C.M.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3154/2024, 16/9/2025
print
Τίτλος:
C.M.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3154/2024, 16/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3154/2024

16 Σεπτεμβρίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

C.M.M. (ΧΧΧ) από Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό και τώρα Λευκωσία

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Ρ. Χρυσάνθου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Κ. Ιμανίμης (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Ο Αιτητής Παρών.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 30/07/24 (του κοινοποιήθηκε αυθημερόν), με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και/ή αντισυνταγματική και/ή αποτέλεσμα πλάνης και/ή κακής εφαρμογής του νόμου και/ή αναιτιολόγητη και/ή στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος και/ή ζητά παραχώρηση σε αυτόν του καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 10/05/22, πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις στις 27/05/24 και 29/05/24, ετοιμάστηκε σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας στις 28/06/24 και αποφασίστηκε η απόρριψη της αίτησης στις 30/06/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε αίτημα ασύλου, ήτοι ότι κινδυνεύει επειδή δέχεται απειλές από τον εργοδότη του λόγω της άρνησης του να συνουσιαστεί μαζί του. Προσθέτει ότι επί των πρακτικών της συνέντευξης υπάρχουν διαγραφές/διορθώσεις των ερυθρών/αριθμών και καταχωρήσεις εγγράφων που υποβλήθηκαν από τον Αιτητή τα οποία δεν αξιολογήθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου. Αναφέρει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω του τρόπου αξιολόγησης του αιτήματος του, ότι ελλείπει το στοιχείο της έρευνας επί του αιτήματος του και ότι υπήρξε πλάνη κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και ότι στερείται επαρκούς αιτιολογίας. Καταλήγει ότι, ο Αιτητής θα πρέπει να τύχει παραχώρησης σε αυτόν διεθνούς προστασίας.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση, υιοθέτησαν το περιεχόμενο της ένστασης και του διοικητικού φακέλου, αναφέροντας ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, είναι δεόντως αιτιολογημένη και δεν υπάρχει οποιαδήποτε πλάνη στην εκτίμηση των στοιχείων που ο Αιτητής είχε θέσει ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Θα πρέπει να υποδειχθεί ότι η Γραπτή Αγόρευση του συνηγόρου του Αιτητή περιορίζεται και/ή αναλώνεται σε επανάληψη αρχών του διοικητικού δικαίου και/ή Νόμων και/ή κανόνων δικαίου με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος και ειδικά την Ε.Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 61/2022, LOUISE GARCIA NYEMB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ημερ.30/10/24 αναφορικά με τους δικονομικά παραδεκτούς λόγους ακύρωσης).

 

Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, που θα έπρεπε να οδηγήσει σε απόρριψη της προσφυγής στο σύνολο της διότι ο Αιτητής δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης των νομικών του ισχυρισμών, ούτε τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης μπορούν να οδηγήσουν σε επιτυχία της προσφυγής.

 

Κατά την καταγραφή της αίτησης διεθνούς προστασίας ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Κινσάσα και είναι Χριστιανός στο θρήσκευμα. Κατά την συνέντευξη προσέθεσε ότι έχει σύντροφο και τρία ανήλικα παιδιά, τα οποία διαμένουν με την οικογένεια της συντρόφου του. Επιπρόσθετα, είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στην χώρα του διαμένει ο πατέρας του και οι θείες του με τις οποίες διατηρεί επικοινωνία. Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, ισχυρίστηκε ότι έλαβε απειλές θανάτου από το αφεντικό του, ο οποίος τον εξανάγκασε να συνάψει σχέση μαζί του. Παρ’ ότι δεν ένιωθε άνετα αποδέχτηκε επειδή δεν ήθελε να διακινδυνεύσει την δουλειά του, ενώ δήλωσε ότι φοβόταν τις αντιδράσεις της οικογένειας του εξαιτίας των κοινωνικών αντιλήψεων για την ομοφυλοφιλία στην Κινσάσα. Ο Αιτητής ανέφερε περαιτέρω ότι εκείνος και η σύζυγος του ήταν θύμα απόπειρας απαγωγής από ανθρώπους που απέστειλε το αφεντικό του.

 

Όπως προκύπτει από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης (στο εξής «ΔΦ») μετά τη διενέργεια σχετικής συνέντευξης, ο λειτουργός εξετάζοντας τα όσα λέχθηκαν σε αυτήν, εντόπισε και αξιολόγησε δύο (2) ισχυρισμούς του Αιτητή. Αποδέχτηκε τον πρώτο ισχυρισμό του ως προς την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 90 - 89 ΔΦ) αλλά απέρριψε τον δεύτερο ισχυρισμό του που αφορά απειλές και απαγωγή της συζύγου του από τον εργοδότη του με τον οποίο  διατηρούσε σεξουαλική σχέση. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι αφότου αποφάσισε να διακόψει την σχέση που διατηρούσε με τον εργοδότη του σε πρατήριο της εταιρείας Total όπου εργαζόταν, ο εργοδότης του τον απείλησε, απήγαγε τη σύζυγο του και τον κατηγόρησε για κλοπή καυσίμων (ερυθρό 57 ΔΦ). Ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες επί του πυρήνα του αιτήματος του και/ή υπέπεσε σε αντιφάσεις κυρίως ως προς τη χρονολογική σειρά των κατ’ ισχυρισμό κεντρικών γεγονότων που αφορούν στις επιθετικές πράξεις του εργοδότη του. Ακολούθως, ο λειτουργός κατέγραψε ότι:

- Ο Αιτητής ανέφερε με τρόπο συνεκτικό πως αποφάσισε να εμπλακεί σε μια σεξουαλικής φύσης σχέση αποκλειστικά για οικονομικούς λόγους παρ’ότι αυτοπροσδιορίζεται ως ετεροφυλόφιλος,

- Ο Αιτητής απέδωσε με βιωματικό και λεπτομερή τρόπο την έλλειψη οικειότητας, σύνδεσης και απόλαυσης στην εν λόγω σχέση (ερυθρό 57 – 1Χ ΔΦ)

- Ο Αιτητής αναφέρθηκε με συγκεκριμένο τρόπο στον φόβο και το αίσθημα ντροπής που του προκαλούσε και συνεχίζει να του προκαλεί η σχέση εξαιτίας της απόρριψης των ομόφυλων σχέσεων στην Κινσάσα (ερυθρό 57 – 1Χ ΔΦ).

- Ακολούθως, ο λειτουργός ανέφερε ότι λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ο Αιτητής προσδιορίζεται ως ετεροφυλόφιλος ως προς τον σεξουαλικό του προσανατολισμό (ερυθρό 88 ΔΦ).

 

Στην συνέχεια, καταγράφηκε από τον λειτουργό ότι οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τις επιθετικές πράξεις του εργοδότη του μετά τη λήξη της σεξουαλικής τους σχέσης αποδόθηκαν χωρίς λεπτομέρειες, με αντιφάσεις και έλλειψη συνοχής. Συγκεκριμένα:

- Ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό ότι η εξαφάνιση της συζύγου του οφείλεται στον εργοδότη του (ερυθρό 49 – 1Χ – 3Χ ΔΦ)

- Ο Αιτητής παρουσιάστηκε αντιφατικός και δεν τοποθέτησε τα γεγονότα και τις απειλές που δέχτηκε σε μια συνεκτική χρονολογική σειρά (ερυθρά 50 – 1Χ – 2Χ, 51 – 1Χ – 3Χ ΔΦ, 52 – 2Χ ΔΦ), ούτε μια αιτιολογημένη επεξήγηση για τις αντιφάσεις του (ερυθρό 48 – 1Χ – 2Χ ΔΦ)

- Έπειτα, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού δεν έχει εδραιωθεί. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του αποτελούν το μοναδικό κριτήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του και δεν υφίστανται βάσιμοι λόγοι για περαιτέρω ανάλυση μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης (ερυθρό 87 Δ.Φ.).

 

Παρότι στο συμπέρασμα του λειτουργού καταγράφεται ότι «Ο ανωτέρω ισχυρισμός γίνεται αποδεκτός» πρόκειται προφανώς για τυπογραφικό λάθος της έκθεσης καθότι όλο το περιεχόμενο της έκθεσης και/ή ανωτέρω αυτής της φράσης καταγράφονται οι ελλείψεις του αφηγήματος του και/ή ότι η εσωτερική του αξιοπιστία δεν έχει εδραιωθεί και/ή ότι η γενική αξιοπιστία του ουσιώδους ισχυρισμού 2 κρίθηκε ως ελλιπής.

 

Από την έκθεση/εισήγηση προκύπτει ότι η έρευνα του λειτουργού ήτο ενδελεχής και επεκτάθηκε σε όλα τα στοιχεία που προσκομίστηκαν, ενώ από δε από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων και στοιχείων[1] διαπιστώνω ότι αυτή δεν τεκμηριώνεται. Επιβεβαιώνονται, δε τα ευρήματα και συμπεράσματα του λειτουργού.  Ούτε παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, επίσης, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Σε αρκετές διευκρινιστικές ερωτήσεις του λειτουργού για αριθμό ζητημάτων ο Αιτητής δεν ήταν ικανός να παράσχει ικανοποιητικές απαντήσεις[2] αλλά ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έπεισε για το υπαρκτό των απειλών ή οιασδήποτε μορφής δίωξη. Ούτε τεκμηριώνεται ότι ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής του που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής του δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας του. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Υπάρχουν δε επί της έκθεσης-εισήγησης εκτεταμένες καταγραφές του λειτουργού ως προς τα ευρήματα αναξιοπιστίας του Αιτητή ως επίσης και εκτενείς παραπομπές σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με το τί επικρατεί στην χώρα καταγωγής, τα οποία ουδόλως αμφισβητήθηκαν επαρκώς κατά την δικαστική διαδικασία από τον συνήγορο του και/ή ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών του. Συνεπώς δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ως προς το εάν η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίστατο. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηρίωνε την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να θεωρείτο ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβαλλόταν σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[3] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημείωσε ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιωνόταν ότι στην περιοχή του Αιτητή δεν παρατηρούνταν συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων.  Σημειώνεται ότι, ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησής του ανέφερε ότι κινδύνευε λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθηκε ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Κινσάσα, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ [4], ενώ από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) προκύπτει ότι τα περιστατικά  ασφαλείας που αφορούν συνολικά την γενικότερη περιοχή/περιφέρεια διαμονής του Αιτητή παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με βία κατά αμάχων[5]  (ως και τα συμπεράσματα του λειτουργού), έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μην μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.  Εξάλλου, ούτε τα ατομικά χαρακτηριστικά και στοιχεία του Αιτητή, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στον τόπο διαμονής, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη. Σημειώνεται ότι συμπληρωματικά ότι κατά την αξιολόγηση κινδύνου, στη βάση του αποδεκτού ισχυρισμού 1 και λαμβάνοντας υπόψη την κατ΄ ισχυρισμό σεξουαλική σχέση με τον εργοδότη του (ουσιώδης ισχυρισμός 2) καταγράφηκε ότι πρόκειται για ετερόφυλο άντρα - συνεπώς ορθά και δεν έγινε και αξιολόγηση σε σχέση με σεξουαλικό προσανατολισμό του Αιτητή.

 

Όλα τα στοιχεία ανωτέρω, όπως αυτά προκύπτουν από τον φάκελο της υπόθεσης του Αιτητή καταδεικνύουν ότι η διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου του διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις διατάξεις των Άρθρων 13, 13Α  και 18 περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), αλλά και με βάση τα κριτήρια και/ή προϋποθέσεις που τηρούνται κατά την εξέταση αίτησης ασύλου. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά τη συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Δεν εντοπίζεται οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Διενεργήθηκαν εκτενείς ερωτήσεις, τόσο κλειστού όσο και ανοικτού τύπου, όπως επίσης και διευκρινιστικές ερωτήσεις για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες του, ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με τις απαντήσεις του επαρκώς το αίτημα του. Σημειώνεται σε αυτό το σημείο ότι υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος του Αιτητή από τον λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής σε συνάρτηση με την περιοχή διαμονής του.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ) ούτε προκύπτει ανεπαρκής αιτιολόγηση της διοικητικής απόφασης (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Συνεπώς, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023

[2] EYAA, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System, Judicial Analysis 2nd Edition, February 2023, σελ.122-123

[3] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.

[4] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un_documents_type/security-council-resolutions/?ctype=Democratic%20Republic%20of%20the%20Congo&cbtype=democratic-republic-of-the-congo , καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html , USAID, Democratic Republic of the CongoComplex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο σε διεύθυνση της ιστοσελίδας reliefweb: https://reliefweb.int/report/democratic-republic-congo/democratic-republic-congo-complex-emergency-fact-sheet-3-fiscal-9 και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo

[5] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ για το διάστημα 10/09/2024 έως 10/09/2025 στην περιοχή Kinshasa, σημειώθηκαν 27 περιστατικά ασφαλείας με 229 απώλειες ζωών. Εξ αυτών των περιστατικών τα 3 αφορούν σε μάχες (13 απώλειες), 12 σε περιστατικά βίας κατά αμάχων (13 απώλειες), 2 σε διαδηλώσεις (0 απώλειες) και 10 σε εξεγέρσεις (με 203 απώλειες).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο