C.C. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3330/2024, 17/10/2025
print
Τίτλος:
C.C. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3330/2024, 17/10/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 3330/2024

 17 Οκτωβρίου  2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

C.C., από Καμερούν

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                               Καθ' ων η Αίτηση 

Άγγελος Ιωάννου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Βασιλική  Θωμά (κα) για Χριστίνα Δημητρίου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση

Ο Αιτητής είναι παρών

[Παρούσα η κα Ζωή Αγαπίου, διερμηνέας, για πιστή μετάφραση από την ελληνική στην αγγλική και αντίστροφα] 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ 

 

Ο Αιτητής αιτείται απόφασης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 01/07/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 07/08/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή καθεστώς πρόσφυγα δυνάμει του άρθρου 3(1) και 19 του ιδίου Νόμου. Επιπλέον ο Αιτητής αιτείται από το Δικαστήριο όπως η απόφαση επιστροφής κριθεί άκυρη, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος ως παραβιάζουσα την αρχή της μη επαναπροώθησης.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος του Καμερούν και στις 14/02/2020 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 07/11/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου ο οποίος στις 13/11/2023 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Ακολούθως, την 01/07/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Στις 07/08/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή. Στις 27/08/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Δια του συνηγόρου του και της αίτησης ακυρώσεως, ο Αιτητής, πρόβαλε αρκετούς νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα παρά το ότι με την καταχώρηση της εναρκτήριας αίτησης του επιφύλαξε το δικαίωμα του να εξειδικεύσει και να και/ή διαφοροποιήσει τους νομικούς ισχυρισμούς του μετά την καταχώρηση της ένστασης των Κθ΄ων η αίτηση  Κατά την γραπτή του αγόρευση, ο συνήγορος του Αιτητή, προωθεί το νομικό  ισχυρισμό περί μη επαρκούς και δέουσας έρευνας. 

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, με τη Γραπτή του Αγόρευση, αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση. Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν ως μη αξιόπιστοι και ότι ορθά ο λειτουργός έκρινε πως η περίπτωση του Αιτητή δεν εμπίπτει στις προϋποθέσεις του περί Προσφυγών Νόμου καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και να αποδείξει βάσιμους λόγους δίωξης όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 (1) του Περί Προσφύγων Νόμου, ή ότι μπορεί να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 (2) του ίδιου Νόμου.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL,και Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός είναι ενήλικας από το Καμερούν. Στην αίτησή του για διεθνή προστασία ο Aιτητής κατέγραψε (σε ελεύθερη μετάφραση) ότι έφτασε στην Κυπριακή Δημοκρατία για να ζητήσει προστασία καθώς προσπαθεί να ξεφύγει από τη δίωξη καθότι στη χώρα του συνελήφθη και υπέστη βασανιστήρια για δύο μήνες. Όμως κατάφερε να δραπετεύσει από την αιχμαλωσία και τώρα είναι καταζητούμενο πρόσωπο από την κυβέρνηση του Καμερούν (ερ. 1 του Δ.Φ.).

Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος της Δημοκρατίας του Καμερούν. Γεννήθηκε στο Bafut Τμήμα Mezam (Mezam Division) της Βορειοδυτικής Περιφέρειας του Καμερούν, περιοχή η οποία αποτελεί και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του. Επίσης, ανέφερε πως ανήκει στη φυλή Bafut και όσον αφορά τη θρησκεία του, ότι είναι Χριστιανός. Περαιτέρω, σχετικά με την εκπαίδευσή του, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι απόφοιτος τεχνικού σχολείου στον κλάδο της μηχανικής, ομιλεί την αγγλική και μερικώς την γαλλική γλώσσα. Ως προς δε το επαγγελματικό του προφίλ, ο Αιτητής εργαζόταν από το 2000 μέχρι το 2019 ως μηχανικός και οδηγός φορτηγών. Αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε ότι είναι ελεύθερος, ως προς την πατρική του οικογένεια οι γονείς του έχουν αποβιώσει και ο Αιτητής διαθέτει ένα αδερφό και μια αδερφή. Για τον μεν αδερφό του δήλωσε ότι από τότε που ήταν αιχμάλωτοι, το 2019, δεν τον έχει δει ξανά. Η αδερφή του βρίσκεται στην Γερμανία, και επίσης δήλωσε ότι στη χώρα του ο Αιτητής έχει ξαδέρφια (ερ. 37-33 δ.φ.).

Ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε την χώρα του αεροπορικώς από το αεροδρόμιο της Douala με προορισμό την Τουρκία και ακολούθως έφτασε στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, από όπου εισήλθε παρατύπως στην Δημοκρατία. Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα κατά την έξοδο από την χώρα του (ερ. 32 του Δ.Φ.).

Αναφορικά με τους κατ' ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, Αιτητής ανέφερε ότι στη χώρα του συνελήφθη και υπέστη βασανιστήρια από τους στρατιώτες του Καμερούν. Ειδικότερα, ανέφερε ότι στις 12/4/2019, ενώ ο Αιτητής κοιμόταν με τον μικρότερο αδερφό του ονόματι N. E.A., το βράδυ εισήλθαν με την βία στο σπίτι τους στρατιώτες, τους μετέφεραν στο αεροδρόμιο στην πόλη Bafut και τους κλείδωσαν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Ακολούθως τους ανέκριναν για το που βρίσκονται οι μαχητές Ambazonian, με τον Αιτητή να απαντά ότι δεν γνωρίζει και στη συνέχεια τον βασάνισαν τραυματίζοντάς τον με λεπίδα για να τον αναγκάσουν να τους αποκαλύψει τοποθεσίες των μαχητών. Μερικούς μήνες αργότερα, ο Αιτητής και άλλοι κρατούμενοι μεταφέρθηκαν στις φυλακές στη division Sandta, όπου εκεί βρίσκονταν μαχητές Ambazonian και άρχισαν να πυροβολούν. Ο Αιτητής κατάφερε να συρθεί έξω από το δρόμο στους θάμνους και ένας οδηγός φορτηγού με κατεύθυνση προς την Douala τον είδε και τον μετέφερε σε εκκλησία την Douala. Ο Αιτητής ζήτησε από τον οδηγό σε επόμενη διαδρομή να ψάξει και να βρει την ταυτότητα για να την παραδώσει στον ίδιο όπως και έγινε. Ο Αιτητής ενημερώθηκε από τον οδηγό ότι ο στρατός του Καμερούν τον έψαχνε και έτσι με τη βοήθεια ενός προσώπου έφτιαξε τα απαραίτητα έγγραφα με σκοπό να εγκαταλείψει τη χώρα όπου εν τέλει έφτασε στην Κυπριακή Δημοκρατία (ερ. 32 του Δ.Φ.). 

Κατά το στάδιο της συνέντευξη, δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Αναφορικά με την σύλληψή του, ο Αιτητής ανέφερε ότι καθώς αυτός και ο αδερφός του κοιμόντουσαν στο σπίτι τους γύρω στις 2 η ώρα το ξημέρωμα, περί τα 8 άτομα εισήλθαν στο σπίτι τους για να τους συλλάβουν, απαιτώντας να τους αποκαλύψουν που βρίσκονται οι μαχητές. Ο Αιτητής τους πληροφόρησε ότι δεν γνωρίζει όπως επίσης δεν γνωρίζει γιατί τα μέλη του στρατού είχαν αυτή την πεποίθηση, δηλώνοντας και ο ίδιος έκπληκτος καθότι δεν είχε καμία σύνδεση με τους μαχητές. Ο Αιτητής εξήγησε ότι τους άρπαξαν (αυτόν και τον αδερφό του) με την βία, τους έσυραν σε όχημα και τους μετέφεραν στο αεροδρόμιο της Bafut.

Ακολούθως, ερωτηθείς ο Αιτητής να περιγράψει τις συνθήκες της κράτησής του, ανέφερε ότι κτυπήθηκε όπως επίσης τον τραυμάτισαν με λεπίδα προκαλώντας πληγές στο σώμα του. Ο Αιτητής ανέφερε ακόμα, ότι ο χώρος που ήταν κρατούμενοι ήταν ένα σκοτεινό δωμάτιο και στον ίδιο χώρο βρίσκονταν περί τα 30 πρόσωπα, παραμένοντας εκεί κρατούμενοι για περίπου 9 μήνες.

Κληθείς ο Αιτητής να εξηγήσει προηγούμενη αναφορά του, ήτοι ότι μεταφέρθηκαν στο Division Sandta, όπου εκεί βρίσκονταν μαχητές Ambazonian, εξήγησε ότι εκεί μεταφέρθηκαν όλοι οι κρατούμενοι οι οποίοι προπορεύονταν, με τα μέλη του στρατού να τους ακολουθούν. Όταν οι δύο ομάδες βρέθηκαν αντίκρυ η μία στην άλλοι, τότε οι μαχητές άρχισαν να πυροβολούν. Την στιγμή εκείνη, ο Αιτητής έπεσε στο έδαφος και έρποντας, κατάφερε να διαφύγει προς τον οδικό δρόμο μέσω των θάμνων και παρέμεινε εκεί για περίπου 4 ώρες. Αργότερα, κάποιος οδηγός τον εντόπισε και τον μετέφερε σε εκκλησία στην περιοχή Burnabery της πόλης Douala όπου παρέμεινε για περίπου μια εβδομάδα και με τη βοήθεια ενός προσώπου το οποίο ετοίμασε τα έγγραφά του τον βοήθησε να εγκαταλείψει την χώρα.

Ερωτηθείς ο Αιτητής τί πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα του, ανέφερε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει γιατί θα τον σκοτώσουν. Επιπλέον ανέφερε ότι δεν γνωρίζει τον λόγο που τον είχαν κρατούμενο αναφερόμενος σε περιστατικό κατά το οποίο σκότωσαν αυθαίρετα 40 πολίτες από τις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας λόγω των συνεχιζόμενων συγκρούσεων.

Ο Αιτητής απάντησε αρνητικά στην ερώτηση για το αν θα μπορούσε να επιστρέψει σε κάποια περιοχή του Καμερούν και να είναι ασφαλής. Τέλος, ερωτηθείς ο Αιτητής αν επιθυμεί να προσθέσει οτιδήποτε, αναφέρθηκε στο πρόβλημα που αντιμετωπίζει στην όρασή του λόγω της πολύμηνης παραμονής του σε σκοτεινό μέρος, παρακαλώντας να παραμείνει στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή του επί τη βάση των εξής δύο ουσιωδών ισχυρισμών:

(1) Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Δημοκρατίας του Καμερούν, με περιοχή καταγωγής την κοινότητα Bafut, και τελευταίας διαμονής επίσης την κοινότητα Bafut,

(2) Λόγω του φόβου του Αιτητή εξαιτίας της σύλληψης, κράτησης και απόδρασής του από τον Καμερουνέζικο στρατό.

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από την ταυτότητά του, την οποία προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό, υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, είναι θέση των Καθ' ων ότι αν και ο Αιτητής αποκρίθηκε στα τιθέμενα προς αυτόν ερωτήματα οι απαντήσεις του ήταν ανακριβείς και ανεπαρκείς χωρίς αυτός να καταβάλλει πραγματική προσπάθεια να παρέχει όσο το δυνατό περισσότερες πληροφορίες. Ειδικότερα, ως προς την σύλληψη, την κράτηση αλλά και την απόδραση του Αιτητή από τον στρατό, ο λειτουργός επεσήμανε την αδυναμία του Αιτητή να εξηγήσει πως ο στρατός τον συνέλαβε, την αδυναμία του να περιγράψει τον χώρο που ήταν κρατούμενος ενώ θα αναμένετο από αυτόν να είναι σε θέση να περιγράψει με πιο λεπτομερή τρόπο τον τόπο που παρέμενε σε κράτηση για διάστημα περίπου εννέα μηνών. Ομοίως ο λειτουργός εντόπισε την αδυναμία του Αιτητή να εξηγήσει τι απέγινε μετά την συμπλοκή με τους μαχητές Ambazonian και την απόδρασή του κατά την διάρκειά της ενώ θα αναμένετο από αυτόν να είναι σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς το γεγονός αφού όπως δήλωσε παρέμεινε στον εν λόγω χώρο για περίπου τρεις ώρες.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, ο λειτουργός έκρινε ότι τα όσα δήλωσε ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του, έτσι δεν προχώρησε σε οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Συνεπώς, οι Καθ' ων απέρριψαν τον εν λόγω ισχυρισμό στο σύνολό του.

Στη συνεχεία ο λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στο χωριό Bafut της πόλης Bamenda της επαρχίας Mezam, της βορειοδυτικής περιφέρειας του Καμερούν. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας διαπιστώθηκε ότι, υπάρχει εύλογη – πιθανότητα σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, το Καμερούν να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ως απόρροια της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας. Ωστόσο κατά την αξιολόγηση του τόπου καταγωγής και των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή δυνάμει του πρόνοιες του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95 αντίστοιχου του άρθρου 19 (2)(γ), ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στα συμπεράσματα που καταγράφονται πιο κάτω στην απόφαση του Δικαστηρίου .

Υπό το σκέλος της νομικής ανάλυσης, ο λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικού καθεστώτος, καθώς λαμβανομένων υπ’ όψιν των ισχυρισμών του, διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000 και στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

Ο αρμόδιος λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στο Καμερούν δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β). Αντιθέτως, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στο Βορειοδυτικό Καμερούν και συγκεκριμένα στο χωριό Bafut της πόλης Bamenda της επαρχίας Mezam, της Βορειοδυτικής Περιφέρειας του Καμερούν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19(2)(γ) προνοεί, καθώς η Βορειοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Σχετικά με τις πρόνοιες του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95 αντίστοιχου του άρθρου 19 (2)(γ), ο αρμόδιος λειτουργός, προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στην εν λόγω περιοχή και εξέτασε τα επιμέρους στοιχεία του άρθρου, ήτοι (i) κατά πόσο επικρατεί κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην περιοχή, (ii) κατά πόσο ασκείται αδιάκριτη βία στην περιοχή και (iii) κατά πόσο υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Κατόπιν εξέτασης των ως άνω, με βάση τα δεδομένα που αφορούν την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι  (i) η εν λόγω περιοχή βρίσκεται υπό κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, (ii) ότι επικρατούν συνθήκες οι οποίες ευνοούν περιστατικά πράξεων αδιακρίτως ασκούμενης βίας, και (iii) ότι από τις ιδιαίτερες καταστάσεις του Αιτητή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει.

Αξιολογώντας ειδικότερα το προφίλ του Αιτητή οι Καθ’ ων διαπιστώνουν ότι πρόκειται για άμαχο πολίτη, υγιή ενήλικα, με εργασιακή εμπειρία ως μηχανικός οδηγό ομιλεί την αγγλική γλώσσα και μερικώς την γαλλική. Ως εκ των ανωτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.  

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.

Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του εναπομείναντα υπό εξέταση ισχυρισμού, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται ως μη αξιόπιστος. Παρατηρώ ότι οι αποκρίσεις του Αιτητή σε διάφορα σημεία της προσωπικής του συνέντευξης είναι γενικές, αόριστες και ασαφείς χωρίς να εξειδικεύει με λεπτομέρεια τα ζητήματα του ισχυρισμού του, όπως το τί ακριβώς συνέβη την στιγμή της επίθεσης στο σπίτι τους, τις συνθήκες της κράτησής του πέραν από την αναφορά του ότι βρισκόταν σε ένα σκοτεινό δωμάτιο με περίπου 30 άλλα πρόσωπα. . Επιπλέον παρατηρώ και διαφοροποίηση ως προς τον χρόνο κράτησής του που κατέγραψε στην αίτησή του, ήτοι δύο μήνες, ενώ κατά την προσωπική του συνέντευξη αναφέρθηκε σε περίοδο 9 μηνών.

Εξαιτίας της ασάφειας, της γενικότητας, αοριστίας και της έλλειψης λεπτομερειών στις δηλώσεις του Αιτητή για το τι ακριβώς του συνέβη, το αίτημά του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό και απορρίπτεται ως βάσιμο. Δηλαδή, δεν θεωρείται πλήρως αξιόπιστο ότι διώχθηκε προσωπικά από τις αρχές λόγω της αυθαίρετης πεποίθησης εκ μέρους των μελών του στρατού ότι γνωρίζει τις τοποθεσίες των μαχητών Ambazonian. Πρόσθετα, το γεγονός ότι ο Αιτητής ήταν σε θέση να εγκαταλείψει χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τη χώρα καταγωγής του είναι  στοιχείο το οποίο, αντιπαραβαλλόμενο με τους φόβους για καταδίωξη του, έπληττε όντως την αξιοπιστία του. Περαιτέρω παρατηρώ πως ο Αιτητής ενώ ισχυρίζεται πως κρατείτο 9 μήνες και κατά την μεταφορά του μαζί με άλλους κρατούμενους δραπέτευσε ,δεν εξηγεί πως κατάφερε να εκδώσει ταξιδιωτικά έγγραφα και να ταξιδεύσει νόμιμα από το αεροδρόμιο της χώρας του  

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία. Ωστόσο πιο κάτω στην έκθεση /εισήγηση του προβαίνοντας σε έλεγχο και για την αξιολόγηση του κίνδυνου σύμφωνα με το άρθρο 15 γ της οδηγίας 2011/95/ΕΕ το οποίο ενοποιηθεί στο αρ. 19(2) (γ) του περί προσφύγων νόμου  καταλήγει στην εισήγηση του ότι παρά την ύπαρξη σοβαρών περιστατικών ασφαλείας στην ευρύτερη Βορειοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν στην οποία εμπίπτει η περιοχή καταγωγής του Αιτητή, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας κατά των αμάχων δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στην περιοχή καταγωγής του, τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, με συνέπεια να απαιτούνται ορισμένα προσωπικά χαρακτηριστικά που θα αύξαναν το ρίσκο του αμάχου συγκριτικά με τον μέσο πληθυσμό της περιοχής.

Υπο το φως  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην Έκθεση-Εισήγησή του, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του Αιτητή έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[1]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ. υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων,"Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19(2)(α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2)(β) του Νόμου για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[2]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Όσον αφορά στην τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, τον Σεπτέμβριο του 2024, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ανέφερε ότι «το Καμερούν αντιμετωπίζει μια πολυδιάστατη ανθρωπιστική κρίση που προκαλείται από τη σύγκρουση, τη διακοινοτική βία και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής»[3]. Οι πηγές ανέφεραν ότι το Καμερούν συνεχίζει να επηρεάζεται από δύο μεγάλες συγκρούσεις: τη σύγκρουση του λεκανοπεδίου της Λίμνης Τσαντ στην περιοχή του Άπω Βορά και την εσωτερική κρίση στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν (NWSW)[4].

Ομοίως το RULAC επιβεβαιώνει ότι το Καμερούν «εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη (NIAC) εναντίον της Boko Haram στην περιοχή Far North και εναντίον αριθμού ομάδων αγγλόφωνων αποσχιστών, οι οποίες διαμάχονται εναντίον της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών στις περιφέρειες Northwest και Southwest»[5].

Στις περιοχές του Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν, γνωστές και ως Αγγλόφωνες περιοχές[6], οι συγκρούσεις μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των αποσχιστών συνεχίζονται από το 2017, όταν οι αποσχιστές επιχείρησαν να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο κράτος[7]. Το Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED) ανέφερε ότι το 2023, οι εσωτερικές διαφωνίες μεταξύ των ηγετών των αποσχιστών χώρισαν τις αυτοανακηρυχθείσες αγγλόφωνες κυβερνήσεις σε περισσότερες από 50 αποσχιστικές ομάδες, αποδυναμώνοντας τις πολιτικές τους απαιτήσεις και την ικανότητά τους να αντισταθούν στις κυβερνητικές επιθέσεις[8].

Το ACLED περαιτέρω έδειξε ότι η συνεχιζόμενη σύγκρουση και οι ανταγωνιστικές εδαφικές διεκδικήσεις μεταξύ αυτονομιστικών ομάδων και της κεντρικής κυβέρνησης έχουν μετατρέψει τις αγγλόφωνες περιοχές σε ένα κατακερματισμένο σύστημα φορολογίας, ασφάλειας και δημόσιων υπηρεσιών, τις οποίες διαχειρίζονται διάφοροι ασυντόνιστοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων αυτονομιστές, η κυβέρνηση, ιδιωτικές εταιρείες και ανθρωπιστικές οργανώσεις[9].

Η κατάσταση ασφάλειας παρέμεινε ασταθής καθ' όλη τη διάρκεια του 2024[10] με αύξηση της εγκληματικότητας, επιδρομές από NSAGs (Μη Κρατικές Ένοπλες Ομάδες) σε αστικά κέντρα, επιθέσεις στις δυνάμεις ασφαλείας του κράτους, απειλές κατά των πολιτών και χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών συσκευών (IEDs) από τις NSAGs[11]. Σύμφωνα με το ACLED, «η σύγκρουση στην Αγγλόφωνη περιοχή αυξάνεται κάθε χρόνο, με τα βίαια περιστατικά να αυξάνονται κατά μέσο όρο 49% ετησίως από το 2020 έως το 2023»[12]. Η ίδια πηγή ανέφερε ότι οι αποσχιστές επέβαλαν κλεισίματα και απεργίες στις σχολικές δραστηριότητες και ήταν υπεύθυνοι για το 89% των σχεδόν 50 βίαιων περιστατικών που στόχευαν δασκάλους το 2023[13].

Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν τα πλέον πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα για την ένταση της ένοπλης σύρραξης. Με βάση τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το τελευταίο έτος σημειώθηκαν στην Βορειοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν (Nord-Ouest Region) 519 περιστατικά ασφαλείας με 217 ανθρώπινες απώλειες. Στο δε χωριό Bafut καταγράφηκαν 16 περιστατικά ασφαλείας, με 7 ανθρώπινες απώλειες[14].  Σύμφωνα δε με επίσημη αναφορά του 2025, ο πληθυσμός της περιοχής Nord-Ouest ανέρχεται σε 2,428,200 κατοίκους[15].

Εκ των ανωτέρω πληροφοριών που παρατέθηκαν, διαπιστώνεται ότι παρά την ύπαρξη σοβαρών περιστατικών ασφαλείας στην ευρύτερη Βορειοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν στην οποία εμπίπτει η περιοχή καταγωγής του Αιτητή, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας κατά των αμάχων δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στην περιοχή καταγωγής του, τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, με συνέπεια να απαιτούνται ορισμένα προσωπικά χαρακτηριστικά που θα αύξαναν το ρίσκο του αμάχου συγκριτικά με τον μέσο πληθυσμό της περιοχής.

Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, κρίνω ότι αυτός δεν έχει κάποιο προσωπικό χαρακτηριστικό που να αυξάνει το ρίσκο του. Πρόκειται για άρρενα ηλικίας, υγιή, αρκούντως πεπαιδευμένο, πλήρως ικανό προς εργασία, με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα του, ο οποίος έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην περιοχή καταγωγής του, γνωρίζοντας τις συνθήκες που επικρατούν και το κυριότερο είναι σε θέση να αντιληφθεί την επέλευση του κινδύνου και να προφυλαχθεί δεόντως. Συνεπώς, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στην περιοχή καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ως εκ τούτου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με 1500€ έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η αίτηση.

                             

 

 

 Βούλα Κουρουζίδου -Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


 

                              

 



[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 17/09/2025). 

[2]  Βλ. επίσης ECHR, Sufi and Elmi v. The United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/06/2011 (final 28/11/2011), p. 51, §218 (https://www.refworld.org/cases,ECHR,4e09d29d2.html, ): «However, it is clear that not every situation of general violence will give rise to such a risk. On the contrary, the Court has made it clear that a general situation of violence would only be of sufficient intensity to create such a risk "in the most extreme cases" where there was a real risk of ill-treatment simply by virtue of an individual being exposed to such violence on return (ibid., § 115).»

[3] UNHCR, Fact Sheet; UNHCR Cameroon Refugee; July 2024, 10 September 2024, https://data.unhcr.org/en/documents/download/111089, p. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23.05.2025). 

[4] European Commission, Cameroon, last updated 25 November 2024, url; UNOCHA, Cameroon Humanitarian Needs Overview 2024, 14 April 2024, https://reliefweb.int/attachments/32c8a7cb-5dac-4c5f-92ec-f232a7bed6d0/CMR_HNO_2024_EN_20240123_v2%20%281%29.pdf, p. 9 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/09/2025).

[5] Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights - RULAC: Rule of Law in Armed Conflicts, Non-international Armed Conflicts in Cameroon, Last updated: 12th January 2023, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-cameroon (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/09/2025). 

[6] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon's Anglophone Special Status, 31 March 2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (ημερομηνία πρόσβασης 17/09/2025).

[7] GCR2P, Cameroon - Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/;  ACLED, Non-State Armed Groups and Illicit Economies, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 10 (ημερομηνία πρόσβασης 17/09/2025).

[8] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, pp. 3, 13 (ημερομηνία πρόσβασης 17/09/2025).

[9] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 3 (ημερομηνία πρόσβασης 17/09/2025). 

[10] GCR2P, Cameroon - Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/ (ημερομηνία πρόσβασης 8.3.2025).

[11] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 1 (ημερομηνία πρόσβασης 17/09/2025).

[12] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 13 (ημερομηνία πρόσβασης 17/09/2025).

[13]  ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 28 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/09/2025). 

[14] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon-Nord Ouest , Events / Fatalities, Political Violence (violence against civilians, explosions/remote violence, riots, battles, protests), Past Year (last update 05/09/2025), διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/09/2025)

[15] City Population, Cameroon, Nord-Ouest Region, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/09/2025).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο