ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.197/23
9 Οκτωβρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C. M. J.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Αλ Τάχερ, Μπενέτης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για Αιτητή
Κα Α. Δημητριάδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.21/12/22, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 18/01/19 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 21/01/19 (ερ.6-8, 17-19, 57).
Την 05/05/22 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.37-57). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 10/08/22 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.100-114).
Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία δόθηκε διά χειρός στις 26/05/23 στην μητρική του γλώσσα (ερ.117-118, 18).
Στην επίδικη αίτηση ο αιτητής καταγράφει, σε δική ότι συνεπεία της κακής διακυβέρνησης η οικογένειά του και ο ίδιος αποφάσισαν να εμπλακούν στην αντιπολίτευση του Καμερούν για να ρίξουν τον πρόεδρο, ο οποίος, ως αναφέρει, είναι DPC. Γι’ αυτό ο πατέρας του και ο αιτητής αποφάσισαν να εμπλακούν στο κόμμα SDF, για να αντικαταστήσουν, ως λέει, τον πρόεδρο. Ο πατέρας του σκοτώθηκε από τον στρατό του Καμερούν κατά την διάρκεια μιας διαδήλωσης του SDF και έτσι, μετά τη διαδήλωση, «οι υπόλοιποι ήταν έτοιμοι να δραπετεύσουν καθώς τους έψαχνε ο στρατός» και τότε ο ίδιος δραπέτευσε μέχρι που «δεν [είχε] κάτι άλλο στον κόσμο».
Στη συνέντευξη ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στη Douala, επαρχία Littoral, διέμενε στη Bafia, στο Centre Region, είναι απόφοιτος πανεπιστημίου, εργαζόταν ως ιδιοκτήτης βιοτεχνίας, ομιλεί Yemba (μητρική), γαλλικά και λίγα αγγλικά, είναι άγαμος, πατέρας ενός τέκνου που γεννήθηκε στη Δημοκρατία και ζει μαζί με τον ίδιο και τη μητέρα του η οποία είναι επίσης αιτήτρια ασύλου, οι γονείς του έχουν αποβιώσει, δεν έχει αδέρφια και μόνοι του συγγενείς είναι ο αδερφός του πατέρα του και κάποια ξαδέρφια του, οι οποίοι ζουν στη Bamenda.
Κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης δήλωσε ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του επειδή καταζητείται από την αστυνομία για τον ξυλοδαρμό ενός εφοριακού και ενός αστυνομικού. Ο πατέρας του αιτητή ήταν μέλος του Social Democratic Front (SDF). Στη συνέχεια ο αιτητής περιέγραψε ότι μία ομάδα εφοριακών επισκέφτηκε την επιχείρησή του και του ανακοίνωσε ότι όσο ο πατέρας του παραμένει μέλος του εν λόγω κόμματος, εκείνη θα του κλείσουν την επιχείρηση. Η εφορία – ως ανέφερε - του έστελνε «τεράστιους λογαριασμούς για να πληρώσει» και όταν παραπονέθηκε τον ενημέρωσαν πως αυτό συμβαίνει διότι μέλος του SDF, παρόλο που τους εξήγησε πως ο ίδιος δεν είναι μέλος του κόμματος, και έκτοτε τον επισκέπτονταν και του επέβαλλαν πρόστιμα δίχως αιτία.
Σε μια επίσκεψη της εφορίας, όπου ο αιτητής – ως ανέφερε - ήταν αγανακτισμένος από τις συνεχείς οχλήσεις, βιαιοπράγησε κατ’ ενός εκ των εφοριακών υπαλλήλων χτυπώντας τον με ένα ξύλο στο κεφάλι και τραυματίζοντάς τον σοβαρά, πράξη μετά από την οποία διέφυγε τρέχοντας και κατευθύνθηκε προς τη Bamenda και τον πατέρα του, όπου με την παρότρυνση του πατέρα του έγινε και εκείνος μέλος του κόμματος SDF.
Στις 25/08/18 συμμετείχε σε μία πορεία διαμαρτυρίας κατά του κυβερνώντος κόμματος, όπου ο στρατός πυροβόλησε και σκότωσε τον πατέρα του, ενώ ο αιτητής τραυμάτισε έναν αστυνομικό με μία σιδερένια βέργα στο κεφάλι και στη συνέχεια κρύφτηκε. Μετά πήγε στην Kenda, όπου πληροφορήθηκε από τον ξάδερφό του ότι η βιοτεχνία του και η βιοτεχνία του πατέρα του κάηκαν και η αστυνομία και ο στρατός τον αναζητούσαν και στη συνέχεια πληροφορήθηκε από ένα φίλο του ότι ο ξάδερφός του υπέστη βασανιστήρια και αποφάσισε να φύγει από το Καμερούν.
Ερωτώμενος σχετικά με όσα ανέφερε για τα υπέρογκα ποσά που καλούνταν να πληρώσει την εφορία ο αιτητής εξήγησε πως αντί για 100.000 φράγκα που πλήρωνε συνήθως ανά τρίμηνο του ζητούσαν 700.000 φράγκα, τον επισκέπτονταν συχνά και τον ενοχλούσαν με ελέγχους. Σχετικά με το περιστατικό στη βιοτεχνία του δήλωσε πως έγινε τον Ιανουάριο του 2018 και πως αμέσως μετά έφυγε δίχως να επιστρέψει ποτέ στη βιοτεχνία του διότι φοβόταν πως θα τον συλλάβουν. Σε ερώτηση σχετικά με τον χρόνο που πέρασε στη Bamenda ο αιτητής δήλωσε αρχικά ότι ήταν 3- 4 εβδομάδες, ενώ στη συνέχεια δήλωσε πως ήταν από τον Ιανουάριο μέχρι τον Αύγουστο (2018), εξηγώντας πως η περίοδος των 3-4 εβδομάδων που ανέφερε ήταν η περίοδος προτού γίνει μέλος του κόμματος SDF. Σε ερώτηση αν είχε κάποια όχληση τους μήνες μετά το περιστατικό με τον εφοριακό ο αιτητής εξήγησε πως η μόνη ενημέρωση που είχε από ένα γείτονα ήταν πως η αστυνομία τον αναζητούσε στη βιοτεχνία του.
Ερωτώμενος που κρύφτηκε μετά τη διαδήλωση ο αιτητής εξήγησε πως αρχικά κρύφτηκε σε ένα δάσος στην Bamenda για λιγότερο από μία εβδομάδα και στη συνέχεια πήγε στο χωριό Kenda στην Douala όπου έμεινε περί τις δύο εβδομάδες. Στη συνέχεια ο λειτουργός υπενθύμισε στον Αιτητή ότι δήλωσε πως έφυγε από τη Bamenda τον Αύγουστο του 2018 και έφυγε από το Καμερούν τον Οκτώβριο του 2018 και του ζήτησε να εξηγήσει τη χρονική ασυνέπεια, με τον αιτητή να αποκρίνεται ότι δεν έφυγε από τη χώρα αμέσως μόλις έφυγε από την Kenda, αφού του πήρε πολύ χρόνο να φτάσει στα σύνορα με τη Νιγηρία, καθώς, ως ανέφερε, η νοτιοδυτική επαρχία είναι πολύ μεγάλη. Ερωτώμενος ποιος τον ενημέρωσε για το ότι η βιοτεχνία του και η βιοτεχνία του πατέρα του κάηκαν ο αιτητής εξήγησε πως τον κάλεσε ένα φίλος του. Όταν του επεσημάνθηκε ότι προηγουμένως είχε δηλώσει ότι τον ενημέρωσε σχετικά ο ξάδερφός του ο αιτητής αρχικά διαφώνησε και όταν του έγινε ανάγνωση των πρακτικών τα οποία επιβεβαίωναν τα λεγόμενα του λειτουργού δήλωσε πως και οι δύο τον ενημέρωσαν για τα ίδια γεγονότα.
Στη συνέχεια ζητήθηκε από τον Αιτητή να εξηγήσει τη χρονική ασυνέπεια στις δηλώσεις του καθώς – ως του υποβλήθηκε - είχε δηλώσει πως διατήρησε τη βιοτεχνία του για 9 με 10 μήνες από τον 2017 έως τον Απρίλιο με Μάιο του 2018, ενώ σε μεταγενέστερο σημείο δήλωσε πως εγκατέλειψε τη βιοτεχνία του αμέσως μετά το περιστατικό με τον εφοριακό τον Ιανουάριο 2018, με τον ίδιο να δηλώνει πως δεν καταλαβαίνει την ερώτηση, παρότι του εξηγήθηκε δύο φορές. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις για τη διαδήλωση διαμαρτυρίας του Αυγούστου ο αιτητής δήλωσε ότι έλαβε χώρα στο Bambui της Bamenda, ο ίδιος δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο ρόλο σ’ αυτή και σκοπός της ήταν να διαμαρτυρηθούν κατά της συνεχιζόμενης διακυβέρνησης της χώρας από τον για 36 συναπτά έτη, ως ανέφερε, και πρόσθεσε ότι πολλοί διαδηλωτές συνελήφθησαν και κάποιοι σκοτώθηκαν.
Σε ερώτηση σχετικά με το λογότυπο του κόμματος και το τι αυτό συμβολίζει ο αιτητής δήλωσε άγνοια, ενώ σε περαιτέρω ερωτήσεις σχετικά με το αν εξέδιδε κάρτες μέλους, ο αιτητής απάντησε ότι όντως το κόμμα εξέδιδε κάρτες μέλους αλλά ο ίδιος δεν είχε τέτοια κάρτα, καθώς δεν ήταν εγγεγραμμένος στους εκλογικούς καταλόγους και δεν είχε σκοπό να ψηφίσει ,καθώς γνώριζε εκ των προτέρων ότι θα εκλεγεί ο τότε πρόεδρος. Επιπλέον, ο αιτητής εξήγησε πως κάθε επαρχία έχει δικά της κεντρικά γραφεία του κόμματος χωρίς, να υπάρχει κάποιο κεντρικό γραφείο για όλη τη χώρα.
Ερωτώμενος σχετικά με τον ξάδερφό του ο αιτητής δήλωσε πως έχει αραιή επικοινωνία μαζί του μέσω Facebook και τον ενημέρωσε ότι τον ψάχνει η αστυνομία και πως εξεδόθη ένταλμα σύλληψης εναντίον του και σε επικοινωνία που είχε με οικογενειακό δικηγόρο, ο αιτητής είδε το ένταλμα και ενημερώθηκε από τη δικηγόρο ότι μάλλον σχετίζονταν με το περιστατικό στη Bafia, καθώς η ημερομηνία έκδοσης του ήταν 20/08/18, προσκόμισε δε το εν λόγω έγγραφο.
Σε ερώτηση σχετικά με το τι πιστεύει πως θα του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής ο αιτητής δήλωσε πως «θα [τελειώσει] στο αεροδρόμιο» και ότι θεωρεί πως είτε θα τον σκοτώσουν είτε θα τον φυλακίσουν, όπως συνέβη σε πολύ ακόμη κόσμο, διότι αυτό – ως ανέφερε - υπαγορεύει ο νόμος στη χώρα. Σε ερώτηση αν θα μπορούσε να επιστρέψει και να μετεγκατασταθεί σε μια άλλη πόλη ο αιτητής δήλωσε πως ο νόμος ισχύει σε όλη τη χώρα.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους ουσιώδεις ισχυρισμούς.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή
2. Ο αιτητής καταζητείται από την αστυνομία, λόγω του ότι ξυλοφόρτωσε εφοριακό
3. Ο αιτητής ήταν εγγεγραμμένο μέλος στο κόμμα SDF
4. Ο αιτητής ξυλοφόρτωσε έναν αστυνομικό σε διαδήλωση στις 25/08/18 και γι’ αυτό καταζητείται από την αστυνομία
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ουσιώδη ισχυρισμό απέρριψαν όμως τον 2ο, 3ο και 4ο ισχυρισμό, καθώς κρίθηκε ότι στερούνται συνοχής και αξιοπιστίας.
Αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του αιτητή υπήρξαν αόριστες, στερούμενες λεπτομερειών και περιέχουν πολλές αντιφάσεις. Συγκεκριμένα, ως κρίθηκε, ενώ ο αιτητής αρχικά δήλωσε ότι την διατηρούσε μέχρι περί τον Μάιο του 2018, αργότερα δήλωσε πως την εγκατέλειψε τον Ιανουάριο του 2018 και όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει την αντίφαση δεν μπόρεσε να παρέχει κάποια ικανοποιητική εξήγηση. Για το κατ’ ισχυρισμό περιστατικό με τους εφοριακούς τον Ιανουάριο 2018, κρίθηκε ότι δεν ήταν επαρκώς λεπτομερής, καθώς αναμενόταν από τον αιτητή να είναι σε θέση να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το περιστατικό και να περιγράψει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις συνθήκες του καβγά. Επιπλέον κρίθηκε ότι ο ισχυρισμός πως καταζητείται από την αστυνομία δεν ήταν αρκετά σαφής, καθώς στηρίχτηκε σε πληροφορίες από τρίτους και συγκεκριμένα από ένα γείτονά του. Αναφορικά δε με το ένταλμα σύλληψης το οποίο προσκόμισε, σημειώθηκε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει αν εκδόθηκε λόγω του ότι χτύπησε τον εφοριακό ή τον αστυνομικό στη διαδήλωση και ούτε γιατί δεν αναγράφεται το επάγγελμα του αιτητή σε αυτό παρά μόνο η λέξη «αιτών». Επιπλέον, ως ο ίδιος δήλωσε, ούτε ο δικηγόρος του αιτητή ήταν σε θέση να προσδιορίσει τι αφορούσε το προσκομισθέν ένταλμα, γεγονός που κρίθηκε ότι στερείται ευλογοφάνειας, δεδομένης της σοβαρότητας της κατηγορίας.
Κατά την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή εντοπίστηκε πως, σύμφωνα με διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ), μεταξύ 2000-2010 καταγράφηκαν όντως διακρίσεις κατά νεαρών μελών οικογενειών, των οποίων οι γονείς ήταν μέλη του αντιπολιτευόμενου κόμματος SDF, όμως ότι δεν υπάρχουν πληροφορίες για παρόμοιες διακρίσεις σε μετέπειτα χρόνο. Αναφορικά με το ένταλμα σύλληψης οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι η γνησιότητα του εγγράφου που προσκομίστηκε είναι αμφισβητήσιμη, λαμβανομένου υπόψη του ότι οι διαθέσιμες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν διαδεδομένη πλαστογράφηση δημοσίων εγγράφων και ενταλμάτων σύλληψης.
Συνεπεία των ανωτέρω οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν πληρούται ούτε η εσωτερική αλλά ούτε και η εξωτερική συνοχή των λεγομένων του αιτητή και αυτός απορρίφθηκε.
Αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό, αυτός κρίθηκε αναξιόπιστος. Συγκεκριμένα, οι δηλώσεις του αιτητή σχετικά με το αν είχε κάρτα μέλους του κόμματος SDF κρίθηκαν ασυνεπείς. Αρνητικά αξιολογήθηκε το ότι ο αιτητής – ερωτώμενος σχετικά - δεν γνώριζε να περιγράψει το έμβλημα το κόμματος, ενώ επίσης κρίθηκε πως η δήλωσή του πως δεν θα ψήφιζε στις επερχόμενες εκλογές, διότι, ως ανέφερε, γνώριζε εκ των προτέρων ότι θα εκλεγόταν ο πρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος θεωρήθηκε ασυνεπής με τα λεγόμενα του αιτητή.
Στα πλαίσια εκτίμησης της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή έγινε έρευνα σε διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ), όπου επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη του κόμματος Social Democratic Front (SDF) και το γεγονός ότι τα μέλη του έχουν κάρτα μέλους και μάλιστα, σύμφωνα με πηγή πληροφόρησης, έχουν καταγραφεί περιστατικά πλαστογράφησης και πώλησης αυτών για την υποστήριξη αιτημάτων ασύλου.
Ενόψει των ως άνω, παρότι πληροφορίες που εντοπίστηκαν επιβεβαιώνουν την ύπαρξη και δράση του κόμματος SDF, τα οποία συνάδουν εν μέρει με τα λεγόμενα του, εντούτοις, δεδομένου ότι τα όσα ανέφερε σχετικά με την κάρτα μέλους του εν λόγω κόμματος δεν συνάδουν με τις εντοπισθείσες ΠΧΚ, και λαμβανομένων υπόψη των κενών πολλών που εντοπίστηκαν στην εσωτερική συνοχή του ισχυρισμού, ο 3ος ουσιώδης ισχυρισμός έτυχε απόρριψης ως αναξιόπιστος.
Αναφορικά με τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι η αφήγηση του αιτητή σχετικά με το περιστατικό της επίθεσής του κατά αστυνομικού ήταν αόριστη και γενική, στερούμενη βιωματικών στοιχείων, ενώ αναμενόταν αυτός να είναι σε θέση να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το περιστατικό, ειδικά όσον αφορά τη δολοφονία του πατέρα του και τη δική του αντίδραση, καθώς και την αντίδραση των άλλων συμμετεχόντων, αλλά και την εξέλιξη της διαδήλωσης. Κρίθηκε δε ότι υπάρχει ασυνέπεια στις δηλώσεις του αιτητή σχετικά με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο κρυβόταν πριν φύγει από τη χώρα, καθώς, ενώ αρχικά ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι από την 25/08/18, ημέρα της διαδήλωσης, κρυβόταν για διάστημα περίπου 3 εβδομάδων πριν την αναχώρησή του από τη χώρα, εντούτοις, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου, έφυγε τον Οκτώβριο του 2018, ήτοι πέραν των δύο μηνών μετά τη διαδήλωση . Όταν δε του δόθηκε η ευκαιρία να εξηγήσει, ο αιτητής ανέφερε ότι δεν έφυγε από τη χώρα αμέσως μόλις έφυγε από το τελευταίο μέρος όπου κρυβόταν, την Kenda της Douala, και πως του πήρε πολύ χρόνο να φτάσει στα σύνορα με τη Νιγηρία καθώς η επαρχία SouthWest είναι πολύ μεγάλη, εξήγηση η οποία κρίθηκε ανεπαρκής.
Πέραν των ως άνω εντοπίστηκε αντίφαση και στις δηλώσεις του αιτητή αναφορικά με το ποιος τον ενημέρωσε για το ότι η βιοτεχνία του ιδίου και του πατέρα του κάηκαν, καθώς ενώ αρχικά είχε δηλώσει πως τον ενημέρωσε ο ξάδερφός του στη συνέχεια δήλωσε πως τον ενημέρωσε ένα φίλος του. Όταν δε του δόθηκε η ευκαιρία να εξηγήσει την αντίφαση, ο αιτητής δήλωσε πως και οι δύο τον ενημέρωσαν για τα ίδια γεγονότα, απόκριση που κρίθηκε μη πειστική. Αξιολογήθηκε αρνητικά τέλος το ότι, παρά τις σοβαρές κατηγορίες εναντίον του, ο αιτητής δήλωσε πως δεν έχει καμία ενημέρωση σχετικά με την υπόθεσή του από τον ξάδερφό του, με τον οποίο βρίσκεται σε επικοινωνία, δήλωσε η οποία κρίθηκε ασυνάρτητη.
Κατά την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του αιτητή σημειώθηκε ότι δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστούν ΠΧΚ για την κατ’ ισχυρισμό πορεία διαμαρτυρίας η οποία να έλαβε χώρα την 25/08/18 (ως την τοποθετεί χρονικά ο αιτητής) στο Bambui ή οπουδήποτε αλλού στη Bamenda. Αναφορικά με τις ένορκες βεβαιώσεις που προσκόμισε ο αιτητής, κρίθηκε ότι αυτή του δικηγόρου αναφέρεται σε συμβάν το οποίο έλαβε χώρα την 30/08/19 ενώ η ένορκη βεβαίωση έχει ημερομηνία υπογραφής την 15/07/19 και πως και οι δύο ένορκες βεβαιώσεις – δεδομένου ότι δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητα τους με αναφορά στα τυπικά τους γνωρίσματα, ελλείψει σχετικών ΠΧΚ – δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη.
Ως εκ των άνω οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού και ότι ο ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, και επί τη βάσει του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός, ήτοι ότι του προφίλ του, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Bafia – Central Region), οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι, δεδομένου του ότι ο αιτητής είναι ενήλικας, υγιής άνδρας, χωρίς προηγούμενη δίωξη, ικανός προς βιοπορισμό, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και με επαρκή μόρφωση, δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα αυτός να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του.
Συνεπεία των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.
Στα πλαίσια της προσφυγής καταγράφεται πλήθος νομικών σημείων, εκ των οποίων τα πλείστα δεν εξειδικεύονται επαρκώς και ορισμένα εξ αυτών αναπτύσσονται στη γραπτή αγόρευση του αιτητή που ακολούθησε.
Στα πλαίσια της αγόρευσης του ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, κάνοντας αναφορές στο οικείο νομικό πλαίσιο και νομολογία και παραθέτοντας σωρεία πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ), αναφέρει ότι εν προκειμένω δεν έγινε δέουσα έρευνα, καθώς δεν αξιολογήθηκε ορθά και σε εξατομικευμένα βάση το αφήγημα του, δεν έγινε έρευνα σε ΠΧΚ, εκ των οποίων, ως αναφέρει, προκύπτει ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες και εκ των οποίων θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεικνύεται ότι ο αιτητής διατηρεί βάσιμο φόβο δίωξης ή – σε κάθε περίπτωση - σοβαρής βλάβη, σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής, δεδομένου και του μελλοντοστραφούς ελέγχου των στοιχείων που συνθέτουν την υπόθεση. Σημειώνω εδώ ότι στις ΠΧΚ που ο αιτητής θα επανέλθω πιο κάτω, όπου (και αν) τούτο κριθεί σκόπιμο και στον βαθμό που αυτό θα εξυπηρετεί τον σκοπό της εκτίμησης των ενώπιον μου στοιχείων.
Οι καθ' ων η αίτηση αντέταξαν ότι τα ευρήματα τους – τόσο επί της αξιοπιστίας όσο και επί της μη ύπαρξης κινδύνου διώξεως ή και σοβαρής βλάβης αναφορικά με τον αιτητή - είναι εύλογα, ορθά, προϊόντα επαρκούς έρευνας και εξατομικευμένης εξέτασης τόσο των λεγομένων αυτού όσο και τον διαθέσιμων πληροφοριών (ΠΧΚ) στις οποίες ανέτρεξαν, και είναι περαιτέρω απολύτως αιτιολογημένα, υπό το φως των ενώπιον τους στοιχείων, η δε επίδικη απόφαση είναι νόμιμη, ορθή επί της ουσίας αλλά και ουδέν μεμπτό δύναται να εντοπιστεί στην επίδικη διαδικασία.
Σημειώνεται ότι στα πλαίσια της παρούσης ζητήθηκε και δόθηκε άδεια, με τη σύμφωνη γνώμη και των καθ’ ων η αίτηση, και προσκομίστηκαν πιστοποιητικό γέννησης ανήλικου τέκνου του αιτητή (Τεκ.1) καθώς και ιατρική βεβαίωση που αφορά το τέκνο αυτό, το οποίο γεννήθηκε στη Δημοκρατία, ημ.23/01/25 (Τεκ.2). Σημειώνεται περαιτέρω ότι η μητέρα του τέκνου αυτού, ως δηλώθηκε κατά τις διευκρινήσεις, είναι ομοεθνής του αιτητή και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, η οποία απορρίφθηκε, ως και η προσφυγή αρ.4530/23 που καταχώρησε κατά τις απόρριψης της αιτήσεως ασύλου της, η οποία απορρίφθηκε από το Δικαστήριο στις 22/10/24.
Κατά τις διευκρινήσεις ο συνήγορος του αιτητή δήλωσε ρητώς ότι αποσύρει όλους τους ισχυρισμούς που άπτονται ζητημάτων αρμοδιότητας κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Περαιτέρω εισηγήθηκε ότι, δεδομένης της κατάστασης της υγείας του τέκνου του αιτητή, θα πρέπει να εξεταστεί εκ νέου η υπόθεση σε συνάρτηση και λαμβανομένου υπόψη του στοιχείου αυτού. Οι καθ’ ων η αίτηση αντέταξαν ότι δεν έχει προσκομισθεί εδώ κάποιο στοιχείο που να δεικνύει ότι το ανήλικο τέκνο του αιτητή θα αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κάποιο πρόβλημα και ούτε προκύπτει κάτι τέτοιο εκ του Τεκ.2, η δε μητέρα του τέκνου αυτού δεν είναι αιτήτρια διεθνούς προστασίας (δεδομένου ότι η αίτηση και η προσφυγή της έχουν απορριφθεί).
Προχωρώ λοιπών με επί της ουσίας εξέταση της παρούσης, εξ υπαρχής και επί όλων των ενώπιον μου στοιχείων και δεδομένων, η οποία και τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. Έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).
Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».
Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:
«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […]
Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ενόψει και κατ’ εφαρμογή και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών, έχοντας διέλθει με προσοχή του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου, των λεγομένων του αιτητή κατά τη συνέντευξη καθώς και των εκατέρωθεν αγορεύσεων των μερών, είναι κατάληξη μου ότι συμφωνώ πλήρως και σε όλη τους την έκταση με τα ευρήματα και κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, ως αυτά ενδελεχώς καταγράφονται και αναλύονται στα ερ.103-110, ως και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, παρατίθενται.
Εν προκειμένω θεωρώ, σε συμφωνία με τους καθ’ ων η αίτηση, ότι το αφήγημα του αιτητή βρίθει κενών, ασαφειών και ελλείψεων και τα λεγόμενα του σε σχέση τόσο με το ότι, ως ο ίδιος ισχυρίζεται, αναζητείται από την αστυνομία για βιαιοπραγία κατά εφοριακού αλλά και αστυνομικού (στα πλαίσια μη συνδεδεμένων μεταξύ τους περιστατικών) όσο και την κατ’ ισχυρισμό συμμετοχή του στο κόμμα SDF, τη δίωξη και την επιβολή υπέρογκης φορολογίας για τον λόγο αυτό αλλά και τα όσα – σύμφωνα με τα λεγόμενα του – έγιναν στα πλαίσια διαδήλωσης στις 25/08/18 στερούνται καταφανώς και επί πάσης πτυχής τους κάθε ψήγματος εύλογα αναμενόμενης λεπτομέρειας αλλά και βιωματικού στοιχείου, καθώς το σύνολο του αφηγήματος του αιτητή στερούνταν λεπτομερειών και απέχει κατά πολύ αυτού που εύλογα θα αναμενόταν να είναι σε θέση να παραθέσει, ήτοι μια πλήρη, συνεκτική, ευλογοφανή παράθεση σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που ο αιτητής παραθέτει. Είναι εκ τούτου που θεωρώ ότι διαβρώνεται μοιραία και η εσωτερική συνοχή των λεγομένων του αιτητή, σε σημείο που οιαδήποτε άλλη προσέγγιση θα συνιστούσε θεωρώ αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται ευλογοφάνειας, λεπτομερειών και εν γένει συνοχής. Επί των επιμέρους τρωτών σημείων των ισχυρισμών του αιτητή αρκεί η παραπομπή στα όσα επ’ αυτού καταγράφουν οι καθ’ ων η αίτηση στην επίδικη έκθεση, ως και ανωτέρω παρατίθενται, τα οποία δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω εδώ και τα οποία υιοθετώ στα πλαίσια επί της ουσίας εξέτασης των ενώπιον μου στοιχείων.
Σημειώνω βεβαίως ότι δεν παραγνωρίζω ότι από διαθέσιμες σχετικά πληροφορίες (ΠΧΚ) προκύπτει επιβεβαιώνονται ως φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο Καμερούν τόσο για την ύπαρξη και τη δράση του κόμματος SDF και τη διακριτική μεταχείριση και τις διώξεις μελών του όσο και για τις παραβιάσεις δικαιωμάτων του τοπικού πληθυσμού στα πλαίσια της λεγόμενης αγγλόφωνης κρίσης που επηρεάζει τις αγγλόφωνες περιοχές τις χώρας.
Σχετικώς παρατίθενται και τα εξής, πέραν των όσων εντοπίζονται και καταγράφονται από τους καθ’ ων η αίτηση στην επίδικη έκθεση.
Το πολιτικό κόμμα SDF και διώξεις κατά των μελών του, το αγγλόφωνο πολιτικό κόμμα Σοσιαλδημοκρατικό Μέτωπο (SDF) ιδρύθηκε στη Bamenda στην Southwest Region το 1990.[1] Τον Οκτώβριο του 1992, ο Πρόεδρος Biya νίκησε οριακά τον John Fru Ndi, τον ηγέτη του SDF, σε μια αμφισβητούμενη εκλογική αναμέτρηση που πολλοί θεώρησαν στημένη[2].
Αναφορές της Διεθνούς Αμνηστίας κάνουν λόγο για παράνομες συλλήψεις, κρατήσεις και βασανισμούς μελών του κόμματος SDF το 1992 (περιλαμβανομένου του προέδρου του κόμματος John Fru Ndi)[3] και το 1996 [4]. Συγκεκριμένα, μετά το πέρας των εκλογών την 11/10/92, τα αποτελέσματα αυτών ανακοινώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο. Το SDF ανακοίνωσε ότι δεν αναγνωρίζει το αποτέλεσμα των εκλογών καθώς κατήγγειλε εκλογική απάτη και κάλεσε σε γενική απεργία την 26/10/92. Την 25/10/92, μετά την ανακήρυξη της επαρχίας SouthWest Province σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, η αστυνομία έκανε έφοδο στην οικία του πρόεδρου του SDF και συνέλαβε πάνω από 120 υποστηρικτές του κόμματος καθώς και τον ίδιο τον πρόεδρο αυτού, ενώ πάνω από 200 άλλοι συνελήφθησαν στην Bamenda. Οι κρατούμενοι κρατήθηκαν για τουλάχιστον 5 ημέρες χωρίς αναγγελία επισήμων κατηγοριών και χωρίς δικαίωμα επικοινωνίας με δικηγόρους ή συγγενείς[5]. Αρχές Μαρτίου 1996 πάνω από 40 μέλη του κόμματος SDF συνελήφθησαν και κρατήθηκαν για πάνω από ένα μήνα χωρίς αναγγελία επισήμων κατηγοριών και κάποιοι εξ αυτών χωρίς δικαίωμα επικοινωνίας με δικηγόρους ή συγγενείς. Οι συλλήψεις ήρθαν ως αποτέλεσμα των διαμαρτυριών των μελών του SDF μετά τον διορισμό κυβερνητικών αντιπροσώπων σε θέσεις αυτοδιοίκησης σε πάνω από 20 σημαντικότερες τοπικές διοικήσεις, περιλαμβανομένων και μεγάλων πόλεων.[6]
Σύμφωνα με το Associated Press, τρία άτομα σκοτώθηκαν και 9 τραυματίστηκαν την 01/10/01, όταν η χωροφυλακή και η αστυνομία χρησιμοποίησαν πυροβόλα όπλα για να διαλύσουν μια μη βίαιη διαδήλωση του SDF στην οποία συμμετείχαν, σύμφωνα με πληροφορίες, περισσότερα από 500 άτομα στην επαρχία Northwest. Οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι δικαιολόγησαν τις δολοφονίες ως αντίδραση των δυνάμεων ασφαλείας στις «προκλήσεις» των διαδηλωτών[7].
Το AFP επισημαίνει ότι τον Φεβρουάριο 2001, «αρκετά μέλη» του αντιπολιτευόμενου Σοσιαλδημοκρατικού Μετώπου (SDF) συνελήφθησαν και ξυλοκοπήθηκαν από την αστυνομία στην Ebolawa, 120 χιλιόμετρα νότια της πρωτεύουσας Yaoundé, καθώς προσπαθούσαν να δημιουργήσουν ένα τοπικό γραφείο των SDF σε ένα χωριό που θεωρείται προπύργιο του προέδρου Biya (5 Φεβρουαρίου 2001). Επικαλούμενο υποστηρικτές των SDF, το AFP ανέφερε ότι στα τέλη Ιανουαρίου, «ο επικεφαλής των SDF στο Μαν, μια κοντινή εκλογική περιφέρεια, δέχτηκε επίθεση από μαχητές του RPDC (Λαϊκός Δημοκρατικός Συναγερμός του Καμερούν)»[8].
Στις 16/02/21, οι αρχές απαγόρευσαν ένα τριήμερο σεμινάριο στη Douala με θέμα την εκπαίδευση αξιωματούχων του MRC και του SDF σε θέματα πολιτικής επικοινωνίας, σχεδόν 80 μέλη των δύο κομμάτων εμφανίστηκαν για το σεμινάριο όταν χωροφύλακες και αστυνομικοί μπήκαν στον χώρο και απείλησαν να συλλάβουν όποιον επέλεγε να παραμείνει. Οι αρχές φέρεται να επέδωσαν σε αξιωματούχους του MRC και του SDF εντολή απαγόρευσης της εκδήλωσης η οποία περιέγραφε το σεμινάριο ως «δημόσια πολιτική διαδήλωση που είναι πιθανό να εκφυλίσει και να διαταράξει τη δημόσια τάξη»[9].
Την 15/05/21, στο πλαίσιο των προετοιμασιών για τον εορτασμό της Εθνικής Επετείου του Καμερούν, ο ανώτερος αξιωματικός της περιφέρειας Mfoundi στη Yaounde απηύθυνε επιστολή στον αντιπρόεδρο του SDF, διευκρινίζοντας τους όρους για τη συμμετοχή τού κόμματος στην παρέλαση την ημέρα της επετείου. Αυτοί οι όροι περιλάμβαναν, μεταξύ άλλων, τη μη εμφάνιση οποιασδήποτε άλλης εικόνας εκτός από αυτήν του Προέδρου Biya, τη μη χρήση τηλεφώνων κατά τη διάρκεια της παρέλασης και τη μη εμφάνιση συνθημάτων, πλακάτ ή κειμένων που δεν έχουν εγκριθεί προηγουμένως από το πολιτικό υπουργικό συμβούλιο της προεδρίας[10].
Αναφορικά με καταγεγραμμένες πορείες και δολοφονίες αμάχων στη Bambui ή και οπουδήποτε αλλού στην Bamenda στις 25/08/18, ως την τοποθετεί χρονικά ο αιτητής, δεν βρέθηκαν ΠΧΚ που να επιβεβαιώνουν πορεία διαμαρτυρίας την ημέρα εκείνη.
Αναφορικά με τη γενική κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, συνεπεία της έκρυθμης κατάστασης που υπάρχει στα πλαίσια της λεγόμενης αγγλόφωνης κρίσης, εντοπίζονται τα εξής.
Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW), τέλος, κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες και την καταστολή τής δράσης τής Boko Haram στην επαρχία Far North.[11]
Κατά τα Ηνωμένα Έθνη υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[12], ενώ το HRW και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[13]. Σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή των συγκρούσεων αναφέρονται τα εξής: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[14].
Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:
«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[15]
Σύμφωνα με έκθεση της 1ης Μαρτίου του 2023 της R2P Monitor, «περισσότεροι από 6.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί ως αποτέλεσμα της κρίσης από το 2016. Οι δυνάμεις ασφαλείας διέπραξαν εξωδικαστικές δολοφονίες και εκτεταμένη σεξουαλική βία και βία λόγω φύλου, έκαψαν αγγλόφωνα χωριά και υπέβαλαν σε αυθαίρετη κράτηση, βασανιστήρια και κακομεταχείριση άτομα που θεωρούνταν ύποπτα ως αυτονομιστές. Οι ένοπλοι αυτονομιστές γίνονται επίσης ολοένα και πιο βίαιοι, σκοτώνοντας, απαγάγοντας και τρομοκρατώντας πληθυσμούς ενώ διεκδικούν σταθερά τον έλεγχο σε μεγάλα τμήματα των αγγλόφωνων περιοχών. Από τις αρχές του 2022 η κυβέρνηση αύξησε τις επιχειρήσεις της κατά των ένοπλων αυτονομιστικών προπύργιων. Οι αγγλόφωνοι αυτονομιστές απάντησαν εντείνοντας τις επιθέσεις εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων ασφαλείας, χρησιμοποιώντας περισσότερα φονικά όπλα και αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς IED. Οι αυτονομιστές έχουν απαγορεύσει την κυβερνητική εκπαίδευση και συχνά επιτίθενται, απειλούν και απαγάγουν μαθητές και καθηγητές, και επιπλέον καίνε, καταστρέφουν και λεηλατούν σχολεία. Αυτές οι επιθέσεις, καθώς και τα αυστηρά lockdown που επιβλήθηκαν από ένοπλους αυτονομιστές, έχουν στερήσει την εκπαίδευσή τους από τα παιδιά. Σύμφωνα με τον OCHA, μόνο το 46 τοις εκατό των σχολείων λειτουργούν και το 54 τοις εκατό των μαθητών πραγματοποίησαν εγγραφή για το ακαδημαϊκό έτος 2022-2023. Περισσότεροι από 2 εκατομμύρια άνθρωποι πλήττονται στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές και χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια. Η OCHA εκτιμά, όπως αναφέρει η ίδια ως άνω έκθεση, ότι τουλάχιστον 628.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί εσωτερικά λόγω βίας στις δύο περιοχές, ενώ περισσότεροι από 87.000 έχουν καταφύγει στη Νιγηρία». [16]
Εκ του ως άνω επιβεβαιώνεται ότι τα όσα αναφέρει περί της κατ’ ισχυρισμό διακριτικής μεταχείρισης που έτυχε ο αιτητής από τις Αρχές ως κατ’ ισχυρισμό μέλος του κόμματος SDF συνάδουν – ως γενικές πληροφορίες - με ΠΧΚ για τη χώρα καταγωγής. Επιπλέον οι ΠΧΚ καταγράφουν αδιακρίτως ασκούμενη βία στα πλαίσια της αγγλόφωνης κρίσης, η οποία επηρεάζει κυρίως τη βορειοδυτική και νοτιοδυτική επαρχία του Καμερούν, στα πλαίσια της οποίας σημειώνονται απώλειες και αμάχου πληθυσμού αλλά και παραβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αμφότερες τις αντιμαχόμενες πλευρές.
Εν προκειμένω όμως η έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή, ως και ανωτέρω εξηγώ, είναι τέτοια που, στα πλαίσια συνολικής αξιολόγησης και αποτίμησης των στοιχείων που απαρτίζουν την υπόθεση, δεν μπορεί παρά να αποβεί μοιραία για τη γενική και συνολική αξιοπιστία των ισχυρισμών του. Τούτο γιατί αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι στερούνται κατά τ’ άλλα εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των λεγομένων του. Τονίζω στο σημείο αυτό ότι οι ισχυρισμοί ενός αιτητή και η εσωτερική συνοχή τους, δεν μπορεί παρά να παραμένουν ιδιαίτερης βαρύτητας σημείο αναφοράς. Ως άλλωστε και στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.».
Στην απουσία δε περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά και τις ελλείψεις, ως ανωτέρω καταγράφονται, είναι η κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και συνεπώς ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή μπορεί να γίνει αποδεκτός, καθότι οι σημαντικές ελλείψεις εσωτερικής συνοχής δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής τους.
Θα συμφωνήσω και μ’ αυτό το συμπέρασμα των καθ’ ων η αίτηση, το οποίο θεωρώ ορθό, καθώς η διαβρωθείσα εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του αιτητή δεν μπορεί παρά να είναι καταλυτική ως προς την συνολική αξιοπιστία του αφηγήματος του, δεδομένου ότι το γεγονός πως τα όσα ανέφερε συνάδουν με γενικές ΠΧΚ, δεν μπορεί από μόνο του να οδηγήσει σε αποδοχή ενός αφηγήματος, όταν ο ισχυρισμός αυτός, στα πλαίσια του όλου ιστορικού που παραθέτει ο αιτητής, στερείται σε όλη του την έκταση συνοχής, ενόψει και της συνολικής αποτίμησης των δεικτών αξιοπιστίας.
Σε σχέση τώρα με τα προσκομισθέντα εκ του αιτητή έγγραφα (ερ.32-36), σε συμφωνία και πάλι με τους καθ’ ων η αίτηση, σημειώνω και τα εξής.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.107-108, αναφέρονται τα εξής:
«Το περιεχόμενο, η φύση και ο συντάκτης αφορούν το αν το έγγραφο είναι αξιόπιστο. Ένα έγγραφο μπορεί να είναι γνήσιο, υπό την έννοια ότι πρόκειται όντως για το έγγραφο ως το οποίο υποβάλλεται, αλλά το περιεχόμενό του ενδέχεται να είναι αναξιόπιστο και να μην τεκμηριώνει τις δηλώσεις του αιτούντος. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι ένα έγγραφο είναι πλαστογραφημένο δεν σημαίνει ότι μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο μόνο γι’ αυτόν τον λόγο. Το βάρος της απόδειξης της γνησιότητας και της αξιοπιστίας του εγγράφου το φέρει ο αιτών.
Ενδεχομένως να πρέπει να εξεταστούν παράγοντες όπως η εσωτερική συνέπεια, το επίπεδο λεπτομέρειας, η συνέπεια με άλλα αποδεικτικά στοιχεία, και ιδιαίτερα με τις ΠΧΚ, και το αν οι πληροφορίες προέρχονται από άμεση πηγή. Το ίδιο ισχύει και για πτυχές που αφορούν τον συντάκτη, τα προσόντα του, την αξιοπιστία των πληροφοριών στις οποίες βασίζεται το έγγραφο και τον σκοπό για τον οποίο συντάχθηκε.
[…]
Τα έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται στον ίδιο βαθμό ελέγχου που υποβάλλονται και οι δηλώσεις του αιτούντος: οι αρχές που εφαρμόζονται στην αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων και αναφέρονται στην ενότητα 4.3 ανωτέρω δεν ισχύουν μόνο για τις δηλώσεις, γραπτές ή προφορικές, αλλά και για όλα τα έγγραφα που υποβάλλονται προς στήριξη της αίτησης (324). Τα έγγραφα δεν πρέπει να αξιολογούνται χωριστά, αλλά με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση, πριν από οποιαδήποτε αρνητική διαπίστωση, θα πρέπει να έχει παρασχεθεί στον αιτούντα η κατάλληλη ευκαιρία ώστε να δώσει εξηγήσεις ή να σχολιάσει τις σχετικές ανησυχίες.»
Εν προκειμένω παρατηρώ ότι στις φερόμενες ένορκες βεβαιώσεις (ερ.32-35) το μόνο που καταγράφεται είναι κατ’ ουσία επιγραμματική επανάληψη των ισχυρισμών του αιτητή που αφορούν την κατ’ ισχυρισμό συμμετοχή του σε διαδήλωση στις 25/08/18 και οι εκτιμήσεις των ατόμων που φέρονται να υπέγραψαν τις εν λόγω δηλώσεις, χωρίς όμως να εξηγείται η πηγή γνώσης των γεγονότων. Ειδικώς δε για τα ερ.32-33, ως και οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν, παρατηρείται το παράδοξο να γίνεται αναφορά σε συμβάν που έλαβε χώρα μετά τη σύνταξη του εν λόγω εγγράφου. Αναφορικά με το ερ.36, και πάλι σε συμφωνία με τους καθ’ ων η αίτηση, σημειώνω ότι, δεδομένου του ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ποιο εκ των περιστατικών που ανέφερε αφορά και γιατί, αν αυτό αφορά το περιστατικό τον Ιανουάριο του 2018 (που είναι και το μόνο που προηγείται της φερόμενης ημερομηνίας έκδοσης του εγγράφου αυτού – 20/05/18), ήτοι τον ξυλοδαρμό από τον αιτητή εφοριακού που επισκέφθηκε τη βιοτεχνία του, αυτό εκδόθηκε περί τους 4 μήνες μετά το κατ’ ισχυρισμό περιστατικό αυτό.
Τα ως άνω, δεδομένης βεβαίως της συνολικής εκτίμησης και αξιολόγησης της αξιοπιστίας εγγράφων, στη βάση και σε συνάρτηση και με τα λεγόμενα του αιτητή που περιβάλλουν τα έγγραφα αυτά, είναι αρκετά για την μη απόδοση σ’ αυτά ιδιαίτερης βαρύτητας και σε κάθε περίπτωση όχι τέτοιας που θα μπορούσε να υπερκεράσει τα κενά στην εσωτερική συνοχή που εντοπίστηκαν στα λεγόμενα του αιτητή.
Ενόψει των ως άνω διαπιστώσεων μου προχωρώ σε επικαιροποιημένη επισκόπηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Bafia – Center Region).
Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 08/08/25) στην επαρχία Centre Region καταγράφηκαν συνολικά μόνο 5 περιστατικά ασφαλείας πολιτικής βίας (“Political violence”, η οποία περιλαμβάνει περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις και διαμαρτυρίες) από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 2 πολιτών.[17] Ο πληθυσμός του Centre Region ανέρχεται περί τα 4.2 εκατομμύρια κατοίκων[18], ενώ ο πληθυσμός της Bafia περί τις 50.000 κατοίκων[19].
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις, δεδομένης της απόρριψης του αφηγήματος του, που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω [20] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).
Απομένει η εξέταση του προφίλ του αιτητή, σε συνάρτηση και με το ανήλικο τέκνο αυτού, το οποίο γεννήθηκε με μητέρα ομοεθνή του αιτητού στη Δημοκρατία το 2022, δεδομένου και του ότι ουδέν ετέθη ενώπιον μου αναφορικά με το αν το ζήτημα έχει εξεταστεί στα πλαίσια της αίτησης/προσφυγής της μητέρας του.
Η ύπαρξη βεβαίως του ανήλικο τέκνου του αιτητή δημιουργεί βεβαίως ζήτημα βέλτιστου συμφέροντος του τέκνου αυτού και συνεπώς θα πρέπει να εξεταστεί πως επηρεάζεται υπό τις περιστάσεις εκάστης περίπτωσης. Ως λέχθηκε στην απόφαση του ΔΕΕ C-112/20, M. A., ημ.11/03/21, « […] τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα βέλτιστα συμφέροντα του παιδιού πριν εκδώσουν απόφαση περί επιστροφής, συνοδευόμενη από απαγόρευση εισόδου, ακόμη και όταν ο αποδέκτης της αποφάσεως αυτής δεν είναι ένας ανήλικος, αλλά ο πατέρας του ανηλίκου αυτού. ». Στην ίδια απόφαση λέχθηκε περαιτέρω, στη σκέψη 27, ότι «για την εκτίμηση αυτή είναι μεν κρίσιμη η περίσταση ότι ο έτερος γονέας του παιδιού είναι όντως ικανός και διατεθειμένος να αναλάβει μόνος την καθημερινή και πραγματική φροντίδα του παιδιού, αλλά το στοιχείο αυτό δεν επαρκεί αφ' εαυτού για να κριθεί ότι δεν υφίσταται, μεταξύ του γονέα που είναι υπήκοος τρίτης χώρας και του παιδιού, σχέση εξαρτήσεως τέτοιου είδους ώστε το παιδί να είναι αναγκασμένο να εγκαταλείψει το έδαφος της Ένωσης αν δεν αναγνωρισθεί δικαίωμα διαμονής στον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας. Πράγματι, μια τέτοια διαπίστωση πρέπει να στηρίζεται στη συνεκτίμηση, προς το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, του συνόλου των περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως, ιδίως δε της ηλικίας του παιδιού, της σωματικής και συναισθηματικής του αναπτύξεως, της εντάσεως του συναισθηματικού του δεσμού με καθέναν από τους γονείς του, καθώς και του κινδύνου που θα συνεπαγόταν για την ισορροπία του παιδιού ο αποχωρισμός του από τον γονέα υπήκοο τρίτης χώρας (πρβλ. απόφαση της 10ης Μαΐου 2017, Chavez-Vilchez κ.λπ., C 133/15, EU:C:2017:354, σκέψεις 70 και 71). [.].».
Η προσέγγιση αυτή επιβεβαιώθηκε και στην πιο πρόσφατη απόφαση στη C‑484/22, G. S., ECLI:EU:C:2023:122, ημ.15/02/23 και είχε υιοθετηθεί και προ πολλού από το ΕΔΑΔ στην απόφαση του στην υπόθεση αρ.56811/00, Amrollahi v. Denmark, ημ.11/07/02. Οι ως άνω αποφάσεις του ΔΕΕ και του ΕΔΑΔ αναφέρονται στην ανάγκη εξέτασης, η μεν υπό το πρίσμα του αρ.24 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Χάρτης) αφενός και του αρ.8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) αφετέρου, του βέλτιστου συμφέροντος του ανηλίκου κατά την έκδοση απόφασης επιστροφής, είτε κατά του ιδίου του ανήλικου είτε κατά των γονέων αυτού.
Στην αιτιολογική σκέψη 18 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, αναφέρεται ότι το «μείζον συμφέρον του παιδιού θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού. Κατά την αξιολόγηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν ιδίως υπόψη τους την αρχή της οικογενειακής ενότητας, την ευημερία και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, ζητήματα ασφάλειας και προστασίας και τις απόψεις του ανηλίκου ανάλογα με την ηλικία του και την ωριμότητά του.»
Εκ των ως άνω συνάγεται ότι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού είναι παράγοντας που λαμβάνεται δεόντως και με ιδιαίτερη προσοχή υπόψη, τόσο κατά τις διαδικασίες εξέτασης της αιτήσεως ασύλου (εδώ σημειώνεται ότι το παιδί δεν είναι αιτητής στην επίδικη αίτηση, ούτε στην προσφυγή), όπου θα πρέπει να δίδονται οι κατάλληλες διαδικαστικές εγγυήσεις και φροντίδα (ειδικώς επί ασυνόδευτων ανηλίκων), όσο και κατά την εξέταση, ως εν προκειμένω, των συνεπειών που έχει σ’ αυτό η απόφαση επιστροφής που αφορά τους γονείς του, η οποία συνεπάγεται την επιστροφή και του ιδίου ή του ενός ή και των δύο γονέων του στη χώρα καταγωγής τους.
Ενόψει των ανωτέρω παραμέτρων παρατηρώ εν προκειμένω τα εξής.
Η μητέρα του ανήλικου τέκνου του αιτητή, ως δηλώθηκε κατά τις διευκρινήσεις, δεν είναι, ενόψει της απόρριψης της προσφυγής της κατά απορριπτικής απόφασης των καθ’ ων η αίτηση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας από τον Οκτώβριο 2024, αιτήτρια ασύλου και συνεπώς αναμένεται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, η οποία είναι, ως και του εδώ αιτητή, το Καμερούν (είναι ομοεθνής, ως δηλώθηκε - βλ. και ερ.51). Εκ τούτου λοιπόν θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι εφόσον, σε περίπτωση απόρριψης της παρούσης, και ο αιτητής εδώ θα πρέπει να επιστρέψει – ομοίως με την μητέρα του ανήλικου τέκνου του – στο Καμερούν, δεν τίθεται εδώ – σε κάθε περίπτωση - ζήτημα διάρρηξης του οικογενειακού τους δεσμού, για τον οποίο, αλλά και την έκταση της οικογενειακής ζωής τους, ουδέν ετέθη ενώπιον μου, πέραν του πιστοποιητικού γέννησης του παιδιού.
Αναφορικά τώρα με την έτερη διάσταση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού, που έχει να κάνει με την κοινωνική ανάπτυξη και ευημερία του ιδίου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ως άνω αποφάσεις του ΔΕΕ και ΕΔΑΔ αφορούν και αναφέρονται σε περιπτώσεις που ένας εκ των γονέων του ανηλίκου αλλά και το ίδιο έχουν δικαίωμα διαμονής στην επικράτεια κράτους εκ του οποίου καλούνταν να απομακρυνθεί ο έτερος γονέας αυτού του παιδιού, με αποτέλεσμα το ενδεχόμενο διάρρηξης του στο μεταξύ δημιουργηθέντος οικογενειακού δεσμού. Εν προκειμένω – και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία – ουδείς εκ των γονέων του ανηλίκου διατηρεί, έστω προσδοκία, δικαιώματος διαμονής στη Δημοκρατία, δεδομένου του ότι το δικαίωμα παραμονής τους συνάρταται, σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία, από την εξέταση της αιτήσεως διεθνούς προστασίας και μέχρι τη λήψη απόφασης επ’ αυτής. Σε κάθε δε περίπτωση αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έχουν τεθεί ενώπιον μου στοιχεία που να αφορούν τη σχέση μεταξύ του αιτητή και του τέκνου του, ήτοι το επίπεδο οικογενειακού δεσμού που διατηρεί ο αιτητής μ’ αυτό.
Λεχθέντων των ως άνω θεωρώ πως όπου ουδείς εκ των εμπλεκομένων έχει ή διατηρεί δικαίωμα διαμονής ή προσδοκία τέτοιου δικαιώματος διαμονής, η εξέταση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού έχει να κάνει και συνάρταται με μια των εκ του νόμου πτυχών προστασίας, ήτοι του προσφυγικού καθεστώτος, της συμπληρωματικής προστασίας και της προστασίας από την επαναπροώθηση. Δεν δημιουργεί μια τέταρτη, άγνωστη στην οικεία νομοθεσία και εκτός νομικού πλαισίου πτυχή ή και επίπεδο προστασίας. Συνεπώς, παρότι οι ως άνω πτυχές προστασίας και η κατά περίπτωση ανάγκες τέτοιας προστασίας εκτιμώνται, έχοντας κατά νου το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου, η όποια προστασία ήθελε κριθεί ότι χρήζει να αποδοθεί δεν μπορεί να είναι κάτι πέραν και επιπλέον των ως άνω τριών πτυχών προστασίας και, συνεπώς, το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου δεν μπορεί να λειτουργήσει ως αυθύπαρκτη βάση προστασίας.
Συνεπώς καταλήγω ότι η εξέταση του βέλτιστου συμφέροντος του, σε περιπτώσεις που ουδείς των εμπλεκομένων διατηρεί δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, δεν μπορεί να αφορά συγκριτική επισκόπηση των συνθηκών διαβίωσης στη χώρα όπου ενδεχομένως θα απομακρυνθεί το ανήλικο τέκνο (νοείται μαζί με τους γονείς του) και της Δημοκρατίας, σύγκριση εκ της οποίας, πιθανόν – στις πλείστες περιπτώσεις - θα προκύπτει ότι οι συνθήκες στη Δημοκρατία είναι, κατά λίγο ή και πολύ, ουσιωδώς καλύτερες. Ούτε και αφορά βεβαίως την εξέταση επί πάσης πτυχής του επιπέδου διαβίωσης, αλλά μόνο σε συνάρτηση και προς διαπίστωση του αν συντρέχει σε κάθε περίπτωση ανάγκη παροχής μιας εκ των ως άνω τριών πτυχών προστασίας, ήτοι προσφυγικού καθεστώτος, της συμπληρωματικής προστασίας και της προστασίας από την επαναπροώθηση.
Εν προκειμένω λοιπόν, δεδομένων όσων πιο πάνω αναφέρω που αφορούν τον αιτητή, πατέρα του ανηλίκου, δεν μπορώ να διαπιστώσω την ύπαρξη αναγκών που άπτονται του προσφυγικού καθεστώτος ή συμπληρωματικής προστασίας, ως ανωτέρω εξηγείται, τα οποία ευρήματα, στην απουσία αναφοράς από τον αιτητή περί τούτου, δεν μπορεί παρά να τυγχάνουν εφαρμογής και αναφορικά με το ανήλικο τέκνου αυτού, εφόσον δε, και πάλι ως ανωτέρω εξηγώ, σε περίπτωση που ο αιτητής επιστρέψει, αυτό θα γίνει με την μητέρα, η οποία έχει ήδη απωλέσει το δικαίωμα παραμονής της στη Δημοκρατία, και το ανήλικο τέκνο αυτών.
Αξίζει να σημειωθούν και τα κάτωθι σε σχέση με τη συμπληρωματική προστασία σχετικά με τις περιστάσεις του ανήλικου τέκνου του αιτητή.
Σχετικά με εξέταση λόγων υγείας στα πλαίσια της συμπληρωματικής προστασίας, στο εγχειρίδιο «Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ) – Δικαστική Ανάλυση», του EASO, σελ.120, αναφέρονται τα εξής:
«[Σ]την απόφαση που εξέδωσε στην υπόθεση M’Bodj, το ΔΕΕ διέκρινε την ερμηνεία του από την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ βάσει της ελαφρώς διαφορετικής διατύπωσης του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) και του πλαισίου στο οποίο τυγχάνει να εφαρμόζεται το άρθρο 15 στοιχείο β). Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη (708). Το ΔΕΕ αρνήθηκε να ερμηνεύσει το άρθρο 15 στοιχείο β) με τον ίδιο τρόπο. Το ΔΕΕ επισήμανε ότι το γράμμα του άρθρου 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) διαφέρει από εκείνο του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ στο μέτρο που εφαρμόζεται σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος «στη χώρα καταγωγής». […] Επιπλέον, το ΔΕΕ επισήμανε ότι ορισμένα στοιχεία του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 15 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), καθώς και η ratio της συγκεκριμένης οδηγίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία της συγκεκριμένης διάταξης. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) απαριθμεί τους φορείς σοβαρής βλάβης, γεγονός που επιβεβαιώνει την άποψη ότι οι βλάβες αυτές πρέπει να απορρέουν από συμπεριφορά τρίτου και δεν μπορούν, κατά συνέπεια, να αποτελούν απλώς και μόνο συνέπεια των γενικών ανεπαρκειών του συστήματος υγείας της χώρας καταγωγής. Ομοίως, κατά την αιτιολογική σκέψη 26 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση), οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»
Περαιτέρω, στην σελ.123 του ιδίου εγχειριδίου αναφέρονται τα εξής:
«Η εφαρμογή του άρθρου 15 στοιχείο β) προϋποθέτει ένα στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης. Παρά την παραπομπή του ΔΕΕ στη νομολογία του ΕΔΔΑ σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και στην υποχρέωση εφαρμογής της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) κατά τρόπο που συνάδει με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του Χάρτη της ΕΕ (μη επαναπροώθηση, σε περίπτωση σοβαρού κινδύνου απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας) (731), το ΔΕΕ αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη διαφορετική διατύπωση του άρθρου 15 στοιχείο β) και διακρίνει μεταξύ του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 3, ως απαγόρευσης επιστροφής προσώπου, και της θεμελίωσης αίτησης επικουρικής προστασίας […]»
Εκ των ως άνω προκύπτει ότι, χωρίς να συνυπάρχει το απαραίτητο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης», δεν δύναται, χωρίς να καταδειχθεί σχετικός φορέας δίωξης ή σοβαρής βλάβης εκ του οποίου ο αιτητής (ή το ανήλικο) κινδυνεύει να υποστεί την προβλεπόμενη στο αρ.19 (2) (β) βλάβη, να αποδοθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας στη βάση και μόνο λόγων υγείας (βλ. απόφαση ΔΕΕ, C-542/13, M’Bodj, ημ.18/12/14).
Εδώ ελλείπει το απαιτούμενο «στοιχείο ηθελημένης κακομεταχείρισης» (δεδομένου ότι ουδέν λέχθηκε σχετικώς) και - κατ’ επέκταση - ο απαιτούμενος φορέας σοβαρής βλάβης και συνεπώς ουδείς λόγος μπορεί να γίνει για συμπληρωματική προστασία στη βάση των λόγων υγείας που αφορούν το ανήλικο τέκνο του αιτητή.
Προχωρώ με εξέταση στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης.
Στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης (βλ. αρ.3 ΕΣΔΑ), μόνο «σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, το ΕΔΔΑ εφάρμοσε το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ για να απαγορεύσει την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας που έπασχε από σοβαρή ασθένεια σε χώρα στην οποία δεν υπήρχε διαθέσιμη κατάλληλη ιατρική περίθαλψη».
Στη σχετική αυθεντία Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Paposhvili v. Belgium, app. no.41738/10, Grand Chamber, ημ.13/12/16, λέχθηκαν τα εξής.
«181. The Court concludes from this recapitulation of the case-law that the application of Article 3 of the Convention only in cases where the person facing expulsion is close to death, which has been its practice since the judgment in N. v. the United Kingdom, has deprived aliens who are seriously ill, but whose condition is less critical, of the benefit of that provision. As a corollary to this, the case-law subsequent to N. v. the United Kingdom has not provided more detailed guidance regarding the “very exceptional cases” referred to in N. v. the United Kingdom, other than the case contemplated in D. v. the United Kingdom.
[…]
183. The Court considers that the “other very exceptional cases” within the meaning of the judgment in N. v. the United Kingdom (§ 43) which may raise an issue under Article 3 should be understood to refer to situations involving the removal of a seriously ill person in which substantial grounds have been shown for believing that he or she, although not at imminent risk of dying, would face a real risk, on account of the absence of appropriate treatment in the receiving country or the lack of access to such treatment, of being exposed to a serious, rapid and irreversible decline in his or her state of health resulting in intense suffering or to a significant reduction in life expectancy. The Court points out that these situations correspond to a high threshold for the application of Article 3 of the Convention in cases concerning the removal of aliens suffering from serious illness.
[…]
188. As the Court has observed above (see paragraph 173), what is in issue here is the negative obligation not to expose persons to a risk of ill-treatment proscribed by Article 3. It follows that the impact of removal on the person concerned must be assessed by comparing his or her state of health prior to removal and how it would evolve after transfer to the receiving State. »
Εκ των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι σε περιπτώσεις που υπάρχουν ισχυρισμοί σχετικοί με την υγεία ενός αιτητή, εδώ του τέκνου αυτού, μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπου δεικνύεται, με το βάρος για την απόδειξη συνδρομής τους, ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις (exceptional circumstances) να είναι στον αιτητή, μπορεί να παρασχεθεί προστασία στη βάση του αρ.3 της ΕΣΔΑ, όπου ικανοποιείται το Δικαστήριο ότι ο αιτητής πάσχει από ασθένεια, για την οποία δεν υπάρχει διαθέσιμη και προσβάσιμη απ’ αυτόν θεραπεία στη χώρα καταγωγής και εξαιτίας της έλλειψης αυτής ο αιτητής απειλείται με θάνατο ή ραγδαία, σοβαρή και ανεπανόρθωτη επιδείνωση της υγείας του, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα έντονη οδύνη ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής του [«although not at imminent risk of dying, would face a real risk, on account of the absence of appropriate treatment in the receiving country or the lack of access to such treatment, of being exposed to a serious, rapid and irreversible decline in his or her state of health resulting in intense suffering or to a significant reduction in life expectancy.», (βλ. Paposhvili, ανωτέρω)].
Από τα ενώπιον μου στοιχεία (Τεκ.2), προκύπτει ότι το ανήλικο τέκνο του αιτητή χρήζει, λόγω προβλημάτων ανάπτυξης συνεπεία «χρωμοσωμικού ελλείματος», μιας σειράς από παρεμβάσεις για την παρακολούθηση της ανάπτυξης αυτού, σωματικής και πνευματικής, όσο και στήριξη της οικογένειας για τη βελτίωση της. Ουδέν στοιχείο όμως ετέθη ενώπιον μου που να θέτει την περίπτωση του τέκνου του αιτητή εντός των πλαισίων που θέτει η ως άνω νομολογία του ΕΔΑΔ, ήτοι να δεικνύει ότι πάσχει από ασθένεια, για την οποία δεν υπάρχει διαθέσιμη και προσβάσιμη θεραπεία στη χώρα καταγωγής και εξαιτίας της έλλειψης αυτής το ανήλικο τέκνο του αιτητή να απειλείται με θάνατο ή ραγδαία, σοβαρή και ανεπανόρθωτη επιδείνωση της υγείας του, που θα έχει ως αποτέλεσμα έντονη οδύνη ή σημαντική μείωση του προσδόκιμου ζωής της (είναι κοριτσάκι τριών ετών).
Συνεπεία όσων πιο πάνω εξηγώ, με δεδομένη την ευαισθησία του Δικαστηρίου προς τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν κατά την επιστροφή τους, ένεκα της περιγραφόμενης στο Τεκ.2 κατάστασης της ανήλικης κόρης του αιτητή, δεν μπορεί να αποδοθεί προστασία στη βάση της αρχής της μη επαναπροώθησης για τον λόγο αυτό, λαμβανομένου υπόψη ότι τυχόν ανθρωπιστικοί λόγοι εκφεύγουν του πλαισίου διεθνούς προστασίας (βλ. αιτ. σκέψη αρ.15 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ).
Απομένει η εξέταση των αναμενόμενων συνθηκών διαβίωσης τους κατά την επιστροφή του αιτητή και της ανήλικης κόρης του.
Η έκταση και εύρος προστασίας που παρέχεται από την αρχή της μη επαναπροώθησης, ως κατοχυρώνεται στο αρ.3 της Ευρωπαϊκής Συμβάσης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε συνάρτηση με τις αναμενόμενες συνθήκες διαβίωσης ατόμου σε περίπτωση επιστροφής του, έχει πολλάκις απασχολήσει τη νομολογία του ΕΔΑΔ, που στην απόφαση του στην M.S.S. v Belgium and Greece [GC], App. No. 30696/09, ημ.21/01/11, παρ.263, συνδέει την παράβαση του αρ.3 ΕΣΔΑ με την κατά περίπτωση διαπιστούμενη παντελή απουσία προοπτικών βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης του αιτητή, καταλήγοντας στα εξής:
«In the light of the above and in view of the obligations incumbent on the Greek authorities under the Reception Directive (see paragraph 84 above), the Court considers that the Greek authorities have not had due regard to the applicant’s vulnerability as an asylum-seeker and must be held responsible, because of their inaction, for the situation in which he has found himself for several months, living on the street, with no resources or access to sanitary facilities, and without any means of providing for his essential needs. The Court considers that the applicant has been the victim of humiliating treatment showing a lack of respect for his dignity and that this situation has, without doubt, aroused in him feelings of fear, anguish or inferiority capable of inducing desperation. It considers that such living conditions, combined with the prolonged uncertainty in which he has remained and the total lack of any prospects of his situation improving, have attained the level of severity required to fall within the scope of Article 3 of the Convention. »
Στην πιο πάνω απόφαση, ως και από το ως άνω απόσπασμα προκύπτει, καθοριστικής σημασίας για την διαπιστούμενη παράβαση του αρ.3 ήταν το γεγονός ότι ο εκεί αιτητής βρισκόταν χωρίς επαρκείς συνθήκες υποδοχής, χωρίς ουσιαστική πρόσβαση στην αγορά εργασίας και χωρίς πιθανότητες βελτίωσης της κατάστασης του στο άμεσα προβλέψιμο μέλλον, δεδομένης και της επί μακρόν αβεβαιότητας στην οποία βρισκόταν, συνεπεία μη ολοκλήρωσης της εξέτασης της εκκρεμούσης αιτήσεως διεθνούς προστασίας.
Εν προκειμένω, εκ του προφίλ του αιτητή, ως έγινε δεκτό και από τους καθ’ ων η αίτηση, προκύπτει ότι αυτός είναι υγιής, ενήλικας, με ικανότητα βιοπορισμού, εργασιακή εμπειρία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, λαμβανομένου πάντοτε υπόψη, ως ανωτέρω εξηγώ, ότι αναμένεται ότι θα επιστρέψει μαζί με τον αιτητή και την ανήλικη κόρη του και η μητέρα της, με ικανοποιητική μόρφωση και διαθέτει στην περιοχή επαρκές οικογενειακό δίκτυο, ήτοι θείο και ξαδέλφια, με τα οποία επικοινωνεί (ερ.50). Δεν θεωρώ λοιπόν ότι υφίστανται εδώ οι εκ της ως άνω απόφασης του ΕΔΑΔ περιγραφόμενες συνθήκες.
Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Η δε επιστροφή του αιτητή και (κατ’ επέκταση το ενδεχόμενο επιστροφής) της ανήλικης κόρης του δεν είναι θεωρώ κατά παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης, ως και πιο πάνω εξηγώ.
Τα ως άνω σφραγίζουν και την τύχη της προσφυγής, καθώς ουδέν προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσης που να ανατρέπει τις ως άνω διαπιστώσεις μου.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31/03/2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (22/08/25)
[2] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31/03/2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (22/08/25)
[3] Amnesty International, https://www.amnesty.org/fr/wp-content/uploads/2021/06/afr170161992en.pdf 30/10/1992 (25/08/25)
[4] Amnesty International, Cameroon: Fear of torture / legal concern: More than 40 members of the Social Democratic Front (SDF), https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/001/1996/en/ 04/06/1996 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[5] Amnesty International, https://www.amnesty.org/fr/wp-content/uploads/2021/06/afr170161992en.pdf 30/10/1992 (25/08/25)
[6] Amnesty International, Cameroon: Fear of torture / legal concern: More than 40 members of the Social Democratic Front (SDF), https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/001/1996/en/ 04/06/1996 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[7] Associated Press (AP). 1 October 2001. Emmanuel Tumanjong. "Clashes in Cameroon Between Police, Secessionists Leave Three Dead." (LEXIS/NEXIS) όπως αναφέρθηκε από το Immigration and Refugee Board of Canada, Cameroon: Treatment by the Cameroon government of persons who are not members or supporters of the Cameroon People's Democratic Movement (CPDM), and whether the government or members of CPDM attempt to forcibly recruit non-supporters (2001-2003) https://www.irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=417619 17/09/2003 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[8] Agence France Presse (AFP), 05/02/2001, "Opposition Members Arrested, Beaten in Southern Cameroon: Party." (LEXIS/NEXIS) όπως αναφέρθηκε από το Immigration and Refugee Board of Canada, Cameroon: Treatment by the Cameroon government of persons who are not members or supporters of the Cameroon People's Democratic Movement (CPDM), and whether the government or members of CPDM attempt to forcibly recruit non-supporters (2001-2003) https://www.irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=417619 17/09/2003 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[9] US Department of State, CAMEROON 2022 HUMAN RIGHTS REPORT, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/02/415610_CAMEROON-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf σελ 26 (ημερομηνία πρόσβασης 25/08/2025)
[10] US Department of State, CAMEROON 2022 HUMAN RIGHTS REPORT, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/02/415610_CAMEROON-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf σελ 22 (ημερομηνία πρόσβασης 25/08/2025)
[11] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)
[12] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019, available at: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En
[13] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html (accessed on 11/08/2021)
[13] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[14] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf (accessed on 05/08/2022)
[15] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[16] Global Centre for the Responsibility to Protect (Author), published by ReliefWeb: R2P Monitor, Issue 64, 1 March 2023, 2 March 2023, σελ. 4, https://reliefweb.int/attachments/4df72bc8-c5c2-4e1b-a2db-95e32a179862/R2P-Monitor-March-2023.pdf (ημ. 22/04/2024).
[17] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (21/08/25)
[18] https://citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6818 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/08/2025)
[19] https://citypopulation.de/en/cameroon/cities/?cityid=17120 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/08/2025)
[20] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο