M. A. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 346/23, 11/9/2025
print
Τίτλος:
M. A. κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 346/23, 11/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ.: 346/23

 

11 Σεπτεμβρίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

1. M. A.

2. C. M. (σύζυγος)

3. S.K. (ανήλικος υιός)

4. S. K. (ανήλικος υιός)

 

Αιτητών

 

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

 

Καθ’ ων η αίτηση

 ……………………

 

 

Κ. Κουπαρή (κα), Δικηγόρος Αιτητών

 

Α. Αναστασίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Οι Αιτητές με την παρούσα προσφυγή αιτούνται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 13.1.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022.

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Οι Αιτητές αποτελούν οικογένεια. Ειδικότερα, οι Αιτητές αρ. 1 και αρ. 2 είναι σύζυγοι και οι Αιτητές αρ. 3 και αρ. 4 είναι τα ανήλικα τέκνα τους. Εισήλθαν παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές στις 28.1.2020 και περί τις 29.1.2020 υπέβαλαν αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 24.11.2022 και 25.11.2022 πραγματοποιήθηκαν συνεντεύξεις των Αιτητών αρ. 1 και 2 από λειτουργό, ο οποίος την 29.12.2022 υπέβαλε σχετική Έκθεση/ Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησής του για άσυλο και για επιστροφή τους στη χώρα καταγωγής τους. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 13.1.2023. Στις 26.1.2023, οι εν λόγω αποφάσεις κοινοποιήθηκαν στους Αιτητές.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Οι Αιτητές, με το εισαγωγικό δικόγραφο, προβάλλουν ως λόγους προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, υποστηρίζοντας ότι δεν ελήφθη υπόψη το βέλτιστο συμφέρον των ανηλίκων. Ειδικότερα, ισχυρίζονται ότι δεν αξιολογήθηκε ο ισχυρισμός της Αιτήτριας 2 ότι δεν φέρει την επίσημη ενδυμασία «hijab» στο Ιράκ, καθώς και ο ισχυρισμός περί επιβολής από τον θείο της βίαιου χωρισμού από τον σύζυγό της (Αιτητή 1). Προβάλλουν περαιτέρω ότι ο Αιτητής 3, ο οποίος κατά τον χρόνο της επίδικης συνέντευξης των γονέων του ήταν δώδεκα ετών, ενώ υπήρχε ο ισχυρισμός ότι και αυτός είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό, ούτε αξιολογήθηκε ούτε κλήθηκε σε συνέντευξη ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, παρότι αυτή όφειλε να τον καλέσει.

 

3.             Στο πλαίσιο της γραπτής αγόρευσής τους, οι Αιτητές σχολιάζουν τα επιμέρους ευρήματα ως προς την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των δύο ενηλίκων Αιτητών, αναφορικά με τους ισχυρισμούς που συνδέονται με τον πυρήνα του αιτήματός τους (μεταστροφή στον Χριστιανισμό του Αιτητή 1 και απειλές από συγγενικά πρόσωπα της Αιτήτριας 2). Επιπλέον, προβάλλουν ότι δεν αξιολογήθηκε δεόντως το τατουάζ που φέρει ο Αιτητής 1, το οποίο, κατά τη θέση τους, απεικονίζει χριστιανικό σύμβολο και αποτελεί ένδειξη δυτικοποιημένης συμπεριφοράς. Δεδομένης της, κατά τους ισχυρισμούς τους, εσφαλμένης αξιολόγησης, οι Αιτητές υποστηρίζουν ότι δεν έγινε ορθή στάθμιση του κινδύνου που διατρέχουν σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής και ότι δεν λήφθηκε υπόψη το βέλτιστο συμφέρον των ανηλίκων, χωρίς όμως να επεξηγούν με ποιον συγκεκριμένο τρόπο αυτό επηρεάζεται. Καταληκτικώς, υποστηρίζουν ότι δικαιολογείται η υπαγωγή τους σε καθεστώς διεθνούς προστασίας, καθότι διατρέχουν κίνδυνο δίωξης λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, υποβάλλοντας ότι το κράτος καταγωγής τους δεν παρέχει επαρκή προστασία προς τούτο. Στο πλαίσιο της απαντητικής τους αγόρευσης, επισημαίνεται η φερόμενη απόπειρα βίαιου αποχωρισμού της Αιτήτριας από το σύζυγό της από συγγενικό της πρόσωπο καθώς και η αδυναμία μετεγκατάστασης σε άλλη περιοχή του κράτους.

 

4.             Από την πλευρά τους, οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης απόφασης, παραπέμποντας στα επιμέρους ευρήματα, τα οποία οδήγησαν στην απόρριψη των ουσιωδών ισχυρισμών των Αιτητών, που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός τους. Υποβάλλουν περαιτέρω ότι τα πιστοποιητικά βάπτισης, δεδομένου ότι η θρησκευτική μεταστροφή ενέχει κατ’ εξοχήν υποκειμενικό στοιχείο, δεν διαθέτουν ιδιαίτερη αποδεικτική αξία ως προς την ειλικρίνεια ή τη γνησιότητα της μεταστροφής. Ως προς τη συμπεριφορά του Αιτητή 1, υποστηρίζουν ότι δεν καταδεικνύει ειλικρινή προσχώρηση στον Χριστιανισμό. Κατά συνέπεια, εφόσον δεν τεκμηριώνεται ο ισχυρισμός περί μεταστροφής, υποστηρίζουν ότι δεν υφίσταται κίνδυνος δίωξης και, ως εκ τούτου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή των Αιτητών σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

5.             Ως προς τη φερόμενη μεταστροφή και των λοιπών μελών της οικογένειας, οι Καθ’ ων η αίτηση επισημαίνουν ότι ο σχετικός ισχυρισμός προβάλλεται για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου και ουδέποτε είχε προβληθεί κατά τη διοικητική διαδικασία. Σχετικά με τον ισχυρισμό περί μη λήψης υπόψη του βέλτιστου συμφέροντος των ανηλίκων, οι Καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν ότι οι Αιτητές, δια της συνηγόρου τους, δεν επεξηγούν τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη το εν λόγω συμφέρον, ούτε πώς αυτό παραγνωρίστηκε. Υποστηρίζουν, αντιθέτως, ότι οι ανήλικοι Αιτητές 3 και 4 είναι υγιείς και πρόκειται να επιστρέψουν σε περιβάλλον όπου η κουλτούρα, η γλώσσα και το πολιτιστικό υπόβαθρο τους είναι γνώριμα, ενώ θα συνοδεύονται από τους γονείς τους, οι οποίοι είναι σε θέση να εργαστούν και να συνεισφέρουν στη φροντίδα του οίκου.

 

6.             Περαιτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση τονίζουν ότι η μη συμπερίληψη του Ιράκ στον κατάλογο των ασφαλών χωρών καταγωγής δεν δημιουργεί αυτομάτως τεκμήριο περί του αντιθέτου. Ακόμη και εάν γινόταν δεκτός ο ισχυρισμός περί μεταστροφής των Αιτητών, κατά τη θέση τους, η επιστροφή τους στη χώρα καταγωγής δεν θα συνεπαγόταν δίωξη κατά την έννοια του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Τέλος, υποστηρίζουν ότι, κατά τον χρόνο καταχώρισης της γραπτής αγόρευσής τους (4.4.2024), η κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής δεν ήταν τέτοια που να δικαιολογεί την υπαγωγή των Αιτητών σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.

 

To νομικό πλαίσιο

7.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

8.             Το άρθρο 3 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: o περί Προσφύγων Νόμος) καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτό το καθεστώς.

 

9.             Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

«Υποχρεώσεις αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών

16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(2)  Ιδίως, ο αιτητής οφείλει-

(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙  […]».

10.          Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

Κατάληξη

11.          Ως προς τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής, επισημαίνεται καταρχάς, ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική της ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας») Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο  εκάστοτε αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή της στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, οι Αιτητές εκπροσωπούμενοι και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

12.          Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του  εκάστοτε αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του του αιτούντος άσυλο να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου ή κινδύνου δυνάμει του άρθρου 19 του ιδίου νόμου. Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του αιτούντος άσυλο να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI: EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).

 

13.          Παρατηρείται συναφώς ότι ο Αιτητής 1, κατά την υποβολή του αιτήματός του για διεθνή προστασία, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για δύο λόγους. Πρώτον, διότι τέλεσε γάμο με την Αιτήτρια 2 χωρίς τη συγκατάθεση της οικογένειάς της, γεγονός το οποίο, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, προκάλεσε σοβαρή εχθρότητα εις βάρος του, εκδηλούμενη με απειλές κατά της ζωής του εκ μέρους των συγγενών της συζύγου του, οι οποίοι, όπως υποστήριξε, επιθυμούσαν να τον θανατώσουν. Επεσήμανε ότι στο Ιράκ δεν αισθανόταν ασφαλής, καθότι το κράτος διοικείται από ισλαμική κυβέρνηση, στο πλαίσιο της οποίας μία γυναίκα δεν μπορεί να συνάψει γάμο χωρίς την έγκριση του πατέρα της και, ως εκ τούτου, δεν απολαύει κρατικής προστασίας. Ως δεύτερο λόγο προέβαλε το γεγονός ότι δεν πιστεύει στο Ισλάμ.

 

14.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής 1, ο οποίος υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας και εκ μέρους της οικογένειάς του (συζύγου- Αιτήτριας 2 και των δύο ανήλικων υιών του Αιτητών 3 και 4), δήλωσε ότι γεννήθηκε το 1985 στην πόλη Sulaymaniyah του Ιράκ, όπου και μεγάλωσε. Είναι κουρδικής καταγωγής και δήλωσε ότι αρχικώς ήταν μουσουλμάνος Σουνίτης, πλην όμως έχει πλέον ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Ανέφερε ότι είναι έγγαμος με την Αιτήτρια 2, με την οποία απέκτησαν δύο τέκνα, τον Αιτητή 3 και τον Αιτητή 4. Ως προς την πατρική του οικογένεια, δήλωσε ότι οι γονείς του και οι δύο αδελφές του διαμένουν στη Sulaymaniyah, ενώ ο αδελφός του ζει στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Όσον αφορά στο μορφωτικό του επίπεδο, ανέφερε ότι φοίτησε επί τριετία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Πριν εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ισχυρίστηκε ότι διατηρούσε επί ένα έτος κατάστημα με συνεταίρο φίλο του, ενώ από το 2010 έως το 2019 εργάστηκε σε μεγάλο πολυκατάστημα στην οργάνωση προϊόντων και ως καθαριστής. Επίσης, κατά την παραμονή του στο Ιράκ και ήδη από την παιδική του ηλικία, απασχολείτο σε διάφορες περιστασιακές εργασίες, όπως στον καθαρισμό και βάψιμο οικιών, σε σχολική καντίνα και ως οδηγός ταξί.

 

15.          Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ανέφερε ότι αρχικώς η ζωή του ήταν καλή και ικανοποιητική, αφού εργαζόταν και μπορούσε να συντηρεί την οικογένειά του. Τα δεδομένα, όμως, μεταβλήθηκαν όταν ήλθε σε επαφή με φιλανθρωπική οργάνωση χριστιανικού χαρακτήρα, η οποία παρείχε στήριξη σε χριστιανούς στο νότιο Ιράκ. Ο ίδιος ανέλαβε εθελοντική δράση ως οδηγός για τη μετακίνηση μελών της οργάνωσης και, περιστασιακά, δώριζε είδη από το κατάστημά του, επιθυμώντας να συμβάλει ανθρωπιστικά.

 

16.          Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, η εν λόγω οργάνωση συνδεόταν με χριστιανική εκκλησία και στηριζόταν σε αρχές αγάπης και σεβασμού. Μελετώντας τις πεποιθήσεις της, συνειδητοποίησε ότι η θρησκεία στην οποία μέχρι τότε είχε ανατραφεί του προκαλούσε φόβο και καταπίεση. Ως εκ τούτου, αποφάσισε να ασπαστεί τον Χριστιανισμό.

 

17.          Κατά τους τρεις πρώτους μήνες της εθελοντικής του δράσης, απέκτησε την εμπιστοσύνη της οργάνωσης. Χριστιανός συνάδελφός του τον συνέστησε σε ιερέα, ο οποίος τον ενέταξε στην εκκλησία, επισημαίνοντάς του ότι δεν μπορούσε να βαπτιστεί άμεσα, αλλά όφειλε να παρακολουθήσει κατηχητικά μαθήματα επί τρεις μήνες. Ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι ξεκίνησε τις φιλανθρωπικές του δραστηριότητες την 1.3.2019 και από τον επόμενο μήνα παρακολουθούσε μαθήματα, ενώ η βάπτισή του τελέστηκε μετά την πάροδο τριών μηνών, παρουσία ιερέα και δύο μαρτύρων, οι οποίοι βεβαίωσαν τη μεταστροφή του.

 

18.          Κατά τους ισχυρισμούς του, τα προβλήματα άρχισαν όταν δημοσιοποίησε μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Facebook ότι είχε έλθει σε επαφή με τη συγκεκριμένη οργάνωση και ότι είχε ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Η κατάσταση, κατά τα λεγόμενά του, επιδεινώθηκε όταν προέβη σε τατουάζ με σύμβολο του Χριστιανισμού (αριθμός 85 και κορώνα), το οποίο επιβεβαίωνε την αλλαγή της πίστης του. Έκτοτε, ανέφερε ότι δεχόταν προσβολές και απειλές από φίλους και συγγενείς, μεταξύ των οποίων και ο θείος της συζύγου του, ο οποίος τον απείλησε ότι θα του αφαιρέσει τη σύζυγο και τα τέκνα και ότι, σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο, όφειλε να θανατωθεί λόγω της μεταστροφής του. Επισήμανε ακόμη ότι, ήδη κατά το διάστημα της εθελοντικής του δράσης, είχε δεχθεί απειλές, τις οποίες όμως απέκρυπτε από τη σύζυγό του για να μην την ανησυχήσει.

 

19.          Όταν ενημέρωσε τον επικεφαλής της οργάνωσης, εκείνος τον διαβεβαίωσε ότι και οι ίδιοι αντιμετώπιζαν παρόμοιες απειλές και ότι δεν ήταν σε θέση να του παράσχουν προστασία. Του εξέδωσαν, ωστόσο, σχετική βεβαίωση περί της ιδιότητάς του ως μέλους της οργάνωσης. Ο Αιτητής 1 προσέθεσε ότι οι κύριες απειλές προέρχονταν από τον θείο της συζύγου του, καθώς και από δύο αδέλφια και έναν ξάδελφο αυτής. Ο εν λόγω θείος φέρεται να ήταν μέλος ισλαμικού πολιτικού κόμματος στο Κουρδιστάν του Ιράκ, μέλη του οποίου είχαν ενταχθεί στο ISIS και, σύμφωνα με φήμες, προέβαιναν ακόμη και σε δολοφονίες γυναικών για λόγους τιμής. Τόνισε ότι το κόμμα αυτό είχε ισχυρή επιρροή και δεν ελεγχόταν από την κυβέρνηση.

 

20.          Ο Αιτητής 1 ανέφερε ότι, αφού διαπίστωσε την αδυναμία της οργάνωσης να τον προστατεύσει, επιχείρησε να διαπραγματευτεί με εκείνους που τον απειλούσαν, ισχυριζόμενος ότι δεν είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό, αλλά περιοριζόταν σε εθελοντική εργασία. Υποστήριξε ότι, εκείνο το χρονικό διάστημα, δολοφονήθηκε στο Erbil ένας άνδρας που είχε ασπασθεί τον Χριστιανισμό, από τον ίδιο του τον πατέρα και τον αδελφό του, παρά το ότι λίγες ημέρες πριν είχε δημοσίως δηλώσει ότι δεχόταν απειλές και είχε ζητήσει προστασία από την κυβέρνηση. Το περιστατικό αυτό, όπως ανέφερε, έλαβε χώρα δύο ημέρες πριν τα Χριστούγεννα.

 

21.          Στις 25.12.2019, όταν μετέβη με την οικογένειά του σε εκκλησία για τον εορτασμό των Χριστουγέννων, δήλωσε ότι παρακολουθήθηκε από τον αδελφό και τον ξάδελφο της συζύγου του, οι οποίοι τράβηξαν φωτογραφίες με κάμερα, ώστε να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία από τον θείο της ενώπιον της οικογένειάς της. Το ίδιο βράδυ, η μητέρα της συζύγου του την καλούσε επανειλημμένα στο τηλέφωνο και, όταν τελικώς απάντησε, ενημερώθηκε ότι η οικογένεια είχε αποφασίσει να θανατώσει τον Αιτητή και ότι, εάν εκείνη επέμενε να παραμείνει μαζί του, θα θανατώνονταν και οι δύο.

 

22.          Κατόπιν τούτου, αποφάσισαν να μην επιστρέψουν στην οικία τους αλλά να κατευθυνθούν προς το Erbil. Εκεί, όπως ισχυρίστηκε, δεν διέθετε συγγενείς ή φίλους· ωστόσο, συνεταίρος του, χριστιανός, τον έφερε σε επαφή με έτερο χριστιανό, στο σπίτι του οποίου κατέφυγαν, αποφεύγοντας τη διαμονή σε ξενοδοχείο.

 

23.          Κατά τη διαμονή του στο Erbil, προέβη στην πώληση του μεριδίου του στο κατάστημα που διέθετε και ανέθεσε την πώληση του αυτοκινήτου του, καθόσον δεν μπορούσε να κυκλοφορεί ελεύθερα. Επίσης, αναζήτησε άτομο που θα τον βοηθούσε να εγκαταλείψει τη χώρα και, όπως δήλωσε, κατέληξε σε διακινητή, στον οποίο παρέδωσε το διαβατήριό του και χρήματα. Τελικώς, αφίχθη με την οικογένειά του στη Δημοκρατία, όπου υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, δηλώνοντας ότι για πρώτη φορά αισθάνθηκε ασφαλής, αφού κατάφερε να σώσει τη ζωή τη δική του, της συζύγου του και των τέκνων του.

 

24.          Ερωτηθείς να διευκρινίσει τον λόγο εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, απάντησε ότι ήταν η μεταστροφή του σε άλλη θρησκεία. Σε ερώτηση σχετικά με τους φόβους του σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράκ, δήλωσε ότι θα τεθεί σε κίνδυνο ολόκληρη η οικογένεια. Προσέθεσε ακόμη ότι κατά το τρέχον έτος δέχθηκε απειλές μέσω Facebook λόγω της μεταστροφής του στον Χριστιανισμό. Ερωτηθείς ειδικότερα για τα τέκνα του, απάντησε ότι κινδυνεύουν να υποστούν σοβαρή βλάβη ή και σεξουαλική εκμετάλλευση.

 

25.          Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, σε σχέση με τα θρησκευτικά πιστεύω της οικογένειάς του, ανέφερε ότι όλοι συμμερίζονται την ίδια πίστη με αυτόν, πλην όμως η δική του αφοσίωση είναι ισχυρότερη. Εξήγησε ότι, λόγω φύλου, η σύζυγός του δεν μπορούσε να συμμετέχει σε όλες τις θρησκευτικές δραστηριότητες ή υποχρεώσεις στο Ιράκ. Προσέθεσε ότι έχει επιτρέψει στον μεγαλύτερο γιο του να μελετά τον Χριστιανισμό στο σχολείο της  Δημοκρατίας και ότι, κάθε Κυριακή, παρακολουθεί μαζί του τη λειτουργία, έχοντας στη διάθεσή του έγγραφα που βεβαιώνουν τη σχετική επαφή του τέκνου με ιερέα.

 

26.          Σε ερώτηση για το πώς ασκούσε το Ισλάμ, απάντησε ότι δεν ήταν ιδιαιτέρως αφοσιωμένος. Δήλωσε ότι υπήρξε μουσουλμάνος μόνο λόγω της θρησκείας των γονέων του, ότι συνήθιζε να καταναλώνει αλκοόλ, το οποίο απαγορεύεται, και ότι δεν προσευχόταν κατά τους ισλαμικούς κανόνες. Ως προς τη σύζυγο και τα τέκνα του, ανέφερε ότι θεωρούνταν μουσουλμάνοι, χωρίς ωστόσο να προσεύχονται ή να ασκούν θρησκευτικές υποχρεώσεις. Σε σχετική ερώτηση αν αντιμετώπισε προβλήματα πριν από τη μεταστροφή του, λόγω της μη άσκησης των θρησκευτικών του καθηκόντων, απάντησε ότι βίωνε συνεχείς αντιπαραθέσεις με τον πεθερό και τον θείο της συζύγου του, διότι δεν προσευχόταν ούτε ακολουθούσε τις ισλαμικές υποχρεώσεις. Διευκρινίζοντας, ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια θρησκευτικών και παραδοσιακών εορτών του επεσήμαιναν ότι δεν τηρούσε τις ισλαμικές παραδόσεις.

 

27.          Δήλωσε ότι ήλθε για πρώτη φορά σε επαφή με τον Χριστιανισμό τον Μάρτιο 2019, μέσω συνεταίρου του χριστιανικής πίστης, ο οποίος του μιλούσε για αυτήν. Ανέφερε ότι, αφού παρακολούθησε επί τρίμηνο μαθήματα και μελέτησε τη Βίβλο στην κουρδική γλώσσα, βαπτίστηκε την 1.7.2019.

 

28.          Σε ερώτηση πότε άρχισε την εθελοντική εργασία του, απάντησε ότι αυτή ξεκίνησε την 1.3.2019, αναφέροντας ως όνομα της οργάνωσης το «Chaldean Culture Association». Κληθείς να εξηγήσει τον λόγο της άμεσης μεταστροφής του, υποστήριξε ότι η στάση αποδοχής και σεβασμού που έδειξαν απέναντί του τα μέλη της οργάνωσης τον ώθησαν στην απόφαση. Ερωτηθείς γιατί προέβη σε βάπτιση μερικούς μήνες αργότερα, απάντησε ότι, εφόσον ήδη είχε πιστέψει, αισθάνθηκε έτοιμος να το πράξει επισήμως.

 

29.          Ο Αιτητής 1 ανέφερε ότι σήμερα ακολουθεί το ορθόδοξο δόγμα, ενώ στο Ιράκ είχε ασπασθεί το καθολικό, επειδή η εκκλησία «Chwarchra», η οποία συνδεόταν με την οργάνωση, ήταν καθολική. Όταν αφίχθη στη Δημοκρατία, προσανατολίστηκε στην Ορθοδοξία, καθώς ο ιερέας με τον οποίο προτίθετο να συνεχίσει τη μελέτη ήταν ορθόδοξος. Διευκρίνισε ότι η αλλαγή αυτή οφείλεται και στην αδυναμία ανεύρεσης καθολικής εκκλησίας στη Δημοκρατία.

 

30.          Ερωτηθείς για την ανάρτηση που έκανε στο Facebook, ανέφερε ότι αφορούσε τις δραστηριότητες της οργάνωσης και ότι την πραγματοποίησε για δύο λόγους: αφενός επειδή του προκάλεσε ευχάριστα συναισθήματα και ήθελε να τα μοιραστεί, αφετέρου για να αποστείλει μήνυμα προς τους συγγενείς του ότι δεν ακολουθούσε πλέον το Ισλάμ.

 

31.          Σε ερώτηση γιατί προέβη στη δημοσίευση, γνωρίζοντας ότι η μεταστροφή στον Χριστιανισμό απαγορεύεται στο Ιράκ, απάντησε ότι η πίστη του τον ώθησε να το κάνει, θεωρώντας την ορθή θρησκεία. Υποστήριξε ότι δεν ανέμενε την έντονη αντίδραση των συγγενών του, οι οποίοι τον απείλησαν ότι θα τον θανατώσουν και θα του αφαιρέσουν τη σύζυγο και τα τέκνα.

 

32.          Όταν ρωτήθηκε για τον χρόνο της ανάρτησης, απάντησε ότι αυτή έγινε την 1.7.2019. Επίσης, ανέφερε ότι στις 20.7.2019 έκανε τατουάζ ως ένδειξη της αγάπης του προς τον Ιησού και τον Χριστιανισμό. Σε ερώτηση αν τατουάζ επιτρέπονται στο Ιράκ, απάντησε ότι, αν και δεν απαγορεύονται από την κυβέρνηση, εντούτοις θεωρούνται μη αποδεκτά κοινωνικά.

 

33.          Σε ερώτηση γιατί τοποθέτησε το τατουάζ σε εμφανές σημείο (στο χέρι), το οποίο δεν επιτρέπει την απόκρυψη της νέας του πίστης, απάντησε: «Η αγάπη μου για τον Ιησού». Ανέφερε ότι μόνο η σύζυγός του γνώριζε για τη μεταστροφή του και ότι δεν ενημέρωσε άλλους, διότι θεωρούσε ότι δεν θα το αποδέχονταν και πιθανόν να του δημιουργούσαν προβλήματα.

 

34.          Όταν του υποδείχτηκε η αντίφαση μεταξύ του ότι φοβόταν να ανακοινώσει τη μεταστροφή του αλλά ταυτόχρονα δημοσίευσε ανάρτηση και έκανε τατουάζ, απάντησε ότι ο λογαριασμός του στο Facebook δεν περιείχε προσωπικές φωτογραφίες και έφερε το όνομα «S.». Προσέθεσε οι γονείς του δεν γνώριζαν το Facebook και ότι διατηρούσε επαφές μόνο με φίλους, όχι συγγενείς. Σε ερώτηση αν η οικογένειά του μπορούσε να δει το τατουάζ, απάντησε ότι ο πατέρας του είναι αναλφάβητος και δεν θα το αντιλαμβανόταν.

 

35.          Ως προς τις απειλές που δέχθηκε, ανέφερε ότι οι συγγενείς της συζύγου του αντέδρασαν αυστηρά, χαρακτηρίζοντάς τον άπιστο. Δήλωσε ότι έλαβε τηλεφώνημα τον Ιούνιο 2019 από τον θείο της συζύγου του, ο οποίος τον απείλησε ότι θα τον θανατώσει, ενώ στη συνέχεια, όπως είπε, οι απειλές συνεχίστηκαν μέσω της συζύγου του, η οποία δεχόταν αυστηρή κριτική.

 

36.          Υποστήριξε ότι από τον Ιούνιο 2019 μέχρι τον Ιανουάριο 2020, πέραν του τηλεφωνήματος και κάποιων μηνυμάτων στο Facebook μέχρι τον Δεκέμβριο, δεν αντιμετώπισε άλλη απειλητική συμπεριφορά. Εντούτοις, όταν έλαβε χώρα δολοφονία στο Erbil, η οικογένεια της συζύγου του ανέφερε στην πεθερά του ότι ήταν η σειρά του να θανατωθεί. Προσέθεσε ότι την 25.12.2019, ενώ βρισκόταν σε εκκλησία, παρακολουθήθηκε και φωτογραφήθηκε, με αποτέλεσμα οι συγγενείς της συζύγου του να αποκτήσουν περαιτέρω αποδεικτικά στοιχεία και να απειλήσουν ότι θα τον θανατώσουν, γεγονός για το οποίο προειδοποίησε η πεθερά του.

 

37.          Ερωτηθείς ποιοι ακριβώς προέβησαν σε απειλές, απάντησε ότι επρόκειτο για τον θείο, τους δύο αδελφούς και έναν ξάδελφο της συζύγου του. Ερωτηθείς γιατί, ενώ γνώριζαν ήδη από τον Ιούνιο 2019 ότι εργαζόταν στην οργάνωση, αποφάσισαν να τον θανατώσουν μόλις τον Δεκέμβριο, απάντησε ότι επί εξάμηνο η σύζυγος και η πεθερά του προσπαθούσαν να τους πείσουν ότι δεν είχε μεταστραφεί. Σε ερώτηση αν υπάρχει μέρος στο Ιράκ όπου θα μπορούσε να ασκεί ελεύθερα τον Χριστιανισμό, απάντησε αρνητικά. Τέλος, προσκόμισε δύο βεβαιώσεις εκδοθείσες από τον οργανισμό «Chaldean Culture Association» στο Ιράκ, με ημερομηνίες 30.8.2019 και 21.5.2022.

 

38.          Στις 23.11.2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με την Αιτήτρια 2, σύζυγο του Αιτητή 1. Ανέφερε ότι γεννήθηκε το 1985 στην πόλη Sulaymaniyah του Ιράκ, όπου και μεγάλωσε. Δήλωσε κουρδική καταγωγή και ως προς το θρήσκευμα ότι πιστεύει στο Θεό. Επισήμανε ότι είναι έγγαμη με τον Αιτητή 1, με τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα, τον Αιτητή 3 και τον Αιτητή 4. Όσον αφορά στην πατρική της οικογένεια, ανέφερε ότι οι γονείς της διαμένουν στο Κουρδιστάν του Ιράκ και ότι έχει μία αδελφή και τέσσερις αδελφούς, οι οποίοι επίσης διαμένουν εκεί. Δήλωσε ότι είναι απόφοιτος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και ότι στη χώρα καταγωγής της δεν είχε επαγγελματική απασχόληση.

 

39.          Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της, η Αιτήτρια 2 ανέφερε ότι αυτοί συνδέονται με τη μεταστροφή του συζύγου της σε άλλη θρησκεία. Επεξήγησε ότι στην κοινωνία τους η θρησκεία αποδίδεται από τους γονείς αμέσως μετά τη γέννηση· εντούτοις, ο σύζυγός της μεταστράφηκε αργότερα, γεγονός που αποτέλεσε τον κύριο λόγο για τον οποίο αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους.

 

40.          Ερωτηθείσα σχετικά με το τί εκτιμά ότι θα συνέβαινε σε εκείνη και στα τέκνα της σε περίπτωση επιστροφής στο Ιράκ, απάντησε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει, καθόσον θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα συνιστούσε κίνδυνο για τη ζωή της και για τη ζωή των τέκνων της. Επεσήμανε ότι, εξαιτίας της μεταστροφής του συζύγου της, η οικογένεια θεωρείται πλέον «άπιστη». Ανέφερε ότι, κατά τη μουσουλμανική πίστη, είναι ανεκτό να ασπασθεί κάποιος το Ισλάμ προερχόμενος από άλλη θρησκεία, αλλά εάν ένας μουσουλμάνος το εγκαταλείψει για να μεταστραφεί σε άλλη πίστη, θεωρείται αποστάτης και πρέπει να θανατωθεί. Προσέθεσε ότι, σύμφωνα με το Ισλάμ, αν μία γυναίκα συνευρεθεί με άλλον άνδρα εκτός του συζύγου της, η προβλεπόμενη ποινή είναι ο λιθοβολισμός.

 

41.          Ερωτηθείσα σχετικά, η Αιτήτρια 2 ανέφερε ότι ο σύζυγός της γεννήθηκε και μεγάλωσε ως μουσουλμάνος. Όταν, όμως, ενηλικιώθηκε και άρχισε να αντιλαμβάνεται ορισμένες πτυχές της εν λόγω θρησκείας, όπως την πολυγαμία, την τρομοκρατία, καθώς και το γεγονός ότι ορισμένοι ιμάμηδες φορούν μάσκες και συγκεντρώνουν γυναίκες στις οικίες τους, αποστασιοποιήθηκε και στράφηκε προς τον Χριστιανισμό, επηρεασμένος, όπως είπε, από φίλους του χριστιανούς. Υποστήριξε ότι σήμερα ο σύζυγός της ασπάζεται τον Χριστιανισμό. Ερωτηθείσα σε ποιες χριστιανικές αξίες πιστεύει ο σύζυγός της, απάντησε ότι, μολονότι γνωρίζει πως είναι Χριστιανός, η ίδια δεν έχει μελετήσει σε βάθος τις θρησκείες, καθόσον είναι νοικοκυρά και στερείται σχετικής μόρφωσης, και συνεπώς δεν γνωρίζει λεπτομέρειες. Σε ερώτηση εάν έχει παρατηρήσει διαφορές ανάμεσα στη θρησκεία που ακολουθούσε ο σύζυγός της στο παρελθόν και στη σημερινή του πίστη, απάντησε ότι διαπιστώνει πλέον περισσότερη αγάπη και σεβασμό στη συμπεριφορά του, κάτι που, όπως τόνισε, αποτελεί τη βασική διαφορά.

 

42.          Κληθείσα να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο ο θείος της απειλούσε την ίδια προσωπικά, παρότι δεν είχε προβεί σε μεταστροφή, η Αιτήτρια 2 ανέφερε ότι αυτό συνέβη λόγω της μεταστροφής του συζύγου της και διότι, όπως της έλεγε ο θείος της, εάν αποκτούσε τέκνα με τον σύζυγό της, αυτά θα θεωρούνταν «νόθα». Επισήμανε, επίσης, ότι ο σύζυγός της άρχισε να συνεργάζεται με τη φιλανθρωπική οργάνωση τον Μάρτιο 2019 και συνέχισε μέχρι τον Ιούλιο του ιδίου έτους, οπότε και ανακοίνωσε τη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό.

 

43.          Σε ερώτηση αναφορικά με την απουσία της από το μυστήριο βαπτίσεως του συζύγου της (Αιτητή 1), η Αιτήτρια 2 απάντησε ότι ο τελευταίος συνήθιζε να μην την ενημερώνει για όσα επρόκειτο να πράξει. Εξήγησε ότι εκείνη την περίοδο, όντας νοικοκυρά, αντιμετώπιζε δυσκολίες λόγω της υγείας του αδελφού της, και ο σύζυγός της δεν ήθελε να την επιβαρύνει, επιλέγοντας να της μεταφέρει μόνον ευχάριστα νέα. Σε νέα ερώτηση ως προς τους λόγους απουσίας της από τη βάπτιση, απάντησε ότι τότε διένυε τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης της, με πολλές σωματικές και ψυχολογικές μεταβολές, και ότι ο σύζυγός της απέφυγε να την ενημερώσει για την τελετή ώστε να μην την ταράξει.

 

44.          Ερωτηθείσα γιατί παραστάθηκε στη χριστουγεννιάτικη τελετή σε χριστιανική εκκλησία στις 25.12.2019, ενώ δεν είχε παραστεί στη βάπτιση του συζύγου της, η Αιτήτρια 2 εξήγησε ότι, δεδομένου ότι ο πατέρας της διαφωνούσε με τον γάμο της, είχε υποσχεθεί στον σύζυγό της πως θα βρίσκεται στο πλευρό του σε όλη τους τη ζωή και θα τον ακολουθεί σε κάθε βήμα. Κατά τον χρόνο της βάπτισης βρισκόταν σε εγκυμοσύνη, χωρίς ωστόσο να έχει ενημερωθεί από τον σύζυγό της για την τέλεση του μυστηρίου. Προσέθεσε ότι δεχόταν συνεχώς λεκτική παρενόχληση και κατηγορίες από τον θείο της, ο οποίος την καταδίκαζε επειδή εξακολουθούσε να συμβιώνει με τον σύζυγό της, ενώ εκείνος είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό. Υπό τα δεδομένα αυτά, δήλωσε ότι αποφάσισε να επιδείξει μεγαλύτερη σταθερότητα και να στηρίξει ακόμη περισσότερο τον σύζυγό της, γι’ αυτό και παρέστη στη χριστουγεννιάτικη τελετή.

 

45.          Όταν ερωτήθηκε τι ανέφερε στον σύζυγό της όταν πληροφορήθηκε ότι εργαζόταν στη συγκεκριμένη οργάνωση, η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι τον στήριξε και τον ενθάρρυνε. Σε σχετική ερώτηση γιατί ανησυχούσε για την ασφάλεια και τη ζωή του, απάντησε ότι φοβόταν διότι η οργάνωση είχε χριστιανικό χαρακτήρα και θεωρούσε ότι οι μουσουλμάνοι θα του προκαλούσαν κακό, γεγονός που, κατά τους ισχυρισμούς της, τους ανάγκασε να διαφύγουν.

 

46.          Αναφορικά με τη συνεχή αντιπαράθεση και τη λεκτική παρενόχληση που δήλωσε ότι δεχόταν από τον θείο της, εξήγησε ότι ο τελευταίος είναι φανατικός, συντηρητικός μουσουλμάνος, ο οποίος πιστεύει ότι οι γυναίκες πρέπει να καλύπτουν πλήρως το σώμα τους με hijab. Σε ερώτηση πώς ακριβώς εκδηλωνόταν η παρενόχληση αυτή, απάντησε ότι ο θείος της ξεκίνησε να παραπονείται και να επικρίνει τον σύζυγό της επειδή δεν προσευχόταν κατά τον μουσουλμανικό τρόπο, ενώ και η ίδια δεν φορούσε hijab. Αργότερα, ο θείος παρακολουθούσε τον σύζυγό της και, διαπιστώνοντας ότι δεν ακολουθούσε τις ισλαμικές πρακτικές, τον κατέκρινε εντονότερα. Όταν έμαθε ότι εργαζόταν στη συγκεκριμένη οργάνωση, συνέχισε να τον παρακολουθεί στενά μέχρι και το περιστατικό στην εκκλησία.

 

47.          Η Αιτήτρια 2 δήλωσε ότι, πέραν του περιστατικού της 25.12.2019, είχε αντιμετωπίσει και άλλες δυσκολίες λόγω της μεταστροφής του συζύγου της. Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο 2019, επειδή επισκεπτόταν συχνά το πατρικό της, δεχόταν πολλές ερωτήσεις και πιεστικές ανακρίσεις, κυρίως από τον θείο της. Ανέφερε ως χαρακτηριστικό περιστατικό ότι, ενώ βρισκόταν στο σπίτι των γονέων της μαζί με τα τέκνα και ενώ ήταν έγκυος, ο πατέρας της την ενημέρωσε ότι επρόκειτο να επισκεφθεί το σπίτι ο θείος της. Τότε, φοβούμενη, εγκατέλειψε αμέσως το σπίτι και επέστρεψε στη δική της οικία. Για μερικές ημέρες αισθανόταν άρρωστη από τον φόβο που βίωσε και, κατόπιν, μετέβη σε νοσοκομείο, όπου της ανακοινώθηκε ότι είχε αποβάλει.

 

48.          Σε ερώτηση αν, πέραν της ανωτέρω φοράς, είχε συναντήσει εκ νέου τον θείο της στο πατρικό της μετά τον Μάρτιο 2019, απάντησε ότι τον συνάντησε μία ακόμη φορά, αλλά παρουσία και άλλων καλεσμένων, οπότε εκείνος δεν της απευθύνθηκε προσωπικά. Ως προς τον τρόπο με τον οποίο ισχυρίζεται ότι δεχόταν παρενόχληση και αντιπαράθεση, ανέφερε ότι ο θείος της την προέτρεπε συνεχώς να ακολουθεί τις μουσουλμανικές επιταγές και να φορά hijab, κάτι που εκείνη δεν δεχόταν να πράξει.

 

49.          Σε ερώτηση αν οι αντιπαραθέσεις αυτές συνδέονταν με τη μεταστροφή του συζύγου της, απάντησε ότι τα συγκεκριμένα περιστατικά έλαβαν χώρα πριν από αυτήν. Ερωτηθείσα αν υπήρξαν περιστατικά μετά τον Μάρτιο 2019, δήλωσε ότι ο θείος της ισχυριζόταν πως γνώριζε ότι ο σύζυγός της επισκεπτόταν εκκλησία και την πίεζε να τον χωρίσει και να του παραδώσει τα τέκνα, ενώ εκείνη θα έπρεπε να παντρευτεί κάποιον άλλον. Όταν ρωτήθηκε πότε δέχθηκε για πρώτη φορά τέτοιου είδους αντιπαράθεση μετά τη μεταστροφή του συζύγου της, απάντησε ότι περίπου τον Ιούλιο ή Αύγουστο 2019 ο θείος της, μέσω της μητέρας της, την απείλησε ότι «δεν τον υπακούει, δεν χωρίζει τον άντρα της» και ότι «μια μέρα θα σου φέρω το πτώμα της». Προσέθεσε ότι αργότερα λάμβανε έμμεσα απειλητικά μηνύματα μέσω της μητέρας και του αδελφού της.

 

50.          Σε ερώτηση για το περιεχόμενο των μηνυμάτων αυτών, δήλωσε ότι ο θείος της υποστήριζε πως η ίδια και ο σύζυγός της ήταν άπιστοι και ότι δεν έπρεπε να αποτελούν μέλη της οικογένειας, διότι θα μπορούσαν να επηρεάσουν και τα λοιπά μέλη. Όταν ερωτήθηκε πότε ελάμβανε αυτά τα μηνύματα, απάντησε ότι ο θείος της επισκεπτόταν συστηματικά την οικία της μητέρας της από τον Μάρτιο έως και τον Δεκέμβριο 2019, και η μητέρα της την ενημέρωνε τηλεφωνικώς.

 

51.          Σε ερώτηση πώς ο θείος της πληροφορήθηκε την απασχόληση του συζύγου της στη φιλανθρωπική οργάνωση, απάντησε ότι τον παρακολουθούσε συνεχώς, ακόμη και πριν από την έναρξη της συνεργασίας του με αυτήν. Όταν ρωτήθηκε γιατί, κατά την άποψή της, ενώ τον παρακολουθούσαν ήδη από καιρό, αποφάσισαν να τον θανατώσουν τον Δεκέμβριο 2019, απάντησε ότι μέχρι τότε περιορίζονταν στην παρακολούθησή του λόγω της απασχόλησής του στην οργάνωση. Μετά, όμως, τη δημοσίευση στο Facebook, πείστηκαν ότι είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό και, βλέποντάς τον εντός εκκλησίας εκείνο το βράδυ του Δεκεμβρίου, εξοργίστηκαν θεωρώντας ότι είχε ασπασθεί και η ίδια τον Χριστιανισμό.

 

52.          Ερωτηθείσα κατά πόσον θα μπορούσε να εγκατασταθεί σε άλλη περιοχή της χώρας, απάντησε αρνητικά, καθόσον, όπως είπε, η πλειοψηφία στο Ιράκ είναι μουσουλμάνοι, οι οποίοι δεν αποδέχονται πρόσωπα που εγκατέλειψαν το Ισλάμ και μεταστράφηκαν σε άλλη θρησκεία.

 

53.          Αξιολογώντας τους ισχυρισμούς των Αιτητών 1 και 2, οι Καθ’ ων η αίτηση διέκριναν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αφορά στην ταυτότητα των Αιτητών, στη χώρα καταγωγής τους και στον τελευταίο τόπο διαμονής τους. Ο δεύτερος εστιάζει στη μεταστροφή του Αιτητή 1 στον Χριστιανισμό. Ο τρίτος αφορά στον ισχυρισμό ότι οι Αιτητές δέχθηκαν απειλές από μέλη της οικογένειας της Αιτήτριας 2.

 

54.          Ο πρώτος ισχυρισμός, αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία των Αιτητών 1 και 2, έγινε αποδεκτός ως αξιόπιστος. Η αποδοχή αυτή ερείδεται αφενός στη συνέπεια και συνοχή που παρουσίασαν οι δηλώσεις τους, και αφετέρου στη συμβατότητά τους με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

55.          Αντιθέτως, ο δεύτερος ισχυρισμός απορρίφθηκε. Κρίθηκε ότι, λαμβανομένων υπόψη των μη συγκεκριμένων και μη συνεκτικών δηλώσεων που παρείχαν οι Αιτητές, ο Αιτητής 1 δεν δύναται να θεωρηθεί αξιόπιστος ως προς τη φερόμενη μεταστροφή του στον Χριστιανισμό, την οποία πραγματοποίησε λίγους μόλις μήνες μετά την πρώτη του επαφή με τη συγκεκριμένη θρησκεία τον Μάρτιο 2019. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, οι Καθ’ ων η αίτηση παρέθεσαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με τις επικρατούσες θρησκείες στην περιοχή Sulaymaniyah του Ιράκ, καθώς και με τα δικαιώματα των ατόμων αναφορικά με την άσκηση θρησκευτικών πεποιθήσεων.

 

56.          Ο τρίτος ισχυρισμός, ότι οι Αιτητές δέχθηκαν απειλές από μέλη της οικογένειας της Αιτήτριας 2, απορρίφθηκε επίσης. Οι δηλώσεις τους, με τις οποίες περιέγραψαν και ερμήνευσαν τα φερόμενα περιστατικά που τους οδήγησαν στην αποχώρησή τους από το Ιράκ, αξιολογήθηκαν ως μη συγκεκριμένες και μη συνεκτικές. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε στοιχεία από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη στάση της ιρακινής κοινωνίας και του οικογενειακού περιβάλλοντος έναντι προσώπων που μεταστρέφονται σε άλλη θρησκεία.

 

57.          Ακολούθως, πραγματοποιήθηκε αξιολόγηση κινδύνου και επί τη βάσει του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού των Αιτητών 1 και 2, ήτοι των προσωπικών τους στοιχείων και τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής τους, ήτοι η περιοχή Suleymaniyah, όπου κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής τους εκεί, οι Αιτητές δεν κινδυνεύουν ένεκα της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί.

 

58.          Προχωρώντας, τέλος, στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης των Αιτητών δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά και ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής τους στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

59.          Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου στις 10.9.2024, ο Αιτητής 1 επανέλαβε τα όσα είχε δηλώσει κατά τη συνέντευξή του αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Ειδικότερα, ανέφερε ότι αντιμετωπίζει προβλήματα με συγγενείς της συζύγου του, ιδίως με θείους αυτής που διαμένουν στην πόλη Sulaymaniyah του Ιράκ, λόγω της μεταστροφής του στον Χριστιανισμό. Υποστήριξε ότι άρχισε να δέχεται απειλές μετά την ενασχόλησή του με χριστιανικό οργανισμό τον Μάρτιο 2019. Ερωτηθείς σχετικά, δήλωσε ότι βαπτίστηκε τον Ιούλιο 2019, ύστερα από τετράμηνη προετοιμασία, σε καθολική εκκλησία. Μετά τη βάπτισή του, οι γονείς της Αιτήτριας 2 πληροφορήθηκαν ότι ασχολείτο με τον Χριστιανισμό, ενώ αντιλήφθηκαν και την ύπαρξη τατουάζ στο χέρι του. Ερωτηθείς ποιοι συγγενείς της συζύγου του διέμεναν στην ίδια περιοχή και γνώριζαν την αλλαγή πίστης του, ανέφερε τρεις θείους της και τον αδελφό της. Διευκρίνισε ότι οι θείοι ήταν μέλη του πολιτικού κόμματος «Islamic Movement», ενώ οι γονείς της συζύγου του δεν στράφηκαν εναντίον του, καθώς αγαπούσαν την κόρη τους.

 

60.          Σε ερώτηση αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε, ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι τον απείλησαν ευθέως πως θα τον θανατώσουν και θα του αφαιρέσουν τη σύζυγο και τα ανήλικα τέκνα του. Τοποθέτησε τις απειλές αυτές στο διάστημα Ιουλίου–Αυγούστου 2019. Όταν ερωτήθηκε πώς, ενώ δεν είχε στενές σχέσεις με τους θείους της συζύγου του, αυτοί αντιλήφθηκαν αλλαγές στη συμπεριφορά του, απάντησε ότι η Sulaymaniyah είναι μικρή πόλη, όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, και ότι η εμπλοκή του με χριστιανικό οργανισμό έγινε αντιληπτή.

 

61.          Ερωτηθείς εάν έλαβε χώρα οποιοδήποτε άλλο περιστατικό, απάντησε αρνητικά. Σε νέα ερώτηση, εάν πέραν των απειλών αυτών θα αντιμετωπίσει επιπλέον προβλήματα σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράκ, απάντησε καταφατικά, υποστηρίζοντας ότι, σε μια μουσουλμανική χώρα, εάν Κούρδος μεταστραφεί στον Χριστιανισμό, πρέπει να θανατωθεί σύμφωνα με τον νόμο. Σε επαναληπτική ερώτηση του Δικαστηρίου, απάντησε ότι, μολονότι δεν δημοσιεύεται επίσημα η πρόθεση θανάτωσης, στην πράξη «όλες οι χώρες ακολουθούν το Κοράνι».

 

62.          Σε ερώτηση εάν, από τον Αύγουστο 2019 μέχρι την αναχώρησή του από το Ιράκ τον Ιανουάριο 2020, υπήρξε άλλο περιστατικό, ανέφερε ότι στις 25.12.2019 η μητέρα της συζύγου του τηλεφώνησε στην κόρη της και την προειδοποίησε να μην επιστρέψουν στην οικία τους, διότι διέτρεχαν κίνδυνο. Προσέθεσε ότι δεχόταν απειλές μέσω Facebook και τηλεφώνου, με το ίδιο περιεχόμενο, δηλαδή ότι θα τον θανατώσουν και θα του αφαιρέσουν τη σύζυγο. Ανέφερε ονομαστικά τους τρεις θείους της συζύγου του και έναν ξάδελφό της ως υπεύθυνους για τις απειλές.

 

63.          Σε ερώτηση γιατί, ενώ βαπτίστηκε το 2019 σε καθολική εκκλησία, επαναβαπτίστηκε τέσσερα έτη αργότερα σε ορθόδοξη εκκλησία, απάντησε ότι το έπραξε για να μπορεί να συμμετέχει στις χριστιανικές τελετές στη Δημοκρατία. Ερωτηθείς πώς εκδηλώνει την πίστη του, δήλωσε ότι παλαιότερα ήταν πιο νευρικός, ενώ μετά τη μεταστροφή του είναι ήρεμος και «χωρίς περαιτέρω προβλήματα». Ανέφερε ότι το όνομα που του δόθηκε κατά τη βάπτιση είναι Σαμουήλ, του οποίου η μνήμη εορτάζεται στις 4 Απριλίου.

 

64.          Κατά την ίδια ακροαματική διαδικασία, η Αιτήτρια 2 επανέλαβε, σε γενικές γραμμές, τα όσα είχε καταθέσει ενώπιον της διοίκησης. Κληθείσα να προσδιορίσει πότε άρχισαν τα προβλήματα με τους συγγενείς της, απάντησε ότι αυτό συνέβη το 2019, χωρίς να μπορεί να θυμηθεί ακριβή ημερομηνία. Σε ερώτηση πότε αντιλήφθηκε την ενασχόληση του συζύγου της με τον Χριστιανισμό, απάντησε ότι γνώριζε τη συνεργασία του με χριστιανικό οργανισμό στο Ιράκ, ο οποίος, όπως είπε, αφορούσε χριστιανούς πρόσφυγες. Δήλωσε ότι δεν γνωρίζει το όνομα του οργανισμού, αλλά διευκρίνισε ότι ο σύζυγός της χρησιμοποιούσε το αυτοκίνητό του για να τους μεταφέρει. Υποστήριξε ότι η ίδια δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για θρησκευτικά ζητήματα, αλλά στήριζε τον σύζυγό της. Μετά τη διαμονή της στη Δημοκρατία, ξεκίνησε να ενδιαφέρεται περισσότερο για τον Χριστιανισμό και να εκκλησιάζεται, ενώ αποφάσισε να βαπτιστεί στις 4.4.2023, λαμβάνοντας το όνομα Μαρία. Ερωτηθείσα γιατί επέλεξε το συγκεκριμένο όνομα, απάντησε ότι της προτάθηκαν από τον ιερέα ορισμένα και εκείνη επέλεξε το εν λόγω, χωρίς να γνωρίζει εάν πρόκειται για σημαντικό πρόσωπο της χριστιανικής πίστης.

 

65.          Η Αιτήτρια 2  δήλωσε εξάλλου ότι, πριν την αναχώρησή τους από το Ιράκ, διέμειναν για σύντομο χρονικό διάστημα στο Erbil. Σε ερώτηση γιατί δεν εγκαταστάθηκαν μόνιμα εκεί, απάντησε ότι οι θείοι της, λόγω της πολιτικής τους δράσης, είχαν διασυνδέσεις σε όλο το Ιράκ, με αποτέλεσμα να μην αισθάνονται ασφαλείς ούτε εκεί.

 

66.          Ερωτηθείσα εάν, πέραν των λεκτικών απειλών, υπήρξε άλλο συγκεκριμένο περιστατικό κατά τη διαμονή τους στο Ιράκ, απάντησε ότι οι απειλές συνεχίζονταν και ότι παράλληλα δημιουργούνταν προβλήματα στην οικογένεια του πατέρα της, καθώς οι συγγενείς χρησιμοποιούσαν υβριστικές εκφράσεις εναντίον του. Διευκρίνισε ότι οι απειλές μεταφέρονταν μέσω της μητέρας της και άλλων συγγενών. Σε ερώτηση αν διατηρεί επαφές με την οικογένειά της, απάντησε ότι επικοινωνεί μόνο με τη μητέρα της. Τέλος, σε ερώτηση εάν η μητέρα της γνώριζε για τη μεταστροφή της, απάντησε ότι δεν γνωρίζει.

 

67.          Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας προσκομίσθηκαν, ως τεκμήρια, τα από 4.4.2023 πιστοποιητικά βαπτίσεως των Αιτητών, καθώς και, ως Τεκμήριο 5, η από 10.5.2023 βεβαίωση του Πρωτοπρεσβύτερου Κ. Χ. του συγκεκριμένου ιερού ναού Λευκωσίας, με την οποία επιβεβαιώνεται αφενός το γεγονός της τέλεσης του μυστηρίου της βαπτίσεως των Αιτητών και αφετέρου η παρακολούθηση από αυτούς μαθημάτων κατήχησης στην Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη.

 

68.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση των ισχυρισμών των Αιτητών 1 και 2, κατ’ αρχάς συντάσσομαι με τους Καθ’ων η αίτηση, ως προς τον πρώτο ισχυρισμό, δεδομένου ότι οι Αιτητές 1 και 2 υπήρξαν σαφείς ως προς τα προσωπικά τους στοιχεία, τον τόπο καταγωγής και την εκπαίδευσή τους και το οικογενειακό εν γένει περιβάλλον τους, ενώ δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν κατά της αξιοπιστίας του ισχυρισμού.

 

69.          Ως προς την περαιτέρω απομόνωση των ουσιωδών ισχυρισμών, δεδομένης και της προβολής του ισχυρισμού ότι  πλέον και τα λοιπά μέλη της οικογένειας του Αιτητή 1 έχουν μεταστραφεί στο χριστιανισμό, διευρύνεται το περιεχόμενο των γεγονότων που υπάγονται στο δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό ώστε αυτός να αφορά πλέον στη μεταστροφή όλων των Αιτητών στον χριστιανισμό και όχι μόνο του Αιτητή 1.

 

70.          Ως τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός διακρίνονται οι απειλές κατά της ζωής του Αιτητή 1 και της οικογενειακής τους ενότητας από συγγενικά πρόσωπα της Αιτήτριας 2.

 

71.          Αξιολογώντας την αξιοπιστία των Αιτητών 1 και 2 ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, και ειδικότερα αναφορικά με τη φερόμενη μεταστροφή του Αιτητή 1 στον Χριστιανισμό, παρατηρείται ότι οι αναφορές του Αιτητή 1, καθ’ όλη τη διάρκεια εξέτασης της αίτησής του, υπήρξαν συνεπείς ως προς το γεγονός αυτό. Ειδικότερα, ο Αιτητής 1 αναφέρθηκε με τρόπο συγκεκριμένο στην αρχική του αποστασιοποίηση από τις παραδοσιακές πρακτικές και την αποχή του από τα θρησκευτικά του καθήκοντα ως μέλος μουσουλμανικής κοινότητας. Περαιτέρω, αναφέρθηκε κατά τρόπο συνεκτικό στο χρονικό της μεταστροφής του, εξηγώντας ότι ήλθε σε επαφή, στο πλαίσιο της εργασίας του, με χριστιανούς, καθώς εργαζόταν σε ένα χριστιανικό οργανισμό στη περιοχή του (Chaldean Culture AssociationAl Sulaimaniya) και ότι σε πρώιμο στάδιο βαπτίστηκε καθολικός στον Ιράκ, ενώ ακολούθως στη Δημοκρατία βαπτίστηκε ως Ορθόδοξος Χριστιανός.

 

72.          Ο Αιτητής δήλωσε ότι η επαφή του με τον εν λόγω οργανισμό άρχισε τον Μάρτιο του 2019 και, μετά την πάροδο τεσσάρων μηνών, προχώρησε στη βάπτισή του. Καίτοι, ευλόγως, θα αναμενόταν από πρόσωπο που μεταστρέφεται σε νέα θρησκεία, ιδίως σε περίπτωση όπου τούτο συνεπάγεται κίνδυνο για τη ζωή του, να διακρίνει σαφώς μεταξύ των δογμάτων του Χριστιανισμού, τα οποία παρουσιάζουν θεμελιώδεις δογματικές διαφοροποιήσεις, εντούτοις, η αναζήτηση χριστιανικού προσανατολισμού, δεδομένου του εντελώς διαφορετικού θρησκευτικού και πολιτισμικού υποβάθρου του Αιτητή, δεν δύναται να θεωρηθεί καθοριστικής σημασίας για την αξιολόγηση της γνησιότητας της μεταστροφής του.

 

73.          Επιπροσθέτως, κατά τη δικάσιμο της 10.10.2024, ο Αιτητής κατέθεσε ότι δεν του ήταν εύκολο να εξεύρει καθολική εκκλησία, αλλά εντόπισε ευχερώς ορθόδοξο ιερέα στη Δημοκρατία, με τον οποίο ήλθε σε επαφή και πείσθηκε ότι η Ορθόδοξη Πίστη αποτελεί την αληθινή πίστη. Στη Δημοκρατία είχε, όπως ανέφερε, τη δυνατότητα να εκφράζει απρόσκοπτα τη θρησκευτική του ταυτότητα και να συμμετέχει στην εκκλησιαστική ζωή. Περαιτέρω, από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, προκύπτει ότι η διαδικασία κατήχησής του στο Ορθόδοξο δόγμα συνεχίστηκε και μετά την είσοδό του στη Δημοκρατία, τουλάχιστον από τον Οκτώβριο – Νοέμβριο 2022, με αποκορύφωμα τη βάπτισή του στις 4.4.2023 (βλ. Τεκμήριο 1 της γραπτής δήλωσης ημερ. 14.7.2023). Επιπλέον, ο Αιτητής έδωσε τη συγκατάθεσή του προκειμένου τα ανήλικα τέκνα του να παρακολουθούν το μάθημα των Θρησκευτικών στο σχολείο τους ήδη από τον Οκτώβριο 2021. Παρατηρείται, εξάλλου ότι και οι αναφορές της συζύγου του ως προς τις περιστάσεις της μεταστροφής του συγκλίνουν με τις δηλώσεις του Αιτητή 1. Καίτοι, τόσο κατά το διοικητικό όσο και κατά το δικαστικό στάδιο, δεν κατέστη εμφανές ότι ο Αιτητής διαθέτει εις βάθος γνώση των δογμάτων της Χριστιανικής Πίστης, εντούτοις, βάσει των ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχείων, έχει προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες που καταδεικνύουν τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική του αποστασιοποίηση από την παραδοσιακή θρησκεία του και τη μετέπειτα μεταστροφή του στον Χριστιανισμό.

 

74.          Ως προς τη φερόμενη μεταστροφή της Αιτήτριας 2, παρατηρείται ότι η στάση της έναντι του Χριστιανισμού διαμορφώθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη στάση του συζύγου της, καθώς και από το κοινωνικό και θρησκευτικό περιβάλλον μετά την έλευσή της στη Δημοκρατία. Κατά τη διοικητική διαδικασία και ειδικότερα στη συνέντευξή της τον Νοέμβριο 2022, η ίδια δήλωσε ότι στη χώρα καταγωγής της ήταν μουσουλμάνα, ότι δεν είναι υψηλής μόρφωσης και δεν είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα με θέματα θρησκείας, πλην όμως στήριξε τον σύζυγό της (Αιτητή 1) στην απόφασή του να ασπασθεί άλλη θρησκεία. Η ίδια δεν έφερε ως ανέφερε hijab, γεγονός για το οποίο ήρθε αντιμέτωπη με κριτική από μέλη της ευρύτερης οικογένειάς της.  Μάλιστα, σε μία περίπτωση, η ίδια και τα τέκνα της τον συνόδευσαν σε τελετή. Ερωτηθείσα σχετικά, ανέφερε ότι, κατά τη μουσουλμανική παράδοση, όταν μία γυναίκα είναι παντρεμένη με μουσουλμάνο που μεταστρέφεται στον Χριστιανισμό, ο γάμος τους θεωρείται άκυρος.

 

75.          Ενώπιον του Δικαστηρίου η Αιτήτρια επιβεβαίωσε ότι, μετά την έλευσή της στη Δημοκρατία, αποφάσισε να συμμετάσχει πιο ενεργά. Εντούτοις, ακόμη και κατά το στάδιο της δικαστικής διαδικασίας και μετά τη βάπτισή της, αγνοούσε βασικές πτυχές του Χριστιανικού δόγματος· ενδεικτικά, δεν γνώριζε ποια ήταν η Παναγία, το όνομα της οποίας έφερε μετά τη βάπτισή της (βλ. Τεκμήριο 2 της γραπτής δήλωσης, ημερ. 14.7.2023, αναφορικά με το πιστοποιητικό βαπτίσεως) ενώ δεν έδωσε σημεία, πέραν του γεγονότος της βάπτισής της έμπρακτης μεταβολής της εσωτερικής και εξωτερικής της στάσης απέναντι στην πίστη. Υπό τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο κρίνει ότι, μολονότι η Αιτήτρια προέβη σε βάπτιση, δεν προκύπτει ότι έχει βιώσει γνήσια μεταστροφή προς τον Χριστιανισμό, καθότι δεν καταδεικνύεται έμπρακτη συμμετοχή ή προσωπικό ενδιαφέρον για την εν λόγω πίστη, πέραν της γενικής θετικής στάσης της έναντι της επιλογής του συζύγου της και της συμμετοχής των ανηλίκων τέκνων της στη νέα θρησκεία.

 

76.          Ως προς τους ανήλικους Αιτητές 3 και 4, παρατηρείται καταρχάς ότι ουδεμία εξατομικευμένη αναφορά γίνεται σε αυτούς, πέραν της μνείας ότι δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας, ούτε κατά το στάδιο της αξιολόγησης του κινδύνου ούτε κατά το μέρος της νομικής ανάλυσης. Επισημαίνεται ότι τα τέκνα δεν κλήθηκαν σε συνέντευξη, ενώ το παρόν Δικαστήριο έκρινε, ενόψει της ανηλικότητάς τους, ότι, υπό τις περιστάσεις, ήταν ορθότερο να αποφευχθεί η παρουσία τους στο ακροατήριο. Ως προς το ζήτημα της φερόμενης μεταστροφής τους, παρατηρείται ότι οι ανήλικοι Αιτητές βαπτίστηκαν την ίδια ημέρα με τους γονείς τους, έχουν προσκομιστεί δε τα αντίστοιχα πιστοποιητικά βαπτίσεως. Περαιτέρω, παρακολουθούν το μάθημα των Θρησκευτικών στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης. Σύμφωνα με τις δηλώσεις της Αιτήτριας 2, ο μεγαλύτερος υιός της (Αιτητής 3) συνήθιζε να συνοδεύει τον πατέρα του στην εκκλησία. Η ίδια δε ανέφερε, κατά τη συνέντευξή της, ότι, λόγω της μικρής τους ηλικίας, τα τέκνα δεν διαθέτουν πλήρη γνώση της διαφορετικότητας των θρησκειών, πλην όμως λαμβάνουν μαθήματα στη Χριστιανική πίστη (βλ. ερ. 96 του διοικητικού φακέλου). Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ήτοι τη θετική και δηλωμένη στάση των γονέων τους έναντι της χριστιανικής πίστης, τη βάπτισή τους, το γεγονός ότι διαβιώνουν τα τελευταία  πέντε έτη της ανήλικης ζωής τους σε περιβάλλον στο οποίο δέχονται χριστιανικά και όχι μουσουλμανικά ερεθίσματα, καθώς και λαμβάνοντας υπόψη την ηλικιακή τους ωριμότητα, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι και οι ανήλικοι Αιτητές 3 και 4 έχουν μεταστραφεί στη χριστιανική πίστη.

 

77.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία παρατίθενται κατωτέρω πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την επικρατούσα θρησκεία στο Ιράκ και την θρησκευτική ελευθερία στην χωρά. Το Σύνταγμα του Ιράκ, στο άρθρο 2, καθιερώνει το Ισλάμ ως την επίσημη θρησκεία της χώρας: «Το Ισλάμ είναι η επίσημη θρησκεία του Κράτους και αποτελεί θεμελιώδη πηγή της νομοθεσίας: Κανένας νόμος δεν μπορεί να θεσπιστεί που να έρχεται σε αντίθεση με τις καθιερωμένες διατάξεις του Ισλάμ. Β. Κανένας νόμος δεν μπορεί να θεσπιστεί που να έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της δημοκρατίας. Γ. Κανένας νόμος δεν μπορεί να θεσπιστεί που να έρχεται σε αντίθεση με τα δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες που προβλέπονται σε αυτό το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα αυτό εγγυάται τη μουσουλμανική ταυτότητα της πλειοψηφίας του ιρακινού λαού και εγγυάται τα πλήρη θρησκευτικά δικαιώματα στην ελευθερία της θρησκευτικής πίστης και άσκησης όλων των ατόμων, όπως των Christians, Yazidis, και Mandean Sabeans[1]

 

78.          Σύμφωνα με πηγές, περισσότερο από το 95% του πληθυσμού του Ιράκ είναι μουσουλμάνοι, εκ των οποίων περίπου το 60% είναι Σιίτες μουσουλμάνοι.[2] Αν και οι εκτιμήσεις σχετικά με τον ακριβή αριθμό των χριστιανών που παραμένουν στο Ιράκ διαφέρουν[3], αναφέρεται ότι ο χριστιανικός πληθυσμός στη χώρα έχει μειωθεί σημαντικά από το 2003.[4] Σύμφωνα με το CIA World Factbook, ο χριστιανικός πληθυσμός στο Ιράκ έχει μειωθεί κατά 50% έως 90% από το 2003.[5]

 

79.          Σύμφωνα με την Open Doors, μια οργάνωση που δραστηριοποιείται στην υποστήριξη χριστιανών που υπόκεινται σε θρησκευτικές διακρίσεις,[6] οι χριστιανοί στο Ιράκ ζούσαν κυρίως στο βόρειο τμήμα της χώρας, ιδιαίτερα στις επαρχίες Nineveh, Erbil, Sulaymaniyah, Dohuk και στο Basra.[7] Ωστόσο, η ίδια πηγή σημειώνει ότι μεταστραφέντες στον χριστιανισμό κατοικούν σε όλες τις επαρχίες του Ιράκ, συμπεριλαμβανομένων μικρών ομάδων μεταστραφέντων από το Ισλάμ στις νότιες και κεντρικές επαρχίες της χώρας.[8]

 

80.          Το Σύνταγμα στο Ιράκ, στα άρθρα 14 και 43, ορίζει τα εξής σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία και την ελευθερία της πίστης: Σύμφωνα με το άρθρο 14 «Οι Ιρακινοί είναι ίσοι ενώπιον του νόμου χωρίς διακρίσεις λόγω φύλου, φυλής, εθνότητας, εθνικότητας, καταγωγής, χρώματος, θρησκείας, δόγματος, πεποίθησης ή άποψης, ή λόγω οικονομικής ή κοινωνικής κατάστασης.». Σύμφωνα με το άρθρο 43 «Πρώτον: Οι οπαδοί όλων των θρησκειών και δογμάτων είναι ελεύθεροι: Α. Στην άσκηση των θρησκευτικών τους τελετών, περιλαμβανομένων των τελετών Husseini.
Β. Στη διαχείριση των θρησκευτικών κληροδοτημάτων (
waqf), των υποθέσεών τους και των θρησκευτικών τους ιδρυμάτων, κάτι που θα ρυθμίζεται με νόμο.
Δεύτερον: Το κράτος εγγυάται την ελευθερία της λατρείας και την προστασία των χώρων λατρείας.
[9]».

 

81.          Ωστόσο, παρά τις συνταγματικές διατάξεις περί ελευθερίας της πίστης, οι περιορισμοί στην ελευθερία της θρησκείας αναφέρεται ότι είναι «εκτεταμένοι»[10] και «πολλοί Ιρακινοί βιώνουν βία και εκτοπισμό λόγω της θρησκευτικής τους ταυτότητας» στην πράξη.[11] Επιπλέον, ορισμένοι νόμοι παραβιάζουν την ελευθερία της πίστης, για παράδειγμα, η μεταστροφή από το Ισλάμ σε άλλες θρησκείες δεν επιτρέπεται ούτε αναγνωρίζεται νομικά.[12] Αν και η ιρακινή νομοθεσία επιτρέπουν τη μεταστροφή από άλλες θρησκείες προς το Ισλάμ[13], πηγές αναφέρουν ότι η μεταστροφή από το Ισλάμ σε άλλη θρησκεία απαγορεύεται νομικά.[14]

 

82.          Υπό το φως των ανωτέρω, επιβεβαιώνονται οι αναφορές των Αιτητών 1 και 2 ότι η επικρατούσα θρησκεία στη χώρα καταγωγής τους είναι η μουσουλμανική και ότι τυχόν μεταστροφή στο χριστιανισμό εγείρει για τους ίδιους προβλήματα τόσο από τον κοινωνικό περίγυρο όσο και από το κράτος.

 

83.          Ως προς τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά βαπτίσεως, σημειώνεται ότι η γνησιότητά τους δεν αμφισβητήθηκε από τους Καθ’ ων η Αίτηση αλλά και το ίδιο το Δικαστήριο κρίνει ότι πρόκειται περί αντιγράφων των αυθεντικών, τα οποία είχαν προηγουμένως παρουσιάσει στο Δικαστήριο· ως εκ τούτου, αξιολογούνται ως αντίγραφα γνήσιων εγγράφων. Αναφορικά με τα λοιπά έγγραφα που περιλαμβάνονται στον διοικητικό φάκελο (ήτοι: ερ. 69, βεβαίωση κατήχησης του Αιτητή 1· ερ. 71, συγκατάθεση για την παρακολούθηση του μαθήματος των Θρησκευτικών από τους Αιτητές 3 και 4), δεν προκύπτει οποιαδήποτε ένδειξη αμφισβήτησης της γνησιότητάς τους, ενώ οι δηλώσεις που περιέχονται σε αυτά, σε συνάρτηση με τις δηλώσεις των Αιτητών, γίνονται αποδεκτές.

 

84.          Τέλος, αναφορικά με την επιστολή ημερομηνίας 30.8.2019 από τον οργανισμό Children Culture Association, στην οποία αναφέρεται ότι ο Αιτητής εργάστηκε δεν γίνεται αποδεκτή προς απόδειξη των αναφορών που περιλαμβάνονται σε αυτήν, περί απειλών κατά της ζωής των Αιτητών, καθότι δεν προέρχονται από πηγή που μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη και αντικειμενική. Η επιστολή, μολονότι δεν εγείρει ζητήματα γνησιότητας ως προς την προέλευσή του, εκτιμάται ελεύθερα σε συνδυασμό με τα λοιπά δεδομένα, ως προς τον ισχυρισμό περί μεταστροφής των Αιτητών.

 

85.          Ενόψει της ανωτέρω ανάλυσης, γίνεται δεκτό ότι οι Αιτητής 1, 3 και 4 έχουν μεταστραφεί στο χριστιανισμό όχι όμως και η Αιτήτρια 2.

 

86.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, περί απειλών εναντίον του Αιτητή 1 και των λοιπών μελών της οικογένειάς του από συγγενικά πρόσωπα της Αιτήτριας 2, ένεκα των θρησκευτικών πεποιθήσεων του Αιτητή 1, επισημαίνονται τα ακόλουθα. Αρχικώς, ως προς τις σχέσεις του ζεύγους με την οικογένεια της Αιτήτριας 2, ο Αιτητής 1 κατά την καταγραφή της αίτησής του δήλωσε ότι ο γάμος του με την Αιτήτρια 2 τελέσθηκε «παράνομα» και ότι οι συγγενείς της επεδίωκαν εξαρχής να τον σκοτώσουν. Αντιθέτως, η Αιτήτρια 2 ενώπιον του Δικαστηρίου κατέθεσε ότι κατά την έναρξη του γάμου οι σχέσεις με την οικογένειά της ήταν καλές και ότι η εχθρότητα εκδηλώθηκε μεταγενέστερα, λόγω της μεταστροφής στον χριστιανισμό. Η αντίφαση αυτή είναι κρίσιμη, καθόσον αφορά το αρχικό πλαίσιο της οικογενειακής ζωής των Αιτητών και την ένταση του φερόμενου κινδύνου.

 

87.          Περαιτέρω, ενώπιον της διοίκησης οι Αιτητές περιέγραψαν κυρίως έμμεσες απειλές, διαβιβαζόμενες μέσω της μητέρας της Αιτήτριας 2, τηλεφωνημάτων ή αναρτήσεων στο διαδίκτυο. Αντιθέτως, ενώπιον του Δικαστηρίου (βλ. δικάσιμος 10.10.2024) ο Αιτητής 1 δήλωσε ότι του απηύθυναν «κατάμουτρα» απειλές ότι θα τον σκοτώσουν και θα του αφαιρέσουν τα παιδιά. Η διαφοροποίηση αυτή, ως προς τον τρόπο εκδήλωσης των απειλών (άμεσος – έμμεσος) και το περιεχόμενό τους, καταδεικνύει ασυνέπεια στην περιγραφή γεγονότων κρίσιμων για τον φερόμενο κίνδυνο. Επιπροσθέτως, ως προς τον αριθμό και την ταυτότητα των διωκτών, στην αρχική συνέντευξη γινόταν λόγος για τον θείο της Αιτήτριας 2, ενώ στις δηλώσεις ενώπιον του Δικαστηρίου γίνεται λόγος για τρεις θείους, αδελφούς και γενικότερα εκτεταμένο συγγενικό δίκτυο με «διασυνδέσεις σε όλο το Ιράκ». Η σταδιακή διεύρυνση του αριθμού των διωκτών, χωρίς παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων, μειώνει την ευλογοφάνεια των ισχυρισμών. Συνοψίζοντας, μολονότι η φερόμενη δίωξη από μέλη της οικογένειας της Αιτήτριας 2 αποτέλεσε ήδη κατά τη διοικητική διαδικασία ουσιώδη ισχυρισμό των Αιτητών 1 και 2, εντούτοις οι συναφείς αναφορές διαφοροποιούνται σε διάφορα σημεία της αφήγησής τους, ενώ οι περιστάσεις εκδήλωσης των εν λόγω απειλών παρουσιάζονται κατά τρόπο αντιφατικό και γενικόλογο. Ως εκ τούτου, δεν θεμελιώνεται η αξιοπιστία των Αιτητών ως προς τον υπό εξέταση ισχυρισμό.

 

92. Ως προς την εξωτερική πτυχή της αξιοπιστίας τους, επισημαίνεται ότι, ως προσωπικής φύσεως βίωμα, δεν αναμένεται ευλόγως να εντοπιστούν εξωτερικές πηγές επιβεβαίωσης.

 

88.          Για την πληρότητα της αξιολόγησης του ανωτέρω ισχυρισμού, το Δικαστήριο προέβη και στον έλεγχο της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών των Αιτητών. Παρατίθενται κατωτέρω πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τη στάση της ιρακινής κοινωνίας και των μελών των οικογενειών τους έναντι όσων μεταστρέφονται σε άλλη θρησκεία, οι οποίες καταγράφονται στη συνέχεια υπό της ανάλυση κινδύνου.

 

89.          Από τις  εν λόγω πηγές προκύπτει η αρνητική στάση του κοινωνικού και γενικότερα πολιτικού περιβάλλοντος έναντι των μεταστραφέντων στον χριστιανισμό μουσουλμάνων στη χώρα καταγωγής των Αιτητών. Το δεδομένο αυτό, μολονότι υπαρκτό, δεν επαρκεί για να ανατρέψει το εύρημα περί μη αποδοχής του ισχυρισμού, δοθέντος ότι δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία των Αιτητών.

 

90.          Ως προς τον κίνδυνο που διατρέχουν οι Αιτητές εκ των αποδεκτών ισχυρισμών τους επισημαίνονται τα εξής.

 

91.          Προτού προβεί το παρόν Δικαστήριο στην ανάλυση κινδύνου που προκύπτει από τα στοιχεία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού των Αιτητών αρ. 1 και 2, και κυρίως αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής τους, η οποία θα πρέπει να εξεταστεί σε επικαιροποιημένη βάση σημειώνονται τα εξής κρίσιμα, τα οποία το παρόν Δικαστήριο επισημαίνει και στην πρόσφατη απόφασή του στην Προσφυγή αρ. 986/23, Μ.Ο.Α. κ.α. ν. Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 8.8.2024. Υπενθυμίζεται καταρχάς ότι η εξέταση των λόγων που αφορούν στην τυπική ή εξωτερική νομιμότητα, προηγείται της εξέτασης των λόγων που ανάγονται στην εσωτερική νομιμότητα, όπως η νομιμότητα της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης. Οι επικαλούνται έλλειψη δέουσας έρευνας και κατ΄επέκταση αιτιολογίας της επίδικης απόφασης. Καίτοι το παρόν Δικαστήριο σε πλείστες αποφάσεις του επεσήμανε ότι ενόψει της έκτασης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και του ελέγχου που διενεργεί επί τη επίδικης πράξης οι εν λόγω ισχυρισμοί απορρίπτονται ως αλυσιτελείς και παρά τη φτωχή ανάλυση του συνηγόρου των Αιτητών επί αυτού του σημείου, εντούτοις εν προκειμένω οι εν λόγω αιτιάσεις συνδέονται αναπόδραστα με τη μείζονα διαδικαστική παράλειψη που διαπιστώνεται εκ μέρους των Καθ’ ω η αίτηση και η οποία προηγείται, όχι μόνο να μην προβούν σε έρευνα και αιτιολογία της επίδικης απόφασης στο μέτρο που αφορά τους ανήλικους Αιτητές αρ. 3 και 4, αλλά να απέχουν από οποιασδήποτε ουσιαστική αναφοράς σε αυτούς και στις αυτοτελείς αιτήσεις τους για διεθνή προστασία στην έκθεση εισήγηση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Σημειώνεται δε ότι η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στην επίδικη απόφαση στους Αιτητές 3 και 4 επενεργεί και στην ορθότητα εν προκειμένω της αξιολόγησης του κινδύνου.

 

92.          Εκκινούμενοι  από το ίδιο το γράμμα του περί Προσφύγων Νόμου, σε πλείστα σημεία αυτού γίνεται αναφορά στην υποχρέωση εξατομικευμένης εξέτασης της αίτησης ασύλου εκάστου των αιτητών. Στο εδάφιο (3) του άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου, όπου καταγράφονται οι βασικές αρχές που διέπουν τη διαδικασία εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, προβλέπεται ότι η αξιολόγηση της αίτησης διεθνούς προστασίας γίνεται σε εξατομικευμένη βάση, αντικειμενικά και αμερόληπτα, και περιλαμβάνει τη συνεκτίμηση, μεταξύ άλλων, της ατομικής κατάστασης και των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως το προσωπικό ιστορικό, το φύλο και η ηλικία, ούτως ώστε να εκτιμηθεί εάν, βάσει των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή, οι συνθήκες στις οποίες έχει ήδη ή θα μπορούσε να εκτεθεί ισοδυναμούν με δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

 

93.          Ερμηνεύοντας το εννοιολογικό εύρος του όρου εξατομικευμένη αξιολόγηση το ΔΕΕ, στη απόφασή του ημερομηνίας 4.10.2018, Ahmedbekova, C-652/16 σκέψη 58, επεσήμανε ότι η κατάσταση εκάστου των μελών της οικογένειας εξετάζεται σε εξατομικευμένη βάση, ακόμα και όταν υποβάλλονται στο πλαίσιο μιας κοινής διαδικασίας. Οι αιτήσεις δεν αποτελούν αντικείμενο κοινής αξιολόγησης. Στη σκέψη 60 στην ίδια απόφασή του, το ΔΕΕ συνεχίζει τονίζοντας ότι επιτρέπεται οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας που έχουν υποβληθεί χωριστά από τα μέλη της ίδιας οικογένειας να εξετάζονται στο πλαίσιο κοινής διαδικασίας, αλλά δεν επιτρέπεται οι αιτήσεις αυτές να αποτελούν αντικείμενο κοινής αξιολόγησης.  

 

94.          Εν προκειμένω, οι Αιτητές 3 και 4 αποτελούν ανηλίκους και ως εκ τούτου αποτελούν εκ της ηλικίας τους ευάλωτα πρόσωπα (άρθρο 9ΚΓ το περί Προσφύγων Νόμου). Επιπλέον, το βέλτιστον συμφέρον του ανηλίκου αποτελεί αρχή που οφείλει να διαρρέει όλη τη διαδικασία εξέτασης της αίτησής τους από τις διαδικαστικές εγγυήσεις μέχρι και την έκδοση της τελικής απορριπτικής απόφασης επί της αιτήσεώς τους και την τυχόν απόφασης επιστροφής τους.

 

95.          Υπενθυμίζεται ότι στην προοιμιακή σκέψη 18 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, προβλέπεται ότι το μείζον συμφέρον του παιδιού θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού. Κατά την αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν ιδίως υπόψη τους την αρχή της οικογενειακής ενότητας, την ευημερία και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, ζητήματα ασφάλειας και προστασίας και τις απόψεις του ανηλίκου ανάλογα με την ηλικία του και την ωριμότητά του. Στο άρθρο 20 της ίδιας οδηγίας αναφέρεται στην παράγραφο 4 αυτού ότι το μείζον συμφέρον του παιδιού αποτελεί πρωταρχικό μέλημα για τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου που αφορούν ανηλίκους.

 

96.          Η ανηλικότητα των Αιτητών 3 και 4, ως δεδομένο αδιαμφισβήτητο και παραδεκτό, οφείλεται να τύχουν ξεχωριστής ανάλυσης και αξιολόγησης ως προς τον τυχόν κίνδυνο που απορρέουν από αυτά σε συνάρτηση με τις συνθήκες που επικρατούν στην χώρα καταγωγής τους. Στο άρθρο 9ΚΕ(2) του περί Προσφύγων Νόμου περιλαμβάνονται κατευθύνσεις ως προς το περιεχόμενο της έννοιας του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου. Οι δε αξιολογήσεις σχετικά με το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού οφείλουν να λαμβάνονται υπόψιν σε όλες τις αποφάσεις, οι οποίες αφορούν παιδιά αμέσως ή εμμέσως (ΔΕΕ, απόφαση ημερ. 11.3.2021, M. A., C-112/20, σκέψεις 36 έως 38), ήτοι ακόμα και κατά την εξέταση της απόφασης επιστροφής του γονέα του.

 

97.          Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου τα ανήλικα τέκνα δεν προβάλλουν αυτοτελείς ουσιώδεις ισχυρισμούς ή δεν είναι σε θέση να τους διατυπώσουν, όπως εν προκειμένω, αυτό δεν απαλλάσσει τη διοίκηση από την υποχρέωση να προβεί σε εξατομικευμένη ανάλυση του κινδύνου που τυχόν αυτά διατρέχουν άμα τη επιστροφή στη χώρα καταγωγής και την υπαγωγή στις κρίσιμες διατάξεις του νόμου, κατά τρόπο ανάλογο με αυτόν του γονέα τους.

 

98.          Ο τυχόν δε κίνδυνος που διατρέχουν τα τέκνα του γονέα, σε κάποιες περιπτώσεις, ενδέχεται να επεκτείνεται και στον ίδιο το γονέα, επί παραδείγματι όταν ο γονέας αντίκεται με την υποβολή του τέκνου του σε κάποια πρακτική που ισοδυναμεί με δίωξη από τρίτους. Επιπλέον, όπως εξηγείται ανωτέρω, η παρουσία των ανηλίκων επηρεάζει και την αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχουν οι γονείς τους, σε περίπτωση όπου υφίσταται έκρυθμη κατάσταση στο τόπο συνήθους διαμονής.

 

99.          Υπογραμμίζεται εν προκειμένω η ανυπαρξία οποιασδήποτε εξατομικευμένης αξιολόγησης της αίτησης τους, όπως προκύπτει από την έκθεση εισήγηση, η οποία αποτελεί την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Αυτό αφορά στην απομόνωση των ουσιωδών ισχυρισμών που τους αφορούν προσωπικά, του κινδύνου που υπέχουν προσωπικά με βάση τα αποδεκτά δεδομένα, ήτοι τουλάχιστον του προφίλ και της χώρα καταγωγής τους.

 

Προχωρώντας πλέον το ίδιο το Δικαστήριο στην αξιολόγηση του κινδύνου για τους Αιτητές, ως προς τους αποδεκτούς ισχυρισμούς περί της μεταστροφής των Αιτητών 1, 3 και 4, προκύπτουν τα ακόλουθα από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

100.        Σύμφωνα με έναν ειδικό σε θέματα φυλετικών μηχανισμών και φυλετικού δικαίου στο Ιράκ, ο οποίος έδωσε συνέντευξη στην EUAA τον Οκτώβριο του 2022, η θρησκευτική μεταστροφή μακριά από την πολιτισμικά κυρίαρχη θρησκεία, το Ισλάμ, προς τον Χριστιανισμό ή άλλες θρησκείες, είναι κοινωνικό 'ταμπού' στο Ιράκ και έχει αρνητική αντιμετώπιση από την κοινωνία.[15] Οι φυλές είναι εξαιρετικά επιδραστικές και επιβάλλουν τις παραδόσεις τους στην κοινωνία.[16]

 

101.        Η συμμόρφωση με τις παραδόσεις συχνά υπερβαίνει τη συμμόρφωση με τον επίσημο νόμο, ενώ υπάρχουν περιοχές όπου η φυλετική επιρροή υπερβαίνει αυτήν της κυβέρνησης.[17] Σύμφωνα με την Open Doors, οι Χριστιανοί προσήλυτοι με μουσουλμανικό υπόβαθρο πιέζονται κυρίως από την «(εκτεταμένη) οικογένεια» και μπορεί να αντιμετωπίσουν απειλές από μέλη της οικογένειας, φυλετικούς ηγέτες και την ευρύτερη κοινωνία.[18] Εξαιτίας αυτού, συχνά κρατούν την νέα τους πίστη μυστική.[19] Αν και η θρησκευτική μεταστροφή υπήρχε στη χώρα, δεν «γινόταν ανοιχτά λόγος» γι’ αυτήν. Παρομοίως, η Γενική Έκθεση Πληροφόρησης για το Ιράκ για το 2023 από το Υπουργείο Εξωτερικών των Κάτω Χωρών ανέφερε ότι, σύμφωνα με εμπιστευτικές πηγές, η μεταστροφή από το Ισλάμ σε άλλη θρησκεία, συμπεριλαμβανομένου του Χριστιανισμού, γινόταν αρνητικά αντιληπτή εντός της οικογένειας του προσήλυτου και αντιμετωπιζόταν με καχυποψία σε επίπεδο κοινότητας, ενώ τα οικογενειακά και κοινωνικά δίκτυα δεν «αποδέχονταν εύκολα τη μεταστροφή». [20]

 

102.        Οι προσήλυτοι από το Ισλάμ υφίστανται κοινωνική καταπίεση για να διατηρήσουν τη μουσουλμανική τους ταυτότητα, απομόνωση και διακρίσεις, ιδιαίτερα από μέλη της οικογένειας και της κοινότητας.[21] Η Open Doors ανέφερε ότι οι πιέσεις από την οικογένεια εναντίον προσήλυτων από το Ισλάμ περιλάμβανε απόπειρες δολοφονίας και απειλές θανάτου, σωματική κακοποίηση, κράτηση, αποκήρυξη και εκδίωξη από την οικογενειακή εστία.[22]

 

103.        Η δημόσια αποκάλυψη της μεταστροφής κάποιου από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό «θα έθετε πιθανότατα το άτομο σε σοβαρό κίνδυνο», σύμφωνα με το Ceasefire Centre for Civilian Rights.[23] Η OWFI ανέφερε ότι οι Μουσουλμάνοι που ασπάζονται τον Χριστιανισμό αντιμετωπίζονται «με φρικτό τρόπο», ενώ υπάρχουν περιπτώσεις προσήλυτων που εξορίστηκαν από τις οικογένειές τους, σημειώνοντας ότι η μεταστροφή συνήθως δεν γίνεται αποδεκτή από τις φυλές.

 

104.        Σύμφωνα με τον ειδικό AI Ibrahim, ο οποίος έδωσε συνέντευξη στην EUAA τον Οκτώβριο του 2022, δήλωσε ότι για τις αραβικές μουσουλμανικές φυλές, η αποκήρυξη από τη φυλή «παρέχει άδεια για φόνο, καθώς το άτομο θεωρείται πλέον άπιστο».[24] Ο Al-Ibrahimi δεν γνώριζε κάποια περίπτωση όπου μια οικογένεια αποκήρυξε ή αποστασιοποιήθηκε δημόσια από τον προσήλυτο (π.χ. μέσω εφημερίδας). Σύμφωνα με τον ίδιο, στις περισσότερες περιπτώσεις η οικογένεια είναι αντίθετη στη μεταστροφή και θεωρεί πως το καλύτερο είναι το μέλος να εκδιωχθεί ή να τιμωρηθεί.
Αν η οικογένεια κρύψει τον προσήλυτο, αυτό γίνεται μόνο επειδή φοβάται για την ασφάλειά του. Ο
Al-Ibrahimi ισχυρίζεται ότι η μεταστροφή από μια θρησκεία σε άλλη αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για όλες τις φυλές — είτε πρόκειται για μεταστροφή από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό είτε το αντίστροφο. Όπως λέει, «από θρησκευτικής άποψης, παρέχει άδεια για φόνο, καθώς το άτομο θεωρείται άπιστο. Αυτός είναι ο γενικός κώδικας ανάμεσα σε όλες τις φυλές, όλων των εθνοτήτων και όλων των θρησκειών».

 

105.        Η Γενική Έκθεση Πληροφόρησης για τη Χώρα Καταγωγής του Ιράκ για το 2023 από το Υπουργείο Εξωτερικών των Κάτω Χωρών ανέφερε ότι, κατά την περίοδο από τον Οκτώβριο του 2021 έως τον Σεπτέμβριο του 2023 δεν υπήρξαν γνωστές περιπτώσεις στις οποίες προσήλυτοι «είχαν στην πράξη ζητήσει και λάβει επαρκή προστασία από τις αρχές».[25]

 

106.        Σύμφωνα με την Open Doors, ως αποτέλεσμα της απαγόρευσης στη θρησκευτική μεταστροφή μουσουλμάνων, πρώην μουσουλμάνοι δεν μπορούν να αλλάξουν τη θρησκεία τους στις ταυτότητες και παραμένουν επίσημα καταγεγραμμένοι ως μουσουλμάνοι.[26] Η ετήσια έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ (USDOS) για τη θρησκευτική ελευθερία στο Ιράκ, για το έτος 2023, αναφέρει ότι η νομική απαγόρευση της μεταστροφής σπανίως εφαρμόζεται στην Περιφέρεια του Κουρδιστάν του Ιράκ (KRI), ενώ τα άτομα επιτρέπεται γενικά να μεταστρέφονται σε άλλες θρησκείες χωρίς παρεμβάσεις από την Περιφερειακή Κυβέρνηση του Κουρδιστάν.[27] Η ίδια έκθεση αναφέρει ότι, σύμφωνα με χριστιανούς ηγέτες, χριστιανικές οικογένειες που είναι επισήμως καταγεγραμμένες ως μουσουλμανικές αλλά ασκούν ιδιωτικά τον χριστιανισμό, συνεχίζουν να εξαναγκάζονται από τις αρχές είτε να καταγράφουν τα παιδιά τους ως μουσουλμάνους είτε να τα αφήνουν ακαταχώρητα από τις ομοσπονδιακές αρχές. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η μη καταγραφή επηρεάζει την επιλεξιμότητα της οικογένειας για κρατικές παροχές, όπως η εγγραφή στο σχολείο και οι κάρτες δελτίων τροφίμων για βασικά είδη διατροφής.

 

107.        Επιπλέον, η Open Doors ανέφερε ότι οι παραβιάσεις κατά μεταστραφέντων ήταν πιο διαδεδομένες στις αραβικές περιοχές σε σύγκριση με τις κουρδικές περιοχές, στις οποίες υπάγεται ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής των Αιτητών.[28] Κατά την περίοδο από 1 Οκτωβρίου 2022 έως 30 Σεπτεμβρίου 2023, αναφέρθηκε ότι η ανεκτικότητα προς τους μεταστραφέντες στον χριστιανισμό στην Περιφέρεια του Κουρδιστάν του Ιράκ (KRI) είχε μειωθεί, λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη επιρροή του «συντηρητικού Ισλάμ».[29] Παράλληλα, καταγράφηκε αύξηση στις αναφορές γυναικών που δολοφονήθηκαν από άνδρες συγγενείς τους, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων λόγω μεταστροφής σε διαφορετική θρησκεία.[30] Για παράδειγμα, η Open Doors ανέφερε ότι το 2023, δύο άτομα που είχαν μεταστραφεί από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό κατηγορήθηκαν για βλασφημία, αφού ανάρτησαν μηνύματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.[31] Ο ένας εξ αυτών καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης, ενώ ο άλλος διέφυγε από τη χώρα, με την υπόθεσή του να παραμένει σε εκκρεμότητα.

 

108.        Μια εμπιστευτική πηγή, η οποία παρατίθεται στην Έκθεση Γενικών Πληροφοριών για τη Χώρα Καταγωγής (COI) για το Ιράκ του 2023 από το Υπουργείο Εξωτερικών των Κάτω Χωρών, ανέφερε ότι κατά την περίοδο από τον Οκτώβριο 2021 έως τον Σεπτέμβριο 2023 δεν υπήρξαν γνωστές περιπτώσεις ποινικών διώξεων από τις αρχές κατά ατόμων που είχαν μεταστραφεί από το Ισλάμ σε άλλη θρησκεία.[32]

 

109.        Η Open Doors σημείωσε επίσης, στην έκθεσή της για το Ιράκ τον Ιανουάριο 2024, ότι οι χριστιανικές εκκλησίες εμποδίζονταν να εντάξουν ανοικτά μεταστραφέντες από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό, ιδίως στις πόλεις καταγωγής των μεταστραφέντων. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, εάν γινόταν γνωστό ότι μια εκκλησία ενσωμάτωνε μεταστραφέντες, τότε μπορούσε «να γίνει στόχος και ενδέχεται να κλείσει». Η ίδια πηγή ανέφερε ότι στην Περιφέρεια του Κουρδιστάν του Ιράκ (KRI), «ορισμένες κουρδικές εκκλησίες έχουν καταφέρει να εντάξουν Κούρδους μεταστραφέντες».[33] Η μόνη αποδεκτή μεταστροφή θρησκείας είναι από άλλη θρησκεία στο Ισλάμ, όπως επιβεβαιώνει πλήθος πηγών.[34] Σύμφωνα εξάλλου με έκθεση της LandInfo του 2017, όχι μόνο δεν μπορούν να εγγραφούν και να έχουν τα ίδια δικαιώματα με αναγνωρισμένα μέλη των χριστιανικών κοινοτήτων αλλά ουσιαστικά η οποιαδήποτε άσκηση της θρησκευτικής τους πίστης αποτελεί παράνομη πράξη, που δύναται  να τιμωρηθεί ακόμα και με την θανατική ποινή ή να έχει συνέπειες επί των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Σύμφωνα με το Landinfo η μεταστροφή «μπορεί να έχει συνέπειες όσον αφορά την απασχόληση, τη σύνταξη, το γάμο, το διαζύγιο, την επιμέλεια των παιδιών και την κληρονομιά».[35]

110.        Το Υπουργείο Εσωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου σημειώνει σε έκθεση του (Σεπτέμβριος 2024) ότι ο νόμος δεν προβλέπει τη μεταστροφή από το Ισλάμ σε άλλη θρησκεία. Μεταξύ άλλων, αυτό σημαίνει ότι οι μεταστραφέντες είναι υποχρεωμένοι να καταγράφουν τα παιδιά τους ως μουσουλμάνους προκειμένου να αποκτήσουν έγγραφα για αυτά, τα οποία είναι απαραίτητα για την πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του σχολείου. Οι μεταστραφέντες δεν μπορούν επίσης να δηλώσουν τη νέα τους θρησκεία κατά την αίτηση ή την ανανέωση της ταυτότητάς τους. Πηγές υποδεικνύουν ότι οι μεταστραφέντες στην Αυτόνομη Περιοχή του Κουρδιστάν (KRI) μπορεί να είναι σε θέση να αλλάξουν την επίσημα καταγεγραμμένη θρησκεία τους και ότι οι αρχές της Κυβέρνησης της Περιφέρειας του Κουρδιστάν (KRG) είναι γενικά πιο ανεκτικές απέναντι στους μεταστραφέντες σε σύγκριση με τις ομοσπονδιακές αρχές του Ιράκ. Γενικά, οι μεταστραφέντες είναι απίθανο να αντιμετωπίσουν άμεσο κίνδυνο από τις κρατικές αρχές.[36]

 

111.        Στη βάση των ανωτέρω πληροφοριών, προκύπτει καταρχήν κίνδυνος κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας μουσουλμάνων που μεταστρέφονται στον χριστιανισμό στη χώρα καταγωγής των Αιτητών. Ο κίνδυνος αυτός απορρέει τόσο από το οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, όσο και από το ίδιο το κράτος, το οποίο όχι μόνο δεν επιδεικνύει πρόθεση να προστατεύσει τα πρόσωπα που έχουν μεταστραφεί στον χριστιανισμό, αλλά, αντιθέτως, με την επιβολή πολιτικών που προσεγγίζουν τα όρια σοβαρών διακρίσεων, ενισχύει την έκθεσή τους σε δίωξη. Περαιτέρω, λαμβανομένης υπόψη της μεταστροφής των Αιτητών 1, 3 και 4, με την περίπτωση του πρώτου να έχει εκδηλωθεί και εξωτερικευθεί ήδη στη χώρα καταγωγής του, ακόμη και αν η Αιτήτρια 2 δεν έχει η ίδια μεταστραφεί, ενόψει της θέσης της και της σχέσης της με τα λοιπά μέλη της οικογένειάς της, καθώς και της θετικής στάσης που επιδεικνύει έναντι της εν λόγω θρησκείας, ευλόγως δύναται να κριθεί ότι τόσο οι αρχές της χώρας καταγωγής όσο και ο κοινωνικός της περίγυρος θα μπορούσαν να θεωρήσουν και την ίδια ως μεταστραφείσα στον χριστιανισμό.

 

112.        Επιπροσθέτως σημειώνεται ότι η Αιτήτρια και πριν την είσοδό της στη Δημοκρατία δεν έφερε hijab και προς τούτο υπήρξε αποδέκτης επικρίσεων και περαιτέρω, ενισχύει ευλόγως την πεποίθηση εξωτερικά περί μεταστροφής και της ίδιας. Σε έκθεση του “UK Home Office[37] καταγράφεται ότι είναι εύκολο για εκείνους που ανήκουν στη μουσουλμανική πλειοψηφία να αναγνωρίσουν τις Χριστιανές γυναίκες στον δημόσιο χώρο λόγω του τρόπου που ντύνονται. Συγκεκριμένα, δεν φορούν μαντίλα ή hijab για να καλύψουν το κεφάλι ή το πρόσωπό τους, όπως κάνουν οι περισσότερες γυναίκες της μουσουλμανικής πλειοψηφίας.

 

113.        Εξαιτίας αυτού, οι Χριστιανές γυναίκες αντιμετωπίζουν εκφοβισμό από την πλειοψηφία ώστε να φορέσουν hijab. Αυτή η απειλή παρενόχλησης περιορίζει τις μετακινήσεις των Χριστιανών γυναικών, καθώς φοβούνται να φύγουν από τα σπίτια τους και να κυκλοφορήσουν δημόσια, ειδικά μετά τη δύση του ηλίου. Ορισμένες Χριστιανές γυναίκες έχουν επίσης αλλάξει τον τρόπο ντυσίματός τους ώστε να μην είναι τόσο ορατές.» Τα μέλη θρησκευτικών μειονοτήτων ενδέχεται να αντιμετωπίζουν κοινωνική καταπίεση να συμμορφώνονται με τα ισλαμικά έθιμα, συμπεριφορές και ηθικούς κώδικες. Για παράδειγμα, σε ορισμένες περιοχές του Ιράκ, αναφέρεται ότι μη μουσουλμάνες γυναίκες φορούν δημόσια τη μαντίλα για να αποφύγουν την παρενόχληση, ενώ μη μουσουλμάνοι μπορεί να αισθάνονται πίεση να τηρούν τη νηστεία του Ραμαζανιού. Σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών (U.S. Department of State)[38], υπήρχαν συνεχείς αναφορές ότι μέλη μη μουσουλμανικών μειονοτικών ομάδων αισθάνονταν ότι η μουσουλμανική πλειοψηφία τούς ασκούσε πίεση να συμμορφωθούν με ορισμένες ισλαμικές πρακτικές, όπως η χρήση του hijab ή η νηστεία κατά τη διάρκεια του Ραμαζανιού. Μη σιίτες Μουσουλμάνοι και μη μουσουλμάνες γυναίκες ανέφεραν ότι συνέχιζαν να αισθάνονται κοινωνική πίεση να φορούν hijab και εντελώς μαύρα ρούχα κατά τη διάρκεια του Muharram, ιδιαίτερα κατά την Ashura, για να αποφύγουν την παρενόχληση. Σύμφωνα με εκπροσώπους χριστιανικών ΜΚΟ, ορισμένοι Μουσουλμάνοι συνέχισαν να απειλούν γυναίκες και κορίτσια —ανεξαρτήτως θρησκευτικής ταυτότητας— επειδή αρνούνταν να φορέσουν hijab, επειδή ντύνονταν με ρούχα δυτικού τύπου ή επειδή δεν συμμορφώνονταν με αυστηρές ερμηνείες των ισλαμικών κανόνων που διέπουν τη δημόσια συμπεριφορά. Εκτός της Κουρδικής Περιφέρειας του Ιράκ (IKR), πολλές γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων Χριστιανών και Σαβαίων-Μανδαίων, δήλωσαν ότι επέλεξαν να φορούν hijab μετά από συνεχή παρενόχληση.

 

114.        Ως εκ τούτου, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, σε συνδυασμό με τις προσωπικές περιστάσεις των Αιτητών, τη μεταστροφή του Αιτητή 1 ήδη κατά τον χρόνο παραμονής του στη χώρα καταγωγής, καθώς και των Αιτητών 3 και 4 στον χριστιανισμό κατά την παραμονή τους στη Δημοκρατία και την ενσωμάτωσή τους στον καθημερινό τους βίο, την αναμενόμενη αντίδραση των οικείων τους στην πληροφόρηση περί της μεταστροφής, καθώς και την υιοθέτηση τρόπου ζωής αντίθετου προς τις αξίες που πρεσβεύει το Ισλάμ — στοιχείο που αυξάνει την ορατότητά τους (ενδεικτικά: δερματοστιξία Αιτητή 1, συνεργασία με χριστιανική οργάνωση, πολυετής διαβίωση σε χριστιανικό κράτος, αποποίηση της hidjab από την Αιτήτρια 2, μη συμμετοχή στη μουσουλμανική λατρεία) — κρίνεται ότι υφίσταται εύλογος κίνδυνος είτε να εκδιωχθούν από τις αρχές της χώρας καταγωγής, είτε να υποστούν σοβαρή βλάβη από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Επιπλέον, ευλόγως δεν μπορεί να αναμένεται από τους Αιτητές να απεκδυθούν την άσκηση των θρησκευτικών τους καθηκόντων προς αποφυγή τυχόν κινδύνου (ΔΕΕ, Bundesrepublik Deutschland κατά Y και Z, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-71/11 και C-99/11, απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2012, τμήμα μείζονος συνθέσεως, ECLI:EU:C:2012:518). Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία ο Αιτητής 1 φαίνεται να ασκεί ενεργά τα θρησκευτικά του καθήκοντα με τουλάχιστον ένα εκ των ανήλικων Αιτητών στη Δημοκρατία. Ήδη στη χώρα καταγωγής του φαίνεται να συμμετείχε σε χριστιανικό οργανισμό και συμμετείχε σε κοινές θρησκευτικές ακολουθίες. Όπως δε έχει ήδη επισημανθεί, στο πλαίσιο της αξιολόγησης του κατά πόσον ο φόβος του αιτούντος να υποστεί δίωξη είναι δικαιολογημένος, αδιάφορο παραμένει εάν αυτός πράγματι χαρακτηρίζεται από το φυλετικό, θρησκευτικό, εθνικό, κοινωνικό ή πολιτικό στοιχείο που προκαλεί τη δίωξη, εφόσον το στοιχείο αυτό του αποδίδεται από τον δράστη της δίωξης (βλ. άρθρο 3Δ(2), Κατά την αξιολόγηση του βάσιμου του φόβου του αιτητή ότι θα υποστεί δίωξη, δεν ασκεί επιρροή το εάν ο αιτητής χαρακτηρίζεται πράγματι από το φυλετικό, θρησκευτικό, εθνικό, κοινωνικό ή πολιτικό στοιχείο, το οποίο προκαλεί τη δίωξη, υπό την προϋπόθεση ότι το χαρακτηριστικό αυτό του αποδίδεται από το δράστη της δίωξης και  απόφαση ΔΕΕ της 4.10.2018, Ahmedbekova, C-652/16, σκέψεις 84-90).

 

115.        Συνεπώς, εφόσον και στην Αιτήτρια 2 ευλόγως αναμένεται να αποδοθούν θρησκευτικές πεποιθήσεις ανάλογες με εκείνες των λοιπών μελών της οικογένειάς της, ή να κινδυνεύσει λόγω των πεποιθήσεων αυτών, κρίνεται ότι και η ίδια διατρέχει πραγματικό κίνδυνο δίωξης. Περαιτέρω, όπως προκύπτει και από τις ανωτέρω πηγές, ακόμα και εάν η ίδια δεν θεωρηθεί μεταστραφείσα, η παραμονή της με το μεταστραφέντά σύζυγό της ενδέχεται να οδηγήσεις σε βίαιη διάσπαση της οικογενειακής της ενότητας, χωρίς να υπάρχει διαθέσιμη επαρκής κρατική παρέμβαση, όπως προκύπτει από πηγές που ακολουθούν.  

 

116.        Σύμφωνα με τον Οδηγούς της EUAA για το Ιράκ (Νοέμβριος 2024 και Ιούνιος 2022) η επαρχία του Κουρδιστάν στο Ιράκ (KRI) διοικείται από την αυτόνομη Kurdistan Regional Government (KRG) σύμφωνα με το Σύνταγμα του Ιράκ. Η επαρχία του Κουρδιστάν στο Ιράκ είναι υπεύθυνη για τις επαρχίες Erbil, Sulaymaniyah και Dohuk. Είναι η μόνη συνταγματικά αναγνωρισμένη αυτόνομη περιοχή. Το Σύνταγμα επιτρέπει στην KRG να διαθέτει δικές της εκτελεστικές, νομοθετικές και δικαστικές αρμοδιότητες, εκτός από εκείνες που ανήκουν αποκλειστικά στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Της αποδίδεται αναλογικό μερίδιο των εθνικών εσόδων και της επιτρέπεται η ίδρυση και οργάνωση δυνάμεων εσωτερικής ασφάλειας, όπως η αστυνομία.

 

117.        Η περιφερειακή νομοθετική συνέλευση της KRG αποτελείται από 111 έδρες, από τις οποίες δέκα είναι δεσμευμένες για μειονότητες (5 για Χριστιανούς, 5 για Τουρκόφωνους) και το 30% για γυναίκες. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, η KRG διαθέτει σημαντικές αρμοδιότητες για νομοθέτηση σε διάφορους τομείς, όπως υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευση, αστυνόμευση και ασφάλεια, περιβάλλον και φυσικούς πόρους, στέγαση, εμπόριο, βιομηχανία, κοινωνικές υπηρεσίες, μεταφορές και οδικό δίκτυο. Το Κουρδικό Κοινοβούλιο μπορεί επίσης να τροποποιεί την εφαρμογή της νομοθεσίας που ισχύει σε ολόκληρο το Ιράκ, εκτός των αποκλειστικών ομοσπονδιακών αρμοδιοτήτων. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, υπάρχει «γενική δυσπιστία στο ποινικό δικαστικό σύστημα» στο Κουρδιστάν λόγω της έλλειψης αποτελεσματικών ερευνών και της ατμόσφαιρας ατιμωρησίας, ιδιαίτερα όσον αφορά επιθέσεις σε δημοσιογράφους. Το 2016, η UNHCR παρατήρησε ότι «η πρόσβαση στο κράτος δικαίου [στην KRI] εξαρτάται από εθνοτική και θρησκευτική καταγωγή, φυλή, γνωριμίες, οικογένεια και συγγενείς, και είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο, για ένα άτομο να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του μόνο του».[39] Εξάλλου, σύμφωνα με σημείωμα του Οδηγού η KRG θεωρείται «φορέας προστασίας» που πληροί τα κριτήρια του άρθρου 7 της ΟΑ. Ωστόσο, σε ορισμένες ατομικές περιστάσεις, όπως για πρόσωπα που θεωρείται ότι έχουν διασυνδέσεις με το ISIL, πολιτικούς αντίπαλους και ΛΟΑΤΚΙ, σε σχέση με ό,τι αφορά επιβλαβείς παραδοσιακές πρακτικές, την άσκηση βίας για λόγους τιμής και την ενδοοικογενειακή βία, η KRI μπορεί να μην επιθυμεί να παράσχει προστασία κατά την έννοια του άρθρου 7 της ΟΑ.»[40] Σε πιο πρόσφατο οδηγό της EUAA για το Ιράκ του 2024[41] (Νοέμβριος 2024), τα πρόσωπα που θεωρούνται ότι έχουν διαπράξει βλασφημία ή αποστασία, περιλαμβανομένων των μεταστραφέντων από το Ισλάμ σε άλλη θρησκεία, κυρίως στον Χριστιανισμό, καθώς και των άθεων, αντιμετωπίζουν ιδιαίτερους κινδύνους στο Ιράκ. Το Ισλάμ αποτελεί την επίσημη θρησκεία του κράτους και η μεταστροφή σε άλλη πίστη απαγορεύεται από τη νομοθεσία περί προσωπικού καθεστώτος, έστω και αν δεν προβλέπεται σχετική διάταξη στον Ποινικό Κώδικα. Η βλασφημία τυποποιείται ως ποινικό αδίκημα, αν και η εφαρμογή της σχετικής διάταξης είναι περιορισμένη, ενώ οι υποθέσεις αποστασίας εξετάζονται βάσει Σαρία. Στην πράξη, οι μεταστραφέντες σε Χριστιανισμό διατρέχουν κίνδυνο δίωξης ή και θανάτωσης τόσο από μέλη της οικογένειας ή της φυλής τους όσο και από κρατικές ή εξτρεμιστικές ομάδες, ενώ νομικά εξακολουθούν να θεωρούνται Μουσουλμάνοι. Οι άθεοι, μολονότι ο αθεϊσμός δεν απαγορεύεται ρητώς, υφίστανται παρενοχλήσεις και βία από συγγενικά πρόσωπα, θρησκευτικές ή παραστρατιωτικές ομάδες και έχουν, κατά το παρελθόν, διωχθεί για βλασφημία ή συναφή αδικήματα. Η κοινωνική στάση έναντι της μεταστροφής από το Ισλάμ είναι εξαιρετικά αρνητική, συνιστώντας «κόκκινη γραμμή» για όλες τις φυλές, ανεξαρτήτως εθνοτικής ή θρησκευτικής προέλευσης. Οι μεταστραφέντες συχνά αποκρύπτουν την αλλαγή πίστης τους υπό τον φόβο στιγματισμού ή βίας, ενώ δεν είναι σπάνιο να υφίστανται πίεση, απόρριψη, διακρίσεις ή και εκδίωξη από τις τοπικές κοινότητες, με τη συναίνεση ακόμη και των ίδιων των οικογενειών τους. Ενόψει των ανωτέρω, τεκμαίρεται ότι για τους μεταστραφέντες στο Ιράκ, συμπεριλαμβανομένης της Περιφέρειας Κουρδιστάν, συντρέχει γενικώς βάσιμος και αντικειμενικός φόβος δίωξης, τόσο λόγω της απειλής σωματικής βίας από ένοπλους ή μη ένοπλους δρώντες όσο και λόγω του κοινωνικού στιγματισμού που συνεπάγεται η μεταστροφή. Ο ενδεχόμενος κίνδυνος συνδέεται κατεξοχήν με λόγους θρησκείας, καθώς τα εν λόγω πρόσωπα θεωρούνται ότι αντιτίθενται στην επικρατούσα θρησκεία του Ισλάμ.[42]:

 

118.        Στην Έκθεση Εστίασης στο Ιράκ, (Country Focus) (2024) όπου γίνεται παραπομπή σε συναφείς πηγές προκύπτει ότι, πέραν της απαγόρευσης που προβλέπεται από τον Νόμο περί Προσωπικού Καθεστώτος, η μεταστροφή από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό ή σε άλλη θρησκεία θεωρείται στο Ιράκ κοινωνικό ταμπού και αντιμετωπίζεται αρνητικά τόσο από την κοινωνία όσο και από τις φυλετικές ομάδες. Έρευνα της Joint Initiative for Strategic Religious Action (JISRA) κατέδειξε ότι, λόγω της στενής σύνδεσης εθνοτικής ταυτότητας και θρησκείας, ο αθεϊσμός μπορεί να εκλαμβάνεται ως «άρνηση της εθνοτικής ταυτότητας». Παρότι μεταστροφές λαμβάνουν χώρα, οι μεταστραφέντες συνήθως αποκρύπτουν την αλλαγή πίστης τους. Είναι δυνατόν να εκδιωχθούν από τον τόπο διαμονής τους κατόπιν απόφασης φυλετικών ηγετών, μερικές φορές με τη συναίνεση της ίδιας της οικογένειας, ενώ αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στην εργασία, στη στέγαση και στη συναλλαγή με τις αρχές, π.χ. για την έκδοση εγγράφων. Οι μεταστραφέντες με μουσουλμανικό υπόβαθρο υφίστανται πιέσεις, κοινωνικό αποκλεισμό και διακρίσεις, ιδίως από οικογένεια και κοινότητα.[43]

 

119.        Ιδιαίτερα στην Κουρδική Περιφέρεια (KRI) έχουν καταγραφεί αυξημένα περιστατικά δολοφονιών γυναικών από συγγενικά τους πρόσωπα για λόγους τιμής, μεταξύ άλλων και λόγω μεταστροφής σε άλλη θρησκεία. Η μεταστροφή θεωρείται «κόκκινη γραμμή» για όλες τις φυλές, ανεξαρτήτως εθνοτικής ή θρησκευτικής ταυτότητας, ενώ από τη σκοπιά της φυλετικής θρησκευτικής ηθικής ισοδυναμεί με «άδεια θανάτωσης» του μεταστραφέντος ως «άπιστου». Παραβιάσεις κατά μεταστραφέντων αναφέρονται συχνότερα σε αραβικές περιοχές, αλλά η KRI παρουσιάζει ιδιαίτερη επικινδυνότητα για γυναίκες που αλλάζουν θρησκεία, καθώς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο βίας ή και θανατηφόρων επιθέσεων από μέλη της οικογένειάς τους.[44]

 

120.        Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω πηγές, και επιβεβαιώνεται ως εκτίμηση από τον Οδηγό της ΕUAA του 2024, στην Κουρδική Περιφέρεια του Ιράκ, η κρατική προστασία προς άτομα που θεωρούνται αποστάτες, βλάσφημοι, μεταστραφέντες ή άθεοι είναι ανεπαρκής. Οι αρχές της KRG αδυνατούν να εξασφαλίσουν συνεχή προστασία έναντι απειλών που προέρχονται από τις ίδιες τις φυλές των ενδιαφερομένων και δεν έχουν τη δυνατότητα να παρέμβουν αποτελεσματικά σε υποθέσεις που ρυθμίζονται από τοπικούς φυλετικούς νόμους.[45] Ως εκ τούτου, οι Αιτητές διατρέχουν κίνδυνο δίωξης ένεκα των αποδιδόμενων σε αυτούς θρησκευτικών πεποιθήσεων για τους λόγους που αναλύονται ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές τους περιστάσεις και ιδίως την ευλόγως αναμενόμενη αρνητική αντίδραση της ευρύτερης οικογένειας της Αιτήτριας 2 και του κοινωνικού περίγυρου εν γένει, με τις αρχές να μην προκύπτει ευλόγως ότι θα είναι πρόθυμες να παρέχουν επαρκή προστασία.

 

121.        Ως προς τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής των Αιτητών, αναφέρονται τα ακόλουθα, ως προκύπτουν από έγκυρες πηγές πληροφόρησης. Το κράτος του Ιράκ εμπλέκεται σε μια μη διεθνή ένοπλη σύγκρουση κατά του Ισλαμικού Κράτους στο έδαφός του από τον Ιανουάριο του 2014. Το Ιράκ εμπλέκεται επίσης σε μια διεθνή ένοπλη σύγκρουση με την Τουρκία λόγω της χρήσης βίας από την τελευταία κατά Κούρδων μαχητών στο βόρειο Ιράκ χωρίς συναίνεση του Ιράκ.[46]

 

122.        Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) για το Ιράκ, η κατάσταση ασφαλείας στο Κουρδικό Ιράκ είναι ασταθής και πολύπλοκη λόγω της ανάμειξης διάφορων εγχώριων και περιφερειακών ένοπλων παραγόντων και των  συνεχιζόμενων διαιρέσεων σε επίπεδο πολιτικό και επίπεδο ασφαλείας τόσο εντός της περιοχής του Κουρδικού Ιράκ όσο και μεταξύ Κουρδικού Ιράκ και ομοσπονδιακής κυβέρνησης του Ιράκ.[47]

 

123.        Για δεκαετίες, το Εργατικό Κουρδικό Κόμμα (PKK) ήταν παρόν στην ορεινή περιοχή στο τρίγωνο μεταξύ Ιράκ, Ιράν και Τουρκίας. Παρόλο που οι αγροτικές περιοχές του Κουρδικού Ιράκ ήταν το σκηνικό εναέριων επιθέσεων εδώ και χρόνια, από τον Απρίλιο του 2021 σημειώθηκε αύξηση των στρατιωτικών διασυνοριακών επιχειρήσεων. Η Τουρκία διατηρεί μόνιμη στρατιωτική παρουσία στο βόρειο Ιράκ μέσω δεκάδων στρατιωτικών φυλακίων, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής βάση Zilkan στην περιοχή Bashiqa ανατολικά της Μοσούλης. Τουρκικές χερσαίες και αεροπορικές επιθέσεις εναντίον υποτιθέμενων βάσεων και ηγετών του PKK κατά καιρούς σκοτώνουν, τραυματίζουν και εκτοπίζουν αμάχους, προκαλώντας παράλληλα περιουσιακές ζημιές. Όλο και περισσότερο, η Τουρκία εξαπολύει επιθέσεις και συλλήψεις φερόμενων μελών του PKK σε περιοχές απομακρυσμένες από τα σύνορα, όπως των περιοχών  Sinjar (Κυβερνείο Ninewa), το Kirkuk και το Makhmour (κυβερνείο Erbil) και την Sulaymaniyah. Καθώς η στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας έχει ωθήσει το PKK να απομακρυνθεί από τα σύνορα, μέλη του εισέρχονται όλο και περισσότερο σε πιο κατοικημένες περιοχές, θέτοντας σε κίνδυνο τους αμάχους που εμπλέκονται στη σύγκρουση. Οι τουρκικές δυνάμεις και το PKK εμπλέκονται συχνά σε μάχες στο έδαφος του Ιράκ και το PKK φέρεται να εξαπολύει επιθέσεις κατά της τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας. Το PKK έχει επίσης κατηγορηθεί ότι επιτέθηκε κατά Πεσμεργκά και κατά του πετρελαιαγωγού Κιρκούκ-Τσεϊχάν.[48]

 

124.        Το Ιράν αναφέρεται επίσης ότι περιστασιακά διεξάγει στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά κομμάτων της ιρανικής αντιπολίτευσης κατά μήκος των συνόρων του με τις επαρχίες Erbil και Sulaymaniyah, με εντατικοποίηση των επιθέσεων μεταξύ Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου του 2022, μετά την έναρξη των διαδηλώσεων στο Ιράν τον Σεπτέμβριο του 2022. Έχουν αναφερθεί απώλειες αμάχων και εκτοπισμοί. Τον Μάρτιο του 2023 μετά τη σύναψη της συμφωνίας για την ασφάλεια των συνόρων μεταξύ Ιράκ και Ιράν, οι ιρανικές στρατιωτικές δραστηριότητες υποχώρησαν. Στα μέσα Σεπτεμβρίου 2023, λόγω καινούργιας απειλής στρατιωτικής δράσης του Ιράν, η ιρακινή κυβέρνηση μετακίνησε κουρδικές αντιπολιτευόμενες ομάδες από την περιοχή των συνόρων.[49]

 

125.        Το PKK και οι Δυνάμεις Λαϊκής Κινητοποίησης (PMF), οι οποίες συνδέονται με τους Φρουρούς της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC) του Ιράν, έχουν δει βελτίωση στις μεταξύ τους σχέσεις στα πλαίσια του κοινού τους αγώνα ενάντια στη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στο βόρειο Ιράκ. Επιθέσεις με ρουκέτες και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, οι οποίες έχουν αποδοθεί και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τις οποίες έχουν εξαπολύσει οι φατρίες PMF, οι οποίες συνδέονται με το IRGC του Ιράν και  λειτουργούν εκτός κρατικού ελέγχου, αποτελούν τακτικό φαινόμενο στο Κουρδικό Ιράκ, κυρίως στις περιοχές Erbil και Sulaymaniyah, με στόχο, μεταξύ άλλων, κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, στρατιωτικές και διπλωματικές εγκαταστάσεις των ΗΠΑ και τουρκικές στρατιωτικές βάσεις. Τέτοιες επιθέσεις φέρεται να εξαπολύονται ως απάντηση και προς επιρροή σε εγχώριες, περιφερειακές και παγκόσμιες εξελίξεις όπως η παρατεταμένη διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης του Ιράκ, η σχέση πολιτικής και ασφάλειας της Περιφερειακής Κυβέρνησης του Κουρδιστάν με περιφερειακούς και παγκόσμιους παράγοντες, καθώς και η σύγκρουση ΗΠΑ-Ιράν. Στις 15 Ιανουαρίου 2024, εν μέσω ανησυχιών για την κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Γάζα, το IRGC του Ιράν ανέλαβε την ευθύνη για επιθέσεις με drone και πυραύλους με στόχο εγκαταστάσεις και άτομα που ισχυρίστηκε ότι συνδέονται με την ισραηλινή Μοσάντ στο Erbil, ένας ισχυρισμός που απορρίφθηκε τόσο από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και όσο και από την Περιφερειακής Κυβέρνησης του Κουρδιστάν. Παρόμοιες επιθέσεις από το Ιράν είχαν λάβει χώρα στις 13 Μαρτίου 2022.[50]

 

126.        Το κενό ασφαλείας στα αμφισβητούμενα εδάφη επιτρέπει στο Da’esh να εξαπολύει περιστασιακές επιθέσεις, κυρίως στις περιοχές που συνορεύουν με Erbil και Sulaymaniyah. Συλλήψεις υποτιθέμενων μελών του Da'esh σε Erbil και Sulaymaniyah αναφέρονται συχνά, ενώ οι Πεσμεργκά φέρονται να απέτρεψαν πολλαπλές επιθέσεις εναντίον πολιτικών στόχων και στόχων ασφαλείας στην περιοχή.[51]

 

127.        Στην τελευταία έκθεση της EUAA για την κατάσταση ασφαλείας στο Ιράκ, συγκεκριμένα για τις πρόσφατες τάσεις στην κατάσταση ασφαλείας στο κυβερνείο της Sulaymaniyah, αναφέρεται ότι την περίοδο που καλύπτει,  (1 Φεβρουαρίου του 2023 – 31 Μαρτίου 2024), οι τουρκικές δυνάμεις διεξήγαγαν επιχειρήσεις εναντίον του PKK στις περιοχές Sharbazher, Chamchamal, Panjwin, και Pshdar. Σύμφωνα με εκπρόσωπο της οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων Community Peacemaker Teams (CPT), δηλώσεις του οποίου επικαλείται ο ειδησεογραφικός ιστότοπος Rudaw, η Τουρκία πραγματοποίησε 420 χτυπήματα στη Sulaymaniyah το 2023. Εκτός από χτυπήματα εναντίον του PKK, ύποπτα τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη στόχευσαν επίσης μια συνοδεία των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) και σκότωσαν πολλά μέλη της αντιτρομοκρατικής ομάδας (CTG) στο αεροδρόμιο Arbat όπου βρίσκονταν μέλη του People’s Protection Units (YPG), που έχει έδρα του την Συρία και σύμφωνα με την Τουρκία συνδέεται με το PKK, και φέρεται να λάμβαναν εκπαίδευση. Τον Ιανουάριο του 2024, οι τουρκικές δυνάμεις αύξησαν επίσης τις επιθέσεις εναντίον της Πατριωτικής Ένωσης του Κουρδιστάν (PUK), πολιτικού κόμματος που έχει τον έλεγχο στο κυβερνείο της  Sulaymaniyah.[52]

 

128.        Αρκετοί άμαχοι φέρεται να σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν σε επιθέσεις από μη επανδρωμένα αεροσκάφη, εκ των οποίων δύο φαίνεται να εξαπολύθηκαν από τουρκικές δυνάμεις στην περιοχή Pshdar κοντά στα βουνά Qandil. Μία επίθεση με drone από άγνωστο φορέα χτύπησε ένα κτίριο στην περιοχή Kalar που φέρεται να ανήκε στο Κίνημα για την Ελευθερία του Κουρδιστάν (KFM), μια ομάδα που συνδέεται με το PKK, με αποτέλεσμα τουλάχιστον μία ανθρώπινη απώλεια. Υπήρξαν επίσης αναφορές για στοχευμένες δολοφονίες, συμπεριλαμβανομένων περιστατικών που συνδέονται με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της  Τουρκίας (ΜΙΤ), η οποία έχει επεκτείνει την περιοχή των επιχειρήσεων της με δολοφονίες άτομα ύποπτων για σχέσεις με το PKK στις περιοχές Chamchamal και Sulaymaniyah. Επιπλέον, ένας φερόμενος ως «δολοφόνος» του Ιρανικού κράτους σκότωσε δύο μέλη του Κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος του Ιράν (PDKI) στη συνορεύουσα πόλη Qaladiza (περιοχή Pshdar), ενώ μέλος της παράταξης Komala των Επαναστατικών Εργαζομένων του Ιρανικού Κουρδιστάν (Shorshger)  δολοφονήθηκε στο Zirgwez. Θανατηφόρες συγκρούσεις μεταξύ των φατριών Komala Shorshger και Komala of the Toilers of Kurdistan (Zahmatkeshan) ξέσπασαν στο Zirgwez τον Ιούνιο του 2023 μετά από αυξημένες εντάσεις μεταξύ των δύο παρατάξεων.[53]

 

129.        Περαιτέρω, η οργάνωση Community Peacemaker Teams (CPT), μια ΜΚΟ με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες που παρακολουθεί περιστατικά ασφαλείας στην Περιφέρεια του Ιρακινού Κουρδιστάν (KRI), κατέγραψε περίπου 118 τουρκικές επιθέσεις τον Μάρτιο του

2025, εκ των οποίων οι 86 ήταν αεροπορικές επιδρομές, με τις επαρχίες Erbil και Dohuk να είναι οι περισσότερο στοχευμένες.[54] Στην επαρχία Sulaymaniyah καταγράφηκαν 12 βομβαρδσμοί και επιθέσεις, ενώ στη Μοσούλη δεν αναφέρθηκαν περιστατικά. Στις 30 Μαΐου του 2025, τοπικές πηγές στην επαρχία Sulaymaniyah ανέφεραν ότι οκτώ άμαχοι τραυματίστηκαν όταν εξερράγη παλαιά νάρκη κοντά τους, στο χωριό Kelu της περιοχής Penjwen, στα σύνορα με το Ιράν.[55]

 

130.        Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το διάστημα 29/08/2024 - 29/08/2025 στο κυβερνείο Sulaymaniyah του Κουρδικού Ιράκ, όπου βρίσκεται και η πόλη της Sulaymaniyah, καταγράφηκαν συνολικά 280 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία υπήρξαν 35 θύματα.[56] Ο πληθυσμός της πόλης Sulaymaniyah υπολογίζεται σε 676,492 κατοίκους βάσει εκτιμήσεων του 2018.[57] Υπό τω φως των ανωτέρω προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής των Αιτητών η κατάσταση ασφαλείας παραμένει επισφαλής, καίτοι τα περιστατικά κατά αμάχων παρουσιάζονται μειωμένα, δεδομένο που καταδεικνύει ότι δεν υπάρχει εκτεταμένη αδιάκριτη βίας. Δεδομένης της μακράς προηγούμενης παραμονής τους στην περιοχή και της εξοικείωσής τους με αυτήν και παρά το γεγονός ότι κάποιοι εκ των Αιτητών είναι ανήλικοί, δεν κρίνεται ότι αυτοί διατρέχουν κίνδυνο με μόνη της παρουσία τους στην περιοχή.

 

131.        Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, των ανωτέρω ευρημάτων, υπενθυμίζεται εξάλλου, ότι κατά το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου ότι ως πράξεις δίωξης ορίζονται όσες είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.  Όπως προέκυψε ανωτέρω, οι Αιτητές, άμα επιστρέψει στη χώρα καταγωγής θα βρεθούν αντιμέτωπος με σωρεία παραβιάσεων βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεταξύ των οποίων παραβίαση του δικαιώματος άσκησης της θρησκευτικής ελευθερίας ή των πεποιθήσεων, τα οποία αναμφιβόλως αποτελούν δίωξη. Αυτό λαμβάνοντας υπόψη και τις προσωπικές του περιστάσεις και κυρίως ότι η νέα θρησκευτική του ταυτότητα αποτελεί αποτέλεσμα μεταστροφής του από το μουσουλμανισμό στο χριστιανισμό αλλά και αναμενόμενης  αντίδρασης της οικογένειάς του, σε συνάρτηση με την ανεπαρκή κρατική προστασία.  Εν προκειμένω, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, ο κίνδυνος που διατρέχουν οι Αιτητές είναι  συνυφασμένος με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.

 

132.        Ως προς το συστατικό στοιχείο της βασιμότητας του φόβου δίωξης, παρατηρώ ότι  με βάση τις πιο πάνω επισημάνσεις, υπάρχουν εύλογες πιθανότητες οι Αιτητές να υποστούν τις πράξεις δίωξης που καταγράφονται ανωτέρω.

 

133.        Σχετικά με την εκτίμηση της εύλογης πιθανότητας δίωξης παρατίθενται τα εξής (η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου):  Στον Πρακτικό Οδηγό της EASO για την αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων[58], αναφέρεται το εξής " [σελ. 24] 3.1.3. Εφαρμογή του μέτρου απόδειξης [επιστροφή] - Τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας για την αναγνώριση πρέπει να αναλύονται σε σχέση με το εφαρμοστέο μέτρο απόδειξης προκειμένου να είναι δυνατή η διεξαγωγή αξιολόγησης κινδύνου. Το συνηθέστερα εφαρμοζόμενο μέτρο απόδειξης κατά την αξιολόγηση του βάσιμου φόβου δίωξης και του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης είναι η «εύλογη πιθανότητα». Το εφαρμοστέο μέτρο απόδειξης πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι χαμηλότερο από το «πέραν εύλογης αμφιβολίας».

 

134.        Σε Δικαστική Ανάλυση του ΕΑΣΟ του 2018 σχετικά με τις προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (Οδηγία 2011/95/ΕΕ)[35], στην παράγραφο 2.8.1 που αφορά τον πραγματικό κίνδυνο του άρθρου 2 στοιχ. Στ. σημειώνεται ότι "παρότι το ΔΕΕ δεν έχει ακόμη εξετάσει άμεσα το ζήτημα, φαίνεται ότι κατ' αυτό, το μέτρο του «πραγματικού κινδύνου» σοβαρής βλάβης δεν διαφέρει από το μέτρο που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του «βάσιμου φόβου» δίωξης στον ορισμό του πρόσφυγα (το οποίο είναι «εύλογος φόβος»), επειδή χρησιμοποιεί εναλλάξ τους όρους «πραγματικός κίνδυνος» και «βάσιμος φόβος»[59]. Αυτό φαίνεται να υποδηλώνει ότι το ίδιο μέτρο απόδειξης εφαρμόζεται τόσο στον «πραγματικό κίνδυνο» όσο και στον «βάσιμο φόβο». Το κριτήριο του «εύλογου φόβου/κινδύνου» σημαίνει ότι, ενώ η απλή ή απομακρυσμένη πιθανότητα δίωξης ή σοβαρής βλάβης δεν επαρκεί για τη θεμελίωση βάσιμου φόβου ή σοβαρής βλάβης, ο αιτών δεν χρειάζεται να αποδείξει ότι υπάρχει σαφής πιθανότητα να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη.».

 

135.             Στην εισαγωγή του το Ερμηνευτικό Σημείωμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σχετικά με το βάρος της απόδειξης και η αποδεικτική ισχύς των ισχυρισμών κατά την εξέταση των αιτημάτων ασύλου[60], αναφέρει τα εξής: "Κατά την εξέταση των αιτημάτων ασύλου, πρέπει να συνεκτιμάται η ειδική θέση του αιτούντα άσυλο και να εφαρμόζεται η αρχή του προσφυγικού δικαίου σύμφωνα με την οποία η παροχή ασύλου και η αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα είναι πράξη ανθρωπιστική. Κατ' εφαρμογή αυτής της αρχής για τον καθορισμό του καθεστώτος του πρόσφυγα δεν απαιτείται η προϋπόθεση της βεβαιότητας του βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξής του : αρκεί η πιθανότητα.

 

136.        Προκειμένου να καθορίσει την αρχή της απόδειξης που εφαρμόζεται στις περιπτώσεις ανάλυσης της πιθανότητας επέλευσης ενός μελλοντικού γεγονότος, η Βουλή των Λόρδων απέρριψε την εφαρμογή του κριτηρίου της «εξισορρόπησης των πιθανοτήτων», που εφαρμόζεται στις υποθέσεις ιδιωτικού δικαίου. Στην υπόθεση Fernandez κατά της Κυβέρνησης της Σιγκαπούρης, η οποία αφορά το Νόμο του 1967, στην οποία τέθηκε ζήτημα εφαρμογής για τους Φυγάδες Εγκληματίες ο Λόρδος Diplock εξέφρασε την άποψη ότι «δεν υπάρχει στο αγγλικό δίκαιο καμία γενική αρχή που να υποχρεώνει το Δικαστήριο, όταν κρίνει, είτε σύμφωνα με το Σύνταγμα είτε σύμφωνα με τη νομοθεσία, να αγνοήσει την πιθανότητα επέλευσης κάποιου γεγονότος το οποίο ενδέχεται να συμβεί στο μέλλον και από το οποίο εξαρτώνται οι νομικές συνέπειες της πιθανότητας επέλευσής του». Και αιτιολόγησε την άποψη αυτή με το συλλογισμό ότι «η πιθανότητα επέλευσης του εν λόγω γεγονότος είναι ποσοστιαία μικρότερη από αυτήν της μη επέλευσής του». Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τις σημαντικές συνέπειες έκδοσης απόφασης που θα αποδεικνυόταν λανθασμένη κατά τον έναν ή άλλον τρόπο και κατέληξε ότι δεν είναι απαραίτητο ο αλλοδαπός να αποδείξει ότι είναι περισσότερο από πιθανό να κρατηθεί ή να στερηθεί την ελευθερία εάν αναγκαστεί να επιστρέψει στην συγκεκριμένη χώρα. Αρκεί και χαμηλότερο κριτήριο πιθανότητας, όπως αυτό της «εύλογης πιθανότητας», των «βάσιμων λόγων της σκέψης» ή της «σοβαρής πιθανότητας».

 

137.        Φορείς δίωξης υπό την έννοια το περί Προσφύγων Νόμου μπορεί να είναι είτε κρατικές αρχές είτε ιδιώτες, αν οι κρατικές αρχές ανέχονται ή αρνούνται ή αποδεικνύονται αδύναμες να παρέχουν αποτελεσματική προστασία (βλ. άρθρο 3Β του περί Προσφύγων Νόμου και Εγχειρίδιο της Ύπατης Αρμοστείας Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, παράγραφος 65).  Εν προκειμένω, όπως προέκυψε από την ανωτέρω αξιολόγηση, ενδεχόμενοι φορείς δίωξης είναι τόσο ιδιωτικοί φορείς όσο και το ίδιο το κράτος. Το τελευταίο αυτό συμπέρασμα απορρέει και από τις ανωτέρω πηγές πληροφόρησης καθώς η ηθελημένη αποστασιοποίησης του κράτους από την υποχρέωσή του για προστασία, και όχι απλώς η αδυναμία του, δύναται καθαυτή να θεωρηθεί ως δίωξη ή σοβαρή βλάβη.[61]

 

138.        Δεδομένου ότι ενδεχόμενος φορέας δίωξης είναι τόσο το οικογενειακό, εν γένει κοινωνικό σύνολο[62] όσο και το κράτος, αποκλείεται η δυνατότητα των Αιτητών να εγκατασταθούν σε οποιοδήποτε άλλη περιοχή της χώρα καταγωγής του, λαμβάνοντας υπόψη και τις προσωπικές του περιστάσεις.[63]   Περαιτέρω, ενόψει της εν γένει στοχοποίησης των χριστιανών στο Ιράκ, αλλά και την κατά ενιαίο τρόπο αντιμετώπισης των μεταστραφέντων σε ολόκληρη τη χώρα, της αδυναμίας της κυβέρνησης και των αστυνομικών αρχών να επιβληθούν ή να ελέγξουν τις σχετικές επιθετικές συμπεριφορές, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω πληροφορίες (βλ. επι παραδείγματι τον επηρεασμό τοπικών εκκλησιών όταν δέχονται μεταστραφέντες) το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν υπάρχει μετεγκατάστασης σε άλλη περιοχή της χώρας.

 

139.        Συνεπώς, συνεκτιμώντας όλα τα ανωτέρω στοιχεία και δεδομένα, και αξιολογώντας τις διαθέσιμες πληροφορίες σε εξωτερικές πηγές, στα πλαίσια της ως άνω παρατιθέμενης νομολογίας, κρίνεται ότι τεκμηριώνονται των Αιτητών  περί κινδύνου δίωξης του στη χώρα καταγωγής του, για λόγους που εμπίπτουν στην έννοια της θρησκείας. Ως εκ τούτου, πληρούνται στο πρόσωπό τους τα κριτήρια του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου για την υπαγωγή τους σε προσφυγικό καθεστώς.

 

140.          Τέλος, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, δεν προκύπτει να συντρέχει ένας ή περισσότεροι από τους λόγους αποκλεισμού των Αιτητών από το καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει,  με 1500 ευρώ έξοδα συν Φ.Π.Α. και οι επίδικες πράξεις τροποποιούνται ως ανωτέρω, αναγνωρίζοντας του Αιτητές ως πρόσφυγες κατά την έννοια του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. 

                                                                                                Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Iraq, Constitution of the Republic of Iraq, 2005, available at: https://www.refworld.org/legal/legislation/natlegbod/2005/en/36563, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[2] US, CIA, The World Factbook – Iraq, last updated 3 October 2024, url; USDOS, 2023 Report on International Religious Freedom: Iraq, 30 June 2024, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-IRAQ-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[3] CFRI, Christians in Post-2003 Iraq: Fragmentation Dynamics, Ethnic and Sectarian Fault Lines, 11 August 2023, available at: https://eismena.com/en/article/christians-in-post-2003-iraq-fragmentation-dynamics-ethnic-and-sectarian-fault-lines-2023-08-11, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

 

[4] US, CIA, The World Factbook – Iraq, last updated 3 October 2024, url; USDOS, 2023 Report on International Religious Freedom: Iraq, 30 June 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-IRAQ-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf; ; Rudaw, Iraqi Christians exodus leaves churches empty in the south, 25 January 2024, available at: https://www.rudaw.net/english/middleeast/iraq/250120242 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[5] US, CIA, The World Factbook – Iraq, last updated 3 October 2024, available at: https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/iraq/#people-and-society,

[6] Open Doors, About, n.d., available at: https://www.opendoors.org/en-US/about/, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[7] Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, pp. 23, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[8] Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, pp. 23 – 24 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[9] Iraq, Constitution of the Republic of Iraq, 2005, available at: https://www.refworld.org/legal/legislation/natlegbod/2005/en/36563, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[10] USDOS, 2023 Report on International Religious Freedom: Iraq, 30 June 2024, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-IRAQ-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[11] Freedom House, Freedom in the World 2024 - Iraq, 2024, available at: https://freedomhouse.org/country/iraq/freedom-world/2024, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 28.7.2025)

[14] USDOS, 2023 Report on International Religious Freedom: Iraq, 30 June 2024, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-IRAQ-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf; Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, pp. 34, 37, Freedom House, Freedom in the World 2024 - Iraq, 2024, https://freedomhouse.org/country/iraq/freedom-world/2024 ; UN Human Rights Committee, Concluding Observations on the 6th Periodic Report, 16 August 2022, available at: https://digitallibrary.un.org/record/3984425?v=pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[15]EUAA, Iraq: Arab tribes and customary law, April 2023, available at: https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_04_EUAA_COI_Report_Iraq_Arab_tribes_and_customary_law.pdf, p. 73 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[16]Ο.π.

[17]Ο.π.

[18]Ο.π.

[19]Ο.π.

[20]Netherlands, Ministry of Foreign Affairs, General Country of Origin Information Report: Iraq, November 2023, available at: https://www.government.nl/documents/reports/2023/11/03/general-country-of-origin-information-report-on-iraq-november-2023 p. 55 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.7.2025)

[21] Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, pp. 7, 24, 29, 34; RFI, Country Overview Iraq, March 2023, https://religiousfreedominstitute.org/wp-content/uploads/2023/03/RFI-Iraq-Country-Overview-March-2023.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[22]Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, pp. 29, 34, 41, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[23]EUAA, Iraq: Arab tribes and customary law, April 2023, available at: https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_04_EUAA_COI_Report_Iraq_Arab_tribes_and_customary_law.pdf, p. 73, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[24]EUAA, Iraq: Arab tribes and customary law, April 2023, available at: https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_04_EUAA_COI_Report_Iraq_Arab_tribes_and_customary_law.pdf, p. 73 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[25]Netherlands, Ministry of Foreign Affairs, General Country of Origin Information Report: Iraq, November 2023,  p. 55, https://www.government.nl/documents/reports/2023/11/03/general-country-of-origin-information-report-on-iraq-november-2023 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

 

 

 

[26] Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, p. 34 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[27] USDOS, 2023 Report on International Religious Freedom: Iraq, 30 June 2024, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-IRAQ-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[28] Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, p. 24 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[29] Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, p. 24 – 25 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[30] EUAA, Iraq - Country Focus, May 2024, available at: https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2024_05_EUAA_COI_Report_Iraq_Country_Focus.pdf, p. 54 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[32] Netherlands, Ministry of Foreign Affairs, General Country of Origin Information Report: Iraq, November 2023, available at: https://www.government.nl/documents/reports/2023/11/03/general-country-of-origin-information-report-on-iraq-november-2023, p. 55 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[33] Open Doors International, Iraq: Full Country Dossier, January 2024, available at: https://www.opendoors.org/persecution/reports/Iraq-Full_Country_Dossier-ODI-2024.pdf, p. 38

[34] The Australian Institute of International Affairs ‘Study Tour Report, April 2018 (https://www.internationalaffairs.org.au/wp-content/uploads/2018/06/2018-Iran-Study-Tour-Report.pdf  ;  USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, p. 7, available at: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[35] Landinfo, ‘Iran: Christian converts and house churches (1)’, 27 November 2017, par. 4.2, pp. 22 (https://landinfo.no/wp-content/uploads/2018/04/Iran-Christian-converts-and-house-churches-1-prevalence-and-conditions-for-religious-practice.pdf) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[36] GOV.UK, Country policy and information note: religious minorities, Iraq, September 2024, διαθέσιμο σε: https://www.gov.uk/government/publications/iraq-country-policy-and-information-notes/country-policy-and-information-note-religious-minorities-iraq-september-2024-accessible [accessed 29 July 2025]

[37]UK Home Office: Country Information and Guidance Iraq: Religious minorities [Version 4.0], September 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2115204/IRQ CPIN Religious minorities.pdf [accessed 29 July 2025]

[38]USDOS - US Department of State: 2021 Report on International Religious Freedom: Iraq, 2 June 2022
https://www.ecoi.net/en/document/2073956.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[39] EUAA, Country Guidance: Iraq, 2024, p. 84, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-iraq  EUAA, Country Guidance: Iraq, 2022, p. 233, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/country-guidance-iraq-1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[40] EUAA, Country Guidance: Iraq, 2024, p. 84, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/publications/country-guidance-iraq   EUAA, Country Guidance: Iraq, 2022, p. 234, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/country-guidance-iraq-1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[44] Ο.π. p. 54

[46] RULAC, ‘Iraq’ (Last update: 13 June 2019), https://www.rulac.org/browse/countries/iraq#collapse1accord  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[47] UNHCR, International Protection Considerations with Regards to People Fleeing Iraq, January 2024, pp. 40-43, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2104031/international_protection_considerations_with_regard_to_people_fleeing_the_republic_of_iraq_update_i.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[48] UNHCR, International Protection Considerations with Regards to People Fleeing Iraq, January 2024, pp. 40-43, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2104031/international_protection_considerations_with_regard_to_people_fleeing_the_republic_of_iraq_update_i.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[49] UNHCR, International Protection Considerations with Regards to People Fleeing Iraq, January 2024, pp. 40-43, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2104031/international_protection_considerations_with_regard_to_people_fleeing_the_republic_of_iraq_update_i.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[50] UNHCR, International Protection Considerations with Regards to People Fleeing Iraq, January 2024, pp. 40-43, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2104031/international_protection_considerations_with_regard_to_people_fleeing_the_republic_of_iraq_update_i.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[51] UNHCR, International Protection Considerations with Regards to People Fleeing Iraq, January 2024, pp. 40-43, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2104031/international_protection_considerations_with_regard_to_people_fleeing_the_republic_of_iraq_update_i.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[52] EUAA, COI Report: Iraq – Security Situation, March 2024, pp.117-118, available at: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-05/2024_05_COI_Report_Iraq_Security_Situation_EN.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[53] EUAA, COI Report: Iraq – Security Situation, March 2024, pp.117-118, available at: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-05/2024_05_COI_Report_Iraq_Security_Situation_EN.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[54] CPT, The Continuation of Turkish Military Operations in Iraqi Kurdistan Despite PKK's Unilateral Ceasefire, 2 April 2025, https://cptik.org/reports-1/2025/4/2/the-continuation-of-turkish-military-operations-in-iraqi-kurdistan-despite-pkks-unilateral-ceasefire  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[55] EPIC, Enhance Understanding, June 5, 2025, available at: ISHM: May 29 - June 5, 2025 - EPIC - Enabling Peace in Iraq Center

[56] ACLED Explorer, available at: https://acleddata.com/platform/explorer  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[57] City Population, Iraq, Major Cities, As-Sulaymaniyah, available at: https://www.citypopulation.de/en/iraq/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)

[58] Πρακτικός Οδηγός EASO: Αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων https://euaa.europa.eu/sites/default/files/PG%20Evidence%20Assessment%20-%20EL.pdf σελ.24  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 10.9.2025]

[59] ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Σεπτεμβρίου 2012 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-71/11 και C-99/11, Bundesrepublik Deutschland κατά Y και Z, EU:C:2012:518, σκέψεις 75, 79 και 80.  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 10.9.2025]

[60] Ερμηνευτικό Σημείωμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες -Το βάρος της απόδειξης και η αποδεικτική ισχύς των ισχυρισμών κατά την εξέταση των αιτημάτων ασύλου (1998), διαθέσιμο σε: https://www.refworld.org/cgi-bin/texis/vtx/rwmain/opendocpdf.pdf?reldoc=y&docid=4ba87dfd2   [Ημερομηνία Πρόσβασης: 10.9.2025]

[61] Βλ. EASO Practical Guide:  Qualification  for international  protection, 2018, σ. 36

[62] Ως προς την ευρύτητα της ερμηνεία του όρου «ιδιωτικοί φορείς δίωξης» βλ. Judicial Analysis on Qualification for International Protection (Directive 2011/95/EU) 2023 EUAA Judicial Publications for members of courts and tribunals, σημείο 1.7.3., [ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 9.9.2025] 

[63] Βλ. EASO Practical guide on the application of the internal protection alternative, May 2021, p. 14, Actors of Persecution, State Actors, όπου "State actors are presumed to operate throughout the country. There is, therefore, a presumption that the IPA is not available in these cases. However, in specific cases, where the reach of the state actor is clearly limited to a particular geographic area, e.g. when the actor of persecution is acting privately and not on behalf of the state, the IPA may be applicable.", διαθέσιμο σεhttps://euaa.europa.eu/publications/practical-guide-internal-protection-alternative, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.9.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο