ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 2699/2024
30 Οκτωβρίου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
A.S.
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας
μέσω του Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ρ. Τσαγγαρά (κα), για Κ. Νικολάου (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Α. Παπαδοπούλου (κα), για Α. Φιλίππου (κο), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 30/05/2024 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν τεθεί στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που έχει κατατεθεί ως Τεκμήριο Α κατά την ακρόαση της παρούσας υπόθεσης.
Η Αιτήτρια είναι ενήλικας, υπήκοος της Λιβερίας. Στις 27/02/2022 εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και στις 10/03/2022 εισήλθε παρατύπως στην Κυπριακή Δημοκρατία δια μέσω των μη ελεγχόμενων από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχών. Κατόπιν, στις 04/04/2022 συμπλήρωσε αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, βεβαίωση υποβολής της οποίας παρέλαβε στις 07/04/2022.
Στις 24/04/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου («αρμόδια λειτουργός»). Στις 30/05/2024, η αρμόδια λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών διοικητικό λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενη την απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Ο τελευταίος, στις 30/05/2024, ενέκρινε την Έκθεση-Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου και αποφάσισε παράλληλα την επιστροφή της Αιτήτριας στη Λιβερία.
Στις 21/06/2024, η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή μαζί με την Έκθεση-Εισήγηση, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια αυθημερόν.
Στις 18/07/2024, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή.
Η Αιτήτρια δια της γραπτής αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου της, πρόβαλε πλείονες λόγους προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης χωρίς, ωστόσο, να εξειδικεύονται και να αναπτύσσονται επαρκώς. Κατά το στάδιο της ακρόασης της παρούσας στις 27/06/2025, η συνήγορος της Αιτήτριας δήλωσε ότι υιοθετεί το περιεχόμενο της γραπτής της αγόρευσης στο βαθμό που αφορά τους ισχυρισμούς που καταγράφονται σε αυτή περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, για το λόγο ότι δεν διενεργήθηκε σωστή αξιολόγηση από τους Καθ΄ ων η Αίτηση των ουσιωδών ισχυρισμών της Αιτήτριας, σε συνάρτηση και με τις σχετικές πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής της.
Με την προφορική της αγόρευση, η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση υιοθέτησε το περιεχόμενο της ένστασης και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, και υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας έρευνας.
Θα προχωρήσω με την εξέταση των ισχυρισμών που προώθησε η συνήγορος της Αιτήτριας, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018)).
Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών της Αιτήτριας, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη την διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός της και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Κατά την καταγραφή του αιτήματός της για χορήγηση διεθνούς προστασίας, η Αιτήτρια ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή οι γονείς της επιθυμούσαν να την εξαναγκάσουν να παντρευτεί έναν άνδρα που είχαν επιλέξει για αυτήν, παρά τη θέλησή της (ερυθρά 1-4 του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο διεξαγωγής της προσωπικής της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, ότι είναι υπήκοος της Λιβερίας, γεννηθείσα στην περιοχή Paynesville της Λιβερίας (ερυθρό 26 x3 του διοικητικού φακέλου). Στη γενέτειρα της διέμενε μέχρι την ηλικία των 15 ετών, οπότε και μετακόμισε στην πόλη Zwedru, όπου και παρέμεινε για περίοδο ενός έτους (ερυθρό 26 x3 του διοικητικού φακέλου). Το 2013 μετακόμισε στην Ακτή Ελεφαντοστού όπου έζησε μέχρι το 2017 και ακολούθως επέστρεψε στη χώρα καταγωγής της και έζησε στην πόλη Monrovia, μέχρι που εγκατέλειψε τη Λιβερία (ερυθρό 26 x3 του διοικητικού φακέλου).
Η εθνοτική της καταγωγή είναι Mandingo, είναι Μουσουλμάνα στο θρήσκευμα και για περίοδο 7 περίπου ετών ασχολείτο επαγγελματικά με την πώληση ειδών ένδυσης και υπόδησης (ερυθρά 26 x1- x2 και 28 x8 του διοικητικού φακέλου). Ως προς το οικογενειακό της υπόβαθρο, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ο πατέρας της απεβίωσε το 2004, η μητέρα της ζει στην Ακτή Ελεφαντοστού μαζί με τις τρεις ετεροθαλείς αδελφές της και τον ανήλικο υιό της Αιτήτριας, που γεννήθηκε το 2017 στη Λιβερία (ερυθρά 25 x9 και 27 x1-x3, x11 του διοικητικού φακέλου). Ο πατέρας του υιού της, ζει στην Ακτή Ελεφαντοστού και δεν διατηρεί πλέον επικοινωνία μαζί του (ερυθρό 27 x4-x5 του διοικητικού φακέλου).
Ως προς τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κατά την ελεύθερη αφήγησή της, ανέφερε ότι ο θείος της, θεωρώντας ότι είναι αυτός που λαμβάνει αποφάσεις για αυτήν μετά το θάνατο του πατέρα της, προσπάθησε να διευθετήσει όπως παντρευτεί κάποιον άνδρα, παρά τη θέλησή της. Αυτή του η απόφαση συνδεόταν με την κουλτούρα της χώρας τους και το γεγονός ότι είχε ένα παιδί η Αιτήτρια και κανένας άλλος δεν θα δεχόταν να την παντρευτεί (ερυθρό 25 x7 του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο υποβολής διευκρινιστικών ερωτήσεων, δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα της, μέχρι την ηλικία των 15 ετών, διέμενε στην περιοχή καταγωγής της μαζί με κάποιες ηλικιωμένες γυναίκες που είχαν αναλάβει τη φροντίδα της, καθώς η μητέρα της διέμενε στην Ακτή Ελεφαντοστού (ερυθρά 24 x1-x5 και 25 x11-x13 του διοικητικού φακέλου). Ακολούθως, ενόσω ζούσε στην πόλη Zwedru μαζί με την αδελφή του πατέρα της, κατόρθωσε να έλθει σε επικοινωνία με τη μητέρα της και στην ηλικία των 16 ετών μετέβη στην Ακτή Ελεφαντοστού για να ζήσει μαζί της (ερυθρό 24 x6-x9 του διοικητικού φακέλου).
Ενόσω ζούσε στην Ακτή Ελεφαντοστού, ο θείος της επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τη μητέρα της, ζητώντας της όπως η Αιτήτρια επιστρέψει πίσω στη Λιβερία, απειλώντας την ότι σε διαφορετική περίπτωση θα μεταβεί εκεί για να την μεταφέρει μαζί του πίσω στη Λιβερία (ερυθρό 24 x10 του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείσα, για ποιο λόγο επέστρεψε στη Λιβερία, δήλωσε ότι ο θείος της, της είχε καθορίσει κάποιο χρονικό περιθώριο για να επιστρέψει, αλλιώς θα υλοποιούσε τις απειλές του μεταβαίνοντας ο ίδιος εκεί για να την πάρει (ερυθρό 24 x14 του διοικητικού φακέλου). Αφότου επέστρεψε στη Λιβερία έμαθε πως ήταν έγκυος και διέμενε μαζί με κάποια φίλη της σε διαμέρισμα που είχε ενοικιάσει με χρηματική βοήθεια που είχε λάβει από τη μητέρα της (ερυθρά 23 x1 και 24 x12-x13, x17-x19 του διοικητικού φακέλου).
Κληθείσα να διευκρινίσει πως περιήλθε εις γνώση του θείου της ότι επέστρεψε στη Λιβερία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι έπρεπε να του το πει, επειδή καλούσε την μητέρα της, και όταν μετέβη στην οικία του, τον ενημέρωσε ότι δεν θα ζούσε μαζί του (ερυθρό 23 x2 του διοικητικού φακέλου). Ο θείος της ανέμενε ότι θα ζούσε μαζί του, γιατί σύμφωνα με την κουλτούρα στη χώρα της, εάν κάποια γυναίκα είναι ανύπαντρη, δεν μπορεί να ζήσει μόνη της (ερυθρό 23 x3 του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, ο θείος της δεν γνώριζε από την αρχή ότι είναι έγκυος και όταν αργότερα ενημερώθηκε περί τούτου από πρόσωπα που έτυχε να την δουν στην εργασία της, θύμωσε (ερυθρό 23 x4-x6 του διοικητικού φακέλου).
Ερωτηθείσα τι συνέβη στη συνέχεια, δήλωσε ότι όταν γέννησε, ο θείος της απαιτούσε όπως παντρευτεί τον πατέρα του παιδιού της, και όταν τον ενημέρωσε ότι ο τελευταίος δεν ήταν πρόθυμος να αναλάβει τις ευθύνες του, ο θείος της θύμωσε και της ανέφερε ότι πρέπει να μετακομίσει στην οικία του, αλλά αυτή αρνήθηκε (ερυθρό 23 x7 του διοικητικού φακέλου). Σύμφωνα με τα λεγόμενα της, το 2019 της ανακοίνωσε ο θείος της ότι πρέπει να παντρευτεί ενόσω ζούσε μαζί με τη φίλη της και το παιδί της στο διαμέρισμα που είχαν ενοικιάσει και η Αιτήτρια αρνήθηκε, αναφέροντας του ότι δεν είναι ακόμη έτοιμη να προβεί σε κάτι τέτοιο (ερυθρό 23 x9-x11 του διοικητικού φακέλου). Ακολούθως, εξακολουθούσε να της λέει ότι πρέπει να παντρευτεί τον πατέρα του παιδιού της εντός συγκεκριμένου χρονικού περιθωρίου που είχε θέσει και όταν παρήλθε αυτό, της ανέφερε ότι έπρεπε να παντρευτεί κάποιον άνδρα που επέλεξε για αυτήν (ερυθρό 23 x12 του διοικητικού φακέλου). Προς το σκοπό αυτό, διευθέτησε συνάντηση για να την γνωρίσει ο εν λόγω άνδρας, κατά τη διάρκεια της οποίας η Αιτήτρια του ανέφερε ότι θα το σκεφτεί, γιατί αν αρνιόταν εκείνη τη στιγμή, θα την κρατούσε εκεί παρά τη θέλησή της και θα την εξανάγκαζε να τον παντρευτεί (ερυθρό 23 x14 του διοικητικού φακέλου).
Αφότου έφυγε από εκεί, τον ενημέρωσε τηλεφωνικώς ότι δεν επιθυμεί να παντρευτεί το εν λόγω πρόσωπο, και έκτοτε κρυβόταν, απέκλεισε την επικοινωνία μαζί του και ξεκίνησε τις διαδικασίες για το ταξίδι της (ερυθρό 23 x14 του διοικητικού φακέλου). Κληθείσα να επεξηγήσει με ποιον τρόπο θα την εξανάγκαζε, ανέφερε χαρακτηριστικά «If I stay there, he will come and take me» (ερυθρό 23 x16 του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείσα για ποιο λόγο δεν προέβη σε κάτι τέτοιο κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών (ήτοι 2019-2022), που ως επιβεβαίωσε, δεν είχε υποστεί οτιδήποτε, η Αιτήτρια δήλωσε χαρακτηριστικά «Because he gave me time» (ερυθρά 22 x8 και 23 x17 του διοικητικού φακέλου). Το 2021, είχε αποκλείσει κάθε επικοινωνία με το θείο της, και έκτοτε δεν μίλησε ξανά μαζί του (ερυθρό 22 x7-x9 του διοικητικού φακέλου).
Σε σχετική ερώτηση που της είχε τεθεί, η Αιτήτρια απάντησε ότι δεν γνωρίζει τι θα μπορούσε να υποστεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, καθώς από το 2021, δεν είχε επικοινωνήσει ξανά με το θείο της (ερυθρό 22 x10 του διοικητικού φακέλου). Ο τελευταίος διαμένει στην περιοχή Paynesville, και ερωτηθείσα πως θα ανακαλύψει ότι επέστρεψε στη χώρα της, η απάντηση που έδωσε η Αιτήτρια είναι ότι δεν γνωρίζει (ερυθρό 22 x11, x14 του διοικητικού φακέλου).
Η αρμόδια λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή της, εντόπισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς στη βάση των δηλώσεων της Αιτήτριας, ως ακολούθως:
(1) Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας.
(2) Απόπειρα εξαναγκαστικού γάμου της Αιτήτριας.
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ της, η αρμόδια λειτουργός τον έκανε αποδεκτό ως αξιόπιστο, λαμβάνοντας υπόψη την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών της, καθώς και το προσκομισθέν διαβατήριο και τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής της, ως προς την εξωτερική του αξιοπιστία.
Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αναφορικά με την απόπειρα εξαναγκαστικού γάμου της Αιτήτριας, έτυχε απόρριψης λόγω μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών της και έλλειψης επαρκών πληροφοριών. Ειδικότερα, η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση διαπίστωσε ότι διέπονταν από γενικότητα και αοριστία οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας ότι όταν επέστρεψε στη Λιβερία, ο θείος της δεν γνώριζε ότι ήταν έγκυος, αλλά το έμαθε αργότερα από τρίτα πρόσωπα που έτυχε να την δουν στην εργασία της, γεγονός που τον εξόργισε και ζήτησε από την Αιτήτρια όπως παντρευτεί τον πατέρα της παιδιού της ή σε διαφορετική περίπτωση κάποιον άλλον άνδρα, παρά τη θέλησή της.
Σε σχέση με τον άνδρα που της είχε γνωρίσει ο θείος της και ο οποίος προοριζόταν να καταστεί μέλλοντας σύζυγός της σύμφωνα με τις απαιτήσεις του θείου της, κρίθηκε πως οι σχετικοί ισχυρισμοί της Αιτήτριας στερούνταν συνοχής, καθώς δήλωσε αφενός ότι του είχε αναφέρει κατά τη συνάντησή τους ότι θα το σκεφτεί και αφετέρου τον ενημέρωσε τηλεφωνικώς ότι δεν αποδέχεται να παντρευτεί μαζί του, με τις δηλώσεις της να παραπέμπουν σε γάμο από συνοικέσιο, αντί σε εξαναγκαστικό γάμο. Όταν κλήθηκε να διευκρινίσει τη δήλωσή της ότι ο θείος της θα την ανάγκαζε να τον παντρευτεί, αν του γνωστοποιούσε τη στιγμή της συνάντησης την άρνησή της, κατά τρόπο γενικό και αόριστο, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις, δήλωσε ότι θα μετέβαινε σε αυτήν και θα την «έπαιρνε». Καταληκτικά, με τον ίδιο γενικό και αόριστο τρόπο επικαλέστηκε ότι ο λόγος για τον οποίο από το 2019 που της ανακοίνωσε ότι πρέπει να παντρευτεί μέχρι το 2022 που εγκατέλειψε τη χώρα της δεν την εξανάγκασε ο θείος της να προβεί σε κάτι τέτοιο ήταν διότι αποφάσισε να της δώσει χρόνο, ενώ μάλιστα, επισημάνθηκε από την αρμόδια λειτουργό ότι δεν είχε υποστεί οτιδήποτε η Αιτήτρια και από το 2021 δεν έχει επικοινωνήσει ξανά μαζί του, γιατί είχε αποκλείσει κάθε επικοινωνία μαζί του.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση παρέθεσε στην Έκθεση-Εισήγησή της πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη φαινομένων πρόωρων εξαναγκαστικών γάμων στη Λιβερία, όμως ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του λόγω του ότι δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας.
Προχωρώντας στη συνέχεια σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει του μόνου ουσιώδους γεγονότος του οποίο έγινε αποδεκτό, ήτοι της ταυτότητας, της χώρας καταγωγής και των προσωπικών στοιχείων/προφίλ της Αιτήτριας και λαμβάνοντας υπόψη σχετικές πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της και στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της (ήτοι Κομητεία Montserrado), κρίθηκε πως δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα η Αιτήτρια να αντιμετωπίσει κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.
Ακολούθως, η αρμόδια λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της Αιτήτριας σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην Έκθεση-Εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών της Αιτήτριας, δεν προέκυψε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στο πλαίσιο του άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν δικαιούτο το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε μπορούσε να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 19 (2) (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Αναφορικά με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, η αρμόδια λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη Λιβερία και συγκεκριμένα στην Κομητεία Montserrado, η Αιτήτρια δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας ως αμάχου λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να παραχωρηθεί στην Αιτήτρια ούτε το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.
Αξιολογώντας το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και την Έκθεση-Εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση, κρίνω ότι έγιναν στην Αιτήτρια επαρκείς ερωτήσεις για να διερευνηθεί ο πυρήνας του αιτήματός της για διεθνή προστασία και ορθά κρίθηκε επί της ουσίας ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας ήταν ανεπαρκείς και μη ικανοποιητικοί και ως εκ τούτου αναξιόπιστοι. Σύμφωνα με τα όσα παρέθεσε η Αιτήτρια, προκύπτει ότι παρά τις απαιτήσεις του θείου της, ουδέποτε διέμενε μαζί του και μάλιστα για περίπου τέσσερα χρόνια διέμενε μαζί με την μητέρα της στην Ακτή Ελεφαντοστού και με δική της πρωτοβουλία επέστρεψε στη χώρα καταγωγής της, προβάλλοντας ως μόνη δικαιολογία το γεγονός ότι ο θείος της σε τηλεφωνικές κλήσεις που είχε με την μητέρα της, της ανέφερε ότι εάν η Αιτήτρια δεν επιστρέψει στη Λιβερία, τότε θα μεταβεί εκεί εκείνος για να την πάρει μαζί του. Πέραν τούτου, ακόμα και όταν επέστρεψε πίσω στη χώρα καταγωγής της, από τα λεγόμενά της προκύπτει ότι παρά την σχετική απαίτηση του θείου της, η Αιτήτρια αρνήθηκε να ζήσει μαζί του, αλλά αντιθέτως, διέμενε μαζί με κάποια φίλη της σε διαμέρισμα που ενοικίαζαν.
Σε σχέση με τις προσπάθειες του τελευταίου να την αναγκάσει να παντρευτεί, σημειώνεται ότι, ως ανέφερε η Αιτήτρια, του είχε γνωστοποιήσει την άρνησή της να παντρευτεί τον άνδρα που είχε επιλέξει για αυτήν χωρίς να έχει υποστεί οτιδήποτε, και το σημαντικότερο, παρά τις πιέσεις που δεχόταν από το θείο της για μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να προβεί σε γάμο, εξακολουθούσε να παραμένει στη χώρα καταγωγής της και πολύ αργότερα έλαβε την απόφαση να την εγκαταλείψει, ενώ μάλιστα για ένα περίπου χρόνο προτού εγκαταλείψει τη χώρα της, είχε αποκλείσει κάθε επικοινωνία με το θείο της.
Στο σημείο αυτό, οφείλω να σημειώσω ότι η κρίση περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών της Αιτήτριας ενισχύεται και από το γεγονός ότι έχω εντοπίσει και επιπρόσθετη αντίφαση στα λεγόμενά της, ως ακολούθως: στην αίτησή της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της επειδή οι γονείς της επιθυμούσαν να την εξαναγκάσουν να παντρευτεί έναν άνδρα που είχαν επιλέξει για αυτήν, παρά τη θέλησή της. Η εν λόγω πληροφορία, ωστόσο, έρχεται σε αντίθεση με το αφήγημα της Αιτήτριας κατά τη συνέντευξή της, στα πλαίσια της οποίας υποστήριξε ότι ο θείος της ήταν αυτός που προσπάθησε να την αναγκάσει να προβεί σε γάμο, παρά τη θέλησή της. Σημειωτέον ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, η Αιτήτρια επιβεβαίωσε ότι όσα αναγράφονται στην αίτησή της είναι αληθή και ότι η ίδια προέβη στην υπογραφή της (ερυθρό 29 του διοικητικού φακέλου).
Ακολούθως, το Δικαστήριο προέβη σε σχετική έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ως προς το ζήτημα των εξαναγκαστικών γάμων, και πιο κάτω παραθέτω τα ευρήματα που έχουν εντοπιστεί:
Σε έκθεση του 2024, η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέφερε ότι τα δικαιώματα των γυναικών εξακολουθούν να αποτελούν σημαντική πρόκληση στη Λιβερία[1]. Σύμφωνα με την εν λόγω πηγή, μεταξύ άλλων, τα φαινόμενα των παιδικών γάμων, εξακολουθούν να εμφανίζονται με μεγάλη συχνότητα[2].
Σύμφωνα με Έκθεση του USDOS για τη Λιβερία που δημοσιεύθηκε το 2024 και αφορά το έτος 2023, «οι νόμοι σχετικά με την ελάχιστη ηλικία γάμου ήταν ασυνεπείς, ορίζοντας την ελάχιστη ηλικία γάμου για όλα τα άτομα είτε στα 18 είτε στα 21 έτη, αλλά επιτρέποντας επίσης στα κορίτσια να παντρεύονται στην ηλικία των 16 ετών. Οι χαμηλότερες μέσες ηλικίες γάμου σημειώνονταν σε αγροτικές περιοχές και η μέση ηλικία πρώτου γάμου γενικά αυξανόταν με την αύξηση του πλούτου μεταξύ των γυναικών ηλικίας 25 έως 40 ετών.[3]» (ελεύθερη μετάφραση).
Πληροφορίες από έτερη εξωτερική πηγή πληροφόρησης, στην οποία παρέπεμψε και η αρμόδια λειτουργός των Καθ΄ ων η αίτηση, επιβεβαιώνουν την πρακτική των πρόωρων και εξαναγκαστικών γάμων ανήλικων κοριτσιών στη Λιβερία[4]. Σημειώνεται ότι, οι πληροφορίες που ανευρέθησαν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ως προς το ζήτημα των εξαναγκαστικών γάμων, αφορούσε την εν λόγω πρακτική, σε σχέση με ανήλικα κορίτσια.
Υπό το φως των ανωτέρω πληροφοριών, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός της ενηλικίωσης της Αιτήτριας (τόσο κατά τον επίδικο χρόνο που δεχόταν πιέσεις από το θείο της, όσο και σήμερα), καθώς επίσης και το γεγονός ότι όπως εκτενώς αναλύεται ανωτέρω, δεν έχει στοιχειοθετηθεί η εσωτερική αξιοπιστία των σχετικών ισχυρισμών της που συνδέονται με τον πυρήνα του αιτήματός της, ο ισχυρισμός της περί εξαναγκασμού της σε γάμο, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.
Aπό τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της Έκθεσης-Εισήγησης, ενέκρινε την εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα της Αιτήτριας. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει η Αιτήτρια, όπως αναλύεται ανωτέρω. Ως εκ τούτου, απορρίπτονται οι λόγοι ακυρώσεως που έχουν προβληθεί από την συνήγορο της Αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολογίας.
Πέραν των ανωτέρω, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της παρούσας υπόθεσης, η Αιτήτρια ουδέν στοιχείο έχει προσκομίσει στο Δικαστήριο ώστε να ανατρέψει το εύρημα αναξιοπιστίας των Καθ' ων η Αίτηση επί του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της, ούτε έχει αναφέρει οποιονδήποτε λόγο που να καταδεικνύει ότι έχει γνήσιο αίτημα διεθνούς προστασίας ή ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε παράνομα και/ή λανθασμένα. Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματός του βαραίνει αρχικά την ίδια την Αιτήτρια (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου).
Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο της Αιτήτριας εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου. Επίσης, με βάση το προσωπικό της προφίλ υπό το φως των ισχυρισμών που η ίδια προώθησε και σε σχέση με το άρθρο 19(1) και 19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας.
Αναφορικά με την υπαγωγή της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire general aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Για την εξέταση του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, δέον να εξεταστεί εκ νέου η κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της, ήτοι την πόλη Monrovia που βρίσκεται στην Κομητεία Montserrado.
Σύμφωνα με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, παρατηρείται γενικά πολιτική σταθερότητα στη χώρα[5], πλην όμως συχνά λαμβάνουν χώρα διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες και μερικές φορές έτυχε να οδηγήσουν σε βία ή σε χρήση δακρυγόνων από τις αρχές.[6] Στην ετήσια έκθεση του USDOS για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Λιβερία αναφορικά με το έτος 2023, αναφέρεται ότι διεξήχθησαν διαδηλώσεις καθ' όλη τη διάρκεια του έτους από διάφορες ομάδες, ακόμη και έξω από το νομοθετικό σώμα και το Υπουργείο Εξωτερικών.[7]
Τα επίπεδα εγκληματικότητας στη Λιβερία παραμένουν σε κρίσιμο επίπεδο σε ολόκληρη τη χώρα, λόγω της αυξανόμενης δημόσιας δυσαρέσκειας με την παραπαίουσα οικονομία και το δυσλειτουργικό δικαστικό σύστημα της χώρας.[8] Οι αναφορές για εισβολές σε κατοικίες είναι συχνές, όπως και οι βίαιες ληστείες σε αστικές περιοχές και δημόσιες παραλίες.[9] Η τοπική αστυνομία δεν διαθέτει τους πόρους για να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε σοβαρά εγκλήματα και το δικαστικό σώμα σπάνια διασφαλίζει καταδίκες για εγκληματικές δραστηριότητες.[10]
Σύμφωνα με πληροφορίες που εντοπίζονται στην ιστοσελίδα της Κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου, η κυριότερη μορφή εγκλήματος στη Λιβερία είναι οι κλοπές, αλλά υπάρχουν και οργανωμένες εγκληματικές συμμορίες. Οι κλέφτες είναι συχνά οπλισμένοι με μαχαίρια ή ματσέτες και περιστασιακά φέρουν πυροβόλα όπλα.[11] Στην ετήσια έκθεση του USDOS για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Λιβερία αναφορικά με το έτος 2023 εντοπίζεται κιόλας αναφορά ότι η βία του όχλου («mob violence») που αποδίδεται εν μέρει στην έλλειψη εμπιστοσύνης του κοινού στην αστυνομία και το δικαστικό σύστημα, ήταν σύνηθες και συχνά οδηγούσε σε θανάτους και τραυματισμούς.[12]
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 18/07/2024 έως 18/07/2025 στην Κομητεία Montserrado στην οποία βρίσκεται η πόλη Monrovia, σημειώθηκαν 35 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 2 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 26 ήταν περιστατικά διαμαρτυριών (κανένας θάνατος), 8 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών (2 θάνατοι) και 1 ήταν περιστατικό μάχης (κανένας θάνατος)[13]. Ειδικά στην πόλη Monrovia, κατά την ίδια περίοδο αναφοράς, σημειώθηκαν 21 περιστατικά διαμαρτυριών και 6 περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών, χωρίς ανθρώπινες απώλειες[14]. Σημειωτέον δε ότι ο πληθυσμός της πόλης Monrovia εκτιμάται ότι ανέρχεται το 2025 στους 1,794,650 κατοίκους.[15]
Κατά συνέπεια, η Κομητεία Montserrado στην οποία βρίσκεται η πόλη Monrovia, την οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως τον τελευταίο τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, βάσει των αποδεκτών ισχυρισμών της, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρείται ότι πληρείται το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τη νομολογία του ΔΕΕ.[16] Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της.
Σε σχέση με το γεγονός που προέκυψε κατά την ακρόαση της παρούσας ότι η Αιτήτρια απέκτησε ανήλικο τέκνο στην Κυπριακή Δημοκρατία, όπως προκύπτει από τη σχετική αναφορά της συνηγόρου της κατά την εν λόγω δικάσιμο, σημειώνω ότι από τα ενώπιον μου στοιχεία δεν προκύπτει να έχει προσκομιστεί από πλευράς της Αιτήτριας πιστοποιητικό γέννησης για το εν λόγω τέκνο. Εν τη απουσία ύπαρξης αποδεικτικών στοιχείων που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξή του τέκνου της, η εξέταση του εν λόγω δεδομένου και η διενέργεια οποιασδήποτε αξιολόγησης σε σχέση με αυτό από πλευράς του Δικαστηρίου, θα ήταν σε ένα θεωρητικό επίπεδο, και ως εκ τούτου θα ήταν ακροσφαλής. Σημειώνεται ότι το μόνο διάδικο μέρος στην παρούσα προσφυγή είναι η ίδια η Αιτήτρια.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό της πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EEAS, EU Annual Report on Human Rights and Democracy - 2024 Human Rights and Democracy in the World (country reports) (2024) σελ. 109 διαθέσιμο σε https://www.eeas.europa.eu/eeas/eu-annual-reports-human-rights-and-democracy_en (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[2] Ibid.
[3] USDOS – US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo (23 April 2024) σελ. 24 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/democratic-republic-of-the-congo/ (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[4] Independent National Commission on Human Rights of Liberia (INHCR), Report on early and forced marriage in Liberia διαθέσιμο σε https://view.officeapps.live.com/op/view.aspx?src=https%3A%2F%2Fwww.ohchr.org%2Fsites%2Fdefault%2Ffiles%2FDocuments%2FIssues%2FWomen%2FWRGS%2FHumanitarianSettings%2FLiberia_NHRI.docx&wdOrigin=BROWSELINK (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[5] Gov.uk, ‘Foreign travel advice: Liberia’ διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/liberia/safety-and-security (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[6] U.S. Department of State - Travel.State.Gov, ‘Liberia Travel Advisory’ (31 July 2023) διαθέσιμο σε https://travel.state.gov/content/travel/en/traveladvisories/traveladvisories/liberia-travel-advisory.html; U.S. Department of State - Overseas Security Advisory Council (OSAC), ‘OSAC Country Security Report
Liberia’ (14 November 2024) σελ. 3 & 5 διαθέσιμο σε https://www.osac.gov/Content/Report/be9dbdaf-a9aa-4750-9ac6-1cbb83e215f0 (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[7] USDOS - U.S. Department of State, ‘Liberia 2023 Human Rights Report’ (23 April 2024) σελ. 12 διαθέσιμο σε
https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/liberia/ (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[8] U.S. Department of State - Overseas Security Advisory Council (OSAC), ‘OSAC Country Security Report
Liberia’ (14 November 2024) σελ. 1 διαθέσιμο σε https://www.osac.gov/Content/Report/be9dbdaf-a9aa-4750-9ac6-1cbb83e215f0 (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[9] Ibid.
[10] Ibid.
[11] Gov.uk, ‘Foreign travel advice: Liberia’ διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/liberia/safety-and-security (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[12] USDOS - U.S. Department of State, ‘Liberia 2023 Human Rights Report’ (23 April 2024) σελ. 28 διαθέσιμο σε
https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/liberia/ (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[13] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 18/07/2024 – 18/07/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Liberia, ADMIN UNIT: Montserrado] (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[14] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 18/07/2024 – 18/07/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Liberia, ADMIN UNIT: Montserrado, Location: Monrovia] (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[15] World Population Review διαθέσιμο σε https://worldpopulationreview.com/cities/liberia/monrovia (ημερομηνία πρόσβασης 24/07/2025)
[16] Βλ. C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides και στην C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο