ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 4396/23
29 Σεπτεμβρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
H.D.C.U.
Αιτητής,
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
Κ. Αριστοδήμου (κα) για M. Παπαλοΐζου, Δικηγόροι για τον Αιτητή
Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται παράνομη, άκυρη, και στερούμενη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος, η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 1.10.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023.
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία. Εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία από τις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση περιοχές και περί τις 29.3.2023, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 20.7.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος στις 28.9.2023 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο την 1.10.2023, ο οποίος εξέδωσε παράλληλα και απόφαση επιστροφής του Αιτητή στη Νιγηρία. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 30.10.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Ο Αιτητής, διά της συνηγόρου του, περιορίζει την επιχειρηματολογία του στην ουσία της υπόθεσής του, υποστηρίζοντας ότι δικαιούται υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας λόγω βάσιμου φόβου δίωξης εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμού ως ομοφυλοφίλου. Ειδικότερα, προβάλλει ότι, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, διατρέχει κίνδυνο δίωξης για τον λόγο αυτό και/ή κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης συνεπεία κοινωνικού αποκλεισμού. Υποστηρίζει ότι οι ισχυρισμοί του εξετάσθηκαν πλημμελώς και ότι εσφαλμένως κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Επικαλείται δε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και δηλώσεις του, που καταδεικνύουν τον κίνδυνο τον οποίο αντιμετωπίζει από τον πατέρα του τέως συντρόφου του, ο οποίος φέρεται να αποκάλυψε τον σεξουαλικό προσανατολισμό του στις αστυνομικές αρχές της χώρας καταγωγής του, οι οποίες επιχείρησαν να τον καλέσουν προς ανάκριση. Επισημαίνει, εξάλλου, ότι η ομοφυλοφιλία συνιστά ποινικό αδίκημα στη χώρα καταγωγής του, παραπέμποντας σε συναφείς πηγές πληροφόρησης. Κατ’ αποτέλεσμα, ισχυρίζεται ότι συντρέχει η υπαγωγή του στο καθεστώς πρόσφυγα λόγω βάσιμου φόβου δίωξης εξαιτίας του σεξουαλικού του προσανατολισμού και, επικουρικώς, στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
3. Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, κατά την προφορική τους αγόρευση κατά τη δικάσιμο ημερομηνίας 10.9.2025, υπεραμύνθηκαν την ορθότητα της επίδικης απόφασης, επισημαίνοντας ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στις 6.7.2022, ενώ το επίδικο συμβάν που κατά τους ισχυρισμούς του, κατέστησε αναγκαία τη φυγή του, έλαβε χώρα στις 26.12.2021. Ουδόλως έχει αποδειχθεί οποιαδήποτε πράξη δίωξης εναντίον του Αιτητή, υπογραμμίζοντας μάλιστα, ότι υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων, τόσο κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου. Ενδεικτικά, παρέπεμψαν στην απάντηση που είχε δώσει ο Αιτητής όταν ρωτήθηκε κατά τη διοικητική διαδικασία εάν διέθετε οποιαδήποτε σχέση (βλ. «Not really»- σε ελεύθερη μετάφραση, «όχι ακριβώς» στο ερυθρό 34 του διοικητικού φακέλου), που έρχεται σε σύγκρουση με την αναφορά του κατά την ακρόαση της υπόθεσης ότι διέθετε σχέση για πολλά έτη με συγκεκριμένο άνδρα που κατονόμασε.
Το νομικό πλαίσιο
4. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».
5. Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2023 έχει ως ακολούθως:
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
6. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
7. Το άρθρο 3 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2025 (στο εξής: ο Περί Προσφύγων Νόμος)καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
8. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ [...]».
9. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
10. Ως προς τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική ορθότητά της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].
11. Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτών. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI: EU:C:2012:744, σκέψεις 63 έως 68).
12. Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, προκύπτει ότι κατά την καταγραφή της αίτησής του για διεθνή προστασία, αυτός ανέφερε ότι είναι ομοφυλόφιλος και εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του ένεκα των διακρίσεων, καθώς η ομοφυλοφιλία δεν είναι αποδεκτή από την κοινωνία. Αναφέρθηκε και στο γεγονός ότι ο πατέρας του συντρόφου του είχε καλέσει την αστυνομία όταν τους εντόπισε μαζί, πλην όμως, ο Αιτητής κατόρθωσε να διαφύγει. Στην Νιγηρία επιβάλλεται δια του νόμου δεκατετραετής ποινή φυλάκισης στα ομοφυλόφιλα πρόσωπα και φοβούμενος για τη ζωή του, εγκατέλειψε τη χώρα του, για να είναι ασφαλής.
13. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής, αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, δήλωσε ότι γεννήθηκε το 1990 στην πόλη Owerri, πολιτεία Imo της Νιγηρίας, όπου και διέμενε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Επίσης δήλωσε ότι είναι εθνοτικής καταγωγής Igbo, χριστιανός στο θρήσκευμα, και ότι ομιλεί Αγγλικά και Igbo. Κατέχει πτυχίο Οικονομικών από πανεπιστήμιο της χώρας καταγωγής του. Ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, ανέφερε ότι, μετά την ολοκλήρωση διετούς μαθητείας ως τεχνικός αυτοκινήτων κατά τα έτη 2014–2016, διατηρούσε για ορισμένο χρονικό διάστημα δική του επιχείρηση επιδιόρθωσης αυτοκινήτων και, ακολούθως, εργαζόταν στο εστιατόριο της μητέρας του.
14. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε ότι είναι άγαμος και άτεκνος. Ο πατέρας του απεβίωσε στις 27.12.2022· η μητέρα του ζει στην πόλη Owerri, με την οποία διατηρεί επικοινωνία και, όπως ανέφερε, αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας. Διαθέτει πέντε αδέλφια που κατοικούν στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας και υποστηρίζει οικονομικά την αδελφή του, για την κάλυψη των εξόδων εκπαίδευσης της θυγατέρας της.
15. Ερωτηθείς για τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής, κατά την ελεύθερη αφήγησή του, δήλωσε ότι ο τρόπος ζωής του τον έθετε σε κίνδυνο, καθόσον είναι αμφιφυλόφιλος («bisexual»). Αναφέρθηκε στον συμμαθητή του «Β.», με τον οποίο ανέπτυξε συναισθηματική σχέση. Όταν το γεγονός αυτό έγινε γνωστό στην οικογένεια του «Β.», ο πατέρας του επιχείρησε να αποτρέψει κάθε επαφή τους, αποστέλλοντας τον μεγαλύτερο αδελφό του για να προκαλεί διαπληκτισμούς και επεισόδια. Όπως ανέφερε ο Αιτητής, όταν πληροφορήθηκε από τον «Β.» ότι οι γονείς του θα απουσίαζαν από την οικία τους, μετέβη εκεί και διανυκτέρευσε μαζί του. Την επόμενη ημέρα, με την επιστροφή των γονέων, ο πατέρας του «Β.» τον εντόπισε στο υπνοδωμάτιο, κάλεσε την αστυνομία και παρά τις εκκλήσεις του Αιτητή να αποχωρήσει, αυτός κατόρθωσε να διαφύγει, όταν η προσοχή του στράφηκε προς τη σύζυγό του. Μία εβδομάδα αργότερα, μέλη της αστυνομίας τον αναζητούσαν στην οικία του, πλησίον της πατρικής, αλλά εκείνος απουσίαζε, έχοντας λάβει σχετική προειδοποίηση. Η μητέρα του τον ενημέρωσε ότι αναζητείτο από την αστυνομία προκειμένου να παρουσιαστεί για ανάκριση. Κατόπιν επικοινωνίας με τον «Β.», πληροφορήθηκε ότι υπεύθυνος για την αναζήτησή του ήταν ο πατέρας του τελευταίου και ότι έπρεπε να μην παρουσιαστεί στο τμήμα. Τότε εγκατέλειψε τον τόπο διαμονής του και κατέφυγε στην οικία του αδελφού του. Όπως ισχυρίζεται, η αστυνομία επισκέφθηκε τρεις φορές την πατρική και μία φορά τη δική του οικία. Με τη συνδρομή της μητέρας του αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα, καθόσον, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της Νιγηρίας, η ομοφυλοφιλία τιμωρείται με ποινή κάθειρξης δεκατεσσάρων ετών. Μετά την αναχώρησή του, άλλαξε κινητό τηλέφωνο και έκτοτε δεν έχει επικοινωνία με τον «Β.».
16. Ο Αιτητής υποστήριξε ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και γνωστοποίησης στους γονείς του «Β.» των γεγονότων, αυτοί θα τον αναζητήσουν και θα διατρέξει κίνδυνο. Κατά τα λεγόμενά του, ο πατέρας του «Β.» διαθέτει επιρροή και διασυνδέσεις με πρόσωπα σε υψηλές θέσεις και, εάν συλληφθεί από την αστυνομία, θα αντιμετωπίσει την ποινή δεκατετραετούς κάθειρξης.
17. Κατά το στάδιο υποβολής διευκρινιστικής φύσεως ερωτημάτων επί των βασικών παραμέτρων του αφηγήματός του, ο Αιτητής δήλωσε ότι η ομοφυλοφιλία αποτελεί τον λόγο για τον οποίο βρίσκεται στη Δημοκρατία, παρότι αυτοπροσδιορίζεται ως αμφιφυλόφιλος, προτιμώντας τον όρο «ομοφυλόφιλος (gay)». Ανέφερε ότι συνειδητοποίησε τη σεξουαλικότητά του από τα σχολικά του χρόνια, οπότε και υπήρξε θύμα εκφοβισμού και σεξουαλικής κακοποίησης από μαθητές. Εξήγησε ότι, μετά από αυτά τα περιστατικά, ένιωσε ανάγκη να εξερευνήσει τα συναισθήματά του με άλλα πρόσωπα και ότι από το 2008 αντιλαμβάνεται ελκυστικότητα και προς τα δύο φύλα. Είχε περιστασιακή σχέση με γυναίκα και ουδέποτε σχέση με άνδρα πλην του «Β.», συμμαθητή του, με τον οποίο ανέπτυξε δεσμό έλξης και κατέληξε σε ερωτική συνεύρεση.
18. Ο Αιτητής ανέφερε ότι, λόγω της νομοθεσίας και κουλτούρας στη Νιγηρία, η ομοφυλοφιλία και η αμφιφυλοφιλία αντιμετωπίζονται ως αποτρόπαιες πράξεις, επισύρουν κοινωνικό στιγματισμό, περιθωριοποίηση και ποινή κάθειρξης δεκατεσσάρων ετών. Δεν γνωρίζει οργανώσεις υποστήριξης των ομοφυλοφίλων στη χώρα του, ούτε τον ορισμό της συντομογραφίας «LGBTQI+». Προέρχεται από χριστιανική οικογένεια, αλλά δεν ασκεί πλέον το θρήσκευμά του λόγω απόρριψης.
19. Δήλωσε ότι, μετά τα γεγονότα με την αστυνομία, δεν είχε την υποστήριξη της οικογένειάς του· ο πατέρας του αντέδρασε με προσβλητικούς χαρακτηρισμούς και η μικρότερη αδελφή του απογοητεύτηκε. Όπως είπε, αναζητείτο από τις αστυνομικές αρχές, τόσο στην πατρική, όσο και στη δική του οικία, με σκοπό να κληθεί σε ανάκριση· ουδέποτε όμως ήρθε σε επαφή με την αστυνομία, ούτε έλαβε έγγραφο κλήσης.
20. Καταληκτικά, ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν θεωρεί δυνατή την ασφαλή διαβίωσή του σε άλλη περιοχή της Νιγηρίας, διότι κινδυνεύει να εντοπισθεί από την αστυνομία και να συλληφθεί, δεδομένης και της επιρροής του πατέρα του «Β.», ο οποίος, κατά τα λεγόμενά του, διαθέτει διασυνδέσεις με πρόσωπα σε υψηλές θέσεις.
21. Αξιολογώντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση διέκριναν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και το προφίλ του Αιτητή και ο δεύτερος, ως προς το ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής επειδή είναι ομοφυλόφιλος.
22. Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν επαρκώς συγκεκριμένες και συνεκτικές, ευρισκόμενες σε συμφωνία τόσο με το προσκομισθέν διαβατήριο του, όσο και με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
23. Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή έτυχε απόρριψης, Οι Καθ’ ων η αίτηση εφήρμοσαν το μεθοδολογικό μοντέλο DSSH (Difference, Stigma, Shame and Harm) και έκριναν κατόπιν ανάλυσης των κριτηρίων του ανωτέρω μοντέλου, σε συνάρτηση με τις δηλώσεις και αποκρίσεις του Αιτητή, ότι τα στοιχεία του δεν πληρούνται στο σύνολό τους. Κρίθηκε ότι δεν στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική του αξιοπιστία, καθώς οι συναφείς δηλώσεις του στερούνταν λεπτομερειών, συνοχής και διέπονταν από γενικότητα.
24. Πιο συγκεκριμένα, ως προς το στοιχείο της διαφορετικότητας διαπιστώθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με επάρκεια πληροφοριών και σαφήνεια το πότε διαπίστωσε τη διαφορετική σεξουαλική του ταυτότητα, αλλά τουναντίον, από την ανάλυση των σχετικών του δηλώσεων, απέδιδε τη διαφορετικότητά του στο γεγονός ότι του είχε μεταδοθεί το πνεύμα από τα πρόσωπα που τον είχαν βιάσει κατά τη διάρκεια των σχολικών του ετών. Ομοίως οι αναφορές του ως προς την αυτογνωσία, τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, κρίθηκαν γενικόλογες και ασαφείς, χωρίς προσωπικές αναφορές, ως ευλόγως θα αναμενόταν, ως προς την εσωτερική διεργασία που ακολούθησε μέχρι να συνειδητοποιήσει τη σεξουαλικότητά του.
25. Ως προς το επόμενο κριτήριο του ανωτέρω μοντέλου, ήτοι της ντροπής και του στίγματος, διαπιστώθηκε ότι αναφέρθηκε γενικά στο στίγμα και την περιθωριοποίηση που βιώνουν τα ομοφυλόφιλα ή αμφιφυλόφιλα πρόσωπα στη Νιγηρία, πλην όμως, δεν ήταν σε θέση να παραθέσει με επαρκή και λεπτομερή τρόπο αν βίωσε ο ίδιος στίγμα λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού. Όταν κλήθηκε να αναφερθεί σε τυχόν σχέσεις που διατηρούσε με άτομα του ίδιου φύλου, εξίσου αόριστες κρίθηκαν και οι αναφορές του ως προς την σχέση που διατηρούσε με συγκεκριμένο πρόσωπο που είχε ονοματίσει κατά τη συνέντευξή του, τις περιστάσεις και τον τρόπο με τον οποίο αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε αυτή.
26. Σε ό,τι αφορά το τελευταίο κριτήριο της βλάβης εκ του σεξουαλικού του προσανατολισμού, κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι οι σχετικές του αναφορές ως προς το γεγονός ότι αναζητείτο από μέλη της αστυνομία, αφότου είχαν κληθεί από τον πατέρα του συντρόφου του, όταν ανακάλυψε τη σχέση τους, κρίθηκαν ως μη επαρκώς λεπτομερείς, συνεκτικές ή συγκεκριμένες. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι αναζητείτο στην οικία του προκειμένου να κληθεί να παρουσιαστεί για ανάκριση, χωρίς ωστόσο να λάβει κάποιο επίσημο έγγραφο προς το σκοπό αυτό, πέραν μίας τηλεφωνικής κλήσης και σχετικού μηνύματος που είχαν αφήσει στο παντοπωλείο, ώστε να επικοινωνήσει μαζί τους.
27. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, παρατέθηκαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σε σχέση με ποινικοποίηση και την μεταχείριση των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων στη Νιγηρία. Ωστόσο ενόψει του ότι δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία, ο υπό κρίση ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
28. Με βάση τον μόνο αποδεκτό ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι της ταυτότητας, της χώρας καταγωγής και του προφίλ του Αιτητή, και λαμβάνοντας υπόψιν τις πληροφορίες αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του και στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του, κρίθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση ότι σε περίπτωση επιστροφής του, δεν θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
29. Στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, οι Καθ΄ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικά σχετικά με ενδεχόμενη υπαγωγή του στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, από τις πληροφορίες που παρατέθηκαν σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή καταγωγής του Αιτητή, διαπιστώθηκε ότι δεν προκύπτει η ύπαρξη ένοπλης σύρραξης σε αυτήν.
30. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, της 10.9.2025, ο Αιτητής επανέλαβε ότι διέμενε στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας· οι γονείς του έχουν αποβιώσει, ενώ τα αδέλφια του παραμένουν στη χώρα καταγωγής του, με ορισμένα εκ των οποίων διατηρεί επικοινωνία. Εξήγησε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία τον Ιούλιο 2022, καθώς, μετά την αποφοίτησή του από το κολλέγιο το 2010, συνειδητοποίησε την έλξη του προς άτομα του ιδίου φύλου και, λόγω αυτού του τρόπου ζωής, βρισκόταν σε κίνδυνο. Πριν το 2010 δεν είχε ερωτικές σχέσεις με γυναίκες, παρά μόνον φιλίες με κορίτσια στο σχολείο. Η διαφοροποίηση των συναισθημάτων του ξεκίνησε όταν μεγαλύτερος συμμαθητής του τον προστάτευσε από εκφοβισμό, γεγονός που τον έφερε κοντά του και τον θεωρούσε καλό του φίλο. Κληθείς να εξηγήσει την αντίφαση στα λεγόμενά του, δήλωσε ότι μετά το 2010 άρχισε να βρίσκει απόλαυση στη σεξουαλικότητά του.
31. Το 2013 σύνηψε την πρώτη του σχέση με άνδρα, τον «Β.Μ.», κάτοικο Lagos, τον οποίο είχε γνωρίσει στο πανεπιστήμιο· η σχέση τους διήρκεσε μέχρι την αναχώρησή του από τη Νιγηρία. Μετά την αναχώρηση δεν είχε πλέον επικοινωνία με τον «Β.Μ.», καθώς απώλεσε το κινητό του τηλέφωνο και οι απόπειρές του να τον εντοπίσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, απέβησαν άκαρπες.
32. Όπως ανέφερε, αρχικά ούτε η οικογένειά του, ούτε η οικογένεια του συντρόφου του γνώριζαν για τη σχέση. Στις 26.12.2021, κατόπιν πρόσκλησης του συντρόφου του, μετέβη στην οικία του στην πολιτεία Imo, αφού είχε ενημερωθεί ότι οι γονείς του θα απουσίαζαν. Την ημέρα εκείνη η αδελφή του συντρόφου του, τους εντόπισε κατά την ερωτική τους πράξη και ενημέρωσε τον πατέρα της. Μετά το περιστατικό συνέχισαν να συναντώνται εκτός της οικίας, αλλά, σύμφωνα με τον Αιτητή, ο πατέρας του συντρόφου υπέβαλε καταγγελία στην αστυνομία και τον καταδίωκε με σκοπό τη φυλάκισή του, θεωρώντας τον υπαίτιο για τον σεξουαλικό προσανατολισμό του γιου του. Κατά την παραμονή του στη χώρα μετά το περιστατικό έως την αναχώρησή του ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός, γνωρίζοντας την επιρροή και τις διασυνδέσεις του πατέρα του συντρόφου σε υψηλές θέσεις. Σε σχετική ερώτηση για το πώς πληροφορήθηκε την ύπαρξη καταγγελίας, δήλωσε ότι ενημερώθηκε από τον σύντροφό του, ο οποίος τον προέτρεψε να εγκαταλείψει τη χώρα. Επίσης ανέφερε ότι είχε κληθεί τηλεφωνικώς από την κρατική υπηρεσία εξιχνίασης εγκλημάτων για να παρουσιαστεί στον αστυνομικό σταθμό προς ανάκριση, πράγμα που δεν έπραξε.
33. Κληθείς να σχολιάσει την αντιφατική του αναφορά κατά τη διοικητική διαδικασία, ότι ο πατέρας του συντρόφου του ήταν εκείνος που τους είχε εντοπίσει στην οικία κατά την επιστροφή του, ο Αιτητής απάντησε ότι ενδεχομένως πρόκειται για σφάλμα του λειτουργού που διενήργησε τη συνέντευξη. Αφού του επισημάνθηκε ότι αντίστοιχη αναφορά υπάρχει και κατά την καταγραφή του αιτήματός του, επέμεινε ότι η αδελφή του συντρόφου ήταν εκείνη που τους εντόπισε αρχικά.
34. Κατά την ίδια ακροαματική διαδικασία ο Αιτητής προσκόμισε έγγραφο σχετικά με την, κατ’ ισχυρισμόν, καταζήτησή του από τις αρχές της χώρας του, ημερομηνίας 1.5.2022 (Τεκμήριο 3). Όπως δήλωσε, μετά τη συνέντευξή του στην Υπηρεσία Ασύλου ενημερώθηκε από την αδελφή του ότι, όταν μετέβη στον αστυνομικό σταθμό, υπήρχε τοιχοκολλημένο το εν λόγω έγγραφο με φωτογραφία του Αιτητή, το οποίο ανέφερε ότι καταζητείται, και ζήτησε να λάβει αντίγραφο. Κληθείς να σχολιάσει την καθυστέρηση στη λήψη και προσκόμιση, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει πότε το παρέλαβε η αδελφή του και ότι ο ίδιος ενημερώθηκε για την ύπαρξή του, αφού απέκτησε νέο κινητό τηλέφωνο.
35. Περαιτέρω, ως προς τον σεξουαλικό προσανατολισμό του, δήλωσε ότι είναι ομοφυλόφιλος, ελκόμενος από άτομα του ίδιου φύλου. Η οικογένειά του ενημερώθηκε για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό μετά το επίδικο περιστατικό στην οικία του τέως συντρόφου του, καθόσον μέχρι τότε οι δύο τους ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί και διακριτικοί. Μετά την αποκάλυψη, οι γονείς του εξέφρασαν έντονη απογοήτευση και οι αδελφοί του διέκοψαν τις επαφές μαζί του.
36. Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόντου Δικαστηρίου δεδομένων, όπως προβλέπεται από τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, και επί τη βάσει του συνόλου του αποδεικτικού υλικού, διαπιστώνεται ότι προσδιορίζεται με λανθασμένο τρόπο ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του, καθώς η καταγραφή ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι είναι ομοφυλόφιλος, δεν ανταποκρίνεται απόλυτα στους ισχυρισμούς του κατά τη διοικητική διαδικασία, για τους λόγους που θα αναλυθούν κατωτέρω. Πέραν τούτου, κρίνεται αναγκαίο να διαχωρισθούν και ορθώς οι ουσιώδεις ισχυρισμοί του Αιτητή, ως εξής: ως πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός, η ταυτότητα, η χώρα καταγωγής και το προφίλ του Αιτητή, ως δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός, ο σεξουαλικός του προσανατολισμός και ως τρίτος νεοσχηματισθείς ισχυρισμός, η φερόμενη δίωξή του από τον πατέρα του τέως συντρόφου του, μετά τον εντοπισμό τους, όπως επίσης και από τις αρχές της χώρας του. Όπως επισημαίνεται και στον Πρακτικό Οδηγό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, νυν Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο – EUAA), «η προσήκουσα ταυτοποίηση των ουσιωδών ισχυρισμών είναι ουσιώδης τόσο για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας όσο και για την αξιολόγηση του κινδύνου».
37. Σε σχέση με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, συντάσσομαι καταρχάς με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του, για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτέλεσε και την αιτιολογική βάση της προσβαλλόμενης απόφασης.
38. Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, αναφορικά με τον ισχυριζόμενο σεξουαλικό του προσανατολισμό, και σχετικά με το μοντέλο ανάλυσης που χρησιμοποιήσαν οι Καθ' ων η αίτηση [Difference, Stigma, Shame and Harm (DSSH) model], σημειώνεται ο σκεπτικισμός γύρω από τη χρήση του, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθούν στερεότυπα και να καταλήξει η αξιολόγηση αξιοπιστίας του Αιτητή σε ένα κατάλογο τυποποιημένων στοιχείων που ένας αιτών θα πρέπει ή όχι να πληροί, εις βάρος της εξατομικευμένης εξέτασης[1]. Χωρίς το εν λόγω μοντέλο να αποκλείεται ως καθοδηγητική μέθοδος για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας του Αιτητή, εν προκειμένω, το παρόν Δικαστήριο αξιολογεί τον εν λόγω ισχυρισμό στη βάση των κοινώς αποδεκτών δεικτών αξιοπιστίας, χωρίς να γίνεται ειδική αναφορά στο εν λόγω μοντέλο για τους λόγους που εξηγήθηκαν ανωτέρω. Προς τούτο επισημαίνονται τα κάτωθι. Αρχικώς, παρατηρώ πως κατά την συνέντευξή του, ο Αιτητής υπεβλήθη σε πλήθος ερωτήσεων ανοικτού τύπου, αλλά και σε μεγάλο αριθμό διευκρινιστικών και κλειστού τύπου ερωτήσεων, ώστε να μπορέσει ο ίδιος να αναπτύξει με επαρκή λεπτομέρεια, τόσο τις εμπειρίες και τα βιώματά του, όσο και τις σκέψεις και τα συναισθήματά του και να αποσαφηνίσει τους ισχυρισμούς του περαιτέρω. Επίσης, ορθώς δεν τέθηκαν ερωτήσεις παρεμβατικές στην ιδιωτική ζωή του Αιτητή (βλ. σχετικά την απόφαση του ΔΕΕ της 2ας Δεκεμβρίου 2014, C-148/13 έως C-150/13, A, B, C, A B and C, ECLI:EU:C:2014:2406). Επισημαίνεται εξάλλου πως δεν αναμένεται από όλα τα ΛΟΑΤΚI+ άτομα να βιώσουν με τον ίδιο τρόπο την σεξουαλικότητά τους, η αντίδραση απέναντι στην διαφορετικότητα εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως τα προσωπικά βιώματα, την κοινωνικοοικονομική κατάσταση και το πολιτισμικό πλαίσιο της χώρας διαμονής. Τα συναισθήματα που αναπτύσσονται κατά την διαδικασία της συνειδητοποίησης της σεξουαλικότητας είναι υποκειμενικά και προσωπικά. Μπορεί να υπάρχουν κάποια κοινά συναισθήματα και εμπειρίες (π.χ. απόρριψης, ντροπής) μεταξύ των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποδυναμώνεται η αξιοπιστία ενός ισχυρισμού περί σεξουαλικού προσανατολισμού όταν ένα άτομο έτυχε θετικών εμπειριών ή ευτυχία σχετικά με τη σεξουαλικότητά του στην χώρα καταγωγής του[2].
39. Από το σύνολο των δηλώσεων του Αιτητή δεν προέκυψε συνεκτική, σαφής και λεπτομερής αφήγηση ικανή να θεμελιώσει, με βιωματικούς όρους, τον προβαλλόμενο σεξουαλικό του προσανατολισμό. Ειδικότερα, δεν κατόρθωσε να παράσχει επαρκείς πληροφορίες για τη διαδικασία διαμόρφωσης και εξέλιξης της σεξουαλικής του ταυτότητας, ούτε να περιγράψει την εσωτερική διεργασία που ακολούθησε, για να καταλήξει στη διαπίστωση αυτή.
40. Ως προς τη φερόμενη σεξουαλική του διαφορετικότητα, οι σχετικές αναφορές του παρουσιάζονται συγκεχυμένες. Κατά την καταγραφή του αιτήματός του δήλωσε ότι είναι ομοφυλόφιλος· κατά τη συνέντευξή του αυτοπροσδιορίστηκε ως αμφιφυλόφιλος, μολονότι προτιμά να χρησιμοποιείται ο όρος «ομοφυλόφιλος». Αν και ανέφερε ότι ελκύεται και από τα δύο φύλα, το σύνολο των δηλώσεών του παραπέμπει σε ομοφυλοφιλικό και όχι αμφιφυλοφιλικό προσανατολισμό. Κατά την ακροαματική διαδικασία δήλωσε ρητώς ότι είναι ομοφυλόφιλος, ελκόμενος από άτομα του ιδίου φύλου. Λαμβανομένου υπόψη ότι από τις δηλώσεις του προκύπτει πως αντιλαμβάνεται τη διαφοροποίηση μεταξύ ομοφυλοφιλίας και αμφιφυλοφιλίας, η εναλλαγή στις θέσεις του πλήττει τη γενικότερη αξιοπιστία του – στοιχείο που άπτεται του πυρήνα του αιτήματός του, αφού, κατά τους ισχυρισμούς του, ο σεξουαλικός του προσανατολισμός υπήρξε η αιτία των προβλημάτων που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα του.
41. Αντιφατικές είναι και οι αναφορές του για το χρονικό σημείο συνειδητοποίησης της διαφορετικότητάς του. Κατά τη συνέντευξή του τοποθέτησε την απαρχή της εσωτερικής αυτής διεργασίας στα σχολικά του χρόνια, επικαλούμενος περιστατικό βιασμού από συμμαθητές. Σε μεταγενέστερο στάδιο της ίδιας συνέντευξης, ανέφερε ως χρονικό σημείο το 2008, κατά την πρώτη σχολική χρονιά, γεγονός που δεν συνάδει με τα πραγματικά δεδομένα, καθόσον, γεννηθείς το 1990, το 2008 ήταν ήδη δεκαοκτώ ετών.
42. Και κατά την ακροαματική διαδικασία περιέπεσε σε περαιτέρω αντιφάσεις. Ανέφερε ότι η διαφοροποίηση στα συναισθήματά του ξεκίνησε στο σχολείο με συμμαθητή που τον προστάτευε από εκφοβισμό, ενώ στη συνέντευξη είχε ισχυριστεί ότι ο ίδιος συμμαθητής είχε προσχεδιάσει τον βιασμό του. Επίσης ανέφερε ότι μετά την αποφοίτησή του το 2010 συνειδητοποίησε την έλξη του προς άτομα του ιδίου φύλου, πλην όμως είχε δηλώσει πως πριν το 2010 είχε μόνο φιλίες με κορίτσια, ενώ αλλού ισχυρίστηκε ότι είχε σχέση και ερωτική συνεύρεση με γυναίκα.
43. Επιπλέον, κατά τη συνέντευξη δήλωσε ότι ουδέποτε διέθετε σχέση με άνδρα, ενώ παραδέχθηκε συναναστροφές με τον «Β.» επί διάστημα άνω του έτους. Υποστήριξε ότι περνούσαν χρόνο και σε δημόσιους χώρους χωρίς να αποκαλυφθούν λόγω προσοχής, αλλά κατά την ακροαματική διαδικασία ανέφερε ότι η πρώτη του σχέση με άνδρα ήταν το 2013 με τον «Β.» και διήρκεσε έως την αναχώρησή του από τη χώρα. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί ότι η πρώτη φορά που εντοπίστηκαν ήταν στα τέλη του 2021, ενώ κατά τους ισχυρισμούς του, η σχέση τους διαρκούσε οκτώ έτη.
44. Αντιφατικές παρουσιάζονται και οι απαντήσεις του για τη συμπεριφορά του μετά τη συνειδητοποίηση της ταυτότητάς του και για τις μεταβολές στην καθημερινότητά του. Ως προς την κοινωνική αντιμετώπιση των ομοφυλοφίλων στη Νιγηρία αναφέρθηκε γενικώς σε περιθωριοποίηση και διακρίσεις, χωρίς να παραθέσει προσωπικό περιστατικό αρνητικής εμπειρίας, με αποτέλεσμα να απουσιάζει το βιωματικό στοιχείο. Για τη στάση της οικογένειάς του ανέφερε μεν τις αρνητικές αντιδράσεις του πατέρα και κάποιων αδελφών του μετά την αποκάλυψη της διαφορετικότητάς του, χωρίς ωστόσο συγκεκριμένα περιστατικά δίωξης, ενώ από τα λεγόμενά του προκύπτει ότι η μητέρα του χρηματοδότησε το ταξίδι του και διατηρεί επικοινωνία, τόσο με αυτήν, όσο και με ορισμένα αδέλφια του. Τέλος, ως προς τη θρησκεία, δήλωσε ότι προέρχεται από χριστιανική οικογένεια χωρίς να ασκεί ενεργά το θρήσκευμά του, αλλά ταυτόχρονα ανέφερε ότι σταμάτησε να παρευρίσκεται σε λειτουργίες επειδή δεν άντεχε να τον χαρακτηρίζουν «αμαρτωλό».
45. Τέλος, περαιτέρω θίγουν τη γενική του αξιοπιστία τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό περί δίωξής του ένεκα του σεξουαλικού του προσανατολισμού, ο οποίος καίτοι διακριτός, συνδέεται ευλόγως με τον υπό εξέταση ισχυρισμό.
46. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, καίτοι δεν μπορούν να εντοπιστούν πηγές που να επιβεβαιώνουν ειδικώς το σεξουαλικό προσανατολισμό του Αιτητή, σύμφωνα με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, στη Νιγηρία ποινικοποιούνται οι ομοφυλοφιλικές συμπεριφορές, οι γάμοι μεταξύ ομοφυλόφιλων και η εγγραφή ΛΟΑΤΚΙ+ οργανώσεων[3]. Όσοι καταδικάζονται για σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου μπορούν να φυλακιστούν έως και δεκατέσσερα χρόνια, και δώδεκα βόρειες πολιτείες διατηρούν την θανατική ποινή για ομοφυλοφιλικές δραστηριότητες[4]. Στην έκθεση του USDOS που εκδόθηκε το 2024, αναφέρεται ότι άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ υπόκεινται βία, απειλές (συμπεριλαμβανομένου του εκβιασμού) και παρενόχληση, με βάση τον πραγματικό ή τον υποτιθέμενο σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα ή έκφραση φύλου, μεταξύ άλλων και από κρατικούς φορείς[5]. Επιπρόσθετα, στην ίδια πηγή, αναφέρεται ότι άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ υπόκεινται διακρίσεις στην απασχόληση, τη στέγαση και την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη[6]. Αντίστοιχα, σύμφωνα με έκθεση του Freedom House που εκδόθηκε το 2025, τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αντιμετωπίζουν εκτεταμένες επίσημες και κοινωνικές διακρίσεις, υφίστανται επίσης επιθέσεις από αστυνομικούς κατά τη σύλληψή τους, απόπειρες εκβιασμού και διακρίσεις κατά την πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες[7]. Τα ανωτέρω ευρήματα από πηγές πληροφόρησης θα μπορούσαν να αποτελέσουν θετικό δείκτη της εξωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, καθώς συντέμνονται με τις αναφορές του Αιτητή περί ποινικοποίησης του σεξουαλικού του προσανατολισμού και διακριτικής μεταχείρισης των ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων προσώπων. Ενόψει, όμως, της μη θεμελίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή ως προς τη σεξουαλική του ταυτότητα, τα εν λόγω ευρήματα δεν επαρκούν για την αποδοχή του υπό εξέταση ισχυρισμού, ο οποίος απορρίπτεται στο σύνολό του.
47. Αναφορικά με τον τρίτο, νεοσχηματισθέντα ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί φερόμενης δίωξής του από τον πατέρα του τέως συντρόφου του, μετά τον εντοπισμό τους, καθώς και από τις αρχές της χώρας του, επισημαίνεται ότι, μολονότι η αξιοπιστία του έχει ήδη κλονισθεί κατόπιν της απόρριψης του ισχυρισμού του περί σεξουαλικού προσανατολισμού, το Δικαστήριο προβαίνει, εν πάση περιπτώσει, σε αυτοτελή αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του παρόντος ισχυρισμού.
48. Καταρχάς, διαπιστώνονται αντιφάσεις στο αφήγημά του ως προς τον τρόπο και τις περιστάσεις εντοπισμού του με τον τέως σύντροφό του. Ειδικότερα, κατά την καταγραφή του αιτήματός του ανέφερε ότι εντοπίσθηκαν από τον πατέρα του τέως συντρόφου του κατά την ερωτική τους πράξη, ο οποίος κάλεσε την αστυνομία, ενώ ο Αιτητής διέφυγε. Κατά την ελεύθερη αφήγηση στη συνέντευξη, υποστήριξε ότι ενδεχομένως ο φρουρός της οικίας είχε ενημερώσει τους γονείς, ώστε να εντοπισθεί από τον πατέρα. Σε μεταγενέστερο στάδιο της ίδιας συνέντευξης ανέφερε ότι, κατά την πεποίθησή του, ο μεγαλύτερος αδελφός του τέως συντρόφου ήταν εκείνος που ενημέρωσε τον πατέρα για τις συναναστροφές τους. Τέλος, κατά την ακροαματική διαδικασία δήλωσε ότι, αφού εντοπίσθηκαν κατά την ερωτική πράξη από την αδελφή του τέως συντρόφου, η τελευταία ενημέρωσε τον πατέρα τους. Η εξήγηση που παρείχε στο ακροατήριο, ότι η αντιφατική αναφορά στη συνέντευξη οφείλεται ενδεχομένως σε σφάλμα του λειτουργού, δεν κρίνεται επαρκής για να άρει τις ασυνέπειες των δηλώσεών του.
49. Περαιτέρω, ως προς τη φερόμενη δίωξη από τον πατέρα του τέως συντρόφου, σημειώνεται ότι, κατά τα λεγόμενά του στο ακροατήριο, δεν βρίσκεται πλέον σε επικοινωνία με τον τελευταίο, διότι, ενώ βρισκόταν στη Δημοκρατία, απώλεσε το κινητό του και οι απόπειρες εντοπισμού του μέσω κοινωνικών δικτύων δεν έγιναν δεκτές. Από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι, μετά τον εντοπισμό τους στις 26.12.2021, ο Αιτητής συνέχισε να συναντά τον τέως σύντροφό του, χωρίς να προκύπτει ότι υπέστη οτιδήποτε από τον πατέρα του τελευταίου, ενώ, επιπλέον, παρέμεινε στη χώρα του επί περαιτέρω χρονικό διάστημα περίπου έξι μηνών, ήτοι μέχρι τις αρχές Ιουλίου 2022, οπότε και αναχώρησε. Οι συναφείς αναφορές του περί κινδύνου από τον πατέρα του τέως συντρόφου παραμένουν γενικές και ασαφείς· δεν παρατέθηκε συγκεκριμένο περιστατικό δίωξης ή βλάβης της σωματικής του ακεραιότητας, ώστε να θεμελιώνεται αντικειμενικά δίωξη από το εν λόγω πρόσωπο.
50. Σε σχέση με την αναζήτησή του από τις αρχές της χώρας του, παρατηρείται έλλειψη ευλογοφάνειας στις αναφορές του ότι, ενώ βρισκόταν ακόμη στη Νιγηρία, αναζητείτο για ανάκριση αποκλειστικά μέσω επισκέψεων αστυνομικών στην οικία του και στην πατρική οικία, καθώς και μέσω τηλεφωνικών μηνυμάτων, χωρίς να έχει εκδοθεί οποιαδήποτε γραπτή κλήση για παρουσίαση ή ένταλμα. Τούτο, άλλωστε, αντίκειται στον ισχυρισμό περί κατοπινής έκδοσης δελτίου καταζητούμενου προσώπου σε βάρος του, για το οποίο δεν γίνεται καμία αναφορά στο στάδιο της συνέντευξης, μολονότι, κατά τους ισχυρισμούς του, είχε εκδοθεί περίπου ένα έτος νωρίτερα. Επιπλέον, επισημαίνεται αντίφαση: στη συνέντευξη ανέφερε ότι, λόγω της αναζήτησής του από τις αρχές, εγκατέλειψε την οικία του και διέμενε με τον αδελφό του, ενώ κατά την ακρόαση δήλωσε ότι, μετά το κρίσιμο περιστατικό στην οικία του τέως συντρόφου, οι αδελφοί του δεν επιθυμούσαν επικοινωνία μαζί του.
51. Ως προς το έγγραφο που προσκομίσθηκε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας (Τεκμήριο 3), φέρον ημερομηνία 1.5.2022, προκύπτει ότι ο Αιτητής αναχώρησε από τη Νιγηρία τον Ιούλιο 2022. Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν καθίσταται σαφές πώς κατόρθωσε να εξέλθει της χώρας χωρίς κανένα εμπόδιο (βλ. ερυθρό 39 του διοικητικού φακέλου), μολονότι, κατά τους ισχυρισμούς του, ήταν ήδη καταζητούμενος. Από τα λεγόμενά του δεν προκύπτει με σαφήνεια ο χρόνος έκδοσης του εγγράφου, ούτε πότε περιήλθε στην κατοχή της αδελφής του και, εν συνεχεία, στη δική του. Ερωτηθείς σχετικώς, δεν μπόρεσε να παράσχει σαφή εξήγηση για τον τρόπο λήψης αντιγράφου από την αδελφή του ή την αφορμή υπό την οποία περιήλθε εις γνώση της. Σημειώνεται ότι ο Αιτητής είχε ενημερωθεί στη συνέντευξη από τον αρμόδιο λειτουργό ότι δύναται να αποστείλει ηλεκτρονικώς κάθε σχετικό έγγραφο προς αξιολόγηση (βλ. ερυθρό 30 του διοικητικού φακέλου), πράγμα που δεν έπραξε· ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι το έλαβε μεταγενεστέρως της συνέντευξης.
52. Σε σχέση με το έγγραφο που προσκόμισε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας και κατατέθηκε ως Τεκμήριο 3, που φέρει τίτλο «WANTED PERSON» (σε ελεύθερη μετάφραση «ΚΑΤΑΖΗΤΟΥΜΕΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ») και ημερομηνία έκδοσης, 1.5.2022, εκ προοιμίου, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να αποφανθεί επί της γνησιότητας ενός εγγράφου, τόσο διότι κατά πάγια νομολογημένη αρχή ο δικαστής δεν υποχρεούται να αποφασίζει επί τεχνικών θεμάτων, όπως εν προκειμένω η γνησιότητα ενός εγγράφου, αλλά ούτε έχει τη δυνατότητα αφού δεν έχει την απαιτούμενη τεχνογνωσία για να προβεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα (βλ. και Λάμπρου Λάμπρος v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου, (2009) 3 Α.Α.Δ. 79). Εξάλλου, δεδομένης της απαγόρευσης συνεργασίας με τις αρχές της χώρας καταγωγής, ακόμα κι αν υπάρχουν δημόσια έγγραφα που στηρίζουν τους ισχυρισμούς, αυτά θα είναι κατά κανόνα αμετάφραστα και ανεπικύρωτα. Αξιολογήσεις περί γνησιότητας ή πλαστότητας είναι συνεπώς δυσχερείς. Τελικώς και η γνησιότητα των εγγράφων θα διασταυρωθεί μέσω των προφορικών ισχυρισμών, άλλως αυτά θα ενισχύσουν προφορικούς ισχυρισμούς, αλλά δεν επαρκούν αφ' εαυτών για να τους αποδείξουν[8]. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς το εν λόγω έγγραφο ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά του (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C‑921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66). Στο πλαίσιο της αξιολόγησης της αυθεντικότητας ενός εγγράφου μπορεί βεβαίως να ληφθούν υπόψη και τυχόν εξόφθαλμες ενδείξεις μεταποίησης του εγγράφου τις οποίες είναι εύκολο να διακρίνει το Δικαστήριο ακόμα και χωρίς την επέμβαση ενός εμπειρογνώμονα[9]. Τούτων λεχθέντων, παρατηρείται ότι σε αυτό εντοπίζεται αναφορά σε συγκεκριμένη διάταξη (“Section 214”), χωρίς ωστόσο, να εξειδικεύεται σε ποιο νομοθέτημα βρίσκεται η εν λόγω διάταξη, ενώ υπάρχει και ασάφεια ως προς την περιγραφή και τον προσδιορισμό του ποινικού αδικήματος που προβλέπει η εν λόγω διάταξη. Επιπλέον, στο εν λόγω έγγραφο αναφέρεται ότι είναι ιθαγενής της πόλης Mbieri, Mbaitoli Local Government Area της πολιτείας Imo, ενώ ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην πόλη Owerri, της πολιτείας Imo. Περαιτέρω, συγκρινόμενο το εν λόγω προσκομισθέν έγγραφο, με άλλα δελτία καταζητούμενων προσώπων που βρίσκονται αναρτημένα στην ιστοσελίδα της αστυνομίας της Νιγηρίας[10], εντοπίζονται διαφοροποιήσεις, αφορώσες, μεταξύ άλλων, το σήμα της αστυνομίας, την απουσία της περιγραφής του καταζητούμενου προσώπου. Ως εκ τούτου, η αποδεικτική αξία του συγκεκριμένου εγγράφου κρίνεται μειωμένη, συνεκτιμώντας και τη μη στοιχειοθέτηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή ως προς τις συναφείς του δηλώσεις σε σχέση με τις περιστάσεις και τον χρόνο απόκτησης του εν λόγω εγγράφου, ως αναλύονται ανωτέρω.
53. Υπό το φως των ανωτέρω λεχθέντων και σε συνδυασμό με την ήδη διαπιστωθείσα έλλειψη αξιοπιστίας ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, ο τρίτος, νεοσχηματισθείς, ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται στο σύνολό του.
54. Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής, επί τη βάσει του μόνου αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού του, ήτοι των προσωπικών του στοιχείων, και επιπροσθέτως προς όσα καταγράφονται στην Εισηγητική Έκθεση, ιδίως ως προς την επικαιροποιημένη εικόνα της κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του, το Δικαστήριο παρατηρεί τα ακόλουθα:
55. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province).[11]
56. Σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφέρεται ότι η Νιγηρία συνεχίζει να αντιμετωπίζει ένα πρωτοφανές κύμα αλληλεπικαλυπτόμενων κρίσεων, όπου οι ληστείες, η εγκληματικότητα και οι απαγωγές, οι εξτρεμιστικές εξεγέρσεις, οι αποσχιστικές ταραχές, η τρομοκρατία και οι συγκρούσεις μεταξύ αγροτών και κτηνοτρόφων, είναι μερικές από τις προκλήσεις που επηρεάζουν την ασφάλεια και την προστασία των υπηκόων της χώρας[12]. Δολοφονίες, απαγωγές και βίαιες επιδρομές από τις λεγόμενες συμμορίες ληστών («bandit gangs»), συνέχισαν να μαστίζουν τη βορειοδυτική[13] και βορειοκεντρική[14] περιοχή της χώρας, ενώ οι ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP, εξακολουθούσαν να παραμένουν ενεργές και να δραστηριοποιούνται στα βορειοανατολικά κατά τη διάρκεια του 2024[15]. Η βία μεταξύ των κτηνοτρόφων και αγροτών συνεχίστηκε στη βορειοκεντρική περιοχή της Νιγηρίας, κατά τη διάρκεια του έτους 2024[16]. Ανάμεσα στους κύριους δρώντες που εμπλέκονται στις εντάσεις στη νοτιοανατολική περιοχή της χώρας, στην οποία εμπίπτει και ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή[17], είναι οι άγνωστοι ένοπλοι[18] και αυτονομιστικές παρατάξεις[19], συμπεριλαμβανομένης και της αποσχιστικής ομάδας με την ονομασία Indigenous People of Biafra (IPOB)[20].
57. Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας στην πολιτεία Imo, στην οποία βρίσκεται η πόλη Owerri, που συνιστά την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, βάσει στοιχείων από το ACLED, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 19.9.2025), καταγράφηκαν 85 περιστατικά πολιτικής βίας[21], από τα οποία προκλήθηκαν 170 θάνατοι[22]. Σημειώνεται ότι, ειδικά στην πόλη Owerri, που βρίσκεται στην πολιτεία Imo, την ίδια περίοδο αναφοράς, σημειώθηκαν 5 περιστατικά πολιτικής βίας, από τα οποία προκλήθηκαν 2 θάνατοι[23]. Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της πολιτείας Imo το 2022 ανερχόταν σε 5,459,300 κατοίκους[24]. Υπό το φως των ανωτέρω ποσοτικών δεδομένων, δεν προκύπτει κίνδυνος για τον Αιτητή από την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο της προηγούμενης συνήθους διαμονής του, λαμβανομένων υπόψη και των προσωπικών του περιστάσεων. Επισημαίνεται ότι πρόκειται για υγιή, ενήλικο άνδρα, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και προηγούμενη εργασιακή πείρα στη χώρα του, ο οποίος διαθέτει οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο.
58. Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν προκύπτει οποιαδήποτε παράμετρος του προφίλ του, η οποία να επιτείνει με οποιοδήποτε τρόπο τον κίνδυνο που τυχόν αυτός διατρέχει, ούτε και καθαυτό κάποιο στοιχείο του προφίλ του δίδει βάσιμο έρεισμα για φόβο δίωξης. Ούτε και ο Αιτητής εξέφρασε οποιοδήποτε φόβο απορρέων από το προφίλ του, πέραν των όσων εξετάστηκαν ήδη ανωτέρω.
59. Ειδικώς ως προς το θρησκευτικό του προφίλ ως χριστιανού, ούτε με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, αντιμετωπίζει ευλόγως κίνδυνο. Σύμφωνα με έκθεση του US Department of State (USDOS) για τη Θρησκευτική Ελευθερία στη Νιγηρία για το έτος 2023, o χριστιανισμός είναι η δεύτερη δημοφιλέστερη θρησκεία συνολικά στη χώρα με ποσοστό 48,1%[25]. Στη νοτιονατολική γεωπολιτική ζώνη, στην οποία βρίσκεται ο τελευταίος τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, οι Χριστιανικές ομάδες συνιστούν την πλειοψηφία του πληθυσμού[26]. Ούτε, επίσης, προκύπτει τέτοιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος λόγω της εθνοτικής καταγωγής του Αιτητή, καθώς σύμφωνα με έτερη εξωτερική πηγή, η φυλή του Αιτητή (Igbo), η οποία κυρίως εμφανίζεται στα ανατολικά, αποτελεί μία εκ των τριών κύριων φυλών στη χώρα του[27].
60. Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνοντας υπόψη και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, ως αυτό έγινε αποδεκτό και ειδικότερα ότι ο Αιτητής είναι νεαρός, υγιής, με εργασιακή πείρα στη χώρα καταγωγής του και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο, και χωρίς οποιοδήποτε σημείο ευαλωτότητας ή αποδεδειγμένο περιστατικό παρελθούσας δίωξης, κρίνεται πως σε συνάρτηση με τις παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του στη χώρα καταγωγής του, δεν πιθανολογείται ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί, θα εκτεθεί ευλόγως σε κίνδυνο.
61. Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης κινδύνου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
62. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
63. Ειδικότερα, στην προκειμένη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].
64. Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο προσφεύγων, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή (βλ. άρθρο 19(2)(γ) απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43).
65. Σημειώνεται συναφώς ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».
66. Ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, υφίσταται ένοπλη αντιπαράθεση (κρατικές δυνάμεις/μικτές δυνάμεις “Operation UDO KA” έναντι αυτονομιστικών σωμάτων IPOB/ESN και “unknown gunmen”), με επαναλαμβανόμενες «μάχες», στην πόλη Owerri, που συνιστά την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή.
67. Παρά ταύτα το επίπεδο βίας και ιδίως αδιάκριτης βίας δεν τεκμηριώνεται ότι έχει φθάσει γενικώς στο «εξαιρετικό» επίπεδο αδιάκριτης βίας που προϋποθέτει το άρθρο 19(2)(γ) σε αντίθεση με περιοχές της βορειοανατολικής ζώνης όπου παραδοσιακά καταγράφονται τα υψηλότερα επίπεδα. Ειδικότερα, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
68. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
69. Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
70. Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι στην πόλη Owerri που βρίσκεται στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής μόνο λόγω της παρουσίας του εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[28]. Την ίδια στιγμή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε παράγοντας επίτασης του κινδύνου στο πρόσωπο του Αιτητή (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28). Προς τούτο, λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, από τις οποίες δεν προκύπτει οποιαδήποτε παράμετρος ευαλωτότητας, ενώ υπόψη λαμβάνεται η μη προσωπική του εμπλοκή σε μία από τις παρατάξεις και η εξοικείωσή του με την περιοχή (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28).
71. Ως προς δε την απόφαση επιστροφής του, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), ‘Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis, Second edition’ (February 2023) σελ. 263-266 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 25.9.2025)
[2] Erin Gomez, The Post-ABC Situation of LGB Refugees in Europe, 30 Emory Int'l L. Rev. 475 (2016). Available at: https://scholarlycommons.law.emory.edu/eilr/vol30/iss3/4 σελ. 496-497, (ημερομηνία πρόσβασης 25.9.2025)
[3] HRW - Human Rights Watch, ‘World Report 2025 – Nigeria’ (16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/nigeria (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[4] Freedom House, ‘Freedom in the World 2025 – Nigeria’ (2025) διαθέσιμο σε https://freedomhouse.org/country/nigeria/freedom-world/2025 (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[5] USDOS - US Department of State, ‘2023 Country Report on Human Rights Practices: Nigeria’ (23 April 2024) σελ. 35 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/nigeria/ (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[6] Ό.π.
[7] Freedom House, ‘Freedom in the World 2025 – Nigeria’ (2025) διαθέσιμο σε https://freedomhouse.org/country/nigeria/freedom-world/2025 (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[8] Βλ. Κωνσταντίνος Δ. Φαρμακίδης - Μάρκου, Προσφυγικό Δίκαιο, Ερμηνευτική προσέγγιση και πρακτική διάσταση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2021, σελ. 31.
[9] EUAA, 'Practical Guide on Evidence and Risk Assessment' (2024), 57-62 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/publications/practical-guide-evidence-and-risk-assessment (ημερομηνία πρόσβασης 26.9.2025)
[10] Βλ. Nigeria Police Force, διαθέσιμο σε https://npf.gov.ng/ (ημερομηνία πρόσβασης 26.9.2025)
[11] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria (Last updated 2nd March 2023) (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[12] European Union, ‘2024 Human Rights and Democracy in the World (country reports)’ σελ. 132 διαθέσιμο σε https://www.eeas.europa.eu/sites/default/files/2025/documents/2024%20Human%20Rights%20and%20Democracy%20in%20the%20World%20%28country%20reports%29.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[13] Human Rights Watch, ‘World Report 2025 – Nigeria’ (16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/nigeria (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[14] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO), ‘Nigeria - Country Focus’ (July 2024) σελ. 19 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2024-07/2024_07_EUAA_COI_Report_Nigeria_Country_Focus.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[15] Amnesty International, ‘THE STATE OF THE WORLD’S HUMAN RIGHTS’ (24 April 2024) σελ. 285 διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2024/04/WEBPOL1072002024ENGLISH.pdf; Human Rights Watch, ‘World Report 2024 – Nigeria’ (11 January 2024) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/nigeria; ACLED, ‘A Decade After Chibok: Assessing Nigeria’s Regional Response to Boko Haram’ (16 April 2024) διαθέσιμο σε https://acleddata.com/report/decade-after-chibok-assessing-nigerias-regional-response-boko-haram (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[16] Human Rights Watch, ‘World Report 2025 – Nigeria’ (16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/nigeria (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[17] European Union, ‘2024 Human Rights and Democracy in the World (country reports)’ σελ. 45 διαθέσιμο σε https://www.eeas.europa.eu/sites/default/files/2025/documents/2024%20Human%20Rights%20and%20Democracy%20in%20the%20World%20%28country%20reports%29.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[18] Amnesty International, ‘Amnesty International Report 2023/2024 – Nigeria’ (24 April 2024) σελ. 285 διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2024/04/WEBPOL1072002024ENGLISH.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[19] Institute for Security Studies, ‘Nigeria’s military mistakes cost the country its civilians’ (13 December 2023) διαθέσιμο σε https://issafrica.org/iss-today/nigerias-military-mistakes-cost-the-country-its-civilians (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[20] Human Rights Watch, ‘World Report 2025 – Nigeria’ (16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/nigeria (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[21] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests)
[22] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project (βλ. πλατφόρμα Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής και είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Imo State) (ημερομηνία πρόσβασης 26.9.2025)
[23] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project (βλ. πλατφόρμα Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής και είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Nigeria, Imo State, Owerri) (ημερομηνία πρόσβασης 26.9.2025)
[24] City Population, Imo State, διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (ημερομηνία πρόσβασης 26.9.2025)
[25] USDOS - US Department of State, ‘2023 Report on International Religious Freedom: Nigeria’ (26 June 2024) σελ. 6 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/nigeria/ (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[26] Ο.π. σελ. 6
[27] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: ecoi.net, ‘Nigeria - Country Briefing’ (2 April 2024) διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/countries/nigeria/briefing/ (ημερομηνία πρόσβασης 24.9.2025)
[28] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country Guidance: Nigeria' (2021), σελ.127, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 29.9.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο