ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 3226/24
9 Οκτωβρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
I.U.
Αιτήτριας
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Ρ. Χρυσάνθου (κος) Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η αίτηση
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 15.7.2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023.
Γεγονότα
Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από το Μπουρούντι και περί τις 23.10.2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 12.7.2024, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας και επιστροφή στη χώρα καταγωγής της. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 15.7.2024. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια την 1.8.2024, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
1. Κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας προσφυγής, η Αιτήτρια δια του συνηγόρου της, δήλωσε ότι προωθεί ως μόνο λόγο προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας.
2. Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και αντιτείνουν ότι η Αιτήτρια δεν κατόρθωσε να καταδείξει τη συνδρομή των προϋποθέσεων για υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Επισημαίνουν, δε ότι κατά την καταγραφή της αίτησής της, η Αιτήτρια επικαλέστηκε ακαδημαϊκής φύσεως λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα της.
To νομικό πλαίσιο
3. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».
4. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2025 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
5. Το άρθρο 3 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2025 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος) καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.
6. Το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:
«Υποχρεώσεις Αιτητή κατά την εξέταση της αίτησης και συναφής υποχρέωση αρμόδιων αρχών
16.-(1) Κατά την εξέταση της αίτησής του, ο Αιτητής οφείλει να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Ασύλου με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητάς του και των υπόλοιπων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
(2) Ιδίως, ο Αιτητής οφείλει-
(α) να υποβάλει το συντομότερο δυνατό όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης, τα οποία στοιχεία συνίστανται σε δηλώσεις του Αιτητή και σε όλα τα έγγραφα που έχει ο Αιτητής στη διάθεσή του σχετικά με την ηλικία του, το προσωπικό του ιστορικό, καθώς και το ιστορικό των οικείων συγγενών του, την ταυτότητα, την ιθαγένεια, τη χώρα και το μέρος προηγούμενης διαμονής του, τις προηγούμενες αιτήσεις ασύλου, το δρομολόγιο που ακολούθησε, το δελτίο ταυτότητας και τα ταξιδιωτικά του έγγραφα και τους λόγους για τους οποίους ζητεί διεθνή προστασία∙ [...]».
7. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
8. Ως προς τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής, επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά εξετάζει την ουσιαστική της ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Aπόφαση του ΔΕΕ της 3ης Απριλίου 2025, C‑283/24 [Barouk], B. F. κατά Κυπριακής Δημοκρατίας, ECLI:EU:C:2025:236, απόφαση του ΔΕΕ ημερομηνίας 29 Ιουλίου 2019, Torubarov, C-556/17, EU:C:2019:626, σκέψεις 50 έως 53 (σύμφωνα με την οποία το δικαστήριο πραγματοποιεί «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας) Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο εκάστοτε αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, η Αιτήτρια εκπροσωπούμενη και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100]
9. Συναφές εν προκειμένω είναι και το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του Αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας του Αιτητή ασύλου να τεκμηριώσει με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή του, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον Αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).
10. Εν προκειμένω, η Αιτήτρια, κατά την καταγραφή της αίτησής της, δήλωσε ότι εγκατέλειψε το Μπουρούντι προκειμένου να σπουδάσει. Επιπλέον, ανέφερε ότι, ενώ βρισκόταν στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, ο πατέρας της φέρεται να σκοτώθηκε από πυροβολισμό που δέχθηκε από μέλη του αντίπαλου πολιτικού κόμματος. Στη συνέχεια, δήλωσε ότι δεν μπορούσε να επικοινωνήσει με την οικογένειά της, ούτε γνώριζε αν τα μέλη της διέτρεχαν κίνδυνο, με αποτέλεσμα να αποφασίσει να μεταβεί στις ελεγχόμενες περιοχές προκειμένου να ζητήσει διεθνή προστασία.
11. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι υπήκοος Μπουρούντι, γεννηθείσα το 1999 στην πόλη Bujumbura, όπου διέμενε. Δήλωσε Χριστιανή, ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2020 και παρακολούθησε δύο έτη σπουδών οικονομικών. Από το 2015 έως το 2023 εργαζόταν ως κομμώτρια. Ο πατέρας της απεβίωσε τον Μάιο του 2023, ενώ η μητέρα και η αδελφή της ζουν στη Bujumbura, χωρίς η ίδια να έχει πλέον επικοινωνία μαζί τους. Ανέφερε επίσης ότι οι γονείς της χρηματοδότησαν το ταξίδι της προς τη Δημοκρατία τον Μάρτιο του 2023.
12. Στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησης, ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα της για να σπουδάσει και ότι, ενώ βρισκόταν στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, σταμάτησε να επικοινωνεί με τους γονείς της· λίγο αργότερα ο πατέρας της πέθανε, γεγονός που την οδήγησε να διακόψει τις σπουδές της και να αντιμετωπίσει οικονομικές δυσκολίες. Αποφάσισε τότε να μεταβεί στις ελεγχόμενες περιοχές, για να ζητήσει διεθνή προστασία.
13. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις, ανέφερε ότι πληροφορήθηκε τον θάνατο του πατέρα της από μία γειτόνισσα, της οποίας δεν γνωρίζει το όνομα· τα μηνύματα που της είχε στείλει στο κινητό της έχουν χαθεί, καθώς έχασε τη συσκευή. Ως προς το πολιτικό κόμμα με το οποίο φέρεται να σχετιζόταν ο πατέρας της, δήλωσε ότι ήταν το Εθνικό Κογκρέσο Ελευθερίας (Congrès National pour la Liberté – στο εξής «CNL»), ενώ το κυβερνητικό κόμμα είναι το Εθνικό Συμβούλιο για την Υπεράσπιση της Δημοκρατίας – Δυνάμεις Υπεράσπισης της Δημοκρατίας (Conseil National pour la Défense de la Démocratie – Forces de Défense de la Démocratie – στο εξής «CNDD-FDD»). Η ίδια δεν γνωρίζει πότε ξεκίνησε ο πατέρας της να έχει επαφές με το CNL και δηλώνει ότι ποτέ δεν είχε προβλήματα με την κυβέρνηση, ούτε είχε σχέσεις με πολιτικό κόμμα.
14. Ερωτηθείσα τέλος τι θεωρεί ότι θα συμβεί αν επιστρέψει στο Μπουρούντι, απάντησε ότι δεν γνωρίζει, ωστόσο, ανέφερε ότι είναι δύσκολο εάν κανείς είναι ενάντια της κυβέρνησης.
15. Κατόπιν αξιολόγησης των ανωτέρω δηλώσεων της Αιτήτριας, οι Καθ’ ων η αίτηση προσδιόρισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς: (α) αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής της, (β) ότι εγκατέλειψε το Μπουρούντι για ακαδημαϊκούς λόγους και (γ) ότι, κατόπιν της ενημέρωσης για τον θάνατο του πατέρα της, δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της.
16. Ο πρώτος ισχυρισμός της Αιτήτριας, αναφορικά με τον τόπο καταγωγής και τα προσωπικά της στοιχεία, έγινε αποδεκτός, καθόσον οι παρεχόμενες πληροφορίες κρίθηκαν συνεκτικές και επαρκείς για την επιβεβαίωση της εθνικότητας και του τόπου γέννησής της· επιπλέον έγινε δεκτό ότι είναι Χριστιανή ως προς το θρήσκευμά της. Ο δεύτερος ισχυρισμός της Αιτήτριας έγινε επίσης αποδεκτός, καθώς κρίθηκε ότι παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες και συνεκτικές δηλώσεις για το περιεχόμενό του.
17. Ωστόσο, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν ότι ο τρίτος ισχυρισμός της δεν τυγχάνει αποδοχής. Ειδικότερα, αξιολόγησαν ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες για ζητήματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός της και ότι στις δηλώσεις της εντοπίστηκαν αντιφάσεις. Καταρχάς, οι Καθ’ ων η αίτηση επεσήμαναν έλλειψη επαρκών πληροφοριών, δεδομένου ότι, μολονότι η Αιτήτρια ανέφερε αρχικά ότι ενημερώθηκε για τον θάνατο του πατέρα της από γειτόνισσά της, δεν ήταν σε θέση, όταν ερωτήθηκε, να προσδιορίσει το όνομά της, δηλώνοντας άγνοια. Η άγνοια αυτή επαναλήφθηκε και σε διευκρινιστική ερώτηση. Περαιτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση διαπίστωσαν ότι, ενώ η Αιτήτρια ισχυρίστηκε πως η ίδια γειτόνισσα της απέστειλε μήνυμα με την εν λόγω πληροφορία, όταν κλήθηκε να παρουσιάσει το μήνυμα – το οποίο κατά δήλωσή της αποτελούσε το μοναδικό τεκμήριο του τρόπου ενημέρωσής της – ανέφερε ότι είχε απωλέσει το κινητό τηλέφωνο στο οποίο είχε ληφθεί η επίμαχη πληροφορία. Επιπλέον, οι Καθ’ ων η αίτηση αξιολόγησαν ως ανεπαρκείς τις πληροφορίες που παρείχε η Αιτήτρια για τον ισχυρισμό της ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της λόγω απώλειας επικοινωνίας με την οικογένειά της, καθόσον, σε σχετική ερώτηση, απάντησε ότι δεν της συνέβη οποιοδήποτε προσωπικό περιστατικό όσο βρισκόταν στη χώρα της. Η ίδια δήλωσε ότι μέχρι την 3.3.2023, οπότε εγκατέλειψε το Μπουρούντι, εργαζόταν σε κομμωτήριο και δεν της είχε συμβεί οτιδήποτε. Αντίφαση, κατά τους Καθ’ ων η αίτηση, εντοπίζεται και μεταξύ των δηλώσεών της, καθώς αφενός ανέφερε ότι, αν επιστρέψει στο Μπουρούντι, δεν γνωρίζει αν «θα είναι καλά για την ίδια», αφετέρου όμως δήλωσε ότι ουδέποτε αντιμετώπισε προσωπικά προβλήματα στη χώρα καταγωγής της. Όταν κλήθηκε να διευκρινίσει ότι η ανωτέρω αναφορά της στηρίζεται σε προσωπική υπόθεση και όχι σε πραγματικά περιστατικά, η Αιτήτρια δήλωσε ότι «αν είσαι εναντίον της κυβέρνησης έχεις πρόβλημα». Σε επακόλουθη ερώτηση, επιβεβαίωσε ότι η ίδια δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα με την κυβέρνηση, ούτε είχε οποιαδήποτε εμπλοκή με πολιτικά κόμματα στη χώρα της. Οι Καθ’ ων η αίτηση δεν αξιολόγησαν την εξωτερική της αξιοπιστίας, κρίνοντας ότι οι περιστάσεις του υπό αξιολόγηση ισχυρισμού αφορούν σε προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας
18. Κατά την αξιολόγηση κινδύνου και με βάση το μόνο αποδεκτό ισχυρισμό της Αιτήτριας κρίθηκε ότι αυτή δεν διατρέχει οποιοδήποτε κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της. Κατ’ επέκταση, κρίθηκε ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
19. Η Αιτήτρια στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας δεν σχολιάζει ειδικώς τα επιμέρους ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση, ούτε και προβάλλει οποιουσδήποτε νέους ισχυρισμούς συναφείς με το αίτημά της για διεθνή προστασία. Επαναλαμβάνει ότι δεν έχει πλέον επικοινωνία με την οικογένειά της και ότι ένεκα των πολιτικής φύσεως προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο πατέρας της και η ίδια διατρέχει κίνδυνο.
20. Στο πλαίσιο της de novo και ex nunc αξιολόγησης των ισχυρισμών της Αιτήτριας, το παρόν Δικαστήριο συντάσσεται, καταρχάς, με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αποδοχής του πρώτου ισχυρισμού της. Η Αιτήτρια παρουσιάστηκε συνεκτική ως προς τις συναφείς αναφορές της, οι οποίες επιβεβαιώνονται εν μέρει και από το προσκομισθέν διαβατήριό της (βλ. ερ. 8 του διοικητικού φακέλου – στο εξής «δ.φ.»). Για τους ίδιους λόγους και στη βάση των ευρημάτων των Καθ’ ων η αίτηση, με τα οποία συντάσσομαι, γίνεται επίσης αποδεκτός ο ισχυρισμός της Αιτήτριας περί εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής της για ακαδημαϊκούς λόγους.
21. Όσον αφορά στον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, το Δικαστήριο κρίνει καταρχάς ότι ο χαρακτηρισμός που του αποδόθηκε κατά τη διοικητική διαδικασία δεν ανταποκρίνεται ορθά στο περιεχόμενό του, ούτε στην αξιολογική διεργασία που απαιτείται στο παρόν στάδιο. Ο φόβος ή οι επιθυμίες της Αιτήτριας δεν συνιστούν αυτοτελώς αντικείμενο αξιολόγησης· αντιθέτως, αυτό που καλείται το Δικαστήριο να εξετάσει είναι τα πραγματικά περιστατικά και, σε επόμενο στάδιο, τον κίνδυνο που απορρέει από αυτά για τον εκάστοτε αιτητή. Όπως υποδεικνύει ο Πρακτικός Οδηγός της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO, και πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο, EUAA), «η προσήκουσα ταυτοποίηση των ουσιωδών ισχυρισμών είναι ουσιώδης τόσο για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας όσο και για την αξιολόγηση κινδύνου»[1].
22. Στην προκειμένη περίπτωση, το κρίσιμο περιστατικό αφορά στο φερόμενο θάνατο του πατέρα της Αιτήτριας λόγω της εμπλοκής του στο κόμμα της αντιπολίτευσης CNL, συμβάν που, κατά τους ισχυρισμούς της, έλαβε χώρα μετά την είσοδό της στη Δημοκρατία, σύμφωνα με ενημέρωση που έλαβε περί τον Μάιο του 2023 από γειτόνισσά της. Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η Αιτήτρια αγνοεί ουσιώδεις πτυχές των περιστάσεων του θανάτου του πατέρα της και ότι οι αναφορές της είναι γενικόλογες και εν μέρει αντιφατικές. Ειδικότερα, κατά το στάδιο αξιολόγησης της ευαλωτότητάς της, δήλωσε ότι πληροφορήθηκε τον θάνατο του πατέρα της από τη μητέρα της, η οποία την ενημέρωσε αρχικώς ότι αυτός απήχθη λόγω της υποστήριξής του στην αντιπολίτευση και ότι δύο εβδομάδες μετά την απαγωγή έλαβε τηλεφώνημα από τη μητέρα της ότι είχε σκοτωθεί (βλ. ερ. 18 του δ.φ.). Ωστόσο, κατά τη συνέντευξή της (βλ. ερ. 39), ανέφερε ότι ενημερώθηκε για το ίδιο γεγονός και τις περιστάσεις αυτού από γειτόνισσά της μέσω μηνύματος. Η αντίφαση αυτή, κρίνεται ουσιώδης.
23. Περαιτέρω, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι η Αιτήτρια δήλωσε πως δεν γνωρίζει το όνομα της γειτόνισσας που την ενημέρωσε για το σοβαρό αυτό γεγονός, ενώ η ίδια αυτή γειτόνισσα φέρεται να είχε τον τηλεφωνικό αριθμό της Αιτήτριας. Επίσης, δεν ήταν σε θέση να υποδείξει το επίμαχο μήνυμα, επικαλούμενη απώλεια του τηλεφώνου της. Δεδομένου ότι το εν λόγω πρόσωπο αποτελούσε το βασικό μέσο επικοινωνίας της Αιτήτριας με την οικογένειά της και πηγή ενημέρωσης για την κατάστασή τους, καίτοι μη καταλυτικής σημασίας το εν λόγω σημείο, οι δηλώσεις της δεν κρίνονται ευλογοφανείς, καθόσον μη εύλογη θεωρείται και η άγνοια του ονόματος της γειτόνισσας, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας, κατείχε το τηλέφωνό της.
24. Το Δικαστήριο διαπιστώνει ακόμη ότι η Αιτήτρια, παρά την ηλικία της και την πολύχρονη διαμονή της στην εν λόγω περιοχή, αγνοεί ουσιώδεις λεπτομέρειες για την υποτιθέμενη εμπλοκή του πατέρα της στο κόμμα της αντιπολίτευσης και δεν είναι σε θέση να εξηγήσει πώς η φερόμενη αυτή εμπλοκή εγείρει κίνδυνο και για την ίδια. Επιπλέον, ουδέποτε η ίδια είχε εμπλοκή με το εν λόγω κόμμα, ούτε αντιμετώπισε προσωπικά προβλήματα στη χώρα της. Οι αναφορές της για τον θάνατο του πατέρα της εμφανίζονται γενικόλογες και επιφανειακές. Δεδομένης της πολυετούς διαμονής της στην περιοχή και της δηλωθείσας εργασίας της ως κομμώτριας, με διατήρηση επαφών με την ευρύτερη οικογένεια και τον κύκλο των φίλων της, εύλογα θα αναμενόταν να έχει αναζητήσει και να λάβει περαιτέρω πληροφορίες για το γεγονός και από άλλες πηγές ή πρόσωπα του περιβάλλοντός της. Υπό το φως των ανωτέρω ευρημάτων, δεν θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας.
25. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, από τις οποίες προκύπτουν τα ακόλουθα:
26. Σύμφωνα με την έκθεση του USDOS που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2024 για το Μπουρούντι και η οποία καλύπτει το έτος 2023, υπήρξαν αναφορές από μέσα ενημέρωσης και οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων ότι μέλη του κυριότερου κόμματος της αντιπολίτευσης, ήτοι το National Congress for Freedom (CNL) αποτέλεσαν θύματα καταχρήσεων, όπως εξωδικαστικών εκτελέσεων, αυθαίρετων συλλήψεων και βασανιστηρίων από μέλη της Imbonerakure (νεολαία του κυβερνώντος κόμματος) και άλλους άγνωστους ένοπλους άνδρες, ως αντίποινα για πολιτική εμπλοκή και φερόμενη συμμετοχή σε ένοπλες ανταρτικές ομάδες[2]. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, τον Ιούνιο του 2023, ο Υπουργός Εσωτερικών ανέστειλε όλες τις πολιτικές δραστηριότητες του CNL, συμπεριλαμβανομένων των συνεδριάσεων του κόμματος επικαλούμενος μια μακροχρόνια εσωτερική σύγκρουση εντός της ηγεσίας του κόμματος, η οποία, θα μπορούσε να οδηγήσει σε βία · από τον Δεκέμβριο, όλες οι δραστηριότητες του CNL παρέμειναν σε αναστολή σε όλες τις επαρχίες[3]. Επιπρόσθετα, μέλη του CNL και υποστηρικτές του στοχοποιήθηκαν από τις αρχές για τη συμμετοχή τους σε νόμιμες πολιτικές δραστηριότητες και αποτέλεσαν θύματα συλλήψεων και κρατήσεων από τις αρχές[4].
27. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας που εκδόθηκε το 2025 και αφορά το έτος 2024, η κυβέρνηση συνέχισε να παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις του κόμματος της αντιπολίτευσης CNL[5]. Τον Μάρτιο του 2024, ο Υπουργός Εσωτερικών της χώρας αναγνώρισε την έκθεση και τα αποτελέσματα ενός έκτακτου συνεδρίου μελών του CNL που ήταν αντίθετα με τον τότε ηγέτη του κόμματος Agathon Rwasa, στο οποίο αποφασίστηκε όπως ο τελευταίος αντικατασταθεί από τον Nestor Girukwishaka, στην ηγεσία του κόμματος[6]. Ο Nestor Girukwishaka, θεωρούνταν ότι πρόσκειται στο κυβερνών κόμμα National Council for the Defence of Democracy-Forces for the Defence of Democracy (CNDD-FDD)[7].
28. Σύμφωνα με την προαναφερόμενη έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, υπήρξαν αναφορές για τακτικές συλλήψεις μελών κομμάτων της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου και του CNL[8]. Σύμφωνα με την έκθεση του Freedom House που εκδόθηκε το 2025, μέλη του CNL αποτέλεσαν θύματα απαγωγών, ξυλοδαρμού ή δολοφονιών κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024[9].
29. Από τις ανωτέρω αναφερθείσες πληροφορίες, επιβεβαιώνεται ότι μέλη του κόμματος της αντιπολίτευσης αντιμετωπίζουν προβλήματα από το κυβερνών κόμμα και υπόκεινται κιόλας διώξεις. Πλην όμως, ελλείψει στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του τρίτου ισχυρισμού της Αιτήτριας, δεν προκύπτει ότι αντιμετωπίζει ευλόγως οποιοδήποτε συναφές κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.
30. Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών, ήτοι των προσωπικών στοιχειών της Αιτήτριας και την εγκατάλειψη της χώρας της για ακαδημαϊκής φύσεως λόγους, το Δικαστήριο ανέτρεξε καταρχάς σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη κατάσταση που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, την επαρχία Bujumbura, αλλά και την χώρα της γενικότερα.
31. Σε έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2025 και αφορά το έτος 2024, αναφέρεται ότι οι εντάσεις με την Rwanda συνεχίστηκαν[10]. Τον Ιανουάριο του 2024, το Μπουρούντι έκλεισε τα σύνορα με τη Rwanda σε απάντηση σε επιθέσεις για τις οποίες θεωρήθηκε ότι ευθυνόταν η ένοπλη ομάδα Resistance for the Rule of Law in Burundi (RED-Tabara), την οποία, η Ομάδα Εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, κατηγόρησε τη Rwanda ότι υποστηρίζει[11]. Οι ένοπλες δυνάμεις του Μπουρούντι συνέχισαν την ανάπτυξή τους στην ανατολική περιοχή της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, βάσει διμερούς συμφωνίας που υπογράφηκε τον Φεβρουάριο μεταξύ του Μπουρούντι και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, μετά την αποχώρηση της East African Community Regional Force τον Δεκέμβριο του 2023[12].
32. Η ατιμωρησία για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξακολουθεί να υφίσταται και τα περιστατικά αναγκαστικών εξαφανίσεων και αυθαίρετων συλλήψεων εξακολουθούσαν να προκαλούν ανησυχία στο πλαίσιο των εκλογών του 2025[13]. Σύμφωνα με άρθρο του Human Rights Watch που δημοσιεύθηκε στις 12.6.2025, οι εκλογές του 2025 στο Μπουρούντι, έλαβαν χώρα σε ένα πλαίσιο όπου επιβλήθηκαν σοβαροί περιορισμοί στην ελευθερία του λόγου και του πολιτικού χώρου, καθώς αξιωματούχοι του κυβερνώντος κόμματος και νέοι εκφόβιζαν, παρενοχλούσαν, απειλούσαν τον πληθυσμό και λογόκριναν την κάλυψη των μέσων ενημέρωσης, για να εξασφαλίσουν μια σαρωτική νίκη[14]. Το National Council for the Defense of Democracy-Forces for the Defense of Democracy (Conseil national pour la défense de la démocratie-Forces pour la défense de la démocratie, CNDD–FDD) που βρίσκεται στην εξουσία από το 2005, επιδίωξε να διαλύσει κάθε αντιπολίτευση, συμπεριλαμβανομένου και του κυριότερου κόμματος της αντιπολίτευσης National Congress for Freedom (Congrès national pour la liberté, CNL)[15].
33. Επιπρόσθετα, η χώρα αντιμετωπίζει οικονομική κρίση[16], η οποία χαρακτηρίζεται από πληθωρισμό που ανέρχεται περίπου στο 26% και πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού που ζει σε συνθήκες φτώχειας, σύμφωνα με την UNICEF[17]. Ο πληθυσμός του Μπουρούντι, αντιμετωπίζει ελλείψεις σε καύσιμα και νερό και διακοπές ρεύματος, που έχουν επηρεάσει την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση[18]. Στην προαναφερόμενη έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας αναφέρεται ότι η οικονομική κατάσταση του Μπουρούντι επιδεινώθηκε και η κυβέρνηση δεν κατάφερε να αντιδράσει αποτελεσματικά[19]. Πέραν τούτων, τα ακραία καιρικά φαινόμενα που οφείλονται εν μέρει στην κλιματική αλλαγή επέφεραν εκτοπίσεις κατοίκων, με την κυβέρνηση να έχει ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο του 2024 ένα έργο ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή ύψους 10 εκατομμυρίων δολαρίων σε ορισμένες από τις περιοχές που έχουν πληγεί περισσότερο εντός και γύρω από την περιοχή Bujumbura[20].
34. Στην Έκθεση του Human Rights Watch που εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2025, αναφέρεται ότι τον Απρίλιο και τον Μάϊο του 2024 σημειώθηκαν τουλάχιστον τρεις εκρήξεις χειροβομβίδων στην Bujumbura, τραυματίζοντας τουλάχιστον 38 άτομα, σύμφωνα με δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης[21]. Σε δηλώσεις του στα μέσα, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Ασφαλείας, κατηγόρησε την ένοπλη ομάδα RED-Tabara και τη Rwanda για τη διενέργεια των επιθέσεων[22]. Σε ανακοίνωσή της, η κυβέρνηση της Rwanda δήλωσε ότι δεν είχε κανένα λόγο να εμπλακεί σε αυτές τις δραστηριότητες και στις 12 Μαΐου, η RED-Tabara απέρριψε τις κατηγορίες[23]. Στην ίδια έκθεση, αναφέρεται ότι η βάση της ένοπλης ομάδας RED-Tabara, βρίσκεται στα σύνορα με την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό[24].
35. Επιπρόσθετα, στην έκθεση του USDOS που εκδόθηκε τον Αύγουστο του 2025 και αφορά το έτος 2024, αναφέρεται ότι σύμφωνα με αναφορές των μέσων ενημέρωσης ένοπλοι που συνδέονται με την ένοπλη ανταρτική ομάδα RED-Tabara εξαπέλυσαν επίθεση κοντά στο χωριό Vugizo που βρίσκεται στην επαρχία Bujumbura, σκοτώνοντας τουλάχιστον 20 άτομα και προκαλώντας την αντίδραση των Εθνικών Δυνάμεων Άμυνας του Μπουρούντι[25].
36. Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας στην επαρχία Bujumbura, στην οποία βρίσκεται ο τόπος καταγωγής και τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, βάσει στοιχείων από το ACLED, κατά το τελευταίο έτος (με ημερομηνία τελευταίας ενημέρωσης την 26.9.2025), καταγράφηκαν 9 περιστατικά πολιτικής βίας[26], από τα οποία δεν προκλήθηκε κανένας θάνατος[27]. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της Bujumbura το 2024, ανερχόταν στους 3,353,555 κατοίκους[28]. Υπό το φως των ανωτέρω ποσοτικών και αριθμητικών δεδομένων, δεν διαπιστώνεται οποιοσδήποτε κίνδυνος για την Αιτήτρια ένεκα της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο προηγουμένης διαμονής της.
37. Ως προς τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας δεν προκύπτει οποιαδήποτε παράμετρος του προφίλ της, η οποία να επιτείνει με οποιοδήποτε τρόπο τον κίνδυνο που τυχόν αυτή διατρέχει, ούτε και καθαυτό κάποιο στοιχείο του προφίλ της δίδει βάσιμο έρεισμα για φόβο δίωξης. Ούτε και η Αιτήτρια εξέφρασε οποιοδήποτε φόβο απορρέων από το προφίλ της, πέραν των όσων εξετάστηκαν ήδη ανωτέρω.
38. Ειδικώς ως προς το θρησκευτικό της προφίλ ως χριστιανής, ούτε με βάση τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, αντιμετωπίζει ευλόγως κίνδυνο. Πέραν της απουσίας εκπεφρασμένου φόβου ένεκα αυτής της παραμέτρου ή άλλων συναφών προσωπικών περιστάσεων, σύμφωνα με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές, οι Χριστιανοί συνιστούν την πλειοψηφία στο Μπουρούντι[29].
39. Το Δικαστήριο σημειώνει περαιτέρω ότι η Αιτήτρια είναι νέα, υγιής γυναίκα, με πολυετή εργασιακή πείρα τόσο στη χώρα καταγωγής της όσο και στη Δημοκρατία, μορφωμένη και χωρίς οποιοδήποτε εξαρτώμενο από αυτήν πρόσωπο, ούτε και οποιοδήποτε σημείο ευαλωτότητας. Κατά δήλωσή της διαθέτει, τουλάχιστον, κοινωνικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της, όπως άλλωστε εύλογα αναμένεται ενόψει της εργασίας της, της πολυετούς διαμονής της εκεί, όπου παράλληλα φοίτησε σε σχολείο και ολοκλήρωσε μέρος σπουδών. Η Αιτήτρια δεν διαθέτει ιστορικό παρελθούσας δίωξης, δεδομένης της μη αποδοχής του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού, δεν διατρέχει ευλόγως οποιοδήποτε κίνδυνο εάν επιστρέψει στον τελευταίο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της, λαμβάνοντας υπόψη και τις παρατεθείσες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της.
40. Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης κινδύνου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
41. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή της στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς η Αιτήτρια δεν τεκμηριώνει, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
42. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι η Αιτήτρια δεν τεκμηρίωσε ότι ενόψει των προσωπικών της περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], δεν προκύπτει ότι αυτή διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι η Αιτήτρια, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση ή του Δικαστηρίου τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.
43. Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, δηλαδή την επαρχία Bujumbura, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι η Αιτήτρια, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας της και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].
44. Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».
45. Συναφώς επισημαίνεται εξάλλου, ότι ως προς τον όρο διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη, το ΔΕΕ, διευκρίνισε ότι της έννοιας της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως, η σημασία και το περιεχόμενο των όρων αυτών πρέπει να καθορίζονται, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το σύνηθες νόημά τους στην καθημερινή γλώσσα, λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου εντός του οποίου αυτοί χρησιμοποιούνται και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση στην οποία εντάσσονται (αποφάσεις της 22ας Δεκεμβρίου 2008, C‑549/07, Wallentin-Hermann, Συλλογή 2008, σ. I‑11061, σκέψη 17, και της 22ας Νοεμβρίου 2012, C‑119/12, Probst, σκέψη 20). Υπό το σύνηθες νόημά της στην καθημερινή γλώσσα, η έννοια της εσωτερικής ένοπλης συρράξεως αφορά κατάσταση στην οποία οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή στην οποία δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους. (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψεις 27 και 28). Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, φαίνεται να υφίσταται βία που αποδίδεται στην ένοπλη ομάδα RED-Tabara και έχουν καταγραφεί κάποια περιστατικά ασφαλείας στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας που φαίνεται να συνδέονται με την εν λόγω ομάδα, χωρίς ωστόσο να επιβεβαιώνεται επισήμως εν λόγω πληροφορία, πλην όμως ο βαθμός της εν λόγω βίας δεν δύναται να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε η Αιτήτρια μόνο λόγω της παρουσίας του εκεί να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
46. Συνεπώς, το επίπεδο βίας και ιδίως αδιάκριτης βίας δεν τεκμηριώνεται ότι έχει φθάσει γενικώς στο «εξαιρετικό» επίπεδο αδιάκριτης βίας που προϋποθέτει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (Βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (Βλ. C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
47. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
48. Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
49. Ενόψει των ανωτέρω ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών, δεν είναι δυνατό η επικρατούσα κατάσταση στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την επαρχία Bujumbura, να χαρακτηριστεί ως αδιάκριτη βία λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε η Αιτήτρια μόνο λόγω της παρουσίας της εκεί να έρχεται αντιμέτωπη με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου. Την ίδια στιγμή δεν προκύπτει οποιοσδήποτε παράγοντας επίτασης του κινδύνου στο πρόσωπο της Αιτήτριας (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28) όπως προκύπτει από το προφίλ της Αιτήτριας ΄΄όπως καταγράφεται στις παραγράφους 39 έως 39 ανωτέρω. Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο αντίστοιχο καθεστώς.
50. Ως προς δε την απόφαση επιστροφής της, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, δεν προκύπτει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συναφές με την αρχή της μη επαναπροώθησης και των προϋποθέσεων έκδοσης της απόφασης επιστροφής, πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αναλύθηκαν ανωτέρω (Βλ. απόφαση της της 17ης Οκτωβρίου 2024, υπόθεση C 156/23 [Ararat] K, L, M, N κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2024:892, ιδίως σκέψεις 50 έως 51).
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment' (2015), διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[2] USDOS - US Department of State, ‘2023 Country Reports on Human Rights Practices: Burundi’ (23 April 2024) σελ. 4, 32 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/05/528267-2-BURUNDI-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 09.10.2025)
[3] Ό.π. σελ. 33
[4] Ό.π. σελ. 13, 17
[5] Amnesty International, ‘Τhe State of the World's Human Rights; Burundi 2024’ (29 April 2025) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/burundi/report-burundi/ (ημερομηνία πρόσβασης 09.10.2025)
[6] Ό.π.
[7] Ό.π.
[8] Ό.π.
[9] Freedom House, ‘Freedom in the World 2025 – Burundi’ (2025) διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/document/2129020.html (ημερομηνία πρόσβασης 09.10.2025)
[10] Amnesty International, ‘Report on the human rights situation (covering 2024)’ (29 April 2025) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/burundi/report-burundi/ (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[11] Ό.π.
[12] Ό.π.
[13] Human Rights Watch, ‘Burundi Events of 2024’ (16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/burundi (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[14] Human Rights Watch, ‘Burundi: Elections Without Opposition Legislative and Commune-Level Vote Dominated by Repression, Censorship’ (12 June 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/news/2025/06/12/burundi-elections-without-opposition (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[15] Ό.π.
[16] Human Rights Watch, ‘Burundi Events of 2024’ (16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/burundi (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[17] UNICEF Burundi, ‘National budget brief budget analysis 2023-2024’ διαθέσιμο σε https://www.unicef.org/burundi/media/4546/file/ENG_National%20Budget%20Brief%202023-24.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[18] Human Rights Watch, ‘Burundi Events of 2024’ (16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/burundi (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[19] Amnesty International, ‘Report on the human rights situation (covering 2024)’ (29 April 2025) διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/burundi/report-burundi/ (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[20] Ό.π.
[21] HRW - Human Rights Watch, ‘World Report 2025 – Burundi’(16 January 2025) διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/world-report/2025/country-chapters/burundi (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[22] Ό.π.
[23] Ό.π.
[24] Ό.π.
[25] USDOS - US Department of State, ‘2024 Country Reports on Human Rights Practices: Burundi’ (12 August 2025) σελ. 3 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2025/07/624521_BURUNDI-2024-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[26] Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, η Πολιτική Βία (Political Violence) περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες περιστατικών: Βία κατά Αμάχων (Violence Against Civilians), Μάχες (Battles), Ταραχές (Riots), Εκρήξεις/Απομακρυσμένη Βία (Explosions/Remote Violence), Διαδηλώσεις (Protests)
[27] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project (βλ. πλατφόρμα Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής και είναι διαθέσιμη στον διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/platform/explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Political Violence, DATE RANGE: Past Year of ACLED Data, COUNTRY: Burundi, Bujumbura) (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[28] City population, Bujumbura διαθέσιμο σε https://www.citypopulation.de/en/burundi/cities/ (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
[29] CIA.gov The World Factbook, ‘Burundi’ διαθέσιμο σε https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/burundi/; USDOS - US Department of State, ‘2023 Report on International Religious Freedom: Burundi’ (26 June 2024) σελ. 2 διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499_BURUNDI-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 9.10.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο