ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.1687/24
25 Σεπτεμβρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Α. Ν. Μ.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κα Χ. Ματθαίου, Δικηγόροι για Αιτητή
Κα E. Χατζηγιάννη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.13/05/24, η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η μεταγενέστερη αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης, αντισυνταγματικής, παράνομης, και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από τη Λ. Δ. του Κονγκό (στο εξής ΛΔΚ), εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 23/10/21 και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 29/11/21 (ερ.1-4, 15-16, 50).
Στις 22/04/24 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.34-50). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση (ερ.85-101) και στις 25/04/24 η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε να μην παραχωρηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε στις 13/05/24 και του μεταφράστηκε στην μητρική του γλώσσα (ερ.102, 3).
Επί της αιτήσεως ασύλου ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής λόγω απειλών εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμό, καθώς, ως αναφέρει, μερικές φορές προέβαινε σε σεξουαλικές επαφές με γυναίκες και κάποιες φορές με άντρες. Στη χώρα του, ως αναφέρει, η ομοφυλοφιλία δεν είναι αποδεκτή, η οικογένεια του δεν σεβόταν τον σεξουαλικό του προσανατολισμό και γι’ αυτό περιθωριοποιήθηκε και απορρίφθηκε ακόμα και σε σχέση με την θρησκεία του και λάμβανε απειλές κατά της ζωής του, καθώς ήθελαν να τον σκοτώσουν.
Στη συνέντευξη που διενεργήθηκε ο αιτητής ανέφερε ότι εργαζόταν ως σχεδιαστής από το 2010, παράλληλα εργαζόταν ως ελαιοχρωματιστής και από τον Οκτώβριο του 2018 εργαζόταν σε νυκτερινό χώρο διασκέδασης στην κοινότητα Gombe, μέχρι τον Νοέμβριο του 2020, που σταμάτησε λόγω της πανδημίας. Γεννήθηκε και έζησε όλη του τη ζωή σε διάφορες κοινότητας της Κινσάσα, οι γονείς του δεν είναι παντρεμένοι, η μητέρα του και τα 5 αδέλφια του που απέκτησε η μητέρα του αφότου παντρεύτηκε, ζουν στην κοινότητα Ngaba της Κινσάσα, δεν έχει γνωρίσει τον πατέρα του, που ζει στην κοινότητα Matete της Κινσάσα, έχει παντρευτεί και έχει αποκτήσει παιδί, το οποίο δεν γνωρίζει ο αιτητής, ο οποίος διατηρεί επικοινωνία με τη μητέρα του και τα αδέλφια του.
Κατά την ελεύθερη αφήγησή ο αιτητής ανέφερε ότι είναι αμφιφυλόφιλος και ξεκίνησε να αντιμετωπίζει προβλήματα με τα μέλη της οικογένειάς του όταν ανακάλυψαν το γεγονός αυτό, το οποίο αντίκεται στη θρησκεία τους. Είχε ερωτική σχέση με τον εργοδότη του και όταν αρνήθηκε να αποδεχθεί την πρόσκληση του να μετέχει σε συνάντηση θρησκευτικής φύσεως που θα λάμβανε χώρα σε εκκλησία, άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα μαζί του. Επιθυμία του εργοδότη του ήταν να ενταχθεί ο αιτητής σε θρησκευτική ομάδα («cult») που συμμετείχε. Ο αιτητής τότε ξεκίνησε να τον αποφεύγει και για αυτό ο εργοδότης του ξεκίνησε να τον απειλεί. Ο εργοδότης του – ως ανέφερε ο αιτητής - είναι πλούσιος, με επιρροή και ο αιτητής δεν είχε βοήθεια από κανένα πρόσωπο, η οικογένειά του τον είχε απορρίψει λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού και έτσι ένιωθε ανασφαλής. Στις 10/01/21, απήχθη και κρατήθηκε για 5 μέρες, όπου του χορηγούσαν ενέσιμα ναρκωτικά και δεν αντιλαμβανόταν τι συνέβαινε. Οι απαγωγείς του, απαίτησαν λύτρα από την μητέρα του και τον απελευθέρωσαν. Όταν ο αιτητής επανάκτησε τις αισθήσεις του, βρέθηκε στο νοσοκομείο. Νιώθοντας ότι η ζωή του κινδυνεύει στη χώρα του, καθώς είχε αποκλειστεί ήδη από την οικογένειά του και κυρίως από τους θείους του από την πλευρά της μητέρας του λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού, οι οποίοι τον απειλούσαν ότι θα τον βλάψουν και επειδή ο εργοδότης του αξιοποιούσε τη δύναμη και την επιρροή που κατέχει για να τον βλάψει, εγκατέλειψε τη χώρα του για να σωθεί, ως ανέφερε.
Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι θεωρεί ότι είναι αμφιφυλόφιλος, εννοώντας ότι μπορεί να έχει ερωτικές σχέσεις τόσο με άνδρες, όσο και με γυναίκες. Σε επόμενη ερώτηση σχετικώς ο αιτητής ανέφερε ότι είχε πληγωθεί πολύ από μία γυναίκα με την οποία είχε σοβαρή σχέση και είχαν αποκτήσει κιόλας ένα γιο τον Φεβρουάριο του 2019 και εξαιτίας του σοκ που είχε υποστεί, αποφάσισε να έχει σχέσεις με άνδρες. Ερωτηθείς πότε συνέβη κάτι τέτοιο, δήλωσε ότι τα προβλήματα μεταξύ τους ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2018 και είχαν χωρίσει τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο του 2019. Κληθείς να σχολιάσει κατά πόσο θεωρεί ότι δεν θα ήταν αμφιφυλόφιλος εάν δεν πληγωνόταν, δήλωσε ότι το γεγονός ότι ήταν μπερδεμένος αφότου τον απάτησε η σύντροφός του και πως ήταν αυτό που «ενεργοποίησε την αμφιφυλοφιλία του», καθώς δεν το είχε σκεφτεί προηγουμένως, αφού μέχρι το 2019 είχε ερωτικές σχέσεις μόνο με γυναίκες και ένιωθε καλά με το γεγονός αυτό.
Ερωτηθείς τι ήταν αυτό που τον έκανε να αντιληφθεί ότι τον ελκύουν άνδρες, δήλωσε ότι είχε αρκετούς ομοφυλόφιλους φίλους και συναναστρεφόμενος μαζί τους ξεκίνησε να τον ελκύει αυτός ο τρόπος ζωής («I started being attracted to this lifestyle»). Ο ίδιος ελκύεται από ομοφυλόφιλους που είναι θηλυπρεπείς, οι οποίοι – ως ανέφερε - γίνονται αντιληπτοί από την εμφάνιση και τον τρόπο που μιλούν. Κάποια στιγμή έπρεπε να ελέγξει τον εαυτό του για να αποκαλύψει ποιος είναι και γι’ αυτό – ως ανέφερε - είχε ερωτικές σχέσεις και με τα δύο φύλα, είχε ερωτικές επαφές με γυναίκες αλλά είχε έντονα συναισθήματα και για άνδρες και τελικά αποφάσισε να ζει και να εκφράζεται ως αμφιφυλόφιλος, αποδεχόμενος τον εν λόγω σεξουαλικό προσανατολισμό του, ζώντας πλέον με ηρεμία και ικανοποίηση, καθώς υπήρχαν περίοδοι που ήταν μπερδεμένος.
Τον Ιανουάριο του 2019 ήταν τότε που ξεκίνησε να παρατηρεί ότι ελκυόταν από άνδρες, ενόσω βρισκόταν σε χώρο διασκέδασης μαζί με ομοφυλόφιλους φίλους του, που του είχαν συστήσει κάποιον άλλο ομοφυλόφιλο που ένιωσε ότι τον ελκύει πολύ. Εκείνη τη στιγμή σκεφτόταν την αντίδραση της οικογένειάς του και ότι δεν θα το αποδέχονταν ποτέ, ότι δεν είναι αποδεκτό στη χώρα του ούτε από τη θρησκεία του, ως ανέφερε, αλλά ήταν κάτι φυσιολογικό, που δεν μπορούσε να ελέγξει και για αυτό το λόγο δεν ένιωθε άσχημα για αυτό το γεγονός και αποφάσισε να το αφήσει να εξελιχθεί. Ήρθε τότε σε ερωτική επαφή μαζί του την ίδια ημέρα και τότε ήταν που αντιλήφθηκε τι ήθελε, δεν ήταν πλέον μπερδεμένος, ένιωθε ελεύθερος και χαρούμενος. Η πρώτη σοβαρή ερωτική του σχέση με πρόσωπο του ίδιου φύλου ήταν με το πρόσωπο αυτό, ο οποίος ζούσε στη Γερμανία, διατηρούσαν επικοινωνία, κάθε φορά που αυτός επισκεπτόταν τη χώρα συναντιούνταν και περνούσαν χρόνο μένοντας μαζί, έβγαιναν έξω σε χώρους διασκέδασης, εξέφραζε τα συναισθήματά του δείχνοντας του αγάπη. Ο αιτητής, ως ανέφερε, είχε σχέση με το άτομο αυτό από τον Ιανουάριο του 2019 μέχρι και το τέλος του εν λόγω χρόνου. Κλήθηκε τότε να σχολιάσει πως ήταν δυνατόν να διατηρούσε σχέση μαζί του από τον Ιανουάριο του 2019, αφού όπως ανέφερε προηγουμένως, αφότου πληγώθηκε και χώρισε τον Απρίλιο του 2019 ξεκίνησε να σκέφτεται την αμφιφυλοφιλία, και ο αιτητής δήλωσε ότι το 2018 τον απάτησε η σύντροφός του, ήθελε να βεβαιωθεί ότι το παιδί ήταν δικό του επειδή δεν ζούσε μαζί του, και αφότου γέννησε, χώρισε και τότε ξεκίνησε να έχει σχέση με άνδρα αυτό. Για τη σχέση τους γνώριζαν αρχικά οι φίλοι του και έπειτα το έμαθε και η πρώην σύντροφός του, η οποία εκνευρίστηκε και τον Ιούλιο του 2019 το αποκάλυψε και στην οικογένειά του.
Ο αιτητής είχε ερωτική σχέση με τον εργοδότη από τον Νοέμβριο του 2019 μέχρι τον Μάρτιο του 2020. Κληθείς ο αιτητής να σχολιάσει τις αντιφατικές του αναφορές ότι διέθετε σχέση μέχρι το τέλος 2019 με τον άνδρα που διέμενε στη Γερμανία και με τον εργοδότη του από τον Νοέμβριο 2019, δήλωσε ότι είχαν χωρίσει λόγω απόστασης, λόγω του ότι επισκεπτόταν τη χώρα του για μερικές ημέρες. Του άρεσε ως προσωπικότητα, αλλά αποφάσισε να εκμεταλλευτεί το πλεονέκτημα του ότι θα είχε αρκετά οικονομικά οφέλη εάν σύναπτε σχέση με τον εργοδότη του, που ονομάτισε, λέγοντας ότι είναι πολύ γνωστός και επιτυχημένος επιχειρηματίας, ιδιοκτήτης αρκετών χώρων διασκέδασης (night clubs) και συμμετείχε στις τελευταίες εκλογές, αλλά δεν γνωρίζει με ποιο κόμμα. Μόνον οι φίλοι του εργοδότη του γνώριζαν για τη σχέση τους. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι έτυχε να έχει συναισθήματα και για άτομα του αντίθετου φύλου και κληθείς να σχολιάσει τον τρόπο με τον οποίο τα εξέφραζε, δήλωσε ότι ήταν κάτι φυσιολογικό, δείχνοντας την ίδια αγάπη, ένιωθε πολύ ερωτευμένος με γυναίκες και διέθετε είχε σχέσεις μαζί τους. Κληθείς να εξηγήσει πως διαφέρουν τα συναισθήματά του ανάλογα με το φύλο, δήλωσε ότι εξαρτάται από το πόσο ερωτευμένος νιώθει με κάποιο πρόσωπο.
Στη χώρα καταγωγής του, λόγω των διακρίσεων και της νομοθεσίας, ως ανέφερε, πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί, προσπαθώντας να διατηρήσουν χαμηλό προφίλ και γι’ αυτό μπορεί να σε προσεγγίσουν άλλα άτομα μέσω κοινών φίλων ή σε χώρους διασκέδασης όπου προσφέρεται να συναντήσει κανείς ομοφυλόφιλα πρόσωπα. Υπάρχουν επίσης συγκεκριμένοι χώροι διασκέδασης όπου υπάρχει πιθανότητα να συναντήσει κανείς άλλα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Δεν γνωρίζει εφαρμογές ή πλατφόρμες όπου μπορεί να γνωρίσει κανείς ομοφυλόφιλους άνδρες. Ο ίδιος έχει φίλους που είναι ομοφυλόφιλοι, από το σχολείο ή από την γειτονιά του, ουδέποτε έχει νιώσει κάποια διάκριση και αισθάνεται ελεύθερος να έχει σχέση με όποιο φύλο επιθυμεί και είναι χαρούμενος. Σε άλλη ερώτηση ο αιτητής ανέφερε πως ζώντας στη χώρα του αισθανόταν ότι βρισκόταν σε κίνδυνο καθώς δεν είναι κάτι αποδεκτό και δεν μπορούσε να εκφραστεί ελεύθερα. Αφότου αποκαλύφθηκε ο σεξουαλικός του προσανατολισμός, έχασε αρκετούς φίλους και αισθανόταν μόνος, εγκαταλελειμμένος και λυπημένος, επειδή οι υπόλοιποι ένιωθαν ντροπή.
Όσον αφορά την αντίδραση της οικογένειάς του ο αιτητής ανέφερε ότι απογοητεύτηκαν, ένιωσαν προδομένοι, αποτελούσε ντροπή για την οικογένεια και είχε βλάψει την φήμη τους. Διατηρούν μία αξιοπρεπή σχέση με τη μητέρα του και τα αδέλφια του, παρόλο που έχει επηρεαστεί, λόγω της ισχυρής σύνδεσής τους με τη θρησκείας, καθώς δεν θεωρούν ότι είναι κάτι φυσιολογικό και επιθυμούν όπως καταστεί εκ νέου ετεροφυλόφιλος, κάτι το οποίο δεν επιθυμεί ο ίδιος. Αισθάνεται λύπη που τον έχει εγκαταλείψει η οικογένειά του, η κοινότητα και η θρησκεία. Στη χώρα του έχει φίλους που είναι ομοφυλόφιλοι, οι οποίοι τον στηρίζουν. Δεν γνωρίζει για οργανισμούς αναφορικά με ομοφυλόφιλα πρόσωπα στη χώρα του. Η ομοφυλοφιλία θεωρείται αμαρτία σύμφωνα με τη θρησκεία του και έπρεπε να στραφεί ενάντια σε αυτούς που έχουν τέτοια πεποίθηση για να στηρίξει αυτό που είναι, χωρίς να νοιάζεται για το τι πιστεύουν. Στη χώρα του η ομοφυλοφιλία δεν είναι αποδεκτή, η κυβέρνηση ακολουθεί τη θέση της κοινωνίας ως προς το ζήτημα αυτό και δεν παρέχουν βοήθεια σε πρόσωπα που είναι θύματα επιθέσεων. Για τη δική του προστασία, έπρεπε να είναι προσεκτικός, έκανε τα πάντα κρυφά για να μην τον δει κάποιος και έπρεπε να αποφεύγει τις οικογενειακές συνάξεις. Δεν αντιμετώπισε κάποιο περιστατικό στη χώρα του που να συνδέεται με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ούτε έχει υποστεί κάτι λόγω αυτού, ως ανέφερε.
Αναφορικά με την ομάδα («cult») που του είχε ζητήσει ο εργοδότης του να συμμετέχει, ανέφερε ότι φέρει την ονομασία «Maikari». Τον Οκτώβριο του 2020 τον είχε προσκαλέσει σε μία θρησκευτική τελετή και όταν πήγε και είδε το μέρος και τι συνέβαινε, αντιλήφθηκε ότι δεν είναι «συνηθισμένη θρησκεία», αρνήθηκε να αποδεχθεί την πρότασή του, αλλά αυτός επέμενε. Ξεκίνησε να του αναφέρει ότι εάν αρνηθεί να αποδεχθεί την πρότασή του «θα δει τι θα του συμβεί», δήλωση την οποία την εκλάμβανε ως απειλή. Η ομάδα δεν είχε καλή φήμη και υπήρχαν κατηγορίες ότι εμπλέκονται σε θυσίες. Ο αιτητής υποθέτει ότι ο λόγος για τον οποίο τον απειλούσε ο εργοδότης του ήταν διότι φοβόταν ότι θα βλάψει τη φήμη του εάν αποκαλύψει την εμπλοκή του, και επιπρόσθετα λόγω της σχέσης και της αγάπης που ένιωθε για αυτόν θεωρούσε ενδεχομένως ότι θα αποδεχόταν την πρόταση του και για αυτό το λόγο του αποκάλυψε την συμμετοχή του σε αυτό. Καλούμενος να διευκρινίσει ο αιτητής ανέφερε ότι ο εργοδότης του του πρότεινε να ενταχθεί στην ομάδα διατηρούσαν σχέση. Ενόψει προηγούμενης αντιφατικής αναφοράς του αιτητή ότι η σχέση τους διήρκησε μέχρι τον Μάρτιο του 2020 κλήθηκε να σχολιάσει και ανέφερε ότι μετά τον Μάρτιο του 2020 διατηρούσαν μία «on-off» σχέση, διευκρινίζοντας ότι μόνο λεκτικές απειλές λάμβανε εκ μέρους του από τον Οκτώβριο του 2020 μέχρι τις 11/01/21, που τον είχαν απαγάγει. Υποπτεύεται ότι ο εργοδότης του ευθύνεται για την απαγωγή του, καθώς είναι το μόνο πρόσωπο που τον απειλούσε. Δεν γνωρίζει τι του συνέβη όταν τον είχαν απαγάγει γιατί ήταν αναίσθητος λόγω των ναρκωτικών που του είχαν χορηγήσει, δεν είδε τους απαγωγείς του και τις σχετικές πληροφορίες για το τι του είχε συμβεί τις είχε λάβει από την οικογένειά του. Αφέθηκε ελεύθερος στις 16/11/21, χωρίς να γνωρίζει το λόγο και μετά το περιστατικό δεν συνάντησε ξανά τον εργοδότη του και μέχρι τον Απρίλιο του 2021 που εγκατέλειψε τη χώρα του, επιβεβαίωσε ότι δεν είχε υποστεί οτιδήποτε. Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, θεωρεί ότι θα πεθάνει.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα όσα ανέφερε ο αιτητής εντόπισαν και αξιολόγησαν ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.
1. Ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπο διαμονής του αιτητή
- Σεξουαλικός προσανατολισμός του αιτητή ως αμφιφυλόφιλο άτομο
- Ισχυριζόμενη δυσμενής μεταχείριση αιτητή λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού, από την οικογένεια του
- Ισχυριζόμενος φόβος του αιτητή υπό τη μορφή απειλών από το αφεντικό του, μετά την άρνηση του να ενταχθεί σε cult
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο εκ των ως άνω ισχυρισμών, απέρριψαν όμως τον 2ο, 3ο και 4ο ουσιώδη ισχυρισμό ως αναξιόπιστους.
Αναφορικά με τον 2ο και 3ο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι αυτοί στερούνται εσωτερικής συνοχής ενόψει αοριστίας, ασάφειας, έλλειψης συνέπειας, ευλογοφάνειας αλλά και της γενικότητας και σε πολλά σημεία αντιφατικότητας των δηλώσεων του αιτητή, τόσο για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό όσο και την μεταχείριση που είχε από την οικογένεια του συνεπεία τούτου.
Συγκεκριμένα, αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό αξιολογήθηκε το ότι ο αιτητής περιέγραψε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ως αμφιλοφυλόφιλο άτομο ως «επιλογή και τρόπο ζωής», χωρίς να παρέχει περαιτέρω πληροφορίες, αναφέροντας ότι ο λόγος για τον οποίο δηλώνει αμφιλοφυλόφιλος, είναι διότι είχε υποστεί σοκ από την σύντροφο του, η οποία, ως ανέφερε, τον πλήγωσε πολύ, καθώς πριν αυτό, και συγκεκριμένα μέχρι το 2019, ήταν ετεροφυλόφιλος, εκ των οποίων κρίθηκε πως δεν διαφαίνεται να υπάρχει στο πρόσωπό του αίσθηση διαφορετικότητας, παρουσιάζεται έλλειψη ευλογοφάνειας στα λεγόμενά του καθώς – ερωτώμενος σχετικά – ο αιτητής περιέγραψε τον σεξουαλικό του προσανατολισμό μόνο μέσα από σεξουαλικές πράξεις ατόμων του ίδιου φύλου χωρίς να περιγράψει τυχόν συναισθήματα, σκέψεις, προβληματισμούς ή ενδοιασμούς που είχε ενδεχομένως ο ίδιος λόγω της αναγνώρισης της διαφορετικότητάς του. Οι περιγραφές του ότι ένα ομοφυλόφιλο άτομο μπορεί να αναγνωριστεί από τον τρόπο που ντύνεται, μιλά και φαίνεται, βασίζονται σε στερεοτυπικά στοιχεία, τα οποία δεν αντικατοπτρίζουν τον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός ατόμου, ενώ λαμβάνοντας υπόψη τον ισχυρισμό του ότι συνιστά αμφιλοφυλόφιλο άτομο αναμενόταν – ως κρίθηκε – να είναι σε θέση να εξηγήσει ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν βασίζεται σε εξωτερικές συμπεριφορές, αλλά σε έμφυτο και αδιαμφισβήτητο στοιχείο της ταυτότητας ενός ατόμου.
Κρίθηκε περαιτέρω ότι δεν έδειξε αισθήματα φόβου, πέραν από τους ισχυρισμούς του ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα λόγω αυτού, ενώ εντοπίζεται και αντίφαση, καθώς δεν είχε υποστεί οτιδήποτε. Επίσης αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι ο αιτητής δεν επέδειξε αισθήματα ντροπής, απομόνωσης ή δυσκολίας, ως θα αναμενόταν λόγω της διαφορετικότητάς του, δεν αναφέρθηκε σε τυχόν στίγμα που βίωσε ή μπορεί να βιώσει κάποιο ΛΟΑΤΚΙ άτομο στην χώρα του, πέραν αναφοράς του σε δυσμενή μεταχείριση που επικρατεί στη χώρα του σε σχέση με την ομοφυλοφιλία και την αμφιλοφυλοφιλία, κατά γενικό τρόπο. Κατ’ επανάληψη δε ανέφερε ότι είναι επιλογή του να είναι αυτό που είναι, νιώθει καλά, ελεύθερος, ευτυχισμένος και συμφιλιωμένος με την σεξουαλικότητά του, εναντιώθηκε στη θρησκεία του χωρίς να νοιάζεται τι σκέφτονται οι άλλοι.
Κρίθηκε τέλος ότι ο αιτητής δεν είχε αντίληψη της κατάστασης στη χώρα καταγωγής ως προς την αντιμετώπιση ΛΟΑΤΚΙ ατόμων από την κοινωνία, τη θρησκεία και το κράτος, ο φόβος του – ως ο ίδιος τον έθεσε - συνδέεται κυρίως με τον κοινωνικό διασυρμό και τις συνέπειες που έχει να αντιμετωπίσει από την κοινότητά του, χωρίς παρόλα αυτά να είναι σε θέση να παρέχει περαιτέρω λεπτομέρειες για τον φόβο αυτό, δεδομένου ότι υπάρχουν ασυνέπειες ως προς τον τρόπο με τον οποίο – ως δήλωσε - προστάτευε τον εαυτό του ως αμφιλοφυλόφιλο άτομο στη ΛΔΚ και λαμβανομένου υπόψη του ότι, ενώ αναφέρθηκε σε τυχόν επιπτώσεις που μπορεί να αντιμετωπίσει στη χώρα του ένα ΛΟΑΤΚΙ άτομο, από τις σχετικές του δηλώσεις απουσίαζε το προσωπικό στοιχείο και δεν προκύπτει να είχε υποστεί οτιδήποτε.
Ενόψει των ως άνω, δεδομένου του ότι - ως κρίθηκε – τα λεγόμενα του αιτητή αποτελούν το «μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του» (ερ.92), ο ισχυρισμός έτυχε απόρριψης, χωρίς εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας των λεγομένων του αιτητή.
Σχετικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι τα λεγόμενά του αιτητή παρουσιάζουν ασυνέπειες, έλλειψη επαρκών πληροφοριών, στερούνται ευλογοφάνεια και παρατηρείται ασυνέπεια, καθώς ενώ ισχυρίστηκε ότι η ομοφυλοφιλία δεν είναι αποδεκτή στη χώρα του, ο ίδιος δεν είχε υποστεί οτιδήποτε μέχρι που την εγκατέλειψε έστω και εάν οικογένεια του γνώριζε για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ούτε έλαβε χώρα κάποιο περιστατικό, πέραν από την αναφορά του ότι η οικογένεια του με την οποία διατηρεί αξιοπρεπή σχέση ένιωθε απογοητευμένη και προδομένη αφού έπληξε τη φήμη τους και ότι έπρεπε να ήταν προσεκτικός. Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι η αξιοπιστία του πλήττεται και από το γεγονός ότι 6 μήνες μετά που ήρθε στην Κύπρο αιτήθηκε διεθνούς προστασίας, με τη δικαιολογία ότι έπρεπε να δουλέψει.
Στα πλαίσια αυτού του ισχυρισμού έγινε έρευνα σε διαθέσιμες πηγές για την αντιμετώπιση ατόμων ΛΟΑΤΚΙ από το κοινωνικό σύνολο και αρχές, καθώς και τη διαθέσιμη προστασία και, παρόλο που, χωρίς να αναφέρεται ρητά, οι διαθέσιμες πληροφορίες συνάδουν ως προς την ύπαρξη τέτοιων φαινομένων με τα όσα ανέφερε ο αιτητής γενικά, δεδομένου του ότι είχε ήδη απορριφθεί ο 2ος ουσιώδης ισχυρισμός, που αποτελεί και την αιτία για την ισχυριζόμενη μεταχείριση του αιτητή από την οικογένεια του, ο ισχυρισμός αυτός έτυχε απόρριψης ως αναξιόπιστος, λαμβανομένης υπόψη της ελλείψεως εσωτερικής συνοχής, ως ανωτέρω καταγράφεται.
Ο 4ος ουσιώδης ισχυρισμός – ομοίως – απορρίφθηκε λόγω της ελλείψεως εσωτερικής συνοχής αφού, ως κρίθηκε, ο αιτητής υπέπεσε σε χρονική αντίφαση, καθώς ισχυρίστηκε ότι μέχρι τον Μάρτιο του 2020 εργαζόταν στο νυκτερινό χώρο διασκέδασης του εργοδότη του, αλλά οι απειλές που προέρχονταν προκειμένου να ενταχθεί σε cult, έλαβαν χώρα τον Οκτώβριο του 2020, στο χώρο εργασίας του. Όσον αφορά τον κατ’ ισχυρισμό φορέα δίωξής του, διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής αναφέρθηκε σε λεκτικές απειλές, χωρίς να δώσει περαιτέρω πληροφορίες που να δικαιολογούν τον ισχυριζόμενο φόβο του, η σύνδεση της απαγωγής του με τον εργοδότη του βασίζεται σε δική του υπόθεση και δεν ήταν σε θέση να παραθέσει περαιτέρω πληροφορίες ως προς το περιστατικό αυτό, αναφέροντας ότι είχε ενημερωθεί από την οικογένειά του για το τι είχε συμβεί, πράγμα που κρίθηκε ως στερούμενο ευλογοφάνειας. Σε υπόθεση του βασίζεται – ως κρίθηκε – και η πεποίθηση του ότι ο λόγος που λάμβανε απειλές ήταν επειδή ο εργοδότης του φοβόταν για τη φήμη του, καθώς δεν ήθελε να αποκαλυφθεί η εμπλοκή του με το συγκεκριμένο cult, ενώ υπέπεσε σε αντιφατικές αναφορές αναφορικά με το κατά πόσον κατά τον χρόνο που του πρότεινε να ενταχθεί cult και ξεκίνησε να τον απειλεί είχε ερωτική σχέση μαζί του. Και επί τούτου κρίθηκε ότι η αξιοπιστία του πλήττεται και από το γεγονός ότι έξι μήνες μετά την άφιξη του στην Κύπρο αιτήθηκε διεθνούς προστασίας, με τη δικαιολογία ότι έπρεπε να δουλέψει.
Ενόψει των ως άνω, δεδομένου του ότι - ως κρίθηκε και επί του 4ου ουσιώδους ισχυρισμού – τα λεγόμενα του αιτητή αποτελούν το «μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του» (ερ.89), ο ισχυρισμός έτυχε απόρριψης, χωρίς εξέταση της εξωτερικής αξιοπιστίας των λεγομένων του αιτητή.
Συνεπεία των ως άνω, κατόπιν εξέτασης της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του, σε συνάρτηση με το προφίλ του, ως αυτό έγινε αποδεκτό, κρίθηκε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα δίωξης ή σοβαρής βλάβης και γι’ αυτό η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής εναντίον του αιτητή.
Κατά τις διευκρινήσεις η συνήγορος του αιτητή απέσυρε ρητά τους λοιπούς νομικούς ισχυρισμούς προωθώντας εν τέλει μόνο τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη και κατ’ ουσία ορθή και ζητούν απόρριψη της προσφυγής.
Προχωρώ με την εξέταση του ισχυρισμού που αφορά την μη διενέργεια δέουσας έρευνας που είναι και ο μόνος ισχυρισμός που εν τέλει προωθείται, και ο οποίος, δεδομένου ότι συμπλέκεται με την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θα εξεταστεί μαζί μ’ αυτήν πιο κάτω.
Προχωρώ λοιπόν με αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων και ισχυρισμών.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Στο ίδιο εγχειρίδιο, σελ.204, αναφέρονται, τα εξής:
«Όσον αφορά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας, οι αιτήσεις που βασίζονται σε γενετήσιο προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου μπορεί να είναι ιδιαίτερα δύσκολες στον χειρισμό, επειδή οι λόγοι της αίτησης συνδέονται με ευαίσθητες και προσωπικές πτυχές της ιδιωτικής ζωής. Οι αιτούντες ενδέχεται να νιώθουν στιγματισμένοι, να ντρέπονται και/ή να αρνούνται την πραγματικότητα· ενδέχεται επίσης να έχουν υποστεί απόρριψη και/ή κακομεταχείριση από την οικογένεια και/ή την κοινότητά τους. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να καθιστούν δύσκολη για τους αιτούντες την αποκάλυψη των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών με σαφή και συνεκτικό τρόπο και, ως εκ τούτου, τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσιάζουν μπορεί να γνωστοποιούνται με καθυστέρηση, να είναι ελλιπή και να περιέχουν ανακολουθίες.
Ένα από τα μοντέλα που αναφέρονται στη βιβλιογραφία, το μοντέλο DSSH υπ’ αριθ. 2 [Difference, Stigma, Shame, Harm (Διαφορά, Στίγμα, Ντροπή, Βλάβη)], βασίζεται στην αντίληψη ότι υπάρχουν ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία τα οποία είναι πιθανό να είναι κοινά σε άτομα που αναγνωρίζουν ένα φύλο ή μια σεξουαλική ταυτότητα που δεν συνάδει με τις ετεροκανονικές κοινωνίες στις οποίες ζουν (όπου ο κανόνας είναι η ταύτιση του βιολογικού και του κοινωνικού φύλου και η ετεροφυλοφιλία). Το μοντέλο προτείνει μια διαρθρωμένη μεθοδολογία για την αξιολόγηση αιτήσεων, η οποία βασίζεται στο φύλο και στη σεξουαλική ταυτότητα και εξηγείται, με πρακτικά παραδείγματα, στον δεύτερο τόμο του εγχειριδίου με τίτλο Credibility assessment training manual της Ουγγρικής Επιτροπής του Ελσίνκι.
[…]
Η ύπαρξη ή μη ορισμένων στερεοτυπικών συμπεριφορών ή εμφανίσεων δεν θα πρέπει να αποτελεί βάση για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο αιτών έχει ή δεν έχει ορισμένο γενετήσιο προσανατολισμό και/ή ορισμένη ταυτότητα φύλου. Δεν υπάρχουν καθολικά χαρακτηριστικά ή ιδιότητες που τυποποιούν τα άτομα ΛΟΑΔΜ (λεσβίες, ομοφυλόφιλοι αμφιφυλόφιλα, διεμφυλικά και μεσοφυλικά άτομα), όπως δεν υπάρχουν και για τα ετεροφυλόφιλα άτομα. Οι εμπειρίες της ζωής τους μπορεί να διαφέρουν σημαντικά, ακόμη και αν προέρχονται από την ίδια χώρα.»
Στη βάση και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών θα συμφωνήσω με την κατάληξη τους επί της αξιοπιστίας του 2ου και 3ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, καθώς τα όσα ανέφερε σχετικώς περιείχαν επί το πλείστο, ως και οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν επί τούτου λεπτομερώς στα ερ.91-97, κενά, ασάφειες, στερούνται λεπτομέρειας, χρονικής και λογικής συνέπειας, αντιφάσεις και δεν περιέχουν επαρκή βιωματικά στοιχεία στο σύνολο του αφηγήματος του που αφορά τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, ως και πιο πάνω καταγράφονται στην παρούσα, στα πλαίσια της παράθεσης της επίδικης έκθεσης, τα οποία και διαβρώνουν μοιραία την εσωτερική συνοχή των δηλώσεων του. Δεν έχω λοιπόν τίποτε να προσθέσω στα όσα καταγράφονται στην επίδικη έκθεση αναφορικά με την εσωτερική συνοχή των εν λόγω ισχυρισμών, τα οποία παρατίθενται και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, πέραν του να σημειώσω τα κάτωθι, για σκοπούς πληρότητας.
Στην παρούσα, κατά την εξέταση της αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή, έγινε χρήση των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών με ευλάβεια και λεπτομερώς από τους καθ’ ων η αίτηση και συμφωνώ με τα συμπεράσματα και συμπεράσματα τους, όπως καταγράφονται στην σχετική έκθεση που ετοίμασαν, για τους λόγους που θα εξηγήσω πιο κάτω.
Σημειώνω βεβαίως ότι δεν παραγνωρίζω ότι στα πλαίσια εξέτασης ισχυρισμών που, ως εν προκειμένω, αφορούν σεξουαλικό προσανατολισμό αιτητή δεν χωρούν τυποποιημένες προσεγγίσεις και η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν μπορεί να βασίζεται σε στερεοτυπικά πρότυπα (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, C-148/13-C-150/13, A. B. C., ημ.02/12/14). Περαιτέρω δεν μπορεί και δεν πρέπει να ζητείται από τον αιτητή να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες για σεξουαλικές εμπειρίες ή να προσφέρει σχετικά στοιχεία ή άλλης μορφής μαρτυρία. Αξίζει βεβαίως να σημειωθεί επίσης ότι το μοντέλο DSSH, του οποίου έγινε χρήση στην εξέταση της επίδικης αίτησης, είναι αντικείμενο προβληματισμού [1], ως βασιζόμενο και αυτό επί στερεοτυπικών αντιλήψεων, και γι’ αυτό θεωρώ ότι η χρήση του θα πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή.
Στην απόφαση Α. Β. C. του ΔΕΕ (ανωτέρω) αναφέρονται τα εξής κατατοπιστικά στις σκέψεις 61-65, επί του ζητήματος αξιολόγησης αξιοπιστίας στα πλαίσια υποθέσεων ως η παρούσα.
«61. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2004/83 επιβάλλει στις αρμόδιες αρχές την υποχρέωση να προβαίνουν στην αξιολόγησή τους συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος και ότι το άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/85 απαιτεί από τις ίδιες αυτές αρχές να διεξάγουν τη συνέντευξη συνεκτιμώντας τις προσωπικές ή γενικές συνθήκες που περιβάλλουν την αίτηση ασύλου.
62. Μολονότι η υποβολή ερωτήσεων που αφορούν στερεοτυπικές αντιλήψεις ενδέχεται να συνιστά χρήσιμο στοιχείο στη διάθεση των αρμόδιων αρχών προκειμένου να προβούν στη σχετική αξιολόγηση, εντούτοις η εκτίμηση των αιτήσεων για την παροχή του καθεστώτος πρόσφυγα η οποία στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο σε στερεοτυπικές αντιλήψεις συνδεόμενες με τους ομοφυλόφιλους δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των διατάξεων που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη, στο μέτρο που δεν παρέχει στις εν λόγω αρχές τη δυνατότητα να λάβουν υπόψη την ατομική κατάσταση του οικείου αιτούντος άσυλο.
63. Επομένως, η αδυναμία ενός αιτούντος άσυλο να απαντήσει σε τέτοιου είδους ερωτήσεις δεν μπορεί να συνιστά αφ’ εαυτής επαρκή λόγο για να συναχθεί η αναξιοπιστία του αιτούντος, στο μέτρο που η προσέγγιση αυτή είναι αντίθετη προς τις απαιτήσεις του άρθρου 4, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, της οδηγίας 2004/83 καθώς και του άρθρου 13, παράγραφος 3, στοιχείο α΄, της οδηγίας 2005/85.
64. Δεύτερον, μολονότι οι εθνικές αρχές βασίμως προβαίνουν, κατά περίπτωση, σε υποβολή ερωτήσεων προκειμένου να εκτιμήσουν τα γεγονότα και τις περιστάσεις σχετικά με τον προβαλλόμενο γενετήσιο προσανατολισμό των αιτούντων άσυλο, εντούτοις οι ερωτήσεις που αφορούν τις λεπτομέρειες των σεξουαλικών πρακτικών του οικείου αιτούντος άσυλο προσβάλλουν τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνει ο Χάρτης και, ειδικότερα, το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής που προβλέπει το άρθρο του 7.
65. Όσον αφορά, τρίτον, τη δυνατότητα των εθνικών αρχών να κρίνουν παραδεκτή, όπως πρότειναν ορισμένοι αναιρεσείοντες των κύριων δικών, την τέλεση ομοφυλοφιλικών πράξεων, την ενδεχόμενη υποβολή τους σε «τεστ» προκειμένου να αποδείξουν την ομοφυλοφιλία τους ή ακόμη την οικειοθελή εκ μέρους τους προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων όπως είναι οι βιντεοσκοπημένες λήψεις των ερωτικών τους συνευρέσεων, υπογραμμίζεται ότι, πλην του ότι τα εν λόγω στοιχεία δεν έχουν κατ’ ανάγκη αποδεικτική αξία, ενδέχεται περαιτέρω να συνεπάγονται και προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ο σεβασμός της οποίας κατοχυρώνεται από το άρθρο 1 του Χάρτη. »
Δεν μπορεί λοιπόν – ενόψει και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών – να αγνοηθεί εν προκειμένω ότι όλες οι απαντήσεις του αιτητή ήταν στερούμενες εύλογα αναμενόμενων λεπτομέρειών, χωρίς αναφορά σε κάποιο ιδιαίτερο γεγονός/εμπειρία, που εντυπώθηκε στη μνήμη του, έστω φωτογραφικά, είτε από τα βιώματα του είτε από την αντίδραση της οικογένειας του ή του κοινωνικού του περίγυρου. Όλα αυτά θα ήταν απολύτως ευλόγως αναμενόμενο να είναι σε θέση να περιγράψει ο αιτητής στις πολλές επ’ αυτού ερωτήσεις που τέθηκαν και θα έδιναν την αναμενόμενη βιωματική διάσταση στο αφήγημα του. Θα πρέπει βεβαίως να σημειωθεί ότι η καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος του δεν μπορεί να αποτελέσει μόνο λόγο για μη αποδοχή των ισχυρισμών του, όμως εδώ, ενόψει των ως άνω διαπιστώσεων μου, δεν μπορεί παρά να συνυπολογιστεί και αυτή.
Ομοίως με τα ως άνω, αναφορικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή, συμφωνώ και πάλι με τα ευρήματα και κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση περί ελλείψεως εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή και παραπέμπω και πάλι στα όσα καταγράφονται πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσας, όπου αποδίδεται η έκθεση των καθ’ ων η αίτηση επί τούτου του σημείου.
Είναι κατάληξη μου λοιπόν ότι εκ του συνόλου του αφηγήματος του αιτητή απουσιάζει κάθε ψήγμα πλήρους, συνεκτικής, ευλογοφανούς παράθεσης σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που ο αιτητής παραθέτει. Είναι σ’ αυτό ακριβώς το σημείο που το όλο αφήγημα του αιτητή υπολείπεται του ευλόγως αναμενόμενου και είναι εκ τούτου που θεωρώ ότι διαβρώνεται η εσωτερική συνοχή των λεγομένων του.
Δεδομένης δε της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή στα πλαίσια του 2ου, 3ου και 4ου ουσιώδους ισχυρισμού δεν θεωρώ ότι ήταν απαραίτητη η αναζήτηση πληροφορίων (ΠΧΚ) αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία και ορθώς, εν μέρει, δεν έγινε εν προκειμένω. Σχετικώς, στο εγχειρίδιο «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.132, του EASO, αναφέρεται ότι η αναζήτηση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ) «ενδέχεται να μην είναι απαραίτητ[η] σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής ή μη ικανοποιητικής επεξήγησης αποκλίσεων ή παραλλαγών σε ό,τι αφορά τα ουσιώδη στοιχεία μιας αίτησης ή, ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής ως απαράδεκτης.».
Παρά τα ως άνω θα πρέπει να σημειωθεί ότι λανθασμένα γίνεται αναφορά στην επίδικη έκθεση ότι τέτοια έρευνα δεν είναι απαραίτητη γιατί τα λεγόμενα του αιτητή αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς στήριξη των ισχυρισμών του. Δεν είναι γι’ αυτό τον λόγο θεωρώ που δεν ήταν απαραίτητη τέτοια έρευνα αλλά ήταν λόγω της καταφανούς ελλείψεως εδώ εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του.
Σε κάθε περίπτωση, για σκοπούς πληρότητας της παρούσας, σημειώνω τα εξής.
Επί του 2ου και 3ου ισχυρισμού, ως ορθώς σημειώνουν και οι καθ’ ων η αίτηση στην έκθεση (ερ.91, 70-72), διαθέσιμες ΠΧΚ επιβεβαιώνουν ότι διώξεις ατόμων ΛΟΑΤΚΙ και έλλειψη προστασίας κατά τέτοιων συμπεριφορών, όμως τούτο θεωρώ ότι δεν είναι αρκετό για να ανατρέψει τις ελλείψεις που παρατηρούνται στο αφήγημα, καθώς η έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή είναι τέτοια που, στα πλαίσια συνολικής αξιολόγησης και αποτίμησης των στοιχείων που απαρτίζουν την υπόθεση, δεν μπορεί παρά να αποβεί μοιραία για τη γενική και συνολική αξιοπιστία των ισχυρισμών της, καθώς η συμφωνία των ισχυρισμών του με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής δεν αρκεί, τη στιγμή που αυτό στερείται εσωτερικής συνοχής, για λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, ενόψει της συνολικής θεώρησης των δεικτών αξιοπιστίας. Τούτο γιατί αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι στερούνται εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των λεγομένων ενός αιτητή. Στα πλαίσια συνολικής θεώρησης και αποτίμησης ενός αφηγήματος, οι ισχυρισμοί ενός αιτητή και η εσωτερική συνοχή τους, δεν μπορεί παρά να παραμένει το πρωταρχικό σημείο αναφοράς. Άλλωστε, ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.»
Τα ανωτέρω ισχύουν και σχετικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή. Σημειώνω εδώ ότι ΠΧΚ που έχω εντοπίσει κάνουν επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ατόμου με το όνομα που ο αιτητής αποδίδει στον εργοδότη και κατ’ ισχυρισμό διώκτη του, το οποίο είναι ιδιοκτήτης χώρου διασκέδασης με το όνομα που αυτός αναφέρει [2]. Όμως – ως αναφέρω και πιο πάνω – οι σημαντικές ρωγμές που παρατηρούνται στο σχετικό αφήγημα του αιτητή είναι τέτοιες που δεν μπορούν να υπερκερασθούν από την ύπαρξη προσώπου με το όνομα και την ιδιότητα που ο αιτητής αναφέρει, λαμβανομένου υπόψη δε και του ότι η ομάδα (cult) στην οποία αναφέρθηκε ο αιτητής δεν φαίνεται να εντοπίζεται σε σχετική έρευνα περί τούτου. Επ’ αυτού λοιπόν ισχύουν τα όσα αμέσως πιο πάνω αναφέρω.
Είναι εκ των ως άνω κατάληξη μου ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή μπορεί να γίνει αποδεκτός. Οι σημαντικές ελλείψεις εσωτερικής συνοχής δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής τους. Στην απουσία δε περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά και τις ελλείψεις, ως ανωτέρω καταγράφονται, είναι η κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και πλήττουν αναπόφευκτα και τη συνολική συνοχή και αξιοπιστία του αιτητή. Γι’ αυτό και θα συμφωνήσω με την κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση επί της αξιοπιστίας του ισχυρισμού αιτητή περί του σεξουαλικού του προσανατολισμού, της κατ’ ισχυρισμό δίωξης εξ αυτού, όσο και των όσων ανέφερε σχετικά με τον εργοδότη του και τις απειλές που δέχθηκε απ’ αυτόν.
Απομένει εν προκειμένω μια επικαιροποιημένη αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Κινσάσα).
Έκθεση του 2021 του portal RULAC σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Κινσάσα, αναφέρει ότι «[η] Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον ένοπλων ομάδων στις περιοχές Ituri, Kasai και Kivu, ενώ δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ένοπλων ομάδων στην Κινσάσα».[3] Σε σχέση με την Κινσάσα δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν δράση ενόπλων φορέων και την ύπαρξη κάποιας σύγκρουσης.[4]
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην περιφέρεια της Kinshasa, στην οποία βρίσκεται η περιοχή καταγωγής του και ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή, κατά το τελευταίο έτος (ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης 15/08/25), καταγράφηκαν 33 περιστατικά πολιτικής βίας[5], από τα οποία προκλήθηκαν 237 θάνατοι.[6] Ο πληθυσμός της επαρχίας της Κινσάσα ανέρχεται σήμερα περί τα 17 εκατομμύρια κατοίκων. [7]
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή, ενόψει της απόρριψης του αφηγήματος του, σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»[8] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN). Δεν παραβλέπω ότι ενδεχομένως να προκύψουν κίνδυνοι για τον αιτητή, όμως, ως στην αιτ. σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.».
Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Η διαδικασία εξέτασης της αίτησης αλλά και όσα περιλαμβάνονται στην επίδικη απόφαση είναι δεόντως και επαρκώς τεκμηριωμένα, προϊόντα επαρκούς έρευνας του συνόλου των υποβληθέντων στοιχείων, υπαγωγής τους στο σχετικό νομικό πλαίσιο και είναι πλήρως αιτιολογημένα αλλά και ορθά επί της ουσίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. Zisakou S (2021) Credibility Assessment in Asylum Claims Based on Sexual Orientation by the Greek Asylum Service: A Deep-Rooted Culture of Disbelief. https://www.frontiersin.org/articles/10.3389/fhumd.2021.693308/full
[2] Richard Kabala Kalonda, famous cultural promoter and entertainment operator in #RDC’ (05 August 2018) δημοσιευθέν σε Eventsrdc.com και διαθέσιμο σε https://www.eventsrdc.com/richard-kabala-kalonda-celebre-promoteur-culturel-et-operateur-de-divertissements-en-rdc/?utm - A Kinshasa, il n’y a que « Le Klubb »’ (6 February 2015) δημοσιευθέν σε 7sur7.cd και διαθέσιμο σε https://7sur7.cd/index.php/a-kinshasa-il-ny-a-que-le-klubb?utm - ‘Le Klub, la crème des nuits branchées de Kin’ (31/12/2022) δημοσιευθέν σε Eventsrdc.com και διαθέσιμο σε https://www.eventsrdc.com/le-klub-la-creme-des-nuits-branchees-de-kin/?utm
[3] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο σε www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
[4] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/, καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf, και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
[5] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests)
[6] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project (βλ. πλατφόρμα Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής και είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Democratic Republic of the Congo, Kinshasa) (ημερομηνία πρόσβασης 27/08/2025)
[7] Macrotrends.net, Kinshasa population, 2024, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20853/kinshasa/population, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
[8] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο