ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 4799/23
6 Οκτωβρίου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ
E. B. B.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Αγγ. Ιωάννου (κος) για Μούσουλος, Κανέλλα και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον Αιτητή
Μ. Βασιλείου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 30/11/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για διεθνή προστασία ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Περαιτέρω, αιτείται την έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου επί της ουσίας και την απόδοση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Τέλος, αιτείται απόφαση του δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται ότι με την επιστροφή του Αιτητή στη Λ.Δ. του Κονγκό θα παραβιαστεί η αρχή της μη επαναπροώθησης.
Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λ.Δ. του Κονγκό και εισήλθε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία. Στις 29/06/2020 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Στις 22/11/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή ενώπιον αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, προς εξέταση του αιτήματος του για διεθνή προστασία. Μετά την συνέντευξη, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση ημερ. 30/11/2023 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου. Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών ως ο Νόμος ορίζει, λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε για λογαριασμό του Προϊσταμένου την ανωτέρω εισήγηση αυθημερόν και απέρριψε την αίτηση για διεθνή προστασία.
Στις 15/12/2023 ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης του Αιτητή για την απόφαση του Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του επιδόθηκε δια χειρός αυθημερόν.
Στις 21/12/2023 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή στο Δικαστήριο.
Ο Αιτητής, δια της γραπτής αγόρευσης των συνηγόρων του, προβάλλει ισχυρισμούς περί έλλειψης δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα, κατάχρησης εξουσίας, παράβασης του νόμου και έλλειψης επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας.
Η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση, ισχυρίζεται ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρότητας και των ισχυρισμών του στον απαιτούμενο βαθμό ούτως ώστε να του αναγνωριστεί οποιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η δε Υπηρεσία εξέτασε τους προσβαλλόμενους στην προσφυγή λόγους του Αιτητή και ορθώς κατέληξε ότι η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή δεν τεκμηριώθηκε. Το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από τον Νόμο διαδικασίας και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του νόμου.
Δεδομένου του περιορισμού της υπό εξέταση προσφυγής στην έλλειψη δέουσας και λαμβάνοντας υπόψιν ότι σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν. 73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας και όχι μόνο ως ακυρωτικό Δικαστήριο, προχωρώ στην εξέταση της επίδικης απόφασης σε συνάρτηση με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, όπως προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης.
Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του για διεθνή προστασία, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Καμερούν, γεννηθείς στην κοινότητα Lingwala, της επαρχίας Lukunga, της περιφέρειας Kinshasa, η οποία αποτελεί και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Περαιτέρω, δήλωσε πως είναι άγαμος, καθολικός χριστιανός ως προς το θρήσκευμα, ανήκει στη φυλή Mongo και μιλάει λινγκάλα και λίγα γαλλικά. Αναφορικά με την οικογένειά του, ανέφερε πως και οι δυο γονείς του είναι ζωντανοί. Έχει 5 αδέρφια, 3 αδερφούς και 2 αδερφές. Όλα τα αδέρφια του, εκτός από μία αδερφή του που έχει παντρευτεί και μένει μαζί με τον σύζυγο της, ζουν μαζί με τους γονείς του στη κοινότητα Lingwala, της επαρχίας Lukunga, της περιφέρειας Kinshasa. Ο ίδιος δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Επιπρόσθετα, αναφορικά με την εκπαίδευσή του, δήλωσε πως αποφοίτησε από το Λύκειο, ενώ, τέλος, αναφορικά με το επάγγελμα του, ανέφερε πως είχε μία μικρή επιχείρηση ανταλλαγής ισονομίσματος και τηλεφωνικής επικοινωνίας.
Μετά τις εκλογές του 2018, ο Αιτητής υποστήριξε ότι ο Martin Fayulu ήταν ο πραγματικός νικητής, αλλά τα αποτελέσματα αλλοιώθηκαν μέσα από μυστική συμφωνία μεταξύ του Kabila και του Félix Tshisekedi, ο οποίος τελικά ανακηρύχθηκε πρόεδρος. Πιστεύοντας ότι οι εκλογές ήταν νοθευμένες, ο Αιτητής συμμετείχε σε νέα διαμαρτυρία στις 30 Ιουνίου 2019, κατά την οποία συνελήφθη και ξυλοκοπήθηκε ξανά.
Ο Αιτητής περιέγραψε επίσης ότι στις 12 Φεβρουαρίου 2020, μετά από πολιτική συνάντηση κατά την οποία παρέλαβε μπλουζάκια για υποστηρικτές του κόμματός του ενόψει νέας διαδήλωσης, απήχθη από αστυνομικούς και κατόπιν κρατήθηκε σε άγνωστη τοποθεσία για δύο ημέρες και βασανίστηκε. Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε σε άλλη τοποθεσία, όπου τον περίμενε ο θείος του, στρατιωτικός με βαθμό συνταγματάρχη. Ο θείος του τον ενημέρωσε ότι οι απαγωγείς είχαν λάβει εντολή να τον σκοτώσουν και ότι ο ίδιος τον αναζητούσε επί δύο ημέρες. Όταν διαπίστωσε τον κίνδυνο, διαπραγματεύτηκε μυστικά με συναδέλφους του την απελευθέρωσή του και στην συνέχεια του εξασφάλισε τα απαιτούμενα έγγραφα, ώστε να φύγει επειγόντως από τη χώρα για λόγους ασφάλειας.
Ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σήμερα στην Κύπρο για να ζητήσει προστασία, καθώς η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο λόγω της πολιτικής του δράσης. Ερωτηθείς αν υπάρχουν άλλοι λόγοι για τους οποίους αιτήθηκε διεθνή προστασία, απάντησε αρνητικά.
Κατόπιν, ο Αιτητής απάντησε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του αρμόδιου λειτουργού, προκειμένου να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Στο πλαίσιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν μέλος του πολιτικού αντιπολιτευόμενου κόμματος ECIDE, το οποίο σημαίνει «Engagement Citoyenneté et Développement». Αν και δεν μπορούσε να περιγράψει την ιδεολογία του κόμματος με ακρίβεια, εξήγησε ότι ο κύριος στόχος του ήταν να αναδείξει τον Martin Fayulu ως πρόεδρο, ώστε να σταματήσει η ταλαιπωρία του πληθυσμού και να αναπτυχθεί η χώρα. Ο Αιτητής εντάχθηκε στο ECIDE στις 10 Μαρτίου 2017, δίνοντας τα προσωπικά του στοιχεία και πληρώνοντας ένα ποσό στα κεντρικά γραφεία του κόμματος στην κοινότητα Kasavubu, όπου έλαβε την κάρτα μέλους την ίδια ημέρα. Περαιτέρω, ο Αιτητής ανέφερε ότι ήταν εκτελεστικό μέλος του κόμματος στην κοινότητα Lingwala, με καθήκοντα που περιλάμβαναν τη διοργάνωση συναντήσεων, την ενημέρωση του κόσμου για τους στόχους του κόμματος και την κινητοποίηση υποστηρικτών για συμμετοχή σε διαδηλώσεις. Εξήγησε ότι αποφάσισε να ενταχθεί στο ECIDE επειδή διαφωνούσε με τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας από το κυβερνών κόμμα και συμφωνούσε με το όραμα της αντιπολίτευσης για μεταρρυθμίσεις.
Σχετικά με τις πολιτικές διώξεις που υπέστη, ο Αιτητής περιέγραψε τα εξής περιστατικά. Αναφορικά με το πρώτο περιστατικό, ανέφερε ότι συνέβη στις 25 Φεβρουαρίου 2018, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης που οργανώθηκε από την Καθολική Εκκλησία ενάντια στην παραμονή του Joseph Kabila στην εξουσία. Ο Αιτητής περιέγραψε ότι συμμετείχε στη διαμαρτυρία στη λεωφόρο Boulevard Triomphale στην κοινότητα Kasavubu, όπου η αστυνομία και ο στρατός επενέβησαν βίαια. Ο ίδιος συνελήφθη, ξυλοκοπήθηκε άγρια και αφέθηκε ελεύθερος την ίδια ημέρα. Διευκρίνισε ότι δεν του απαγγέλθηκαν κατηγορίες, αλλά υπέστη προσβολές και σωματική βία για να σταματήσει τη δράση του.
Ο Αιτητής συμμετείχε επίσης σε διαδήλωση στις 30 Ιουνίου 2019, ενάντια στη νοθεία των εκλογών, που -όπως ανέφερε- ήταν αποτέλεσμα μυστικής συμφωνίας μεταξύ του Kabila και του Félix Tshisekedi, ο οποίος τελικά ανακηρύχθηκε νικητής των εκλογών της 31ης Δεκεμβρίου 2018. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαμαρτυρίας, ισχυρίστηκε ότι συνελήφθη ξανά, ξυλοκοπήθηκε και αφέθηκε ελεύθερος την ίδια ημέρα.
Κατόπιν αναφέρθηκε σε ένα σοβαρότερο περιστατικό που συνέβη στις 12 Φεβρουαρίου 2020, όπου ο Αιτητής, επιστρέφοντας από συνάντηση στα κεντρικά γραφεία του κόμματος, απήχθη από τέσσερις αστυνομικούς, οι οποίοι τον μετέφεραν σε άγνωστη τοποθεσία, όπου τον οδήγησαν σε ένα σπίτι που ήταν χωρισμένο σε κελιά και τον τοποθέτησαν σε ένα από αυτά. Όπως δήλωσε, ήταν μόνος του και δεν είδε άλλους κρατούμενους. Ισχυρίστηκε ότι του έβγαλαν τα ρούχα και τον άφησαν μόνο με τα εσώρουχα, ενώ υπέστη βασανιστήρια για δύο ημέρες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου διευκρίνισε ότι τον ανέκριναν μία μόνο φορά, κατηγορώντας τον ότι συνεχίζει να δημιουργεί προβλήματα στη χώρα οργανώνοντας διαδηλώσεις κατά του Félix Tshisekedi, παρά το ότι οι εκλογές έχουν ολοκληρωθεί.
Εν συνεχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι διασώθηκε από τον θείο του, ο οποίος είναι συνταγματάρχης στον στρατό. Εξήγησε ότι ο θείος του είχε διενεργήσει ιδιωτική έρευνα και ανακάλυψε ότι είχε δοθεί εντολή να τον σκοτώσουν. Έτσι, κατόπιν μυστικής διαπραγμάτευσης με τους απαγωγείς, κανόνισε την απελευθέρωσή του με τον όρο να εγκαταλείψει τη χώρα άμεσα. Ο Αιτητής μεταφέρθηκε στο σπίτι του θείου του στην κοινότητα Lemba στην Kinshasa, όπου έμεινε για τέσσερις ημέρες. Στο διάστημα αυτό, ο θείος του κανόνισε να του χορηγηθεί φοιτητική βίζα, και αφότου εξασφάλισε τα ταξιδιωτικά του έγγραφα, τον συνόδευσε στο αεροδρόμιο για να φύγει από τη χώρα.
Ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρξαν άλλα περιστατικά μεταξύ της διαδήλωσης του Ιουνίου 2019 και της απαγωγής του τον Φεβρουάριο του 2020. Εξέφρασε έντονο φόβο ότι εάν επιστρέψει στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, είτε θα φυλακιστεί είτε θα σκοτωθεί, καθώς το ίδιο πολιτικό καθεστώς παραμένει στην εξουσία. Δήλωσε παράλληλα ότι δεν υπάρχει κανένα ασφαλές μέρος για αυτόν στη χώρα.
Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση - Εισήγησή του δυο ουσιώδεις πραγματικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι προκύπτουν από τις δηλώσεις του Αιτητή:
1) Ταυτότητα και χώρα καταγωγής του Αιτητή και προφίλ του.
2) Η ιδιότητα του Αιτητή ως διοικητικό μέλος του κόμματος ECIDE.
3) Ισχυριζόμενος κίνδυνος που διατρέχει η ζωή του από τος αρχές εξαιτίας της συμμετοχής του στο κόμμα της αντιπολίτευσης ECIDE.
Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, αφού κρίθηκε ως αξιόπιστος στο σύνολό του. Αντιθέτως, ο δεύτερος και ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγιναν αποδεκτοί.
Ειδικότερα, ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή που αφορά στην ιδιότητά του ως ηγετικό στέλεχος του κόμματος ECIDE, δεν έγινε αποδεκτός από τους Καθ΄ ων, καθώς η αφήγησή του κρίθηκε αβάσιμη, ασαφής και χωρίς την απαιτούμενη ευλογοφάνεια. Συγκεκριμένα, είναι θέση των Καθ’ ων ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει την ιδεολογία του κόμματος του, ούτε να αναφέρει το σύμβολό του, κάτι που δεν συνάδει με τη θέση ευθύνης που ισχυρίζεται ότι κατείχε. Επιπλέον, οι εξηγήσεις του σχετικά με την απόφασή του να ενταχθεί στο κόμμα στερούνταν σαφήνειας και βάθους, καθότι ο Αιτητής περιορίστηκε μόνο σε γενικές αναφορές για την επιθυμία του κόμματος να "σταματήσει την ταλαιπωρία του λαού".
Ως προς δε την εξωτερική αξιοπιστία, παρόλο που μέσω εξωτερικών πηγών επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη του κόμματος ECIDE, η ηγεσία του και η τοποθεσία της έδρας του — στοιχεία που συνάδουν με τις δηλώσεις του Αιτητή — εντούτοις, εντοπίστηκε ανακολουθία σχετικά με την κάρτα μέλους του. Συγκεκριμένα, ενώ ο Αιτητής δήλωσε πως έγινε μέλος στις 10/03/2017 και ότι η κάρτα εκδίδεται την ίδια μέρα, η ημερομηνία στην κάρτα του ήταν 11/02/2020, γεγονός που, σύμφωνα με τους Καθ’ ων, έρχεται σε αντίθεση με τα λεγόμενά του και δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία του. Ως εκ τούτου, και λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη επαρκών και ακριβών πληροφοριών, τη μη συνοχή με εξωτερικές πηγές και την έλλειψη ευλογοφάνειας, το συγκεκριμένο μέρος του αιτήματος του απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Αναφορικά με τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή που αφορά στην δίωξή του από τις αρχές της χώρας του λόγω της πολιτικής του δράσης, αυτός κρίθηκε αβάσιμος από τους Καθ’ ων, καθώς οι ισχυρισμοί του ήταν ασαφείς και χωρίς την απαιτούμενη ευλογοφάνεια, συνοχή και επάρκεια λεπτομερειών. Επίσης, είναι θέση των Καθ’ ων ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Αιτητής υπέπεσε σε αντιφάσεις και παρείχε αντικρουόμενες πληροφορίες σχετικά με τις συλλήψεις, την απαγωγή και τη μεταχείρισή του από τις αρχές. Ειδικότερα, παρουσιάστηκε έλλειψη επάρκειας και ακρίβειας στις περιγραφές των γεγονότων που επικαλείται, ενώ σε κρίσιμα σημεία - όπως οι συνθήκες απαγωγής, ο ρόλος του θείου του και ο λόγος στοχοποίησής του- δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομερείς ή τεκμηριωμένες απαντήσεις. Επιπρόσθετα, παρατηρήθηκαν σοβαρές ασυνέπειες όσον αφορά το πού και πώς κρατήθηκε, τη διάρκεια και τη μορφή βασανιστηρίων που υπέστη, καθώς και τις συνθήκες της απελευθέρωσής του. Επίσης, οι εξηγήσεις του για το πώς ενημερώθηκε ο θείος του και πώς κατέστη δυνατή η διαφυγή του στερούνται ευλογοφάνειας.
Ως προς την δε εξωτερική αξιοπιστία, οι Καθ’ ων εκτιμούν ότι καίτοι μέσω εξωτερικών πηγών επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη των διαδηλώσεων στις ημερομηνίες που ανέφερε ο Αιτητής, καθώς και η δύσκολη κατάσταση που επικρατεί για την αντιπολίτευση στη ΛΔΚ, οι προσωπικοί του ισχυρισμοί δεν ήταν επαρκώς τεκμηριωμένοι ή αξιόπιστοι. Επιπλέον, συναξιολογήθηκε και το γεγονός ότι η βασική αιτία που επικαλείται για την απειλή κατά της ζωής του —η συμμετοχή του ως ηγετικό στέλεχος στο ECIDE— δεν έγινε αποδεκτή, λόγω των σημαντικών αντιφάσεων και ελλείψεων στην κατάθεσή του, όπως εκτέθηκε ανωτέρω, και, κατά συνέπεια, οι Καθ’ ων δεν έκαναν αποδεκτό ούτε και τον ισχυρισμό του περί σοβαρού κινδύνου δίωξης ή θανάτου, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου, ο λειτουργός έκρινε ότι, επί τη βάσει του αποδεδειγμένου ουσιώδους πραγματικού περιστατικού που προέκυψε από τις δηλώσεις του Αιτητή, καθώς επίσης και επί τη βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών για την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο διαμονής του, ήτοι την πόλη Kinshasa της ΛΔΚ, διαπιστώνεται ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.
Ακολούθως, ο λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην Έκθεση-Εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, του προσωπικού του προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, δεν τεκμηριώνεται φόβος δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, την ΛΔΚ, για έναν από τους λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης, και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου, και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στη ΛΔΚ δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας και 19(2)(α) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας, αντίστοιχο άρθρο 19(2)(β) του περί Προσφύγων Νόμου. Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Kinshasa της ΛΔΚ, δεν θα αντιμετωπίσει κίνδυνο ή σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως άμαχος λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας. Ως εκ τούτου, ο λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Υπό το φως της ανωτέρω ανάλυσης, κρίνω ότι ορθά και εμπεριστατωμένα οι Καθ' ων η Αίτηση αξιολόγησαν το αίτημα του Αιτητή και κατέληξαν τόσο στα ευρήματα περί αναξιοπιστίας του όσο και στη μη υπαγωγή του σε προσφυγικό καθεστώς. Συμφωνώ με την αιτιολόγηση της Διοίκησης ότι οι δηλώσεις του Αιτητή στερούνταν επαρκών πληροφοριών, λεπτομερειών και συνοχής. Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματος βαραίνει αρχικά τον ίδιο τον Αιτητή (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου).
Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της Έκθεσης-Εισήγησης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω.
Αναφορικά με τη θέση του Αιτητή ότι η απόφαση εκδόθηκε υπό πλάνη, διαφαίνεται ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν εξέτασης των στοιχείων που λήφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου και με βάση τα περιστατικά που είχε ενώπιον της και ειδικότερα στη βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το βάρος απόδειξης περί πλάνης περί του ουσιώδους της πλάνης και περί της έλλειψης δέουσας έρευνας βαραίνει τον αιτητή (βλ. Παπαδόπουλος ν. Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (1990) 3 Α.Α.Δ. 262). Δεν φαίνεται να υπάρχει οτιδήποτε στον διοικητικό φάκελο της υπόθεσης που να στηρίζει τη θέση του Αιτητή ότι υπήρξε πλάνη και/ή ότι δεν έχει γίνει δέουσα έρευνα. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν είχε προσκομίσει και/ή προωθήσει κατά την διάρκεια της παρούσας διαδικασίας οποιοδήποτε νέο στοιχείο ή μαρτυρία που να ανατρέπει τα ευρήματα των Καθ' ων η Αίτηση ώστε να εξεταστούν πλήρως από το Δικαστήριο.
Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε επικαιροποιημένες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πρωτεύουσα Kinshasa, η οποία, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, θεωρείται ο τελευταίος τόπος διαμονής του Αιτητή.
Συγκεκριμένα, αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στη ΛΔΚ, και ειδικότερα στην πρωτεύουσα Kinshasa, οι πληροφορίες από τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφέρουν τα κάτωθι:
Σύμφωνα με τη διαδικτυακή πύλη RULAC «Η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον αριθμού ενόπλων ομάδων στις περιοχές Ituri, Kasai και Kivu»[1], σημειώνεται ωστόσο, ότι δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ενεργών, μη κρατικών, ένοπλων ομάδων στην Kinshasa. Επιπρόσθετα, Έκθεση (2024) της Διεθνούς Αμνηστίας για τη ΛΔΚ αναφέρει ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στα ανατολικά συνεχίστηκαν, με τις κυβερνητικές δυνάμεις να μάχονται εναντίον ένοπλων ομάδων∙ ενώ η διακοινοτική βία επεκτάθηκε και στις επαρχίες Kasai, Kwango, Kwilu, Mai-Ndombe και Tshopo, και οδήγησε σε περαιτέρω σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[2] Ως διαφαίνεται από τις ανωτέρω πληροφορίες, στην Kinshasa δεν επικρατούν συνθήκες εσωτερικής ένοπλης σύρραξης και η κατάσταση ασφαλείας παρουσιάζεται σταθερή.
Προχωρώντας να εξετάσω την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa, τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά το διάστημα 06/07/2024 – 04/07/2025 σημειώθηκαν στην Κινσάσα 27 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 235 θανάτους. Εξ’ αυτών, τα 12 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (20 θάνατοι), τα 10 ως εξεγέρσεις (203 θάνατοι), τα 3 ως μάχες (13 θάνατοι) και τα 2 ως διαμαρτυρίες (0 θάνατοι).[3]
Σημειώνεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συγκεκριμένων περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 02/09/2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Κινσάσα εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων.[4]
Σημειώνεται, ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις ο πληθυσμός της πόλης Κinshasa το 2023 ανερχόταν στα 16,316,000 κατοίκους.[5]
Εκ των ανωτέρω πληροφοριών, δεν εντοπίζεται η ύπαρξη ένοπλης σύγκρουσης στην Κinshasa, απαραίτητη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου και δεν φαίνεται να υφίσταται πραγματικός κίνδυνος να θιγεί προσωπικά άμαχος υπό την έννοια του ως άνω άρθρου.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν υπέδειξε οποιαδήποτε επιπρόσθετα στοιχεία που να τεκμηριώνουν παραβίαση της αρχής της μη επαναπροώθησης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 10/07/2025]
[2] Amnesty International, Democratic Republic of the Congo 2024, https://www.amnesty.org/en/location/africa/east-africa-the-horn-and-great-lakes/democratic-republic-of-the-congo/report-democratic-republic-of-the-congo/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 10/07/2025]
[3] Explorer - ACLED (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 09/07/2025)
[4] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 09/07/2025)
[5] CIA, The World Factbook, DRC, https://www.cia.gov/the-world-factbook/countries/congo-democratic-republic-of-the/#people-and-society [Ημερομηνία Πρόσβασης: 10/07/2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο