C.P.E. ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 3201/2023, 25/9/2025
print
Τίτλος:
C.P.E. ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 3201/2023, 25/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                               Υπόθεση αρ. 3201/2023

                                   

25 Σεπτεμβρίου 2025

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

                                          C.P.E.

                                                                                                                                                                                                                                             Αιτητής

Και

 

               Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                                 Καθ' ων η αίτηση

                                                                                                                          

Σ. Στεφάνου (κος) για Αντρέας Γιωρκάτζιης Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Ε. Ιωάννου (κα) για Χ. Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:   Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 16/08/2023 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 05/09/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως παράνομης, άκυρης και στερούμενης οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των Διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής είναι ενήλικας από τη Νιγηρία και στις 25/02/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 08/08/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (E.U.A.A.). Ακολούθως, στις 10/08/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στις 16/08/2023, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου, αποφάσισε όπως να μην παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 05/09/2023, η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 05/09/2023.

Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

Ο συνήγορος του αιτητή προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται και αναλύονται στην Γραπτή Αγόρευση του αιτητή που επακολούθησε. Οι μόνοι ισχυρισμοί που εν τέλει προωθούνται στην γραπτή αγόρευση του αιτητή είναι: Α) Μη υποβολή επαρκών ερωτήσεων κατά την διάρκεια της συνέντευξης. Β) Έλλειψη δέουσας έρευνας. Γ) Η επίδικη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα. Δ) Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί μη υποβολής επαρκών ερωτήσεων κατά την συνέντευξη στον αιτητή, παρατηρώ από το πρακτικό της συνέντευξης του ότι τέθηκαν στον αιτητή αρκετές ερωτήσεις.

Πρόσθετα, σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση του για διεθνή προστασία. Σύμφωνα δε με την παράγραφο 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια του Καθεστώτος των Προσφύγων (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«(α) Ο αιτών πρέπει:

(Ι) Να λέει την αλήθεια και να παρέχει κάθε βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του.

(ΙΙ) Να προσπαθεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του με κάθε διαθέσιμο αποδεικτικό μέσο και να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για τυχόν ελλείψεις τους. Εάν παρουσιασθεί ανάγκη, πρέπει να προσπαθήσει να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά μέσα.

(ΙΙΙ) Να δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον ίδιο και τις προηγούμενες εμπειρίες του, τόσο λεπτομερειακά όσο είναι αναγκαίο, ώστε να δοθεί στον εξεταστή η δυνατότητα να διαπιστώσει τη συνδρομή των σχετικών γεγονότων. Πρέπει ακόμη να κληθεί να δώσει μια συναφή εξήγηση ως προς όλους τους λόγους που επικαλείται για να υποστηρίξει την αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα και να απαντήσει σε όσες ερωτήσεις του τεθούν.».

Στην περίπτωση του αιτητή, παρατηρώ από το πρακτικό της συνέντευξης ότι τέθηκαν σε αυτόν αρκετές ερωτήσεις, και ο ίδιος δεν ανέφερε οτιδήποτε το οποίο θα υποδήλωσε μια γνήσια περίπτωση προσώπου που χρήζει διεθνούς προστασίας, προκειμένου και ο αρμόδιος λειτουργός να προβεί σε περαιτέρω ερωτήσεις. Ενόψει των ως έχουν αναφερθεί, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του συνηγόρου του Αιτητή για πλάνη περί τα πράγματα, δεν μπορώ να εντοπίσω σημείο στην διαδικασία έκδοσης της προσβαλλόμενης δια της παρούσης πράξης στο οποίο να εμφιλοχώρησε πλάνη περί τα πράγματα σύμφωνα με το άρθρο 46 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο Ν. 158 (Ι)/1999 και συνεπεία της οποίας η απόφαση των καθ' ων η αίτηση να μπορεί να θεωρηθεί πάσχουσα συνεπεία τέτοιας πλάνης περί των γεγονότων. Οι καθ' ων η αίτηση υπήγαγαν τα γεγονότα του Αιτητή στις σχετικές διατάξεις της οικείας νομοθεσίας και η κρίση τους είναι ορθή. Συνακόλουθα, ουδεμία πλάνη διαπιστώνεται εν προκειμένω και ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός του Αιτητή επίσης απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Θα προχωρήσω με την εξέταση του ισχυρισμού περί ελλιπούς και/ή ανεπαρκούς αιτιολόγησης της προσβαλλόμενης απόφασης.

Όπως έχει κατ΄ επανάληψη νομολογηθεί, η αιτιολογία της διοικητικής πράξης μπορεί να είναι λακωνική, αρκεί να είναι επαρκής, έτσι ώστε να μπορεί να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος, μπορεί δε να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (βλ. Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 303, Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 648, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 672 και SURENDAN SUNDARARAJ κ.α. ν. Δημοκρατίας, ECLI:CY:AD:2015:D596, Υποθ. Αρ. 1867/2012, ημερ. 11.9.2015).

Συνακόλουθα, και ενόψει των πιο πάνω νομολογιακών κατευθυντήριων, δεν διαπιστώνω παραβίαση του άρθρου 26 του Ν. 158 (ι)/1999. Εν αντιθέσει, στην βάση των σχετικών με τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος  διεθνούς προστασίας διατάξεων, παρατηρώ ότι στην σχετική Έκθεση του αρμόδιου λειτουργού όσο και στην απόφαση των καθ' ων η αίτηση αναφέρονται επαρκώς οι λόγοι, νομικοί και πραγματικοί, για τους οποίους απορρίφθηκε η επίδικη αίτηση ασύλου. Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του αιτητή ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.

Κατά την υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, ο αιτητής δήλωσε ότι έφυγε από τη χώρα του εξαιτίας μιας οικογενειακής κρίσης και εξαιτίας απειλών κατά της ζωής του. Ο θείος του δηλητηρίασε τον πατέρα του εξαιτίας μιας κτηματικής διαφοράς. Όταν ο Αιτητής έφερε αντιμέτωπο το θείο του με αυτή την πληροφορία, ο θείος του άρχισε να τον απειλεί ότι θα σκοτώσει τον ίδιο και την οικογένεια του με τον ίδιο τρόπο που σκότωσε τον πατέρα του. Ακολούθως, ο Αιτητής, η σύζυγος και το παιδί τους τράπηκαν σε φυγή. Η σύζυγος του Αιτητή ήταν έγκυος 4 εβδομάδων όταν ο Αιτητής έφυγε από τη Νιγηρία προκειμένου να αναζητήσει διεθνή προστασία. (ερ. 1 Δ.Φ.). 

 

Στο πλαίσιο της προσωπικής του συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (ερυθρό 41 δ.φ.). Αναφορικά με το επάγγελμά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι από το 2018 εργαζόταν ως ταξιτζής (ερυθρό 40 δ.φ.). Ως προς τα μέρη όπου έχει ζήσει, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Enugu του κρατιδίου Enugu και σε ηλικία 2 ετών μετακόμισαν οικογενειακώς στο Nkpor του κρατιδίου Anambra, όπου παρέμεινε όλη την υπόλοιπη ζωή του (ερυθρό 42 δ.φ.). Ως προς την οικογένειά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι η μητέρα του βρίσκεται εν ζωή, ενώ ο πατέρας του αποβίωσε το 2019. Είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά.

 

Αναφορικά με το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του είχε αγροτεμάχιο, αλλά βρισκόταν σε διαμάχη με έναν θείο του αναφορικά με το συγκεκριμένο αγροτεμάχιο. Όταν ήταν μικρός, ο πατέρας του συνήθιζε να πηγαίνει και να του δείχνει το αγροτεμάχιο. Όταν ο Αιτητής ήταν 15 ετών, ο πατέρας του άρχισε να βάζει θεμέλια για την ανέγερση σπιτιού στο συγκεκριμένο αγροτεμάχιο, αλλά ο θείος του Αιτητή έφερε αντιρρήσεις, ισχυριζόμενος ότι έχει την κυριότητα του σπιτιού, καθώς ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία γιος της οικογένειας. Σε κάποια φάση έλαβε χώρα ένας μεγάλος καβγάς και ο πατέρας του ξυλοκοπήθηκε από το θείο του Αιτητή και τα παιδιά του. Μετά από αυτό το συμβάν επενέβησαν οι άνδρες του βασιλιά προκειμένου να επιλύσουν τη διαφορά, ωστόσο αυτό δεν επιτεύχθηκε. Ο Αιτητής και ο πατέρας του επέστρεψαν στο Nkpor. Ο πατέρας του συνέχισε να έχει προβλήματα με το συγκεκριμένο ζήτημα, και το 2019 δηλητηριάστηκε. Στην εκκλησία τους είπαν ότι πίσω από τη δηλητηρίαση βρισκόταν ο θείος του Αιτητή. Ακολούθως, η οικογένεια του Αιτητή πήγε στο χωριό προκειμένου να προβεί στην ταφή του πατέρα του Αιτητή. Εκεί, ο Αιτητής αποκάλυψε στο θείο του ότι γνώριζε πώς αυτός ευθύνεται για το θάνατο του πατέρα του. Ο θείος του τον απείλησε ότι ό,τι συνέβη στον πατέρα του θα συμβεί και στον ίδιο. Αργότερα, όταν βρίσκονταν στην οικογενειακή οικία, ήρθαν κάποιοι άνδρες να του επιτεθούν προκειμένου να τον αναγκάσουν να φύγει από το χωριό, γιατί είπε ότι ο θείος του σκότωσε τον πατέρα του. Ακολούθως, ο Αιτητής επέστρεψε στο κρατίδιο της Anambra. Ο Αιτητής δεν επισκέφθηκε ξανά το χωριό του. Κάποια στιγμή, ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο για μια εγχείρηση, η σύζυγός του του είπε ότι επισκέφθηκε το νοσοκομείο μια ομάδα αγοριών και ότι ο γιατρός δεν τους άφησε να εισέλθουν. Τότε ο Αιτητής κατάλαβε ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο. Ακολούθως ένας φίλος του Αιτητή του σύστησε να αναζητήσει βοήθεια από την εκκλησία. Αφού εξήγησε την κατάσταση του, δέχτηκαν να τον βοηθήσουν και τον διαβεβαιώσαν ότι θα φροντίσουν την οικογένειά του (ερυθρά 39-38 δ.φ.).

 

Ερωτηθείς τί φοβάται σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του θα τον σκοτώσει (ερυθρό 38 δ.φ.). Ερωτώμενος αν έχει συμβεί κάτι από τη στιγμή που έφυγε από τη Νιγηρία, το οποίο να υποδεικνύει ότι εξακολουθεί να βρίσκεται σε κίνδυνο, ο Αιτητής απάντησε ότι βλέπει εφιάλτες και ότι η μητέρα του έχει δεχθεί απειλές (ερυθρό 38 δ.φ.).

 

Αναφορικά με όσα επακολούθησαν του καβγά κατά τον οποίο ο πατέρας του ξυλοκοπήθηκε από το θείο του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του εξακολούθησε να πηγαίνει στο χωριό, ότι σταμάτησε την ανέγερση του σπιτιού και ότι προσπάθησε να νοικιάσει το αγροτεμάχιο, αλλά ο θείος του έδιωξε τη γυναίκα που ενδιαφερόταν για την ενοικίαση (ερυθρό 36 δ.φ.). Ερωτηθείς αν ο πατέρας του συζήτησε ποτέ ξανά το ζήτημα της κυριότητας του αγροτεμαχίου με τον αδερφό του, ο Αιτητής απάντησε ότι συζήτησαν για το ζήτημα με τους ανθρώπους του βασιλιά, ότι ο πατέρας του δήλωσε ότι δεν θα παραχωρήσει ποτέ την κυριότητα και ότι οι άνθρωποι του βασιλιά δεν κατάφεραν να επιλύσουν τελικά τη διαφορά (ερυθρά 36-35 δ.φ.). Επίσης δήλωσε ότι ο θείος του άρχισε να χρησιμοποιεί το αγροτεμάχιο και ότι ο πατέρας του ως αντίδραση έχτισε θεμέλια. Χρονικά τοποθέτησε το χτίσιμο των θεμελίων 2-3 χρόνια μετά τον κρίσιμο καβγά (ερυθρό 35 δ.φ.). Αναφορικά με τί συνέβη μετά από αυτή την κίνηση του πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του προσπάθησε να επιτεθεί στον πατέρα του, αλλά επενέβησαν οι άνθρωποι του βασιλιά και ζήτησαν από τον πατέρα του Αιτητή να σταματήσει τις εργασίες μέχρι την επίλυση της διαφοράς. Επειδή ο πατέρας του γνώριζε ότι οι άνθρωποι του βασιλιά ήταν με το μέρος του αδερφού του κάλεσε έναν θείο του, ο οποίος ήταν παρών όταν οι γονείς του, του παραχώρησαν το αγροτεμάχιο. Ο Αιτητής δεν γνωρίζει αν μετά από αυτό το συμβάν υπήρξε κάποιος άλλος καβγάς, αλλά γνωρίζει ότι ο θείος του απείλησε τον πατέρα του ότι αν δεν αφήσει το αγροτεμάχιο, κάποιος πρόκειται να πεθάνει (ερυθρό 35 του Δ.Φ.).

 

Ερωτηθείς αναφορικά με το θάνατο του πατέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι τον Ιούνιο/Ιούλιο του 2018 ο πατέρας του επέστρεψε από το χωριό και μετά από μία βδομάδα αρρώστησε. Οι γιατροί αφού τον εξέτασαν διέγνωσαν ότι είναι μια χαρά και του συνταγογράφησαν κάποια φάρμακα για κάθε ενδεχόμενο και ότι 8 μήνες μετά και συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2019, ο πατέρας του πέθανε. Ακολούθως, η μητέρα του Αιτητή πήγε σε μια εκκλησιά και εξήγησε πώς είχε η κατάσταση. Ο πάστορας κάνοντας χρήση πνευματικών μέσων της είπε ότι ο σύζυγός της είχε δηλητηριαστεί από τον αδερφό του και ότι θα έπρεπε να είχε καταφύγει σε έναν παραδοσιακό ιατρό προκειμένου να σωθεί. Ερωτηθείς για ποιο λόγο θεωρεί ότι ο θείος του αποφάσισε να δολοφονήσει τον πατέρα του μετά από τόσα χρόνια, ο Αιτητής δήλωσε ότι το έκανε επειδή ο πατέρας του συνέχισε να πηγαίνει στο χωριό και να κατέχει την κυριότητα του αγροτεμαχίου και επειδή ήταν σε θέση να κάνει κάτι τέτοιο (ερυθρό 33 δ.φ.).

 

Ερωτηθείς αναφορικά με τις απειλές σε βάρος του ίδιου, ο Αιτητής δήλωσε ότι την επόμενη μέρα της ταφής (Φεβρουάριος/Μάρτιος 2019) μια ομάδα 4 αγοριών ήρθε στην οικογενειακή οικία, όπου διέμεναν στο χωριό και ζήτησαν από τη μητέρα του να καλέσει τον Αιτητή. Όταν εκείνη αρνήθηκε, της είπαν ότι θα επιστρέψουν (ερυθρό 32 δ.φ.). Ο ίδιος δεν βγήκε να τους μιλήσει γιατί φοβόταν, ούτε γνωρίζει την ταυτότητα αυτών των ανθρώπων (ερυθρό 32 δ.φ.). Ο Αιτητής εγκατέλειψε το χωριό την ίδια κιόλας μέρα (ερυθρό 32 δ.φ.). Ο ίδιος δεν δέχθηκε κάποια απειλή προσωπικά από τη στιγμή που έφυγε από το χωριό και μέχρι να εγκαταλείψει οριστικά τη χώρα το καλοκαίρι του 2020 (ερυθρό 32-31 δ.φ.). Η μητέρα του ωστόσο, η οποία παρέμεινε στο χωριό στο κρατίδιο Enugu, του είπε ότι ο μεγαλύτερος σε ηλικία γιος του θείου του την απείλησε ότι θα «ασχοληθεί» ο ίδιος προσωπικά με τον Αιτητή (ερυθρό 32 δ.φ.). Ερωτηθείς αν επέστρεψε ποτέ στο χωριό, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 31 δ.φ.).

Ερωτηθείς αναφορικά με το περιστατικό στο νοσοκομείο, ο Αιτητής δήλωσε ότι η σύζυγός του τον ενημέρωσε ότι κάποια αγόρια δήλωσαν ότι είναι αδέρφια του Αιτητή και ότι έχουν έρθει να τον επισκεφτούν. Επειδή ο γιατρός γνώριζε ότι ο Αιτητής δεν έχει αδέρφια δεν επέτρεψε την είσοδό τους (ερυθρό 31 δ.φ.).

 

Ερωτώμενος για ποιο λόγο θεωρεί ότι τα συγκεκριμένα άτομα προέρχονταν από το χωριό του/ή είχαν σταλθεί από το θείο του, ο Αιτητής δήλωσε ότι πιθανολογεί ότι ο θείος του τον παρακολουθούσε και έτσι έμαθε για την εγχείρηση. Επίσης δήλωσε ότι η μητέρα του γνώριζε για την εγχείρηση, ενώ ο ίδιος την είχε αποκρύψει και άρα πιθανολογεί ότι έμαθε γι’ αυτήν από το θείο του (ερυθρό 31-30 δ.φ.). Ο Αιτητής δήλωσε επίσης σχετικά, ότι μετά το περιστατικό, αφού διηγήθηκε το περιστατικό στη μητέρα του, εκείνη του είπε ότι πρέπει να φύγει για να σωθεί και ότι θεωρεί ότι η επίσκεψη των αγοριών στο νοσοκομείο αποτελεί ένδειξη ότι ο θείος του θέλει να τον σκοτώσει (ερυθρό 30 δ.φ.).

 

Ερωτηθείς αν τον πλησίασε ή τηλεφώνησε ή απείλησε κάποιος αφού έφυγε από το νοσοκομείο, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, αλλά δήλωσε ότι η γυναίκα του έλαβε ένα μήνυμα στο οποίο ένας άγνωστος αριθμός την συμβούλευε να εγκαταλείψει τον Αιτητή πριν συμβεί κάτι δυσάρεστο (ερυθρό 29 δ.φ.). Σε σχετική ερώτηση για ποιο λόγο θεωρεί ότι το μήνυμα συνδέεται με το θείο του, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν έχει προβλήματα με κάποιον άλλον άνθρωπο (ερυθρό 29 δ.φ.).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τις δηλώσεις του αιτητή, κατά το στάδιο της συνέντευξης του, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αναφορικά με την υπηκοότητα, την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο διαμονής του αιτητή, και ο δεύτερος αναφορικά με το ότι απειλείτον η ζωή του αιτητή από τον θείο του λόγω μια κτηματικής διαφοράς.

 

Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε δεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού.

 

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός καθότι ο λειτουργός κατέγραψε αρχικά ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς πληροφορίες για το αγροτεμάχιο, ήτοι να προσδιορίσει το μέγεθος αυτού και την αξία του, όπως θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο. Περαιτέρω, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε πολλαπλές αντιφάσεις αναφορικά με τις χρήσεις του αγροτεμαχίου: αρχικά ανέφερε ότι ο πατέρας του έθεσε θεμέλια στο αγροτεμάχιο το 2008, γεγονός που πυροδότησε το καβγά με τον αδερφό του (και θείο του Αιτητή). Ακολούθως, ανέφερε ότι μετά τον καβγά ο πατέρας του δεν προσπάθησε να χτίσει οτιδήποτε, ενώ σε άλλο σημείο ανέφερε ότι ο πατέρας του επέστρεψε στο χωριό μετά τον καβγά προκειμένου να θέσει θεμέλια στο αγροτεμάχιο. Ο λειτουργός σημείωσε σχετικά ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να παράσχει μια επαρκή εξήγηση σε σχέση με τις εν λόγω αντιφάσεις. Ως προς το θάνατο του πατέρα του Αιτητή, ο λειτουργός κατέγραψε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή ήταν μη συνεκτικές και ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση εξηγήσει με ευλογοφάνεια τον τρόπο με τον οποίο ο θάνατος του πατέρα του συνδέεται με την κτηματική διαφορά που είχε με τον αδερφό του. Επίσης, σχολίασε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει μια ευλογοφανή εξήγηση σε συνάρτηση με τη δήλωσή του ότι ο πατέρας του δηλητηριάστηκε από το θείο του ή σε συνάρτηση με τη δήλωσή του ότι το δηλητήριο προκάλεσε το θάνατο του πατέρα του αιτητή 8 μήνες μετά την δηλητηρίαση, ενώ δεν κατάφερε να εξηγήσει επαρκώς ούτε γιατί ο θείος του αποφάσισε να σκοτώσει τον πατέρα του μετά από τόσα χρόνια.

 

Ακολούθως, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε πολλαπλές αντιφάσεις προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί θεωρεί ότι τα άτομα που τον επισκέφτηκαν στο νοσοκομείο ήταν από το χωριό του: αρχικά δήλωσε ότι επειδή η μητέρα του γνώριζε για την εγχείρηση, χωρίς ο ίδιος να την έχει πληροφορήσει σχετικά, εικάζει ότι την πληροφόρησε ο θείος του. Ακολούθως, δήλωσε ότι δεν ρώτησε ποτέ τη μητέρα του σχετικά, στη συνέχεια δήλωσε ότι όταν τη ρώτησε εκείνη αρνήθηκε να του πει, ενώ τέλος δήλωσε ότι την ρώτησε παραδέχτηκε ότι την είχε πληροφορήσει για την εγχείρηση ο θείος του. Όταν η αντίφαση τέθηκε στον Αιτητή, εκείνος υπήρξε και πάλι αντιφατικός δηλώνοντας ότι η μητέρα του δεν του είπε ποτέ αν μίλησε με το θείο του ή όχι.

 

Τέλος, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι πέρα από το περιστατικό στο νοσοκομείο, ο Αιτητής δεν δέχτηκε καμία απειλή, τηλεφωνική κλήση ή οποιαδήποτε άλλη μορφή παρενόχλησης, ενώ επίσης ούτε κάποιο άλλο μέλος της οικογένειάς του δέχθηκε κάποια παρενόχληση ή βλάβη.

 

Καταληκτικά, ο λειτουργός κατέγραψε ότι η συνολική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή δεν τεκμηριώθηκε και ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

 

Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού. Στα πλαίσια της εν λόγω αξιολόγησης, ο αρμόδιος λειτουργός, αφού έλαβε υπόψη όλα τα συναφή στοιχεία που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος του αιτητή και μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος κατέληξε ότι δεν συντρέχει μελλοντικός κίνδυνος δίωξης ή έκθεσης σε σοβαρή βλάβη του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία και συγκεκριμένα στο Nkpor της πολιτείας Anambra, όπου ανήκει ο τόπος της προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, αφού στο πρόσωπο του δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου ήτοι την εθνικότητα την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 10 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Περαιτέρω, θεώρησε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, μιας και στο Nkpor της πολιτείας Anambra της Νιγηρίας, τόπο  προηγούμενης διαμονής του αιτητή, δεν επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων λόγω εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.

 

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.

 

Θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει την αξιοπιστία των δηλώσεων του γύρω από τις απειλές που δεχόταν από τον θείο του λόγω της κτηματικής περιουσιακής διαφοράς.

 

Ορθώς, λοιπόν, θεωρώ κρίθηκε από τους Kαθ’ ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε, καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του, ενώ οι απαντήσεις του στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις και ασυνέπειες όσον αφορά  τον κίνδυνο που ισχυρίστηκε ότι διατρέχει από τον θείο του λόγω κτηματικής διαφοράς. Θα συμφωνήσω με την αξιολόγηση στην οποία έχει προβεί ο αρμόδιος λειτουργός ως καταγράφεται στην έκθεση – εισήγηση και με τα σημεία που εντόπισε περί του να καταλήξει σε εύρημα περί της μη αξιοπιστίας του αιτητή και επομένως παρέλκει η όποια επανάληψη τους.

 

Επομένως, καταλήγω ότι το εν λόγω αφήγημα του αιτητή δεν παρουσιάζει ευλογοφάνεια και συνοχή. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα εκ του αιτητή εξιστορισθέντα δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικά περιστατικά. Επομένως, ο υπό εξέταση ισχυρισμός κρίνεται ως εσωτερικά μη αξιόπιστος.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει ότι εκ των όσων αυτός δήλωσε, λόγω της απολύτου προσωπικής φύσεως τους, δεν προκύπτουν στοιχεία που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας σε εξωτερικές πηγές. Στη βάση λοιπόν της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του αιτητή, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται ως μη αξιόπιστος στο σύνολό του.

 

Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, ο Αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής  στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στο Nkpor του κρατιδίου Anambra η οποία έχει γίνει δεκτό ότι αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του.

Σύμφωνα δε με το RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), μιας πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των συγκρούσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη-διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ ISWAP και Boko Haram[1].

Όσον αφορά το κρατίδιο Anambra τόπο συνήθους διαμονής του αιτητή, για σκοπούς πληρότητας της έρευνας, παραθέτω αριθμητικά δεδομένα επί των περιστατικών ασφαλείας στη συγκεκριμένη περιοχή.  Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης τις 05/09/2025), καταγράφηκαν 121 περιστατικά πολιτικής βίας (“political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/ απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 195 θάνατοι.[2]

Δεδομένου ότι ο συνολικός πληθυσμός του κρατιδίου Anambra ανέρχεται σε 5,953,500 κατοίκους[3], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο συνήθους διαμονής του. 

To ανωτέρω συμπέρασμα ενισχύεται και από το γεγονός ότι με βάσει το συγκριτικό χάρτη που αναφέρεται στο Σημείωμα Καθοδήγησης της EUAA για τη Νιγηρία το 2021, η πολιτεία Anambra, εντάσσεται στις πολιτείες επί τις οποίες ένας άμαχος δεν αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να επηρεαστεί κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[4], εν προκειμένω του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Κατά συνέπεια, η πολιτεία Anambra, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας οι οποίες πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε νομολογιακά στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[5]. Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψιν και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, διαπιστώνω ότι απουσιάζουν ιδιαίτερες επιβαρυντικές περιστάσεις, δεδομένου ότι ο αιτητής συνιστά ενήλικα, υγιή, αρτιμελή άνδρα, διαθέτον μορφωτικό επίπεδο. Συμπερασματικά, δεν κρίνω ότι ανακύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πολιτεία Anambra.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 145/2025, δυνάμει της οποίας η Νιγηρία περιλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας. Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με € 1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

                                                                                 Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 

 



[1] RULAC, 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', τελευταία ενημέρωση: 02/03/2023, διαθέσιμο σε:https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse2accord  [ημερομηνία πρόσβασης 21/09/2025]

[2] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Nigeria, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 12/09/2025) 

[3] City-Population, Nigeria, Anambra State, διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/?admid=5732 (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 12/09/2025).

[4] EUAA, Country Guidance, Nigeria, 2021, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σελ. 32, [Ημερομηνία Πρόσβαησς: 21/09/2025]

[5] Βλ.  Απόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014 (βλ. σκέψη 31), όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009 (βλ. σκέψη 39, 43).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο