
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 483/2023
15 Σεπτεμβρίου, 2025
[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 Συντάγματος
Μεταξύ:
M.D.,
από Γκάμπια
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Δικηγόροι για Καθ' ων η αίτηση: Α. Αναστασιάδη (κα) για Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
[Ανδρέας Χατζησάββα - Διερμηνέας για διερμηνεία από την αγγλική στην ελληνική και αντίστροφα)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 29.11.2022, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για άσυλο, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των
γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).
Ο Αιτητής κατάγεται από τη Γκάμπια, την οποία εγκατέλειψε και αφίχθηκε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών στις 23.08.2021, υποβάλλοντας στις 08.09.2021 αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 01.11.2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EUAA), o οποίος υπέβαλε στις 17.11.2022 Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου ενέκρινε στις 29.11.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 23.01.2023 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 19.01.2023.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, ο οποίος εμφανίζεται αυτοπροσώπως, στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας δεν παραθέτει έκθεση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπόθεσή του αλλά ούτε και εξειδικεύει οποιονδήποτε λόγο ακυρώσεως της επίδικης απόφασης. Καταγράφει δε, στο χειρόγραφα συμπληρωμένο Έντυπο αρ. 1[1], την ένστασή του εναντίον της προσβαλλόμενης απόφασης ισχυριζόμενος ότι στη χώρα του είχε δεχτεί απειλές από την οικογένειά του, επειδή εναντιώθηκε στην πραγματοποίηση της πρακτικής του FGM (Female Genital Mutilation) στις αδελφές του.
Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, ο Αιτητής επανέλαβε πως κινδύνευσε να αποκληρωθεί από τους γονείς του προκειμένου να βοηθήσει τις αδελφές του από το να υποβληθούν στην πρακτική του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων. Πρόσθεσε, πως είχε πολλές διενέξεις και πως δέχθηκε σοβαρές απειλές από τα ξαδέλφια του. Ισχυρίστηκε πως έφυγε από το σπίτι του επειδή φοβόταν για τη ζωή του. Δήλωσε πως παρόλο που η κυβέρνηση καταδικάζει το FGM, η φυλή του εξακολουθεί να ασκεί αυτή την πρακτική και πως η οικογένεια του θα σκότωνε όποιον εναντιωνόταν σε αυτή την πρακτική συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου. Συνέχισε πως έχει αντίγραφο της αναφοράς της αστυνομίας για να αποδείξει ότι αυτό το γεγονός συνέβη στο παρελθόν, το οποίο προσκόμισε. Δήλωσε πως θα ήθελε να μπορούσε να επιστρέψει στην χώρα του και να ζήσει ειρηνικά. Αιτείται από την κυβέρνηση να του παρέχει προστασία, και να του επιτρέψει να παραμείνει μέχρι να αντιληφθεί ποια είναι η μοίρα του. Καταλήγει στην αγόρευσή του, πως δεν έχει νέα της οικογένειας του από τότε που έφυγε από την χώρα και αυτό τον κάνει να υποφέρει. Προσκόμισε, ως αναφέρθηκε ανωτέρω, αντίγραφο με τίτλο “Extract of Police Report” (απόσπασμα αστυνομικής αναφοράς, ημερομηνίας 23.12.2019), από το αστυνομικό τμήμα «Office of the inspector General», The Gambia Police Force. Το εν λόγω έγγραφο αναφέρει πως στις 23 Οκτωβρίου 2019, o M. D. υπέβαλε αναφορά κατά των γονέων του (J.D. και J. S.), οι οποίοι επιζητούσαν να υποβάλλουν τις δύο κόρες τους στην πρακτική Α.Γ.Γ.Ο., και ως εκ τούτου συνελήφθησαν, ανακρίθηκαν και αργότερα φυλακίστηκαν. Περαιτέρω, το έγγραφο αναφέρει πως στις 07 Νοεμβρίου 2019, ο M. D. υπέβαλε αναφορά κατά ενός εκ των ξαδέλφων του, ο οποίος μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας του, λογοφέρανε λόγω της αναφοράς του στις αστυνομικές αρχές.
Οι Καθ' ων η αίτηση, με τη Γραπτή τους Αγόρευση, υποστηρίζουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και Κανονισμών, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, σύμφωνα με τις γενικές αρχές διοικητικού δικαίου και είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.
Κατά τις διευκρινήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου στις 13.03.2025, τέθηκαν στον Αιτητή ορισμένες επιπρόσθετες ερωτήσεις σχετικά με την ουσία του αιτήματος του. Σε ερώτηση του Δικαστηρίου κατά πόσο, πέραν των λεκτικών απειλών που φέρεται να δέχτηκε από συγγενικά του πρόσωπα, υπήρξε οποιαδήποτε φυσική επίθεση εναντίον του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, διευκρινίζοντας πως επρόκειτο για ένα μεμονωμένο περιστατικό. Πρόσθετα, σε ερώτηση σχετικά με το ενδεχόμενο εσωτερικής μετεγκατάστασης εντός της Γκάμπιας ή μετεγκατάστασης σε άλλη χώρα, ο Αιτητής απάντησε επίσης αρνητικά, υποστηρίζοντας ότι η Γκάμπια είναι μικρή σε πληθυσμό και έκταση και ότι του ήταν πιο εύκολο να μεταβεί στη Βόρεια Κύπρο για σπουδές, με τη στήριξη του θείου του.
Αξιολόγηση εκατέρωθεν ισχυρισμών και καταληκτικά συμπεράσματα
Ως έχω ήδη παρατηρήσει και ανωτέρω, κανένας συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης δεν προβάλλεται και κατά μείζονα λόγο δεν αιτιολογείται από τον Αιτητή στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας. Δεδομένου ωστόσο του γεγονότος ότι ο Αιτητής εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου προσωπικά, ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Διαδικαστικός Κανονισμός») τον απαλλάσσει από την υποχρέωση καθορισμού των νομικών σημείων, εφόσον δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο.
Ανάλογη όμως χαλάρωση, δεν προβλέπεται αναφορικά με την υποχρέωση για συμμόρφωση με την πρόνοια του Κανονισμού 4 του Διαδικαστικού Κανονισμού, ο οποίος διέπει τον καταρτισμό και καταχώριση της αίτησης ακυρώσεως, καθώς είναι ο Αιτητής που έχει ιδιάζουσα γνώση τόσο των γεγονότων της υπόθεσής του όσο και των λόγων για τους οποίους η προσβαλλόμενη πράξη ή απόφαση θίγει τα συμφέροντα του. Δεν θα ήταν άλλωστε παραδεκτό για το Δικαστήριο να παρέμβει στην ανίχνευση του παραπόνου του προσφεύγοντος, προσδιορίζοντας και το επίδικο θέμα της δίκης[2].
Ενόψει της μη συμπερίληψης οιουδήποτε νομικού ισχυρισμού, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της παρούσας αιτήσεως αφού η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατόπιν αίτησης η οποία υποβλήθηκε στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015[3] και συνεπώς το Δικαστήριο διατηρεί εξουσία να εξετάσει και επί της ορθότητας της, την προσβαλλόμενη απόφαση.
Στη βάση λοιπόν των ως άνω, έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιόν του Δικαστηρίου.
Παρατηρώ πως ο Αιτητής, στην υποβληθείσα αίτησή του για άσυλο και ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, κατέγραψε πως οι γονείς του επιχείρησαν να υποβάλουν τις δύο αδελφές του στη διαδικασία ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (Α.Γ.Γ.Ο) παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση έχει απαγορεύσει την πρακτική αυτή στη χώρα του. Ο ίδιος τους κατήγγειλε στις αρχές και ως αποτέλεσμα οι γονείς του συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν, χωρίς να τους δοθεί η δυνατότητα για μια δίκαιη δίκη. Ο ίδιος δέχθηκε απειλές κατά της ζωής του, ενώ ο μόνος που τον στήριξε ήταν ο θείος του, με τη βοήθεια του οποίου εγκατέλειψε τη χώρα και μετέβη στο TRNC (ως καταγράφει) για σπουδές. Όταν ο θείος του έχασε τη δουλειά του και δεν υπήρχε πλέον οικονομική δυνατότητα να συνεχίσει τις σπουδές του, αποφάσισε να εισέλθει στην Κύπρο προκειμένου να αιτηθεί διεθνούς προστασίας (βλ. ερ. 1 του δ.φ).
Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε ως τόπο καταγωγής του την πόλη Brikama (Περιφέρεια Kombo) και περιοχή συνήθους διαμονής του την πόλη Brufut. Δήλωσε Μουσουλμάνος στο θρήσκευμα, καθώς και ότι μιλάει την αγγλική γλώσσα και τη γλώσσα wolof. Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση, ανέφερε ότι η μητέρα του έχει αποβιώσει, ο πατέρας του ζει και διαμένει στην πόλη Brufut και πως έχει 8 αδέλφια εκ των οποίων 4 αγόρια και 4 κορίτσια. Όσον αφορά το μορφωτικό του επίπεδο, έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αναφορικά με την επαγγελματική του εμπειρία, εργάστηκε αρχικά σε μικρή αγορά (mini market), στη συνέχεια ως βοηθός διευθυντή και διανομέας, ακολούθως σε λογιστική εταιρεία και, τέλος, ως ιδιωτικός οδηγός.
Ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής επανέλαβε όσα κατέγραψε στην υποβληθείσα αίτησή του για άσυλο. Συγκεκριμένα υποστήριξε ότι οι δύο αδελφές του παραλίγο να είχαν υποστεί τον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων (Α.Γ.Γ.Ο.). Ανέφερε πως παρόλο που η κυβέρνηση έχει καταργήσει την πρακτική του ακρωτηριασμού, ορισμένες οικογένειες εξακολουθούν να την εφαρμόζουν. Μετά την αναφορά του Αιτητή στις αρχές, οι γονείς του συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν χωρίς να τους δοθεί η δυνατότητα δίκαιης δίκης. Ο ίδιος δέχθηκε απειλές από τα ξαδέλφια του, ενώ ο μόνος που τον στήριξε ήταν ο θείος του από την Αμερική. Αρχικά, σχεδίαζαν να ταξιδέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, όμως ο πιο άμεσος τρόπος διαφυγής ήταν μέσω των μη ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία περιοχών, με τη βοήθεια διακινητών. Τα ξαδέλφια του τον απειλούσαν ότι θα τον σκοτώσουν αν επιστρέψει ποτέ, και τελικά, με τη βοήθεια του αδελφού του και του θείου του, κατάφερε να εγκαταλείψει τη χώρα.
Εν συνεχεία, τέθηκαν στον Αιτητή διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με την απόφαση της οικογένειάς του να υποβάλει τις αδελφές του σε Α.Γ.Γ.Ο., το πώς πληροφορήθηκε ότι θα εκτίθεντο σε αυτή την πρακτική και τη συζήτηση που ακολούθησε με τον πατέρα του. Ειδικότερα, δήλωσε ότι ο πατέρας του, τού μετέφερε πως η οικογένειά του θα ήταν δυσαρεστημένη εάν δεν ακολουθούσαν την παράδοση και ότι όφειλαν να σεβαστούν τα έθιμα. Ο Αιτητής επεξήγησε ότι η δική του φυλή, η Mandinka, σέβεται σε μεγάλο βαθμό την πρακτική Α.Γ.Γ.Ο., επισημαίνοντας ότι κάθε φυλή στη Γκάμπια έχει τις δικές της παραδόσεις. Αναφορικά με τη φυλή του, δήλωσε ότι οι Mandinka αποτελούν τη μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα της χώρας, ότι εφαρμόζουν ευρέως την πρακτική Α.Γ.Γ.Ο. και ότι εντοπίζονται κυρίως στην περιοχή της Brikama, αλλά και σε ολόκληρη την επικράτεια της Γκάμπια.
Επιπλέον, ανέφερε ότι συζήτησε με τον θείο του, ο οποίος διαμένει στις Ηνωμένες Πολιτείες, και εκείνος τον συμβούλευσε να απευθυνθεί στις αστυνομικές αρχές και να καταγγείλει το σχετικό περιστατικό.
Περαιτέρω, όταν κλήθηκε να περιγράψει τι συνέβη στον αστυνομικό σταθμό το 2019 και αναφορικά με τη διαδικασία που ακολούθησε, ισχυρίστηκε ότι, κατόπιν της αναφοράς του, τρεις αστυνομικοί μετέβησαν στην οικία του, όπου συνέλαβαν τη μητριά και τον πατέρα του. Στη συνέχεια, φυλακίστηκαν χωρίς να τους παρασχεθεί η δυνατότητα δίκαιης δίκης και αποφυλακίστηκαν το 2020.
Αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε, επανέλαβε ότι ένας ξάδελφός του, ο οποίος «εκπροσωπούσε» και τα υπόλοιπα ξαδέλφια τους, μετέβη στην οικία του και άρχισε να του φωνάζει πως παραβίασε τις οικογενειακές παραδόσεις και να τον απειλεί λεκτικά. Ο Αιτητής δήλωσε επίσης ότι φοβήθηκε, καθώς η οικογένειά του είναι συντηρητική και δεν διστάζει να έρθει σε αντιπαράθεση με άτομα που αντιτίθενται στην πρακτική Α.Γ.Γ.Ο. Δήλωσε, ακόμη, πως εξακολούθησε να μένει στην ίδια περιοχή και πως άκουγε από τους φίλους και τις αδελφές του ότι μέλη της οικογένειας μετέβαιναν στην οικία του και τον αναζητούσαν (Ερ. 26 3χ του δ.φ.). Ωστόσο, δεν γνωρίζει επ’ ακριβώς ποιοι ακριβώς είναι δυσαρεστημένοι μαζί του. Επεξήγησε μόνο ότι έχει πολλά ξαδέλφια, εκ των οποίων πολλοί ζουν στην πόλη Tallindinj, άλλοι στη Brikama και άλλοι στο χωριό Kiang. Σε διευκρινιστική ερώτηση κατά πόσο μετά που εγκατέλειψε την οικία του συνέβη κάτι στον ίδιο (από την οικογένεια του) μέχρι να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, αποκρίθηκε αρνητικά, ισχυριζόμενος πως δεν είχε επαφές με την οικογένεια του, πως άλλαξε αριθμό τηλεφώνου και πως μιλούσε με τις αδελφές του μέσω των φίλων του (Ερ.24/2X του δ.φ.). Πρόσθεσε, πως αναζήτησε βοήθεια από τις αστυνομικές αρχές, οι οποίες δεν έκαναν τίποτα και συμπλήρωσε μάλιστα πως κάποιοι αστυνομικοί θεώρησαν ότι επρόκειτο για αβάσιμες απειλές και ότι δεν θα του συνέβαινε κάτι περαιτέρω (Ερ. 24 1χ του δ.φ.).
Ως προς τους γονείς του δήλωσε πως είναι καλά, ωστόσο δεν είναι χαρούμενοι μαζί του, πως ο πατέρας του τον αποκήρυξε από γιό του και πως δεν γνωρίζει κάτι για τα ξαδέλφια του (Ερ. 24 2χ του δ.φ.). Ως προς τους φόβους του σε περίπτωση επιστροφής του στη Γκάμπια, ο Αιτητής δήλωσε ότι στη χώρα σημειώνονται πολλές δολοφονίες και η κυβέρνηση είναι ανίκανη να παρέμβει. Φοβάται την οικογένειά του και πριν αναχωρήσει, είχε δεχθεί απειλές θανάτου.
Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση
Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο λειτουργός της EUAA (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός») κατέγραψε τρείς ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο μεν πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο δεύτερος αναφορικά με τον ισχυρισμό του ότι έχει καταγγείλει τους γονείς του στις αρχές για να τους εμποδίσει να υποβάλουν τις δύο αδερφές του σε ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων (εφεξής Α.Γ.Γ.Ο.) κατά τη διάρκεια του 2019 και ο τρίτος περί του ότι απειλήθηκε από τους εξαδέλφους του κατά τη διάρκεια του 2019. Κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, ο Λειτουργός έκανε αποδεκτούς τον πρώτο και τον δεύτερο ισχυρισμό, ενώ ο τρίτος απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος. Τα όσα καταγράφηκαν σε σχέση με τον τρίτο ισχυρισμό εντοπίζονται στα ερυθρά 78-77 του δ.φ. Επισημαίνω εν συντομία, ότι οι δηλώσεις του Αιτητή χαρακτηρίστηκαν από έλλειψη επαρκών πληροφοριών, γενικότητα και ασάφεια. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση:
· να περιγράψει με επαρκείς πληροφορίες με ποιο τρόπο απειλήθηκε από τα μέλη της οικογένειας του. Ενώ αρχικά, ο Αιτητής αναφέρθηκε στην αντιπαράθεση που είχε με έναν από τους ξαδέλφους του, ωστόσο δεν κατάφερε να περιγράψει το εν λόγω περιστατικό με συγκεκριμένες λεπτομέρειες. Στη συνέχεια, κληθείς να περιγράψει εκ νέου το υπό κρίση περιστατικό, απάντησε με τον ίδιο γενικόλογο τρόπο πως ο ξάδελφός του, του φώναξε πως «δεν έπρεπε να το κάνει αυτό», και μεσολάβησε μια λεκτική διαμάχη. Παρόλο που ο Αιτητής ήταν σε θέση να παραθέσει το χρονικό πλαίσιο που έλαβε χώρα το άνω περιστατικό, ωστόσο δεν μπόρεσε να αναφερθεί με λεπτομέρειες στην αντίδραση του.
· να παραθέσει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τις επισκέψεις των ξαδέλφων του στην πατρική του οικία και για το τι συνέβη. Ο Αιτητής ανέφερε γενικόλογα πως κάποιοι φίλοι του ενημέρωσαν την αδελφή του πως τα ξαδέλφια του πήγαν στο σπίτι και τον αναζητούσαν.
· να προσδιορίσει ποιος τον έψαχνε καθώς και να σκιαγραφήσει με συγκεκριμένες πληροφορίες, ποιο ήταν το προφίλ των ξαδέλφων του.
· δεν ήταν σε θέση να παραθέσει συγκεκριμένες πληροφορίες, ενώ κρίθηκαν ως γενικόλογες οι δηλώσεις του σχετικά με το τι συνέβη στο αστυνομικό τμήμα όπου μετέβη για αναζήτηση βοήθειας μετά τις απειλές.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, ο Λειτουργός δεν εντόπισε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές σχετικά με την ύπαρξη οικογενειακής βεντέτας στη Γκάμπια. Ωστόσο, παρατίθενται στοιχεία από εξωτερικές πηγές, τα οποία καταδεικνύουν ότι η οικογένεια διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων που αφορούν τις πρακτικές Α.Γ.Γ.Ο. στη χώρα.
Στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου, στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή, διαπιστώθηκε πως, βάσει των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην χώρα καταγωγής και περιοχή συνήθους διαμονής του στη πόλη Brufut – διαπιστώνεται μεν πως η πολιτική κατάσταση είναι ασταθής - ωστόσο δεν υφίσταται οποιαδήποτε μορφή δίωξης ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης του σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του. Με βάση τον δεύτερο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν πως οι γονείς του Αιτητή έχουν αποφυλακιστεί το 2020 και παρόλο που ο Αιτητής ανέφερε ότι οι γονείς του δεν είναι ευχαριστημένοι μαζί του, ωστόσο δεν ανέφερε καμία απειλή προς το πρόσωπό του από την άμεση οικογένειά του. Ως εκ τούτου, δεν προκύπτει καμία ένδειξη ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει προβλήματα στο μέλλον από τους γονείς του, επειδή είχαν φυλακιστεί στο παρελθόν.
Προχωρώντας, τέλος, στη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση διαπιστώνουν ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του στο άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.
Καταληκτικά, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951.
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν, τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση του Λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου και του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού τους οποίους και αποδέχομαι καθώς οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς, δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις του επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο Λειτουργός.
Ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό περί των ισχυριζόμενων απειλών του Αιτητή από τα ξαδέλφια του, συντάσσομαι με τα ευρήματα αναξιοπιστίας ως αυτά εντοπίστηκαν από τους Καθ' ων η αίτηση, επισημαίνοντας περαιτέρω τα κάτωθι:
Πράγματι, οι δηλώσεις του Αιτητή χαρακτηρίζονται από γενικότητα και ασάφεια, καθώς δεν προσκόμισε επαρκείς πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο απειλήθηκε, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με σαφήνεια τις επισκέψεις που, όπως ισχυρίζεται, δέχθηκε στην πατρική οικία από τα ξαδέλφια του, ούτε μπόρεσε να προσδιορίσει ποιοι ακριβώς τον αναζητούσαν και με ποιο προφίλ. Αρκέστηκε δε σε αναφορές τρίτων, υποστηρίζοντας ότι πληροφορήθηκε τα γεγονότα μέσω φίλων και της αδελφής του, χωρίς να είναι αυτόπτης μάρτυρας συγκεκριμένων περιστατικών. Παράλληλα, οι δηλώσεις του ως προς την αναζήτηση βοήθειας από την αστυνομία παραμένουν γενικόλογες, χωρίς καμία αναφορά σε συγκεκριμένες ενέργειες ή σε επίσημα έγγραφα που να αποδεικνύουν την καταγγελία του.
Πέραν των κενών που εντόπισε ο Λειτουργός, η αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού υπονομεύεται και από πρόσθετα στοιχεία. Καταρχάς, ο Αιτητής εμφανίζει ασυνέπεια στην αφήγησή του, καθώς σε ορισμένα σημεία περιορίζεται να αναφέρει ότι ένας μόνον ξάδελφος τον απείλησε, ενώ σε άλλα επικαλείται γενικώς ότι πολλά ξαδέλφια του στράφηκαν εναντίον του. Η μετατόπιση αυτή από συγκεκριμένο πρόσωπο σε αόριστο αριθμό απειλούντων αποδυναμώνει την πειστικότητα των ισχυρισμών του. Επίσης, διαπιστώνεται αντίφαση ανάμεσα στη σοβαρότητα των απειλών που επικαλείται και στον τρόπο που συνέχισε να ζει. Ο ίδιος παραδέχθηκε ότι εξακολούθησε να διαμένει στην ίδια περιοχή, χωρίς να μεταβάλει ουσιωδώς τον τρόπο ζωής του, χωρίς να δεχθεί κάποια φυσική επίθεση και χωρίς να προβεί σε δραστικά μέτρα αυτοπροστασίας. Η συμπεριφορά αυτή δεν συνάδει με έναν άνθρωπο που, όπως ισχυρίζεται, τελούσε υπό διαρκή και σοβαρή απειλή για τη ζωή του.
Επιπλέον, οι αναφορές του Αιτητή για την αντιμετώπιση που έτυχε από τις αρχές είναι εσωτερικά αντιφατικές. Ενώ στην περίπτωση της καταγγελίας εναντίον των γονέων του οι αστυνομικές αρχές κινήθηκαν αμέσως, προχώρησαν σε συλλήψεις και οδήγησαν σε φυλάκιση, στην περίπτωση των φερόμενων απειλών από τα ξαδέλφια του οι ίδιες αρχές φέρονται να αδιαφόρησαν πλήρως. Ο Αιτητής δεν προσκόμισε καμία εξήγηση για αυτήν τη διάσταση στη στάση των αρχών, ούτε κατόρθωσε να περιγράψει με σαφήνεια τι ακριβώς συνέβη όταν απευθύνθηκε στην αστυνομία. Η αντίφαση αυτή υπονομεύει περαιτέρω την αξιοπιστία του.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι, ενώ ο Αιτητής ισχυρίζεται πως τα ξαδέλφια του τον απειλούσαν εκ μέρους ολόκληρης της οικογένειας, την ίδια στιγμή δηλώνει ότι δεν γνωρίζει ποιοι ακριβώς ήταν δυσαρεστημένοι μαζί του. Η αδυναμία του να αναγνωρίσει συγκεκριμένους δράστες, σε συνδυασμό με την έλλειψη λεπτομερειών ως προς τον αριθμό τους, τον τόπο διαμονής τους ή τη φύση των απειλών, καθιστά το αφήγημα ασαφές και αντιφατικό. Τέλος, παρατηρείται χρονική αναντιστοιχία, καθώς ενώ τοποθετεί την έναρξη των απειλών στο 2019, δεν μπόρεσε να συνδέσει το γεγονός με συγκεκριμένα επεισόδια ή νέες ενέργειες εκ μέρους των υποτιθέμενων δραστών, πέραν της αρχικής λεκτικής αντιπαράθεσης. Το γεγονός ότι παρέμεινε στη χώρα για κάποιο διάστημα χωρίς περιστατικά βίας προς το πρόσωπό του, ενισχύει την κρίση περί έλλειψης πραγματικού και διαρκούς κινδύνου.
Τα ανωτέρω στοιχεία κλονίζουν περαιτέρω την ήδη πληγείσα, ως αναλύθηκε, εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή περί ισχυριζόμενων απειλών από τα ξαδέλφια του.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του επίδικου ισχυρισμού του Αιτητή και επιπροσθέτως, των όσων έχουν παρατεθεί από τους Καθ' ων η αίτηση, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την πρακτική του Α.Γ.Γ.Ο. (επικράτηση στην χώρα καταγωγής) και την πρόσβαση σε κρατική προστασία από τις οποίες ανευρέθηκαν τα εξής:
Σχετικά με την πρακτική Α.Γ.Γ.Ο εντοπίζονται τα κάτωθι:
· Ο ακρωτηριασμός/κόψιμο των γυναικείων γεννητικών οργάνων (FGM/C) έχει απαγορευτεί στη Γκάμπια από τον Δεκέμβριο του 2015. Σύμφωνα με το άρθρο 32 Α (2) της πράξης (Women’s (Amendment) Act)[4]: «όποιο άτομο προβεί σε γυναικείο ακρωτηριασμό τιμωρείται: (α) με φυλάκιση έως και τρία έτη και/ή με πρόστιμο 50.000 dalasi, και (β) εάν o ακρωτηριασμός έχει ως αποτέλεσμα το θάνατο, με ισόβια κάθειρξη. Σύμφωνα με το άρθρο 32 Β της πράξης (Women’s (Amendment) Act)[5]: (1) «Οποιοδήποτε άτομο, προχωρήσει στην πρακτική, την ζητήσει, την υποκινήσει, την προωθήσει ή παρέχει εργαλεία για την πραγματοποίησή της, τιμωρείται με φυλάκιση έως και τρία έτη και/ή με πρόστιμο 50.000 dalasi», και (2) «Όποιος γνωρίζει ότι επρόκειτο να πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιήθηκε ακρωτηριασμός και αποτυγχάνει, χωρίς καλό σκοπό, να προειδοποιήσει ή να το αναφέρει στις αρμόδιες αρχές, υποχρεούται να πληρώσει πρόστιμο 10.000 dalasi».
· Σχετικά με τα είδη της εν λόγω πρακτικής και σύμφωνα με πληροφορίες του WHO, υπάρχουν τέσσερα (4) είδη Α.Γ.Γ.Ο. που κλιμακώνονται από κακοποιητικές επεμβάσεις (π.χ. piercing) μέχρι ολική αφαίρεση των εξωτερικών γυναικείων γεννητικών οργάνων.[6] Μια ολική αφαίρεση, προφανώς θα απέκλειε περαιτέρω ακρωτηριασμό, ωστόσο αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι τα κορίτσια μπορούν να υποβληθούν επανειλημμένα στην πρακτική Α.Γ.Γ.Ο. όταν τα μέλη της οικογένειας ή της κοινότητάς τους δεν είναι ικανοποιημένα με τα αποτελέσματα προηγούμενων διαδικασιών.[7]
Όσον αφορά στο αν όντως ακολουθείται η πρακτική του Α.Γ.Γ.Ο. στην Γκάμπια και ιδιαίτερα ανάμεσα στις Mandinka γυναίκες, διεθνείς πηγές επιβεβαιώνουν τα εξής:
· Σύμφωνα με τα στατικά σχετικά με FGM στη Γκάμπια, που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο στην υπόθεση K and others (FGM) Gambia CG [2013] UKUT 62 (IAC) αναφορικά με τη φυλή Mandinka:
Ethnic group |
Prevalence of FGM/C |
Mandinka |
May be as high as 80-100% |
Fula (Overall) |
30% |
Hobobehs (sub group of Fula) |
0% |
Jama (sub group of Fula) |
0% |
Toranks, Peuls, Futas, Tukuleurs, Jawarinkas, Lorbehs, Ngalunkas and Daliankos (sub groups of Fula) |
Practise but % unknown |
· Έτερη πηγή ωστόσο αναφέρει: «Έτσι στην πρώτη έρευνα «98% των Mandinkas, 32% Fulas και 4% Wollofs είχαν σημάδια κοπής των γεννητικών οργάνων» ενώ στις τελευταίες έρευνες η πρακτική εκτιμήθηκε «μεταξύ των Sarahules και Mandinkas στο 100%, σχετικά μειούμενη μεταξύ των Jola ( 96%), Φούλας (84%), Σερέ (64%) και Γούλοφς (20%). Η εξάσκηση μεταξύ των δευτερευόντων εθνοτικών ομάδων (Aku Marabout, Tilibonka ad Karonika) εκτιμάται επίσης στο 100%.»[8]
· Σε σχέση δε με την Νομοθεσία στην χώρα καταγωγής του Αιτητή παρόλο που δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη στο Σύνταγμά της, η Γκάμπια υιοθέτησε Νόμο εναντίον του Α.Γ.Γ.Ο. το 2015 τον Women's Amendment Act.[9]
· Έτερη πηγή αναφέρει: «Στη Μπουρκίνα Φάσο, τη Γκάμπια, τη Γουινέα, τη Μαυριτανία και τη Νιγηρία, ο Α.Γ.Γ.Ο. τιμωρείται επίσης με πρόστιμα, που κυμαίνονται από 200 έως σχεδόν 1500 δολάρια ΗΠΑ. [.] Στην Γκάμπια η ποινή είναι 3 χρόνια φυλάκιση ή/και πρόστιμο 50.000 Dalasis, και σε περίπτωση θανάτου ως αποτέλεσμα η ποινή είναι ισόβια κάθειρξη.[10]
· Έκθεση του US DOS, η οποία καλύπτει το έτος 2023, επιβεβαιώνει πως η Νομοθεσία απαγορεύει τον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων σε κορίτσια και γυναίκες. Συνεχίζει πως επιζήσασες και μάρτυρες σπάνια ανέφεραν τα περιστατικά, καθώς ένιωθαν άβολα να εμπλέξουν μέλη της οικογένειας ή της κοινότητας. Σύμφωνα με έκθεση της UNFPA, την οποία επικαλείται η ανωτέρω πηγή, αναφέρεται πως το 75% των κοριτσιών και γυναικών ηλικίας 15 έως 49 ετών είχαν υποστεί κάποια μορφή Α.Γ.Γ.Ο. μέχρι το 2020. Επίσης, η έκθεση αναφέρει πως «τον Αύγουστο, οι αρχές άσκησαν δίωξη σε τρεις γυναίκες για ακρωτηριασμό των γεννητικών οργάνων σε μικρά κορίτσια ηλικίας από τεσσάρων μηνών έως ενός έτους. Το δικαστήριο επέβαλε πρόστιμο 15.000 dalasi (247 δολάρια) στις γυναίκες. Ένας εξέχων ισλαμικός θρησκευτικός ηγέτης πλήρωσε τα πρόστιμα εκ μέρους τους, ισχυριζόμενος ότι η μάχη κατά του Α.Γ.Γ.Ο. (FGM/C) ήταν ενάντια στο Ισλάμ και ότι θα συνέχιζε να υπερασπίζεται την πρακτική».
· Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας αναφέρει πως το Κοινοβούλιο διατήρησε την απαγόρευση της πρακτικής Α.Γ.Γ.Ο, παρά την προσπάθεια να ανατραπεί με νομοσχέδιο που κατατέθηκε τον Μάρτιο του 2024.[11] Το νομοσχέδιο κατατέθηκε στις 04.03.2024 από τον ανεξάρτητο βουλευτή Almameh Gibba, ύστερα από πιέσεις συντηρητικών θρησκευτικών κύκλων. Ο Gibba αιτιολόγησε την πρότασή του επικαλούμενος την ανάγκη διατήρησης της θρησκευτικής καθαρότητας και την υπεράσπιση των παραδοσιακών προτύπων και αξιών.[12] Ωστόσο αυτή η πρακτική εξακολουθεί να επικρατεί στην χώρα. Ανησυχία εκφράζει και η Επιτροπή για την εξάλειψη των διακρίσεων κατά των γυναικών σχετικά με το γεγονός ότι, παρά την ποινικοποίηση της πρακτικής Α.Γ.Γ.Ο., αυτή παρέμεινε διαδεδομένη στην χώρα.[13]
· Κατά την εκπρόσωπο της UNICEF στην Γκάμπια, τα τελευταία έτη μειώθηκε ελαφρώς η πρακτική (A.Γ.Γ.Ο.) και παρατηρήθηκε κάποια πρόοδος στον νεότερο πληθυσμό, από 56 τοις εκατό το 2010 σε 50 τοις εκατό το 2018 μεταξύ των κοριτσιών από 0 έως 14 ετών και από 38 τοις εκατό το 2010 σε 27 τοις εκατό το 2018 μεταξύ των κοριτσιών 0 έως 4 ετών.[14] Ως αναφέρει η ανωτέρω πηγή η κοινή γνώμη στην χώρα είναι διχασμένη, με ορισμένους να υποστηρίζουν την άρση της απαγόρευσης για πολιτιστικούς ή θρησκευτικούς λόγους, ενώ άλλοι αντιτίθενται σε αυτή λόγω των κινδύνων για την υγεία και των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[15]
· Δεν εντοπίστηκαν πληροφορίες σε σχέση με τις κοινωνικές συνέπειες σε όσους αντιτίθενται στην πρακτική, καθότι επρόκειτο για μια πρακτική που παρόλο που απαγορεύεται είναι βαθιά ριζωμένη στην κοινωνία της χώρας.
Αναφορικά με την πρόσβαση σε κρατική προστασία (αστυνομία, δικαστικό σύστημα), το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα μέσω εξωτερικών πηγών, εξετάζοντας τη λειτουργία των αστυνομικών αρχών, του δικαστικού συστήματος, του νομοθετικού πλαισίου, καθώς και την κατάσταση στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:
· Σύμφωνα με έκθεση του Bertelsmann Stiftung[16] για την χώρα αναφέρεται πως «η πρόσβαση στη δικαιοσύνη και η ισότητα ενώπιον του νόμου παραμένουν άνισα κατανεμημένες παρότι κατοχυρώνονται νομικά. Οι επικριτές έχουν ισχυριστεί ότι υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στην de facto πρόσβαση στη δικαιοσύνη, κυρίως για τις γυναίκες, τους φτωχούς και τις θρησκευτικές μειονότητες. Οι βαθύτεροι λόγοι για την έλλειψη πρόσβασης ποικίλλουν. Ένας λόγος είναι το κόστος της νομικής εκπροσώπησης, η ανεπαρκής μετάφραση και η άνιση εφαρμογή του κρατικού νομικού συστήματος στις αγροτικές περιοχές. Ο Ισλαμικός Νόμος καθοδηγεί τους μουσουλμάνους σε προσωπικά ζητήματα όπως ο γάμος, το διαζύγιο και την κληρονομία. Ο Ισλαμικός Νόμος δεν εφαρμόζεται σε ποινικές υποθέσεις»[17].
· Σύμφωνα με έκθεση της Freedom House[18], η κυβέρνηση του Barrow έλαβε μέτρα για την βελτίωση του δικαστικού συστήματος, το οποίο στιγματίστηκε από διαφθορά και αναποτελεσματικότητα. Επίσης, αναφέρεται πως η κυβέρνηση πήρε λίγες πρωτοβουλίες για να μειώσει την διαφθορά, η οποία αποτελεί σοβαρό πρόβλημα. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται και σε έκθεση της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τις εξαναγκαστικές εξαφανίσεις, στην οποία αναφέρεται πως από το 2017, η δικαιοσύνη στην Γκάμπια άρχισε να ανακτά την ανεξαρτησία της, μετά από χρόνια πολιτικών παρεμβάσεων υπό το προηγούμενο καθεστώς του Jammeh.[19]
· Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της αστυνομίας της χώρας αναφέρεται πως «η Αστυνομική Δύναμη της Γκάμπια (GPF) είναι κυρίως υπεύθυνη για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας.[20] Αποτελείται από διάφορα εξειδικευμένα τμήματα και οι αρμοδιότητές της περιλαμβάνουν: προστασία ζωής και περιουσίας, πρόληψη και εξιχνίαση εγκλημάτων, σύλληψη παραβατών και εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας»[21]
· Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του UNDP[22] (United Nations Development Programme), από την επιστροφή της στη Δημοκρατική διακυβέρνηση το 2017, η Γκάμπια έχει σημειώσει πρόοδο στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της εδραίωσης του κράτους δικαίου. Σύμφωνα με έρευνα του UNDP, περίπου 80% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι έχει εμπιστοσύνη στην αστυνομία, ενώ ποσοστό άνω του 80% ανέφερε επίγνωση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[23] Η ανωτέρω πηγή συνεχίζει πως παρά τις θετικές ενδείξεις εμπιστοσύνης στους θεσμούς, η αστυνομική δύναμη της Γκάμπια αντιμετωπίζει προκλήσεις ως προς την συνεχή παρουσία της στις τοπικές κοινότητες, κυρίως λόγω των περιορισμένων οικονομικών και υλικοτεχνικών πόρων. Περαιτέρω, έκθεση του USDOS αναφέρει πως η κυβέρνηση έλαβε επαρκή μέτρα για να εντοπίσει και να τιμωρήσει αξιωματούχους που μπορεί να έχουν διαπράξει παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[24] Τέλος, τα αποτελέσματα έρευνας που αξιολόγησε τη συμβολή της Αστυνομικής Δύναμης της Γκάμπια (GPF) στην πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος στην Greater Area Banjul (GBA) κατά την περίοδο 2016–2019, έδειξαν θετική επίδραση της αστυνομίας, η οποία αποδόθηκε σε σχετικά δομημένες μεθόδους διαχείρισης του εγκλήματος. Παρά τις προόδους εντοπίστηκαν προκλήσεις σε υλικοτεχνική υποστήριξη και συνεργασία με τους πολίτες για πρόληψη του εγκλήματος.[25]
Έχοντας υπόψιν όλα τα ανωτέρω, το Δικαστήριο σημειώνει πως από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκύπτει ότι η πρακτική του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (Α.Γ.Γ.Ο.) παραμένει διαδεδομένη στη Γκάμπια, ιδίως μεταξύ της φυλής Mandinka στην οποία ανήκει ο Αιτητής, παρά το γεγονός ότι απαγορεύτηκε νομοθετικά από το 2015 και προβλέπονται αυστηρές ποινικές κυρώσεις. Επιβεβαιώνεται συνεπώς ότι το υπόβαθρο των ισχυρισμών του ως προς την απόπειρα των γονέων του να υποβάλουν τις αδελφές του σε Α.Γ.Γ.Ο. εναρμονίζεται με τις γενικότερες κοινωνικές πρακτικές και συνθήκες στη χώρα καταγωγής του. Ωστόσο, σε σχέση με το σκέλος των απειλών που επικαλείται, οι εξωτερικές πηγές δεν παρέχουν σαφή τεκμηρίωση περί ύπαρξης συστηματικών κοινωνικών αντιποίνων ή οργανωμένων πρακτικών εναντίον όσων αντιτίθενται στο Α.Γ.Γ.Ο., πέραν της κοινωνικής πίεσης που ενδέχεται να υφίστανται. Αντιθέτως, οι ίδιες πηγές καταδεικνύουν ότι το κράτος έχει λάβει μέτρα για την καταπολέμηση της πρακτικής, ότι υφίσταται επίσημο νομοθετικό πλαίσιο και ότι η αστυνομία και το δικαστικό σύστημα παρουσιάζουν βελτιωμένη λειτουργικότητα και δυνατότητα επέμβασης, έστω και με περιορισμούς. Υπό τα δεδομένα αυτά, ο ισχυρισμός του Αιτητή περί σοβαρών και διαρκών απειλών από μέλη της οικογένειάς του, χωρίς δυνατότητα κρατικής προστασίας, δεν βρίσκει έρεισμα στις εξωτερικές πηγές και καθίσταται αδύναμος. Εν ολίγοις, αν και η γενική αναφορά του στο κοινωνικό φαινόμενο του Α.Γ.Γ.Ο. ανταποκρίνεται σε αντικειμενικά δεδομένα, η επίκληση συγκεκριμένων απειλών κατά της ζωής του λόγω της καταγγελίας του, καθώς και η αναποτελεσματικότητα των αρχών να του παράσχουν προστασία, δεν επιβεβαιώνονται από τις διαθέσιμες εξωτερικές πηγές. Ως εκ τούτου ο ανωτέρω ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται ως εσωτερικά και ως εξωτερικά αναξιόπιστος.
Υπό το φως των προλεχθέντων και των ισχυρισμών του Αιτητή που έχουν γίνει αποδεκτοί από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Γκάμπια, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με τον δεύτερο ισχυρισμός του Αιτητή, που έγινε αποδεκτός, ήτοι την καταγγελία του Αιτητή κατά των γονέων του το 2019 προκειμένου να αποτραπεί ο ακρωτηριασμός των αδελφών του, από τις δηλώσεις του Αιτητή προκύπτει ότι οι γονείς του πράγματι συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν, όμως αποφυλακίστηκαν το 2020. Ο ίδιος κατέθεσε ότι σήμερα είναι καλά στην υγεία τους, χωρίς να αναφέρει οποιοδήποτε περιστατικό μεταγενέστερης απειλής εναντίον του από αυτούς. Αντίθετα, περιορίστηκε να δηλώσει ότι ο πατέρας του τον έχει αποκηρύξει, γεγονός που συνιστά οικογενειακή ρήξη αλλά όχι μορφή δίωξης. Επιπλέον, από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που εξετάστηκαν δεν προκύπτει ότι άτομα που καταγγέλλουν συγγενείς για Α.Γ.Γ.Ο. αντιμετωπίζουν μελλοντικά δίωξη από τις αρχές ή ότι είναι αντικείμενο οργανωμένης στοχοποίησης. Συνεπώς, δεν υφίστανται ενδείξεις ότι η αποφυλάκιση των γονέων του συνδέεται με κίνδυνο αντιποίνων κατά του Αιτητή.
Κατά συνέπεια, το συμπέρασμα των Καθ’ ων ότι ο Αιτητής δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει προβλήματα στο μέλλον από τους γονείς του εξαιτίας της προηγούμενης φυλάκισής τους είναι ορθό, καθώς ούτε από τα προσωπικά του λεγόμενα ούτε από τις εξωτερικές πηγές τεκμηριώνεται πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης από την πλευρά τους.
Ακολούθως, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν επιβεβαιώθηκε ότι συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου. Επί του ανωτέρω, έχοντας ήδη επισημάνει τις πλημμέλειες κατά την εξέταση από τους Καθ 'ων η αίτηση του ενδεχομένου παραχώρησης στον Αιτητή συμπληρωματικής προστασίας, το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε αξιολόγηση του κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία, ήτοι το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου το οποίο διαλαμβάνει ότι [έμφαση του παρόντος Δικαστηρίου]:
«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»
Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν επικαλείται ειδικώς, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής[26] δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ. άρθρο 19(2)(α) και (β)].
Απομένει συνεπώς η εξέταση των προϋποθέσεων που θέτει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2). Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του C901/19, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland ημερ. 10.06.2021[27] ότι αυτοί είναι:
«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.»
(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του στην υπόθεση Sufi and Elmi κατά Ηνωμ. Βασιλείου, ημερ. 28.11.2011[28] αξιολόγησε, κατά τρόπο μη εξαντλητικό, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Όπως επίσης διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[29] (έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ, της οδηγίας.
36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».
37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.
39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, προχώρησα σε σχετική έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Γκάμπια και ειδικότερα στην περιοχή Brufut, όπως προκύπτει από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές, από τις οποίες παρατηρώ τα ακόλουθα:
· H Γκάμπια ή μέρος της δεν έχει χαρακτηριστεί, αυτή την στιγμή, ως τόπος που λαμβάνει χώρα «εσωτερική ή διεθνής ένοπλη σύρραξη» (non-international / international armed conflict) σύμφωνα με πληροφορίες από το «Rule of Law in Armed Conflicts (RULAC)»[30] (μια πρωτοβουλία της «Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights» για τον προσδιορισμό και την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων).
· Η Έκθεση του USDOS αναφέρει ότι «η Γκάμπια είναι μια πολυκομματική δημοκρατία με εκλεγμένο πρόεδρο. Διεθνείς και εγχώριοι παρατηρητές περιέγραψαν τις προεδρικές εκλογές του Δεκεμβρίου 2021 και τις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου ως ελεύθερες, δίκαιες, διαφανείς και ειρηνικές, παρά τα εκτεταμένα αλλά δευτερεύοντα διοικητικά προβλήματα. Οι πολιτικές αρχές διατήρησαν αποτελεσματικό έλεγχο επί των δυνάμεων ασφαλείας».[31]
· Μια από τις σημαντικές εξελίξεις (δημοκρατικά κέρδη) στην χώρα θεωρείται η μετάβαση από την αυταρχική διακυβέρνηση του Yahya Jammeh, η οποία έληξε στις αρχές του 2017, προς τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση του Adama Barrow (ο οποίος επανεκλέχθηκε το 2021).[32]
· Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας αναφέρει σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα πως «τα δικαιώματα στην ελευθερία της έκφρασης και του συνέρχεσθαι εξακολούθησαν να περιορίζονται αυστηρά. Περισσότερο από το ένα τέταρτο του πληθυσμού βίωσε επισιτιστική ανασφάλεια. Σημειώθηκε, ωστόσο, πρόοδος όσον αφορά την απόδοση ευθυνών για εγκλήματα που διαπράχθηκαν υπό τον πρώην πρόεδρο Yahya Jammeh».[33]
· Περαιτέρω, σύμφωνα με πρόσφατα αριθμητικά δεδομένα από την βάση δεδομένων ACLED κατά το τελευταίο έτος, εντοπίζεται πως σε ολόκληρη τη χώρα Γκάμπια καταγράφηκε μόνο 1 περιστατικό ασφαλείας -πολιτικής βίας, ενώ στην πόλη Brufut, δεν καταγράφηκε κανένα περιστατικό ασφαλείας.[34]
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα, δεν διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης τόσο στην χώρα καταγωγής του Αιτητή όσο και στην περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του, ήτοι την πόλη Brufut, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου, πρόσθετα και συμπληρωματικά των ανωτέρω, ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Γκάμπια), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το πρόσφατο Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών[35] ημερομηνίας 30.05.2025 (Κ.Δ.Π. 145/2025), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, άγαμος, άτεκνος, ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου, με στενό οικογενειακό περιβάλλον στον τόπο καταγωγής του (πατέρας, αδέλφια, θείους, θείες) και ικανός προς εργασία. Επισημαίνω τέλος, ότι δεν έχουν εγερθεί ή/και αναδειχθεί ατομικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία του Αιτητή που να υποδηλώνουν και να δεικνύουν ειδικώς ότι θα τεθεί σε κατάσταση που αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής βλάβης και δυνατόν να μπορούσε να αντισταθμίσει το επίπεδο αδιάκριτης βίας βάσει της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Ενόψει των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €500 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Προβλεπόμενος τύπος στους περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς του 2019 (3/2019).
[3] Άρθ. 11(3)(β)(α) του Νόμου 73(I)/2018
[4] Satang Nabaneh, “Banning female circumcision in The Gambia through legislative change: The next steps”, AfricLaw, 19 Ιανουαρίου 2016. Διαθέσιμο στο σύνδεσμο: https://africlaw.com/2016/01/19/banning-female-circumcision-in-the-gambia-through-legislative-change-the-next-steps/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[5] Satang Nabaneh, “Banning female circumcision in The Gambia through legislative change: The next steps”, AfricLaw, 19 Ιανουαρίου 2016. Διαθέσιμο στο σύνδεσμο: https://africlaw.com/2016/01/19/banning-female-circumcision-in-the-gambia-through-legislative-change-the-next-steps/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[6] Βλέπε σχετική σελίδα διαθέσιμη σε: https://www.who.int/news-room/fact-sheets/detail/female-genital-mutilation, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[7] Female genital mutilation (FGM) frequently asked questions, Updated February 2022, διαθέσιμο σε https://www.unfpa.org/resources/female-genital-mutilation-fgm-frequently-asked-questions (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[8] http://www.bailii.org/uk/cases/UKUT/IAC/2013/00062_ukut_iac_k_ors_gambia_cg.html, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[9] (UN Population Fund (UNFPA), Analysis of Legal Frameworks on Female Genital Mutilation in Selected Countries in West Africa, January 2018, σελ. 30, διαθέσιμο σε: https://www.refworld.org/docid/5a83117c4.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[10] (UN Population Fund (UNFPA), Analysis of Legal Frameworks on Female Genital Mutilation in Selected Countries in West Africa, January 2018, σελ. 40, 41 διαθέσιμο σε: https://www.refworld.org/docid/5a83117c4.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[11] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Gambia 2024, 29 April 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2124721.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[12] BAMF - Federal Office for Migration and Refugees (Germany): Briefing Notes (KW30/2024), 22 July 2024, https://www.bamf.de/SharedDocs/Anlagen/EN/Behoerde/Informationszentrum/BriefingNotes/2024/briefingnotes-kw30-2024.pdf?__blob=publicationFile&v=3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[13] HRC - UN Human Rights Council (formerly UN Commission on Human Rights): Gambia; Compilation of information prepared by the Office of the United Nations High Commissioner for Human Rights [A/HRC/WG.6/48/GMB/2], 8 November 2024, https://docs.un.org/en/A/HRC/WG.6/48/GMB/2 , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025), σελ..8
[14]UNICEF USA, Sara Ferguson, Keeping Girls in The Gambia Safe From FGM, 09/05/2024, https://www.unicefusa.org/stories/keeping-girls-gambia-safe-fgm (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[15] UNICEF USA, Sara Ferguson, Keeping Girls in The Gambia Safe From FGM, 09/05/2024, https://www.unicefusa.org/stories/keeping-girls-gambia-safe-fgm (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[16] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Gambia, 19 March 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105863/country_report_2024_GMB.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[17] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Gambia, 19 March 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105863/country_report_2024_GMB.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[18] Freedom House: Freedom in the World 2022 - Gambia, 24 February 2022
https://www.ecoi.net/en/document/2068829.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[19] NHRC - National Human Rights Commission of the Gambia, published by CED: Stakeholder Report to the Committee on Enforced Disappearances in Consideration of the List of Issues Relating to the Report Submitted by the Gambia under Article 29 (1) of the Convention for the Protection of All Persons from Enforced Disappearance, January 2025
https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/TreatyBodyExternal/DownloadDraft.aspx?key=VecPw+LO5mSYJWyePqP05SZEDIxByZ45j6uWCT7PUkXceX0wiun2FkD2pgVj7uAX (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21.5.2025)
[20] Office of National Security, The Gambia Police Force, https://ons.gov.gm/gambiapoliceforce/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[21] Office of National Security, The Gambia Police Force, https://ons.gov.gm/gambiapoliceforce/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[22] UNDP, Africa, The Gambia, 2022, https://rolhr.undp.org/annualreport/2022/impact/africa/the-gambia.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[23] UNDP, Africa, The Gambia, 2022, https://rolhr.undp.org/annualreport/2022/impact/africa/the-gambia.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[24] UNDP, Africa, The Gambia, 2022, https://rolhr.undp.org/annualreport/2022/impact/africa/the-gambia.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[25] Gibba, Kebba & Sawaneh, Banna & Fanneh, Momodou Mustapha & Obah-Akpowoghaha, Nelson. (2022). Assessment of the Gambian Police Force on Crime Prevention and Control. Journal of Contemporary International Relations and Diplomacy, https://www.researchgate.net/publication/362582774_ASSESSMENT_OF_THE_GAMBIAN_POLICE_FORCE_ON_CRIME_PREVENTION_AND_CONTROL, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025) σελ 417-418
[26] Βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:C: 2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)
[27] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland
[28] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 και 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011, https://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22itemid%22:[%22001-105434%22]
[29] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009
[30] Rule of Law in Armed Conflicts (RULAC), διαθέσιμο σε: https://www.rulac.org/browse/map (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30/07/2024)
[31] USDOS - US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: The Gambia, 20 March 2023, https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/the-gambia/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[32] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Gambia, 19 March 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105863/country_report_2024_GMB.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[33] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Gambia 2024, 29 April 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2124721.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.07.2025)
[34] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Gambia, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/07/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο