S. N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.247/24, 29/9/2025
print
Τίτλος:
S. N. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.247/24, 29/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.247/24

 

29 Σεπτεμβρίου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

S. N.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κα Ε. Μυριάνθους, Δικηγόρος για Αιτητή

Κα Α. Κίτσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.05/01/24, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 05/03/22 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 11/04/22 (ερ.1-3, 38).

Στις 21/11/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.24-38). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 21/12/23 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.98-117).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 05/01/24 σε γλώσσα την οποία κατανοεί (ερ.118, 3).

Κατά την επίδικη αίτηση ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στην Kumba, στο Νοτιοδυτικό Καμερούν, ωστόσο από το 2016 μέχρι το 2019 διέμενε στο χωριό Muyuka, στην ίδια περιοχή, και από το 2020 έως την αναχώρησή του από την χώρα το 2022, διέμενε στην πόλη Douala, στην περιφέρεια Littoral. Είναι άγαμος, άτεκνος, η μητέρα του διαμένει στην πόλη Kumba, μαζί με την αδελφή του, ο πατέρας του έχει αποβιώσει, ο ίδιος δεν έλαβε κάποια εκπαίδευση, ενώ εργαζόταν σε φάρμα και ως μηχανικός.

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Καμερούν λόγω της κρίσης στην περιοχή της Kumba, στο Νοτιοδυτικό Καμερούν, κατά την διάρκεια της οποίας δέχτηκε απειλές τόσο από τις στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας όσο και από τους αυτονομιστές μαχητές (Ambazonians), ώστε να ενταχθεί στις τάξεις τους.

Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, ερωτηθείς αν η στρατιωτική θητεία είναι υποχρεωτική στην χώρα του, ανέφερε ότι είναι υποχρεωτική για άτομα ηλικίας 20 ετών και ότι ο ίδιος δεν κατατάχθηκε στον στρατό, διότι φοβόταν. Αναφορικά με τις απειλές που δέχτηκε από τις στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας ο αιτητής δήλωσε ότι κάποια άτομα μετέβησαν στο σπίτι του δύο φορές για να τον αναζητήσουν. Ερωτηθείς πότε οι στρατιωτικές δυνάμεις μετέβησαν στο σπίτι και τον αναζήτησαν δήλωσε ότι η πρώτη φορά έλαβε χώρα ημέρα Κυριακή και,  αφού ερωτήθηκε πότε ακριβώς, ανέφερε ότι νομίζει ότι ήταν το 2016, όταν – ως ανέφερε - κατάφερε να δραπετεύσει από την πίσω πόρτα του σπιτιού, και να μεταβεί στο δάσος για να κρυφτεί, όπου παρέμεινε για τρείς ημέρες. Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήξερε ότι ήταν ασφαλές για τον ίδιο να επιστρέψει στο σπίτι του μετά την διαφυγή του, όταν σταμάτησε πλέον να ακούει πυροβολισμούς, αναφέροντας ωστόσο ότι το δάσος όπου κρυβόταν απείχε περίπου 3 ώρες πεζοπορίας από την οικία του. Διευκρίνισε ότι ο στρατός εκείνη την ημέρα, μετέβη σε όλα τα σπίτια της περιοχής, και όχι μόνο στο δικό του. Έπειτα επέστρεψε πάλι στην οικία του. Ως προς τη 2η φορά που τον αναζήτησαν, ανέφερε ότι συνέβη μια εβδομάδα μετά, μια Παρασκευή. Περιέγραψε ότι οι στρατιωτικοί βρίσκονταν μπροστά από την οικία του, ενώ ο ίδιος κατάφερε να δραπετεύσει προς το δάσος, όπου παρέμεινε μια ημέρα. Οι στρατιωτικοί – ως ανέφερε - απείλησαν την μητέρα και την αδελφή του με όπλα, έτσι ώστε να τους αποκαλύψουν που βρισκόταν ο αιτητής, ωστόσο έπειτα εγκατέλειψαν το σημείο χωρίς να συμβεί κάτι.

Αναφορικά με τις απειλές που δέχτηκε από τους αυτονομιστές μαχητές, ανέφερε ότι τον απήγαγαν και τον μετέφεραν σε δικό τους στρατόπεδο, όπου τον απειλούσαν να ενταχθεί στην ομάδα τους, ωστόσο εκείνος αρνήθηκε. Ερωτηθείς πότε έλαβε χώρα το περιστατικό, ο αιτητής δήλωσε το 2016, χωρίς να προσδιορίσει την ακριβή ημερομηνία. Κληθείς να δώσει διευκρινήσεις περί τούτου ο αιτητής ανέφερε ότι απήγαγαν τον ίδιο και άλλα άτομα, 7 άτομα πάνω σε τέσσερις μοτοσυκλέτες, τα οποία έφεραν όπλα, μαχαίρια και μανσέτες και ότι κάποιοι περπάτησαν ως το στρατόπεδο, ενώ άλλοι μεταφέρθηκαν με μοτοσυκλέτα. Τον ίδιο τον μετέφεραν πεζό μαζί με ένα ακόμη άτομο. Κληθείς και πάλι να διευκρινίσει τον αριθμό των αυτονομιστών μαχητών, δήλωσε ότι ήταν εφτά στο σύνολο. Κληθείς να προσδιορίσει πόση ώρα διήρκησε η διαδρομή, μέχρι να φτάσει στο στρατόπεδο, δήλωσε ότι βρισκόταν πάνω σε μια μοτοσυκλέτα. Κληθείς να διευκρινίσει τον λόγο που ανέφερε αρχικά ότι μετέβη πεζός και έπειτα ότι ήταν πάνω σε μοτοσυκλέτα, δήλωσε ότι ήρθαν 5 μαχητές, εφτά  πάνω σε μοτοσυκλέτες, και κάποιους τους έβαλαν σε μοτοσυκλέτες, ενώ άλλους τους μετέφεραν πεζούς. 

Ως προς τον τρόπο απόδρασής του ο αιτητής δήλωσε ότι κατάφερε να διαφύγει από τη βάση των Ambazonians και τους δύο μοναδικούς φρουρούς της βάσης αφού έλυσε το σχοινί με το οποίο ήταν δεμένος και έριξε τον ένα οπλισμένο φρουρό στο πάτωμα μετά από πάλη και έτρεξε γρηγορότερα από εκείνον, ενώ ο άλλος φρουρός κοιμόταν. Ως περαιτέρω ανέφερε, αμέσως μετά την απόδρασή του αυτονομιστές μαχητές μετέβησαν στο σπίτι του για να τον αναζητήσουν, ωστόσο ο ίδιος είχε διαφύγει από την περιοχή και διέμενε στην περιοχή Muyuka της περιφέρειας Southwest  μέχρι το 2019. Κατά το εν λόγω διάστημα ισχυρίστηκε ότι δεν του συνέβη κάτι προσωπικά. Το 2019 ο αιτητής δήλωσε ότι επέστρεψε και πάλι στην περιοχή Kumba. Ερωτηθείς για τον λόγο που αποφάσισε να επιστρέψει εκεί, δήλωσε ότι ήθελε να δει την οικογένειά του. Πρόσθεσε ότι όλο αυτό το χρονικό διάστημα δεν συνέβη τίποτα στον ίδιο και την οικογένειά του.

Ερωτηθείς ποιες θα είναι οι συνέπειες, σε περίπτωση επιστροφής του ανέφερε ότι θα τον αναζητήσουν οι αυτονομιστές μαχητές και δήλωσε ότι ενημερώθηκε τηλεφωνικώς από την μητέρα του ότι τον Σεπτέμβριο του 2023 ότι οι Ambazonians πήγαν στο σπίτι του και τον αναζήτησαν. Κληθείς να διευκρινίσει πως εξηγεί το γεγονός ότι τρία χρόνια μετά τη διαφυγή του από τους Ambazonians μέχρι την αναχώρηση του από τη χώρα του, δεν τον αναζήτησαν, αλλά ούτε του συνέβη κάτι, ενώ το 2023 επισκέφθηκαν εκ νέου την οικία του ο αιτητής δήλωσε ότι δεν γνωρίζει τί συνέβη.

Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.

1.    Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή

2.    Αναζήτηση του αιτητή από τις στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας του με σκοπό τη στρατολόγησης του

3.    Η απαγωγή του αιτητή από τους Ambazonians με σκοπό τη στρατολόγηση του και η φυγή του απ’ αυτούς

4.    Η αναζήτηση του αιτητή από τους Ambazonians μετά τη φυγή του απ’ αυτούς

Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ον εκ των ως άνω ισχυρισμών, απέρριψαν δε τον 2ο, 3ο και 4ο ισχυρισμό ως αναξιόπιστους.

Αναφορικά με τον 2ο ως άνω ισχυρισμό κρίθηκε ότι ο αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις, και τα λεγόμενα του παρουσιάζουν έλλειψη ευλογοφάνειας, επαρκών πληροφοριών και είναι εν μέρει αντιφατικά. Ειδικότερα αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια πότε έλαβαν χώρα οι 2 φορές που οι στρατιωτικές δυνάμεις μετέβηκαν στο σπίτι του και τον αναζητούσαν, δεδομένου ότι θα αναμενόταν να είναι σε θέση να προσδιορίσει αυτό το περιστατικό. Περαιτέρω εντοπίστηκε χρονική αντίφαση στους ισχυρισμούς του αφού, ενώ αρχικά ανέφερε ότι η αναζήτηση στα σπίτια από τις στρατιωτικές δυνάμεις γίνεται το απόγευμα ή το βράδυ, στη συνέχεια ανέφερε ότι τον ίδιο τον αναζήτησαν στις 5 το πρωί.  Επιπλέον ισχυρίστηκε ότι ήξερε ότι ήταν ασφαλές για τον ίδιο να επιστρέψει στο σπίτι του μετά την διαφυγή του, όταν δεν άκουγε πλέον πυροβολισμούς, ωστόσο, δεδομένης της μεγάλης απόστασης σύμφωνα με όσα ο ίδιος είχε αναφέρει (περί τις 3 ώρες πεζοπορίας), θεωρήθηκε μη ευλογοφανής η δήλωση του αυτή και – ερωτώμενος σχετικά - δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφής εξηγήσεις. Πέραν των ως άνω, παρότι – σύμφωνα με τα λεγόμενα του αιτητή - η ηλικία υποχρεωτικής κατάταξης στην χώρα του είναι τα 20 έτη, στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις τον αναζητούσαν για να στρατολογήσουν, το 2016, ισχυρισμός ο οποίος παρουσιάζει έλλειψη ευλογοφάνειας, καθώς το 2016 ο αιτητής ήταν τότε 25 ετών. Σημειώθηκε δε ότι ο αιτητής παρέλειψε στη συνέντευξη να αναφέρει ότι εκδόθηκε εναντίον του ένταλμα σύλληψης και κλήση παρουσίασης του στις στρατιωτικές αρχές, αλλά απέστειλε ηλεκτρονικά τα εν λόγω έγγραφα, έπειτα της συνέντευξης του και το ότι - ερωτηθείς - ανέφερε ότι δεν αντιμετώπισε οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την έξοδο του από τη χώρα καταγωγής του στις 03/03/22, ισχυρισμός  που κρίθηκε αντιφατικός με την έκδοση και ενεργοποίηση του εντάλματος σύλληψης του από τις αρχές στις 12/01/22, ως αναγράφεται στο προσκομισθέν εκ του ιδίου έγγραφο (βλ. ερ.44).

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού, σε συνάρτηση και με τα προσκομισθέντα έγγραφα, σημειώθηκαν τα εξής. Αφενός η αυθεντικότητα του ερ.43 τίθεται εν αμφιβόλω, καθότι παρουσιάζονται ορθογραφικά λάθη στο εν λόγω έγγραφο, αφού – ως κρίθηκε - στον τίτλο αναγράφεται "Convacation" αντί του ορθού "Convocation", ο μήνας που καλείται, σύμφωνα με το περιεχόμενο του εγγράφου, να παρουσιαστεί ο αιτητής αναγράφεται "JENUARY" αντί του ορθού "JANUARY’’, το όνομα του Αιτητή αναγράφεται ως SINCLAIRE, ενώ στο διαβατήριο που παρέδωσε και στην αίτηση που συμπλήρωσε αναγράφεται SEINCLAIR. Περαιτέρω συνυπολογίστηκε το ότι ο αιτητής δεν ανέφερε στη διάρκεια της προσωπικής συνέντευξης ότι έλαβε το συγκεκριμένο έγγραφο, παρά μόνο στο τέλος, όταν ρωτήθηκε αν υπάρχουν έγγραφα που θέλει να προσκομίσει για υποστήριξη του αιτήματος του. Περαιτέρω, ο λειτουργός σημειώνει ότι, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, στο Καμερούν οι ειδοποιήσεις να παρουσιαστεί κάποιο άτομο εκδίδονται από την Αστυνομία, την Χωροφυλακή, την Υπηρεσία Πληροφοριών, τις Μυστικές Υπηρεσίες και τις Στρατιωτικές Αρχές, σε αντίθεση με το έγγραφο το οποίο προσκόμισε ο αιτητής, του οποίου η σφραγίδα φαίνεται να ανήκει σε κάποιο συμβούλιο, ενώ δεν είναι ευδιάκριτα τα τυπικά χαρακτηριστικά του. Ως προς το φερόμενο ένταλμα σύλληψης εντοπίστηκε ότι και πάλι το ονοματεπώνυμο του αιτητή διαφέρει, καθώς επί του εγγράφου αναγράφεται ως Ngrundie Sinclair, ενώ στο διαβατήριο που παρέδωσε και στην αίτηση του ο αιτητής αναγράφεται ως Ngoundie Seinclair. Τα πλείστα πεδία δεν είναι συμπληρωμένα. Συνυπολογίστηκε δε το ότι ενώ ο ίδιος ανέφερε ότι πρακτική του στρατού είναι να εκδίδουν ένταλμα στις περιπτώσεις που δεν εντοπίζουν κάποιον στο σπίτι κατά την αναζήτηση του με σκοπό τη στρατολόγηση του, ο αιτητής δεν αναφέρθηκε σε ένταλμα σύλληψης του, αλλά προσκόμισε το έγγραφο στο τέλος της συνέντευξης, όταν ρωτήθηκε αν υπάρχουν έγγραφα που επιθυμεί να προσκομίσει για υποστήριξη του αιτήματος του.

Πέραν των ως άνω παρατηρήθηκε ότι, σύμφωνα με διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) που οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν, τα άρθρα 11, 12 και 13 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (C.P.C) του Καμερούν, που αναφέρονται στο φερόμενο ένταλμα σύλληψης δεν γίνεται αναφορά σε ποια νομοθεσία ή σύνολο νομοθεσιών αναφέρονται, ώστε να επαληθευθεί κατά πόσο σχετίζονται με κατηγορίες για άρνηση στρατολόγησης ή παρουσία εναντίον των αρχών όπως ο αιτών ανέφερε στου ισχυρισμούς του. Επιπλέον κρίθηκε ότι τα λεγόμενα του αιτητή έρχονται σε αντίφαση με διαθέσιμες ΠΧΚ που εντοπίστηκαν, οι οποίες αναφέρουν ότι η στρατολόγηση δεν είναι υποχρεωτική στο Καμερούν.

Συνεπεία των ως άνω κρίθηκε ότι ο 2ος ουσιώδης ισχυρισμός στερείται τόσο εσωτερικής όσο και εξωτερικής συνοχής και δια τούτο απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι ο αιτητής, ομοίως προς τα ως άνω, δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια πότε έλαβε χώρα η απαγωγή του από τους Ambazonians, παρατηρήθηκε δε αντίφαση στα λεγόμενά του, καθώς αρχικά δήλωσε ότι οι Ambazonians τον συνόδευσαν πεζό στη βάση τους, ενώ στη συνέχεια δήλωσε ότι τον μετέφεραν με την μοτοσυκλέτα. Κληθείς να δώσει διευκρινήσεις περί τούτου ο αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις ως προς τον αριθμό ατόμων που τους συνόδευαν, αναφέροντας 5 και αργότερα 7 άτομα, ενώ στη συνέχεια ανέφερε ότι κάποιοι περπάτησαν και κάποιοι μεταφέρθηκαν με μοτοσικλέτα, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζει αν ο ίδιος περπάτησε ή μεταφέρθηκε με μοτοσικλέτα, ενώ υπέπεσε σε περεταίρω αντιφάσεις αναφέροντας ότι μετέφεραν τα 5 άτομα που απήγαγαν με τις 4 μοτοσυκλέτες. Αξιολογήθηκε περαιτέρω ότι οι ισχυρισμοί ως προς το τρόπο μεταφοράς τους στον χώρο κράτησης του υστερούν σε ευλογοφάνεια, εφόσον – ως κρίθηκε - δεν αναμένεται να απαγάγουν και να μεταφέρουν άτομα με δύο διαφορετικούς τρόπους εκ των οποίων ο ένας να είναι με τα πόδια, η οποία, ως σημειώνουν οι καθ’ ων η αίτηση, είναι μια χρονοβόρα μέθοδος μεταφοράς θυμάτων απαγωγής και εύκολα μπορούν να εντοπιστούν από τις αρχές. Επίσης αρνητικά κρίθηκε το ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια την απόσταση της από το σημείο απαγωγής του μέχρι το σημείο μεταφοράς του και υπέπεσε σε αντιφάσεις και δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομερείς πληροφορίες για τη βάση των Ambazonians όπου κατ’ ισχυρισμό κρατήθηκε, ενώ – περαιτέρω – κρίθηκε ότι ήταν εύλογα αναμενόμενο από τον Αιτητή να δώσει περισσότερες πληροφορίες και λεπτομέρειες αναφορικά με τον τόπο κράτησης του, την περιοχή που βρισκόταν, τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό που είχαν στην εν λόγω βάση, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι βρισκόταν εκεί 3 ημέρες και ότι το εν λόγω περιστατικό συνδέεται άμεσα με τον πυρήνα του αιτήματος του. Τέλος, πέραν των ως άνω, αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι, σε διευκρινιστική ερώτηση πως εξηγεί το γεγονός ότι οι αυτονομιστές μαχητές ήθελαν να εργαστεί σε αυτούς ως μηχανικός, εφόσον δεν ασκούσε το επάγγελμα στην περιοχή, και όταν κλήθηκε να εξηγήσει πως γνώριζαν οι Ambazonians ότι μπορεί να εργαστεί ως μηχανικός, ισχυρίστηκε ότι πήγαιναν στην περιοχή του, ρωτούσαν για τα νεαρά άτομα και ο κόσμος μιλούσε γι’ αυτά, οι οποίες εξηγήσεις κρίθηκε ως μη ευλογοφανείς, δεδομένου και του ότι ο αιτητή δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς οι κάτοικοι της περιοχής γνώριζαν για τις γνώσεις του (στη μηχανική), εφόσον δεν εργάστηκε ποτέ στην Kumba.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού εντοπίστηκε ότι διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) καταγράφουν τη βαρβαρότητα των αποσχιστών τόσο απέναντι σε κυβερνητικά στελέχη, στελέχη των μονάδων ασφαλείας, αλλά και στον άμαχο πληθυσμό, αφού πέραν αυτών, προβαίνουν και σε σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων υφίστανται, μεταξύ άλλων, οι εκπαιδευτικοί, μαθητές και φοιτητές, τοπικοί αρχηγοί φυλής, εφόσον εκλαμβάνονται ως πληροφοριοδότες ή υποστηρικτές της κυβέρνησης. Στη βάση των ως άνω πληροφορίων, χωρίς τούτο τελικά να καταγράφεται ρητά, αλλά προκύπτει από τα όσα στο πλαίσιο αυτό καταγράφονται, τα όσα ανέφερε ο αιτητής, παρόλο που εν μέρει συνάδουν με τα λεγόμενα του, εντούτοις, δεδομένης της ήδη τρωθείσας εσωτερικής συνοχής, ως προηγουμένως κρίθηκε, δεν μπορούν να καταστήσουν αξιόπιστο τον ως άνω ισχυρισμό και για τον λόγο αυτό ο 3ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε.

Αναφορικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό αξιολογήθηκε ότι, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου, έπειτα της δραπέτευσης του από τους Amabzonians μεταφέρθηκε και διέμενε μέχρι το 2019 στην περιοχή Muyuka της περιφέρειας Southwest, ωστόσο προηγουμένως, στις ερωτήσεις που αφορούσαν τους τόπους διαμονής του, ο αιτητής παρέλειψε να αναφέρει τη διαμονή του στην εν λόγω περιοχή. Ερωτηθείς να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν το είχε αναφέρει προηγουμένως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς εξηγήσεις, αναφέροντας απλά ότι διέμεινε στη Muyuka. Σημειώθηκε δε περαιτέρω ότι, σύμφωνα και πάλι με τα λεγόμενα του ιδίου, ο αιτητής συνέχισε να διαμένει στην εν λόγω περιοχή και μετά στην Kumba, μέχρι που έφυγε από τη χώρα το 2022, χωρίς να αντιμετωπίσει κατά τον τότε χρόνο οποιοδήποτε πρόβλημα. Σε διευκρινιστική ερώτηση γιατί, σύμφωνα με τα λεγόμενα του, επί 3 χρόνια μετά που αυτός διέφυγε από τους Ambazonians μέχρι την αναχώρηση του από τη χώρα του, αυτοί δεν τον αναζήτησαν, αλλά ούτε του συνέβη κάτι, και γιατί το 2023 επισκέφθηκαν εκ νέου την οικία του, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς εξηγήσεις.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού κρίθηκε ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής ως προς αυτό το μέρος το αιτήματός του, αποτελούν μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των ισχυρισμών του και γι’ αυτό δεν δικαιολογείται διερεύνηση μέσω ΠΧΚ.

Στη βάση των ανωτέρω ο 4ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, και επί τη βάσει του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός, ήτοι του προφίλ του, κατόπιν και ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής (Kumba), οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι, δεδομένου του προφίλ του αιτητή, δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής.  

Συνεπεία των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.

Κατά τις διευκρινήσεις η συνήγορος της αιτητή απέσυρε ρητά τους λοιπούς νομικούς ισχυρισμούς (περιλαμβανομένων ρητώς των ισχυρισμών που αφορούν αναρμοδιότητα του αποφασίζοντος οργάνου) προωθώντας μόνο τον ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας κατά την επίδικη διαδικασία και μη επαρκούς αιτιολογίας της επίδικης απόφασης.

Οι καθ' ων η αίτηση αντέταξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν άπαντες οι ισχυρισμοί του αιτητή, είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή επί της ουσίας αυτής, ζητώντας γι’ αυτό απόρριψη της προσφυγής.

Δεδομένου ότι οι ως άνω μόνοι προωθούμενοι από τον αιτητή ισχυρισμοί συμπλέκονται άρρηκτα με την επί της ουσίας ορθότητα της επίδικης απόφασης, προχωρώ λοιπών με επί της ουσίας εξέταση της, εξ υπαρχής και επί όλων των ενώπιον μου στοιχείων, η οποία τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. και Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).

Προχωρώ λοιπόν με αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων και ισχυρισμών.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305).  […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»

Ενόψει των ως άνω θα συμφωνήσω με την κατάληξη τους επί της αξιοπιστίας του 2ου, 3ου και 4ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, καθώς τα όσα ανέφερε στα πλαίσια των ως άνω ισχυρισμών, ως και οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν ενδελεχώς στην επίδικη έκθεση (ερ.107-114), στερούνταν επί παντός και σε όλη τους την έκταση κάθε ψήγματος εύλογα αναμενόμενης λεπτομέρειας και βιωματικού στοιχείου και έβριθαν κενών, ασαφειών και προφανών αντιφάσεων. Σημειώνω ενδεικτικά ότι ουδέν στοιχείο, λεπτομέρεια ή και σαφές χρονικό πλαίσιο ήταν σε θέση να αναφέρει τόσο σχετικά με την κατ’ ισχυρισμό αναζήτηση του από τον στρατό και τους Ambazonians αλλά και ουδέν βιωματικό στοιχείο ή επαρκείς λεπτομέρειες ήταν σε θέση να παραθέσει αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό απαγωγή και κράτηση του από αποσχιστές, επί του οποίου δεν ήταν σε θέση να αναφέρει με εύλογη λεπτομέρεια πως απήχθη, πως μεταφέρθηκε στη βάση όπου, ως ανέφερε, κρατήθηκε για 3 μέρες, πως ήταν το διάστημα αυτό και πως κατάφερε εν τέλει να διαφύγει, αλλά ούτε και μπορούσε να εξηγήσει γιατί, μετά από 2 έτη που διέμενε στην Douala, κατά τα οποία ουδέν συνέβη, οι απειλές επανήλθαν το 2023.

Ενόψει των ως άνω δεν έχω τίποτε να προσθέσω αναφορικά με την εσωτερική συνοχή των λεγομένων του αιτητή που άπτονται του 2ου, 3ου και 4ου ισχυρισμού, πέραν όσων επί τούτου ενδελεχώς και λεπτομερώς καταγράφονται στην επίδικη έκθεση, τα οποία και παρατίθενται πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, και τα οποία δεν θεωρώ σκόπιμο να επαναλάβω εκ νέου στο σημείο αυτό.

Επί της εξωτερικής αξιοπιστίας των λεγομένων του αιτητή θα πρέπει να σημειωθεί ότι εδώ έγινε έρευνα τόσο σε ΠΧΚ όσο και ενδελεχής αξιολόγηση των εγγράφων που αυτός προσκόμισε (ερ.43-44), στη βάση και των κατευθυντήριων γραμμών.

Για σκοπούς πληρότητας αξίζει θεωρώ να σημειωθούν οι πιο κάτω πληροφορίες (ΠΧΚ), δεδομένων των αναφορών του αιτητή.

Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW) κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες.[1]

Αναφορά της οργάνωσης Human Rights Watch εκδοθείσα το 2018, ήτοι το χρόνο που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τα περιστατικά, αναφέρει την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι οι άμαχοι οι οποίοι εκλαμβάνονται ως συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση στοχοποιούνται από τους αποσχιστές για εκβιασμούς, βασανισμούς και δολοφονίες.[2] Βάσει αναφοράς του ανεξάρτητου ιδρύματος Bertelsmann Stiftung[3], οι αποσχιστές στοχοποιούν αμάχους μεταξύ άλλων ως αντίποινα για αποδιδόμενη συνεργασία με την κυβέρνηση.[4] Άρθρο της εφημερίδας The African Observer, του 2023, αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες συχνά κατηγορούνται για δολοφονίες, απαγωγές ή και τραυματισμούς αμάχων, τους οποίους κατηγορούν ότι συνεργάζονται με τις αρχές του Καμερούν.[5]

Τα Ηνωμένα Έθνη σημειώνουν υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[6],  ενώ το HRW, σε πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[7].  Η γεωγραφική τους κατανομή αναφέρεται από τα Ηνωμένα Έθνη: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[8].

Σε COI QUERY του EASO, ημ.14/06/21, αναφέρεται ότι ο εκτοπισμός πληθυσμού από τα σπίτια του είναι συχνό φαινόμενο λόγω της γενικευμένης βίας, οι οποίοι εκτοπισθέντες βρίσκουν συχνά καταφύγιο σε αγροτικές ή δασώδεις εκτάσεις κοντά στον τόπο διαμονής τους:

«According to OCHA 712 180 IDPs were within or displaced in the North-West and South-West regions as of March 2021. Violence in the aforementioned regions resulted in multiple population displacements and over 1 427 people were forced to flee their homes only in March 2021, seeking shelter and safety in nearby bushes, villages and towns. 71 More than 10 000 people, mainly in Menchum division in the North-West region, were forced to flee their villages in April 2021 and IDPs reached the number of 712 800.72 For the same reference period , a UNHCR map depicting the locations of UNHCR persons of concern mentions that as of April 2021 there were 1 032 942 internally displaced persons, the majority of whom seem to be situated in the Far North, North-West and South-West regions.73 »[9]

Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:

«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[10]

Εκ των ως άνω ΠΧΚ καθίσταται σαφές ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής περί διώξεως του αγγλόφωνου πληθυσμού από τον στρατό αλλά και τους ίδιους τους αποσχιστές, αλλά και αδιακρίτως ασκούμενης εκατέρωθεν βίας στα πλαίσια συγκρούσεων των κυβερνητικών δυνάμεων με αποσχιστές, συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες, οι οποίες καταγράφουν μια έκρυθμη κατάσταση, με συχνές ένοπλες συγκρούσεις και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αμφότερες τις μαχόμενες πλευρές.

Όμως εν προκειμένω η καταφανής έλλειψη εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του, ως ανωτέρω – με αναφορές και στην επίδικη έκθεση – λεπτομερώς εξηγείται, δεν μπορεί να υπερκερασθεί από το ότι – ως γενικές πληροφορίες -  επιβεβαιώνεται ότι συμβάντα ως αυτά που ο αιτητής εδώ περιγράφει λαμβάνουν χώρα στο Καμερούν. Σημειώνω ότι αν το ότι συνάδει μια πληροφορία που δίδει ένας αιτητής με ΠΧΚ θεωρείτο αρκετό από μόνο του ώστε να ανατραπεί ένα εύρημα περί παντελούς ελλείψεως εσωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται κάθε ψήγματος βιωματικού στοιχείου αλλά και εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και θα απέληγε τελικώς, θεωρώ, σε «αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης» (βλ. και ανωτέρω απόσπασμα από εγχειρίδιο EASO). Ως εξάλλου στο ίδιο εγχειρίδιο, σελ.97, αναφέρεται «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Επίσης, στη σελ.131 τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»

Σχετικά τέλος με τα προσκομισθέντα έγγραφα (ερ.43-44), και πάλι θα συμφωνήσω με όσα επί τούτου εντοπίζουν και αξιολογούν οι καθ’ ων η αίτηση, ως αυτά καταγράφονται στην επίδικη έκθεση και παρατίθενται και πιο πάνω (ερ.110-112). Αξίζει δε θεωρώ να σημειωθούν και τα εξής.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.107-108, αναφέρονται τα εξής:

«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.

Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.

[…]

Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»

Εν προκειμένω οι καταφανείς ελλείψεις που παρατηρούνται στα τυπικά γνωρίσματα των εν λόγω εγγράφων (ως καταγράφονται στην επίδικη έκθεση και σημειώνονται πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, κατά την καταγραφή της εν λόγω έκθεσης) είναι από μόνες τους αρκετές, σε συνάρτηση και με την ήδη σημαντικά τρωθείσας εσωτερική συνοχή των λεγομένων του αιτητή επί του συνόλου του αφηγήματος τους, για να θεωρηθούν αυτά ως στερούμενα αξιοπιστίας και μη ικανά να στοιχειοθετήσουν τους ισχυρισμούς του αιτητή ή και να υπερκεράσουν τις εντοπισθείσες ελλείψεις εσωτερικής συνοχής όσων ανέφερε.

Ενόψει των ως άνω διαπιστώσεων μου, στην απουσία λοιπόν εδώ περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά, αντιφάσεις και ελλείψεις, ως ανωτέρω καταγράφονται, είναι η κατάληξη μου ότι τα πολλά και καίρια σημεία εκ των οποίων διαβρώνεται μοιραία και η αξιοπιστία των λεγομένων του αιτητή παραμένουν και συνεπώς, για τον λόγο αυτό, ουδείς εκ των ισχυρισμών του μπορεί να γίνει εν προκειμένω αποδεκτός, καθότι οι σημαντικές ελλείψεις εσωτερικής συνοχής δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής τους. 

Απομένει εν προκειμένω μια αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του. Επί τούτου θα πρέπει να σημειωθεί ότι διαφωνώ με το εύρημα των καθ’ ων η αίτηση ότι τελευταίος τόπος διαμονής του αιτητή υπήρξε η Kumba, εφόσον, ως προκύπτει σαφώς από το ερ.33, ο αιτητής μετοίκησε στην Douala και διέμενε με θεία του από το 2020 μέχρι και το 2022, όταν και έφυγε από τη χώρα, εργαζόταν δε εκεί ως μηχανικός.

Συνεπεία των ως άνω καθορίζω – σε διόρθωση του εσφαλμένου ευρήματος των καθ’ ων η αίτηση – ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή τη Douala, Litoral και γι’ αυτό η εξέταση της κατάστασης ασφαλείας θα γίνει σ’ αυτή τη βάση.

Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους των καταγεγραμμένων  γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 18/07/25) στην επαρχία Littoral (όπου βρίσκεται η Douala), καταγράφηκαν συνολικά 7 περιστατικά ασφαλείας πολιτικής βίας (“Political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις, απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες) από τα οποία επήλθε ο θάνατος 4 πολιτών.[11] Σημειώνεται ότι o πληθυσμός της περιοχής ανέρχεται περί τα 4 εκατομμύρια και της Douala περί τα 3 ½ εκατομμύρια. [12] [13]

Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω [14] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).

Προς τα ως άνω λαμβάνω υπόψη και συνυπολογίζω ότι ο αιτητής είναι υγιής, ενήλικας, 34 ετών σήμερα, έζησε για 2 έτη και εργαζόταν στη Douala προτού φύγει από τη χώρα καταγωγής (χωρίς να αντιμετωπίσει, ως ο ίδιος ανέφερε, κάποιο πρόβλημα), γνωρίζει (λίγα) γαλλικά, έχει εργασιακή εμπειρία ως μηχανικός, διατηρεί οικογενειακό δίκτυο στην περιοχή (θεία), τα οποία και επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι θα έχει τα κατάλληλα μέσα να βιοποριστεί και να μπορέσει να εξασφαλίσει – έστω προσωρινά - στέγαση, καθώς και τα προς το ζην, παρά τις όποιες αντιξοότητες ήθελε αντιμετωπίσει.

Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

Τα ως άνω σφραγίζουν και την τύχη της προσφυγής.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)

[2] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),21-22 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)

[3] Bertelsmann Foundation, ‘Bertelsmann Stiftung’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε https://www.bfna.org/bertelsmann-stiftung/

[4] BTI, ‘Cameroon Country Report 2022’ (2022), διαθέσιμο σε https://bti-project.org/en/reports/country-report/CMR (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[5] The African Observer, ‘30 Women Freed After Abduction by Separatists in Cameroon’s Anglophone Region’ (2023), διαθέσιμο σε  https://theafricanobserver.com/30-women-freed-after-abduction-by-separatists-in-cameroons-anglophone-region/ (ημ. πρόσβασης 12/02/24)

[6] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En

[7] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at:  https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html

[7] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at:  https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[9] EASO, COI QUERY «Latest developments on security situation in Anglophone region between 1 January 2020 and 31 May 2021», σελ.8, available at: https://euaa.europa.eu/

[10] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf

[11] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon, Littoral Region, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/08/2025)

[12] Republique du Cameroun, Institut National de la Statistique, Agence Regional du Littoral, Littoral en chiffres, Edition 2022, σ. 9

https://ins-cameroun.cm/wp-content/uploads/2023/06/Littoral-en-chiffres-ed2022_Francais.pdf

[14] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο