ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ. 4691/2023
24 Σεπτεμβρίου 2025
[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
R.O.O
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
Κ. Σάββα (κα) για Έλενα Μυριάνθους (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Ν. Κουρσάρης (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 11/10/2023 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 17/11/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως παράνομης, άκυρης και στερούμενης οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των Διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής είναι ενήλικας από τη Νιγηρία και στις 02/12/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 04/09/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό τoυ Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (EUAA). Ακολούθως, στις 11/10/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στις 11/10/2023, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου, αποφάσισε όπως να μην παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 17/11/2023, η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή στις 17/11/2023.
Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Η συνήγορος του Αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης επί της αιτήσεως ακυρώσεως (προσφυγής) προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει περιόρισε στην γραπτή του αγόρευση και διατήρησε μόνο τον λόγο ακύρωσης που αφορά την μη δέουσα έρευνα και την μη επαρκή αιτιολογία. Ενόψει των δηλώσεων της ευπαίδευτης συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από το λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα και την μη επαρκή αιτιολογία εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.
Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του αιτητή ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.
Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).
Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.
Κατά την υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας μιας σύγκρουσης που είχε με το θείο του αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία του πατέρα του. Ο ίδιος δέχθηκε σωματική και ψυχολογική (‘spiritual’) βία, καθώς και απειλές κατά της ζωής του. Ως εκ τούτου δεν θέλει να επιστρέψει για λόγους ασφαλείας (ερυθρό 1 του Δ.Φ.).
Στο πλαίσιο της προσωπικής του συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε πανεπιστημιακές σπουδές στο National Open University της Νιγηρίας από το 2014 έως το 2019 στην Πληροφορική (ερυθρό 34 δ.φ.). Αναφορικά με το επάγγελμά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει δουλέψει ως μηχανικός αυτοκινήτων και ως ταξιτζής, ενώ μετά το θάνατο των γονιών του το 2021 έκανε και πρόσθετες δουλειές, όπως ηλεκτρολόγος και υδραυλικός (ερυθρό 33 δ.φ.). Ως προς τα μέρη όπου έχει ζήσει, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Ologua της κοινότητας Ohordua, στο LGA Esan South-East του κρατιδίου Edo. Το 2003 μετακόμισε στην πόλη Benin, όπου έζησε μέχρι το 2019. Το 2019 μετέβη στο Lagos, όπου έζησε μέχρι το 2021. Μετά το θάνατο της μητέρας του το 2021 επέστρεψε στην πόλη Benin, όπου έζησε μέχρι το 2022 (ερυθρό 33 δ.φ.). Ως προς την οικογένειά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι ελεύθερος. Ο πατέρας του αποβίωσε στις 15/04/2000. Έχει 4 ετεροθαλείς αδερφούς, 3 ετεροθαλείς αδερφές και μία αδερφή. Επίσης είχε έναν αδελφό, ο οποίος απεβίωσε (ερυθρά 33-32 δ.φ.).
Αναφορικά με το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έφυγε από τη Νιγηρία γιατί είχε προβλήματα με τον πατρικό του θείο. Ειδικότερα ανέφερε ότι η μητέρα του πέθανε στις 2 Απριλίου του 2021 και ότι η ταφή της έγινε τη δεύτερη εβδομάδα του 2021. Σύμφωνα με τα έθιμα της Νιγηρίας η περιούσια ενός γονέα περνάει στον μεγαλύτερο σε ηλικία γιο της οικογένειας όταν δεν υπάρχει επίσημη διαθήκη, η οποία να ορίζει διαφορετικά. Για το λόγο αυτό ο Αιτητής άφησε το Lagos και μετέβη στην πόλη Benin, όπου βρισκόταν η περιουσία της μητέρας του. Μετά την ταφή πραγματοποιήθηκε οικογενειακό συμβούλιο προκειμένου να συζητηθεί το ζήτημα της περιουσίας της μητέρας του. Η περιουσία της απαρτιζόταν από ένα σπίτι, το οποίο το είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του Αιτητή, από ένα χωράφι και ένα αμάξι. Ο θείος του Αιτητή ήθελε να λάβει ο ίδιος την περιουσία προβάλλοντας ως δικαιολογία ότι ο Αιτητής ήταν πολύ νέος για να την αναλάβει. Με τη σειρά του ο Αιτητής οδήγησε το θείο του στο συμβούλιο των γηραιών προκειμένου να συζητήσουν το ζήτημα της περιουσίας. Το συμβούλιο επιβεβαίωσε ότι η περιουσία ανήκει στον Αιτητή. Ο θείος του αρνήθηκε να αφήσει τη διεκδίκηση της περιουσίας και τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει. Σε κάποια φάση έστειλε κάποιους πληρωμένους δολοφόνους, οι οποίοι του επιτέθηκαν με ματσέτες και ο Αιτητής πιστεύει ότι ήθελαν να τον σκοτώσουν. Αργότερα, έστειλε μια ομάδα αγοριών, τα οποία έκαψαν το αμάξι του. Ακολούθως, ο Αιτητής κατήγγειλε το περιστατικό στην αστυνομία. Η αστυνομία συνέλαβε το θείο του εξαιτίας των απειλών κατά της ζωής που είχε διατυπώσει. Τελικά, ο θείος του αφέθηκε ελεύθερος υπό τον όρο ότι δεν θα απειλούσε τη ζωή του Αιτητή. Επειδή ο θείος του δεν μπορούσε πια να βλάψει τον Αιτητή με τη χρήση σωματικής βίας, κατέφυγε σε διαβολικά μέσα. Ο Αιτητής άρχισε να είναι άρρωστος κάθε εβδομάδα και αναγκάστηκε να φύγει από το σπίτι του προκειμένου να μείνει στην εκκλησία για κάποιους μήνες. Κατόπιν παρότρυνσης του πάστορα και φίλων του, ο Αιτητής αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα προκειμένου να είναι μακριά από το θείο του και έτσι να σώσει τη ζωή του. Τέλος, ο Αιτητής προσέθεσε ότι ο θείος του εξακολουθεί ακόμα να τον αναζητά (ερυθρό 31 δ.φ.).
Ερωτηθείς αναφορικά με τις απειλές του θείου του, ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτές ξεκίνησαν λίγο μετά το οικογενειακό συμβούλιο. Ειδικότερα, τον Ιούλιο του 2021 μετέβη στο σπίτι του Αιτητή προκειμένου να διαπιστώσει αν ο Αιτητής βρισκόταν ακόμα εκεί και όταν τον βρήκε άρχισε να φωνάζει. Ο Αιτητής δεν μπορούσε να του αντιταχθεί δεδομένου ότι ήταν γηραιότερος και έτσι απλά τον αγνόησε (ερυθρό 30 δ.φ.). Αναφορικά με το συμβούλιο των γηραιών ανδρών, ο Αιτητής δήλωσε ότι πήγε το θείο του εκεί μετά την επίσκεψη στο σπίτι του. Σύμφωνα με την νιγηριανή παράδοση, η απόφαση των γηραιών είναι η ανώτατη απόφαση. Στην περίπτωση του Αιτητή, οι γηραιοί άνδρες επιβεβαίωσαν ότι όσο βρίσκεται εν ζωή ο Αιτητής, ο θείος του δεν μπορεί να λάβει την περιουσία. Αυτός είναι και ο λόγος που ο θείος του ξεκίνησε να του στέλνει απειλές κατά της ζωής του και προσέλαβε πληρωμένους δολοφόνους (ερυθρό 29 δ.φ.).
Αναφορικά με τις απειλές, ο Αιτητής δήλωσε ότι μία βδομάδα αφότου γύρισαν από το χωριό, όπου είχαν πάει να συναντήσουν τους γηραιούς άνδρες, ο θείος του έστειλε κακοποιούς να τον προειδοποιήσουν ότι πρέπει να εγκαταλείψει το σπίτι. Ο Αιτητής αρνήθηκε και δύο περίπου εβδομάδες μετά ο θείος του έστειλε 3 νεαρούς κακοποιούς με ματσέτες να τον σκοτώσουν. Ως προς το τελευταίο συμβάν, ο Αιτητής δήλωσε ότι μπήκαν στο σπίτι, του επιτέθηκαν αυτός πρόλαβε και μπλόκαρε τη ματσέτα με το χέρι του και αιμορραγώντας άρχισε να τρέχει, ενώ αυτοί πυρπόλησαν το αυτοκίνητό του. Ακολούθως ο Αιτητής πήγε στο νοσοκομείο προκειμένου να λάβει περίθαλψη για την πληγή και το επόμενο πρωί πήγε στην αστυνομία προκειμένου να καταγγείλει το περιστατικό. Χρονικά τοποθέτησε το γεγονός περίπου στον Ιανουάριο του 2022 (ερυθρό 29 δ.φ.). Η αστυνομία προέβη σε σύλληψη του θείου του για μία ημέρα και τελικά τον άφησε ελεύθερο με τον όρο να μην βλάψει τον Αιτητή. Μετά την καταγγελία, ο Αιτητής δήλωσε ότι επειδή ο θείος του υπέγραψε χαρτί ότι δεν θα τον βλάψει, τον ενημέρωσε ότι θα καταφύγει σε διαβολικά μέσα προκειμένου να λάβει την περιουσία (ερυθρά 29-28 δ.φ.).
Ερωτηθείς αν συνέβη κάτι μεταξύ Ιουλίου 2021, οπότε και έλαβε χώρα η πρώτη επίσκεψη του θείου του στο σπίτι του και Ιανουαρίου 2022, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του, του έστελνε απειλητικά μηνύματα στο κινητό με συχνότητα 4-5 μηνύματα το μήνα, απαιτώντας να φύγει από το σπίτι (ερυθρό 28 δ.φ.). Αναφορικά με τις επιθέσεις του θείου του με τη χρήση διαβολικών μέσων, ο Αιτητής δήλωσε ότι στις 14/02/2022 γυρνώντας σπίτι του είδε τo θείο του έξω από το οίκημά του. Όταν ο θείος του τον αντιλήφθηκε, έφυγε. Τότε ο Αιτητής παρατήρησε κάποια «διαβολικά» πράγματα πίσω από τον φράχτη του σπιτιού του. Εκείνο το βράδυ ο Αιτητής πήγε να κοιμηθεί σε έναν φίλο του, ενώ το επόμενο πρωί πήγε στον πάστορα, ο οποίος προσευχήθηκε για τον Αιτητή. Ο Αιτητής επέστρεψε στο σπίτι του και μία βδομάδα μετά άρχισε να νοιώθει άρρωστος. Περίπου κάθε εβδομάδα, ένοιωθε άρρωστος. (ερυθρό 28 δ.φ.). Αναφορικά με τα συμπτώματά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, ούτε να δουλέψει, ότι πολλές φορές δεν μπορούσε να αναπνεύσει, ότι έβλεπε εφιάλτες και ότι ανάρρωνε μόνον αφότου ο ιερέας προσευχόταν γι’ αυτόν (ερυθρό 28 δ.φ.). Αφού ερωτήθηκε αν είδε ξανά το θείο του μετά τις 14/02/2022, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 27 δ.φ.).
Ερωτώμενος αν έκανε κάτι προκειμένου να προστατευτεί από τα «διαβολικά» μέσα που χρησιμοποιούσε ο θείος του, ο Αιτητής δήλωσε ότι προσευχόταν διαρκώς (ερυθρό 27 δ.φ.). Ερωτηθείς αν μετά τη φυγή του ο θείος του προσπάθησε να καταλάβει την περιουσία του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 27 και 26 δ.φ.).
Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι η διαμάχη του με το θείο του θα συνεχιστεί, καθώς ο τελευταίος έχει αρχίσει να τον πολεμά με διαβολικά μέσα γιατί ο στόχος του είναι είτε να πάρει την περιουσία είτε να σκοτώσει τον Αιτητή με οποιοδήποτε μέσο (ερυθρό 31 δ.φ.).
Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τις δηλώσεις του αιτητή, κατά το στάδιο της συνέντευξης του, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος αναφορικά με την υπηκοότητα, την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο διαμονής του αιτητή, και ο δεύτερος αναφορικά τις απειλές και τις επιθέσεις που δέχτηκε ο Αιτητής εξαιτίας της κτηματικής διαφοράς που είχε με το θείο του.
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ, και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και έγινε δεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού.
Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τις απειλές και τις επιθέσεις που δέχτηκε ο Αιτητής εξαιτίας της κτηματικής διαφοράς που είχε με το θείο του. Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με συνεκτικό και λεπτομερή τρόπο τη διαμάχη του με το θείο του. Ως προς τις απειλές που δεχόταν μέσω μηνυμάτων, ο λειτουργός κατέγραψε ότι δεδομένης της συχνότητας των μηνυμάτων, ο Αιτητής θα έπρεπε να είναι σε θέση να μεταδώσει με μεγαλύτερη σαφήνεια την ένταση των απειλών. Ως προς τις επιθέσεις, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει την εμπειρία του με λεπτομερή και συνεκτικό τρόπο. Ακολούθως, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δήλωσε σαφώς ότι ο θείος του σταμάτησε να τον ενοχλεί μετά που αφέθηκε ελεύθερος από την αστυνομία, δήλωση την οποία έκρινε μη συνεκτική. Επίσης, έκρινε τις δηλώσεις του περί συνέχισης της διαμάχης μέσω «πνευματικών επιθέσεων» εκ μέρους του θείου του ως μη συνεκτικές και μη ευλογοφανείς. Τέλος, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει για ποιο λόγο εγκατέλειψε τη Νιγηρία τον Οκτώβριο του 2022, ενώ στο μεταξύ διέμενε στην πόλη Benin και δεν ήρθε σε επαφή με το θείο του, ούτε μπόρεσε να εξηγήσει για ποιο λόγο ο θείος του δεν κατέλαβε την περιουσία του μετά τη φυγή του από τη χώρα. Καταληκτικά, ο λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει με συνεκτικό τρόπο την ένταση και τη διάρκεια της κτηματικής διαφοράς που τον ανάγκασε να φύγει από τη χώρα καταγωγής του, καθώς δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει τα επιμέρους περιστατικά.
Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο λειτουργός παρέπεμψε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι σε πολλά μέρη της Νιγηρίας προκύπτουν κτηματικές διαφορές. Καταληκτικά, ο λειτουργός κατέγραψε ότι ενώ οι εξωτερικές πληροφορίες επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι οι κτηματικές διαφορές αποτελούν συχνό πρόβλημα στη Νιγηρία, ο ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός, καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει την ισχυριζόμενη κτηματική διαφορά στην οποία εμπλεκόταν με το θείο του. Ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού. Στα πλαίσια της εν λόγω αξιολόγησης, ο αρμόδιος λειτουργός, αφού έλαβε υπόψη όλα τα συναφή στοιχεία που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος του αιτητή και μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος κατέληξε ότι δεν συντρέχει μελλοντικός κίνδυνος δίωξης ή έκθεσης σε σοβαρή βλάβη του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία και συγκεκριμένα στο κρατίδιο Edo, όπου ανήκει ο τόπος της προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή (πόλη Benin).
Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, αφού στο πρόσωπο του δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου ήτοι την εθνικότητα την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 10 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Περαιτέρω, θεώρησε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, μιας και στην πόλη Benin, της πολιτείας Edo της Νιγηρίας, τόπο προηγούμενης διαμονής του αιτητή, δεν επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων λόγω εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.
Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί μη επαρκούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι δεν διαπιστώνω παραβίαση του αρ.26 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(I)/1999). Εν αντιθέσει, στην βάση των σχετικών με τις προϋποθέσεις χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας διατάξεων, παρατηρώ ότι στην σχετική Έκθεση του αρμόδιου λειτουργού όσο και στην απόφαση των καθ' ων η αίτηση αναφέρονται επαρκώς οι λόγοι, νομικοί και πραγματικοί, για τους οποίους απορρίφθηκε η επίδικη αίτηση ασύλου. Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Θα προχωρήσω να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση του άρθρου 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018) και ενόψει τούτου να κρίνω αν ορθά το αρμόδιο όργανο απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.
Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του Αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει την αξιοπιστία των δηλώσεων του γύρω από τις απειλές και επιθέσεις που δεχόταν από τον θείο του λόγω της κτηματικής περιουσιακής διαφοράς.
Ορθώς, λοιπόν, θεωρώ κρίθηκε από τους Kαθ’ ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε, καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του, ενώ οι απαντήσεις του στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις και ασυνέπειες όσον αφορά τον κίνδυνο που ισχυρίστηκε ότι διατρέχει από τον θείο του λόγω κτηματικής διαφοράς. Θα συμφωνήσω με την αξιολόγηση στην οποία έχει προβεί ο αρμόδιος λειτουργός ως καταγράφεται στην έκθεση – εισήγηση και με τα σημεία που εντόπισε περί του να καταλήξει σε εύρημα περί της μη αξιοπιστίας του αιτητή και επομένως παρέλκει η όποια επανάληψη τους.
Επομένως, καταλήγω ότι το εν λόγω αφήγημα του αιτητή δεν παρουσιάζει ευλογοφάνεια και συνοχή. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα εκ του αιτητή εξιστορισθέντα δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικά περιστατικά. Επομένως, ο υπό εξέταση ισχυρισμός κρίνεται ως εσωτερικά μη αξιόπιστος.
Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει ότι εκ των όσων αυτός δήλωσε, λόγω της απολύτου προσωπικής φύσεως τους, δεν προκύπτουν στοιχεία που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας σε εξωτερικές πηγές. Στη βάση λοιπόν της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του αιτητή, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται ως μη αξιόπιστος στο σύνολό του.
Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.
Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, ο Αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στην πολιτεία Edo, όπου ανήκει και η πόλη Benin η οποία έχει γίνει δεκτό ότι αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του.
Σύμφωνα δε με το RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), μιας πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των συγκρούσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη-διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ ISWAP και Boko Haram[1].
Όσον αφορά το κρατίδιο Edo, του οποίου η πόλη Benin τόπος συνήθους διαμονής του αιτητή, αποτελεί πρωτεύουσα αλλά και το μεγαλύτερο μητροπολιτικό κέντρο, για σκοπούς πληρότητας της έρευνας, παραθέτω αριθμητικά δεδομένα επί των περιστατικών ασφαλείας στη συγκεκριμένη περιοχή. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης τις 05/09/2025), καταγράφηκαν 141 περιστατικά πολιτικής βίας (“political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/ απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 145 θάνατοι. Εξ’ αυτών, τα 42 περιστατικά καταγράφηκαν συγκεκριμένα στην πόλη Benin, από τα οποία προκλήθηκαν 37 θάνατοι.[2]
Δεδομένου ότι ο συνολικός πληθυσμός του κρατιδίου Edo ανέρχεται σε 4,777,000 κατοίκους[3], καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο συνήθους διαμονής του.
To ανωτέρω συμπέρασμα ενισχύεται και από το γεγονός ότι με βάσει το συγκριτικό χάρτη που αναφέρεται στο Σημείωμα Καθοδήγησης της EUAA για τη Νιγηρία το 2021, η πολιτεία Edo, επί της οποίας βρίσκεται η πόλη Benin, εντάσσεται στις πολιτείες επί τις οποίες ένας άμαχος δεν αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να επηρεαστεί κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[4], εν προκειμένω του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Κατά συνέπεια, η πόλη Benin, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας οι οποίες πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε νομολογιακά στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[5]. Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψιν και το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, διαπιστώνω ότι απουσιάζουν ιδιαίτερες επιβαρυντικές περιστάσεις, δεδομένου ότι ο αιτητής συνιστά ενήλικα, υγιή, αρτιμελή άνδρα, διαθέτον μορφωτικό επίπεδο. Συμπερασματικά, δεν κρίνω ότι ανακύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Benin της πολιτείας Edo.
Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.
Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 145/2025, δυνάμει της οποίας η Νιγηρία περιλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας. Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με € 1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC, 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', τελευταία ενημέρωση: 02/03/2023, διαθέσιμο σε:https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse2accord [ημερομηνία πρόσβασης 21/09/2025]
[2] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Nigeria, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 12/09/2025) Τα αριθμητικά δεδομένα που αφορούν στην πόλη Benin, αντλήθηκαν από το διαδραστικό χάρτη στην εν λόγω πλατφόρμα.
[3] City-Population, Nigeria, Edo State, διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/?admid=5740 (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 12/09/2025).
[4] EUAA, Country Guidance, Nigeria, 2021, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σελ. 32, [Ημερομηνία Πρόσβαησς: 21/09/2025]
[5] Βλ. Απόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014 (βλ. σκέψη 31), όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009 (βλ. σκέψη 39, 43).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο