ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.457/23
13 Οκτωβρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Α. S. Μ.
Αιτήτρια
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Πιερίδης & Πιερίδης, Δικηγόροι για αιτήτρια
Κα Κ. Χρυσοστόμου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή η αιτήτρια αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία της κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δι’ επιστολής ημ.20/01/23, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση της για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης, και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, η αιτήτρια κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω κατεχομένων στις 28/04/19 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 10/05/19 (ερ.1-3, 45).
Στις 31/08/22 διεξήχθη συνέντευξη με την αιτήτρια από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου της δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.30-45). Μετά το πέρας της συνέντευξης, ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και Εισήγηση (ερ.93-105) και, στις 08/11/22, απορρίφθηκε το αίτημα διεθνούς προστασίας.
Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης της αιτήτριας για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία της επιδόθηκε διά χειρός στις 20/01/23 στην αγγλική γλώσσα (ερ.109, 17).
Επί της επίδικης αιτήσεως διεθνούς προστασίας η αιτήτρια καταγράφει ότι «εγκατέλειψε] τη χώρα καταγωγής λόγω της κρίσης που λαμβάνει χώρα [εκεί] και ο στρατός απείλησε ότι θα [τη] σκοτώσει την μέρα που θα [τη] δουν».
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης η αιτήτρια ανέφερε ότι γεννήθηκε στην Buea, επαρχία SouthWest, διέμενε για αρκετά χρόνια στη Limbe, ακολούθως επέστρεψε στην Buea το 2007, όπου διέμενε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2018, όταν μετοίκησε στη Douala, απ’ όπου έφυγε από το Καμερούν τον Φεβρουάριο 2019. Ολοκλήρωση τη σχολική της εκπαίδευση και σπούδασε Χρηματοοικονομικά στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Buea, ως το τελευταίο έτος, δεν αποφοίτησε, δεν εργαζόταν, καθώς συντηρούνταν από την οικογένεια της, μιλά αγγλικά, είναι ανύπαντρη, μητέρα ενός παιδιού το οποίο φροντίζει με μία οικογενειακή φίλη και οι γονείς και τα αδέλφια της σκοτώθηκαν από τους Ambazonians το 2018.
Ερωτώμενη σχετικά η αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω των μαχών των αυτονομιστών, καθώς οι αυτονομιστές σκότωσαν τους γονείς της, τους δύο αδερφούς της και την αδερφή της. Σε ερώτηση σχετικά με το τι φοβάται σε περίπτωση που επιτρέψει η αιτήτρια αποκρίθηκε πως φοβάται τους αυτονομιστές και πως θα την σκοτώσουν. Όταν της ζητήθηκε να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το θάνατο των μελών της οικογενείας της η αιτήτρια δήλωσε πως ένας αδελφός της έγινε μέλος των αυτονομιστών και πως κάποια στιγμή τους είπε πως δεν επιθυμεί να μάχεται άλλο. Τότε, ως ανέφερε η αιτήτρια, οι αυτονομιστές θύμωσαν και απείλησαν πως θα σκοτώσουν όλη την οικογένειά της, όπως και έπραξαν όταν ο αδερφός της δεν τους άκουσε. Ερωτώμενη περαιτέρω η αιτήτρια δήλωσε πως σκότωσαν όλη την οικογένεια της στις 02/12/18, στην Buea, όταν η ίδια δεν ήταν στο σπίτι, καθώς είχε πάει να φέρει νερό. Ως ανέφερε, όταν η ίδια επέστρεψε στο σπίτι ο πατέρας της ήταν ζωντανός και της έδωσε προτού αποβιώσει τον τηλεφωνικό αριθμό ενός φίλου του, ο οποίος τη βοήθησε. Τότε η αιτήτρια έφυγε τρέχοντας και πήγε στο σπίτι ενός φίλου και από εκεί στη Douala στις 05/12/18 όπου κάλεσε τον αριθμό που της έδωσε ο πατέρας της. Έμεινε στο σπίτι του φίλου του πατέρα της και της γυναίκας του σε περιοχή της Douala από 05/12/18 έως 11/02/19, περίοδο κατά την οποία δεν την ενόχλησαν οι αυτονομιστές και δεν έλαβε καμία προσωπική απειλή.
Απαντώντας σε διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με τον αδερφό της και τη συμμετοχή του στους Ambazonians η αιτήτρια δήλωσε πως ο αδερφός της έγινε μέλος το 2017, μετά από παρότρυνση ενός φίλου του, και παρέμεινε μέλος τους ως τον Οκτώβριο 2018. Οι γονείς τους ήταν ενήμεροι και ο πατέρας του διαφωνούσε με τη συμμετοχή του αδερφού της στους αυτονομιστές. Ερωτώμενη σχετικά δήλωσε πως ο αδερφός της αποφάσισε τον Οκτώβριο 2018 να πάψει να είναι μέλος των αυτονομιστών, μετά από παρότρυνση του πατέρα τους, και τότε οι αυτονομιστές τον επισκέφτηκαν στο σπίτι τους και τον απείλησαν ότι σε περίπτωση που δεν επιστρέψει θα σκοτώσουν όλη την οικογένειά τους. Ο αδελφός της αιτήτριας αρνήθηκε να επιστρέψει και ο πατέρας του είχε πει σ’ αυτόν πως θα τον βοηθήσει να φύγει από τη χώρα. Στη συνέχεια, σύμφωνα με την αιτήτρια, οι αυτονομιστές επέστρεψαν και του έδωσαν διορία δύο εβδομάδων, μετά την πάροδο της οποίας πήγαν στο σπίτι τους και σκότωσαν όλα τα μέλη της οικογενείας της αιτήτριας.
Απαντώντας σε περαιτέρω ερωτήσεις η αιτήτρια δήλωσε ότι η υπόλοιπη οικογένεια δεν είχε σχέση με τους Ambazonians, ο πατέρας της ήταν μέλος του κόμματος SDF, όμως, όταν ρωτήθηκε περαιτέρω ανέφερε ότι δεν ήταν μέλος αλλά ένας εκ των αρχηγών του κόμματος, ενώ στη συνέχεια διόρθωσε τα λεγόμενά της δηλώνοντας ότι ήταν γραμματέας και όχι πολιτικός, ότι δεν εκλέχθηκε αλλά διορίστηκε και ότι πληρωνόταν για τις υπηρεσίες του στο δημοτικό γραφείο της Limbe και πρόσθεσε πως, ως γραμματέας, βοηθούσε με την εκλογική διαδικασία. Καλούμενη να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για την εργασία του πατέρα της η αιτήτρια ανέφερε ότι δεν γνωρίζει περισσότερα, καθότι δεν μεγάλωσε μαζί του, αφού - όταν γεννήθηκε - πήγε να ζήσει στο σπίτι της θείας της γιατί εκείνη ήταν άρρωστη και χρειαζόταν κάποιον να τη βοηθάει.
Ερωτώμενη σχετικά η αιτήτρια διευκρίνισε πως ο πατέρας της εργάστηκε ως γραμματέας του SDF από το 2005 έως το 2008, μετά εργαζόταν ως φρουρός ασφαλείας σε γραφεία στη Limbe ως το θάνατό του και πρόσθεσε πως ούτε ο πατέρας της ούτε η οικογένειά της γενικότερα είχαν ποτέ κάποιο πρόβλημα λόγω της εργασίας του πατέρα της. Ερωτώμενη τι γνωρίζει για το κόμμα SDF η αιτήτρια δήλωσε πως γνωρίζει πως «θέλουν να σώσουν τους πολίτες από κάθε κακό». Σε ερώτηση αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους πιστεύει πως η ζωή της είναι σε κίνδυνο η αιτήτρια απάντησε πως υπάρχει σύρραξη στο Καμερούν και πως οι γενικευμένοι σκοτωμοί στην περιοχή της αποτελούν ένδειξη ότι η ζωή της θα κινδυνέψει σε περίπτωση επιστροφής της προσθέτοντας, αφού ρωτήθηκε σχετικά, πως από την περίοδο που ζούσε στη Buea μέχρι και την ημέρα της συνέντευξης ασύλου δεν έλαβε κάποια προσωπική απειλή. Αμέσως μετά η αιτήτρια πρόσθεσε πως οι αυτονομιστές είπαν στον γιο του φίλου του πατέρα της ότι αν η αιτήτρια επιστρέψει στο Καμερούν θα την αναζητήσουν, πληροφορία που έλαβε τηλεφωνικά μεταξύ 2020-2021, από τον γιο του φίλου του πατέρα της, και δεν γνωρίζει γιατί αυτός – ως η ίδια ανέφερε – είχε ενημερώσει τους αυτονομιστές ότι η αιτήτρια διαμένει μαζί με την οικογένεια του.
Ερωτώμενη γιατί πιστεύει πως οι Ambazonians τη στοχοποίησαν η αιτήτρια δήλωσε πως πιστεύει ότι στοχοποιήθηκε εξαιτίας του πατέρα της και εξαιτίας της σχέσης που είχε με έναν εξ αυτών. Όταν ερωτήθηκε σχετικά η αιτήτρια δήλωσε πως δεν αναφέρθηκε στο γεγονός της σχέσης της νωρίτερα διότι ντρεπόταν και πρόσθεσε πως είχε σχέση με ένα νεαρό κάποια στιγμή το 2017 για 3 μήνες, πως την διέκοψε όταν εκείνος έγινε μέλος των Ambazonians και πως δεν ο νεαρός δεν την ενόχλησε ποτέ αφότου χώρισαν. Ερωτώμενη κατά πόσο θα μπορούσε να επιστρέψει και να εγκατασταθεί στη Douala ή άλλη περιοχή του Καμερούν η αιτήτρια δήλωσε πως δεν θα μπορούσε, διότι έχει κακές μνήμες από το θάνατο της οικογενείας της και οι σύρραξη συνεχίζεται και γι’ αυτό δεν θα ήξερε που να πάει να ζήσει.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα της αιτήτριας κατά τη συνέντευξη κατέταξαν αυτά στους ακόλουθους 2 ουσιώδεις ισχυρισμούς.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος συνήθους διαμονής της αιτήτριας
2. Η αιτήτρια αναγκάστηκε να σταματήσει το πανεπιστήμιο του 2017 λόγω των συνεχιζόμενων εχθροπραξιών μεταξύ των αυτονομιστών και του στρατού
3. Η οικογένεια της αιτήτριας σκοτώθηκε από Ambazonians στις 02/12/18, εξαιτίας του αδελφού της, που ήταν μέλος τους και αποφάσισε να σταματήσει να πολεμά μαζί τους
4. Οι αυτονομιστές έψαχναν την αιτήτρια κατά την περίοδο 2020-2021
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο και 2ο εκ των ως άνω ισχυρισμών, απέρριψαν δε τον 3ο και 4ο ισχυρισμό, ως αναξιόπιστους.
Ως προς τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό κρίθηκε ότι οι δηλώσεις της αιτήτριας δεν περιείχαν ουσιαστικά στοιχεία για τις συνθήκες υπό τις οποίες δολοφονήθηκε η οικογένειά της και πως τόσο οι περιγραφές όσο και οι απαντήσεις της στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που της τέθηκαν ήταν ασαφείς, χωρίς επαρκείς λεπτομέρειες και μη ευλογοφανείς. Περαιτέρω κρίθηκε ότι η αιτήτρια δεν παρείχε συγκεκριμένες πληροφορίες και λεπτομερείς σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό αυτονομιστική δράση του αδερφού της, καθώς δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει χρονικά πότε έγινε μέλος των αυτονομιστών, τις συνθήκες υπό τις οποίες έγινε μέλος και μετά έπαψε να είναι μέλος των Ambazonians, όπως αναμενόταν να είναι σε θέση να κάνει, καθώς ζούσε στο ίδιο σπίτι με τον αδερφό της. Επίσης, ως κρίθηκε, δεν κατάφερε να παρέχει τις αναμενόμενες λεπτομέρειες σχετικά με τις απειλές που δέχτηκε ο αδερφός της και η οικογένειά της από τους αυτονομιστές και ούτε αναφορικά με το περιστατικό της κατ’ ισχυρισμό δολοφονίας της οικογένειάς της, ενώ αναμενόταν εύλογα να είναι σε θέση να εξηγήσει τις συνθήκες του θανάτου τους με πιο συγκεκριμένο τρόπο, δεδομένου και του ότι – ως σημειώθηκε – έγιναν πολλές ερωτήσεις σχετικώς.
Κατά την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ως άνω ισχυρισμού εντοπίστηκαν από τους καθ’ ων η αίτηση πληροφορίες που επιβεβαιώνουν την παρουσία, δράση αλλά και τις παραβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων του τοπικού πληθυσμού από αυτονομιστές στην επαρχία SouthWest Region, όμως, δεδομένου ότι – ως είχε κριθεί - δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία του, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Ως προς τον 4ο ουσιώδη ισχυρισμό της αιτήτριας κρίθηκε ότι τα λεγόμενα της περιέχουν αοριστίες, καθώς και έλλειψη συνοχής και λεπτομέρειας και – δεδομένου του ότι αυτός συνδέεται στενά με τον ως άνω 3ο ισχυρισμό, ο οποίος είχε ήδη απορριφθεί – εκ μόνου τούτο υπομονεύεται η αξιοπιστία του εν λόγω ισχυρισμού. Παρά τούτο έγινε ανεξάρτητη ανάλυση του ισχυρισμού. Συγκεκριμένα , ως κρίθηκε, η αιτήτρια δεν κατάφερε να παρέχει λεπτομέρειες και συγκεκριμένες πληροφορίες, πέρα από τη δήλωσή της πως ο γιος του φίλου του πατέρα της ενημέρωσε τους αυτονομιστές πως εκείνη ζούσε μαζί τους στη Douala και εκείνοι του είπανε πως σε περίπτωση που επιστρέψει στο Καμερούν θα την ψάξουν, ενώ θα αναμενόταν, ως κρίθηκε, να είναι σε θέση να παρέχει λεπτομερείς για το κατ’ ισχυρισμό περιστατικό απειλών και να προσδιορίσει χρονικά πότε την αναζητούσαν οι αυτονομιστές. Σημειώθηκε περαιτέρω ότι αυτό έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενη δήλωση της αιτήτριας ότι δεν έλαβε ποτέ προσωπικά απειλή από τους αυτονομιστές. Σε σχέση με τη δήλωση της αιτήτριας σχετικά με κατ’ ισχυρισμό δεσμό που είχε με μέλος των αυτονομιστών, αυτή κρίθηκε ασυνεπής και η αιτήτρια δεν κατάφερε να παρέχει ικανοποιητική εξήγηση για την ασυνέπεια αυτή και σημειώθηκε πως – σε κάθε περίπτωση – σύμφωνα με τα λεγόμενα της ίδιας της αιτήτριας, ο νεαρός δεν την ενόχλησε ούτε την απείλησε ποτέ και συνεπώς δεν δύναται να θεωρηθεί πως αποτελεί κίνδυνο για την ίδια. Όσον αφορά τον πατέρα της αιτήτριας, τη σχέση του με το πολιτικό κόμμα SDF και κατά πόσο αποτέλεσε λόγο για να στοχοποιηθεί η ίδια από τους Ambazonians, επισημάνθηκε πως, ως η ίδια δήλωσε, ούτε ο πατέρας της ούτε κανείς στην οικογένεια αντιμετώπισε ποτέ κάποιο πρόβλημα εξαιτίας της εργασιακής αυτής σχέσης του πατέρα της με το SDF, η οποία έληξε το 2008.
Κατά την εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ως άνω ουσιώδους ισχυρισμού, παρότι εντοπίστηκαν πληροφορίες που επιβεβαιώνουν τη στοχοποίηση αμάχων από μαχητές Ambazonians, εντούτοις, δεδομένων των ελλείψεων που παρατηρήθηκαν αναφορικά με την εσωτερική συνοχή του εν λόγω ισχυρισμού, αυτός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Στη βάση των ως άνω αποδεκτών ισχυρισμών, λαμβανομένου υπόψη του προφίλ της αιτήτριας, ήτοι ότι πρόκειται για γυναίκα ενήλικη, νεαρή, υγιή, με ικανοποιητική μόρφωση, η οποία δεν έχει στοχοποιηθεί προσωπικά, κρίθηκε ότι δεν υφίσταται κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή της.
Περαιτέρω, κατόπιν αξιολόγησης της κατάστασης ασφαλείας στη Buea, ανατρέχοντας σε σχετικές διαθέσιμες πληροφορίες, κατέληξαν ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι, στη βάση και των ως άνω περιστάσεων της αιτήτριας, να πιστεύεται ότι σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής κινδυνεύει η ζωή ή σωματική ακεραιότητα της, λόγω αδιάκριτης βίας στα πλαίσια ένοπλης σύρραξης.
Για τους πιο πάνω λόγους η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε και εκδόθηκε κατά της αιτήτριας απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής.
Στην αίτηση καταγράφονται αρκετά νομικά σημεία, εκ των οποίων αρκετά αναπτύσσονται και στην αγόρευση που ακολούθησε.
Στη βάση σχετικής νομολογίας (βλ. Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ.95/2012, ECLI:CY:AD:2018:C344, ημ.06/07/18 και Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) θα εξεταστούν μόνο οι ισχυρισμοί οι οποίοι δικογραφούνται και εξειδικεύονται δεόντως στη προσφυγή και αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση.
Με την αγόρευση της αιτήτριας προωθούνται ισχυρισμοί ότι δεν εξετάστηκαν δεόντως οι ισχυρισμοί του, δεν δόθηκε αρκετός χρόνος κατά τη συνέντευξη και μετέπειτα σύνταξη της επίδικης έκθεσης για να εξεταστούν τα ζητήματα που τίθεντο με την αίτηση και δεν έγιναν αρκετές ή επαρκείς ερωτήσεις επί καίριων ζητημάτων, εκ των οποίων, ως αναφέρει, θα αποκαλύπτονταν όλοι οι λόγοι στους οποίους στηρίζεται η επίδικη αίτηση, χωρίς εντούτοις να κάνει αναφορά ο συνήγορος της αιτήτριας στο ποιοι είναι αυτοί οι ισχυρισμοί που δεν αφέθηκε να εκφράσει. Ως περαιτέρω εισηγείται, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης, δεν αιτιολογείται και δεν εξετάστηκε δεόντως η πτυχή της συμπληρωματικής προστασίας.
Περαιτέρω η αιτήτρια αναφέρει ότι ο λειτουργός της EUAA που διενέργησε τη συνέντευξη δεν ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος να πράξει τούτο, κατά παράβαση των αρ.13Α (1Α) του Νόμου, καθώς δεν δύναται να διενεργεί μόνος του συνεντεύξεις και να συντάσσει εκθέσεις, επί της οποίας στηρίχθηκε και ο λειτουργός που έλαβε την επίδικη απόφαση. Αναφέρει δε ότι ο λειτουργός του EASO που διενέργησε τη συνέντευξη δεν διέθετε, καθότι τούτο δεν προκύπτει από τον φάκελο, την κατάλληλη κατάρτιση, γνώσεις και προσόντα και, τέλος, η ενημερωτική επιστολή (ερ.119) υπογράφεται από αναρμόδιο άτομο, το οποίο πράττει τούτο χωρίς σχετική εξουσιοδότηση, καθ’ υπέρβαση εξουσίας.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν κατ’ αρχήν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών της αιτήτριας δικογραφείται δεόντως και δεν αναπτύσσονται επαρκώς στα πλαίσια της αγόρευσης του και είναι ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Αναφέρουν περαιτέρω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη και ορθή επί της ουσίας αυτής, λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα της υπόθεσης, τα ευρήματα και η κατάληξη τους ήταν ορθά και εύλογα υπό τις περιστάσεις, δόθηκε δεόντως η ευκαιρία στην αιτήτρια να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της και η απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Περαιτέρω αναφέρουν, παραθέτοντας εκτενές απόσπασμα από την απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ.4694/22, ημ.19/07/23, ότι εν προκειμένω ο λειτουργός της EUAA δρούσε αρμοδίως, σύμφωνα με τη Κ.Δ.Π.297/19, τον κανονισμό 2010/439/ΕΕ και το αρ.13Α (1Α) του Νόμου και η κατάρτιση του δεν θα πρέπει να αμφισβητείται, δεδομένου εδώ και του τεκμηρίου της νομιμότητας.
Τέλος αναφέρουν ότι η απόφαση λήφθηκε αρμοδίως, στη βάση σχετικής εξουσιοδότησης προς τον λαμβάνοντα λειτουργό, και – σε σχέση με τα όσα αναφέρονται για την επιστολή ερ.119 – σημειώνουν ότι στα πλαίσια και νομολογίας που αναφέρεται στο απόσπασμα από απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ.5757/22, ημ.29/11/23, δεικνύουν ότι η υπογραφή της εν λόγω επιστολής για και εκ μέρους του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας δεν καθιστούν την υπογράφουσα αναρμόδια και, σε κάθε περίπτωση, η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχεται στη έγκριση της επίδικης έκθεσης από τον αρμόδιο λειτουργό.
Σημειώνω ότι κατά τις διευκρινήσεις ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας απέσυρε ρητά όλους τους ισχυρισμούς που άπτονται του ζητήματος της αρμοδιότητας.
Αξίζει να σημειωθεί σχετικά – σε κάθε περίπτωση - ότι στην Ε.Δ.Δ.Δ.Π. αρ.95/2023, B. E. J. ν. Δημοκρατίας, ημ.27/02/25, στην οποία και επικυρώθηκε η πρωτόδικη απόφαση στην υπ. αρ.4694/22, ημ.19/07/23 (στην οποία κάνουν εκτεταμένη αναφορά και οι καθ’ ων η αίτηση στην αγόρευση τους), το Εφετείο, αφού επικύρωσε ως ορθό το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης, ανέφερε τα εξής, τόσο σε σχέση με τη δυνατότητα λειτουργών του EASO να διενεργούν συνεντεύξεις αλλά και να ετοιμάζουν εκθέσεις-εισηγήσεις, όσο και το ζήτημα της κατάρτισης τους, τα οποία επιλύουν οριστικά θεωρώ τους αντίστοιχους ισχυρισμούς της αιτήτριας, οι οποίοι είναι πανομοιότυποι με τους κριθέντες στην ως άνω απόφαση του Εφετείου:
«Προβάλλει ο Εφεσείων ότι, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 13Α(1Α) του N.6(I)/2000, με σαφήνεια διατυπώνεται ότι, προσωπικό άλλο από αυτό της Υπηρεσίας Ασύλου (εν προκειμένω της ΕΥΥΑ), επιτρέπεται «να συμμετέχει» στη διενέργεια της συνέντευξης. Συναφώς, δεν επιτρέπεται επέκταση του πεδίου εφαρμογής, έτσι ώστε να καλύπτει και τις περιπτώσεις που ο λειτουργός διεκπεραιώνει συνεντεύξεις μόνος του.
Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση. Το Υπουργικό Συμβούλιο στις 13/09/2019 εξέδωσε διάταγμα (ΚΔΠ 297/2019) δυνάμει του Άρθρου 13Α(1Α), το οποίο προνοεί ότι, λόγω του μεγάλου αριθμού αιτήσεων διεθνούς προστασίας, για την εξέταση των οποίων η Υπηρεσία Ασύλου αδυνατεί «να διεξάγει» εγκαίρως συνεντεύξεις επί της ουσίας της κάθε μιας αίτησης, επιστρατεύονται από την ΕΥΥΑ εμπειρογνώμονες, οι οποίοι μπορούν να «διεξάγουν τις συνεντεύξεις» για όσο διάστημα βρίσκεται σε ισχύ Σχέδιο Στήριξης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την ΕΥΥΑ το οποίο περιλαμβάνει την αποστολή εμπειρογνωμώνων «για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων». Μεταφέρεται το περιεχόμενο του σχετικού διατάγματος:
«Το Υπουργικό Συμβούλιο, ασκώντας την εξουσία που του χορηγεί το άρθρο 13Α(1Α) των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2019, εκδίδει το ακόλουθο διάταγμα.
Επειδή έχουν υποβληθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία ταυτόχρονες αιτήσεις διεθνούς προστασίας από μεγάλο αριθμό υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών και η Υπηρεσία Ασύλου του Υπουργείου Εσωτερικών αδυνατεί να διεξάγει εγκαίρως συνεντεύξεις επί της ουσίας για την κάθε αίτηση, εμπειρογνώμονες οι οποίοι επιστρατεύονται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο μπορούν να διεξάγουν τις συνεντεύξεις αυτές για όσο διάστημα ευρίσκεται σε ισχύ Σχέδιο Στήριξης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, το οποίο περιλαμβάνει την αποστολή εμπειρογνωμόνων για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων».
Κατ' επέκταση δεν ευσταθεί η θέση του Εφεσείοντα ότι, οι λειτουργοί που επιστρατεύονται από την ΕΥΥΑ απλώς συμμετέχουν στις συνεντεύξεις. […]
Ισχυρίζεται πρόσθετα ο Εφεσείων ότι, το διάταγμα της ΚΔΠ 297/2019, δεν εξουσιοδοτεί τους λειτουργούς της ΕΥΥΑ να προβαίνουν σε εκθέσεις-εισηγήσεις.
Θεωρούμε ότι τα λεχθέντα επί των πιο πάνω από το πρωτόδικο Δικαστήριο, θέτουν το ζήτημα στην ορθή του διάσταση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 2010για την ίδρυση της ΕΥΥΑ, τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες της ομάδας υποστήριξης ρυθμίζονται από το εκάστοτε συμφωνημένο επιχειρησιακό σχέδιο και κατά τον επίδικο χρόνο της συνέντευξης του Εφεσείοντα και της ετοιμασίας της έκθεσης/εισήγησης από τον λειτουργό της ΕΥΥΑ, υπήρχε σε ισχύ σχετικό επιχειρησιακό σχέδιο.
Κρίνονται εύλογες οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος, δεδομένου ότι στο Άρθρο 18 του πιο πάνω Κανονισμού προνοείται ότι, «Ο εκτελεστικός Διευθυντής και το αιτούν κράτος μέλος εγκρίνουν επιχειρησιακό σχέδιο [..]» το οποίο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων «την περιγραφή των καθηκόντων και των ειδικών οδηγιών για τα μέλη των ομάδων [.]».
Ούτε επίσης τα όσα προβάλλονται σε σχέση με την ταυτότητα και τα προσόντα του λειτουργού που διενήργησε τη συνέντευξη θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά, αφού στη βάση του τεκμηρίου της κανονικότητας, του οποίου επίκληση έγινε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, τεκμαίρεται ότι η διοίκηση λειτούργησε σύμφωνα με τον Νόμο. Δεν έχει δε υποδειχθεί οτιδήποτε από τον Εφεσείοντα ικανό να ανατρέψει το πιο πάνω τεκμήριο.»
Αναφορικά τώρα με την επιστολή ερ.119, σημειώνω ότι δι’ αυτής, ως και οι καθ’ ων η αίτηση ορθώς εισηγούνται, κοινοποιείται απλώς η επίδικη απόφαση της Υπηρεσίας να απορρίψει την επίδικη αίτηση και ουδεμία αποφασιστική αρμοδιότητα ασκείται. Το ότι δε η επιστολή υπογράφεται «για προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου» από την υπογράφουσα την επιστολή λειτουργό δεν επηρεάζει βεβαίως την νομιμότητα της επίδικης απόφασης, αφού αυτή δεν αποτελεί παρά την επιστολή κοινοποίησης της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση, η οποία περιέχεται στο ερ.105 και απολύτως νόμιμα υπογράφεται για τον προϊστάμενο από εξουσιοδοτημένο λειτουργό των καθ’ ων η αίτηση (βλ. και ερ.106).
Σχετικά σε κάθε περίπτωση είναι και τα όσα αναφέρονται στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου Μενέλαος Χειμώνας ν. Δημοκρατίας, υπ. αρ.6447/2013, ημ.30/09/15, όπου, με αναφορά σε σχετική νομολογία, σημειώθηκαν τα εξής :
«Όπως λέχθηκε και στην Εμμανουήλ ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 29, όπου απερρίφθη παρόμοιο επιχείρημα, η ένθεση υπογραφής ή υπόδειξης ότι αυτή γίνεται «για», εκ μέρους δηλαδή προσώπου, δεν υποδηλώνει απεμπόληση εξουσίας. Η άσκηση εξουσιών γίνεται από οποιονδήποτε έχει εξουσιοδότηση, η δε υπογραφή αυτού του είδους, παραπέμπει στο ουσιαστικό όργανο που έλαβε την απόφαση από το οποίο και εκπορεύεται αυτή, χωρίς να ενέχει σημασία η ταυτότητα του προσώπου που υπέγραψε τη διοικητική πράξη, αλλά η ταυτότητα του προσώπου που έλαβε την απόφαση, (Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 576). Σύμφωνα με το τεκμήριο της νομιμότητας θεωρείται ότι η κατ΄ εξουσιοδότηση αποστολή επιστολής, και αυτό υποδηλώνει το «για», γίνεται εντός του πλαισίου της κανονικής λειτουργίας της διοίκησης, (Χρυστάλλα Σ. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 13/07, ημερ. 5.5.2009 και Carlos Services Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 582/07, ημερ. 21.5.2009).»
Σημειώνω ότι τα όσα αναφέρει ο συνήγορος της αιτήτριας περί μη επαρκούς χρόνου κατά τη συνέντευξη και μη αρκετών, επί καίριων θεμάτων, ερωτήσεων, δεν μπορούν παρά να απορριφθούν ως αλυσιτελώς προβαλλόμενα δεδομένου ότι, ενόψει εδώ της εξουσίας του Δικαστηρίου για πλήρη και εξ υπαρχής έλεγχο όλων των γεγονότων και των νομικών ζητημάτων που την περιβάλλουν, θεωρώ ότι τούτο δεν αρκεί άνευ ετέρου για να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού το Δικαστήριο προβαίνει «σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής […] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» και «την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας» και η αιτήτρια διατηρεί δικαίωμα (σύμφωνα με τις πρόνοιες και προϋποθέσεις του κ.3 του παρόντος δικαστηρίου) να προσφέρει στα πλαίσια της παρούσης ισχυρισμούς ή και περαιτέρω μαρτυρία [βλ. έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.17/2021, Janelidze v. Κυπριακής Δημοκρατίας, και αρ.11 (2) (α) και (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018].
Σημειώνω εδώ πως εν προκειμένω η αιτήτρια συνάπτει στην παρούσα προσφυγή ένορκη δήλωση της, επί της οποίας επισυνάπτει και τεκμήρια, επί των οποίων θα επανέλθω πιο κάτω.
Προχωρώ λοιπόν με αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων και ισχυρισμών.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98, ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Στη βάση και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών θα συμφωνήσω με την κατάληξη τους επί της αξιοπιστίας του 3ου και 4ου ουσιώδους ισχυρισμού της αιτήτριας, καθώς τα όσα ανέφερε επί της κατ’ ισχυρισμό συμμετοχής του αδελφού της στους αποσχιστές, τη δολοφονία της οικογένειας της, τις απειλές που δέχθηκε απ’ αυτούς, τη συμμετοχή του πατέρα της στο κόμμα SDF και τη σχέση της με μέλος των αποσχιστών περιείχαν σε όλη τους την έκταση, ως και οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν επί τούτου λεπτομερώς στα ερ.98-101, ουσιώδη και προφανή κενά, ασάφειες, στερούνται λεπτομέρειας, χρονικής και λογικής συνέπειας, αντιφάσεις και δεν περιέχουν κανένα βιωματικό στοιχείο, στο σύνολο του αφηγήματος της, ως και πιο πάνω καταγράφονται, στα πλαίσια της παράθεσης της επίδικης έκθεσης, τα οποία διαβρώνουν μοιραία την εσωτερική συνοχή των δηλώσεων της. Δεν έχω λοιπόν τίποτε να προσθέσω στα όσα καταγράφονται στην επίδικη έκθεση αναφορικά με την εσωτερική συνοχή των εν λόγω ισχυρισμών, τα οποία παρατίθενται και πιο πάνω, στα πλαίσια της παρούσης, τα οποία και υιοθετώ και δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω.
Επί της εξωτερικής αξιοπιστίας των λεγομένων της αιτήτριας θα πρέπει να σημειωθεί ότι εδώ έγινε έρευνα ενδελεχής σε ΠΧΚ από τους καθ’ ων η αίτηση κατά την αξιολόγηση των ισχυρισμών της αιτήτριας, στη βάση και των ως άνω κατευθυντήριων γραμμών.
Για σκοπούς πληρότητας αξίζει θεωρώ να σημειωθούν οι πιο κάτω πληροφορίες (ΠΧΚ), δεδομένων των αναφορών της αιτήτριας.
Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW) κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες.[1]
Αναφορά της οργάνωσης Human Rights Watch εκδοθείσα το 2018, ήτοι το χρόνο που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τα περιστατικά, αναφέρει την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι οι άμαχοι οι οποίοι εκλαμβάνονται ως συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση στοχοποιούνται από τους αποσχιστές για εκβιασμούς, βασανισμούς και δολοφονίες.[2] Βάσει αναφοράς του ανεξάρτητου ιδρύματος Bertelsmann Stiftung[3], οι αποσχιστές στοχοποιούν αμάχους μεταξύ άλλων ως αντίποινα για αποδιδόμενη συνεργασία με την κυβέρνηση.[4] Άρθρο της εφημερίδας The African Observer, του 2023, αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες συχνά κατηγορούνται για δολοφονίες, απαγωγές ή και τραυματισμούς αμάχων, τους οποίους κατηγορούν ότι συνεργάζονται με τις αρχές του Καμερούν.[5]
Τα Ηνωμένα Έθνη σημειώνουν υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[6], ενώ το HRW, σε πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[7]. Η γεωγραφική τους κατανομή αναφέρεται από τα Ηνωμένα Έθνη: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[8].
Σε COI QUERY του EASO, ημ.14/06/21, αναφέρεται ότι ο εκτοπισμός πληθυσμού από τα σπίτια του είναι συχνό φαινόμενο λόγω της γενικευμένης βίας, οι οποίοι εκτοπισθέντες βρίσκουν συχνά καταφύγιο σε αγροτικές ή δασώδεις εκτάσεις κοντά στον τόπο διαμονής τους:
«According to OCHA 712 180 IDPs were within or displaced in the North-West and South-West regions as of March 2021. Violence in the aforementioned regions resulted in multiple population displacements and over 1 427 people were forced to flee their homes only in March 2021, seeking shelter and safety in nearby bushes, villages and towns. 71 More than 10 000 people, mainly in Menchum division in the North-West region, were forced to flee their villages in April 2021 and IDPs reached the number of 712 800.72 For the same reference period , a UNHCR map depicting the locations of UNHCR persons of concern mentions that as of April 2021 there were 1 032 942 internally displaced persons, the majority of whom seem to be situated in the Far North, North-West and South-West regions.73 »[9]
Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:
«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[10]
Αναφορικά ειδικώς με τα λεγόμενα της αιτήτριας που αφορούν κατ’ ισχυρισμό εμπλοκή του πατέρα της στο κόμμα SDF, εντοπίζω τα εξής σχετικά.
Το πολιτικό κόμμα SDF και διώξεις κατά των μελών του, το αγγλόφωνο πολιτικό κόμμα Σοσιαλδημοκρατικό Μέτωπο (SDF) ιδρύθηκε στη Bamenda στην Southwest Region το 1990.[11] Τον Οκτώβριο του 1992, ο Πρόεδρος Biya νίκησε οριακά τον John Fru Ndi, τον ηγέτη του SDF, σε μια αμφισβητούμενη εκλογική αναμέτρηση που πολλοί θεώρησαν στημένη[12].
Αναφορές της Διεθνούς Αμνηστίας κάνουν λόγο για παράνομες συλλήψεις, κρατήσεις και βασανισμούς μελών του κόμματος SDF το 1992 (περιλαμβανομένου του προέδρου του κόμματος John Fru Ndi)[13] και το 1996 [14]. Συγκεκριμένα, μετά το πέρας των εκλογών την 11/10/92, τα αποτελέσματα αυτών ανακοινώθηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο. Το SDF ανακοίνωσε ότι δεν αναγνωρίζει το αποτέλεσμα των εκλογών καθώς κατήγγειλε εκλογική απάτη και κάλεσε σε γενική απεργία την 26/10/92. Την 25/10/92, μετά την ανακήρυξη της επαρχίας SouthWest Province σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, η αστυνομία έκανε έφοδο στην οικία του πρόεδρου του SDF και συνέλαβε πάνω από 120 υποστηρικτές του κόμματος καθώς και τον ίδιο τον πρόεδρο αυτού, ενώ πάνω από 200 άλλοι συνελήφθησαν στην Bamenda. Οι κρατούμενοι κρατήθηκαν για τουλάχιστον 5 ημέρες χωρίς αναγγελία επισήμων κατηγοριών και χωρίς δικαίωμα επικοινωνίας με δικηγόρους ή συγγενείς[15]. Αρχές Μαρτίου 1996 πάνω από 40 μέλη του κόμματος SDF συνελήφθησαν και κρατήθηκαν για πάνω από ένα μήνα χωρίς αναγγελία επισήμων κατηγοριών και κάποιοι εξ αυτών χωρίς δικαίωμα επικοινωνίας με δικηγόρους ή συγγενείς. Οι συλλήψεις ήρθαν ως αποτέλεσμα των διαμαρτυριών των μελών του SDF μετά τον διορισμό κυβερνητικών αντιπροσώπων σε θέσεις αυτοδιοίκησης σε πάνω από 20 σημαντικότερες τοπικές διοικήσεις, περιλαμβανομένων και μεγάλων πόλεων.[16]
Σύμφωνα με το Associated Press, τρία άτομα σκοτώθηκαν και 9 τραυματίστηκαν την 01/10/01, όταν η χωροφυλακή και η αστυνομία χρησιμοποίησαν πυροβόλα όπλα για να διαλύσουν μια μη βίαιη διαδήλωση του SDF στην οποία συμμετείχαν, σύμφωνα με πληροφορίες, περισσότερα από 500 άτομα στην επαρχία Northwest. Οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι δικαιολόγησαν τις δολοφονίες ως αντίδραση των δυνάμεων ασφαλείας στις «προκλήσεις» των διαδηλωτών[17].
Το AFP επισημαίνει ότι τον Φεβρουάριο 2001, «αρκετά μέλη» του αντιπολιτευόμενου Σοσιαλδημοκρατικού Μετώπου (SDF) συνελήφθησαν και ξυλοκοπήθηκαν από την αστυνομία στην Ebolawa, 120 χιλιόμετρα νότια της πρωτεύουσας Yaoundé, καθώς προσπαθούσαν να δημιουργήσουν ένα τοπικό γραφείο των SDF σε ένα χωριό που θεωρείται προπύργιο του προέδρου Biya (05/20/01). Επικαλούμενο υποστηρικτές των SDF, το AFP ανέφερε ότι στα τέλη Ιανουαρίου, «ο επικεφαλής των SDF στο Μαν, μια κοντινή εκλογική περιφέρεια, δέχτηκε επίθεση από μαχητές του RPDC»[18].
Στις 16/02/21, οι αρχές απαγόρευσαν ένα τριήμερο σεμινάριο στη Douala με θέμα την εκπαίδευση αξιωματούχων του MRC και του SDF σε θέματα πολιτικής επικοινωνίας, σχεδόν 80 μέλη των δύο κομμάτων εμφανίστηκαν για το σεμινάριο όταν χωροφύλακες και αστυνομικοί μπήκαν στον χώρο και απείλησαν να συλλάβουν όποιον επέλεγε να παραμείνει. Οι αρχές φέρεται να επέδωσαν σε αξιωματούχους του MRC και του SDF εντολή απαγόρευσης της εκδήλωσης η οποία περιέγραφε το σεμινάριο ως «δημόσια πολιτική διαδήλωση που είναι πιθανό να εκφυλίσει και να διαταράξει τη δημόσια τάξη»[19].
Την 15/05/21, στο πλαίσιο των προετοιμασιών για τον εορτασμό της Εθνικής Επετείου του Καμερούν, ο ανώτερος αξιωματικός της περιφέρειας Mfoundi στη Yaounde απηύθυνε επιστολή στον αντιπρόεδρο του SDF, διευκρινίζοντας τους όρους για τη συμμετοχή τού κόμματος στην παρέλαση την ημέρα της επετείου. Αυτοί οι όροι περιλάμβαναν, μεταξύ άλλων, τη μη εμφάνιση οποιασδήποτε άλλης εικόνας εκτός από αυτήν του Προέδρου Biya, τη μη χρήση τηλεφώνων κατά τη διάρκεια της παρέλασης και τη μη εμφάνιση συνθημάτων, πλακάτ ή κειμένων που δεν έχουν εγκριθεί προηγουμένως από το πολιτικό υπουργικό συμβούλιο της προεδρίας[20].
Εκ των ως άνω ΠΧΚ καθίσταται σαφές ότι τα όσα ανέφερε η αιτήτρια περί διώξεως του αγγλόφωνου πληθυσμού από τον στρατό αλλά και τους ίδιους τους αποσχιστές, αλλά και αδιακρίτως ασκούμενης εκατέρωθεν βίας στα πλαίσια συγκρούσεων των κυβερνητικών δυνάμεων με αποσχιστές, συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες, οι οποίες καταγράφουν μια έκρυθμη κατάσταση, με συχνές ένοπλες συγκρούσεις και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αμφότερες τις μαχόμενες πλευρές. Σε σχέση δε με την εμπλοκή του πατέρα της με το κόμμα SDF θα πρέπει βεβαίως να σημειωθεί ότι, παρά τις ως άνω ΠΧΚ, η αιτήτρια τελικώς δεν συνδέει την εμπλοκή του αυτή με οιονδήποτε εκ των ισχυρισμών της. Τουναντίον η αιτήτρια επιβεβαιώνει ότι ουδέν προέκυψε γι’ αυτούς από την εμπλοκή του πατέρα της στο SDF (ερ.33 – 1Χ).
Λεχθέντων λοιπόν των ως άνω είναι κατάληξη μου ότι η καταφανής έλλειψη εσωτερικής συνοχής των λεγομένων της αιτήτριας, ως ανωτέρω – με αναφορές και στην επίδικη έκθεση – λεπτομερώς εξηγείται, δεν μπορεί να υπερκερασθεί από το ότι – ως γενικές πληροφορίες - επιβεβαιώνεται ότι συμβάντα ως αυτά που η αιτήτρια εδώ περιγράφει λαμβάνουν χώρα στο Καμερούν. Τονίζεται σχετικώς ότι αν το ότι συνάδει μια πληροφορία που δίδει ένας αιτητής με ΠΧΚ θεωρείτο αρκετό από μόνο του ώστε να ανατραπεί ένα εύρημα περί παντελούς ελλείψεως εσωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται κατά τ’ άλλα κάθε ψήγματος βιωματικού στοιχείου αλλά και εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και θα απέληγε, θεωρώ, σε «αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης» (βλ. πιο πάνω απόσπασμα από εγχειρίδιο EASO). Ως εξάλλου στο εγχειρίδιο EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.97, αναφέρεται «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.» Στη δε σελ.131 τονίζεται σχετικώς ότι «[η] γενικευμένη προσβασιμότητα πολλών πηγών ΠΧΚ, μέσω του διαδικτύου ή άλλων μέσων ενημέρωσης, συνεπάγεται την ανάγκη οι δικαστικοί λειτουργοί να έχουν υπόψη τους την πιθανότητα ορισμένες αιτήσεις διεθνούς προστασίας να έχουν καταρτιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι συνεπείς με τις συναφείς ΠΧΚ.»
Εν προκειμένω εκ του αφηγήματος της αιτήτριας απουσιάζει κάθε ψήγμα συνεκτικής, ευλογοφανούς παράθεσης σημείων και λεπτομερειών, που θα ήταν απίθανο να προσέξει ή να είναι σε θέση να ανακαλέσει άτομο το οποίο δεν είχε βιώσει την εμπειρία που αυτή παραθέτει, εκ του οποίου θεωρώ ότι διαβρώνεται η εσωτερική συνοχή των λεγομένων της. Αυτό γιατί τα όσα ανέφερε η αιτήτρια περιέχουν τόσα πολλά κενά, ασάφειες και αντιφάσεις, επί των πολλών παράλληλων και εν πολλοίς ασύνδετων ισχυρισμών της, σε σημείο που αυτοί να ομοιάζουν περισσότερο με εκ των υστέρων επινόημα της ιδίας, στα πλαίσια του οποίου αυτή παραθέτει ένα ασυνάρτητο και στερούμενο χρονικής και λογικής συνέχειας συνονθύλευμα διάφορων ασαφών ισχυρισμών και αποκρίσεων, προκειμένου να στηρίξει το αφήγημα της και να συνδέσει αυτό με γεγονότα και δεδομένα που μπορούν να επιβεβαιωθούν, ως πρακτικές που λαμβάνουν χώρα στο Καμερούν, στα πλαίσια μιας προσπάθεια της να προσδώσει, ανεπιτυχώς εδώ, ευλογοφάνεια σ’ αυτό.
Ενόψει των ανωτέρω σημειώνω τα εξής σχετικά με την ένορκη δήλωση που η αιτήτρια συνάπτει στην παρούσα προσφυγή. Η προσαγωγή μαρτυρίας με την καταχώρηση της προσφυγής ρυθμίζεται από τον κ.3 (α) και (β) των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019), όπου προνοείται ότι «[νέα] έγγραφα ή στοιχεία ή οποιαδήποτε πρόσθετη μαρτυρία που προσκομίζονται κατά την καταχώριση της προσφυγής, παρατίθενται ή επισυνάπτονται ως τεκμήρια, ανάλογα, σε ένορκη δήλωση από τον Αιτητή» όπου αυτός «εξηγεί το λόγο για τον οποίο δεν προσκομίστηκαν τα έγγραφα ή στοιχεία ή πρόσθετη μαρτυρία κατά την εξέταση της προσβαλλόμενης πράξης καθώς και τη συνάφειά τους με τα επίδικα θέματα.». Εν προκειμένω παρατηρώ ότι ουδείς λόγος δίδεται αναφορικά με την μη προηγούμενη προσκόμιση της μαρτυρίας και εγγράφων που εκεί συνάπτονται. Συνεπώς η μαρτυρία και τα έγγραφα αυτά δεν μπορούν βεβαίως να ληφθούν υπόψη, δεδομένου ότι η επιταγή για παράθεση των λόγων που δεν προσκομίστηκαν νωρίτερα συνιστά απαρέγκλιτο όρο της αποδεκτότητας τέτοιας μαρτυρίας, με προφανή σκοπό την αποφυγή καταχρήσεων δια της παράθεσης καινοφανών ισχυρισμών ή μαρτυρίας για πρώτη φορά στην ενώπιον Δικαστηρίου διαδικασία, που δεν είχε την ευκαιρία να εξετάσει η Υπηρεσία.
Σε κάθε δε περίπτωση σημειώνω και τα εξής. Ο ισχυρισμός της αιτήτριας στην παρ.3 Α της ένορκης δήλωσης έρχεται σε αντίφαση με τα όσα καταγράφονται στο ερ.43 (1Χ), όπου η ίδια η αιτήτρια αναφέρεται στον τραυματισμό της συνεπεία ατυχήματος, το δε Τεκμήριο Α ουδόλως στοιχειοθετεί τα όσα καινοφανώς αναφέρονται στην ένορκη δήλωση περί του τραυματισμού της κατά τη διάρκεια επίθεσης των Ambazonians στο πανεπιστήμιο όπου αυτή φοιτούσε. Ο ισχυρισμός της αιτήτριας στην παρ.3 Β της ένορκης δήλωσης της είναι, πέραν των ασαφειών και παντελούς ελλείψεως λεπτομέρειας που τον χαρακτηρίζουν, αφού – μεταξύ άλλων - δεν αναφέρεται πότε κάηκε η οικία της θεία της και γιατί δεν είχε αναφέρει κάτι σχετικώς η αιτήτρια προηγουμένως, παντελώς καινοφανής ισχυρισμός, οι δε φωτογραφίες που συνάπτονται ως τεκμήρια ουδόλως μπορούν να ισχυροποιήσουν τα όσα αναφέρει, δεδομένου του ότι ουδέν περαιτέρω εξηγείται και – εξ όψεως – φαίνεται να διαφέρουν μεταξύ τους και να αποτυπώνουν διαφορετική τοποθεσία/κτίρια η καθεμιά.
Συνεπεία όσων πιο πάνω εξηγώ, η νέα μαρτυρία που η αιτήτρια προσκόμισε στα πλαίσια της παρούσης, πέραν του ότι δεν συμμορφώνεται με τις ρητές επιταγές του κ.3, και δια τούτο δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη, δεν δύναται, σε κάθε περίπτωση, να διαφοροποιήσει την ως άνω κατάληξη μου περί απόρριψης των ισχυρισμών της ως αναξιόπιστων.
Ενόψει των ως άνω απομένει η εξέταση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής της αιτήτριας.
Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το τελευταίο έτος (ημερομηνία ενημέρωσης 15/08/25) στην περιφέρεια SouthWest καταγράφηκαν συνολικά 302 περιστατικά ασφαλείας πολιτικής βίας (“Political violence”, στα οποία περιλαμβάνονται περιστατικά βίας κατά αμάχων, εκρήξεις, απομακρυσμένη βία, μάχες, εξεγέρσεις, διαμαρτυρίες) από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 348 πολιτών.[21] Ειδικώς στην Buea, για το διάστημα από 06/04/24 έως 04/04/25, σημειώθηκαν 26 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία οδήγησαν σε 14 θανάτους και τα οποία κατατάσσονται ως ακολούθως: 17 περιστατικά βίας κατά αμάχων (violence against civilians) με 11 θανάτους, 4 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς να επέλθει καμία ανθρώπινη απώλεια, 4 αναταραχές (riots) τα οποία δεν επέφεραν κανένα θάνατο και 1 περιστατικό μάχης (battle) με αποτέλεσμα 3 ανθρώπινες απώλειες.[22] Ο πληθυσμός της περιφέρειας SouthWest είναι περί το 1 ½ εκατομμύριο κατοίκων[23], ενώ της Buea είναι περί τις 150.000 κατοίκων [24].
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει με την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης, καθώς η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, λαμβανομένου υπόψη και του πληθυσμού της περιοχής, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της στην περιοχή. Δεν μπορώ περαιτέρω να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για την αιτήτρια, δεδομένης της απόρριψης του συνόλου του αφηγήματος της, σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [25] και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).
Προς τα ως άνω λαμβάνω υπόψη και συνυπολογίζω ότι η αιτήτρια είναι υγιής, ενήλικη, 34 ετών σήμερα, δεν έχει στοχοποιηθεί προσωπικά στο παρελθόν και – δεδομένης της απόρριψης του συνόλου του αφηγήματος της που αφορά τον 3ο και 4ο ισχυρισμό της, που περιλαμβάνει και τα λεγόμενα της περί κατ’ ισχυρισμό δολοφονία της οικογένειας της – θεωρώ ότι είναι ασφαλές να συναχθεί ότι η οικογένεια της ζει στον τόπο διαμονής και της αιτήτριας (άλλωστε εκεί είναι και η θυγατέρα της αιτήτριας, ερ.41), δεδομένα τα οποία και επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι θα έχει τα κατάλληλα μέσα για να εξασφαλίσει – έστω προσωρινά – στήριξη και στέγαση, μέχρι να ορθοποδήσει και να βιοποριστεί, ώστε να εξασφαλίσει με ίδια μέσα τα προς το ζην, παρά τις αντιξοότητες που ενδεχομένως θα αντιμετωπίσει. Σημειώνεται άλλωστε ότι, ως και στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»
Έπεται λοιπόν ότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης [της] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς [της], θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αυτές οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Θα πρέπει τέλος να σημειώσω ότι οι αναφορές του συνηγόρου της αιτήτριας στα πλαίσια των διευκρινήσεων (καταγράφεται και στην αγόρευση, σελ.5 – παρ.4) ότι στο ερ.97 είναι καταγεγραμμένο ότι «there is a reasonable degree of likelihood that she will be subjected to treatment amounting to persecution or serious harm in case of return to Buea, due to the ongoing security situation», το οποίο έρχεται σε αντίφαση με το επόμενο εύρημα των καθ’ ων η αίτηση ότι δεν υφίσταται κίνδυνος δίωξης ή βλάβης της αιτήτριας, δεν μπορούν, ομοίως, να διαφοροποιήσουν την ως άνω κατάληξη μου. Τούτο γιατί είναι προφανές ότι η εν λόγω αναφορά στο ερ.97 θα πρέπει να διαβαστεί ως σημαίνουσα πως, δεδομένης της έκρυθμης κατάστασης ασφαλείας, υπάρχουν ενδείξεις ότι ενδεχομένως υφίσταται πιθανότητα δίωξης ή σοβαρή βλάβης να υφίσταται, εκ του οποίου καθίσταται αναγκαία η περαιτέρω και πιο ενδελεχής εξέταση της κατάστασης ασφαλείας σε συνάρτηση με το προφίλ της αιτήτριας, που γίνεται αμέσως μετά στην επίδικη έκθεση. Πρόκειται δηλαδή για ενδιάμεσο εύρημα των καθ’ ων η αίτηση, το οποίο εξετάζεται περαιτέρω αμέσως μετά και – εν τέλει – ανατρέπεται. Λεχθέντων των ως άνω δεν μπορώ παρά να σημειώσω ότι η χρήση του λεκτικού «reasonable degree of likelihood» στο συγκεκριμένο σημείο της έκθεσης είναι τουλάχιστον ατυχής και αδόκιμη, αφού παραπέμπει σε καταληκτική κρίση επί των δεδομένων, η οποία και βεβαίως έπεται της εξέτασης που ακολουθεί στα ερ.93-97 και δεν προηγείται. Όμως αυτό δεν ανατρέπει το ότι η καταληκτική κρίση των καθ’ ων η αίτηση κρίνεται ορθή, για τους λόγους που πιο πάνω εξηγώ. Συνεπώς το όποιο ατυχές λεκτικό δεν μπορεί να ανατρέψει την επί της ουσίας ορθότητα της κρίσης τους.
Τα ως άνω σφραγίζουν και την τύχη της προσφυγής.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ’ ων η αίτηση.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)
[2] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),21-22 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)
[3] Bertelsmann Foundation, ‘Bertelsmann Stiftung’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε https://www.bfna.org/bertelsmann-stiftung/
[4] BTI, ‘Cameroon Country Report 2022’ (2022), διαθέσιμο σε https://bti-project.org/en/reports/country-report/CMR (ημ. πρόσβασης 12/02/24)
[5] The African Observer, ‘30 Women Freed After Abduction by Separatists in Cameroon’s Anglophone Region’ (2023), διαθέσιμο σε https://theafricanobserver.com/30-women-freed-after-abduction-by-separatists-in-cameroons-anglophone-region/ (ημ. πρόσβασης 12/02/24)
[6] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En
[7] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html
[7] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[9] EASO, COI QUERY «Latest developments on security situation in Anglophone region between 1 January 2020 and 31 May 2021», σελ.8, available at: https://euaa.europa.eu/
[10] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[11] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31/03/2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (22/08/25)
[12] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31/03/2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (22/08/25)
[13] Amnesty International, https://www.amnesty.org/fr/wp-content/uploads/2021/06/afr170161992en.pdf 30/10/1992 (25/08/25)
[14] Amnesty International, Cameroon: Fear of torture / legal concern: More than 40 members of the Social Democratic Front (SDF), https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/001/1996/en/ 04/06/1996 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[15] Amnesty International, https://www.amnesty.org/fr/wp-content/uploads/2021/06/afr170161992en.pdf 30/10/1992 (25/08/25)
[16] Amnesty International, Cameroon: Fear of torture / legal concern: More than 40 members of the Social Democratic Front (SDF), https://www.amnesty.org/en/documents/afr17/001/1996/en/ 04/06/1996 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[17] Associated Press (AP). 1 October 2001. Emmanuel Tumanjong. "Clashes in Cameroon Between Police, Secessionists Leave Three Dead." (LEXIS/NEXIS) όπως αναφέρθηκε από το Immigration and Refugee Board of Canada, Cameroon: Treatment by the Cameroon government of persons who are not members or supporters of the Cameroon People's Democratic Movement (CPDM), and whether the government or members of CPDM attempt to forcibly recruit non-supporters (2001-2003) https://www.irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=417619 17/09/2003 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[18] Agence France Presse (AFP), 05/02/2001, "Opposition Members Arrested, Beaten in Southern Cameroon: Party." (LEXIS/NEXIS) όπως αναφέρθηκε από το Immigration and Refugee Board of Canada, Cameroon: Treatment by the Cameroon government of persons who are not members or supporters of the Cameroon People's Democratic Movement (CPDM), and whether the government or members of CPDM attempt to forcibly recruit non-supporters (2001-2003) https://www.irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=417619 17/09/2003 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[19] US Department of State, CAMEROON 2022 HUMAN RIGHTS REPORT, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/02/415610_CAMEROON-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf σελ 26 (ημ. πρόσβασης 25/08/25)
[20] US Department of State, CAMEROON 2022 HUMAN RIGHTS REPORT, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/02/415610_CAMEROON-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf σελ 22 (ημ. πρόσβασης 25/08/25)
[21] Πλατφόρμα ACLED Explorer, η οποία από 30/07/2025 είναι προσβάσιμη κατόπιν εγγραφής, με χρήση των εξής φίλτρων αναζήτησης: Country: Cameroon, SouthWest Region, Events / Fatalities, Political Violence, Past Year, διαθέσιμη σε https://acleddata.com/platform/explorer (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[22] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Select Specific Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions-Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: Past year of ACLED data (06/04/2024-04/04/2025), REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN: Sud-Ouest, LOCATION: Buea), (assessed on 11/04/2025)
[23] https://citypopulation.de/en/cameroon/cities/?admid=6826 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/08/2025)
[24] City Population, Cameroon: Sud-Ouest Region: Buea, https://citypopulation.de/en/cameroon/admin/fako/100101__buea/ (11/04/2025)
[25] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο