ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Νομική Αρωγή αρ.147/25
23 Οκτωβρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(Ι)/2002)
Αίτηση από:
B. N. A. L.
Αιτητής
Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Κα K. Χρυσοστόμου, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
Κος Ρ. Ευαγγέλου, μεταφραστής για πιστή μετάφραση από Γαλλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση νομικής αρωγής, προκειμένου να διορίσει δικηγόρο για να χειριστεί την προσφυγή κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.19/08/25, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, την οποία έχει ήδη καταχωρήσει, με αριθμό 2191/25.
Ως προκύπτει από το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 13/06/22 και στις 27/06/22 υπέβαλε την σχετιζόμενη με την παρούσα αίτηση διεθνούς προστασίας.
Η παρούσα στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002, στις διατάξεις του άρθρου 6Β (2) (α) και 6Β (2) (ββ), που ορίζει τα ακόλουθα:
«(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -
[…]
(α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή
υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και
(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:
Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»
Κατά την εξέταση αιτήσεως νομικής αρωγής το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που σε κάθε περίπτωση έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ή να προωθήσει (αν έχει ήδη καταχωρηθεί) με ίδια μέσα ο αιτητής, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα της δεν επηρεάζει και δεν προδικάζει την έκβαση της (βλ. Durgo Man v. Δημοκρατίας, Νομ. Αρ. 278/09, ημ.15/07/09).
Στην απόφαση στην αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.31/2013, SINGH KHUSHWANT του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματός του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.
[…]
Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης.
[…]. Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιόν του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή.».
Από τα συνημμένα στο Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα προκύπτουν τα ακόλουθα.
Στην αίτηση ασύλου ο αιτητής κατέγραψε ότι έφυγε από χώρα καταγωγής του λόγω των παραβιάσεων – ως αναφέρει – ανθρώπινων δικαιωμάτων από την «γαλλόφωνη πλειοψηφία» κατά του αγγλόφωνου πληθυσμού. Ο αδερφός του αιτητή εντάχθηκε σε αυτονομιστική ομάδα και το πρωινό της 01/10/21 δέχθηκε πυροβολισμό. Τότε, ως αναφέρει, ο αιτητής έτρεξε να τον σώσει ενώ ο στρατός τον έψαχνε και κατάφεραν να πάνε στις γαλλόφωνες περιοχές προκειμένου να λάβει ο ιατροφαρμακευτική περίθαλψη αδερφός του, αλλά τους πρόδωσαν οι γείτονες και έτσι ο στρατός πήρε τον αδερφό του ενώ ο ίδιος κατάφερε να δραπετεύσει και κηρύχθηκε καταζητείται.
Στις συνεντεύξεις που ακολούθησαν ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στο Mchingang Bamumbu (southwest), διέμενε επί σειρά ετών στην Buea και, για λίγο καιρό προτού φύγει από το Καμερούν, στην Douala. Ο αιτητής έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του, εγγράφηκε στο πανεπιστήμιο όμως δεν φοίτησε, λόγω αγγλόφωνης κρίσης, ως αναφέρει, η μητέρα του και ετεροθαλή αδέλφια του ζουν στον Καμερούν, δούλευε για λίγο καιρό σε καρδιολογικό κέντρο και ο πατέρας του απεβίωσε το 2002.
Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του πολέμου και της επικήρυξης του ως καταζητούμενο πρόσωπο. Ως ανέφερε ο πόλεμος ξεκίνησε το 2016 με ειρηνικές διαμαρτυρίες δικηγόρων και εκπαιδευτικών και τη βίαιη αντίδραση της κυβέρνησης και τότε δημιουργήθηκε προσωρινή κυβέρνηση (Interim Government) στο νότιο Καμερούν με το αίτημα ενός ομόσπονδου κράτους. Η γαλλική κυβέρνηση, ως ο αιτητής ονομάζει την κυβέρνηση της χώρας, αντέδρασε με βία, καίγοντας χωριά, συλλαμβάνοντας και σκοτώνοντας κόσμο, και κατέληξαν σε πλήρη διαχωρισμό. Το νότιο Καμερούν, ως περαιτέρω ανέφερε ο αιτητής, έφτιαξε στρατό με στόχο την ανεξαρτησία και ο αδερφός του ιδίου πολέμησε από το 2017-01/10/21. Τότε ο αιτητής κλήθηκε από τον στρατό των Ambazonians να πάει να σώσει τον αδελφό του και έτσι τους έστειλαν σε σπίτι κοντά στο στρατόπεδο. Ο στρατός πήγε να ψάξει για τον ίδιο, την μητέρα του και τον αδερφό του και, καθώς το τραύμα του αδερφού του δεν παρουσίαζε βελτίωση, ο αιτητής αποφάσισε να τον πάρει Douala για να λάβει θεραπεία. Εκεί ο αιτητής εντόπισε ένα συνταξιούχο γιατρό, ο οποίος δέχθηκε να φροντίσει τον αδερφό του. Στις 15/03/22, ενώ ο αιτητής επέστρεφε στο σπίτι όπου διέμενε με τον τραυματισμένο αδελφό του, ενημερώθηκε ότι ο στρατός είχε πάρει τον αδερφό του και η μητέρα του ανέφερε στον αιτητή ότι ψάχνουν και τον ίδιο και τον συμβούλευσε να μείνει κρυμμένος μέχρι να διευθετήσει το ταξίδι του. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής πρόβαλε ότι ενημερώθηκε ότι είναι καταζητούμενο άτομο από άρθρο εφημερίδας το οποίο το είχε τοποθετήσει ανάμεσα στα ταξιδιωτικά του έγγραφα ένας αστυνομικός φίλος του πατέρα του, που ήταν και αυτός που βοήθησε τον αιτητή στο αεροδρόμιο, προκειμένου να ταξιδέψει.
Επιπρόσθετα των ως άνω ο αιτητής πρόβαλε προβλήματα ανάμεσα στη μητέρα του και τα ετεροθαλή αδέρφια του, τα οποία το 2002 ζήτησαν από την μητέρα του να εγκαταλείψει το «κατάλυμα» (compound) στο οποίο διέμεναν ενώ, ως υποστήριξε, στη συνέχεια σκότωσαν και την μεγαλύτερη αδερφή του.
Κατά την έναρξη της 2ης συνέντευξης, ερωτώμενος σχετικά, ο αιτητής ανέφερε (με χαμηλή και τρεμάμενη φωνή) ότι λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, και βλέπει ψυχίατρο και ψυχολόγο λόγω των άσχημων αναμνήσεων και της αστάθειας που ένιωθε, όμως δεν ήταν σε θέση να δώσει πληροφορίες για τη διάγνωση που αφορά την ψυχική του κατάσταση.
Κατά την έναρξη της 3ης συνέντευξης, σε διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση της ψυχικής του υγείας, και καθότι σύμφωνα με επιστολή του ψυχιάτρου ο αιτητής παρουσιάζει συμπτώματα μετατραυματικού στρες με εμφανή βελτίωση μετά τη θεραπεία, ο αιτητής απέδωσε τα προβλήματα του στον θάνατο των παιδιών του, της μητέρας και του αδερφού του. Αναφορικά με τον θάνατο των παιδιών του δήλωσε ότι γεννήθηκαν πρόωρα (στη Δημοκρατία) και απεβίωσαν στο Μακάριο Νοσοκομείο και ο αιτητής δεν είναι σε επικοινωνία με την μητέρα των παιδιών, η οποία είναι ομοεθνής του.
Σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης του, ανέφερε ότι το άτομο με το οποίο δούλευε του δίνει χρήματα, καθώς του είπε ότι δεν είναι σε θέση να εργάζεται πλέον. Ερωτηθείς αν αντιμετώπισε οποιαδήποτε θέματα ψυχικής υγείας στο Καμερούν, ο αιτητής δήλωσε ότι αισθανόταν περίεργα, εξηγώντας ότι ήταν λόγω του φόβου που ένιωθε μετά την ένταξη του αδερφού του στους Ambazonians, και το πως αυτό θα επηρέαζε τον ίδιο και την μητέρα του. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί το βράδυ, φοβόταν ότι κάποιος θα έκανε κακό στον ίδιο, τον αδερφό του και την μητέρα του και αισθανόταν ζαλάδα. Ως διευκρίνισε, φοβόταν τον στρατό και τους προδότες (black legs) της γειτονιάς, ενώ δεν επισκέφθηκε κάποιο ψυχίατρο για τον συγκεκριμένο φόβο. Σε ερωτήσεις αναφορικά με την οικογένεια του ο αιτητής ανέφερε ότι η τελευταία φορά που μίλησε με την μητέρα του ήταν τον Ιούνιο του 2022, πριν φύγει από την χώρα, όπου η ίδια κρυβόταν στην περιοχή της Buea, λόγω της κατάστασης με τον αδερφό του. Η τελευταία επικοινωνία που είχε με τον αδερφό του ήταν στις 15/03/22, όταν τον πήρε ο στρατός. Σε ερωτήσεις αναφορικά με έγγραφα που εντοπίστηκαν στον φάκελο του αιτητή, αρχικά έγιναν ερωτήσεις αναφορικά με άρθρο εφημερίδας, όπου ο αιτητής πρόβαλε ότι αναφέρεται στην ιστορία του ιδίου και του αδερφού του, προσθέτοντας ότι έχει υποστηρικτικό χαρακτήρα ως προς τον ισχυρισμό αναφορικά με τα προβλήματα που είχαν ο ίδιος και αδερφός του με τον στρατό λόγω του ότι θεωρούνταν Ambazonians. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τις έγχρωμες φωτογραφίες οι οποίες προσκομίστηκαν, ο αιτητής (με τρεμάμενη φωνή) δήλωσε ότι τις τράβηξε ο ίδιος το βράδυ πριν την σύλληψη του αδερφού του. Ως ισχυρίστηκε, είχε πάρει τον αδελφό του στον γιατρό στην Douala και κατόπιν σε ένα σπίτι. Ο ίδιος πήγε να πάρει τα φάρμακα, ο στρατός εντόπισε το μέρος όπου διέμεναν, από πληροφορίες γειτόνων, και πήρε τον αδερφό του. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τις μαυρόασπρες φωτογραφίες, ο αιτητής ανέφερε ότι απεικονίζουν τον αδερφό του όταν ήταν υγιής, πριν τον χάσουν στις 15/03/22.
Σημειώνεται ότι ο αιτητής προσκόμισε αντίγραφο προσωρινής ταυτότητας (Temporary Identity Document) προς ταυτοποίηση και επιβεβαίωση του αδερφού του. Ερωτηθείς για το μέρος που διέμενε όταν ο αδερφός του εντάχθηκε στους Ambazonians, ο αιτητής απάντησε (κλαίγοντας) στην πόλη Buea καθώς θυμάται ότι επέστρεψε από την πόλη Kumba λόγω της έναρξης της αγγλόφωνης κρίσης. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τον κίνδυνο που ο ίδιος αντιμετωπίζει με τον στρατό, ο αιτητής πρόβαλε ότι τον ψάχνουν οι αρχές της χώρας, καθώς του αποδίδουν ότι είναι Ambazonian, και πήραν τον αδερφό του, ενώ ερωτηθείς αν ο ίδιος είχε ενταχθεί στις τάξεις των αυτονομιστών, απάντησε αρνητικά. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τα προβλήματα με τα ετεροθαλή αδέρφια του, ισχυρισμός ο οποίος προβλήθηκε κατά τη διάρκεια της 1ης συνέντευξης, ο αιτητής ανέφερε τα ετεροθαλή του αδέλφια δεν τους ήθελαν (τον ίδιο και την μητέρα του) στον ίδιο χώρο με αυτούς και για αυτό εγκατέλειψαν το κατάλυμα το 2002. Ως περαιτέρω ανέφερε, από το 2002 δεν είχε οποιαδήποτε επικοινωνία μαζί τους, ενώ ερωτηθείς σχετικά την κατ’ ισχυρισμό δολοφονία της αδερφής του από τα ετεροθαλή τους αδέλφια δήλωσε ότι θεώρησαν ότι την σκότωσαν.
Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει λόγω των δυσκολιών, καθώς, ως υποστήριξε, μπορεί να τον εντοπίσει ο στρατός, και να τον συλλάβει, όπως τον αδερφό του. Ερωτηθείς αν υπάρχει ένταλμα εναντίον του ο αιτητής απάντησε ότι δεν γνωρίζει.
Η Υπηρεσία Ασύλου, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή, σχημάτισε τους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή
2. Ισχυριζόμενα προβλήματα από τον στρατό, λόγω του ότι ο αδερφός του υπήρξε μέλος της οργάνωσης των Ambazonians
3. Ισχυριζόμενα προβλήματα με τα ετεροθαλή μέλη της οικογένειας του πατέρα του
Εκ των ως άνω έγινε αποδεκτός ο 1ος ισχυρισμός, απορρίφθηκαν δε οι λοιποί ως άνω ισχυρισμοί ως αναξιόπιστοι.
Ο ως άνω 2ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε καθώς, ως κρίθηκε, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τον φόβο και τον κίνδυνο που διατρέχει στο Καμερούν, δεν έδωσε επαρκείς εξηγήσεις και πληροφορίες αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό του ιδίου επικήρυξη του ως καταζητούμενο πρόσωπο, ενώ δεν παρείχε πληροφορίες για τις πιθανές συνέπειες αυτής της επικήρυξης. Περαιτέρω, ως κρίθηκε, εξίσου ασαφής υπήρξε ως προς το πως και από ποιους ενημερώθηκε ότι κηρύχθηκε καταζητούμενο πρόσωπο, καθώς υποστήριξε ότι ενημερώθηκε ενόσω βρισκόταν στο αεροδρόμιο, όπου εντόπισε μια εφημερίδα στα έγγραφα του, η οποία τοποθετήθηκε από κάποιο αστυνομικό φίλο του πατέρα του. Κληθείς στη συνέχεια να εξηγήσει την ασυνέπεια ως προς τις δηλώσεις του, καθώς αρχικά δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα λόγω του ότι καταζητείται, ενώ στη συνέχεια ανέφερε ότι ενημερώθηκε επί αυτού ενόσω βρισκόταν στο αεροδρόμιο και αφού διάβασε το άρθρο στην εφημερίδα, ο αιτητής επανέλαβε το αφήγημα με τον αδερφό του, χωρίς να απαντήσει στην ερώτηση που του υποβλήθηκε και χωρίς να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις. Αρνητικά αξιολογήθηκε και το ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει και να δώσει επαρκείς και σαφείς πληροφορίες ως προς την αναζήτηση του από τον στρατό, τα μέσα και τον τρόπο που τον αναζητούσαν και το ότι – ως κρίθηκε - δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει την σύνδεση του ιδίου με τους Ambazonians, ούτε να παραθέσει πληροφορίες αυτής της σύνδεσης. Τέλος κρίθηκε ότι, ερωτηθείς για το πως ο στρατός αποτελεί κίνδυνο για τον ίδιο, ο αιτητής ανέφερε «μπορεί να με ψάχνουν», δήλωση η οποία παραπέμπει σε αυθαίρετο συμπέρασμα χωρίς σαφείς πληροφορίες που να στοιχειοθετούν τον συγκεκριμένο ισχυρισμό.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ως άνω ισχυρισμού, έγινε έρευνα στο διαδίκτυο προς αναζήτηση του άρθρου, φερόμενη εκτύπωση του οποίου προσκόμισε ο αιτητής, χωρίς αποτέλεσμα. Επιπρόσθετα, δεν κατέστη εφικτή η ανεύρεση ψηφιακών τευχών της συγκεκριμένης εφημερίδας για διασταύρωση των πληροφοριών, ωστόσο, είχαν εντοπιστεί πληροφορίες για διασπορά ψευδών ειδήσεων, και ειδικότερα την πληρωμή δημοσιογράφων για αναφορά πληροφοριών και ονομάτων σε «ειδησεογραφία» με στόχο την υποβοήθηση παροχής διεθνούς προστασίας. Όσον αφορά το φωτογραφικό υλικό που προσκομίσθηκε ως υποστηρικτικά έγγραφα αυτά απορρίφθηκε καθώς, ως κρίθηκε, δεν μπορούσε να επιβεβαιωθεί η αυθεντικότητα τους. Τέλος, έγινε έρευνα με αναφορές σε εξωτερικές πηγές όπου επιβεβαιώνεται η στοχοποίηση ατόμων από τις δυνάμεις ασφαλείας της χώρας λόγω αυθαίρετα αποδιδόμενης σ’ αυτούς σύμπραξης με το αποσχιστικό κίνημα Ambazonians. Ωστόσο, ως κατέληξε η Υπηρεσία, λόγω μη στοιχειοθέτησης και τεκμηρίωσης προσωπικής στοχοποίησης, ένεκα των ανεπαρκών δηλώσεων, ασαφειών και λογικής ασυνέπειας, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός και απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό – ομοίως με τα ως άνω, κρίθηκε πως ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τη διαδικασία διαδοχής, τι ακριβώς αφορούσε η διαδοχή και πως ο ίδιος εμπλεκόταν σε αυτή την διαδικασία. Επιπρόσθετα ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει την εμπλοκή της μητέρας του στην όλη διαδικασία, δηλώνοντας απλά ότι της ζητήθηκε να εγκαταλείψει το κατάλυμα (όπου διέμεναν) χωρίς οποιαδήποτε αναφορά σε απειλές και πράξεις βίας. Τέλος αξιολογήθηκε το ότι – σε κάθε περίπτωση – σύμφωνα με τις δηλώσεις του ίδιου του αιτητή, μετά το 2002 δεν είχε καμιά επικοινωνία μαζί με τα ετεροθαλή του αδέλφια, καθώς, ως ο ίδιος ανέφερε, πήραν το κατάλυμα και όλα ήταν εντάξει.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του συγκεκριμένου ισχυρισμού κρίθηκε ότι λόγω της εγγενώς ιδιωτικής φύσης των περιστατικών που ανέφερε ο αιτητής δεν ο εν λόγω ισχυρισμός δεν θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί μέσω διαθέσιμων πληροφοριών και ότι τα λεγόμενα του να αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο του εν λόγω ισχυρισμού. Για τους πιο πάνω λόγους ο 3ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Στα πλαίσια αξιολόγησης μελλοντικού κινδύνου, στη βάση των ως άνω αποδεκτών ισχυρισμών, κατόπιν παράθεσης πλήθους διαθέσιμων πληροφοριών (ΠΧΚ) σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Buea), σε συνάρτηση με το προφίλ του, κρίθηκε ότι δεν εντοπίζεται βάσιμος φόβος δίωξης ή σοβαρής βλάβης.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε κατά του αιτητή απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Στον αιτητή μεταφράστηκε το σημείωμα του Γεν. Εισαγγελέα και του δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, αφού του εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που ορίζει η οικεία νομοθεσία για την έγκριση αιτήσεων ως η παρούσα.
Ο αιτητής ανέφερε ότι έχει εντοπίσει αρκετά σημεία στο πρακτικό της συνέντευξης όπου δεν έχει γίνει ορθή και ακριβής καταγραφή των λεγομένων του και έτσι δόθηκαν σ’ αυτόν λίγες μέρες προκειμένου να προσκομίσει γραπτώς τα σημεία στα οποία είχε αναφερθεί και η παρούσα ορίστηκε εκ νέου για συνέχιση της ακρόασης. Κατά τη 2η δικάσιμο ακρόασης ο αιτητής προσκόμισε έγγραφο όπου σημειώνει πλήθος σημείων τα οποία – ως ισχυρίστηκε – υπάρχουν ανακριβείς καταγραφές των διαμειφθέντων στη συνέντευξη. Ενόψει τούτου κλήθηκε να εξηγήσει σημείο προς σημείο ποια είναι τα λάθη ή και ανακρίβειες που εντόπισε στα πρακτικά των συνεντεύξεων και να αναφέρει τι ήταν αυτό που είχε αναφέρει (ως ο ίδιος ισχυρίζεται), το οποίο δεν είχε καταγραφεί ορθώς, σε μια μακρά διαδικασία ερωταπαντήσεων σχετικώς. Καθ’ όλη τη διαδικασία αυτή ο αιτητής επί το πλείστο επαναλάμβανε τα όσα ήταν καταγεγραμμένα ήδη στα πρακτικά, ενώ σε πολλά άλλα σημεία ανέφερε κάποιο ισχυρισμό ο οποίος εντοπιζόταν αυτούσιος καταγεγραμμένος σε άλλο σημείο του πρακτικού. Δεν κρίνω σκόπιμο να καταγράψω εδώ όλη την πορεία της ως άνω διαδικασίας, παρά μόνο να σημειώσω ότι εν τέλει – ως προέκυπτε από τις αποκρίσεις του αιτητή και ανάγνωση των σχετικών σημείων των συνεντεύξεων στα οποία αυτός αναφερόταν – τα λεγόμενα του αιτητή στα πλαίσια της παρούσης συμφωνούσαν πλήρως και ουδέν προσέθεταν στα όσα υπάρχουν καταγεγραμμένα στα επίδικα πρακτικά των συνεντεύξεων.
Έχοντας διέλθει με προσοχή του περιεχομένου του σημειώματος του Γεν. Εισαγγελέα, των συνημμένων εγγράφων, προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων.
Εν προκειμένω θα συμφωνήσω με την κατάληξη της Υπηρεσίας επί της αξιοπιστίας του 2ου και 3ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, καθώς τα όσα ανέφερε στα πλαίσια των ως άνω ισχυρισμών, ως καταγράφεται και αναλύεται διεξοδικώς και ενδελεχώς στην επίδικη έκθεση (ερ.228-237), στερούνταν επί παντός και σε όλη τους την έκταση κάθε ψήγματος εύλογα αναμενόμενης λεπτομέρειας και βιωματικών στοιχείων και – επιπροσθέτως – παρουσιάζουν σε πολλά και καίρια σημεία αυτών κενά, ασάφειες και αντιφάσεις, τα οποία και – αναπόφευκτα – διαβρώνουν μοιραία της εσωτερική συνοχή των ισχυρισμών του αιτητή. Επί των επιμέρους τρωτών σημείων του αφηγήματος του αιτητή αρκεί να παραπέμψω στα ευρήματα της Υπηρεσίας Ασύλου αναφορικά με την εσωτερική συνοχή των ισχυρισμών του αιτητή, ως καταγράφονται και στην επίδικη έκθεση και παρατίθενται και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, την επανάληψη των οποίων δεν κρίνω σκόπιμη.
Ενδεικτικά αξίζει να σημειωθεί ότι επ’ ουδενός σημείου του αφηγήματος του ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει ικανοποιητικές, ευλόγως αναμενόμενες πληροφορίες ή – έστω, κατ’ ελάχιστο – μια συνεκτική και συνεπή παράθεση των γεγονότων και της χρονικής αλληλουχίας των όσων εξιστορεί και ουδέν βιωματικό στοιχείο περιέχουν οι αναφορές του για το τι έγινε όταν χτυπήθηκε ο αδελφός του, πως πληροφορήθηκε ότι τον πήρε ο στρατός, πως και πότε πληροφορήθηκε ότι καταζητείται και ο ίδιος, αλλά και, σημείο που θεωρώ ιδιαιτέρως σημαντικό, γιατί ισχυρίζεται ότι έφυγε από τη χώρα εξαιτίας του ότι κατ’ ισχυρισμό καταζητείται από τον στρατό αφού, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου, αυτός το πληροφορήθηκε μέσω εφημερίδας που τοποθετήθηκε στα έγγραφα του από τρίτο πρόσωπο ενόσω ο ίδιος ήταν στο αεροδρόμιο για να φύγει από τη χώρα. Αναφορικά δε με τους ισχυρισμούς του αιτητή που άπτονται των κατ’ ισχυρισμό περιουσιακών με τα ετεροθαλή του αδέλφια, ουδέν χρήζει να ειπωθεί πέραν του να σημειωθεί ότι η όποια κατ’ ισχυρισμό διαμάχη έχει παύσει ήδη προ πέραν των 20 ετών, ήδη από το 2002, όταν ο αιτητής και η μητέρα του εγκατέλειψαν το μέρος όπου διέμεναν και το οποίο – σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του – σφετερίστηκαν τα ετεροθαλή του αδέλφια. Τα ως άνω δημιουργούν βεβαίως – ευλόγως - σημαντικά ρήγματα στην εσωτερική συνοχή των λεγομένων του αιτητή και καθιστούν απολύτως εύλογα τα ευρήματα της Υπηρεσίας περί ελλείψεως συνοχής τους.
Για σκοπούς πληρότητας αξίζει θεωρώ να σημειωθούν οι πιο κάτω πληροφορίες (ΠΧΚ), δεδομένων των αναφορών του αιτητή, πέραν των όσων πολλών καταγράφει και η Υπηρεσία στην επίδικη έκθεση.
Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW) κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες.[1]
Αναφορά της οργάνωσης Human Rights Watch εκδοθείσα το 2018, ήτοι το χρόνο που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τα περιστατικά, αναφέρει την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι οι άμαχοι οι οποίοι εκλαμβάνονται ως συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση στοχοποιούνται από τους αποσχιστές για εκβιασμούς, βασανισμούς και δολοφονίες.[2] Βάσει αναφοράς του ανεξάρτητου ιδρύματος Bertelsmann Stiftung[3], οι αποσχιστές στοχοποιούν αμάχους μεταξύ άλλων ως αντίποινα για αποδιδόμενη συνεργασία με την κυβέρνηση.[4] Άρθρο της εφημερίδας The African Observer, του 2023, αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες συχνά κατηγορούνται για δολοφονίες, απαγωγές, τραυματισμούς αμάχων, τους οποίους κατηγορούν ότι συνεργάζονται με τις αρχές του Καμερούν.[5]
Τα Ηνωμένα Έθνη σημειώνουν υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[6], ενώ το HRW, σε πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[7]. Η γεωγραφική τους κατανομή αναφέρεται από τα Ηνωμένα Έθνη: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[8].
Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:
«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[9]
Εκ των ως άνω ΠΧΚ καθίσταται σαφές ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής περί διώξεως του από τον στρατό λόγω αποδιδόμενης σ’ αυτόν σύμπραξης με το αποσχιστικό κίνημα συνάδουν – ως γενικές πληροφορίες - με τις διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) που εντοπίζονται. Αυτό άλλωστε έγινε αποδεκτό και από την Υπηρεσία.
Παρά όμως τα ως άνω, δεδομένης της σημαντικά τρωθείσας εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή, δεν θεωρώ ότι θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την κατάληξη για απόρριψη των ισχυρισμών του, αφού, στα πλαίσια συνολικής αποτίμησης των ενώπιον μου στοιχείων, παρότι όσα αναφέρει επιβεβαιώνονται, ως φαινόμενα που απαντώνται στη χώρα καταγωγής, δεν θεωρώ ότι αυτό αρκεί από μόνο του για να υπερκερασθούν τα πολλά και σημαντικά κενά επί όλου του αφηγήματος του. Άλλωστε κατά την εκτίμηση και αξιολόγηση της αξιοπιστίας ενός ισχυρισμού γίνεται συνολική αποτίμηση, στη βάση όλων των δεκτών αξιοπιστίας και με σημείο αναφοράς τα ίδια τα λεγόμενα του αιτητή, τα οποία υστερούν σημαντικά εν προκειμένω. Ως στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.97, αναφέρεται «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Στη σελ.131 τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»
Ενόψει των ως άνω διαπιστώσεων μου, στην απουσία λοιπόν περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά, αντιφάσεις και ελλείψεις, ως ανωτέρω καταγράφονται, είναι η κατάληξη μου ότι τα πολλά σημεία εκ των οποίων διαβρώνεται μοιραία και η αξιοπιστία των λεγομένων του αιτητή παραμένουν και συνεπώς, για τον λόγο αυτό, ουδείς εκ των ισχυρισμών του θα μπορούσε, στα πλαίσια εκ πρώτης όψεως εκτίμησης που τελείται σε αιτήσεις ως η παρούσα, να γίνει εδώ αποδεκτός, καθότι οι σημαντικές ελλείψεις εσωτερικής συνοχής δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής τους. Τα όσα δε ο αιτητής ανέφερε στα πλαίσια της παρούσης, ως εξηγώ πιο πάνω, δεν είναι θεωρώ ικανά να ανατρέψουν τις ως άνω διαπιστώσεις μου, ενόψει του ότι ουδέν προσθέτουν στα όσα καταγράφονται στα επίδικα πρακτικά, αφού τα ίδια τα λεγόμενα του ιδίου στα πλαίσια της παρούσης καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς περί μη ορθής καταγραφής των διαμειφθέντων στις συνεντεύξεις.
Δεν παραγνωρίζω βεβαίως ότι ο αιτητής παρακολουθείται από ψυχίατρο και λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, η δε κατάσταση της ψυχικής του υγείας παρουσιάζει βελτίωση, ως καταγράφεται και στο ερ.242. Αυτή η πτυχή εξετάστηκε θεωρώ δεόντως από την Υπηρεσία, μέσα από 3 συνεντεύξεις και πολλές σχετικές ερωτήσεις. Εκ των όσων δε ο αιτητής ανέφερε, πρωτίστως το ότι επιβεβαίωσε τρις την ικανότητα του να απαντήσει στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν (βλ. ερ.37-38, 57-59, 84-86) αλλά και το ότι και στα πλαίσια της παρούσης διαδικασίας δεν εντοπίστηκε αδυναμία του να παραθέσει τους ισχυρισμούς, να ακολουθήσει τη διαδικασία και να απαντήσει στις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν, λαμβανομένου υπόψη και του ότι δεν αναφέρθηκε ισχυρισμός περί αδυναμίας του να εκφράσει όσα επιθυμούσε (δόθηκε άλλωστε απεριόριστος χρόνος να το πράξει), δεν δύνανται να δημιουργήσουν αμφιβολία προς τούτο και δεν θέτουν εν αμφιβόλω την ακρίβεια των καταγραφών των επίδικων συνεντεύξεων, η ορθότητα των οποίων – τουναντίον – επιβεβαιώθηκε και στα πλαίσια της παρούσης.
Σημειώνω εδώ ότι – ως στην επίδικη έκθεση αναφέρεται (ερ.223-224) – σε περίπτωση που κατά την επιστροφή του ο αιτητής εξακολουθεί να χρήζει ψυχιατρικής φροντίδας ή και φαρμακευτικής αγωγής, η αγωγή που λαμβάνει εδώ στη Δημοκρατία αλλά και επαγγελματίες ψυχικής υγείας διατίθενται και στο Καμερούν.
Αξίζει δε περαιτέρω – για σκοπούς πληρότητας – να σημειωθούν και τα εξής σχετικά.
Σχετικά με εξέταση λόγων υγείας στα πλαίσια της συμπληρωματικής προστασίας, στο εγχειρίδιο «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση», του EASO, σελ.120, αναφέρονται τα εξής:
«[Σ]την απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση M’Bodj, το ΔΕΕ διέκρινε την ερμηνεία του από την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ βάσει της ελαφρώς διαφορετικής διατύπωσης του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) και του πλαισίου στο οποίο τυγχάνει να εφαρμόζεται το άρθρο 15 στοιχείο β). Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη (708). Το ΔΕΕ αρνήθηκε να ερμηνεύσει το άρθρο 15 στοιχείο β) με τον ίδιο τρόπο. Το ΔΕΕ επισήμανε ότι το γράμμα του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) διαφέρει από εκείνο του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ στο μέτρο που εφαρμόζεται σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος «στη χώρα καταγωγής». […] Επιπλέον, το ΔΕΕ επισήμανε ότι ορισμένα στοιχεία του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), καθώς και η ratio της συγκεκριμένης οδηγίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία της συγκεκριμένης διάταξης. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής. Ομοίως, κατά την αιτιολογική σκέψη 26 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»
Περαιτέρω, στην σελ.123 του ιδίου εγχειριδίου αναφέρονται τα εξής:
«Η εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο β) προϋποθέτει ένα στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης. Παρά την παραπομπή του ΔΕΕ στη νομολογία του ΕΔΔΑ σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και στην υποχρέωση εφαρμογής της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) κατά τρόπο που συνάδει με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του Χάρτη της ΕΕ (μη επαναπροώθηση, σε περίπτωση σοβαρού κινδύνου απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας) (731), το ΔΕΕ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη διαφορετική διατύπωση του άρθρου 15 στοιχείο β) και διακρίνει μεταξύ του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 3, ως απαγόρευσης επιστροφής προσώπου, και της θεμελίωσης αίτησης επικουρικής προστασίας […]»
Εκ των ως άνω προκύπτει ότι, χωρίς να συνυπάρχει το απαραίτητο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης», δεν δύναται, χωρίς να καταδειχθεί σχετικός φορέας δίωξης ή και σοβαρής βλάβης εκ του οποίου ο αιτητής κινδυνεύει να υποστεί την προβλεπόμενη στο αρ.19 (2) (β) βλάβη, να αποδοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση και μόνο λόγων υγείας (βλ. απόφαση ΔΕΕ, C-542/13, M’Bodj, ημ.18/12/14).
Εδώ ελλείπει το απαιτούμενο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης» (δεδομένου ότι ουδέν λέχθηκε σχετικώς) και - κατ’ επέκταση - ο απαιτούμενος φορέας σοβαρής βλάβης και συνεπώς ουδείς λόγος μπορεί να γίνει για συμπληρωματική προστασία στη βάση των λόγων (ψυχικής) υγείας που αφορούν τον αιτητή.
Προχωρώ με εξέταση στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης.
Στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης (βλ. αρ.3 ΕΣΔΑ), μόνο «σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη».
Στη σχετική αυθεντία Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Paposhvili v. Belgium, app. no.41738/10, Grand Chamber, ημ.13/12/16, λέχθηκαν τα εξής.
«181. The Court concludes from this recapitulation of the case-law that the application of Article 3 of the Convention only in cases where the person facing expulsion is close to death, which has been its practice since the judgment in N. v. the United Kingdom, has deprived aliens who are seriously ill, but whose condition is less critical, of the benefit of that provision. As a corollary to this, the case-law subsequent to N. v. the United Kingdom has not provided more detailed guidance regarding the “very exceptional cases” referred to in N. v. the United Kingdom, other than the case contemplated in D. v. the United Kingdom.
[…]
183. The Court considers that the “other very exceptional cases” within the meaning of the judgment in N. v. the United Kingdom (§ 43) which may raise an issue under Article 3 should be understood to refer to situations involving the removal of a seriously ill person in which substantial grounds have been shown for believing that he or she, although not at imminent risk of dying, would face a real risk, on account of the absence of appropriate treatment in the receiving country or the lack of access to such treatment, of being exposed to a serious, rapid and irreversible decline in his or her state of health resulting in intense suffering or to a significant reduction in life expectancy. The Court points out that these situations correspond to a high threshold for the application of Article 3 of the Convention in cases concerning the removal of aliens suffering from serious illness.
[…]
188. As the Court has observed above (see paragraph 173), what is in issue here is the negative obligation not to expose persons to a risk of ill-treatment proscribed by Article 3. It follows that the impact of removal on the person concerned must be assessed by comparing his or her state of health prior to removal and how it would evolve after transfer to the receiving State. »
Εκ των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι, σε περιπτώσεις που υπάρχουν ισχυρισμοί σχετικοί με την υγεία ενός αιτητή, μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπου δεικνύεται, με το βάρος για την απόδειξη συνδρομής τους, ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις (exceptional circumstances) να είναι στον αιτητή, μπορεί να παρασχεθεί προστασία στη βάση του αρ.3 της ΕΣΔΑ, όπου ικανοποιείται το Δικαστήριο ότι ο αιτητής πάσχει από ασθένεια, για την οποία δεν υπάρχει διαθέσιμη και προσβάσιμη απ’ αυτόν θεραπεία στη χώρα καταγωγής και εξαιτίας της έλλειψης αυτής ο αιτητής απειλείται με θάνατο ή ραγδαία, σοβαρή και ανεπανόρθωτη επιδείνωση της υγείας του, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα έντονη οδύνη ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του treatment in the receiving country or the lack of access to such treatment, of being exposed to a serious, rapid and irreversible decline in his or her state of health resulting in intense suffering or to a significant reduction in life expectancy.», (βλ. Paposhvili, ανωτέρω)].
Ουδέν στοιχείο ετέθη ενώπιον μου που να θέτει την περίπτωση του αιτητή εντός των πλαισίων που θέτει η ως άνω νομολογία του ΕΔΑΔ, ήτοι να δεικνύει ότι πάσχει από ασθένεια, για την οποία δεν υπάρχει διαθέσιμη και προσβάσιμη θεραπεία στη χώρα καταγωγής και εξαιτίας της έλλειψης αυτής ο αιτητής απειλείται με θάνατο ή ραγδαία, σοβαρή και ανεπανόρθωτη επιδείνωση της υγείας του, που θα έχει ως αποτέλεσμα έντονη οδύνη ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του.
Ενόψει των ως άνω απομένει επικαιροποιημένη εξέταση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Buea).
Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το τελευταίο έτος (ημερομηνία ενημέρωσης 15/08/25) στην περιφέρεια SouthWest καταγράφηκαν συνολικά 302 περιστατικά ασφαλείας πολιτικής βίας (“Political violence”, στα οποία περιλαμβάνονται περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις, απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις, διαμαρτυρίες) από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 348 πολιτών.[10] Ειδικώς στην Buea, για το διάστημα από 06/04/24 έως 04/04/25, σημειώθηκαν 26 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία οδήγησαν σε 14 θανάτους και τα οποία κατατάσσονται ως ακολούθως: 17 περιστατικά βίας κατά αμάχων (violence against civilians) με 11 θανάτους, 4 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς να επέλθει καμία ανθρώπινη απώλεια, 4 αναταραχές (riots) τα οποία δεν επέφεραν κανένα θάνατο και 1 περιστατικό μάχης (battle) με αποτέλεσμα 3 ανθρώπινες απώλειες.[11] Ο πληθυσμός της περιφέρειας SouthWest είναι περί το 1 ½ εκατομμύριο κατοίκων[12], ενώ της Buea είναι περί τις 150.000 κατοίκων [13].
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει με την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης, δεδομένου του πληθυσμού της, ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων και των επ’ αυτών διαπιστώσεων μου, ως καταγράφονται πιο πάνω, καταλήγω ότι ουδέν ετέθη ενώπιον μου που θα μπορούσε να ανατρέψει την κατάληξη της Υπηρεσίας αναφορικά με την αξιοπιστία του 2ου και 3ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, που αποτελεί και τον πυρήνα του αιτήματος. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι δεν έχει καταδειχθεί – στα πλαίσια πάντοτε μιας εκ πρώτης όψεως αξιολόγησης των δεδομένων που αφορούν την παρούσα - ότι η προσφυγή αρ.2191/25 διατηρεί πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας, καθώς δεν δύναται να πιθανολογηθεί ευλόγως η έκδοση θετικής για τον αιτητή απόφασης. Έπεται εκ των ως άνω ότι δια της απόρριψης της παρούσης δεν περιορίζεται «αυθαίρετα [η] παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και [δεν] εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του προαναφερόμενου προσώπου στη δικαιοσύνη» [βλ. αρ.6Β (2) (ββ) του περί Νομικής Αρωγής Νόμου].
Σημειώνεται άλλωστε ότι το αποτέλεσμα της παρούσας δεν προδικάζει το αποτέλεσμα της προσφυγής αρ.2191/25 που καταχώρησε, την οποία ο αιτητής έχει κάθε δικαίωμα να προωθήσει με ίδια μέσα.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Τα έξοδα του μεταφραστή να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)
[2] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),21-22 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)
[3] Bertelsmann Foundation, ‘Bertelsmann Stiftung’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε https://www.bfna.org/bertelsmann-stiftung/
[4] BTI, ‘Cameroon Country Report 2022’ (2022), διαθέσιμο σε https://bti-project.org/en/reports/country-report/CMR (ημ. 12/02/24)
[5] The African Observer, ‘30 Women Freed After Abduction by Separatists in Cameroon’s Anglophone Region’ (2023), διαθέσιμο σε https://theafricanobserver.com/30-women-freed-after-abduction-by-separatists-in-cameroons-anglophone-region/ (ημ. 12/02/24)
[6] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En
[7] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html
[7] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[9] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[10] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon, SouthWest Region, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[11] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Select Specific Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions-Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: Past year of ACLED data (06/04/2024-04/04/2025), REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN: Sud-Ouest, LOCATION: Buea), (assessed on 11/04/2025)
[12] https://citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6826 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[13] City Population, Cameroon: Sud-Ouest Region: Buea, https://citypopulation.de/en/cameroon/admin/fako/100101__buea/ (11/04/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο