ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 1739/24
30 Οκτωβρίου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
S.M.A.
Αιτητής
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η Αίτηση
Ανδρέας Δημητρίου, Δικηγόρος για τον Αιτητή
Χατζηιωσήφ (κα) για Ν. Κουρσάρη, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση, ημερομηνίας 29/03/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία ως άκυρη, στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και αποτέλεσμα κατάχρησης εξουσίας, πλάνης και κακής εφαρμογής του Νόμου.
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:
Ο Αιτητής είναι ενήλικας και πολίτης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Νιγηρίας (από τούδε και στο εξής, «Νιγηρία»). Εισήλθε στις Ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω των μη ελεγχόμενων περιοχών και στις 27/03/2023 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία.
Στις 06/03/2024 παραχώρησε συνέντευξη ενώπιον λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής «ο αρμόδιος λειτουργός») προς εξέταση του αιτήματός του. Στις 27/03/2024, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου στην οποία εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος για παροχή διεθνούς προστασίας του Αιτητή. Στις 29/03/2024, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών ως ο νόμος ορίζει, λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε για λογαριασμό του Προϊσταμένου την ανωτέρω εισήγηση.
Στις 17/04/2024, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παρελήφθη ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν.
Στις 16/05/2024 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.
Ο συνήγορος του Αιτητή στην γραπτή του αγόρευση, προέβαλε πραγματικούς ισχυρισμούς, ιδίως περί της ανάγκης χορήγησης διεθνούς προστασίας, αναφερόμενος συγκεκριμένα σε λόγο δίωξης από τη μητριά του για περιουσιακές διαφορές μετά το θάνατο του πατέρα του. Περαιτέρω υποστηρίζουν ότι ο αρμόδιος λειτουργός εξέτασε την κατάσταση ασφαλείας γενικά στη Νιγηρία και όχι συγκεκριμένα για τους ισχυρισμούς του Αιτητή. Τέλος, ο συνήγορος του Αιτητή προώθησε ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν ανέτρεξαν σε πληροφορίες αναφορικά με τις οικογενειακές διενέξεις και τα συνδεόμενα με αυτές εγκλήματα στη Νιγηρία.
Κατά τις διευκρινίσεις ο συνήγορος του Αιτητή προώθησε τον νομικό ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αξιολόγησης του κινδύνου.
Η συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση με την προφορική της αγόρευση σχολιάζοντας την ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή από μέλη ομάδας που έκανε τελετουργικά λόγω του ότι αποκάλυψε πληροφορίες, ανέφερε πως σε κανένα στάδιο κατά τη διάρκεια της συνέντευξης δεν τεκμηριώθηκαν οι ισχυρισμοί του ή κατάφερε να δώσει επαρκείς πληροφορίες για όσα ισχυρίζεται. Οι ισχυρισμοί του ήταν πολύ περιορισμένοι εκ των πραγμάτων και οι Καθ’ ων δεν υποχρεούνταν σε περαιτέρω διερεύνηση, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε η ένταξή του στην προαναφερόμενη ομάδα. Τέλος ανέφερε ότι, σε κάθε περίπτωση, ο ισχυρισμός του δεν εμπίπτει στις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας για χορήγηση διεθνούς προστασίας.
Καταρχάς, παρατηρώ ότι οι αναγραφόμενοι στην αίτηση ακυρώσεως λόγοι ακύρωσης δεν έχουν προωθηθεί και αναλυθεί με την αγόρευση του συνηγόρου του Αιτητή στην ολότητά τους. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλονται με την αίτηση ακυρώσεως και δεν αναπτύχθηκαν στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή και λαμβάνοντας υπόψιν και τη δήλωση του συνηγόρου του Αιτητή κατά τις διευκρινήσεις, αυτοί δεν μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο και ως εκ τούτου απορρίπτονται στο σύνολό τους.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018).
Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Κατά την καταγραφή του αιτήματός του, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή η μητριά του προσπαθεί να τον σκοτώσει προκειμένου να επωφεληθεί από την οικογενειακή περιουσία (ερυθρό 1 δ.φ.).
Στη συνέντευξή του ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού τα πρακτικά της οποίας βρίσκονται κατατεθειμένα ως ερυθρά 26-17 του διοικητικού φακέλου, αρχικά τέθηκαν στον Αιτητή γενικές ερωτήσεις σχετικές με την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής, την εκπαίδευση, την οικογενειακή κατάσταση και την επαγγελματική του εμπειρία. Ο Αιτητής έχει την ιθαγένεια της Νιγηρίας. Γεννήθηκε στην πόλη Festac του κρατιδίου Lagos (Amuwo-Odofin LGA) και σε ηλικία δύο ετών μετακόμισε στην πόλη Owerri του κρατιδίου Imo (Owerri LGA), όπου διέμεινε όλη του τη ζωή. Ως προς τα μέλη της οικογένειάς του, δήλωσε ότι δεν γνώρισε ποτέ τη μητέρα του και ζούσε όλη του τη ζωή με τον πατέρα του. Ο πατέρας του πέθανε το 2020, ενώ ένα χρόνο πριν, το 2019, παντρεύτηκε με τη μητριά του. Τέλος, αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο και το επάγγελμά του, είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στη Νιγηρία εργάστηκε σε διάφορους τομείς (κατασκευαστικός τομέας, αγροτικές εργασίες, μεταφορές, επιδιορθώσεις). Ομιλεί Αγγλικά και Igbo (ερυθρά 24-22 του δ.φ.).
Όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι μετά το θάνατο του πατέρα του βρέθηκε να ζει υπό τον έλεγχο της μητριάς του, ονόματι Stella, η οποία ήταν σκληρή και κακοποιητική απέναντί του. Ειδικότερα, ο Αιτητής ανέφερε ότι η Stella άρχισε να τον κακομεταχειρίζεται ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο πατέρας του αρρώστησε με πρόβλημα στα νεφρά, γύρω στον Αύγουστο του 2020. Ο γάμος της με τον πατέρα του είχε πραγματοποιηθεί στις αρχές του 2019, χωρίς ο ίδιος να έχει ενημερωθεί εκ των προτέρων, γεγονός που του προκάλεσε θυμό. Η Stella είχε δύο ενήλικους γιους, οι οποίοι συνέχιζαν να σπουδάζουν στο πανεπιστήμιο, ενώ εκείνος αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του. Κατόπιν διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο Αιτητής περιέγραψε ότι η Stella τον αντιμετώπιζε με εχθρότητα, δίνοντάς του χαλασμένο φαγητό, κλειδώνοντάς τον έξω από το σπίτι και φορτώνοντάς τον με όλες τις δουλειές του σπιτιού, την ώρα που τα παιδιά της δεν έκαναν τίποτα. Δεν του παρείχε καμία οικονομική ή άλλη υποστήριξη, ακόμη και όταν ήταν άρρωστος, αναγκάζοντάς τον να δανείζεται φαγητό και φάρμακα. Η κακομεταχείριση κλιμακώθηκε μετά τον θάνατο του πατέρα του. Ο ίδιος ζούσε υπό συνεχή φόβο και μάλιστα άρχισε να βλέπει όνειρα στα οποία η Stella προσπαθούσε να τον δηλητηριάσει ή να τον κυνηγούσε, με αποτέλεσμα να εντείνεται ο φόβος του.
Επιπρόσθετα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η Stella θεωρούσε πως ο ίδιος προσπαθούσε να διεκδικήσει την περιουσία του πατέρα του (το σπίτι στην πόλη Owerri και οκτώ οικόπεδα στο χωριό Nkwerre) και ότι αυτός ήταν ο λόγος που ήθελε να τον απομακρύνει. Ανέφερε επίσης την πεποίθησή του ότι η ασθένεια και ο θάνατος του πατέρα του δεν ήταν φυσιολογικά, υπονοώντας ότι η Stella είχε κάποια εμπλοκή. Ερωτηθείς ποιος έχει τον έλεγχο της περιουσίας επί του παρόντος, ο Αιτητής απάντησε ότι όλα βρίσκονται υπό τον έλεγχο της μητριάς του. Προσέθεσε ότι ο ίδιος δεν επιδίωξε να διεκδικήσει νομικά την κληρονομιά, επικαλούμενος τη διαφθορά στη Νιγηρία και την έλλειψη οικονομικών πόρων, ενώ επίσης προέβαλε ότι προτεραιότητά του ήταν να σπουδάσει και να δημιουργήσει μια καλύτερη ζωή. Τέλος, ανέφερε ότι παρά τις προσπάθειές του να συμφιλιωθεί με τη Stella εκείνη του ξεκαθάρισε ότι αυτός δεν έχει καμία θέση στην οικογένεια.
Τελικά, ο Αιτητής αποφάσισε να φύγει από τη Νιγηρία, αξιοποιώντας δύο οικόπεδα που είχαν εγγραφεί στο όνομά του για να χρηματοδοτήσει το ταξίδι του. Δεν σκοπεύει να επιστρέψει ποτέ στη Νιγηρία, καθώς πιστεύει ότι η Stella θα προσπαθήσει να τον σκοτώσει, θεωρώντας ότι επιστρέφει για να διεκδικήσει την περιουσία. Εξήγησε ότι, ακόμη κι αν ο ίδιος δεν είχε διεκδικήσει την περιουσία όσο ζούσε εκεί, η επιστροφή του στη Νιγηρία θα ερμηνευόταν ως πρόθεση να κινηθεί νομικά, επειδή αυτή είναι η γενικότερη νοοτροπία στη Νιγηρία. Τέλος, απέρριψε το ενδεχόμενο μετεγκατάστασης σε άλλη περιοχή της χώρας, δηλώνοντας ότι πουθενά στην Αφρική δεν υπάρχει ασφάλεια και ότι μπορεί να δολοφονηθεί, χωρίς ο δολοφόνος του να έχει συνέπειες (ερυθρά 21-18 του δ.φ.).
Ερωτηθείς ανακεφαλαιωτικά τί φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι φοβάται πώς θα χάσει τη ζωή του και δεν θα είναι ευτυχισμένος (ερυθρό 18 του δ.φ.).Ερωτηθείς αν έχει συλληφθεί ή κρατηθεί ποτέ στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 22 του δ.φ.). Σε ερώτηση αν οι αρχές του κράτους καταγωγής του είναι σε θέση να τον προστατεύσουν, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 18 του δ.φ.).
Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση - Εισήγησή του δυο ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν από τις δηλώσεις του Αιτητή:
1) Υπήκοος Νιγηρίας, περιοχή καταγωγής πόλη Festac, Amuwo-Odofin Local Government Authority, στην πολιτεία Lagos και διαμονής του μέχρι να εγκαταλείψει τη Νιγηρία, η πόλη Owerri, Owerri Local Government Authority, στην πολιτεία Imo.
2) Δυσμενής μεταχείριση του Αιτητή από την μητριά του, λόγω περιουσιακών διαφορών μετά το θάνατο του πατέρα του.
Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή και αναφορές σε εξωτερικές πηγές, ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό το πρώτο ουσιώδες περιστατικό, αφού κρίθηκε ως αξιόπιστο στο σύνολό του (ερυθρά 46-45 του δ.φ.).
Αντιθέτως, το δεύτερο ουσιώδες περιστατικό δεν έγινε αποδεκτό. Αναφορικά με την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός του και ακόμα και όταν κλήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες οι δηλώσεις του ήταν αντιφατικές και χαρακτηρίζονταν από έλλειψη ευλογοφάνειας. Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός έκανε τις εξής επισημάνσεις: Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες για τη μητριά του παρόλο που του δόθηκε πολλές φορές η ευκαιρία να το πράξει. Ο Αιτητής δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με το ποια ήταν η στάση του πατέρα του ως προς τη συμπεριφορά της μητριάς του. Σύμφωνα με τον αρμόδιο λειτουργό υπάρχει αντίφαση μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή περί της κακομεταχείρισης που δεχόταν από τη μητριά του και των αρχικών δηλώσεων του αναφορικά με την εργασιακή του εμπειρία, καθώς και της δήλωσής του ότι χρηματοδότησε ο ίδιος το ταξίδι του. Ο Αιτητής δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για την περιουσία του πατέρα του, ενώ τα λεγόμενά του για την τύχη της πατρικής του περιουσίας χαρακτηρίζονται από έλλειψη ευλογοφάνειας, καθώς ο ίδιος ως μοναχογιός έχει δικαίωμα στην πατρική περιουσία. Έλλειψη ευλογοφάνειας παρατηρείται και στη δήλωσή του ότι επέλεξε να μην διεκδικήσει την πατρική περιουσία, δεδομένου ότι με την προαναφερόμενη περιουσία θα ήταν σε θέση να διασφαλίσει τη ζωή του που ήθελε. Παρόλο που δόθηκε στον Αιτητή η δυνατότητα να αποσαφηνίσει το εν λόγω σημείο που χαρακτηρίζεται από έλλειψη ευλογοφάνειας, εκείνος δεν το έπραξε.
Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.
Συμπερασματικά, ο/η λειτουργός απέρριψε τον ισχυρισμό (ερυθρά 45-42 του δ.φ.).
Υπό το φως των ανωτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι, επί τη βάσει του ουσιώδους περιστατικού που έγινε αποδεκτό, των στοιχείων που απαρτίζουν το προφίλ του Αιτητή (άγαμος ενήλικας, χωρίς προβλήματα υγείας ή κάποια ευαλωτότητα, απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ικανός για εργασία) και αφού έλαβε υπόψη σχετικές πληροφορίες για την κατάστασης ασφαλείας στον τόπο μόνιμης διαμονής του Αιτητή, ήτοι στο κρατίδιο Imo, διαπίστωσε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο τελευταίος να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης η σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στο κρατίδιο Imo της Νιγηρίας.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης για έναν από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης, του άρθρου 2(δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (από τούδε και στο εξής, «η Οδηγία») και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, του εν γένει προφίλ του και της εκτίμησης κινδύνου, δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας.
Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Νιγηρία και ειδικότερα στο κρατίδιο Imo, ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως αμάχου λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, καθώς η Νιγηρία δεν τελεί σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Ως εκ τούτου, δεν δόθηκε στον Αιτητή ούτε το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.
Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Εξουσιοδοτημένη από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της εισηγητικής έκθεσης, ενέκρινε την εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω. Δεν υπάρχει οτιδήποτε στον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης που να στηρίζει τη θέση του Αιτητή ότι δεν έχει γίνει δέουσα έρευνα. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν είχε προσκομίσει και/ή προωθήσει κατά την διάρκεια της παρούσας διαδικασίας οποιοδήποτε νέο στοιχείο ή μαρτυρία που να ανατρέπει τα ευρήματα των Καθ'ων η Αίτηση ώστε να εξεταστούν πλήρως από το Δικαστήριο.
Πέραν των ανωτέρω, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της παρούσας υπόθεσης, ο Αιτητής δεν ανέφερε ενώπιον μου οποιονδήποτε λόγο που να καταδεικνύει ότι έχει γνήσιο αίτημα διεθνούς προστασίας ή ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε παράνομα και/ή λανθασμένα. Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματός του βαραίνει αρχικά τον ίδιο τον Αιτητή (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου). Κρίνω επίσης ότι το επιχείρημα του συνηγόρου του Αιτητή ότι ο αρμόδιος λειτουργός όφειλε να διεξάγει ενδελεχή έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης δεν ευσταθεί, καθότι ο Αιτητής κρίθηκε εσωτερικά αναξιόπιστος, για λόγους που αναλυτικά καταγράφονται στην έκθεση-εισήγηση του λειτουργού και οι οποίοι δεν έχουν αμφισβητηθεί επαρκώς κατά τη δικαστική διαδικασία.
Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στο κρατίδιο Imo, όπου ανήκει όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, η περιoχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του.
Συγκεκριμένα, αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στο κρατίδιο Imo, οι πληροφορίες από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν τα κάτωθι:
Στο τελευταίο τριμηνιαίο report του PIND Niger Delta Quarterly Conflict Trends (January-March 2025)[1] αναφέρεται ότι οι κύριες αιτίες της βίας και της ανασφάλειας στο κρατίδιο Imo ήταν οι εγκληματικές δραστηριότητες και η βίαιη αυτονομιστική αναταραχή, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων μεταξύ αυτονομιστικών πολιτοφυλακών και των κυβερνητικών δυνάμεων ασφαλείας.
Ειδικότερα ως προς την αυτονομιστική αναταραχή, η έκθεση κατέγραψε ότι παρέμεινε μείζονα πρόκληση για την ασφάλεια στο κρατίδιο Imo κατά την εν λόγω περίοδο. Τον Ιανουάριο, περίπου οκτώ μέλη πολιτοφυλακών φέρεται να σκοτώθηκαν, ενώ κατασχέθηκαν αρκετά όπλα, συμπεριλαμβανομένων τυφεκίων και αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών (IEDs), κατά τη διάρκεια σειράς συγκρούσεων μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων και αυτονομιστικών πολιτοφυλακών που φέρεται να συνδέονται με το Eastern Security Network (ESN), την παραστρατιωτική πτέρυγα του Indigenous People of Biafra (IPOB), στην περιοχή Ihube, Okigwe LGA. Τον Φεβρουάριο, μέλος αυτονομιστικής πολιτοφυλακής φέρεται να σκοτώθηκε σε σύγκρουση με δυνάμεις ασφαλείας στην Eziama Obiato, Mbaitoli LGA. Σε άλλο περιστατικό, δυνάμεις ασφαλείας φέρεται να συγκρούστηκαν με αυτονομιστικές πολιτοφυλακές σε δασική περιοχή κοντά στην Ubachima, Oru East LGA, σκοτώνοντας έναν ηγέτη πολιτοφυλακής και κατάσχοντας όπλα και πυρομαχικά.
Αναφορικά με τη διακοινοτική βία, η έκθεση καταγράφει ότι αυτή η μορφή βίας είχε ως αποτέλεσμα αρκετούς θανάτους στο κρατίδιο Imo κατά την εν λόγω περίοδο. Τον Φεβρουάριο, ένοπλοι κτηνοτρόφοι φέρεται να απήγαγαν και να σκότωσαν έναν άνδρα στη φάρμα του στην Amakohia-Ubi, Owerri West LGA.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στην επαρχία Imo, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας αναφοράς τις 07/08/2025), καταγράφηκαν 90 περιστατικά πολιτικής βίας (“political violence”, που περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες), από τα οποία προκλήθηκαν 174 θάνατοι[2].
Κατά συνέπεια, το κρατίδιο Imo από το οποίο κατάγεται ο Αιτητής και το οποίο το Δικαστήριο θεωρεί ως την περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του, βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή ως παρατέθηκε ανωτέρω, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι ο Αιτητής δεν εμπλέκεται στις αναταραχές που αφορούν την αυτονόμηση της περιοχής και τη διακοινοτική βία και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Τέλος, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 191/2024 τη χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία) ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ’ ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] [1] PIND, Niger Delta Quarterly Conflict Trends: January – March 2025, https://pindfoundation.org/niger-delta-quarterly-conflict-tracker-2025-q1/, σελ. 9
[2] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Nigeria, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, https://acleddata.com/platform/explorer
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο