ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 564/2025
23 Σεπτεμβρίου, 2025
[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
1. F. K. M. από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό
2. Ν. Μ. O. J. (son)
3. N. B.
Αιτητές
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Εμφανίσεις:
H Αιτήτρια 1 εμφανίζεται αυτοπροσώπως.
Μ. Βασιλείου (κα) για Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόροι για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια 1 προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επιστολής ημερομηνίας 18/02/25, του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Αιτήτρια 1 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 28/06/21, στις 21/10/24 διεξήχθη συνέντευξη και στις 15/01/25 ετοιμάστηκε σχετική εισηγητική έκθεση. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 16/01/25, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Κατά την υποβολή της προσφυγής της η Αιτήτρια 1 ισχυρίστηκε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της διότι διέφυγε λόγω εξαναγκαστικού γάμου και βίας, καθώς έχει διαγνωστεί και με Ηπατίτιδα Γ. Κατά την ακρόαση υιοθέτησε τα όσα ισχυρίστηκε κατά τη διοικητική διαδικασία ως λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της. Πιο συγκεκριμένα, δήλωσε -απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα του Δικαστηρίου- ότι έχει τρία τέκνα στη χώρα καταγωγής της και απέκτησε ακόμη δύο στην Κυπριακή Δημοκρατία, ωστόσο δεν έχει επικοινωνία με τον πατέρα τους. Αναφορικά με την εργασία της δήλωσε πως εργάζεται ως καθαρίστρια με αποδοχές που επαρκούν μόνο για τη διαβίωση των τέκνων της. Επιβεβαίωσε ότι έχει διαγνωστεί με Ηπατίτιδα Γ και την φαρμακευτική αγωγή που λαμβάνει. Η Αιτήτρια 1 πρόσθεσε ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της είχε αναφέρει στους Καθ’ ων η αίτηση ότι μετά τις εγκυμοσύνες της έχει κενά μνήμης.
Οι Καθ' ων η αίτηση υιοθέτησαν την ένσταση τους και της έκθεσης εισήγησης της Υπηρεσίας Ασύλου, υπεραμύνονται της προσβαλλόμενης απόφασης και ισχυρίζονται ότι η απορριπτική απόφαση επί της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας 1 έχει ληφθεί λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλους τους απαραίτητους παράγοντες, όπως η κατάσταση της υγείας της και το βέλτιστο συμφέρον των τέκνων της.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα υποστηρίζονται από την Αιτήτρια 1, αυτά που απάντησαν οι Καθ΄ ων η αίτηση και αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρεί να εξετάσει την ουσία του αιτήματος της με βάση το περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»).
Από το πρακτικό της συνέντευξης, προκύπτει, ότι ο εξεταστής-λειτουργός διενήργησε ενδελεχείς ερωτήσεις στην Αιτήτρια 1 για να διαπιστώσει την αξιοπιστία των ισχυρισμών της σε συνάρτηση με τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της. Στην έκθεση/εισήγηση καταγράφεται ότι οι δηλώσεις της όσον αφορά την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής, τον τόπο συνήθους διαμονής της, ήτοι την πόλη Kwilu Ngongo της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (στο εξής «ΛΔΚ») και την κατάσταση της υγείας της (πάσχει από Ηπατίτιδα Γ, ερυθρά 23 – 24 ΔΦ), ήταν συγκεκριμένες, λεπτομερείς και παρουσίαζαν συνοχή με τις διαθέσιμες πληροφορίες για την χώρα καταγωγής της (ερυθρά 108 – 110 ΔΦ). Ωστόσο, οι ισχυρισμοί της πρώτον ότι εγκατέλειψε τη χώρα της λόγω του εξαναγκαστικού γάμου που σύναψε εξαιτίας της σχετικής παράδοσης της φυλής της Mutando (δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός) και δεύτερον λόγω της ενδοοικογενειακής βίας που βίωνε από τον σύζυγό της, απορρίφθηκαν λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας (τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός), (ερυθρά 99 – 108 ΔΦ). Όσον αφορά τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό αναφορικά με τον εξαναγκαστικό γάμο της Αιτήτριας 1 λόγω της καταγωγής της από τη φυλή Mutando, ο λειτουργός κατέληξε ότι οι απαντήσεις της αναφορικά με τα συγκεκριμένα περιστατικά ήταν αντιφατικές, ανακριβείς, ασαφείς και μη ευλογοφανείς. Κρίθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει ακριβείς και επαρκείς πληροφορίες για τα περιστατικά που επικαλέστηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης (ερυθρά 29 – 33 ΔΦ). Πιο συγκεκριμένα:
- δεδομένου ότι η Αιτήτρια 1 είχε δηλώσει στην αίτησή της για διεθνή προστασία ως θρησκεία της την B.D.K. διευκρίνισε πως αρχικά στην χώρα καταγωγής της μέχρι το 2021 πίστευε τις αφρικανικές πεποιθήσεις και ασπάστηκε το Καθολικό δόγμα του Χριστιανισμού (ερυθρό 39 – 3Χ του ΔΦ), ερωτηθείσα ωστόσο για την εν λόγω θρησκεία της έως το 2021 η Αιτήτρια 1 δεν ήταν σε θέση να παραθέσει επαρκείς λεπτομέρειες επεξηγώντας τη σημασία της συντομογραφίας και πως ο Θεός της είναι ο Kimbangu δηλώνοντας ρητά πως δε γνωρίζει κάτι περαιτέρω (ερυθρό 39 – 5Χ ΔΦ)
- σε περαιτέρω ερωτήματα αναφορικά με την θρησκεία η Αιτήτρια 1 ανέφερε πως πρόκειται για τη θρησκεία που ακολουθεί η φυλή της, Mutando, αλλά δεν γνωρίζει οτιδήποτε περαιτέρω αναφορικά με την συγκεκριμένη θρησκεία, γεγονός μη αναμενόμενο από ένα πρόσωπο που ισχυρίστηκε ότι είναι μέλος της εν λόγω φυλής λαμβανομένου υπ’ όψιν και το γεγονός ότι ερωτηθείσα και για την φυλή της υπήρξε γενικόλογη και ανεπαρκής η παρέχοντας ικανοποιητικές πληροφορίες (ερυθρό 39 – 6Χ & 35 – 2Χ-3Χ ΔΦ)
- στη συνέχεια σε περαιτέρω ερωτήσεις σχετικά με τις παραδόσεις και τα έθιμα της εν λόγω φυλής, η Αιτήτρια 1 τοποθετήθηκε μη ικανοποιητικά, συγκεκριμένα ανέφερε πως σε αυτήν ανήκε και η μητέρα και ο πατέρας της και ισχυρίστηκε πως η ίδια ακολουθούσε τις παραδόσεις της φυλής μέχρι το 2021, ωστόσο -έπειτα- ανέφερε πως μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό όταν αντιλήφθηκε πως δεν επρόκειτο για κάτι σημαντικό (ερυθρό 35 – 1Χ ΔΦ)
- σε μεταγενέστερες επιπρόσθετες ερωτήσεις αναφορικά με την φυλή Mutando η Αιτήτρια 1 δεν ήταν σε θέση να το πράξει προβάλλοντας ελλιπείς πληροφορίες αναφέροντας ότι το έθιμο ορίζει ο θείος να συνάπτει γάμο με τα ανίψια του και τα ξαδέλφια μεταξύ τους, καθώς και ότι τα μέλη της φυλής προσεύχονται στους προγόνους τους (ερυθρό 37 – 4Χ και 35 – 2Χ ΔΦ), ο λειτουργός δίδοντας ακόμη μία ευκαιρία στην Αιτήτρια 1 την κάλεσε να αναφερθεί σε περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την φυλή της ως και ανωτέρω η ίδια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες, αλλά αναφέρθηκε γενικά στο ότι η φυλή Mutando είναι γνωστή για το σεβασμό της, δεν επιτρέπεται να κοιτούν άνδρες στα μάτια και ότι καταναλώνουν διαφορετικό φαγητό από τις άλλες φυλές (ερυθρό 35 – 4Χ-5Χ ΔΦ),
- η Αιτήτρια 1, συνεχίζει να πλήττει την αξιοπιστία της αναφορικά με την καταγωγή της από τη φυλή Mutando, δήλωσε άγνοια αναφορικά με την ακριβή προέλευση της φυλής της αλλά ξέρει πως είναι από το Kongo Central Province (ερυθρό 35 – 5Χ ΔΦ)
- κληθείσα να εξηγήσει την έλλειψη λεπτομερειών στις αναφορές τις σχετικά με τη φυλή, τα έθιμα και τις παραδόσεις της, η Αιτήτρια 1 εξήγησε πως τα γηραιότερα μέλη της φυλής γνωρίζουν περισσότερα σχετικά με τα έθιμα και τις παραδόσεις ενώ οι νεότεροι δεν είχαν τέτοιο ενδιαφέρον, απάντηση που χαρακτηρίζεται ελλιπείς και μη ικανοποιητική για να αποσαφηνίσει τα κενά στις προηγούμενες απαντήσεις της Αιτήτριας 1 (ερυθρά 35 και 34 – 4Χ ΔΦ)
- σε διευκρινιστική ερώτηση του λειτουργού προς την Αιτήτρια 1 αναφορικά με τον εξαναγκαστικό γάμο που σύναψε, κατά τις δηλώσεις της, η ίδια ανέφερε ότι αυτός οφείλονταν σε παράδοση της φυλής Mutando, ωστόσο με αυτό δεδομένο δεν εξήγησε επαρκώς το λόγο για τον οποίο δεν ενδιαφέρθηκε περαιτέρω αναφορικά με τις παραδόσεις και τα έθιμα της φυλής, καθότι ανέφερε πως δεν είχε κάποιον να ρωτήσει αφού δεν είχε επικοινωνία με την οικογένειά της επειδή η ίδια ήταν θυμωμένη μαζί τους λόγω του γάμου που την εξανάγκασαν να συνάψει (ερυθρά 34 – 5Χ ΔΦ)
- αντίφαση και έλλειψη λεπτομερειών παρατηρείται και στις δηλώσεις της αναφορικά με τον εξαναγκαστικό γάμο που ισχυρίστηκε ότι έχει συνάψει στη χώρα καταγωγής της. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια 1 ισχυρίστηκε πως ότι ο γάμος συνήφθη στις 06/10/2010 και ο σύζυγός της ήταν ξάδελφος της μητέρας του, τον οποίο, ωστόσο, όφειλε κατά την παράδοση να παντρευτεί (ερυθρό 38 – 2Χ,5Χ και 37 – 4Χ ΔΦ). Ειδικότερα ανέφερε πως σύμφωνα με την εν λόγω παράδοση η δεύτερη κόρη της οικογένειας υποχρεούται να συνάψει γάμο με τον θείο της, αλλά αν και δήλωσε πως δεν γνώριζε από που προέρχεται αυτή η παράδοση παρά μόνο το ότι υπήρχε (ερυθρά 37 – 4Χ και 35 – 2Χ ΔΦ)
- η αδυναμία της Αιτήτριας 1 να παράσχει επαρκείς λεπτομέρειες σχετικά με το πιο πάνω αναφερθέν έθιμο, οδήγησε τον λειτουργό στην υποβολή περαιτέρω διευκρινιστικών ερωτήσεων, συγκεκριμένα αντιφατικά ανέφερε πως δεν καταβλήθηκε ποσό προίκας στον σύζυγό της επειδή έκαναν κάποια συμφωνία ανταλλαγής χρεών ενώ αρχικά είχε αναφέρει πως το έθιμο ορίζει την μη καταβολή ποσού έναντι προίκας, αντίφαση την οποία η Αιτήτρια 1 δεν κατόρθωσε να αποσαφηνίσει παρά την ευκαιρία που της δόθηκε (ερυθρά 37 – 4Χ και 35 – 6Χ-7Χ ΔΦ)
- η Αιτήτρια 1, ερωτηθείσα σχετικά με την αντίφαση, ασάφεια και έλλειψη ευλογοφάνειας στο αφήγημά της περί της παράδοσης της φυλής Mutando, στην οποία ισχυρίστηκε ότι υπαγόταν και λόγω της οποίας εξαναγκάστηκε να παντρευτεί τον θείο της, δεν κατέστησε δυνατή την παροχή επαρκών και συγκεκριμένων πληροφοριών. Παρά τις επανειλημμένες ερωτήσεις, παρέμεινε ασαφής, περιοριζόμενη σε γενικές και αόριστες αναφορές σε θρησκευτικές πρακτικές και σεβασμό προς τους ηλικιωμένους, χωρίς να ονομάσει ή να περιγράψει με σαφήνεια την εκάστοτε παράδοση που επικαλούνταν. Η απάντησή της χαρακτηρίστηκε ως αποφυγή ουσιαστικής απάντησης και αδυναμία τεκμηρίωσης των ισχυρισμών της, πλήττοντας την αξιοπιστία και ευλογοφάνεια του ισχυρισμού περί υποχρεωτικού γάμου λόγω παραδοσιακών εθίμων της φυλής Mutando (ερυθρά 32 και 31 ΔΦ)
- μελετώντας την αφήγηση της Αιτήτριας 1 παρατηρείται ότι η ίδια αρχικά ανέφερε πως σε αυτό το έθιμο είναι υπόχρεο το δεύτερο θηλυκό τέκνο της οικογένειας, ενώ στη συνέχεια ισχυρίστηκε πως η ίδια ήταν το δεύτερο τέκνο στη σειρά των αδελφών της και πως το πρώτο έτος ήταν αρσενικό, επομένως, διαπιστώνεται πως η Αιτήτρια 1 υπέπεσε σε αντίφαση σχετικά με αυτό το σημείο της αφήγησής της (ερυθρά 37 – 4Χ και 35 – 7Χ ΔΦ). Μάλιστα, όταν της επισημάνθηκε η περιγραφόμενη αντίφαση η Αιτήτρια 1 άλλαξε ξανά τις δηλώσεις της αναφέροντας πως είναι η δεύτερη κόρη (ερυθρό 31 – 2Χ, 5Χ ΔΦ)
- στην Αιτήτρια 1 επισημάνθηκε η αντίφαση που υφίσταται μεταξύ της καταγραφής της στην αίτηση διεθνούς προστασίας όπου ανέφερε ότι ανήκε στη φυλή Mumbata και των ισχυρισμών που προέβαλε στην συνέντευξή της όπου δήλωσε πως ανήκε στην φυλή Mutando. Σχετικά με την εν λόγω αντίφαση η ίδια δήλωσε μόνο ότι δεν ανήκει στη φυλή Mumbata αλλά στη φυλή Mutando χωρίς καμία περαιτέρω πληροφορία επομένως η Αιτήτρια 1 δεν κατόρθωσε να αποσαφηνίσει τη συγκεκριμένη ασάφεια (ερυθρό 30 – 1Χ ΔΦ)
Όσον αφορά τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό αναφορικά με την ενδοοικογενειακή που δέχθηκε από τον σύζυγό της τον οποίο εξαναγκάστηκε να παντρευτεί λόγω μίας παράδοσης της φυλής της, ο λειτουργός κατέληξε ότι οι απαντήσεις της αναφορικά με τα συγκεκριμένα περιστατικά ήταν αβάσιμοι, ασαφείς και αντιφατικές. Κρίθηκε από το λειτουργό ότι δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες με ευλογοφάνεια και χρονική συνάφεια για τα περιστατικά που επικαλέστηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της (ερυθρά 25 – 29 ΔΦ). Πιο συγκεκριμένα:
- η Αιτήτρια 1 ερωτηθείσα για τον σύζυγό της παρέθεσε γενικές πληροφορίες όπως το ότι είναι εξάδελφος της μητέρας της, το όνομά του, τη χρονολογία γέννησής του, νυμφευμένος με 4 διαφορετικές γυναίκες και η ίδια ήταν η πέμπτη, ωστόσο κληθείσα να αναφερθεί στην σχέση που είχε η ίδια με τον σύζυγό της η Αιτήτρια 1 υπήρξε γενικόλογη και ασαφής αναφέροντας πως πριν από το γάμο τους οι σχέσεις τους ήταν καλές με την είδηση του γάμου τους να της φαίνεται ανέκδοτο και εν τέλει να της προκαλεί δυσαρέσκεια λόγω του κακού χαρακτήρα που διαπίστωσε για τον σύζυγό της (ερυθρό 30 – 4Χ και 29 – 1Χ ΔΦ)
- αντίφαση και ασάφεια εντοπίζεται στα λεγόμενα της Αιτήτριας 1 και όσον αφορά τον χρονικό προσδιορισμό των γεγονότων. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια 1 ανέφερε πως στις 20/09/2009 της ανακοινώθηκε ο γάμος της, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στις 6/10/2010 περιγράφοντας πως σε αυτό το ενδιάμεσο διάστημα της ο σύζυγός της την επισκέπτονταν με δώρα στην οικία των γονέων της, όπου διέμενε, παρ’ όλα αυτά σε προηγούμενη δήλωσή της είχε αναφέρει πως έως το 2011 διέμενα και σπούδαζε στην πόλη Kisantu (ερυθρό 36 – 3Χ, 30 – 5Χ & 29 – 3Χ ΔΦ). Η Αιτήτρια 1 κληθείσα να αποσαφηνίσει την αντίφαση άλλαξε τα λεγόμενά της αναφέροντας με ασάφεια πως φοιτούσε στην Kisantu, παρακολουθούσε εκπαίδευση στην Kwilu Ngongo για περίοδο 2 μηνών διαμένοντας παράλληλα στην οικία των γονέων της (ερυθρό 29 – 4Χ ΔΦ). Επομένως, διαπιστώνεται πως τα λεγόμενα της Αιτήτριας 1 είναι ασαφή και δε δίδουν ξεκάθαρη εικόνα για τα γεγονότα με αποτέλεσμα να πλήττεται η αξιοπιστία όσων η ίδια ισχυρίζεται.
- στη συνέχεια σε περαιτέρω ερωτήσεις αναφορικά με την συζυγική της σχέση, η Αιτήτρια 1 δεν πρόσθεσε οιανδήποτε νέα πληροφορία παραμένοντας στις γενικές και αόριστες δηλώσεις της δηλώνοντας πως δεν είχαν καλές σχέσεις, ο ίδιος ήταν κακός σύζυγος καθώς ασκούσε ενδοοικογενειακή βία εναντίον της και η ίδια ένιωθε πως ήταν εχθρός της (ερυθρό 29 – 5Χ ΔΦ)
- χρονική αντίφαση και έλλειψη ευλογοφάνειας παρατηρείται όσον αφορά την έναρξη της ενδοοικογενειακής βίας, αφού ενώ αρχικώς είχε αναφέρει ως ημερομηνία γάμου την 6/10/2010 και πως η ίδια μετακόμισε με το σύζυγό της το 2011, στη συνέχεια ανέφερε ότι η βία εναντίον ξεκίνησε ένα μήνα μετά το γάμο τους λόγω της άρνησής της να συνευρεθεί ερωτικά με το σύζυγό της (ερυθρό 38 – 3Χ, 37 – 5Χ, 35 – 3Χ και 29 – 6Χ ΔΦ)
- σχετικά με το πρώτο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας η Αιτήτρια 1 υπέπεσε σε ακόμη μία περαιτέρω αντίφαση καθώς το τοποθετεί χρονικά στο έτος 2011, και όχι ένα μήνα μετά το γάμο της όπως ισχυρίστηκε προηγουμένως, ήτοι ένα μήνα μετά τις 6/10/2010 (ερυθρό 28 – 1Χ ΔΦ). Κληθείσα να αποσαφηνίσει αυτές τις δηλώσεις της σχετικά με τις χρονικές ασάφειες που υπέπεσε, η Αιτήτρια 1 δήλωσε με ακόμη μεγαλύτερη ασάφεια και έλλειψη ευλογοφάνειας ότι ο γάμος πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2021, το 2011 αφού αποφοίτησε μετακόμισε με το σύζυγό της και έπειτα από ένα μήνα ξεκίνησε η κακοποίησή της (ερυθρό 28 – 2Χ ΔΦ)
- κληθείσα να παράσχει λεπτομέρειες αναφορικά με την ενδοοικογενειακή βία, η ίδια η Αιτήτρια 1 δεν πρόσθεσε νέες πληροφορίες σχετικά με αυτό το μέρος του αιτήματός της και ως εκ τούτου δεν κατόρθωσε να το τεκμηριώσει (ερυθρά 29 – 7Χ και 28 – 5Χ ΔΦ)
- χρονική αντίφαση και έλλειψη ευλογοφάνειας εντοπίζεται, επίσης, και όσον αφορά το τελευταίο περιστατικό κακοποίησης που δέχθηκε από το σύζυγό της. Από τη μία πλευρά κατά την ελεύθερη αφήγησή της δήλωσε πως αυτό έλαβε χώρα το 2021 και στάθηκε αφορμή ώστε να διαφύγει από την οικία της και στη συνέχεια ο σύζυγός της πυρπόλησε την οικία της φίλης όπου φιλοξενούνταν η Αιτήτρια 1 μαζί με τα ρούχα και τα ταξιδιωτικά έγγραφα της ίδιας και των τέκνων της (ερυθρά 38 – 5Χ, 33 – 5Χ και 32 – 2Χ, 4Χ ΔΦ). Από την άλλη η Αιτήτρια 1 κατά τη διάρκεια των διευκρινιστικών ερωτήσεων η ίδια ανέφερε πως το τελευταίο συμβάν πραγματοποιήθηκε εναντίον της το 2011 (ερυθρό 28 – 3Χ-5Χ ΔΦ). Η Αιτήτρια 1 δημιούργησε με τα λεγόμενά της δημιούργησε αντίφαση στα λεγόμενά του και πλήρη ασάφεια ως προς τον τρόπο που διεξήχθησαν τα γεγονότα, έτι δε περισσότερο λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη δήλωσή της ότι η ενδοοικογενειακή βία διήρκησε 11 έτη (ερυθρό 28 – 3Χ ΔΦ).
Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό αυτό το μέρος της ιστορίας της αναφορικά με τον δεύτερο και τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό της. Οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί της δεν παρουσιάζουν συνέπεια, επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες που να παραπέμπουν σε βιωματικά περιστατικά. Υποχρεούτο δε να παρέχει κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της και να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, βλέπε επίσης Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023 σελ.57-72, 103-112, 120-131). Σύμφωνα και με την §205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, θα πρέπει, μεταξύ άλλων, ο αιτών να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του, να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο μέσο, να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων και να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς. Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας, το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία της Αιτήτριας 1, κάτι το οποίο δεν συνέβη εν προκειμένω. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Τα γεγονότα της περίπτωσης της Αιτήτριας 1 σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έχει τεκμηριώσει ότι σε περίπτωση επιστροφής της θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας της και δεν έχει ούτε καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται και δεν έχει κακοποιηθεί ή διωχθεί. Σημειώνεται ότι ούτε κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία υπέδειξε σημεία επί της συνέντευξης ή της έκθεσης/εισήγησης που να τεκμηριώνουν ελλιπή υπό τις περιστάσεις έρευνα της αρμόδιας αρχής κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών της, ούτε προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία για αξιολόγηση και/ή για να ενισχυθεί το αίτημά της. Αποτελεί καθήκον της αρμόδιας αρχής να αξιολογεί σε συνεργασία με τον αιτούντα τα συναφή στοιχεία της αίτησής του και/ή ότι αυτή η ευθύνη μοιράζεται μεταξύ του λειτουργού και του αιτούντα, αυτό όμως δεν αναιρεί την υποχρέωση του ιδίου να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης του, ήτοι δηλώσεις/έγγραφα που έχει στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία και/ή ότι εναπόκειται πρώτα στον ίδιο τον αιτούντα να έχει καταβάλει πραγματική προσπάθεια να τεκμηριώσει την αίτησή του[1]. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι ορθή, καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας 1 δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
Ως προς το εάν η περίπτωση της Αιτήτριας 1 εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000) και κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται (ερυθρά 87 – 99 ΔΦ). Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[2] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (ερυθρό 87 – 88, 90 – 99 και 50 – 83 ΔΦ) επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή της Αιτήτριας 1 δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Σημειώνεται ότι, η ίδια σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησής της ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα της, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθηκε ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην πόλη Kwilu Ngongo της επαρχίας Kongo Central (τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας 1), αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ [3], ενώ από τη βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) προκύπτει ότι τα περιστατικά ασφαλείας που αφορούν συνολικά την επαρχία του Kongo Central παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα[4] (ως και τα συμπεράσματα του λειτουργού), έτσι ώστε η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή να μην μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας. Ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών της περιστάσεων για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης[5].
Πέραν των πιο πάνω, σημειώνεται ότι ο λειτουργός κατά την εκτίμηση επιστροφής της Αιτήτριας 1 και του Αιτητή 2 (ανήλικο τέκνο), σημειώνεται ότι το ανήλικο τέκνο Αιτητής 3 αποκτήθηκε μετά την συνέντευξη και δεν αποτέλεσε μέρος της διοικητικής διαδικασίας, αποφάσισε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι σε περίπτωση επιστροφής τους θα αντιμετωπίσουν δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης (ερυθρά 87 – 88 ΔΦ). Μετά από σχετική έρευνα του Δικαστηρίου επί αυτού του σημείου πηγές αναφέρουν ότι η ΛΔΚ είναι μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μιας οικογένειας,[6] αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι μια γυναίκα στη ΛΔΚ ορίζεται πάντα μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, λοιπόν, γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο θεώρησης της οικογένειας εκλαμβάνονται αρνητικά από την κοινωνία και ενίοτε από τη δική τους οικογένεια.[7] Έτερη πηγή αναφέρει ότι οι ανύπαντρες γυναίκες χωρίς το υποστηρικτικό δίκτυο που προσφέρει ένας άνδρας συχνά αντιμετωπίζονται αρνητικά από την κοινωνία, βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση και πολλές αποφασίζουν να κάνουν συναλλακτικό σεξ για να αποκτήσουν πρόσβαση σε καταφύγιο και εργασία.[8] Ωστόσο, διαφαίνεται να είναι ευκολότερες οι συνθήκες για μία γυναίκα η οποία είναι ανύπαντρη και μορφωμένη και μάλιστα καλύτερες -ενδεχομένως- από μία μη μορφωμένη και παντρεμένη γυναίκα.[9] Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο αναφορικά με την κατάσταση των γυναικών χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στην Κινσάσα κατά το διάστημα 07ο/2021 – 23/08/23, επιβεβαιώνει όλα τα ανωτέρω για τις γυναίκες χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο και περαιτέρω αναφέρεται σε δυσκολίες που αντιμετωπίζουν αναφορικά με τη διαμονή, την εργοδότηση, την πρόσβαση στην υγεία. Υφίστανται, ωστόσο, οργανώσεις κοινωνικής προστασίας, όπως οι National Social Security Fund (CNSS), National Social Security Fund for Public Servants (CNSSAP), γίνονται συλλογικές συμβάσεις εργασίας ώστε να παρέχεται υγειονομική περίθαλψη, παροχές ασθενείας, οικογενειακά επιδόματα και επιδόματα μητρότητας, υπάρχουν κοινωνικοί ασφαλιστικοί οργανισμοί που καλύπτουν οικονομικά επιδόματα όπως τα ανωτέρω και προσφέρεται κοινωνική βοήθεια σε «ευάλωτα άτομα από διάφορους φορείς όπως εκκλησίες και Μ.Κ.Ο.[10] Παρά το γεγονός ότι η γυναίκα στην κοινωνία της Κινσάσα αντιμετωπίζει προκλήσεις υφίστανται οντότητες που συμβάλλουν στην παροχή βοήθειας. Παρά, λοιπόν, τις δυσκολίες, οι Αιτητές 1 έως 3 (οι Αιτητές 2 και 3 γεννήθηκαν στις ελεγχόμενες περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας από σύντροφο που η Αιτήτρια 1 συνάντησε στην Κυριακή Δημοκρατία) σε περίπτωση επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τόσο τα ανωτέρω δεδομένα αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας 1 όσο και τις προσωπικές περιστάσεις ως νεαρή, υγιή, άγαμη μητέρα, απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης η οποία μιλάει kikongo, γαλλικά και λιγκάλα και είναι ικανή προς εργασία, καθώς παρουσιάζεται να έχει σταθερή εργασία στη χώρα καταγωγής της ως χημικός σε εργοστάσιο παραγωγής ζάχαρης (ερυθρό 34 – 1Χ-3Χ ΔΦ) και λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες αναφορικά με τις συνθήκες διαβίωσης των γυναικών και το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου τέκνου της Αιτήτριας 1, διαπιστώνω πως θα έχουν την ευκαιρία να φτιάξουν τη ζωή τους. Επίσης, προκύπτει ότι διατηρεί οικογενειακές διασυνδέσεις (συγγενείς πρώτου βαθμού, ήτοι γονείς και αδέλφια) στη χώρα καταγωγής, αφού ο ισχυρισμός περί εξαναγκαστικού γάμου απορρίφθηκε και η Αιτήτρια 1 δήλωσε πως ο λόγος για τον οποίο δεν τους μιλούσε ήταν ο εν λόγω γάμος (ερυθρά 37 – 2Χ-4Χ και 36 – 1Χ ΔΦ), οι οποίες δύνανται να λειτουργήσουν υποστηρικτικά σε περίπτωση επαναπατρισμού της ίδιας και των ανήλικων τέκνων της. Μάλιστα, όσον αφορά την πρόσβαση των τέκνων της στην παιδεία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η Αιτήτρια δήλωσε πως θα ήταν εύκολη καθώς η ίδια δεν έχει προβλήματα με τις αρχές (ερυθρό 26 – 1Χ και 27 – 3Χ ΔΦ). Κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται και από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης οι οποίες αναφέρουν πως τέτοιου είδους προβλήματα, όπως η πρόσβαση στην υγεία, εκπαίδευση και άλλες βασικές υπηρεσίες για το παιδί, υφίστανται κυρίως στις περιοχές όπου διεξάγεται ένοπλη σύρραξη, ήτοι ανατολικές περιοχές της χώρας, όπου δεν ανήκει η πόλη Kwilu Ngongo, όπου αναμένεται να επιστρέψει η Αιτήτρια 1 μετά των τέκνων της.[11]
Ούτε λόγω του προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει η Αιτήτρια 1 (Hepatitis C, Tubercolosis) μπορεί να της παρασχεθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ο λειτουργός έχει προβεί σε ενδελεχή και εκτενή ανάλυση για τις ιδιαίτερες περιστάσεις υγείας της Αιτήτριας λαμβάνοντας υπ’ όψιν τόσο τα σχετικά ιατρικά περιστατικά που προσκόμισε (ερυθρά 23 – 24 ΔΦ) όσο και τις σχετικές εξωτερικές πηγές πληροφόρησης στο μέρος που αφορά εκτίμηση κινδύνου κατά την επιστροφή του, καταλήγοντας ότι δεν θα εκτεθεί σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης λόγω του προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει. Στην N. v. the United Kingdom, no. 26565/05[12] κρίθηκε πως από τη Σύμβαση δεν προκύπτει τυπική υποχρέωση για την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να παράσχει δωρεάν και απεριόριστη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε όλους τους αλλοδαπούς που δεν έχουν δικαίωμα παραμονής και βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία του, ώστε να αντιμετωπίζονται οι διαφορές ανάμεσα στις ρυθμίσεις για την περίθαλψη σε κράτη μη μέρη στη Σύμβαση (ΕΣΔΑ).
Επίσης, στην απόφαση του ΔΕΕ C-542/13, Mohamed M’Bodj v Βελγικού Δημοσίου, ημερ.18/12/2014 αποφασίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι:
«35 Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της οδηγίας αυτής απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής.
36 Ομοίως, η αιτιολογική σκέψη 26 της εν λόγω οδηγίας διευκρινίζει ότι οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη. Επομένως, ο κίνδυνος επιδεινώσεως της καταστάσεως του πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια υπηκόου τρίτης χώρας, ο οποίος απορρέει από την ανυπαρξία κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής του, δεν αρκεί προκειμένου να χορηγηθεί η επικουρική προστασία, εκτός αν απορρέει από την εκ προθέσεως άρνηση χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας.
[…]
40 Εντούτοις, το γεγονός ότι, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δεν είναι δυνατή, δυνάμει του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ, όπως έχει ερμηνευτεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η απομάκρυνση πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια υπηκόου τρίτης χώρας προς χώρα στην οποία δεν υπάρχει κατάλληλη θεραπευτική αγωγή δεν σημαίνει ότι είναι υποχρεωτικό να του χορηγηθεί άδεια διαμονής σε κράτος μέλος, δυνάμει του καθεστώτος επικουρικής προστασίας που προβλέπει η οδηγία 2004/83.
41 Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, το άρθρο 15, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2004/83 έχει την έννοια ότι η σοβαρή προσβολή που αυτό διαλαμβάνει δεν καλύπτει περίπτωση κατά την οποία τυχόν απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, κατά τα προβλεπόμενα από την εφαρμοστέα στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική νομοθεσία, την οποία ενδέχεται να υποστεί αιτών διεθνή προστασία σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του είναι απόρροια της ελλείψεως κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη συγκεκριμένη χώρα, εκτός αν συντρέχει περίπτωση εκ προθέσεως αρνήσεως χορηγήσεως ιατρικής περιθάλψεως στον εν λόγω αιτούντα.
[…]
43 Εντούτοις, η επιφύλαξη του άρθρου 3 της οδηγίας 2004/83 απαγορεύει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ διατάξεις που χορηγούν το προβλεπόμενο από την οδηγία καθεστώς της επικουρικής προστασίας σε υπήκοο τρίτης χώρας πάσχοντα από σοβαρή ασθένεια λόγω του κινδύνου επιδεινώσεως της καταστάσεως της υγείας του συνεπεία της ελλείψεως κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής, καθόσον τέτοιου είδους διατάξεις δεν συνάδουν με τη συγκεκριμένη οδηγία.»
Η ίδια προσέγγιση ακολουθήθηκε και/ή επαναβεβαιώνεται και στην ΔΕΕ C-353/16, MP ν. Secretary of State for the Home Department, ημερ.24/04/18:
«57. Εναπόκειται κατά συνέπεια στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει, υπό το πρίσμα όλων των πρόσφατων και κρίσιμων στοιχείων, ιδίως δε των εκθέσεων διεθνών οργανισμών και μη κυβερνητικών οργανώσεων προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, εάν, εν προκειμένω, ο MP ενδέχεται να εκτεθεί, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, σε κίνδυνο να μην του παρασχεθεί εκ προθέσεως η κατάλληλη περίθαλψη για την αντιμετώπιση των σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών από τα βασανιστήρια που υπέστη από τις αρχές της εν λόγω χώρας. Τούτο θα συμβαίνει αν [.] είναι προφανές ότι οι ίδιες αυτές αρχές, παρά την υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 14 της Συμβάσεως κατά των βασανιστηρίων, δεν θα ήσαν διατεθειμένες να διασφαλίσουν την επαναπροσαρμογή του. Ένας τέτοιος κίνδυνος θα μπορούσε επίσης να ανακύψει εάν διαφαινόταν ότι οι εν λόγω αρχές επιδεικνύουν συμπεριφορά που εισάγει διάκριση, όσον αφορά την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερέστερη, για ορισμένες εθνοτικές ομάδες ή ορισμένες κατηγορίες προσώπων, στις οποίες ανήκει ο MP, η πρόσβαση στην κατάλληλη περίθαλψη για την αντιμετώπιση των σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών από τα βασανιστήρια που διέπραξαν οι αρχές αυτές.».
Σημειώνεται, ότι σε υπόθεση L530 1309578-5[13] που αφορούσε Νιγηριανό υπήκοο εξετάστηκε η διαθεσιμότητα περίθαλψης και φαρμακευτικής αγωγής στην Νιγηρία για «sarcoidosis of the lungs and liver and pre-existing conditions», όπου κρίθηκε ότι ήτο διαθέσιμη – συνεπώς η συνέχισή της σε περίπτωση επιστροφής δε συνεπαγόταν οποιοδήποτε αρνητικό αντίκτυπο στο επίπεδο της υγείας, την ταλαιπωρία που υφίσταται ο αιτών ή το προσδόκιμο ζωής του. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας 1 δεν προκύπτουν αλλά ούτε επικαλείται οποιαδήποτε υπαίτια αποστέρηση από αυτήν της πρόσβασής της σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ούτε έχει τεκμηριώσει με αποδεικτικά στοιχεία και/ή μέσω μαρτυρίας και/ή εμπεριστατωμένης ιατρικής έκθεσης ότι η κατάσταση της υγείας της σε περίπτωση απομάκρυνσης της ελλείψει κατάλληλης αγωγής στη χώρα προορισμού, διατρέχει κίνδυνο να εκτεθεί σε ταχεία, σημαντική και μη αναστρέψιμη επιδείνωση της υγείας της, ούτε συνιστά (ως η ανωτέρω ανάλυση) λόγο παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας λόγω μόνο του προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει και/ή ότι η επιστροφή του συνεπάγεται με απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση. Καταληκτικά ως και οι καταγραφές του λειτουργού στην σχετική έκθεση/εισήγηση στην χώρα καταγωγής της είναι προσβάσιμη και διαθέσιμη η ιατρική περίθαλψη σε σχέση με την κατάσταση της, παρά το ότι υφίστανται δυσχέρειες χαμηλότερης διαθεσιμότητας ανά περιόδους, γεγονός που εμποδίζει την εξάλειψη της επιδημίας και όχι την θεραπεία των ασθενών.[14]
Ούτε διαπιστώνω από τα ενώπιον μου στοιχεία ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ούτε η Αιτήτρια 1 υποδεικνύει τότε (αλλά ούτε τώρα μέσω της προσφυγής της) τί δεν λήφθηκε υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου το οποίο έπρεπε να ληφθεί υπόψη ή όχι κατά την έκδοση της απόφασης (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε.Aρ.3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 05/06/2002, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η δε επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου της Αιτήτριας 1 ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων των Αιτητών 1 έως 3, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να τους αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €800 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας 1 και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Άρθρο 16 & 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).
[2] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.
[3] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo/ UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό/ HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021/ UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021/ USAID, Democratic Republic of the Congo – Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022. (assessed on 17/09/2025)
[4] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Democratic Republic of Congo, Events / Fatalities, Political Violence (violence against civilians, explosions/remote violence, riots, battles, protests), Past Year (last update 05/09/2025), τα πιο πρόσφατα στοιχεία της βάσης δεδομένων καταδεικνύουν 17 περιστατικά ασφαλείας και 24 ανθρώπινες απώλειες, https://acleddata.com/platform/explorer (assessed on 17/09/2025)
[5] EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική Ανάλυση, Νοέμβριος 2014, σελ. 26 – 1.6.2. έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»
[6] Wagner, K., Glaesmer, H., Bartels, S.A. et al., “Presence of the Absent Father: Perceptions of Family among Peacekeeper-Fathered Children in the Democratic Republic of Congo”. J Child Fam Stud, 2022, https://link.springer.com/article/10.1007/s10826-022-02293-2 (assessed on 17/09/2025)
[7] De Herdt, Tom “Hidden families, single mothers and Cibalabala: Economic Regress and Changing Household Composition in Kinshasa”, Trefon, T. (Red.), Reinventing order in the Congo – How people respond to state failure in Kinshasa. London: Zed Books, 2004, p. 121 & 128, https://www.bloomsburycollections.com/book/reinventing-order-in-the-congo-how-people-respond-to-state-failure-in-kinshasa/ch8-hidden-families-single-mothers-and-cibalabala-economic-regress-and-changing-household-composition-in-kinshasa (assessed on 17/09/2025)
[8] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, p. 29, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf (assessed on 17/09/2025)
[9] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, Annex 2: Interview notes, Afia Mama, an NGO in the Democratic Republic of Congo (DRC), Skype-interview, 2 August 2022, para. 11 – 12, p. 45, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf (assessed on 17/09/2025)
[10] European Union Agency for Asylum (E.U.A.A.), COI QUERY: “Democratic Republic of Congo (DRC): Situation of women without a support network in Kinshasa”, 25/08/23, (assessed on 17/09/2025)
[11] Save The Children, “DRC REMAINS EPICENTRE OF CHILD SUFFERING IN WAR AS COUNTRY TOPS WORLD LIST OF GRAVE VIOLATIONS AGAINST CHILDREN”, 27/06/2023, https://www.savethechildren.net/news/drc-remains-epicentre-child-suffering-war-country-tops-world-list-grave-violations-against (assessed on 18/09/2025)
[12] European Court of Human Rights, N. v. the United Kingdom, no. 26565/05, 27.05.2008, https://hudoc.echr.coe.int/fre#{%22itemid%22:[%22001-86490%22]}
[13]Austria, Federal Administrative Court [Bundesverwaltungsgericht - BVwG], L530 1309578-5, 04/01/2022, (https://caselaw.euaa.europa.eu/pages/)
[14] Thompson, P., Mpody, C., Sayre, W. “Hepatitis C prevalence and quality of health services among HIV-positive mothers in the Democratic Republic of the Congo”, Sci Rep 12, 22/01/2022, https://doi.org/10.1038/s41598-022-05014-326/01/2022 (assessed on 18/9/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο