R. N. E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 1709/24, 10/10/2025
print
Τίτλος:
R. N. E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 1709/24, 10/10/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 1709/24

10 Οκτωβρίου, 2025

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ

R. N. E.

Αιτήτρια

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Χρ. Παφίτη (κα) για Αγγελική Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Χ. Καστάνας (κος) για Κ. Χρυσοστόμου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π:  Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 22/02/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για διεθνή προστασία ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ως έχουν τεθεί στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση, έχουν ως ακολούθως:

 

Η Αιτήτρια είναι υπήκοος Καμερούν και εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία. Στις 06/12/2021 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Στις 19/01/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας ενώπιον αρμόδιου λειτουργού του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο - Ο.Ε.Ε.Α. (αγγλ. European Union Agency for Asylum - E.U.A.A.) (από τούδε και στο εξής «αρμόδιος λειτουργός»), προς εξέταση του αιτήματος της για διεθνή προστασία. Μετά την συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερ. 12/02/2024 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου. Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών ως ο Νόμος ορίζει,  λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε για λογαριασμό του Προϊσταμένου  την ανωτέρω εισήγηση στις 22/02/2024 και απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία.

 

 

Στις 15/04/2024 ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης της Αιτήτριας για την απόφαση του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία της επιδόθηκε δια χειρός αυθημερόν.

 

Στις 14/05/2024 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή στο Δικαστήριο.

 

Η Αιτήτρια δια της γραπτής αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου της, προώθησε τους ακόλουθους λόγους ακύρωσης: (α) η προσβαλλόμενη πράξη έχει ληφθεί χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα και/ή χωρίς να ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, (β) η προσβαλλόμενη πράξη έχει ληφθεί από αναρμόδιο πρόσωπο ή μη δεόντως εξουσιοδοτημένο (γ) η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ ων η Αίτηση στερείται επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας και/ή είναι ελλιπής και/ή στηρίζεται σε εσφαλμένη αιτιολογία και (δ) η προσβαλλόμενη πράξη έχει ληφθεί τελώντας υπό πλάνη περί τα πράγματα.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αντικρούοντας τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, υπέβαλε δια της γραπτής αγόρευσής της ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, ενώ η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος της απόδειξης που του αναλογεί. Ως εκ τούτου εισηγήθηκε όπως απορριφθεί η παρούσα προσφυγή και επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.  

 

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων της παρούσας υπόθεσης στις 16/04/2025, η συνήγορος της Αιτήτριας δήλωσε ότι θα προωθήσει μόνον τους λόγους ακύρωσης που αφορούν την έλλειψη δέουσας έρευνας και έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Περαιτέρω, προέβαλε ότι όλοι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας έγιναν αποδεκτοί από τους Καθ΄ ων και αρκούν για να την εντάξουν στην κατηγορία της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας  των ευάλωτων κακοποιημένων γυναικών, και ως εκ τούτου εισηγείται όπως χορηγηθεί στην Αιτήτρια καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

 

Δεδομένου του περιορισμού της υπό εξέταση προσφυγής στην έλλειψη δέουσας και λαμβάνοντας υπόψιν ότι σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν. 73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο, προχωρώ στην εξέταση της επίδικης απόφασης σε συνάρτηση με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, όπως προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης.

 

Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών της Αιτήτριας ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός της και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. 

 

Κατά το στάδιο υποβολής της αίτησης διεθνούς προστασίας η Αιτήτρια κλήθηκε να καταγράψει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της και τους λόγους για τους οποίους δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι ήταν σε έναν κακοποιητικό γάμο για 12 χρόνια στο Καμερούν. Παρόλο που γέννησε τρεις κόρες, ο σύζυγός της έφερε στο σπίτι μια άλλη γυναίκα, επειδή δεν είχε γεννήσει αγόρι. Όπως εξηγεί, η απόφαση αυτή βασίστηκε σε πολιτιστικές και παραδοσιακές πεποιθήσεις. Στη συνέχεια, την έδιωξε από το σπίτι μαζί με τα παιδιά τους, υποστηρίζοντας ότι ο γάμος τους δεν ήταν νομικά κατοχυρωμένος. Μετά τον χωρισμό, ισχυρίζεται ότι η κακοποίηση δεν σταμάτησε. Ο σύζυγός της, ο οποίος είναι παραδοσιακός βοτανολόγος (παραδοσιακός θεραπευτής), συνέχισε να απειλεί τη ζωή της, με αποτέλεσμα να ζει συνεχώς με φόβο για την ασφάλειά της. Έτσι, ο θείος της, ανησυχώντας για την ίδια και τα παιδιά της, ανέλαβε την επιμέλεια των παιδιών και φρόντισε να τη στείλει εκτός Καμερούν για να προστατευτεί από περαιτέρω βλάβη. Ως αποτέλεσμα αυτών των εμπειριών, η Αιτήτρια δήλωσε πως δεν αισθάνεται ασφαλής να επιστρέψει στο Καμερούν (βλ. ερυθρό 1 του διοικητικού φακέλου – ελεύθερη μετάφραση).

 

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της για διεθνή προστασία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι υπήκοος Καμερούν,  γεννημένη και μεγαλωμένη στην πόλη Tombel, που βρίσκεται στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, η οποία αποτελεί και τον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής της. Περαιτέρω, είναι χριστιανή Πεντηκοστιανή και ανήκει στην εθνοτική ομάδα Bakossi. Ως προς την οικογένειά της, δήλωσε ότι οι γονείς της είναι και οι δύο αποβιώσαντες: η μητέρα της απεβίωσε το 2000 λόγω προβλημάτων υγείας και ο πατέρας της το 2021 λόγω γήρατος. Έχει έναν αδελφό που ζει σήμερα στη Douala με τον θείο τους, με τον οποίο διατηρεί τακτική επικοινωνία. Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση, προέβαλε ότι το 2008 παντρεύτηκε με θρησκευτικό γάμο και απέκτησε τρεις (3) θυγατέρες. Και τα τρία παιδιά γεννήθηκαν στο Καμερούν και διαμένουν σήμερα με τον θείο της στη Douala. Κατά τον χρόνο της συνέντευξης δήλωσε πως είναι έγκυος στο τέταρτο παιδί της και πως δεν έχει καμία επαφή με τον πατέρα του αγέννητου παιδιού, ο οποίος ήταν φίλος της από το Καμερούν που γνώρισε στην Κύπρο. Όσον αφορά στις σπουδές της, ολοκλήρωσε το δημοτικό σχολείο και φοίτησε για τέσσερα χρόνια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά σταμάτησε λόγω προβλημάτων υγείας (επιληψία). Επαγγελματικά, εργάστηκε ως μοδίστρα από το σπίτι για περίπου 10 χρόνια πριν φύγει από το Καμερούν.

 

Ερωτηθείσα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε τη χώρα της, το Καμερούν, λόγω μακρού ιστορικού ενδοοικογενειακής βίας και συναισθηματικού τραύματος που της προκάλεσε ο σύζυγός της. Εξήγησε ότι αναγκάστηκε να τον παντρευτεί γύρω στο 2008 με την προϋπόθεση ότι θα την βοηθούσε να αντιμετωπίσει την επιληψία της, από την οποία έπασχε η Αιτήτρια, επειδή τύγχανε παραδοσιακός θεραπευτής (βοτανολόγος), και όλες οι προηγούμενες προσπάθειες ίασης της με ιατρικές μεθόδους δεν είχαν αποδώσει. Έτσι, ο πατέρας της, απεγνωσμένος να τη βοηθήσει, συμφώνησε στον γάμο, πιστεύοντας ότι ήταν η μόνη της ευκαιρία για θεραπεία και μια αξιοπρεπή ζωή. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι στην αρχή, ο γάμος φαινόταν σταθερός. Απέκτησαν την πρώτη τους κόρη και τα πράγματα ήταν ειρηνικά. Ωστόσο, μετά τη γέννηση της δεύτερης και της τρίτης κόρης τους, ο σύζυγός της άρχισε να αλλάζει, έγινε βίαιος, και την κακοποιούσε τακτικά. Όταν η Αιτήτρια τον αντιμετώπισε, της είπε ότι χρειαζόταν έναν άνδρα διάδοχο και δεν μπορούσε πλέον να παραμείνει σε έναν γάμο που είχε γεννήσει μόνο κορίτσια, ενώ στη συνέχεια της ανακοίνωσε ότι θα συζούσε με δεύτερη σύζυγο. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν είχε αντίρρηση με την παράκληση όμως στο εξής να σταματήσει να την κακοποιεί.

 

Ωστόσο, παρά τις προσπάθειές της, ο σύζυγός της έδιωξε και αυτήν και τα παιδιά τους από το σπίτι πολλές φορές, και τους επέτρεπε να επιστρέψουν όποτε ο ίδιος επιθυμούσε, ιδίως για να «επιβληθεί» σεξουαλικά στην Αιτήτρια. Αυτό το μοτίβο κακοποίησης μετατράπηκε, σύμφωνα με την Αιτήτρια,  σε έναν «κύκλο ταπείνωσης και συναισθηματικού πόνου». Εν συνεχεία, ισχυρίστηκε ότι τα πράγματα επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο μετά τον θάνατο του πατέρα της. Ο σύζυγός της την απέρριψε εντελώς, τόσο την ίδια όσο και τα παιδιά. Έτσι, αναζήτησε καταφύγιο στον θείο της, αλλά ακόμα και εκεί ισχυρίστηκε ότι ο σύζυγός της ερχόταν, την έπαιρνε μακριά και την επέστρεφε την επόμενη ημέρα. Η Αιτήτρια περιέγραψε αυτή την κατάσταση ως ψυχολογικά καταστροφική και είπε ότι είχε αρχίσει να βλάπτει και τα παιδιά της. Επίσης, εξήγησε ότι η θέση του συζύγου της ως «παραδοσιακού βοτανολόγου» τον έκανε μια «ισχυρή φιγούρα» στην κοινότητα, και ακόμη και η δική της οικογένεια αρνήθηκε να την βοηθήσει από φόβο. Είπε δε ότι ο σύζυγός της συνέχισε να την απειλεί και να την εκφοβίζει, ακόμη και δημόσια. Τελικά, ο θείος της της πρότεινε να φύγει από το Καμερούν για να ξεφύγει από την κακοποίηση και να διασφαλίσει την ασφάλειά της. Διευκρίνισε ότι δεν υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό που την έκανε να φύγει, αλλά μάλλον ο αφόρητος «κύκλος κακοποίησης και τραύματος» που είχε φτάσει σε οριακό σημείο. Τέλος, ερωτηθείσα τι είναι αυτό που φοβάται ότι θα της συμβεί σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν, ανέφερε ότι ο σύζυγός της θα της επιτεθεί είτε σωματικά είτε ακόμα και «πνευματικά».

 

Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να ενισχύσει τους ισχυρισμούς της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής της.

 

Η Αιτήτρια επανέλαβε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω παρατεταμένης ενδοοικογενειακής βίας, φόβου και συναισθηματικής κακοποίησης που της προκαλούσε ο σύζυγός της. Αναφορικά με τον τελευταίο, ανέφερε ότι τον γνώρισε για πρώτη φορά το 2007, όταν ο πατέρας της την πήγε σε αυτόν για θεραπεία επιληψίας, μιας πάθησης από την οποία υπέφερε από το 2000. Όπως ανέφερε, η συμβατική ιατρική είχε αποτύχει και ο πατέρας της, απεγνωσμένος να τη βοηθήσει, αναζήτησε παραδοσιακή θεραπεία και ο σύζυγός της από την πλευρά του συμφώνησε να τη θεραπεύσει με την προϋπόθεση ότι θα τον παντρευόταν μόλις η θεραπεία ήταν επιτυχής.

 

Κατά τη διάρκεια της μονοετούς θεραπείας, η Αιτήτρια ζούσε στο σπίτι του συζύγου της με δύο άλλους ασθενείς. Η θεραπεία περιελάμβανε φυτικά φάρμακα και τελετουργίες, όπως εφαρμογή κάποιων ουσιών στα μάτια της και κατανάλωση βοτάνων. Η θεραπεία, όπως δήλωσε, φάνηκε αποτελεσματική και σταμάτησε να έχει επιληπτικές κρίσεις. Μετά τη θεραπεία, ο πατέρας της τής είπε ότι έπρεπε να παντρευτεί τον σύζυγό της  ως μορφή ανταμοιβής για την αποκατάσταση της υγείας της. Αν και ένιωθε θυμωμένη και απρόθυμη, τελικά συμφώνησε, πιστεύοντας ότι ήταν καλός άνθρωπος εκείνη την εποχή. Επίσης, εξήγησε ότι ο γάμος δεν ήταν ποτέ νόμιμος, αλλά ένας Πεντηκοστιανός πάστορας ευλόγησε την ένωση σε μια μικρή τελετή.

 

Με τον σύζυγό της, όπως ανέφερε, απέκτησαν τρεις κόρες: την πρώτη το 2013, τη δεύτερη το 2015 και την τρίτη το 2018. Όπως εξήγησε, τα προβλήματα ξεκίνησαν μετά το δεύτερο παιδί. Ο σύζυγός της άρχισε να την προσβάλλει επειδή γεννούσε μόνο κορίτσια και επέμενε ότι χρειαζόταν έναν άνδρα διάδοχο. Η συμπεριφορά του έγινε εχθρική, βίαιη και κακοποιητική. Ζητηθείσα να περιγράψει την «κακοποίηση», η Αιτήτρια δήλωσε ότι την ξυλοκόπησε, τη βίασε, αρνούνταν να φάει το φαγητό της και την έδιωξε επανειλημμένα από το σπίτι, αυτήν και τα παιδιά, μόνο και μόνο για να τα φέρει πίσω όποτε ήθελε. Περαιτέρω, μετά το τρίτο τους παιδί, το 2018, της είπε ότι θα έπαιρνε μια δεύτερη σύζυγο, η οποία μετακόμισε εκεί γύρω στο 2019, επιδεινώνοντας την κατάσταση.

 

Στη συνέχεια, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ο πατέρας της απεβίωσε το 2021, μετά τον οποίο η κακοποίηση του συζύγου της ισχυρίζεται ότι εντάθηκε. Όπως εξήγησε, χωρίς την παρουσία του πατέρα της, ο σύζυγός της δεν έδειχνε πλέον αυτοσυγκράτηση. Η Αιτήτρια περιέγραψε ότι μεταφέρθηκε βίαια πίσω στο σπίτι και μάλιστα ο σύζυγός της την χαστούκισε μπροστά στον θείο της. Αυτό το τελευταίο περιστατικό οδήγησε τον θείο της να πάρει την απόφαση να τη βοηθήσει να φύγει από τη χώρα για την ασφάλειά της. Δήλωσε ότι έφυγε περίπου τέσσερις μήνες μετά από αυτό το περιστατικό.

 

Περαιτέρω, τόνισε ότι ο σύζυγός της ήταν ο «φόβος» στην κοινότητα λόγω της ιδιότητάς του ως «διαβολικός παραδοσιακός θεραπευτής», και ακόμη και η ευρύτερη οικογένειά της δεν ήταν πρόθυμη να την φιλοξενήσει αφού τον άφησε. Όπως δήλωσε, ο σύζυγός της την απείλησε δημόσια, την κατηγόρησε ότι ήταν «πόρνη» και της είπε ότι θα τη σκότωνε, τόσο σωματικά όσο και «πνευματικά». Η Αιτήτρια ανέφερε πως ζούσε σε συνεχή φόβο, και ακόμη και κατά τη διάρκεια των τεσσάρων μηνών πριν φύγει, ο σύζυγός της συνέχισε να την απειλεί και να προσπαθεί να την χτυπήσει στον δρόμο, αν και οι φίλοι της συχνά παρενέβαιναν για να την σώσουν.

 

Ερωτηθείσα αν έλαβε κάποια μέτρα προστασίας, δήλωσε ότι ποτέ δεν ανέφερε την κακοποίηση στις αρχές, λόγω του φόβου της για τις δυνάμεις του συζύγου της και του ότι δεν πίστευε ότι θα λάμβανε επαρκή προστασία. Είπε ότι δεν θα ένιωθε ποτέ ασφαλής στο Καμερούν, ούτε καν σε άλλη πόλη όπως η Ντουάλα, επειδή ο σύζυγός της θα μπορούσε να τη βρει. Πρόσθεσε ότι η «πνευματική βλάβη» ήταν επίσης ένας πραγματικός φόβος για αυτήν, και φοβάται ότι η επιληψία της μπορεί να επιστρέψει.

 

Τέλος, ανέφερε ότι προς το παρόν, οι τρεις κόρες της ζουν με τον θείο της στη Ντουάλα, ο οποίος τη βοήθησε επίσης να φύγει από τη χώρα. Ωστόσο, δεν είναι σίγουρη για πόσο καιρό ακόμα μπορεί να τις στηρίξει, καθώς έχει τη δική του οικογένεια. Επιβεβαίωσε δε ότι ο σύζυγός της δεν επικοινωνεί πλέον μαζί της, αλλά παραμένει σε επαφή με τα παιδιά μέσω του θείου της.

 

Οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση - Εισήγησή του δύο (2) ουσιώδεις πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις της Αιτήτριας:

 

1)   Ταυτότητα και χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και προφίλ της.

2)   Η Αιτήτρια παντρεύτηκε βοτανολόγο ο οποίος θεράπευσε την επιληψία της και κακοποιήθηκε από αυτόν. 

 

 

Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτούς και  τους δύο ανωτέρω ισχυρισμούς αφού κρίθηκαν ως αξιόπιστοι στο σύνολό τους τόσο από πλευρά εσωτερικής όσο και εξωτερικής αξιοπιστίας.  

 

Υπό το φως τον ανωτέρω, στη βάση και των δύο αποδεδειγμένων πραγματικών ισχυρισμών της Αιτήτριας, και λαμβανομένων υπόψιν πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής της σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Νοτιοδυτική Επαρχία (Sud - Ouest Region) του Καμερούν, όπου διέμενε η Αιτήτρια στην χώρα καταγωγής της, διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι συντρέχει εύλογη πιθανότητα να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής της και ειδικότερα στην πόλη Tombel στην Νοτιοδυτική περιοχή.

 

Ακολούθως, ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, είναι θέση των Καθ’ ων ότι αν και έχει αναγνωριστεί ότι η Αιτήτρια, η οποία είναι έγκυος, υπήρξε θύμα ενδοοικογενειακής βίας από τον σύζυγό της στο Καμερούν, εκτιμάται ότι δεν διατρέχει πραγματικό κίνδυνο βίας ή δίωξης σε περίπτωση επιστροφής της στο παρόν στάδιο.  Όπως επισημαίνουν, αν και το πολιτισμικό πλαίσιο στο Καμερούν δείχνει συστημική ανισότητα των φύλων, με τις γυναίκες να θεωρούνται κατώτερες και ευάλωτες, ενώ υπάρχει έλλειψη νομικής προστασίας έναντι της ενδοοικογενειακής και σεξουαλικής βίας, εντούτοις, δεν έχουν αναφερθεί πρόσφατα περιστατικά ή απειλές από τον σύζυγό της μετά την αναχώρησή της από τη χώρα. Επίσης, η Αιτήτρια διέμεινε για τέσσερις μήνες στο Καμερούν (μετά το τελευταίο περιστατικό) χωρίς να βιώσει περαιτέρω βία, εκτός από κάποιες λεκτικές απειλές σε δημόσιο χώρο, οι οποίες δεν κλιμακώθηκαν λόγω της παρουσίας φίλων της. Επιπρόσθετα, καίτοι ο σύζυγός της έχει επαφή με τα παιδιά τους μέσω του θείου της αιτούσας, δεν έχει προσπαθήσει να έρθει σε επαφή μαζί της ή να την ενοχλήσει εκ νέου. Η δε Αιτήτρια διατηρεί τακτική επικοινωνία με τα παιδιά της και τον θείο της και δεν γνωρίζει ούτε ενδιαφέρεται για τις τρέχουσες ενέργειες του συζύγου της. Τέλος, τονίζουν ότι η Αιτήτρια έχει υποστηρικτικό δίκτυο στο Καμερούν, συμπεριλαμβανομένου του θείου της, του αδερφού της και πιθανόν και του πατέρα του αγέννητου παιδιού της, ο οποίος έχει επιστρέψει στο Καμερούν και μπορεί να εντοπιστεί μέσω κοινών φίλων. Ως εκ τούτου, καταλήγουν ότι η Αιτήτρια δεν διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης ή δίωξης σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν.

 

Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της Αιτήτριας σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας.  Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών της Αιτήτριας, δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης για έναν από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης, του άρθρου 2(δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (από τούδε και στο εξής, «η Οδηγία») και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν δικαιούταν να της χορηγηθεί το καθεστώς του πρόσφυγα.

 

Πιο αναλυτικά, εξετάζοντας τις δηλώσεις της Αιτήτριας, οι Καθ’ ων διαπίστωσαν ότι πράγματι συντρέχουν τα στοιχεία του υποκειμενικού και αντικειμενικού φόβου δίωξης, καθώς και αυτού της πράξης δίωξης στο πρόσωπό της, ωστόσο βάσει της αξιολόγησης, ο φόβος δίωξης της της Αιτήτριας δεν συνδέεται με κανέναν από τους λόγους που αναφέρονται στο Άρθρο 10 της Οδηγίας (ιθαγένεια, φυλή, θρησκεία, πολιτική άποψη ή συμμετοχή σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα), όπως απαιτείται από το Άρθρο 9(3) της ίδιας Οδηγίας. Είναι θέση των Καθ’ ων ότι η Αιτήτρια, έγκυος γυναίκα με βασική εκπαίδευση και επαγγελματική εμπειρία στη χώρα καταγωγής της, θεωρείται ότι έχει ικανότητα να αυτοσυντηρηθεί. Περαιτέρω, διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο στο Καμερούν, καθώς ο θείος και ο αδελφός της διαμένουν εκεί. Επίσης, ο θείος της έχει αναλάβει τη φροντίδα των τριών παιδιών της και την έχει βοηθήσει στο παρελθόν. Συνεπώς, δεν διαπιστώθηκε ότι υπήρξε προηγούμενη ατομική δίωξη για λόγους που σχετίζονται με κάποιον από τους πέντε λόγους της Σύμβασης, ούτε ότι διαθέτει προφίλ που θα μπορούσε να την στοχοποιήσει από τα  εμπλεκόμενα μέρη της σύγκρουσης στο ΝΔ ή άλλους παράγοντες στο Καμερούν. Συνεπώς, η αίτηση της δεν πληροί τα κριτήρια για αναγνώριση προσφυγικού καθεστώτος σύμφωνα με την Οδηγία.

 

Επιπλέον, κρίθηκε ότι βάσει των αποδεκτών πραγματικών περιστατικών δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε μπορούσε να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας.  Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στις περιοχές του Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν, καταδεικνύεται ότι δεν υφίσταται κίνδυνος σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή την ασφάλεια της Αιτήτριας, λόγω αδιάκριτης βίας απλώς και μόνο λόγω της παρουσίας της στις αγγλόφωνες περιοχές, καθώς λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αιτήτρια δεν απέδειξε ότι οι προσωπικές της περιστάσεις  αυξάνουν τις πιθανότητες να διατρέξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή την ασφάλειά της σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα της και συγκεκριμένα στην πόλη Tombel, στη νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν, λόγω αδιάκριτης βίας στο πλαίσιο εσωτερικής σύγκρουσης. Επομένως, η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για καθεστώς επικουρικής προστασίας.

 

Υπό το φως των ανωτέρω σημείων που έχω αναλύσει, κρίνω ότι ορθά και εμπεριστατωμένα οι Καθ’ ων η Αίτηση αξιολόγησαν το αίτημα της Αιτήτριας και κατέληξαν στη μη υπαγωγή της σε προσφυγικό καθεστώς και στη συνέχεια στη μη παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας.   Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, και η αιτιολόγηση της συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει η Αιτήτρια αλλά και των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης και των νομικών προυποθέσεων, όπως αναλύεται ανωτέρω. Οι δε ισχυρισμοί της Αιτήτριας που τέθηκαν στην αγόρευση της συνηγόρου της παραμένουν γενικοί και αόριστοι και δεν έχει υποδειχθεί σε ποια σημεία οι Καθ’ων η αίτηση προέβησαν σε λανθασμένη αξιολόγηση των ισχυρισμών της Αιτήτριας.  Τονίζω δε ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας έγιναν αποδεκτοί, πλην όμως μετά από ανάλυση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης και λαμβάνοντας υπόψιν και τα ιδιαίτερα περιστατικά της περίπτωσης της Αιτήτριας, κρίθηκε ότι δεν μπορούσε νομικά να στοιχειοθετηθεί το αίτημα της για διεθνή προστασία.  Η συνήγορος της Αιτήτριας δεν προέβαλε καμία θέση επί του ανωτέρω σημείου.

 

Αναφορικά με την υπαγωγή της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της αδιακρίτως ασκούμενης βίας και της ένοπλης σύρραξης και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την Νοτιοδυτική Επαρχία του Καμερούν, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

 

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης παρατηρείται ότι το  Καμερούν εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στο Βορρά (περιοχή Far North)[1] ενώ στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (Northwest και Southwest ) αναφέρεται ότι αριθμός αγγλόφωνων αποσχιστικών ομάδων μάχεται έναντι της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών. Ωστόσο, η βία δεν ισοδυναμεί με μη διεθνή ένοπλή σύρραξη.[2]  

 

Στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν, γνωστές και ως Αγγλόφωνες περιοχές[3], οι συγκρούσεις μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των αποσχιστών συνεχίζονται από το 2017, όταν οι αποσχιστές επιχείρησαν να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο κράτος[4]. Το Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED) ανέφερε ότι το 2023, οι εσωτερικές διαφωνίες μεταξύ των ηγετών των αποσχιστών χώρισαν τις αυτοανακηρυχθείσες αγγλόφωνες κυβερνήσεις σε περισσότερες από 50 αποσχιστικές ομάδες, αποδυναμώνοντας τις πολιτικές τους απαιτήσεις και την ικανότητά τους να αντισταθούν στις κυβερνητικές επιθέσεις[5]. Το ACLED περαιτέρω έδειξε ότι η συνεχιζόμενη σύγκρουση και οι ανταγωνιστικές εδαφικές διεκδικήσεις μεταξύ αυτονομιστικών ομάδων και της κεντρικής κυβέρνησης έχουν μετατρέψει τις αγγλόφωνες περιοχές σε ένα κατακερματισμένο σύστημα φορολογίας, ασφάλειας και δημόσιων υπηρεσιών, τις οποίες διαχειρίζονται διάφοροι ασυντόνιστοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων αυτονομιστές, η κυβέρνηση, ιδιωτικές εταιρείες και ανθρωπιστικές οργανώσεις[6].

 

Τον Ιανουάριο του 2024, το UNOCHA ανέφερε ότι οι πληθυσμοί στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν «συνεχίζουν να υφίστανται κακομεταχείριση, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών, της καταστροφής περιουσιών, των απαγωγών για λύτρα, της παράνομης φορολόγησης, των αυθαίρετων συλλήψεων και των εκβιασμών»[7]. Η κατάσταση ασφάλειας παρέμεινε «εξαιρετικά ασταθής» καθ' όλη τη διάρκεια του 2024[8], με αύξηση της εγκληματικότητας, επιδρομές από NSAGs (Μη Κρατικές Ένοπλες Ομάδες) σε αστικά κέντρα, επιθέσεις στις δυνάμεις ασφαλείας του κράτους, απειλές κατά των πολιτών και χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών συσκευών (IEDs) από τις NSAGs[9]. Σύμφωνα με το ACLED, «η σύγκρουση στην Αγγλόφωνη περιοχή αυξάνεται κάθε χρόνο, με τα βίαια περιστατικά να αυξάνονται κατά μέσο όρο 49% ετησίως από το 2020 έως το 2023»[10]. Η ίδια πηγή ανέφερε ότι οι αποσχιστές επέβαλαν κλεισίματα και απεργίες στις σχολικές δραστηριότητες και ήταν υπεύθυνοι για το 89% των σχεδόν 50 βίαιων περιστατικών που στόχευαν δασκάλους το 2023[11].

 

Στην επικαιροποιημένη της έκθεση που καλύπτει την περίοδο Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2024, η Global Protection Cluster ανέφερε αύξηση των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων τον Ιούλιο του 2024, με τις SSF (Δυνάμεις Ασφάλειας του Κράτους) να εκτελούν «επιχειρήσεις αποκλεισμού και έρευνας» που οδήγησαν σε επτά περιστατικά αυθαίρετων συλλήψεων, με 303 θύματα, ενώ οι NSAGs εγκαθίδρυσαν περισσότερα παράνομα σημεία ελέγχου για εκβιασμό χρημάτων και απαγωγή πολιτών για λύτρα[12]. Οι πιο συχνές παραβιάσεις που καταγράφηκαν ήταν αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, σωματικές επιθέσεις ή κακοποίηση και δολοφονίες[13]. Ο μεγαλύτερος αριθμός παραβιάσεων μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου 2024 «καταγράφηκε στην Buea (457 θύματα) και την Muyuka (199 θύματα), και οι δύο στη νοτιοδυτική περιοχή του Fako, ακολουθούμενες από την Meme επίσης στη νοτιοδυτική περιοχή και έπειτα τη Mezam στην βορειοδυτική περιοχή»[14].

 

Το Δανέζικο Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (DRC) διεξήγαγε μηνιαίες δραστηριότητες παρακολούθησης προστασίας στη νοτιοδυτική περιοχή μεταξύ Ιανουαρίου 2024 και Ιουνίου 2024 σε οκτώ κοινότητες των διαμερισμάτων Fako, Kupe Muanenguba και Meme[15]. Σύμφωνα με πηγές που συμβουλεύτηκε το DRC, μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2024, οι βασικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις και παράνομες κρατήσεις, βασανιστήρια και απάνθρωπη μεταχείριση, κλοπές, οικονομικές απαγωγές, trafficking, και έμφυλη βία (GBV)[16]. Το DRC κατέγραψε 55 περιστατικά προστασίας και 428 θύματα μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2024[17]. Οι παραβιάσεις που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις, δολοφονίες, επιθέσεις και κακοποίηση, βασανιστήρια / απάνθρωπη μεταχείριση και έμφυλη βία, που διαπράχθηκαν από τις SSF και τις NSAGs[18].

 

Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν τα πλέον πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα για την ένταση της ένοπλης σύρραξης. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 29/06/2024 – 27/06/2025 στην συγκεκριμένη περιοχή καταγράφηκαν 456 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 481 ανθρώπινες απώλειες. Τα 5456 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 256 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 87 ανθρώπινες απώλειες, 13 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 2 ανθρώπινες απώλειες, 161 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 383 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, 14 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (explosions/remote violence) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 9 ανθρώπινες απώλειες, και 12 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς ανθρώπινες απώλειες.[19] Σημειώνεται, ότι ο πληθυσμός της Νοτιοδυτικής περιφέρειας (Southwest region) ανέρχεται στα 1, 534,232 (2015).[20]

 

Εκ των ανωτέρω περιστατικών, σύμφωνα με την ίδια πηγή, κανένα δεν καταγράφηκε στην πόλη Tombel.

 

Από τις ανωτέρω πληροφορίες προκύπτει ότι στη Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν,  λαμβάνει χώρα εσωτερική ένοπλη σύρραξη μεταξύ των κρατικών δυνάμεων και των αυτονομιστών, που συμπαρασύρει τον άμαχο πληθυσμό, σημειώνοντας αρκετές απώλειες. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τα περιστατικά ασφαλείας για το τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ως αναλύθηκαν ανωτέρω, συνάγεται ότι η ένοπλη σύρραξη που συντελείται, δεν επηρεάζει τη πόλη Tombel σε τέτοιο βαθμό ώστε μόνη η παρουσία κάποιου εκεί να τον εκθέτει σε κίνδυνο. Επικουρικά, λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας για την αξιολόγηση του προσωπικού κινδύνου που θα αντιμετωπίσει ως άμαχη αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, ήτοι ότι είναι ενήλικη γυναίκα, υγιής, με επαρκή εκπαίδευση, η οποία διαβίωσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στο τόπο καταγωγής της, και έχει επαρκές υποστηρικτικό δίκτυο και ιδιαίτερα θείο ο οποίος έχει αναλάβει και τη φροντίδα των τριών παιδιών της από το γάμο της εκεί, καταλήγω ότι δεν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι στο πρόσωπο της Αιτήτριας, ώστε να πιστεύεται ότι αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

Ως εκ τούτου, με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ότι στο πρόσωπό της πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο καθεστώς του πρόσφυγα ή για να της παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 21/01/2021  https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 03/06/2025].

[2] Ibid.

[3] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31 March 2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[4] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/;  ACLED, Non-State Armed Groups and Illicit Economies, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[5] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, pp. 3, 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[6] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025). 

[7] UNOCHA, Cameroon: North-West and South-West - Situation Report No. 61 (January 2024), 8 March 2024, https://www.unocha.org/publications/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-61-january-2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[8] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[9] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[10] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025). 

[11] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 28 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025). 

[12] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[13] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[14] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[15] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/14eff56a-24a7-4da9-a1a9-dca02f2b864e/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q1_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5; DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[16] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[17] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[18] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 11 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03.06.2025).

[19] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Projectδιαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλπλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 29/06/2024 - 27/06/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN UNIT: Sud-Ouest) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 08/07/2025].

[20] National Institute of Statistics, South West Regional Agency, Statistical Yearbook of South West Region, 2023 Edition, σελ. 22 https://ins-cameroun.cm/wp-content/uploads/2024/07/Annuaire-statistique-regional_SW-edit_2023_02.07.24_Revu.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 03/06/2025].


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο