ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Νομική Αρωγή αρ.167/25
23 Οκτωβρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2002 (Ν. 165(Ι)/2002)
Αίτηση από:
Α. Ν.
Αιτητής
Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως
Κα Μ. Βασιλείου, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
Κα L. Wahedi, μεταφραστής για πιστή μετάφραση από Φαρσί στα Αγγλικά και αντίστροφα
Κος Ρ. Ευαγγέλου, μεταφραστής για πιστή μετάφραση από Αγγλικά στα Ελληνικά και αντίστροφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση νομικής αρωγής, προκειμένου να διορίσει δικηγόρο για να χειριστεί την προσφυγή κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.09/09/25, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, την οποία έχει ήδη καταχωρήσει, με αριθμό 2292/25.
Ως προκύπτει από το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας, ο αιτητής κατάγεται από το Αφγανιστάν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 30/07/25 και στις 05/08/25 υπέβαλε την σχετιζόμενη με την παρούσα αίτηση διεθνούς προστασίας.
Η παρούσα στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002, στις διατάξεις του άρθρου 6Β (2) (α) και 6Β (2) (ββ), που ορίζει τα ακόλουθα:
«(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -
[…]
(α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή
υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και
(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:
Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»
Κατά την εξέταση αιτήσεως νομικής αρωγής το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που σε κάθε περίπτωση έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ή να προωθήσει (αν έχει ήδη καταχωρηθεί) με ίδια μέσα ο αιτητής, δεδομένου ότι το αποτέλεσμα της δεν επηρεάζει και δεν προδικάζει την έκβαση της (βλ. Durgo Man v. Δημοκρατίας, Νομ. Αρ. 278/09, ημ.15/07/09).
Στην απόφαση στην αίτηση Νομικής Αρωγής αρ.31/2013, SINGH KHUSHWANT του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματός του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.
[…]
Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης.
[…]. Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιόν του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή.».
Από τα συνημμένα στο Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα προκύπτουν τα ακόλουθα.
Στην αίτηση ασύλου ο αιτητής κατέγραψε ότι έφυγε από χώρα καταγωγής του λόγω έλλειψης ασφάλειας, ως αναφέρει. Η οικογένεια του είχε αρκετές εταιρείες εισαγωγής και διανομής φαρμάκων και διατηρούσε συνεργασία με τον οργανισμό EGO (όπως το Safe Children, ως ο αιτητής αναφέρει) και το τελευταίο διάστημα λάμβαναν αρκετά τηλεφωνήματα από άγνωστα πρόσωπα που ζητούσαν χρήματα (εκβιασμός). Όταν η οικογένεια του αρνήθηκε να πληρώσει, τους είπαν θα τους στοχοποιήσουν και τότε ο αιτητής ένιωσε ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο και δεν είχε άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψει την χώρα.
Στις συνεντεύξεις που ακολούθησαν ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε και διέμενε στο Jalalabad και το 2024 (και μέχρι να φύγει από τη χώρα) διέμενε στην Καμπούλ, όπου ήταν και η έδρα της οικογενειακής επιχείρησης, ως ανέφερε. Έχει 3 αδελφούς και δύο αδελφές, ο πατέρας του είναι καθηγητής πανεπιστημίου, η μητέρα του οικοκυρά, όλοι μένουν στο Jalalabad, ο δε αιτητής τελείωσε το λύκειο και εργαζόταν για τρία έτη σε εταιρία πληροφορικής.
Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε το Αφγανιστάν λόγω του ότι άγνωστα πρόσωπα ζήτησαν από τον πατέρα του χρήματα, αλλιώς θα απήγαγαν τα παιδιά του. Ως ανέφερε ο αιτητής η οικογενειακή επιχείρηση είχε συνεργασία με ΜΚΟ Save the Children, FMIC, Novartis, OBSAGP, United Biotech, για παροχή φαρμάκων, και εισήγαγαν τα φάρμακα εκ μέρους τους. Γι’ αυτό τους ζήτησαν χρήματα, ως ανέφερε ο αιτητής. Μια φορά (τα άτομα που τους απειλούσαν) ανέφεραν ότι ήταν Taliban, και άλλες φορές ότι σχετίζονται με την κυβέρνηση. Η οικογένεια του αιτητή ανέφερε τις απειλές στην αστυνομία και τότε αποφάσισαν να στείλουν τον αιτητή, ο οποίος ήταν ο μικρότερος γιος, στο Ιράν. Όταν άρχισαν να απελαύνουν τους Αφγανούς από το Ιράν ένας φίλος του είπε ότι υπάρχει τρόπος να φτάσει στη Δημοκρατία και αυτό έπραξε.
Σε ερωτήσεις για την οικογενειακή επιχείρηση, ο αιτητής ανέφερε ότι η εταιρία τους ονομαζόταν Hemat Afghan και εισήγαγε φάρμακα από τη Novartis και την United Biotech, είχαν παραρτήματα σε διάφορες επαρχίες της χώρας και εισήγαγαν, διένειμαν και πωλούσαν φαρμακευτικά σκευάσματα. αντιπρόεδρος (Vice President) της εταιρίας ήταν ο αδερφός του, και ένας φίλος ήταν διευθυντής (Director).
Καλούμενος να εξηγήσει γιατί ο ίδιος, ο αδελφός του και ο πατέρας τους έχουν διαφορετικά επώνυμα ο αιτητής ανέφερε ότι το δικό του επίθετο αποτελεί προσωπική του επιλογή, και το επέλεξε με την έκδοση της ταυτότητας του το 2022, ενώ μέχρι το 2022 κατείχε έγγραφο στο οποίο δεν αναγραφόταν επίθετο. Ως υποστήριξε σχετικώς, η ταυτοποίηση των ατόμων γίνεται με την αναγραφή του ονόματος του πατέρα στη ταυτότητα. Κληθείς να δώσει πληροφορίες για τον φερόμενο αδερφό του, ο οποίος κατ’ ισχυρισμό είναι αντιπρόεδρος της εταιρείας Hemat, ο αιτητής δήλωσε ότι είναι παντρεμένος με 2 παιδιά, είναι κάτοχος μεταπτυχιακού στον τομέα της πληροφορικής (IT) και πιστοποιητικού από το Ινστιτούτο Azrash, και κάποιες φορές ταξιδεύει από την Kabul στη Nanghahar. Σε ερωτήσεις αναφορικά με την εταιρεία ο αιτητής ανέφερε την ιστοσελίδα, η οποία, σε έλεγχο που έγινε από την Υπηρεσία στο διαδίκτυο, δεν ήταν ενεργή. Ο ρόλος του αιτητή στην εταιρεία, ως ο ίδιος ανέφερε, ήταν στον τομέα της πληροφορικής και διατηρούσε βάση δεδομένων (database) για 3 χρόνια, στο γραφείο στην Kabul, στο ξενοδοχείο Parwan.
Ερωτώμενος αναφορικά με τις απειλές που έλαβε ο πατέρας του περί απαγωγής και λύτρων ο αιτητής πρόβαλε ότι (ο πατέρας του) λάμβανε τηλεφωνικές κλήσεις από άγνωστα πρόσωπα, τα οποία υποστήριζαν ότι έχουν συνδέσεις με τους Taliban και κάποιες φορές ότι σχετίζονται με την κυβέρνηση. Μια φορά επισκέφθηκαν την εταιρεία και έβγαλαν φωτογραφίες και βίντεο και απείλησαν τον πατέρα του μέσω τηλεφωνικής κλήσης. Έτσι ο πατέρας του αποφάσισε να στείλει τον αιτητή στο Ιράν. Ως περαιτέρω ανέφερε, ο πατέρας του απλά επέβλεπε την εταιρεία, ενώ τα αδέρφια του είχαν την διαχείριση. Κληθείς να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τα τηλεφωνήματα που έλαβε ο πατέρας του ο αιτητής υποστήριξε ότι ο πατέρας του δεν μιλούσε πολύ, και ότι ζητούσαν χρήματα άγνωστα πρόσωπα από άγνωστους αριθμούς. Συγκεκριμένα ζήτησαν 150.000 δολάρια και ο πατέρας του το συζήτησε με τα αδέρφια του και τότε αντιλήφθηκε ότι «κάποιος είχε πρόβλημα μαζί τους». Το ανέφεραν στην αστυνομία, ωστόσο, δεν έγινε οτιδήποτε. Ο αιτητής ένιωσε ανασφάλεια μετά την επίσκεψη στην εταιρεία τον Μάρτιο 2024 και ο πατέρας του αποφάσισε να τον στείλει στο εξωτερικό για να συνεχίσει τις σπουδές του και να έχει μια καλύτερη ζωή.
Αναφορικά με τα έγγραφα που προσκόμισε, ο Αιτητής διευκρίνισε ότι τα ερυθρά 52-68 αποτελούν ενημερωτικό φυλλάδιο της Hemat Aghan και τα ερυθρά 41-51 είναι συμβόλαια με ΜΚΟ και την Novartis, τα οποία του έστειλε ο αδερφός του. Τέλος, ερωτηθείς για τα προστατευτικά μέτρα που έλαβε ο ίδιος πριν αναχωρήσει από την χώρα του ο αιτητής ανέφερε ότι δεν έβγαινε και αν έβγαινε ήταν με τα αδέρφια του ή φίλους. Ερωτώμενος αν προσπάθησε να μετοικήσει εντός της χώρα καταγωγής του ο αιτητής απάντησε αρνητικά
Η Υπηρεσία Ασύλου, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή, σχημάτισε 4 ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή
2. Άγνωστοι απείλησαν τον πατέρα του αιτητή ότι θα απαχθεί ένας από τους γιούς του εάν δεν πληρώσει ένα ποσό
Εκ των ως άνω έγινε αποδεκτός ο 1ος ισχυρισμός, απορρίφθηκαν δε οι λοιποί ως άνω ισχυρισμοί ως αναξιόπιστοι.
Ο 2ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε καθώς, ως κρίθηκε, από το αφήγημα του αιτητή ελλείπουν λεπτομέρειες, συνέπεια, ευλογοφάνεια και εντοπίστηκαν αντιφάσεις στα λεγόμενα του. Συγκεκριμένα εντοπίστηκε ότι ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο αδερφός του έγινε αντιπρόεδρος της οικογενειακής εταιρείας το 2002, ενώ αυτός γεννήθηκε το 2000, γεγονός το οποίος θεωρείται μη ευλογοφανές. Σε επισήμανση της αντίφασης, ο αιτητής τοποθέτησε χρονικά την ανάληψη της θέσης το 2022. Η διαφορά στα επίθετα των 2 αδερφών εξηγήθηκε με γενικότητα, ως «προσωπική επιλογή» ή «πρόβλημα με την ταυτότητα», χωρίς τελικά να δοθεί επαληθεύσιμο τεκμήριο ή κάποιο έγγραφο που να συνδέει τα 2 πρόσωπα. Εντοπίστηκε περαιτέρω έλλειψη επαρκών απαντήσεων σε ερωτήσεις που αφορούσαν τη ζωή του αδερφού του καταδεικνύει περιορισμένη γνώση και απουσία λεπτομέρειας, γεγονός που αποδυναμώνει τον ισχυρισμό περί στενής συγγενικής σχέσης. Επίσης, ως κρίθηκε, η εικόνα της εταιρείας που παρουσίασε ο αιτητής ήταν ασαφής και ελλιπής, καθώς ανέφερε συνεργασίες με μεγάλους διεθνείς οργανισμούς, χωρίς ωστόσο να είναι σε θέση να περιγράψει ούτε ένα συγκεκριμένο έργο, σύμβαση ή πρόγραμμα στο οποίο συμμετείχε η εταιρεία. Επιπλέον ερωτηθείς για την ιστοσελίδα της εταιρείας απάντησε «δεν ξέρω», παρότι ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι εργαζόταν στον τομέα της πληροφορικής. Αντίφαση εντοπίστηκε και στο ότι, παρότι ο αιτητής ανέφερε ότι εργάστηκε 3 χρόνια στην Kabul, είχε επίσης αναφέρει ότι έζησε εκεί μόνο ενάμιση χρόνο. Οι δε δηλώσεις του αιτητή αναφορικά με τις απειλές που ως υποστηρίζει δέχθηκε η οικογένειά του κρίθηκαν αόριστες και αντιφατικές, καθώς οι κλήσεις έγιναν από άγνωστα πρόσωπα που αρχικά παρουσιάστηκαν ως Taliban, στη συνέχεια ως κυβερνητικοί αξιωματούχοι και τελικά ως «μαφία». Αυτή η μεταβαλλόμενη ταυτότητα των ατόμων που τους απειλούσαν κρίθηκε ότι υπονομεύει τη συνέπεια και ευλογοφάνεια του αφηγήματος. Σημειώθηκε περαιτέρω ότι ο αιτητής δήλωσε ότι ποτέ δεν υπέστη προσωπικά κάποια επίθεση, παρά πρόβαλε μόνο το αίσθημα του φόβου, εκ του οποίου δεν δεικνύεται ατομική δίωξη. Αξιολογήθηκε τέλος αρνητικά το ότι ο πατέρας του αιτητή, ο οποίος παρουσιάζεται από τον αιτητή ως κύριος στόχος των ατόμων που κατ’ ισχυρισμό τους απειλούσαν παραμένει, σύμφωνα με τα λεγόμενα του αιτητή, μαζί με τον αδερφό του, στο ίδιο μέρος, χωρίς να αντιμετωπίζουν οποιοδήποτε πρόβλημα.
Αναφορικά με τα έγγραφα που προσκόμισε ο αιτητής κρίθηκε ότι, πέραν του ότι είναι αντίγραφα και όχι πρωτότυπα, ουδεμία σύνδεση ή αναφορά γίνεται σ’ αυτά με τον ίδιο τον αιτητή και, δεδομένου ότι η αξιοπιστία εγγράφων γίνεται πάντοτε σε συνάρτηση με την εσωτερική συνοχή και το σύνολο του υπό εξέταση αφηγήματος, ενόψει εδώ των καταφανών ελλείψεων που είχαν εντοπιστεί στην εσωτερική συνοχή δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι, παρότι δεν καταγράφεται στην επίδικη έκθεση, η Υπηρεσία έκανε έλεγχο στο διαδίκτυο για την ιστοσελίδα της οικογενειακής εταιρίας, η οποία δεν απέδωσε καρπούς (ερ.75 - 7Χ).
Στα πλαίσια αξιολόγησης μελλοντικού κινδύνου, στη βάση των ως άνω αποδεκτών ισχυρισμών, κατόπιν παράθεσης διαθέσιμων πληροφοριών (ΠΧΚ) σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Καμπούλ), σε συνάρτηση με το προφίλ του, κρίθηκε ότι δεν εντοπίζεται βάσιμος φόβος δίωξης ή σοβαρής βλάβης.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε κατά του αιτητή απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Στον αιτητή μεταφράστηκε το σημείωμα του Γεν. Εισαγγελέα και του δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, αφού του εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που ορίζει η οικεία νομοθεσία για την έγκριση αιτήσεων ως η παρούσα, με τον αιτητή να δηλώνει ότι δεν επιθυμεί να προσθέσει κάτι.
Έχοντας διέλθει με προσοχή του περιεχομένου του σημειώματος του Γεν. Εισαγγελέα, των συνημμένων εγγράφων, προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων.
Ενόψει των ως άνω θα συμφωνήσω με όλα τα επιμέρους ευρήματα και την κατάληξη τους επί της αναξιοπιστίας του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή, καθώς τα όσα ανέφερε στα πλαίσια του εν λόγω ισχυρισμού, ως και οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν και αναλύουν διεξοδικώς στην επίδικη έκθεση (ερ.92-94), στερούνταν σε όλη τους την έκταση κάθε ψήγματος εύλογα αναμενόμενης λεπτομέρειας, συνέπειας, συνέχειας και βιωματικών στοιχείων και περιέχουν σε πολλά και καίρια σημεία αυτών κενά, ασάφειες και αντιφάσεις. Επί των επιμέρους τρωτών σημείων του αφηγήματος του αιτητή αρκεί να παραπέμψω στα ευρήματα της Υπηρεσίας Ασύλου αναφορικά με την εσωτερική συνοχή των ισχυρισμών του αιτητή, ως καταγράφονται και στην επίδικη έκθεση και παρατίθενται και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, την επανάληψη των οποίων δεν κρίνω σκόπιμη.
Ενδεικτικά αξίζει δε να σημειωθεί ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να παραθέσει ούτε την ελάχιστα αναμενόμενη λεπτομέρεια για την επιχείρηση της οικογένειας του, τη δράση αυτής, τη δομή της, αλλά ούτε και σε σχέση με τις κατ’ ισχυρισμό απειλές που λάμβανε από αγνώστους και – πρωτίστως – πως ο αιτητής συνδέεται με την εταιρία αυτή και γιατί – σύμφωνα με τα λεγόμενα του – η οικογένεια εξακολουθεί να διαμένει στον τόπο διαμονής του ιδίου, χωρίς να αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα, αλλά ούτε και να δώσει κάποια στοιχειώδη εξήγηση για τις αντιφάσεις που εντοπίστηκαν στο αφήγημα του, ως ανωτέρω καταγράφονται. Αυτά δεν μπορούν παρά να δημιουργήσουν βεβαίως σημαντικά ρήγματα στην εσωτερική συνοχή των λεγομένων του αιτητή και καθιστούν απολύτως εύλογα τα σχετικά ευρήματα της Υπηρεσίας. Ενόψει των ως άνω συμφωνώ και με την μη αποδοχή των εγγράφων που προσκόμισε ο αιτητής και τον λόγο γι’ αυτό.
Ουδέν λοιπόν χρειάζεται να προστεθεί εν προκειμένω και ουδέν ετέθη ενώπιον μου στα πλαίσια της παρούσης που να ανατρέπει ή να θέτει εν αμφιβόλω τα ευρήματα της Υπηρεσίας επί της επίδικης αιτήσεως διεθνούς προστασίας.
Ενόψει της ως άνω κατάληξης μου απομένει μια επικαιροποιημένη αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Καμπούλ).
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, στην πρωτεύουσα Kabul του Αφγανιστάν, τόπο τελευταίας διαμονής του αιτητή, κατά το τελευταίο έτος (ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης 10/10/25), καταγράφηκαν 144 περιστατικά πολιτικής βίας[1] τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 170 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.[2] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της Kabul ανέρχεται περί τα 4 ½ εκατομμύρια κατοίκων.[3]
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει με την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης, δεδομένου του πληθυσμού της, ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Ουδεμία άλλη πτυχή ετέθη στο αφήγημα του αιτητή, εκ της οποίας να καθίσταται αναγκαία ή απαραίτητη άλλη εξέταση σχετικώς.
Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων και των επ’ αυτών διαπιστώσεων μου, ως καταγράφονται πιο πάνω, καταλήγω ότι ουδέν ετέθη ενώπιον μου που θα μπορούσε να ανατρέψει την κατάληξη της Υπηρεσίας. Γι’ αυτό και θεωρώ ότι δεν έχει καταδειχθεί – στα πλαίσια πάντοτε μιας εκ πρώτης όψεως αξιολόγησης των δεδομένων που αφορούν την παρούσα - ότι η προσφυγή που έχει καταχωρήσει ο αιτητής διατηρεί πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας, καθώς δεν δύναται να πιθανολογηθεί ευλόγως η έκδοση θετικής για τον αιτητή απόφασης.
Σημειώνεται βεβαίως ότι το αποτέλεσμα της παρούσας δεν προδικάζει το αποτέλεσμα της προσφυγής αρ.2292/25 που καταχώρησε, την οποία ο αιτητής έχει κάθε δικαίωμα να προωθήσει με ίδια μέσα.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Τα έξοδα των μεταφραστών να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests).
[2] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Afghanistan, Kabul) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 17/10/2025]
[3] CIA, The World Factbook, Afghanistan, https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/afghanistan/#people-and-society [17/10/25]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο