ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
29 Σεπτεμβρίου, 2025
[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
V.A.,
από Νιγηρία
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας,
μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Δικηγόροι για Αιτητή: Ζ. Ποντίκη για Αλ Τάχερ Μπενέτη και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Ν. Νικολάου (κος) για Μ. Τρεμούρη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 10.02.2023, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του δ.φ. ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).
Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας την οποίαν εγκατέλειψε στις 09.03.2022 και αφίχθηκε στις μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του. Ακολούθως, στις 15.03.2022, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές, υποβάλλοντας αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 18.04.2022. Στις 07.02.2023 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδια λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενη ως «η Λειτουργός»), η οποία στις 08.02.2023, υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενη την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, στις 10.02.2023, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και την επιστροφή του στη Νιγηρία, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 14.03.2023 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 09.03.2023. Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρίστηκε από τον Αιτητή, στις 21.03.2023, η υπό κρίση προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε στις 02.05.2023 λόγω μη προώθησης. Ακολούθως, στις 23.05.2023, ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση, στο πλαίσιο εξέτασης της οποίας λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, υπέβαλε αυθημερόν σχετική Έκθεση/Εισήγηση για απόρριψη αυτής ως απαράδεκτης. Η εισήγηση αυτή έγινε αποδεκτή αυθημερόν από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με αποτέλεσμα την απόρριψη της μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή ως απαράδεκτης. Ωστόσο, στις 26.05.2023, κατόπιν διορισμού δικηγόρου, ο Αιτητής καταχώρισε αίτησης επαναφοράς η οποία εγκρίθηκε με έκδοση διατάγματος στις 09.06.2023, με αποτέλεσμα η παρούσα προσφυγή να επαναφερθεί και να τεθεί προς εκδίκαση ενώπιόν του παρόντος Δικαστηρίου.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Εξειδικεύοντας και περιορίζοντας στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου δικηγόρου του, τους εγειρόμενους στην προσφυγή λόγους ακυρώσεως, ο Αιτητής ισχυρίζεται κατά πρώτον ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς επαρκή και/ή δέουσα έρευνα, κατά δεύτερον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη, κατά τρίτον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα και/ή τα γεγονότα της υπόθεσης, κατά τέταρτον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη κατά κατάχρηση και/ή υπέρβαση εξουσίας, και κατά πέμπτον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς να έχει ασκηθεί διακριτική ευχέρεια. Ως προς την ουσία της υπόθεσής του, ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής ο οποίος ήταν τροχονόμος στη χώρα καταγωγής του, έπεσε θύμα πυροβολισμών από κοινού με τρεις συναδέλφους του, ένας εκ των οποίων υπέκυψε στα τραύματα του από σφαίρες που δέχτηκε και ως εκ τούτου, σε περίπτωση επιστροφής του, ο Αιτητής φοβάται πως θα κινδυνεύσει η ζωή του, αναφέρεται δε στις δυσχερείς συνθήκες διαβίωσης λόγω της γενικής ανασφάλειας στη χώρα καταγωγής και στην έλλειψη υποστηρικτικού δικτύου.
Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη, ότι δεν είναι προϊόν πλάνης και ελλιπούς έρευνας, ότι λήφθηκε εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας και ότι δεν ελήφθη καθ’ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Μελετώντας τις εκατέρωθεν αγορεύσεις και σε συμφωνία με τα όσα υποβάλλει η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση, εύκολα διαπιστώνεται ότι πέραν του ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας ο οποίος εγείρεται επί τη βάση μιας σχετικής επιχειρηματολογίας, οι υπόλοιποι λόγοι ακυρώσεως προωθούνται με γενικόλογη, αόριστη και εν πολλοίς ρητορική αναφορά σε σειρά επιχειρημάτων, χωρίς ωστόσο να δίδονται οποιαδήποτε στοιχεία ή επιχειρήματα, που να τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς αυτούς. Πράττει δε τούτο ο Αιτητής, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[1] και παρά την πάγια επί του θέματος θέση της νομολογίας, η οποία έχει πλειστάκις επισημανθεί και από το παρόν Δικαστήριο, ως προς την απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[2].
Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία επί των λόγων ακυρώσεως που προωθούνται χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται έκαστος λόγος ακυρώσεως.[3] Στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθούνται οι ανωτέρω λόγοι ακυρώσεως, ουδόλως εξηγείται με τη γραπτή αγόρευση, που είναι και το μέσο για ανάπτυξη μίας τέτοιας επιχειρηματολογίας. Η παράλειψη αυτή του Αιτητή επηρεάζει αναπόφευκτα τη νομική βάση των προωθημένων λόγων ακυρώσεως καθιστώντας αυτούς ανεπίδεκτους δικαστικής εκτίμησης και κατά τούτο όλοι οι ισχυρισμοί πλην ο αναφερόμενος στην έλλειψη δέουσας έρευνας, απορρίπτονται στο σύνολο τους ως αναιτιολόγητοι, αλλά και αλυσιτελείς.
Ανεξαρτήτως της ως άνω κατάληξης μου, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[4], θα προχωρήσω να εξετάσω πρωτίστως τα ζητήματα αναρμοδιότητας και ακολούθως την ουσία της υπόθεσης σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.
Επί της ουσίας της υπόθεσης σε συνάρτηση και με τον λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας.
Αναφορικά με τη θέση του Αιτητή, ως αυτή προβάλλεται με την κατ' ισχυρισμό έλλειψη δέουσας έρευνας, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση.[5]
Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του δ.φ., εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.
Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία και αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ανέφερε ότι αποχώρησε λόγω ανασφάλειας. Συγκεκριμένα, κατέθεσε ότι ενώ εκτελούσε καθήκοντα τροχονόμου μαζί με συνάδελφό του, σε σημείο όπου οι φωτεινοί σηματοδότες έδωσαν κόκκινο σήμα και όλα τα οχήματα είχαν σταματήσει πλην ενός, το εν λόγω όχημα συνέχισε την πορεία του. Όταν ο συνάδελφος του Αιτητή επιχείρησε να το ακινητοποιήσει και να επιστήσει την προσοχή των επιβαινόντων στην οδική κυκλοφορία, εκείνοι τον πυροβόλησαν και διέφυγαν. Στη συνέχεια, έτερος συνάδελφος του Αιτητή δέχθηκε πυροβολισμό στην πλάτη, ενώ ο ίδιος, όπως ανέφερε, διασώθηκε «με τη βοήθεια του Θεού». Κατόπιν του περιστατικού, ο Αιτητής αποφάσισε να διακόψει την εργασία του, ενώ ο πατέρας του προέβη στην πώληση της γης του και του παρέδωσε τα χρήματα προκειμένου να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 1 του δ.φ.).
Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, αναφορικά με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε πως διέμενε στην πόλη Umunze, πολιτεία Anambra και πως κατόπιν ολοκλήρωσης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το 2012, μετοίκησε την πόλη Akwa όπου βρισκόταν το Πανεπιστήμιο όπου φοίτησε. Το 2017, μετοίκησε στην πόλη Enugu, πολιτεία Enugu όπου διέμεινε ένα έτος και το 2018 επέστρεψε στην πόλη Akwa και ξεκίνησε να εργάζεται σε υπηρεσία διαχείρισης κυκλοφορίας (ερυθρό 25 1Χ του δ.φ.). Ως τόπο συνήθους διαμονής του δήλωσε την πόλη Akwa της πολιτείας Anambra (ερυθρό 25 2X του δ.φ.), ενώ ως προς την εθνοτική του καταγωγή, δήλωσε πως είναι Igbo (ερυθρό 25 του δ.φ.). Αναφορικά με την οικογένεια του, ο Αιτητής δήλωσε πως στη χώρα καταγωγής του βρίσκονται οι γονείς του και οι τέσσερις αδελφές του οι οποίες είναι έγγαμες και διαβιούν με τους συζύγους τους, ανέφερε δε πως εκείνος είναι ο νεότερος (ερυθρό 26 1Χ του δ.φ.) και πως οι γονείς του διαμένουν σε ένα χωριό στην πολιτεία Anambra (ερυθρό 26 του δ.φ.). Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε πως είναι άγαμος (ερυθρό 27 του δ.φ.), έχει δύο τέκνα ηλικίας πέντε και τριών ετών (ερυθρό 27 1Χ του δ.φ.) τα οποία διαμένουν στην πόλη Akwa και με τα οποία επικοινωνεί όταν είναι εφικτό, ενώ ως δήλωσε με την μητέρα τους δεν είχαν νυμφευθεί και πως διατηρούσαν ρομαντική σχέση (ερυθρό 26 1Χ, 2Χ του δ.φ.). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, ανέφερε πως ολοκλήρωσε ανώτερες σπουδές το 2016 στην πολιτεία Anambra στα οικονομικά («Economics Education») (ερυθρό 27 2X του δ.φ.). Αναφορικά με το επαγγελματικό του προφίλ, ο Αιτητής δήλωσε ότι εργάστηκε ως εκπαιδευτικός σε ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, πλην όμως ο μισθός του ήταν χαμηλός, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί το 2019. Στη συνέχεια, από το 2019 έως περίπου τον Δεκέμβριο του 2021, απασχολήθηκε στην Υπηρεσία Διαχείρισης Κυκλοφορίας στην πολιτεία Anambra, μέχρις ότου έπαυσε να εργάζεται λόγω περιστατικού που έλαβε χώρα κατά την εκτέλεση της εργασίας του (ερυθρό 26 4Χ του δ.φ.). Ο Αιτητής ανέφερε επίσης ότι ταξίδεψε κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του και άδειας εισόδου για σκοπούς φοίτησης (ερυθρό 25 7Χ του δ.φ.).
Αναφορικά με τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, κατά τη διάρκεια της προφορικής συνέντευξης και ειδικότερα στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι αποχώρησε λόγω ενός περιστατικού που έλαβε χώρα στον χώρο εργασίας του, όταν υπηρετούσε ως τροχονόμος και ρύθμιζε την οδική κυκλοφορία. Συγκεκριμένα, κατέθεσε ότι μία ημέρα, ενώ εκτελούσε καθήκοντα τροχονόμου και οι φωτεινοί σηματοδότες υπέδειξαν κόκκινο σήμα, όχημα προσέγγισε τον ίδιο και τους συναδέλφους του χωρίς να σταματήσει. Παρά τις υποδείξεις του ιδίου και την προσπάθεια συναδέλφου του να ανακόψει την πορεία του, ο οδηγός άρχισε να πυροβολεί. Ο Αιτητής δήλωσε ότι βρισκόταν με δύο ακόμη συναδέλφους, εκ των οποίων ο ένας θανατώθηκε από τα πυρά, ενώ ο ίδιος και ο έτερος συνάδελφος προσπάθησαν να διαφύγουν· κατά τη διαφυγή τους, ο συνάδελφος τραυματίστηκε επίσης από πυροβολισμό, ενώ ο Αιτητής κατάφερε να σωθεί. Μετά το περιστατικό αυτό, υποστήριξε ότι δεν αισθανόταν πλέον ασφαλής στη χώρα καταγωγής του, γεγονός που τον οδήγησε στην απόφαση να εγκαταλείψει τη χώρα και να εισέλθει στη Δημοκρατία (ερυθρό 24 1Χ του δ.φ.).
Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις της Λειτουργού, ο Αιτητής δήλωσε πως το εν λόγω περιστατικό έλαβε χώρα στις 2 Δεκεμβρίου 2021 (ερυθρό 24 του δ.φ.). Ερωτηθείς εάν γνώριζε κάτι για τα άτομα αυτά, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά και πως δεν γνωρίζει τον λόγο που συνέβη αυτό (ερυθρό 23 1Χ του διοικητικού φάκελου). Ερωτηθείς κατά πόσο αντιμετώπισε περαιτέρω περιστατικά στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, προσθέτοντας μόνο ότι δεν αισθάνεται ασφαλής εκεί (ερυθρό 23 2Χ του δ.φ.). Σε ερώτηση της Λειτουργού αν υπήρξε θύμα παρενόχλησης ή δίωξης στη χώρα καταγωγής του, απάντησε επίσης αρνητικά (ερυθρό 23 του δ.φ.). Τέλος, ερωτηθείς εάν υπήρχε οποιοσδήποτε άλλος λόγος που τον ώθησε να εγκαταλείψει τη χώρα του, απάντησε και πάλι αρνητικά (ερυθρό 23 4Χ του δ.φ.).
Σε ερώτηση της Λειτουργού σχετικά με τις πιθανές συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε πως δεν θα αισθάνεται χαρούμενος και πως η χώρα δεν είναι ασφαλής (ερυθρό 23 του δ.φ.). Ερωτηθείς εάν οι αρχές της χώρας καταγωγής του θα επέτρεπαν την εκ νέου είσοδο του, απάντησε πως δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα με τις αρχές (ερυθρό 23 του διοικητικού φάκελου). Αναφορικά με τη δυνατότητα εσωτερικής μετεγκατάστασης, ο Αιτητής απάντησε πως δεν μπορεί να διαμείνει αλλού διότι πουθενά δεν είναι ασφαλές (ερυθρό 23 του δ.φ.).
Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση
Προχωρώντας στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του από τους Καθ' ων η αίτηση, διαφαίνεται ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενος ως «ο Λειτουργός») εντόπισε και εξέτασε συνολικά δύο ισχυρισμούς:
Ο πρώτος αφορούσε ότι ο Αιτητής είναι Νιγηριανός υπήκοος, με περιοχή καταγωγής την πόλη Umunze της πολιτείας Anambra και περιοχή τελευταίας διαμονής του την πόλη Akwa της πολιτείας Anambra, ο οποίος έγινε αποδεκτός από την Λειτουργό καθώς, ως κρίθηκε, στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.
Ο δεύτερος λόγος που επικαλέστηκε ο Αιτητής αφορούσε τη γενικότερη κατάσταση ανασφάλειας στη χώρα καταγωγής του. Ο ισχυρισμός αυτός δεν έγινε αποδεκτός από τη Λειτουργό, καθότι κρίθηκε ανεδαφικός και επιπόλαιος. Ειδικότερα, σύμφωνα με την αξιολόγηση της Λειτουργού, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε ένα μεμονωμένο περιστατικό το οποίο βίωσε, χωρίς ωστόσο να έχει υποστεί προσωπική βλάβη από κάποιο πρόσωπο. Κατέληξε δε ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν παραπέμπουν σε πράξεις δίωξης και δεν προκύπτει δυνατότητα σύνδεσής τους με σοβαρές πράξεις δίωξης (ερυθρό 43 του δ.φ.).
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, η Λειτουργός έκρινε ότι, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, η αξιοπιστία του ως προς την επίκληση της ανασφάλειας στη χώρα καταγωγής του τίθεται υπό αμφισβήτηση. Επεσήμανε ότι δεν προέβαλε οποιαδήποτε δυσμενή δίωξη από τρίτους, πέραν ενός μεμονωμένου περιστατικού που βίωσε, ενώ στη συνέχεια κατάφερε να μετοικήσει, να σπουδάσει και να εργαστεί. Καταληκτικά, η Λειτουργός απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν, κρίνοντας ότι δεν στοιχειοθετείται οποιαδήποτε μορφή δίωξης κατά του Αιτητή (ερυθρό 43 του δ.φ.).
Εν συνεχεία, η Λειτουργός προχώρησε σε εκτίμηση του μελλοντοστραφούς κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών. Κατά την εκτίμηση αυτή, η Λειτουργός κατέληξε ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής και ειδικότερα στην πολιτεία Anambra θα κινδυνεύσει με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως προς την κατάσταση ασφαλείας στο τόπο καταγωγής και διαμονής του Αιτητή, η Λειτουργός κατέγραψε ότι στη πολιτεία Anambra δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής σύρραξης. Παρέθεσε ακολούθως πληροφορίες σχετικά με την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, όπου εντόπισε πως η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP).
Κατά τη Νομική Ανάλυση, η Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το Άρθρο 1Α 2 της συνθήκης της Γενεύης και του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 αφού δεν συνέτρεχαν στο πρόσωπο του Αιτητή τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Όσον αφορά την υπαγωγή του στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, η Λειτουργός ανέφερε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου 2000 καθώς ο Αιτητής εάν επέστρεφε στη χώρα καταγωγής του δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) ή να υφίστατο βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (β). Κρίθηκε περαιτέρω αναφορικά με το άρθρο 19 (2) (γ), ότι ο Αιτητής επιστρέφοντας στη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην πολιτεία Anambra δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτής άσκησης βίας σε συνθήκες ένοπλης σύρραξης.
Προσέθεσε, τέλος, η Λειτουργός ότι η πιθανή επιστροφή του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις και δη την απουσία οποιασδήποτε προσωπικής και πραγματικής απειλής να υποβληθεί σε βασανιστήρια και/ή απάνθρωπη και/ή εξευτελιστική μεταχείριση και/ή τιμωρία κατά την επιστροφή του στη Νιγηρία, δεν αντίκειται στην αρχή της μη επαναπροώθησης και το Άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Στη βάση όλων των ανωτέρω, το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίφθηκε δια της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν, τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση της Λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι λόγω του ότι οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς, δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις του επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο λειτουργός ασύλου.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ήτοι τον ισχυρισμό του περί εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής λόγω της γενικής ανασφαλούς κατάστασης της χώρας του, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση και το σκεπτικό της Λειτουργού, η οποία ορθώς κατέληξε ότι ο ισχυρισμός στερείται εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας (βλ. ερ. 43–44 του δ.φ.). Η κρίση αυτή ερείδεται σε εύλογη και τεκμηριωμένη εκτίμηση, καθώς εντοπίζονται ουσιαστικές ασάφειες, αντιφάσεις και ελλείψεις στις απαντήσεις του Αιτητή. Πέραν των σημείων που ανέδειξε η Λειτουργός, σημειώνω περαιτέρω τα εξής: ο Αιτητής άλλοτε αποδίδει την αποχώρησή του σε τυχαίο και μεμονωμένο περιστατικό, άλλοτε σε γενικότερη αίσθηση ανασφάλειας, χωρίς να τεκμηριώνει με σαφήνεια τη σύνδεση μεταξύ των δύο· ενώ υποστηρίζει ότι δεν δύναται να διαμείνει οπουδήποτε αλλού εντός της χώρας καταγωγής του λόγω έλλειψης ασφάλειας, την ίδια στιγμή αποδέχεται ότι ουδέποτε υπήρξε στόχος παρενόχλησης ή δίωξης από κρατικές ή μη κρατικές αρχές· σε άλλο σημείο αναφέρει ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα με τις αρχές της χώρας του και ότι η επανείσοδός του δεν θα συναντούσε δυσχέρειες. Οι αντιφάσεις αυτές, σε συνδυασμό με την αοριστία ως προς τα πραγματικά περιστατικά, καθιστούν το αφήγημά του αδύναμο και αναξιόπιστο.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή, σημειώνεται ότι αυτός δεν επικαλείται συγκεκριμένα περιστατικά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν προσωπικό φόβο δίωξης. Υπό τις περιστάσεις αυτές, και ελλείψει εξατομικευμένων στοιχείων, η εξέταση επικεντρώνεται στην αξιολόγηση της γενικότερης κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, στο πλαίσιο διερεύνησης της συνδρομής ή μη των προϋποθέσεων για υπαγωγή του στο καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτή διενεργείται στη συνέχεια.
Ενόψει των πιο πάνω, ο ισχυρισμός αυτός του Αιτητή απορρίπτεται ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος.
Υπό το φως των προλεχθέντων και του ισχυρισμού του Αιτητή που έχει γίνει αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, καθώς ο συνδεόμενος με τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, ο συναφώς εκπεφρασμένος φόβος του δεν κρίθηκε βάσιμος και δικαιολογημένος.
Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:
«19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής».
Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).
Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[6] ότι συνιστούν:
«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.»
(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[7], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ν Staatssecretaris van Justitie[8]:
«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».
37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.
39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[9] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Anambra της Νιγηρίας, από την οποία προέκυψαν τα ακόλουθα:
· Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας – η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, το Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία – έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[10]
· Πρόσφατη έκθεση του ινστιτούτου Bertelsmann Stiftung για τη Νιγηρία αναφέρει πως το Ισλαμικό κράτος για την δυτική Αφρική και άλλες ομάδες της Boko Haram συνεχίζουν να θέτουν απειλές στα βορειοανατολικά της χώρας, ενώ άλλες μη κρατικές ένοπλες ομάδες έχουν επεκτείνει τις δραστηριότητες τους στην βορειοδυτική περιοχή, ενώ η σύγκρουση αγροτών-βοσκών συνεχίζεται στη βόρεια-κεντρική περιοχή και επεκτείνεται επίσης πέρα από αυτήν προς τα νότια, και υπάρχει αύξηση σε αυτονομιστική αναταραχή στα νοτιοανατολικά της χώρας. Η ανασφάλεια και το έγκλημα συνέχισαν να επικρατούν στην περιοχή Niger Delta, και πολιτική αναταραχή καταγράφεται στα νότια της χώρας ενόψει των γενικών εκλογών το 2023.[11]
· Σύμφωνα με την 2024 έκθεση του Nigeria Watch, «το 2024, περίπου το 75% των θανάτων από βίαια περιστατικά στη Νιγηρία σημειώθηκαν στον Βορρά. Αυτό το υψηλό ποσοστό αποδόθηκε κυρίως στην ανταρσία, τη ληστεία στην ύπαιθρο και τις αντιστασιακές επιχειρήσεις από τις κυβερνητικές δυνάμεις, ενώ ο Νότος επηρεάστηκε κυρίως από την εγκληματικότητα, τις διεκδικήσεις υπέρ της Biafra και τα κοινοτικά ζητήματα.»[12]
· Αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στις νοτιοανατολικές πολιτείες, μία εκ των οποίων και η πολιτεία Anambra, το 2023, οι κύριοι παράγοντες που ενεπλάκησαν σε εντάσεις ήταν οι «αποσχιστικές φατρίες», ή η Ομάδα Αυτοχθόνων του Biafra (Indigenous People of Biafra - IPOB) και το Ανατολικό Δίκτυο Ασφαλείας (Eastern Security Network - ESN).[13] Η 2024 έκθεση του Nigeria Watch, αναφέρει πως το 2024, οι διαμαρτυρίες υπέρ της ανεξαρτησίας της Biafra στη νοτιοανατολική Νιγηρία στοίχισαν τη ζωή σε πλείστα άτομα, με την πολιτεία Anambra να καταγράφει τον δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό θυμάτων και κοινότητες στις τοπικές αρχές Ihiala και Aguata να πλήττονται περισσότερο.[14]
· Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στην έκθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αναφορικά με τις εξελίξεις στην Δυτική Αφρική και την περιοχή Σάχελ κατά την χρονική περίοδο Δεκεμβρίου 2024 – Μαρτίου 2025, «[β]άσει δεδομένων από το Armed Conflict Location and Event Data Project, οι δραστηριότητες των ενόπλων, που αρχικά ήταν συγκεντρωμένες στη βορειοανατολική Νιγηρία, έχουν μετατοπιστεί ολοένα και περισσότερο προς τις βορειοδυτικές και ορισμένες νότιες περιοχές της χώρας.[15]
· Σύμφωνα με την εφημερίδα Premium Times, η οποία επικαλείται επίσημες πηγές, αναφέρεται ότι την περίοδο μεταξύ 11 Φεβρουαρίου 2024 και 7 Μαρτίου 2024, δυνάμεις ασφαλείας που έδρασαν συνδυαστικά σκότωσαν «μεγάλο» αριθμό ύποπτων μελών της Ομάδας Αυτοχθόνων της Biafra (IPOB) και της ένοπλης στρατιωτικής της πτέρυγας, του Ανατολικού Δικτύου Ασφαλείας (ESN), σε διάφορες περιοχές στη νοτιοανατολική Νιγηρία. Σύμφωνα με αναφερόμενη πηγή, οι επιχειρήσεις διεξήχθησαν από το Joint Task Force of Operation Udoka, το οποίο αποτελείται από προσωπικό του Νιγηριανού Στρατού, του Νιγηριανού Ναυτικού, της Νιγηριανής Πολεμικής Αεροπορίας και της Αστυνομικής Δύναμης της Νιγηρίας· προσωπικό από την Υπηρεσία Κρατικής Ασφαλείας και το Σώμα Ασφαλείας και Πολιτικής Άμυνας της Νιγηρίας συμμετείχε επίσης. Τοποθεσίες κατεστράφησαν στην πολιτεία Imo αλλά και στην πολιτεία Anambra, στις κοινότητες Orsumoghu και Lilu, τοπική αρχή Ihiala.[16]
· Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Projec), κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 25.07.2025), στην πολιτεία Anambra, καταγράφηκαν 140 περιστατικά πολιτικής βίας (“Political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 211 θάνατοι.[17] Σημειώνεται πως ο εκτιμώμενος πληθυσμός για την πολιτεία Anambra το 2022 ανήλθε σε 5,953,500 κατοίκους.[18]
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άντρας, υγιής, μορφωμένος, πλήρως ικανός προς εργασία και με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο Αιτητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα και με το πιο πρόσφατο Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 30.05.2025 (Κ.Δ.Π. 145/2025), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Με βάση το σύνολο των ενώπιον μου δεδομένων, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (ως έχουν τροποποιηθεί): «Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής τηρουμένων των αναλογιών σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις/προσθήκες που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
[3] Βλ. σχετικώς, απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιο Κύπρου, ECLI:CY:AD: 2018:C344, Α.Ε. 95/2012, ημερ. 06.07.2018, ECLI:CY:AD:2018:C344.
[4] Βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).
[5] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018)
[6] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland
[8]Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009
[9] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).
[10] RULAC, 'Non - international Armed Conflicts in Nigeria', 2023, Non-International Armed Conflicts in Nigeria | Rulac (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[11] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report Nigeria, 19 Μαρτίου 2024, σελ. 3-4, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_NGA.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[12] Nigeria Watch, FOURTEENTH REPORT ON VIOLENCE IN NIGERIA 2024, σελ. 7, https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports/NGA-Watch-Report24.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[13] Nigeria Watch, Thirteenth Report On Violence In Nigeria 2023, σελ. 14, Annual report 2023 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025); ISS, Nigeria’s military mistakes cost the country its civilians, 13 Δεκεμβρίου 2023, https://issafrica.org/iss-today/nigerias-military-mistakes-cost-the-country-its-civilians (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[14] Nigeria Watch, Annual Report 2024, σελ. 13, Annual report 2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[15] United Nations Security Council, Activities of the United Nations Office for West Africa and the Sahel, Report of the Secretary-General, S/2025/187 26 Μαρτίου 2025, παρ. 22, σελ. 6, https://docs.un.org/en/S/2025/187 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[16] Premium Times, Security agencies kill many suspected IPOB members, destroy group’s ‘supreme headquarters’ – Official’, 9 Μαρτίου 2024, https://www.premiumtimesng.com/news/top-news/675732-security-agencies-kill-many-suspected-ipob-members-destroy-groups-supreme-headquarters-official.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[17] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Nigeria, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
[18] City Population, Anambra – Nigeria, Anambra (State, Nigeria) - Population Statistics, Charts, Map and Location (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12/08/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο