en application de l'article 19 de la Convention contre la torture et autres peines ou traitement cruels, inhumains ou dégradants. 66e session du Comité contre la torture : examen du rapport de la République démocratique du Congo (RDC).', April 2019, παρ. 81, http://www.omct.org/files/2019/04/25321/rapport_alternatif_cat_rdc_2019_fr%5b1%5d.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[11] Ο.π.

[12] Human Rights Watch "RD Congo : Il faut enquêter sur deux anciens responsables des services de renseignement.' 22 March 2019, https://www.hrw.org/fr/news/2019/03/22/rd-congo-il-faut-enqueter-sur-deux-anciens-responsables-des-services-de , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[13] British Broadcasting Corporation (BBC) "RDC : Inzun Kakiak nouveau patron de lANR." 21 March 2019, https://www.bbc.com/afrique/region-47647453, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[14] Jeune Afrique, Pierre Boissele. «RDC : divergences 'tactiques' entre Bruxelles et Paris», 7 June 2018, https://www.jeuneafrique.com/mag/562555/politique/rdc-divergences-tactiques-entre-bruxelles-et-paris/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[15] Jeune Afrique, Stanis Bujakera Tshiamala. "RDC : Félix Tshisekedi promet la libération prochaine de 'tous les prisonniers politiques', 26 February 2019, https://www.jeuneafrique.com/741859/politique/rdc-felix-tshisekedi-promet-la-liberation-prochaine-de-tous-les-prisonniers-politiques/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[16] HRW - Human Rights Watch: DR Congo: Investigate Ex-Intelligence Officials, 22 March 2019
https://www.ecoi.net/en/document/2005057.html, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[17] Radio Okapi, RDC : 800 cas de violations des droits de l'homme recensées en novembre 2021, 6 January 2022, https://www.radiookapi.net/2022/01/06/actualite/securite/rdc-800-cas-de-violations-des-droits-de-lhomme-recensees-en-novembre, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.04.2025); UN News, RDC : 800 cas de violations des droits humains recensés en novembre 2021, 7 January 2022, https://news.un.org/fr/story/2022/01/1111862, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.08.2025)

[18] Βλ. Κωνσταντίνος Δ. Φαρμακίδης - Μάρκου, Προσφυγικό Δίκαιο, Ερμηνευτική προσέγγιση και πρακτική διάσταση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021, σελ. 31.

[19] EUAA, 'Practical Guide on Evidence and Risk Assessment' (2024), 57-62 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/publications/practical-guide-evidence-and-risk-assessment (ημερομηνία πρόσβασης 26.9.2025)

[20] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 30/09/2025)

[21] Ο.π.

[22] UNSC, S/RES/2765 (2024) διαθέσιμο σε https://digitallibrary.un.org/record/4069994?v=pdf (ημερομηνία πρόσβασης 16/09/2025)

[23] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία πρόσβασης 30/09/2025)

[24] Βλ. σχετικά Global Protection Cluster, https://www.globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-02/points_saillants-situation_de_protection_decembre_2023_vf.pdf,  Παρουσία των ανωτέρω ομάδων στην Kinshasa δε μαρτυρείται ούτε κατά την πρόσφατη επιστολή ομάδας ειδικών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας UNSC, 'Letter dated 15 December 2023 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council' (2023), διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/09/2025)

[25] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).

[26] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Democratic Republic Congo, Kinshasa) [ημερομηνία πρόσβασης 30.9.2025]

[27] CIA, The World Factbook, DRC, https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/congo-democratic-republic-of-the/#people-and-society (ημερομηνία πρόσβασης 30. 9.2025) 

[28] USDOS - US Department of State, ‘DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2023 INTERNATIONAL RELIGIOUS FREEDOM REPORT’ (26 June 2024) διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/democratic-republic-of-the-congo/  (ημερομηνία πρόσβασης 30.9.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο