ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: J. R., Νομική Αρωγή Αρ.: 191/24, 16/9/2025
print
Τίτλος:
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: J. R., Νομική Αρωγή Αρ.: 191/24, 16/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                              

Νομική Αρωγή Αρ.: 191/24

 

16 Σεπτεμβρίου 2025

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ  ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ  ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2024

 

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

J. R.

                                                                                                       Αιτήτρια

 

......................

 

 

Η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά

 

Ν. Νικολάου (κος), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

(Α. Χατζησάββας (κος), μεταφραστής, για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα

και

Μ. Kamran (κος), μεταφραστής, για πιστή μετάφραση από τα Kurmanji στα Αγγλικά και αντίστροφα)                             

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Χ. Πλαστήρα, ΔΔΔΔΠ.:  H Aιτήτρια με την αίτησή της ημερομηνίας 11/11/2024, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής προκειμένου να χειριστεί την προσφυγή την οποία ήδη έχει καταχωρήσει, εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 14/10/2024, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια στις 08/11/2024 και με την οποία απορρίπτεται η αίτησή της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε ο συνήγορος που εμφανίζεται για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από το Ιράκ. Η Αιτήτρια συμπλήρωσε και καταχώρησε στις 14/08/2023 αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας, αφού εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχών. Στις 24/09/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 14/10/2024, ο αρμόδιος λειτουργός, ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά με τη συνέντευξη της Αιτήτριας. Αυθημερόν ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου εξέδωσε απόφαση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Στις 08/11/2024, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή ενημέρωσης περί της απόρριψης του αιτήματος της Αιτήτριας μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης σχετικά με το αίτημα της, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια την ίδια ημέρα, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου στη μητρική της γλώσσα. Στη συνέχεια, στις 11/11/2024 καταχωρήθηκε η Προσφυγή με αριθμό 4455/24 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

Στο πλαίσιο του έντυπου της αίτησής της για άσυλο, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή είναι Yazidi και ως εκ τούτου βρίσκεται συνεχώς υπό την απειλή της ζωής της. Περαιτέρω, κατέγραψε ότι κάποιοι  ελέγχονται από την οργάνωση ISIS, ενώ υποστήριξε πως υπό αυτές τις συνθήκες δεν έχουν μέλλον στο Ιράκ.

 

Κατά την ανάλυση των λόγων για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της στα πλαίσια της συνέντευξής της υποστήριξε τα ακόλουθα:

 

H Αιτήτρια, κατά τη διάρκεια της ελεύθερης αφήγησής της, επανέλαβε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν άτομα όπως η ίδια, που είναι Yazidi. Συγκεκριμένα, ανέφερε πως από το 2014 οι ISIS δολοφονούν, εκδιώχνουν, απαγάγουν και πωλούν κορίτσια. Η ανιψιά της μητέρας της είχε απαχθεί και δεν εντοπίστηκε έκτοτε, πέρα από φήμες ότι ευρίσκεται στην Παλαιστίνη δεν γνωρίζει κάτι άλλο. Υποστήριξε πως η ίδια και η μητέρα της είναι ευάλωτα πρόσωπα και δε θα αντέξουν άλλες επιθέσεις μελλοντικά και η ίδια προσωπικά δεν ένιωθε ποτέ ασφάλεια στη χώρα καταγωγής της. Στα πλαίσια των διευκρινιστικών ερωτήσεων η Αιτήτρια κλήθηκε να παράσχει περαιτέρω λεπτομέρειες για τους Yazidi. Ισχυρίστηκε ότι ένας Yazidi αναγνωρίζεται από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, όπως τα ρούχα που φορούν καθότι διαφέρουν από της άλλης περιοχής. Επιπρόσθετα, εξήγησε ότι δεν καταναλώνουν μαρούλι επειδή θεωρείται “haram” και δεν τους αρέσει το μπλε χρώμα καθότι στο παρελθόν, όταν επιτέθηκαν στους Yazidi, οι εισβολείς είχαν μπλε σημαία.  Οι Yazidi διαμένουν στην Αρμενία, στην περιοχή Κουρδιστάν, στο Sinjar, στην Τουρκία και στη Συρία.  Επίσης, έχουν την δική τους διάλεκτο και εργάζονται κυρίως σε καταστήματα πώλησης αλκοόλ, σύμφωνα με τις δηλώσεις της Αιτήτριας.  Η Αιτήτρια επιβεβαίωσε ότι στη χώρα καταγωγής της είχε κατοικία διαμονής, πρόσβαση στην αστυνομία, στην εκπαίδευση, στην εργασία, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ότι δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα ως παιδί εξαιτίας της ιδιότητάς της ως Yazidi. Πρόσθετα δήλωσε ότι δεν είχε συμβεί στην ίδια οποιοδήποτε συγκεκριμένο περιστατικό λόγω του ότι είναι Yazidi. Σε σχετική ερώτηση η Αιτήτρια αναφέρθηκε, αυτή τη φορά, σε ένα περιστατικό στο Dohuk όπου κάποιος της ανέφερε πως «είσαι Yazidi, είσαι άπιστη». Μελλοντικά η Αιτήτρια φοβάται ότι θα δεχθεί επίθεση οποιαδήποτε στιγμή από Ισλαμιστικές ομάδες και δε θα έχει προστασία προς τούτο.  Πρόθεσή της είναι να ξεκινήσει μία νέα ζωή με ειρήνη και ασφάλεια.

 

Αξιολογώντας τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διέκρινε δύο (2) ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος ισχυρισμός σχετικά με την ταυτότητα και τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας έγινε αποδεκτός, ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Ακολούθως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός της αναφορικά με τον ισχυριζόμενο φόβο της για μελλοντικά προβλήματα που μπορεί να τύχουν από τους Ισλαμιστές, εναντίον της εθνο-θρησκευτικής ομάδας της Αιτήτριας ως Yazidi, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα της, δεν έγινε αποδεκτός, διότι ο λειτουργός  έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός της ενώ οι ισχυρισμοί της χαρακτηρίστηκαν ως γενικοί, ασαφείς, ανακριβείς, αντιφατικοί και χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες. Συγκεκριμένα, ο λειτουργός όσον αφορά τις πληροφορίες που παρείχε η Αιτήτρια σχετικά με την ομάδα Yazidi και τα χαρακτηριστικά της την έκρινε αξιόπιστή ως προς τις δηλώσεις της. Περαιτέρω, ωστόσο, θεώρησε ότι η Αιτήτρια ήταν γενικόλογη χωρίς παροχή επαρκών πληροφοριών και λεπτομερειών αναφορικά με το πως η ίδια έχει επηρεαστεί από τις διακρίσεις εναντίον των Yazidi. Η Αιτήτρια δεν αναφέρθηκε σε προσωπική εμπειρία και ο λειτουργός κατέληξε πως η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να αποσαφηνίσει ασάφειες και ασυνέπειες στις οποίες είχε υποπέσει. Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε έρευνα αναφορικά με την ομάδα Yazidi με βάση την οποία επιβεβαιώνεται η ύπαρξη την εν λόγω ομάδας, η μετεγκατάστασή κάποιων μελών της της στην περιοχή Sinjar, οι 74 γενοκτονίες το 2014 εναντίον των μελών της εν λόγω ομάδας. Ως καταγράφεται, οι πράξεις των ISIS εναντίον των Yazidi έχουν χαρακτηριστεί γενοκτονία από έρευνα τον Μάιο του 2021, ενώ υπάρχουν αγνοούμενοι, γυναίκες και παιδιά, περί των 3.000 και ο αριθμός των εκτοπισμένων ήταν το ίδιο έτος περί των 200.000 σε καταυλισμούς στο Κουρδιστάν του Ιράκ. Παράλληλα, καταγράφονται στις πηγές και περιστατικά σύμφωνα με τα οποία γυναίκες Yazidi πέφτουν θύματα επαναλαμβανόμενων βιασμών και κακοποιήσεων, αναγκάζοντάς αυτές να εγκαταλείπουν τα τέκνα τους σε ορφανοτροφεία ώστε να μπορέσουν να επανενταχθούν στην κοινωνία ως Yazidi χωρίς στίγμα ή να τα δηλώνουν ως μουσουλμάνους για να μπορέσουν να αποκτήσουν έγγραφα ταυτότητας και να έχουν πρόσβαση σε κυβερνητικές υπηρεσίες. Ως αναφέρει ο αρμόδιος λειτουργός, παρότι οι εξωτερικές πηγές πληροφόρησης συνηγορούν υπερ της αιτήτριας αναφορικά με το ιστορικό επιθέσεων και την γενική αντιμετώπιση των Yazidi, εντούτοις, ως καταγράφεται, ο ισχυρισμός της για τον ισχυριζόμενο φόβο της δεν έγινε αποδεκτός.

 

Ως εκ τούτων, ο αρμόδιος λειτουργός, αν και διαπίστωσε ότι οι πληροφορίες στις εξωτερικές πηγές ήτο σε συμφωνία  με τα λεγόμενα της Αιτήτριας όσον αφορά τη γενικότερη κατάσταση και αντιμετώπιση των Yazidi, έκρινε πως οι ισχυρισμοί της δεν στοιχειοθετούν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, στο Κουρδιστάν του Ιράκ, όπως προνοείται στο άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο της αιτήτριας, στη βάση του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Όσον αφορά το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός αφού αξιολόγησε τις σχετικές πληροφορίες για την ασφάλεια της χώρας καταγωγής της αιτήτριας συνυπολογίζοντας τις προσωπικές περιστάσεις της, κατέληξε ότι ναι μεν συντρέχουν εύλογες πιθανότητες με την επιστροφή της να αντιμετωπίσει σοβαρή βλάβη λόγω αδιάκριτης βίας αφού το Ιράκ βρίσκεται σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ωστόσο κατά την εξέταση παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας κατέληξε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2) (γ), του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας αίτησης ενώπιον του Δικαστηρίου, η Αιτήτρια  προσκόμισε ιατρικά πιστοποιητικά αναφορικά με την υγεία της, αφού η προηγούμενη δικάσιμος διακόπηκε λόγω λιποθυμίας της, όπου λαμβάνει, ως δήλωσε η ίδια, φαρμακευτική αγωγή.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση μέσω του γραπτού του σημειώματος αναφέρει πως το αίτημα της Αιτήτριας εξετάστηκε από τον αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από το νόμο διαδικασίας και η απόφαση την οποία αμφισβητεί η Αιτήτρια κατά την εισήγησή της ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του Νόμου.

 

Θα πρέπει να αναφερθεί πως η περίπτωση της Αιτήτριας υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 6Β(2) και 6Β(2)(ββ) του σχετικού Νόμου. To άρθρο 6Β του περί Νομικής Αρωγής Νόμου προβλέπει τα εξής (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«Νομική αρωγή σε αιτητές και δικαιούχους διεθνούς προστασίας

6Β. (1) [...]

 

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -

 

(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(β) κατά άρνησης του Προϊσταμένου να αρχίσει εκ νέου η εξέταση αίτησης που σταμάτησε δυνάμει των διατάξεων  του άρθρου 16Β ή 16Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(γ) κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής επί διοικητικής προσφυγής την οποία ο αιτητής διεθνούς προστασίας άσκησε ενώπιόν της σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 και η οποία διοικητική προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση την οποία ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ, 13, 16Α, 16Β ή 16Γ του εν λόγω νόμου,

 

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

 

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.».

  

Στη βάση των προαναφερόμενων προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, δίδεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή/της αιτήτριας έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας (Νομική Αρωγή αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερομηνίας 14/10/2010).

 

Το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του το δικαίωμα της Αιτήτριας να ακουστεί στη βάση του άρθρου 146 του Συντάγματος, αλλά θα πρέπει περαιτέρω να εξετάσει το Δικαστήριο την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας (Νομική Αρωγή αρ. 10/2010 ALALI ABDULHAMID, ημερομηνίας 06/05/2010 και Νομική Αρωγή υπ' αρ. 25/2010, ANTHONIA IDAHOR, ημερομηνίας 13/12/2010).

 

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως το Δικαστήριο να καλείται να αποφασίσει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής.  Σημειώνεται, πως το αποτέλεσμα της παρούσας αίτησης για νομική αρωγή, δεν θα επηρεάσει την τελική έκβαση της προσφυγής εφόσον το Δικαστήριο στην παρούσα διαδικασία δεν αποφασίζει επί της οριστικής τύχης της προσφυγής (Durgo Man v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημερομηνίας 15.7.2009Baghour και Roud Gadυπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημερομηνίας 28.3.2011).

Λαμβάνοντας υπόψη τις πρόνοιες της νομοθεσίας αλλά και όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, διαπιστώνω τα ακόλουθα. Κρίνω αναγκαίο να αναφέρω ότι σχετικά με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, η αρμόδια αρχή διαπιστώνεται εκ πρώτης όψεως ότι προέβη στη δέουσα έρευνα προς εξέταση τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής της αξιοπιστίας περί της ιδιότητας της ως μέλος της εθνοτικής ομάδας Yazidi, ισχυρισμός που έγινε αποδεκτός.

Ακολούθως, από έρευνα που προέβη ο αρμόδιος λειτουργός σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης,  διαπίστωσε ότι η ομάδα Yazidi είναι μία κοινωνική ομάδα η οποία είναι στοχοποιημένη στο Ιράκ, όπου τα μέλη της βιώνουν πολλαπλές διακρίσεις και συχνά καθίστανται θύματα διαφόρων επιθέσεων με τις γυναίκες να βιώνουν ιδιαίτερα επίπεδα βίας κατά τη διάρκεια των χρόνων, καταλήγοντας εντούτοις στην απόρριψη του ισχυρισμού της αιτήτριας, ελλείψει προσωπικού προς την Αιτήτρια περιστατικού διάκρισης ή βίας όλα τα χρόνια που διέμενε στην χώρα της και καθότι δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της αναφορικά με μελλοντικά προβλήματα που τυχόν θα αντιμετωπίσει ως μέλος την εθνοτικής ομάδας Yazidi.

Ακολούθως, παρότι έγινε αποδεκτό ότι η αιτήτρια είναι μέλος της εν λόγω ομάδας και παρότι ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η αιτήτρια σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής της, υπάρχει εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει δίωξη ή σοβαρή βλάβη ως απόρροια της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της, ο λειτουργός επέλεξε να μην δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ήτοι στην έρευνα που προέβη αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής της και παρότι διαπίστωσε ότι υφίσταται αδιάκριτη βία και ένοπλη σύρραξη στην χώρα καταγωγής της αιτήτριας, εντούτοις καταλήγει στο να απορρίψει το αίτημα της, χωρίς όμως να τεκμηριώνει με οποιοδήποτε τρόπο πως κατέληξε στην απόρριψη του αιτήματος της αιτήτριας, σε συνάρτηση τόσο με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης όσο και με τις προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας, ως ο ίδιος ο λειτουργός τις έχει παραθέσει στην έκθεση – εισήγησή του.

Πέραν των ανωτέρω διαφαίνεται πως με βάση την κατάσταση της υγείας της Αιτήτριας, η οποία ενδέχεται να πάσχει από λιποθυμικά και/ή επιληπτικά επεισόδια, σύμφωνα με τα ιατρικά πιστοποιητικά και τις δηλώσεις της αιτήτριας, θα πρέπει να αξιολογηθεί κατά πόσον η επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της θα την επηρεάσει αρνητικά και απειλητικά για τη ζωή της λόγω ενδεχομένως έλλειψης της απαραίτητης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Ενόψει τούτου, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι μεταξύ των περιπτώσεων σοβαρής βλάβης που απαριθμεί το άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου, περιλαμβάνεται και η απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση και η οποιαδήποτε ταλαιπωρία από ασθένεια, ενδέχεται να εμπίπτει στις πρόνοιες της εν λόγω διάταξη.

 

Ωστόσο, η κατάληξη σε οποιοδήποτε περαιτέρω συμπέρασμα, απαιτεί εκ βάθους έρευνα σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής και νομική ανάλυση, ενέργειες οι οποίες εκφεύγουν της αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου στα πλαίσια εξέτασης της παρούσα νομικής αρωγής, η οποία περιορίζεται σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης.

 

Τούτων δοθέντων, κρίνω ότι υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής της αιτήτριας σχετικά με τον κίνδυνο που ενδέεχεται να υποστεί σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής της, καθώς η αιτήτρια έχει μια σταθερή τοποθέτηση επί  του λόγου εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της, στις οποίες αρμόζει περαιτέρω εξέταση και αποκρυστάλλωση στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας, δεδομένης και της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου.

 

Όπως  έχει αποφασιστεί  σε διάφορες υποθέσεις ( Tamaga Durgo Man v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημερ. 15.7.2009Nacira Baghour και Maged Amin Roud Gad, υπόθαρ. 7/11 και 8/11, ημερ28.3.2011 και Yahya Ali Ahmad Odeh, υπόθ. αρ. 10/12, ημερ. 28.3.2012το Δικαστήριο εξετάζοντας τέτοια αίτηση έχει αφενός διακριτική ευχέρεια για την έγκριση ή απόρριψη της, και αφετέρου δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα για την τύχη της ίδιας της προσφυγής μιας και αυτό που εξετάζει είναι αν έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του αιτητή/της αιτήτριας.

Επομένως, για τους λόγους που έχουν εκτεθεί, κρίνω στη βάση των ενώπιον μου στοιχείων πως μπορεί να θεωρηθεί, στο βαθμό που απαιτείται στα πλαίσια της παρούσας, ο οποίος δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση επί της ουσίας της αίτησης, ότι η προσφυγή που έχει καταχωρηθεί από την Αιτήτρια έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας.

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω εκ πρώτης όψεως ότι το αίτημα της αιτήτριας  δεν εξετάστηκε επιμελώς από την Υπηρεσία Ασύλου.

Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί, έχοντας υπόψη τις πρόνοιες του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018 και πως το ζητήματα που θίγει η αιτήτρια μπορεί να είναι βάσιμα, κρίνω πως εκ πρώτης όψεως υπάρχουν πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής, που έχει ήδη καταχωρήσει η αιτήτρια, κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, στο μέτρο που ήθελαν κριθεί βάσιμοι οι ισχυρισμοί της, χωρίς βεβαίως να προδικάζεται σε αυτό το στάδιο το αποτέλεσμα της προσφυγής.

Αντίθετη κατάληξη της παρούσας αίτησης, θα οδηγούσε σε παρεμπόδιση στην ουσιαστική πρόσβαση της αιτήτριας στη δικαιοσύνη και θα ήταν αντίθετη με την επιφύλαξη του άρθρου 6Β (2) (ββ) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002, Ν. 165(Ι)/2002.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η έναρξη ισχύος του περί Νομικής Αρωγής (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2024, τοποθετείται χρονικά στις 31/12/2024 και ενόψει του γεγονότος ότι η υπό εξέταση αίτηση καταχωρίστηκε στις 11/11/2024, εφαρμογής τυγχάνει ο περί Νομικής Αρωγής του 2002 [Ν. 165(I)/2002], ως  ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Για τον πιο πάνω λόγο καταλήγω ότι η αίτηση δυνατόν να γίνει δεκτή, υπό την αίρεση εξέτασης της κοινωνικοοικονομικής έκθεσης [ άρθρο 7 του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002, Ν.165(Ι)/2002]. 

Τα έξοδα των μεταφραστών να πληρωθούν από την Δημοκρατία.

 

 

                                                                                        Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο