J.M.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 7358/2022, 15/9/2025
print
Τίτλος:
J.M.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 7358/2022, 15/9/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ. 7358/2022

 

15 Σεπτεμβρίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

J.M.M.

 Αιτητή

 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της

Υπηρεσίας Ασύλου

 

  Καθ’ ων η αίτηση

 

 …………………….

 

Ο αιτητής παρουσιάστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου

 

Κασσάνδρα Κουπαρή, Δικηγόρος για τον αιτητή

 

Χριστίνα Δημητρίου για Αίγλη Κίτσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

 

[Παρούσα η μεταφράστρια κυρία Μέλπω Σταύρου για πιστή μετάφραση από γαλλικά σε ελληνικά και αντίστροφα]

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Χ.Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο αιτητής προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 19/10/2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του, για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω:  Ο αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό (στο εξής «Λ.Δ.Κ.») και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 10/06/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Αυθημερόν, ο αιτητής παρέλαβε την Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας («Confirmation of Submission of an Application for International Protection»).

 

Στις 13/09/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του αιτητή από λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (European Asylum Support Office - EASO) και πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum - EUAA) και του παραχωρήθηκε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Στις 20/09/2022 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή. Στη συνέχεια, συγκεκριμένος λειτουργός που δύναται δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθέτησε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης στις 19/10/2022. Στις 07/11/2022, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία επισυνάφθηκε η απορριπτική της απόφαση σχετικά με το αίτημα του αιτητή. Η επιστολή παραλήφθηκε από τον αιτητή αυθημερόν, κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου της από διερμηνέα. Έπειτα, ο αιτητής καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της Γραπτής της Αγόρευσης προβάλλει τους πιο κάτω λόγους ακυρώσεως: (1) Μη επαρκής και/ή δέουσα έρευνα εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου, (2) Η απόφαση λήφθηκε υπό πλάνη και/ή υπό πεπλανημένα κριτήρια και κατ’αντίθεση με το Νόμο, (3) Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και/ή μη δεόντως αιτιολογημένη.  Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ενώπιον του Δικαστηρίου, η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή υιοθέτησε την Γραπτή Αγόρευσης και την Γραπτή Απαντητική της αγόρευσης και ανέφερε πως έχουν παραβιαστεί τα άρθρα 9 και 15 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, ισχυρισμό τον οποίο απέσυρε μετά από υπόδειξη της κυρίας Δημητρίου ότι τέτοιος ισχυρισμός δεν περιλαμβάνεται στην Γραπτή Αγόρευση αιτητή.  Επιπρόσθετα, η κυρία Κουπαρή εισηγείται πως το αρμόδιο όργανο δεν διεξήγαγε καμία αξιολόγηση και επισημαίνει πως δεν εξετάστηκε εάν ο αιτητής θα είναι θύμα ξυλοδαρμού σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

 

Οι Καθ’ ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή, νόμιμη και προϊόν δέουσας έρευνας και ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή είναι εσφαλμένοι, ανεδαφικοί και ανυπόστατοι. Περαιτέρω, υποστηρίζουν πως  ο αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρότητας που προωθεί μέσω της γραπτής του αγόρευσης.  Όπως εισηγούνται, η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου να απορρίψει το αίτημα διεθνούς προστασίας του αιτητή ήταν αποτέλεσμα ορθής αξιολόγησης του κατά πόσο δικαιούται διεθνούς προστασίας και καταδεικνύεται ότι καμία πλάνη δεν έχει εμφιλοχωρήσει στη διαδικασία λήψης της αποφάσεώς τους, η οποία υποστηρίζουν πως ήταν το αποτέλεσμα δέουσας και επαρκούς έρευνας στα πλαίσια της εξουσίας που τους παρέχει ο νόμος.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω τον πρώτο ισχυρισμό, περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου που προωθεί ο αιτητής στην Γραπτή του Αγόρευση. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο αιτητής σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας. 

 

Ο Αιτητής, κατά την υποβολή του αιτήματος διεθνούς προστασίας στην Υπηρεσία Ασύλου, δήλωσε ότι εργαζόταν ως οδηγός σε ένα σύμβουλο του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στο πλαίσιο των καθηκόντων του, συνόδευε τον εργοδότη του με το αυτοκίνητο σε διάφορους προορισμούς, ένας εκ των οποίων ήταν συχνά η κατοικία της φίλης του, η οποία, όπως ανέφερε, είχε τον ρόλο της ερωμένης του. Ο Αιτητής συμπλήρωσε ότι ο εργοδότης του τον έστελνε τακτικά στο σπίτι της εν λόγω γυναίκας για να παραδώσει δέματα ή να διεκπεραιώσει ψώνια για λογαριασμό της. Μέσω των συνομιλιών που είχε μαζί της, ανακάλυψε ότι είχαν συγγενικούς δεσμούς, καθώς η γυναίκα αυτή ήταν συγγενής από την πλευρά του πατέρα του. Από εκείνο το σημείο και μετά, οι μεταξύ τους σχέσεις έγιναν πιο στενές και εμπιστευτικές. Ο Αιτητής πρόσθεσε ότι η ρήξη με τον εργοδότη του επήλθε την ημέρα που του αποκάλυψε ότι η ερωμένη του ήταν έγκυος. Όπως δήλωσε, ο εργοδότης του αντέδρασε με ιδιαίτερα έντονο τρόπο όταν άκουσε την είδηση αυτή και τον απείλησε. Ο Αιτητής θεώρησε ότι δεν μπορούσε πλέον να συνεχίσει να εργάζεται μαζί του. Πρόσθεσε, επίσης, ότι ο πρώην εργοδότης του απέστειλε άτομα για να του επιτεθούν, γεγονός που του προκάλεσε ανησυχία για τη ζωή του.

 

Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Kinshasha στη Λ.Δ.Κ., όπου έζησε όλη του τη ζωή και η οποία αποτελεί τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του (ερυθρό 40 3χ, 39 1χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε Χριστιανός Καθολικός και ότι ανήκει στην φυλή Bacongo (ερυθρό 43 2χ, 42 1χ, του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Τέλος, ανέφερε ότι η μητέρα του απεβίωσε το 2022 και ότι ο πατέρας του μαζί με τα τέσσερα αδέλφια του διαμένουν στην Kinshasa (ερυθρό 41 2x του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε πως είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ότι δεν συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο λόγω οικονομικών προβλημάτων (ερυθρό 42, του διοικητικού φακέλου). Σε σχέση με το επαγγελματικό του προφίλ δήλωσε πως στην χώρα καταγωγής του εργαζόταν ως οδηγός (ερυθρό 41 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι εργαζόταν ως οδηγός του συμβούλου Massamba Kinuani του Προέδρου της χώρας. Ισχυρίστηκε ότι ο εργοδότης του  κακοποιούσε σεξουαλικά γυναίκες και ανήλικα κορίτσια, τις οποίες μετέφερε ο ίδιος σε μια οικία, στην περιοχή Ma Campagne, προκειμένου να συνευρεθεί μαζί τους. Ειδικότερα, ανέφερε ότι μία ημέρα ο εργοδότης του, του ζήτησε να παραλάβει μία γυναίκα από μπαρ στην περιοχή Lemba και να τη μεταφέρει στη συγκεκριμένη οικία. Αφού τους άφησε, αποχώρησε και επέστρεψε αργότερα για να τους μεταφέρει και πάλι, αυτή τη φορά στην περιοχή Victoire. Παρόμοιο περιστατικό επαναλήφθηκε άλλη μία φορά, και μια τρίτη φορά, κατά την οποία η κοπέλα τού μίλησε μέσα στο αυτοκίνητο, ρωτώντας τον το όνομά του και πού διαμένει. Ο αιτητής της απάντησε ότι διαμένει στην περιοχή Kingasani, κοντά στο Winer place.

 

Μετά από αυτές τις συναντήσεις, ο εργοδότης του, του έδωσε τον αριθμό τηλεφώνου της κοπέλας και του ζήτησε να τη μεταφέρει για ψώνια και κατόπιν στην οικία του. Ο αιτητής πρόσθεσε ότι η κοπέλα ήταν ανήλικη και ότι ο εργοδότης του της είχε υποσχεθεί κοσμήματα και γη, ωστόσο δεν τήρησε τις υποσχέσεις του. Όταν εκείνη προσπάθησε να επικοινωνήσει μαζί του, εκείνος δεν απαντούσε στα τηλεφωνήματά της. Σύμφωνα με τον αιτητή, η κοπέλα επικοινώνησε με τον ίδιο τον αιτητή, καθότι επιθυμούσε να μάθει πώς είναι το αφεντικό του. Έπειτα από δύο βδομάδες τον κάλεσε και πάλι και του ζήτησε να συναντηθούν, αλλά ο αιτητής αρνήθηκε καθώς γνώριζε πως είναι η σύντροφος του εργοδότη του.

 

Στη συνέχεια, προσπάθησε να τον εντοπίσει στην περιοχή Kingasani, συνοδευόμενη από μια ομάδα ατόμων. Ο αιτητής πρόσθεσε ότι η κοπέλα αφηγήθηκε στην οικογένειά της, τι ακριβώς της είχε συμβεί, και όταν αντιλήφθηκαν ότι η κόρη τους είχε πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, ήθελαν να κινηθούν νομικά εναντίον του δράστη. Ωστόσο επειδή ο δράστης (το αφεντικό του αιτητή) κατείχε υψηλή θέση δεν μπορούσαν να κινηθούν εναντίον του και έτσι επιθυμούσαν τη σύλληψη του αιτητή, διότι είχε στενή σχέση με το αφεντικό του. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι επιθυμούσαν να τον χρησιμοποιήσουν ως μάρτυρα, ώστε να έχουν αποδείξεις και να καταθέσει εναντίον του αφεντικού του (Για όλα τα ανωτέρω βλ. ερυθρό 36, του διοικητικού φακέλου).

 

Μία ημέρα, τον εντόπισαν κοντά στο σπίτι του, τον πλησίασαν και του επιτέθηκαν. Κάποιος τον χτύπησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού με ένα ξύλο, αιμορραγούσε και έχασε τις αισθήσεις του.  Οι δράστες τράπηκαν σε φυγή και κάτοικοι της περιοχής τον μετέφεραν στο νοσοκομείο. Όταν τον επισκέφθηκε ο πατέρας του, του εξήγησε τι είχε συμβεί και του υποσχέθηκε πως θα ανακαλύψει ποια ήταν τα εν λόγω άτομα. Κατά την διάρκεια της νοσηλείας του, η οικογένεια της κοπέλας συναντήθηκε με την οικογένεια του αιτητή στο σπίτι του, όπου συνειδητοποίησαν ότι είχαν συγγενική σχέση. Ωστόσο, όπως δήλωσε ο αιτητής η συνάντηση εξελίχθηκε σε καυγά μεταξύ των δύο οικογενειών. Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η οικογένεια της κοπέλας κατηγόρησε τελικά τον ίδιο για βιασμό, καθώς δεν μπορούσαν να κινηθούν νομικά εναντίον του εργοδότη του λόγω της ισχυρής θέσης που κατείχε. Η οικογένεια της κοπέλας υπέβαλε μήνυση εναντίον του και έλαβε κλήση από το Δικαστήριο. Ο πατέρας του φοβήθηκε για την ασφάλειά του και του πρότεινε να κρυφτεί στην περιοχή Bas Kongo. Όμως, ακόμη και εκεί, συνέχισε να λαμβάνει ειδοποιήσεις ενώ εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης εναντίον του.

 

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, η αστυνομία τον αναζητούσε αλλά δεν κατάφερε να τον εντοπίσει.  Ισχυρίστηκε ότι επικοινώνησε με τον εργοδότη του για να του εξηγήσει την κατάσταση, αλλά ο εργοδότης του, του ανέφερε πως εάν συλληφθεί, θα καταστρέψει τη φήμη του και απείλησε να τον σκοτώσει.  Όπως ισχυρίστηκε, απέστειλε έναν από τους σωματοφύλακές του, ο οποίος τον προειδοποίησε ότι ο εργοδότης του σχεδίαζε να τον σκοτώσει και του συνέστησε να κρυφτεί. Αργότερα, ο αιτητής τηλεφώνησε και πάλι στον εργοδότη του, ο οποίος τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει, διότι του κατέστρεψε την φήμη του. Ο εργοδότης του απέστειλε και πάλι τον σωματοφύλακα με έναν φάκελο που περιείχε χρήματα και την εντολή να εγκαταλείψει τη χώρα, διαφορετικά θα τον σκότωνε. Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι με αυτά τα χρήματα επικοινώνησε με τον Papa Mara, ο οποίος μέσω κάποιων επαφών στην Κινσάσα διευθέτησε την αναχώρησή του από την χώρα. Τόνισε ότι αν δεν του παρασχεθεί διεθνής προστασία, κινδυνεύει η ζωή του. Δήλωσε επίσης ότι, μετά την αναχώρησή του από την χώρα καταγωγής του, άτομα με όπλα απείλησαν την οικογένειά του. Εντόπισαν τη μητέρα του, την απείλησαν και εκείνη υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου και απεβίωσε μετά από λίγες ημέρες. (Για όλα τα ανωτέρω βλ. ερυθρό 35 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

 

Κατά το στάδιο των διευκρινήσεων δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα γεγονότα της αφήγησής του.  Σε σχέση με τον Massamba Kinuani, ο αιτητής ανέφερε ότι είναι στενός φίλος και σύμβουλος του προέδρου της χώρας, ότι είναι παντρεμένος και έχει ένα τέκνο (ερυθρό 34, του διοικητικού φακέλου). Ανέφερε περαιτέρω, ότι η προεδρία της χώρα βρίσκεται στην περιοχή Ngaliema και ότι είναι δύσκολο για εκείνον να αναφέρει την πλήρη διεύθυνση αλλά γνωρίζει πώς να φτάσει εκεί οδηγώντας. Όταν του επισημάνθηκε ότι, σύμφωνα με πληροφορίες η προεδρία της χώρα βρίσκεται στην περιοχή Gombe, ο αιτητής απάντησε ότι ίσως έχει αλλάξει διεύθυνση. Κληθείς να προσδιορίσει μια τυπική ημέρα στην εργασία του, ο αιτητής δήλωσε ότι έκανε ψώνια για λογαριασμό του αφεντικού του και ότι μετέφερε τον ίδιο και άλλα άτομα  (ερυθρό 32 2χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχετικές ερωτήσεις ως προς την συμμορία, η οποία τον αναζητούσε και τον πλησίασε, ο αιτητής δήλωσε ότι ήταν συνολικά 7 άτομα και ανέφερε πως δεν γνωρίζει τα εν λόγω άτομα και ότι ήταν νεαροί, οι οποίοι ονομάζονται “Kuluna” και φέρουν μαχαίρια (ερυθρό 31 2χ, του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να προσδιορίσει τις απειλές που δέχτηκε από τα εν λόγω άτομα, ισχυρίστηκε ότι έφεραν μανσέτες, σιδερένια αντικείμενα και ένας από αυτούς τον χτύπησε στο πρόσωπο, ενώ ένας άλλος στο κεφάλι, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις του (ερυθρό 30 3χ, του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ανέκτησε τις αισθήσεις του μετά από δύο ημέρες, ενώ νοσηλεύτηκε για διάστημα τριών εβδομάδων στο Νοσοκομείο (ερυθρό 29 1χ, 2χ, του διοικητικού φακέλου). Ο αιτητής ανέφερε ότι δεν υπέβαλε καταγγελία εναντίον τους, διότι δεν είχε την οικονομική δυνατότητα (ερυθρό 28 2χ, του διοικητικού φακέλου). 

 

Ο αιτητής πρόσθεσε ότι υποβλήθηκε καταγγελία εις βάρος του από την οικογένεια της κοπέλας και του εστάλη κλήση προς εμφάνιση στο δικαστήριο, σύμφωνα με την οποία όφειλε να παρουσιαστεί ενώπιον του δικαστηρίου, χωρίς να αναφέρεται συγκεκριμένος λόγος (ερυθρό 26 1χ, του διοικητικού φακέλου). Ανέφερε ότι στη συνέχεια ακολούθησε δεύτερη κλήση, ενώ ισχυρίστηκε ότι εκδόθηκε και ένταλμα σύλληψης εναντίον του και οι αρχές τον αναζήτησαν, χωρίς να καταφέρουν να τον εντοπίσουν.  Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει εάν κατηγορήθηκε επίσημα, απάντησε πως ο πατέρας του ήταν εκείνος που έλαβε τα έγγραφα και ότι ο ίδιος δεν γνώριζε επακριβώς το περιεχόμενό τους (ερυθρό 26 1χ, του διοικητικού φακέλου), επειδή φοβόταν να διαβάσει το περιεχόμενο των εγγράφων.  Όταν ερωτήθηκε γιατί δεν παρουσιάστηκε στο δικαστήριο, απάντησε πως φοβόταν τη σύλληψη. Δήλωσε πως κατάφερε να εγκαταλείψει νόμιμα τη χώρα μέσω του αεροδρομίου, υποστηρίζοντας ότι το ένταλμα σύλληψής του δεν είχε σταλεί στις αρχές του αερολιμένα (ερυθρό 26 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Αναφορικά με την απειλή που δέχτηκε από τον εργοδότη του, ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβήθηκε πολύ, διότι είχε πολλές πληροφορίες και αισθανόταν ότι κινδύνευε η ζωή του. Όταν ερωτήθηκε για τις αντιφάσεις ανάμεσα σε όσα ανέφερε κατά την καταγραφή της αίτησή του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και σε όσα δήλωσε κατά την προφορική του συνέντευξη, ειδικότερα ότι είχε εργαστεί ως οδηγός συμβούλου του Προέδρου και ότι σύχναζε στο σπίτι της ερωμένης του ανώτερου του —με την οποία τελικά διαπίστωσε ότι είχαν συγγενική σχέση— απάντησε ότι εκείνες οι πληροφορίες δεν γράφτηκαν από τον ίδιο (ερυθρό 25 1χ, του διοικητικού φακέλου).  Τέλος, ερωτηθείς τι θα μπορούσε να του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε ότι φοβάται πως θα τον σκοτώσουν. Υποστήριξε ότι κινδυνεύει τόσο από τον πρώην εργοδότη του όσο και από την οικογένειά του (ερυθρό 25, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τους ισχυρισμούς που παρέθεσε στην αφήγησή του ο αιτητής, διέκρινε στην έκθεση - εισήγησή του τρείς ουσιώδεις ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του αιτητή ως κατωτέρω: (1) Τα προσωπικά στοιχεία, την χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, (2) Ο αιτητής εργαζόταν ως οδηγός για τον κ. Massamba Kinuani, σύμβουλο του Προέδρου της ΛΔΚ και (3)  Ο αιτητής καταζητείτο από την αστυνομία, καθώς η σύντροφος του αφεντικού του τον κατηγόρησε για βιασμό.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτούς τους ισχυρισμούς του αιτητή ως προς τα προσωπικά του στοιχεία καθώς οι δηλώσεις του αιτητή κρίθηκαν σαφείς, συνεκτικές ενώ διασταυρώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.  Αντιθέτως, αναφορικά με τον δεύτερο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις του αιτητή κρίνονται ως ασυνεπείς, ασύνδετες, ανεπαρκώς λεπτομερείς και ασαφείς. Ειδικότερα, ο λειτουργός καταγράφει ότι οι δηλώσεις του αιτητή σχετικά με το επάγγελμά του στερούνται επαρκών λεπτομερειών και σαφήνειας. Σύμφωνα με τον λειτουργό ο αιτητής δεν παρείχε ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με το αφεντικό του, καθώς δεν γνώριζε καμία πληροφορία σχετικά με τον ρόλο του κ. Kinuani στο γραφείο του Προέδρου. Επιπλέον, δεν ήταν σε θέση να δώσει αρκετές πληροφορίες για την οικογένεια του αφεντικού του. Ανέφερε ότι ο κ. Kinuani είναι παντρεμένος, αλλά δεν γνώριζε το όνομα της συζύγου του, πού βρίσκεται και πόσα παιδιά έχουν (ερυθρό 34 1χ, του διοικητικού φακέλου).

 

Περαιτέρω, ο λειτουργός παρατηρεί στην αφήγησή του Αιτητή, ασυνέπειες ως προς τον τόπο εργασίας του κ. Kinuani. Ο Αιτητής δήλωσε ότι το αφεντικό του εργαζόταν στην προεδρία της ΛΔΚ που βρίσκεται στην κοινότητα Ngaliema. Ωστόσο, η επίσημη κατοικία του Προέδρου της ΛΔΚ, βρίσκεται στη Gombe, ενώ το κοινοβούλιο, η γερουσία και η εθνοσυνέλευση της ΛΔΚ εδρεύουν στη Lingwala της Κινσάσα. Ο λειτουργός καταγράφει πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να διευκρινίσει τις ανωτέρω ασυνέπειες (ερυθρό 34 2x, του διοικητικού φακέλου). Επιπλέον, παρατηρεί χρονικά και λογικά κενά, ειδικά όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο βρήκε αυτή τη θέση, τη διαδικασία πρόσληψης και τα καθημερινά του καθήκοντα ως οδηγός (ερυθρά 33 1x, 33 2x και 32 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός σημειώνει ότι οι δηλώσεις του αιτητή σχετικά με το επάγγελμά του δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Ο αιτητής δεν υπέβαλε κανένα έγγραφο προς υποστήριξη του ισχυρισμού του. Αναφορικά με το επάγγελμα του κ. Kinuani, οι πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του αναφέρουν ότι είναι "ειδικός απεσταλμένος του Προέδρου”. Αναφορικά με τον τόπο εργασίας του κ. Kinuani, εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνουν ότι η επίσημη κατοικία του Προέδρου της ΛΔΚ βρίσκεται στην περιοχή Gombe και το κοινοβούλιο, η γερουσία και η εθνοσυνέλευση της ΛΔΚ εδρεύουν στη Lingwala, στην Kinshasa, αντίθετα με τη δήλωση του Αιτητή ότι η προεδρία, δηλαδή ότι ο τόπος εργασίας του αφεντικού του, βρίσκεται στη Ngaliema (βλ. ερυθρά 53 και 54, του διοικητικού φακέλου). Σύμφωνα με τον  λειτουργό, δεν τεκμηριώνεται η εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του αιτητή και κατά συνέπεια, δεν αποδέχτηκε τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό.

 

Ομοίως, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε και τον τρίτο ισχυρισμό του αιτητή, καθώς έκρινε τις δηλώσεις του ασυνεπείς, ασύνδετες, ανεπαρκώς λεπτομερείς και ασαφείς. Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι το αφεντικό του κακοποιούσε σεξουαλικά νεαρές γυναίκες και ανήλικα κορίτσια και ότι βίασε την κοπέλα με την οποία διατηρούσε σχέση, καθώς ήταν ανήλικη. Ωστόσο, όταν του ζητήθηκε, ο αιτητής αρνήθηκε να καταθέσει εναντίον του αφεντικού του. Τότε κατηγορήθηκε από την οικογένεια της κοπέλας ως ο άνθρωπος που βίασε την κόρη τους. Σύμφωνα με τον λειτουργό, οι δηλώσεις του αιτητή σχετικά με τον λόγο που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του στερούνται συνοχής, επαρκών λεπτομερειών και σαφήνειας. Ο αιτητής ανέφερε ότι το αφεντικό του βίαζε κορίτσια, αλλά όταν ρωτήθηκε σχετικά με αυτή τη δήλωση, δεν μπορούσε να δώσει καμία πληροφορία πέραν του ότι "η κοπέλα που έβγαινε ήταν ανήλικη". Ο αιτητής επίσης δεν μπόρεσε να δώσει ικανοποιητικές πληροφορίες για την εν λόγω κοπέλα. Η αφήγησή του και οι απαντήσεις του σχετικά με το πότε συνειδητοποίησε ότι ήταν ανήλικη και τον τρόπο με τον οποίο ανακάλυψαν ότι είναι συγγενείς, επίσης στερούνταν συνοχής και συνέπειας (βλ. ερυθρά 32 2x, 31 1x και 28 2x, του διοικητικού φακέλου).

 

Ο λειτουργός καταγράφει επιπλέον ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με συνεκτικό τρόπο για ποιο λόγο τελικά κατηγορήθηκε αυτός για τον βιασμό της, παρόλο που δεν είχε καμία προσωπική σχέση μαζί της (βλ. ερυθρά 30 2x, 3x και 28, του διοικητικού φακέλου).   Επιπλέον, ο αιτητής δεν γνώριζε καμία πληροφορία σχετικά με την κατηγορία εις βάρος του και την κλήση να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Επαναλάμβανε μόνο ότι ο πατέρας του έλαβε την κλήση και τον συμβούλεψε να εγκαταλείψει την Κινσάσα. Επίσης, παρατηρήθηκαν ασυνέπειες σχετικά με τον τρόπο που ο αιτητής κατάφερε να εγκαταλείψει νόμιμα τη χώρα ενώ καταζητείτο. Ο λειτουργός καταγράφει ότι δόθηκε στον αιτητή η ευκαιρία να εξηγήσει πώς κατάφερε να διαφύγει, αλλά η εξήγησή του ότι "με έψαχναν να με συλλάβουν από το δικαστήριο, όχι από το αεροδρόμιο" δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητική. Τέλος, ο αιτητής δεν παρείχε καμία αιτιολόγηση για τις διαφορετικές δηλώσεις που υπέβαλε κατά την καταγραφή της αίτησής του, σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και αφορούν τον πυρήνα του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού (βλ. ερυθρό 25 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, ο λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του αιτητή σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.  Περαιτέρω, σημειώνει ότι ο αιτητής δεν προσκόμισε κανένα έγγραφο προς υποστήριξη του ισχυρισμού του. Όσον αφορά το έγκλημα του βιασμού, οι πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του αναφέρουν ότι "ο νόμος περί σεξουαλικής βίας ποινικοποιεί τον βιασμό όλων των ατόμων, αλλά ο νόμος δεν εφαρμοζόταν συχνά. Ο βιασμός και άλλες μορφές σεξουαλικής και έμφυλης βίας ήταν διαδεδομένες σε όλη τη χώρα, ακόμη και σε περιοχές χωρίς ένοπλες συγκρούσεις. Τα θύματα σπάνια το ανέφεραν για πολιτιστικούς και κοινωνικούς λόγους και οι δράστες σπάνια τιμωρούνταν". Τέλος, ο λειτουργός, έκρινε πώς η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί και δεν αποδέχτηκε τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό στο σύνολό του.

 

Υπό το φως του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία του αιτητή και λαμβάνοντας υπόψη ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του την πόλη Kinshasha της Λ.Δ.Κ.,  ο αρμόδιος λειτουργός συνήγαγε κατά την αξιολόγηση κινδύνου, αφού παρέθεσε πληροφορίες αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση στη χώρα καταγωγής του, ότι ο αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο λειτουργός κατέληξε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτητή σε ένα από τους λόγους που εξαντλητικά προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου, κατέληξε πως δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς.  Αναφορικά με το άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου, του Ν. 6 (Ι)/2000, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι δεν υφίστανται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasha στην Λ.Δ.Κ., ο αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, αφού σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Kinshasa δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός κατέληξε ότι ο αιτητής δεν δύναται να υπαχθεί ούτε σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και συνεπώς το αίτημα του απορρίφθηκε στο σύνολό του.  Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης υιοθέτησε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου και απέρριψε το αίτημα του αιτητή.

 

Θα πρέπει να αναφερθεί πως η συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια του πρώτου λόγου ακυρώσεως, εισηγείται πως το αρμόδιο όργανο δεν έλαβε υπόψη του πως εάν ο αιτητής επιστρέψει στη χώρα του υπάρχει το ενδεχόμενο να χτυπηθεί εκ νέου από τα πρόσωπα που τον χτύπησαν και να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του.  Επιπλέον, αναφέρει πως ο λειτουργός παραλείπει τον ισχυρισμό του αιτητή περί του ότι ο εργοδότης του τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει σε περίπτωση που αναφερόταν το όνομά του στην υπόθεση αυτή και λάμβανε το ζήτημα δημοσιότητα.  Η συνήγορος του αιτητή εισηγείται πως είναι χαμηλό το επίπεδο της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στην Κινσάσα, εφόσον ο αιτητής είχε έντονο πόνο στην κοιλιά και εικάζει ότι είχε σκωληκοειδίτιδα και αναφέρει πως έχει σοβαρά θέματα υγείας τα οποία δεν θα μπορεί να αντιμετωπίσει.

 

Θα πρέπει να αναφερθεί πως ο προαναφερόμενος ισχυρισμός για τα ζητήματα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης προβάλλεται με γενικό και αόριστο τρόπο και ο αιτητής δεν προσκόμισε οτιδήποτε ενώπιον μου που να συγκεκριμενοποιεί οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας του, το οποίο να είναι σοβαρό και να μην έχει τη δυνατότητα να το αντιμετωπίσει στη χώρα του.  Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται εφόσον προβάλλεται με γενικό και αόριστο τρόπο.  Γενικός και αόριστο κρίνεται επίσης και ο ισχυρισμός του αιτητή περί του ότι σε περίπτωση επιστροφής του υπάρχει η πιθανότητα να χτυπηθεί εκ νέου από πρόσωπα που τον χτύπησαν στο παρελθόν και κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός εφόσον δεν τεκμηριώνει τον προαναφερόμενο ισχυρισμό του.

 

Σημειώνεται ότι ούτε κατά την ενώπιον μου διαδικασία αλλά και ούτε μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης  προσέθεσε άλλα στοιχεία και/ή πληροφορίες που να ανατρέπουν την αξιολόγηση των καθ' ων η αίτηση και να τεκμηριώνουν το αίτημά του. Οι ασάφειες που εντοπίστηκαν τέθηκαν ενώπιον του αιτητή και είχε τη δυνατότητα στην ενώπιον μου διαδικασία με το ορθό δικονομικό διάβημα, να καλύψει τα κενά, τις ανακρίβειες, τις αντιφάσεις και τις αοριστίες που προέβη κατά το αφήγημά του και διατυπώθηκαν στην έκθεση/εισήγηση το αρμόδιου λειτουργού.

 

Ανεξάρτητα από τα ανωτέρω ζητήματα, θα πρέπει να αναφερθεί πως κατόπιν μελέτης της Έκθεσης–Εισήγησης και υπόδειξης του ζητήματος αυτού από τη συνήγορο του αιτητή, παρατηρώ ότι ουδεμία αναφορά εντοπίζεται, αλλά ούτε και αξιολόγηση διενεργήθηκε από πλευράς των καθ΄ ων η αίτηση αναφορικά με το ότι ο εργοδότης του τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει σε περίπτωση που αναφερόταν το όνομά του στην υπόθεση αυτή και λάμβανε το ζήτημα δημοσιότητα.  Φαίνεται πως το ζήτημα αυτό δεν λήφθηκε υπόψη και διακρίνω πως υπάρχει σφάλμα στη διερευνητική διαδικασία που ακολούθησε το αρμόδιο όργανο, με αποτέλεσμα να μην διεξαχθεί η δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.  Διαφαίνεται πως ο αρμόδιος λειτουργός παρέλειψε να σχηματίσει και να εξετάσει αυτοτελώς τον προαναφερόμενο ξεχωριστό ουσιώδη ισχυρισμό που προκύπτει από τα λεγόμενα του αιτητή κατά τη συνέντευξή του, ενώ του υποβλήθηκαν ερωτήσεις επί τούτου.

                                                                                          

Υπό το φως των ανωτέρω, καταλήγω ότι πάσχει η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας με αναπόφευκτο αποτέλεσμα την ανεπαρκή αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εφόσον δεν έλαβε υπόψη του το αρμόδιο όργανο όλα τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν τον πυρήνα του αιτήματος του αιτητή. Ωστόσο, η κατάληξη μου ως προς το ότι πάσχει η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν καθορίζει την τύχη της υπό κρίση προσφυγής, ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου να προβαίνει σε έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν.

 

Σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 11 (3) (α) (i) και (ii) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, Ν. 73 (Ι)/2018 καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου καθώς αναφέρει ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας όπως προβεί στον έλεγχο νομιμότητας και ορθότητας της υπόθεσης ως προς τα γεγονότα και ζητήματα που διέπουν την παρούσα υπόθεση, καθώς και των αναγκών διεθνούς προστασίας.  Ως εκ τούτου, στα πλαίσια των εξουσιών που προβλέπονται στο άρθρο 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), εφόσον το υλικό που αφορά τους ισχυρισμούς του αιτητή βρίσκεται ενώπιον μου, προχωρώ στην αξιολόγηση του υπό εξέταση αιτήματος, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου.  Ενόψει του σφάλματος αυτού θεώρησα αναγκαίο να σχηματίσω τέταρτο ουσιώδη ισχυρισμό σε σχέση με τις απειλές που ισχυρίστηκε ότι δέχτηκε από τον εργοδότη του.

 

Στα πλαίσια εξέτασης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, προχωρώ να εξετάσω κατ' ουσίαν το αίτημα του αιτητή λαμβάνοντας υπόψη βεβαίως όλα όσα τέθηκαν ενώπιον μου από τη συνήγορό του αλλά και από τη συνήγορο που εκπροσωπεί τους καθ' ων η αίτηση.  Αναφορικά με τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Υπηρεσία Ασύλου και αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του αιτητή, διαπιστώνω πως ορθώς έχει γίνει αποδεκτός καθώς ο αιτητής κρίθηκε ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του. 

 

Ακολούθως, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου περί αναξιοπιστίας του αιτητή ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό. Ειδικότερα, όπως ορθώς επισημαίνεται στην Έκθεση-Εισήγησή του, ο αιτητής δεν παρέθεσε επαρκείς πληροφορίες και λεπτομέρειες για τον πυρήνα του αιτήματός του.  Ο αιτητής δεν είχε υποστεί οτιδήποτε περαιτέρω ούτε παρουσίασε οτιδήποτε συγκεκριμένο ενώπιον μου που τροποποιεί την εικόνα που διαμορφώθηκε από το λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου ενόψει των ισχυρισμών του, όπως αυτοί καταγράφηκαν με λεπτομέρεια στην έκθεση/εισήγηση του λειτουργού.  Από το αφήγημά του, διαπιστώνεται πως ο αιτητής παρουσίασε τον πυρήνα του αιτήματός του με επιφανειακό τρόπο, με γενικές και αόριστες δηλώσεις οι οποίες δεν παρουσιάζουν βιωματικά περιστατικά και κατά συνέπεια δεν μπορεί να κριθεί εσωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ανέτρεξα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης από τις οποίες προέκυψε πως το “Palace of the Nation” βρίσκεται στην οδό M7XJ+23P, Av. De Lemera, Kinshasa, Congo στην περιοχή Gombe, στην Kinshasa. Το παλάτι χρησιμεύει ως το κύριο κυβερνητικό κτίριο, στεγάζοντας τα γραφεία του Προέδρου, των υπουργών και άλλων κυβερνητικών αξιωματούχων.[1] Από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, διαφαίνεται ότι ο Kinuani Kamitatu Massamba ήταν ειδικός σύμβουλος του Προέδρου της ΛΔΚ, Felix Tshiekedi .[2] Σε έτερο άρθρο ο Kinuani Kamitatu Massamba αναγράφεται ως πολιτικός παράγοντας και στέλεχος του UDPS.[3]  Ο Felix Tshisekedi είναι πολιτικός της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ), πρόεδρος της Δημοκρατίας από τις 24 Ιανουαρίου 2019.[4] Ανώτερο στέλεχος της UDPS (Ένωση για τη Δημοκρατία και την Κοινωνική Πρόοδο), του κόμματος του οποίου ηγείτο ο πατέρας του, o Etienne Tshisekedi, εξελέγη εθνικός βουλευτής το 2011.

 

Συνεπώς, επιβεβαίωσα από τις πηγές πληροφόρησης το εύρημα του λειτουργού ότι τα όσα δήλωσε ο αιτητης επί τούτου, δεν συνάδουν με τις πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του.  Σίγουρα δεν θα μπορούσε να εντοπιστεί εάν ο αιτητής ήταν ο οδηγός του συμβούλου του Προέδρου από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης λόγω του προσωπικού χαρακτήρα του ισχυρισμού του, αλλά ενόψει του ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παρέχει πληροφορίες για την εργασία του, ούτε ήταν πειστικός στο αφήγημά του εφόσον δεν τεκμηρίωσε την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του.  Κατά συνέπεια, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός συνδέεται με τον δεύτερο ισχυρισμό και είναι σαφές πως εφόσον δεν έγινε αποδεκτός ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός κλονίζεται η αξιοπιστία και του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού. Θα πρέπει βέβαια να επισημανθεί πως ο αιτητής κατά το αφήγημά του υπέπεσε σε αντιφάσεις τις οποίες δεν διευκρίνισε παρόλο που του δόθηκε η δυνατότητα. Επίσης κατά το αφήγημά του, προέβη σε γενικές και αόριστες αναφορές και δεν ήταν λεπτομερής κατά τις τοποθετήσεις του προκειμένου να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του.  Συμφωνώ απόλυτα με τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου και δεν τέθηκε οτιδήποτε ενώπιον μου από τον αιτητή που να διαφοροποιεί την εικόνα που προκύπτει από το διοικητικό φάκελο της Υπηρεσίας Ασύλου.  Κατά συνέπεια, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του.

 

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του προαναφερόμενου ισχυρισμού ανέτρεξα σε πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του αιτητή, προκειμένου να επιβεβαιώσω τους ισχυρισμούς του.  Σε έκθεση του Υπουργείου Εσωτερικών των ΗΠΑ για την κατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ΛΔΚ, η οποία δημοσιεύτηκε εντός του 2024, σημειώνεται πως ο νόμος για τη σεξουαλική βία ποινικοποιεί τον βιασμό, ωστόσο ο νόμος συχνά δεν εφαρμόζεται. Περαιτέρω, ο νομικός ορισμός του βιασμού δεν περιλαμβάνει τον βιασμό από τον σύζυγο ή τον βιασμό από στενό σύντροφο. Διεθνείς οργανισμοί και τοπικές ΜΚΟ αναφέρουν ότι οι γυναίκες που επέζησαν από βιασμό αναγκάζονται μερικές φορές να πληρώσουν πρόστιμο για να επιστρέψουν στις οικογένειές τους και να αποκτήσουν πρόσβαση στα παιδιά τους. Οι γυναίκες που επέζησαν βιασμού ή σεξουαλικής επίθεσης συχνά στιγματίζονται ή απορρίπτονται από τις κοινότητές τους. Οι περισσότερες επιζήσασες βιασμού δεν ακολουθούν την επίσημη νομική οδό λόγω ανεπαρκών πόρων, έλλειψης εμπιστοσύνης στο δικαστικό σύστημα, οικογενειακής πίεσης και φόβου ότι ενδέχεται να υποβληθούν σε ταπείνωση, αντίποινα ή και τα δύο.[5]

 

Σε σχέση δε με τις γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε σεξουαλική κακοποίηση, παρατηρήσεις της Επιτροπής για την Εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών επισημαίνουν την ύπαρξη στίγματος[6], ενώ άρθρο του Τομέα Πληθυσμού του Ο.Η.Ε. (UN Population Fund) σε άρθρο του Αυγούστου του 2023 τονίζει ότι οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι περισσότερες από 1 εκατομμύριο γυναίκες το 2023 κινδύνευσαν από βία λόγω φύλου, ιδιαίτερα σεξουαλική βία, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό[7]. Σε άρθρο του UN Women του 2023 καταγράφεται πως το «52% των γυναικών στη ΛΔΚ είναι επιζήσασες ενδοοικογενειακής βίας και το 39% των γυναικών στη χώρα έχουν απειληθεί ή έχουν υποστεί βλάβη»[8].

 

Αν και οι δηλώσεις του αιτητή φαίνεται να συνάδουν σε ένα βαθμό με πληροφορίες που αντλούνται από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση στη χώρα καταγωγής του, σε σχέση με την σεξουαλική βία στη χώρα του, η εξωτερική αξιοπιστία δεν αρκεί από μόνη της για να τεκμηριώσει την αλήθεια των ισχυρισμών του.  Ούτως ή άλλως, οι πηγές πληροφόρησης δεν επιβεβαίωσαν τον ισχυρισμό του, ούτε αναμένετο κάτι τέτοιο, εφόσον δεν θα μπορούσε να εντοπιστεί το ένταλμα σύλληψης εναντίον του για τη σεξουαλική κακοποίηση για την οποία ισχυρίζεται ότι κατηγορείται.  Για να καταστούν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί του, απαιτείται να συνοδεύονται από σαφή, λεπτομερή και εξατομικευμένα στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή.  Οι δηλώσεις του αιτητή κρίνω ότι είναι ασαφείς και επιφανειακές, στερούμενες τις αναγκαίας πειστικότητας ώστε να θεμελιώνουν το αίτημά του.  Ο αιτητής δεν εξήγησε πειστικά πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, αφού καταζητείται, ούτε ήταν πειστικός ο λόγος για τον οποίο ο αιτητής κατηγορήθηκε γι’ αυτό το βιασμό ενώ δεν είχε καμία εμπλοκή.  Κατά συνέπεια, ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

Ο τέταρτος ουσιώδης ισχυρισμός περί του ότι ο εργοδότης του τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει σε περίπτωση που αναφερόταν το όνομά του στην υπόθεση αυτή και λάμβανε το ζήτημα δημοσιότητα, συνδέεται με τον δεύτερο ισχυρισμό και είναι σαφές πως εφόσον δεν έγινε αποδεκτός ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός κλονίζεται η αξιοπιστία και του τέταρτου ουσιώδους ισχυρισμού.  Ο αιτητής δεν προσκόμισε στοιχεία από τα οποία να περιγράφει με σαφήνεια τις απειλές που δέχτηκε από τον εργοδότη του, ούτε προσκόμισε μαρτυρία ενώπιον μου από την οποία να διαφαίνεται ότι θα τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.  Αρκέστηκε στο να αναφέρει πως αν ο αιτητής συλληφθεί ότι ο εργοδότης του θεωρούσε ότι θα καταστρέψει τη φήμη του και του ζήτησε να εγκαταλείψει τη χώρα.  Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν τεκμηριώνουν την αξιοπιστία των λεγομένων του και δεν διαφαίνεται ο αιτητής εσωτερικά αξιόπιστος στις δηλώσεις του.  Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού, λόγω της προσωπικής φύσης των εξιστορισθέντων περιστατικών, δεν προέκυψε κάποιο στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας προς επιβεβαίωση ή μη του υπό εξέταση ισχυρισμού. Ως εκ τούτου,  στη βάση της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή, ο υπό εξέταση ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός ως αξιόπιστος καθώς διαφαίνεται πως τα όσα ανέφερε ο αιτητής κατά το αφήγημά του δεν αντικατοπτρίζουν βιωματική εμπειρία.

 

Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε ο αιτητής δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του. O αιτητής είχε την ευκαιρία στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία να προσκομίσει με το ορθό δικονομικό διάβημα οτιδήποτε θεωρούσε ότι έπρεπε να γνωρίζει το Δικαστήριο πράγμα που δεν έπραξε.  Όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν προώθησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.  Τα στοιχεία αυτά, δεν θα μπορούσαν να εντάξουν τον αιτητή στην έννοια του πρόσφυγα έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το προαναφερόμενο άρθρο, όσο και από το άρθρο 1 Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (§37,38 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών). 

 

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου, διαφαίνεται πως ο αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα (άρθρο 3, του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000). Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται επικουρική προστασία.

 

Η μελέτη των στοιχείων του διοικητικού φακέλου δεν στοιχειοθετούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στον αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1) του Ν. 6 (Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19 του Ν. 6 (Ι)/2000, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619.

 

 Υπό το φως των εν λόγω δεδομένων στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, θα διεξάγω έρευνα σε πηγές πληροφόρησης, για σκοπούς πληρότητας σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας  στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του αιτητή, όπου αναμένεται ότι θα επιστρέψει.

 

Σύμφωνα με το portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, «η Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό είναι αναμεμειγμένη σε διάφορες μη- διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στην επικράτειά της εναντίον αριθμού μη κρατικών ένοπλων ομάδων»[9]. To δε International Crisis Group, σε έκθεση για τη ΛΔΚ το 2024 αναφέρει ότι ένοπλες συγκρούσεις εξακολουθούν να εντοπίζονται στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ όπως το Nord-Kivu, το Sud-Kivu και το Ituri, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά είτε στην πόλη Kinshasa ή στην ομώνυμη περιφέρεια[10]. Έκθεση του Amnesty International η οποία καλύπτει το έτος 2023 επιβεβαιώνει πως δεκάδες ένοπλες ομάδες παρέμειναν ενεργές, κυρίως στις ανατολικές επαρχίες Ituri, Nord-Kivu και Sud-Kivu[11]  Στο ίδιο πλαίσιο και έκθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών του Ιουνίου 2024 αναφέρει πως η κατάσταση ασφαλείας και η ανθρωπιστική κατάσταση στο ανατολικό Κονγκό συνέχισε να χειροτερεύει.

 

Σύμφωνα με άρθρο στον ιστοσελίδα του Al Jazeera, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 24 Μαρτίου 2025, αναφέρεται πως η βία έχει αυξηθεί στις ανατολικές επαρχίες από τους αντάρτες της M23. Καταγράφεται μεγάλος εκτοπισμός στην περιοχή. Τον Ιανουάριο, η M23 κατέλαβε τον έλεγχο της Goma, της πρωτεύουσας του Βόρειου Κίβου, πριν καταλάβει το Bukavu, την πρωτεύουσα του γειτονικού Νότιου Κίβου, τον Φεβρουάριο. Έκτοτε συνέχισαν την ανάπτυξη τους προς τα δυτικά[12]. Έτερη πηγή σημειώνει πως μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου 2025 η M23 έλεγχε «πρακτικά ολόκληρη την επαρχία του North Kivu»[13]. Στις 16 Φεβρουαρίου του 2025 πήρε τον έλεγχο της Bukavu, πρωτεύουσα του Νότιου Kivu[14]. Τουλάχιστον 500.000 άτομα εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό λόγω συγκρούσεων και βίας στο Βόρειο και Νότιο Κίβου μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 20ης Φεβρουαρίου 2025, και περισσότερα από 73.000 άτομα τράπηκαν σε φυγή σε γειτονικές χώρες[15].

 

Αναφορικά με την Κινσάσα, πρόσφατη έκθεση της Cedoca εστιασμένη στην κατάσταση ασφαλείας στην ΛΔΚ, καταγράφει πως κατά το έτος  2024 αναφέρθηκαν σποραδικά περιστατικά ασφαλείας, όπως διαδηλώσεις, μια απόπειρα πραξικοπήματος, απόδραση από τις φυλακές Makala, καθώς και ορισμένα επεισόδια στη αγροτική περιοχή της κοινότητας Maluku, εξαιτίας της σύγκρουσης που εκτυλίσσεται στη γειτονική επαρχία Mai-Ndombe […]. Από την επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στα ανατολικά το 2025, εκτός από τις διαδηλώσεις προς τις δυτικές πρεσβείες, δεν έχουν αναφερθεί περιστατικά ασφαλείας στην Κινσάσα[16]. Στις 29 Ιανουαρίου 2025, αγανακτισμένοι διαδηλωτές βανδάλισαν δυτικές πρεσβείες διαμαρτυρόμενοι για την αδράνειας της διεθνούς κοινότητας απέναντι στην διαμάχη που μαίνεται στην Goma[17].

 

Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας αναφορικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη ΛΔΚ, η οποία καλύπτει το έτος 2024, αναφέρει ότι «η ένοπλη σύγκρουση στα ανατολικά συνεχίστηκε καθώς οι πολιτικές διαδικασίες είχαν σταματήσει. Σε εθνικό επίπεδο, πραγματοποιήθηκαν διαδηλώσεις —μεταξύ άλλων και στην πρωτεύουσα Κινσάσα— σχετικά με τη σύγκρουση ανάμεσα στο Κίνημα της 23ης Μαρτίου (M23), ένοπλη οργάνωση που φέρεται να υποστηρίζεται από τη Ρουάντα, και τις κυβερνητικές δυνάμεις της ΛΔΚ και τους συμμάχους τους. Οι διαδηλώσεις είχαν επίσης στόχο τη φερόμενη υποστήριξη από δυτικές χώρες, όπως η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ. Η διακοινοτική βία επεκτάθηκε στις επαρχίες Κασάι, Κουάνγκο, Κουίλου, Μάι-Ντόμπε και Τσόπο, προκαλώντας περαιτέρω σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων».[18]

 

Σύμφωνα με έρευνα στη βάση δεδομένων ACLED κατά το τελευταίο έτος  (Σεπτ.2024-Αύγ.2025) σημειώθηκαν στην επαρχία στην επαρχία Kinshasa συνολικά 125 περιστατικά ασφαλείας (ήτοι διαδηλώσεις, πολιτική βία, τρομοκρατική δραστηριότητα, ανταρσία, καταστολή, βιαιότητες, εμπλοκή ξένων δυνάμεων) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 235 απώλειες.[19] O συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Kinshasa ανέρχεται στους 17.032.300 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις του 2024[20].

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του όπου αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του να τεθεί σε κίνδυνο η ζωή του. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, υγιής, πλήρως ικανός προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του.  Ο αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω παρατέθηκαν και το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι ορθώς κρίθηκε επί της ουσίας ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή για την παραχώρηση σε αυτόν συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Ενόψει της κατάληξής μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα.  

 

 

 

 

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1]Google maps, Palace of The Nation, available at: https://www.google.com/maps/place/Palace+of+the+Nation/@-4.3024236,15.2801884,17z/data=!3m1!4b1!4m6!3m5!1s0x1a6a33c7855b9219:0x36a4a5fb5fca3118!8m2!3d-4.3024236!4d15.2801884!16s%2Fm%2F011sn325?entry=ttu&g_ep=EgoyMDI1MDQyMC4wIKXMDSoJLDEwMjExNDUzSAFQAw%3D%3D; Doseeafrica, Palace of the Nation, available at: https://doseeafrica.com/city/first/level/193/-/?tab=attractions&content_id=542&content_name=palace_of_the_nation

[2] Famagusta, Averof: Agreement for the repatriation of immigrants, available at: https://en.famagusta.news/news/kypros/averof-symfonia-gia-epanapatrismo-metanaston,; Africa Intelligence, Tshisekedi inner circle fragmented over handling of $619m Dig Oil arbitration, available at: DRC : Tshisekedi inner circle fragmented over handling of $619m Dig Oil arbitration - 16/09/2020 - Africa Intelligence

[3] Actualite CD, Kinshasa : l'acteur politique et cadre de l'UDPS Kinuani Massamba sensibilise la population de Tshangu à s'enrôler massivement, available at : https://actualite.cd/index.php/2023/01/14/kinshasa-lacteur-politique-et-cadre-de-ludps-kinuani-massamba-sensibilise-la-population

[4] Presidence de la Republique, Félix-Antoine Tshisekedi Tshilombo, available at: https://www.presidence.cd/president/le-president

[5] US Department of State (2024), '2023 Country Reports on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo', διαθέσιμο στη διεύθυνση: Democratic Republic of the Congo - United States Department of State 

[6] CEDAW, 'Concluding observations on the eighth periodic report of the Democratic Republic of the Congo', CEDAW/C/COD/CO/8,(2019),8 διαθέσιμο σε: https://www.ecoi.net/en/file/local/2014966/N1923692.pdf 

[7] UNPF, “Sometimes she was desperate”: How survivors of sexual violence in the Democratic Republic of the Congo are healing with the help of UNFPA’s frontline workers, August 2023, διαθέσιμο σε https://www.unfpa.org/news/%E2%80%9Csometimes-she-was-desperate%E2%80%9D-how-survivors-sexual-violence-democratic-republic-congo-are

[8] UN Women, DRC: Bringing women’s civil society organisations together, 10 July 2023, https://africa.unwomen.org/en/stories/nouvelle/2023/07/rdc-rassemblant-les-organisations-feminines-de-la-societe-civile

[9] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo,  Last updated: Tuesday 14th February 2023, available at: https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord

[10]International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo

[11] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Democratic Republic of the Congo 2023, 24 April 2024 https://www.ecoi.net/en/document/2107871.html 

[12] Al Jazeera, Mapping the human toll of the conflict in DR Congo, https://www.aljazeera.com/news/2025/3/24/mapping-the-human-toll-of-the-conflict-in-dr-congo

[13] ICG, Fall of DRC’s Goma: Urgent Action Needed to Avert a Regional War, 28 January 2025, www.crisisgroup.org/africa/great-lakes/democraticrepublic-congo/fall-drcs-goma-urgent-action-needed-avert-regional-war

[14] La Croix International, Bukavu in Ruins as M23 Rebels Seize Control of DR Congo’s South Kivu, 21 February 2025, https://international.lacroix.com/world/bukavu-in-ruins-as-m23-rebels-seize-control-of-dr-congos-south-kivu ; Institute for the Study of War, M23 Advance Continues Unchallenged, 20 February 2025, https://understandingwar.org/backgrounder/africa-file-february-20-2025-m23-advance-continues-unchallengedsaf-grows-partnerships

[15] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees: UNHCR Position on Returns to North Kivu, South Kivu and Ituri in the Democratic Republic of the Congo - Update IV, March 2025
https://www.ecoi.net/en/file/local/2122583/unhcr_position_on_returns_to_the_drc_-_march_2025_final.pdf 

[16] CGRS-CEDOCA - Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium), COI unit: Republique Democratique du Congo; Situation sécuritaire, 25 February 2025, https://www.cgra.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_rdc._situation_securitaire_20250225_0.pdf σελ.2

[17] Aljazeera, Tyres burned, embassies attacked in DR Congo’s Kinshasa protests, 29/01/2025, https://www.aljazeera.com/gallery/2025/1/29/tyres-burned-embassies-attacked-in-dr-congos-kinshasa-protests

[18] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Democratic Republic of the Congo 2024, 29 April 2025 https://www.ecoi.net/en/document/2124713.html

[19]    Πλατφόρμα ACLED explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με τη χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country Democratic Republic of Congo, Events/Fatalities, Past Year, διαθέσιμη σε Explorer | ACLED


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο